ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Σάββατο, Φεβρουαρίου 28, 2009

Κυριακή της Τυρινής: Το στάδιον των αρετών ηνέωκται...



Toυ Σεβ. Μητροπολίτη και ποιμενάρχη μας κ. Παϊσίου
«Εάν αφήτε τοις ανθρώποις τά παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο Πατήρ υμων ο ουράνιος» (Μτθ. 6,14).




Από αύριο αγαπητοί μου αδελφοί μπαίνουμε στο μεγάλο και υψηλό στάδιο της Αγίας και μεγάλης Τεσσαρακοστής. «Το στάδιο των αρετών ηνέωκται, οι βουλόμενοι αθλήσαι εισέλθετε», ψάλλει η Εκκλησία μας και μας καλεί να αγωνιστουμε και να παλέψουμε εναντίον των πολλων και ποικίλων εχθρών της ψυχής μας.

Ο αληθινός χριστιανός πρέπει πάντοτε να βρίσκεται σ΄εγρήγορση πνευματική, ιδιαιτέρως όμως την περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η οποία και χαρακτηρίζεται και είναι τά «Άγια των Αγίων» όλου του χριστιανικού έτους .

Πρέπει λοιπόν ο κάθε χριστιανός να προσέχει τις παγίδες του διαβόλου και το σπουδαιότερο, οφείλει να οπλίζεται με τά όπλα του φωτός, για να μπορέσει να νικήσει τον παμπόνηρο εχθρό και να εορτάσει αξίως και θεοπρεπώς τά σεπτά πάθη του Θείου Λυτρωτή και την ένδοξο Αυτού και Ζωηφόρο Θεία Ανάσταση.

Στην πάλη αυτή ο χριστιανός ενισχύεται οπλιζόμενος με την πίστη, την προσευχή, την ελεημοσύνη και την νηστεία: «ως τείχος άρρηκτον κατέχοντες την Πίστιν, και ως θώρακα την προσευχήν, και περικεφαλαίαν την ελεημοσύνην, αντί μαχαίρας την νηστείαν, ήτις εκτέμνει από καρδίας πάσαν κακίαν».

Ο Κύριος των κυριευόντων και Βασιλεύς των βασιλευόντων μας παρέχει αδελφοί μου προθύμως την χάρη του Παναγίου Πνεύματος και συγχωρεί τις αμαρτίες μας, εάν εμείς ακούσουμε στο θέλημά Του και ζητήσουμε την άφεση των αμαρτιών μας με πίστη ζέουσα, με πίστη ζεστή. Αυτό μας διδάσκει η Αγία Γραφή.

Η σωτηρία της ψυχής μας, αδελφοί μου, δεν κερδίζεται χωρίς την δική μας θέληση, χωρίς την ειλικρινή μετάνοιά μας, χωρίς τον πνευματικό μας αγώνα, και μάλιστα εάν δεν πλημμυρίζει την καρδιά μας η χριστιανική αγάπη, «η πάντα νούν υπερέχουσα».

Αυτή η χριστιανική αγάπη δεν πρέπει να έχη όρια αλλά να προσφέρεται προς όλους τους αδελφούς μας, χωρίς καμία διάκριση, έστω και αν κάποιοι από αυτούς μας ελύπησαν, μας έβλαψαν, μας αδίκησαν, μας εσυκοφάντησαν. Ο Θεός της αγάπης, του ελέους, της ευσπλαχνίας και της ειρήνης θα συγχωρέση τις αμαρτίες μας, εάν και εμείς συγχωρήσουμε τους αδελφούς μας. «Εάν αφήτε τοις ανθρώποις τά παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο Πατήρ υμών ο ουράνιος».

Αδελφοί μου, οι πύλες του σταδίου των αρετων από αύριο ειναι ανοικτές, ας μην ολιγωρήσουμε, ας μπούμε να αγωνιστούμε και εμείς τον αγώνα τον καλό. Τα αγωνίσματα είναι γνωστά για κάθε έναν από εμας: νηστεία, εγκράτεια, προσευχή, ταπείνωση, εξομολόγηση και ελεημοσύνη. Και έτσι αφού διατρέξουμε το στάδιο αυτό των θείων αγωνισμάτων θα φθάσουμε νικητές να προσκυνήσουμε τά Άγια Πάθη και την τριήμερο Ανάσταση του Εσφαγμένου Αρνίου της Αποκαλύψεως, και να κοινωνήσουμε επαξίως το Πανάγιο Σώμα και το Τίμιο Αἰμα Αυτού «εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον». ΑΜΗΝ.


Παρασκευή, Φεβρουαρίου 27, 2009

Αλεξάμενος σέβεται Θεόν




Αυτό το γελοιογραφικό χάραγμα βρέθηκε στο Παλατίνο της Ρώμης. Φτιάχτηκε από τους ειδωλολάτρες και είναι δείγμα του μίσους και της εχθρότητας τους κατά των χριστιανών της πρώτης Εκκλησίας των μαρτύρων. Ο Αλεξάμενος είναι χριστιανός, ο οποίος κατα τους ειδωλολάτρες σέβεται τον Θεόν.Ο Θεός του Αλεξάμενου είναι φυσικά ο σταυρωμένος για τη σωτηρία του κόσμου Κύριος Ιησούς Χριστός.
Για να κοροϊδεύσουν τους χριστιανούς και να διακωμωδήσουν την πίστη τους, οι ειδωλολάτρες παριστάνουν τον Κύριο πάνω στον Σταυρό αλλά με κεφαλή γαϊδάρου.Ό,τι ήταν άξιο σεβασμού και τιμής για τους χριστιανούς αυτό το απαξίωναν οι ειδωλολάτρες.
Με αυτό τον τρόπο σατίριζαν και γελοιοποιούσαν τα ιερά και τα όσια των χριστιανών. Παρίσταναν κάτι το σύγχρονο, που απασχολούσε την δημοσιότητα της εποχής τους. Οι χριστιανοί δεν μπορούσαν να αντιδράσουν γιατί βρίσκονταν κάτω από καθεστώς διωγμών.Είχαν να αντιμετωπίσουν την ειδωλολατρική μανία.
Κάτι ανάλογο ζούμε και σήμερα στην λεγομένη «χριστιανική Ελλάδα». Με μια διαφορά. Τότε όλα αυτά τα έκαναν οι ειδωλολάτρες, οι οποίοι δεν γνώριζαν, βρίσκονταν μέσα στο σκοτάδι της άγνοιας. Σήμερα τα κάνουν «χριστιανοί» (;), που στο βάπτισμα αρνήθηκαν τα διαβολικά έργα και τις πομπές, και οι οποίοι τρέχουν πίσω από τα άρματα της σύγχρονης ειδωλολατρίας για να γιουχαΐσουν, να ειρωνευτούν, να χλευάσουν, να κοροϊδέψουν και να χασκογελάσουν,- δεν αναφέρω όλα τα άλλα αίσχη και τις διαστροφές που γίνονται-, και να εξευτελίσουν, όπως νομίζουν, τον μοναχισμό, την ορθόδοξη πίστη και την Εκκλησία στο πρόσωπο του Γέροντα Εφραίμ (…με πρόφαση την δήθεν επικαιροτητα). Δικαιολογίες υπάρχουν πολλές και τις ακούμε, από αστείες έως γελοίες! Βρισκόμαστε βλέπετε σε εποχή παρακμής και έκπτωσης των αξιών.

Τους πρωτεργάτες της διαπόμπευσης θα τους δείτε αύριο να παρίστανται μέσα στο ναό παριστάνοντας τους ευσεβείς για να τιμήσουν το έργο της Εκκλησίας στους αγώνες της εθνεγερσίας του 1821 ή να ακολουθούν τις λιτανευτικές πομπές των πολιούχων αγίων των πόλεων τους. Όλα προς το θεαθήναι, για εμφάνιση δηλαδή, και ιδιαίτερα για ψηφοθηρία.
Και δεν φτάνει αυτό. Κοροϊδεύουν και χαρακτηρίζουν θρησκόληπτους εκείνους τους χριστιανούς, που με συναίσθηση και συντριβή καταφεύγουν στους ναούς για να μετέχουν στους κατανυκτικούς εσπερινούς και να προετοιμαστούν για να περάσουν το μεγάλο στάδιο της Μ. Τεσσαρακοστής ώστε να αξιωθούν με την νηστεία και την μετάνοια τους της Χάριτος του Θεού και του φωτός της Ανάστασης του Κυρίου κατά το Πάσχα. Χαρακτηρίζουν δε την πράξη αυτή ώς αντίπραξη πρός ό,τι κάνει ο πολύς κόσμος. Μήπως αυτό φανερώνει κάποια ενοχή;

(copy από aktines.blogspot.com)

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 26, 2009

Απάντηση σε φίλη

Μια κλοπή είναι κλοπή έστω και αν κλέβεις από κλέφτες.

Επίσης και αυτό που είπε ο misha στο blog του είναι σωστό: η Εκκλησία θεωρεί τον κάθε φόνο ως Φόνο όμως πρωτοστάτησε στην επανάσταση του 1821. Κανείς Παλαιόκωστας δεν δικαιώνεται. Όμως κάτι μέσα μου βαθιά του ρίχνει δίκιο, όχι γιατί είναι κλέφτης αλλά επειδή αρνείται να ζήσει συμβατικά και επειδή ευεργέτησε πολλούς. Βλέπεις εμείς οι παπάδες δεν βλέπουμε τους αμαρτωλούς νομικά και δεν τους βάζουμε ταμπέλες αλλα τους αντιμετωπίζουμε από τις πράξεις τους και τι κρύβεται πίσω απάυτές. Ενας που κλέβει απο πλεονεξία δεν είναι πιο αμαρτωλός απ'αυτόν που κλέβει από πείνα;;; (έστω και αν αυτό το "πιο αμαρτωλός" είναι μια σχετικότητα).

Επίσης όπως είπα στον βιο του αγίου Ζωτικού, ο άγιος απάτησε τον βασιλιά, του απέσπασε χρήματα για να αγοράσει πολύτιμους λίθους τάχα και τα σπατάλησε για να θρέψει λεπρούς. Μαρτύρησε γι'αυτόν το λόγο. Μήπως ο Ζωτικός ήταν αμαρτωλός καταχραστής; Επίσης άλλο παράδειγμα για να μη νομίζεις πως αγιοποιώ τον Παλαιοκώστα.Ένας πεινασμένος πρώην κατάδικος φιλοξενήθηκε στο σπίτι ενός παπά και τον έκλεψε. Αργότερα τον συνέλαβε η αστυνομία και τον έφερε μπροστά στον παπά. Ο παπάς δεν θέλησε την τιμωρία του, αλλά απέκρυψε την κλοπή και είπε στην αστυνομία ότι εκείνος του χάρισε τα κλοπιμαία για να τον σώσει. Μήπως ο παπάς ήταν συνεργός; (Άθλιοι,Βίκτωρ Ουγκώ).
Τελος θυμασαι τους σαλταδόρους της κατοχης που σήμερα τους θεωρούμε ήρωες;

Να σου πω και κάτι άλλο: Το χαρηκα που ο Παλαιοκώστας ευτέλισε με την απόδραση του το σωφρονιστικό σύστημα και ας μοιάζει ξένη στο στόμα ενός παπά τέτοια ομολογία.
Τον Δεκέμβρη που μας πέρασε 50 τραμπούκοι έκαψαν ολόκληρη Αθήνα μπροστά στα μάτια της αστυνομίας και της κυβέρνησης και κανείς δεν αντέδρασε. Η παρουσία τους βρίσκεται μόνο εκεί που δέρνουν μαθητές,συνταξιούχους, εργαζόμενους. Η απόδραση ήταν ένα χαστούκι στον καθωπρεπισμό και εφησυχασμό τους. Να ταπεινωθούνε για να διδαχθούνε!

Τέλος, σαν ιερέας δεν θα προέτρεπα κανέναν να κλέψει έστω και για να τα μοιράσει τους φτωχούς. Θα έλεγα όμως σ'αυτούς που ζούνε σε προκλητική χλιδή και καλοπέραση να σκέφτονται λίγο και αυτούς που πεινάνε και πως υπαρχει και δικαιοσύνη του Θεού και θα άρχιζα από τον εαυτό μου.Επίσης αυτο του Μ Βασιλείου: όποιος αποθηκευει πράγματα είναι κλέφτης γιατί τα στερεί από αυτόν που δεν εχει. Και άμα ήμουν πνευματικός άλλο επιτίμιο θα έβαζα στον συνειδητό κλέφτη άλλο στον πεινασμένο κλέφτη κατά τη διδασκαλία της εκκλησίας.
Δεν νιώθω να απειλούμαι από κανέναν Παλαιοκώστα. Ούτε τον θεωρώ αμαρτωλό των αμαρτωλών. Πιο πολύ με στενοχωρεί η διάθεση και η κατάσταση των ενοριτών μου και όλων των άλλων που είναι όμηροι της πλεονεξίας τους ή ενός απάνθρωπου υπερκαταναλωτικού συστήματος(βλ κάρτες,δάνεια,περιττά έξοδα,επιδείξεις). Νομίζω ότι βρήκαμε τον αποδιοπομπαίο τράγο και του τα φορτώνουμε όλα , ενω είμαστε αδύναμοι να δούμε τις δικές μας αμαρτίες που είναι ακριβώς της ίδιας φύσης. Μόνο οι πράξεις και το μέγεθος τους διαφέρουν. Ας βρει ο Παλαιοκώστας τον δρόμο του και εγω τον δικό μου. Οπωσδήποτε όμως είμαι εναντίον της φιλοσοφίας wanted dead or alive. Πιο πολύ με ανησύχησε η απόδραση του άλλου που είναι φονιάς. Αλλά στον επόμενο φόνο συναυτουργός θα είναι και η ίδια η αστυνομία. Ξέρω ότι πολλοί θα την θεωρήσουν υπεθυνη αλλά για δικούς τους λόγους. Κανείς όμως δεν θα ψάξει που ακριβώς φταίει. Και αυτό που φταίει είναι ότι παράγουμε σαν κοινωνία κλέφτες και φονιάδες και ότι πολλές φορές στο εδώλιο θα έπρεπε να βρίσκεται μόνο το μισαλλόδοξο εγώ μας. Ρητορείες θα μου πεις. Οπωσδήποτε όμως το βασάνισα πολύ και νομίζω ότι εκεί κρύβεται η αλήθεια. Στις πιο απλές σκέψεις μας.

Όσιος Ιωνάς ο Λέριος (28 Φεβρουαρίου)







Οσιος Ιωνάς ο Λέριος (+1561).





Από το «ΒΡΑΒΕΙΟΝ» της Ιεράς και Βασιλικής Μονής του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο, διαπιστώνουμε ότι πολλοί Λεροί τους πέντε προηγούμενους αιώνες άφησαν τη Λέρο και πήγαν σττη Μονή της Πάτμου , δια να μονάσουν . Ενας από αυτούς ήταν και ο μοναχός ΙΩΝΑΣ δια τον οποίον στο «ΒΡΑΒΕΙΟ» αναφέρονται :



«αφξα (1561) Φεβρουαρίου κη (28)

εφονεύθη εις την Λειψόν ο δούλος

του Θεού Ιωνάς μοναχός ο Λέριος »



Ατομικά για τον Οσιομάρτυρα αυτόν της Εκκλησίας δεν έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες. Οσα ακολουθούν προέρχονται από το βιβλίο του Αρχιμ. Νικηφόρου Κουμουνδούρου, εφημερίου των Λειψών « Μακαριστοί γέροντες και πέντε οσιομάρτυρες στη νήσο Λειψώ της Δωδεκανήσου » . Οι Αγιες αυτές ψυχές ανεκυρήχθησαν οσιομάρτυρες από το Οικουμενικό Πατριαρχείο , εορτάζοντες και οι πέντε μαζί την Α’ Κυριακή μετά τη 10η Ιουλίου.

Ο Οσιομάρτυς Ιωνάς μαζί με άλλους ασκητές-αναχωρητές έφυγαν από το μοναστήρι της Πάτμου και έφθασαν στη νήσο Λειψώ το 1550 τους. Επέλεξαν να τον ορμίσκο «Κοίμηση» και αποβιβάσθηκαν. Ζητούσαν να βρούν ένα τόπο που δεν θα τους ενοχλούσε ο κόσμος, που μόνοι θα υμνούσαν και θα συνομιλούσαν με το Θεό. Ετσι διάλεξαν ένα χώρο έρημο και αφιλόξενο για να εγκατασταθούν . Πρώτο τους μέλημα να χτισθεί ο ναός του Ησυχαστηρίου , ψηλά από τη θάλασσα σε δύσβατο σημείο, για το φόβο των πειρατών. Εκεί πάλεψαν με τους βράχους , για να φτιάξουν μονοπάτια, πάλεψαν με τη έλλειψη του νερού και της τροφής. Μα τι κι αν δεν είχαν τίποτα από αυτά ; Είχαν και τους αρκούσε , η Χάρις του Θεού. Εφτιαξαν την Εκκλησία επ’ονόματι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και μικρά κελιά για τους ίδιους.

Πότισαν τον άγονο χώρο του ασκηταριού περισσότερο με τον ιδρώτα τους και λιγότερο με το νερό . Σεβάστηκαν τη φύση , λάτρευσαν , εδόξασαν και υμνολόγησαν το Θεό, που επέτρεψε στο διάβολο να πειράζει τους ανθρώπους, αλλά έδωσε και στους ανθρώπους την δύναμη να τον νικούν. Εγιναν «άγγελοι τω βίω» ενώ ήταν « άνθρωποι τη φύσει » .Πολλοί από αυτούς θυσιάστηκαν για του Χριστού την πίστη την Αγία και της πατρίδας την ελευθερία .

Οσο ψηλά όμως και αν ήταν το ασκηταριό, το επισκέπτονταν με τις άγριες διαθέσεις τους οι πειρατές. Σε μια επιδρομή εφόνευσαν το μοναχό Ιωνά από τη Λέρο. Ηταν 28 Φεβρουαρίου του 1561 . Ετσι ο Μοναχός Ιωνάς έγινε νεομάρτυρας της Εκκλησίας μας.

Δεν ήταν ο μόνος . Πρίν από αυτόν το 1558 είχαν φονεύσει το μοναχό Νεόφυτο τον Αμοργινό. Το 1609 ο μοναχός Νεόφυτος ο Φαζός εφονεύθη από τους αγαρινούς με σκεπάρνι . Το 1635 ο Πεκήρ Πασάς από δαρμό εφόνευσε το μοναχό Ιωνά τον Νισύριο και το 1696 ο αναχωρητής μοναχός Παρθένιος εφονεύθη με καμάκι που του τρύπησε το λαιμό . Και οι πέντε αδικοσκοτωμένοι μακαριστοί γέροντες κηδεύτηκαν με δάκρυα από τους συνασκητές τους και τους θρήνησαν οι ευσεβείς Λειψώτες και οι συμπατριώτες τους. Και όλοι μας τους διατηρούμε στη μνήμη μας με ευγνωμοσύνη και σεβασμό θεωρώντας τους καταξιωμένους οσιομάρτυρες .

(από την ιστοσελίδα της ΙΜ Λέρου-Καλύμνου-Αστυπαλαίας www.imle-ka.gr)

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 25, 2009

[... από συνήθεια κάνουνε πριν πέσουν τον σταυρό τους...]



ΟΙ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΤΩΝ ΝΑΥΤΙΚΩΝ

Οι Γιαπωνέζοι ναυτικοί, προτού να κοιμηθούν,
βρίσκουν στην πλώρη μια γωνιά που δεν πηγαίνουν άλλοι
κι ώρα πολλή προσεύχονται βουβοί, γονατιστοί
μπρος σ' ένα Βούδα κίτρινο που σκύβει το κεφάλι.

Κάτι μακριά ως τα πόδια τους φορώντας νυχτικά,
μασώντας οι ωχροκίτρινοι μικροί Κινέζοι ρύζι,
προφέρουνε με την ψιλή φωνή τους προσευχές
κοιτάζοντας μια χάλκινη παγόδα που καπνίζει.

Οι Κούληδες με την βαριά βλακώδη τους μορφή
βαστάν σκυφτοί τα γόνατα κοιτώντας πάντα κάτου,
κι οι Αράπηδες σιγοκουνάν το σώμα ρυθμικά,
κατάρες μουρμουρίζοντας ενάντια του θανάτου.

Οι Ευρωπαίοι τα χέρια τους κρατώντας ανοιχτά,
εκστατικά προσεύχονται γιομάτοι από ικεσία
και ψάλλουνε καθολικές ωδές μουρμουριστά,
που εμάθαν όταν πήγαιναν μικροί στην εκκλησία.

Και οι Έλληνες, με τη μορφή τη βασανιστική,
από συνήθεια κάνουνε, πριν πέσουν, το σταυρό τους
κι αρχίζοντας με σιγανή φωνή « Πάτερ ημών...»
το μακρουλό σταυρώνουνε λερό προσκέφαλό τους.

Παίρνοντας αφορμή , από τον ποιητή των οριζόντων και των γαλάζιων πόντων,Νίκο Καββαδία, θα θελα να αναφερθώ στην "θρησκευτικότητα" της συνήθειας, στην αυτοματοποιημένη θρησκεία, στο φαινόμενο της άκριτης και μηχανικής θρησκευτικότητας που ταλανίζει τη χώρα της ορθοδοξίας, όπως μας αρέσει να την λέμε. Και ανεξάρτητα αν η ορθοδοξία έχει οικουμενικό χαρακτήρα , ανεξαρτήτως με το ότι δοξάζεται και ευτυχώς δοξάζεται σήμερα στους βίους ρώσων,σέρβων,ρουμάνων,άγγλων,γάλλων,αφρικανών κ.α , μια που θέλησε ο Θεός να γεννηθώ σε αυτή τη χώρα που είχε την τιμή και χάρη η Αλήθεια του ευαγγελίου να γραφτεί και να εκφραστεί στη γλώσσα της πρωτότυπα και από την αρχαιότητα της, πονώ για την κατάντια και τη θρησκευτικότητα της.
Πολλοί από τους αδελφούς μας από συνήθεια θρησκεύονται, εκκλησιάζονται,κοινωνούν,σταυροκοπιούνται. Στα χείλη τους ανεβαίνουν προσευχές του τυπικού, που μάθαν μικροί,ενώ Θεός και Εκκλησία είναι ακόμα ένα παραδοσιακό στοιχείο της κουλτούρας τους. Για να μην αναφερθώ στον κλασσικό πλέον υποβιβασμό των μυστηρίων του γάμου και της βάπτισης σε κοσμικές τελετές ή ευκαιρίες συνάθροισης της οικογένειας. Ακόμα και τα παραδοσιακά πανηγύρια των χωριών που δένουν και καλώς δένουν αμφικτιονίες και κρατούν ζωντανές παλιές παραδόσεις κέντρο τους έχουν οτιδήποτε άλλο εκτός από τη μνήμη του μάρτυρα ή τη σύναξη για εκκλησιαστικό γνήσιο βίωμα της εορτής. Όμως αν και αυτό "έδει ποιήσαι κακείνο μη αφιέναι", το κέντρο βάρους μετατοπίζεται στη κοσμική σημασία του όρου. Συνάμα ιερά μυστήρια και τελετές για ειδικές περιπτώσεις έχουν μετατραπεί σε διαδικασίες απαραίτητες για το "καλό του χρόνου", όπως ο αγιασμός και το ευχέλαιο. Η πίστη γίνεται μαγεία και μηχανισμός, η αγάπη προς τον Θεό ανύπαρκτη παραποιημένη σε τυπική προσκόληση στα ειθισμένα. Απ'όλα αυτά μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε το ποιόν και το βάθος της πίστης μας και γιατί από το κέντρο αναφοράς μετατοπίστηκε ο Χριστός και μπήκε οτιδήποτε άλλο. Μπορούμε επίσης να ερμηνεύσουμε χωρίς την υποκρισία του ξαφνιάσματος γιατί οι διπλανοί μας τόσο εύκολα φέυγουν μακρυά από την εκκλησία στο πρώτο σκάνδαλο και μετά τον πρώτο ελάχιστο κλυδωνισμό.
Γιατί τους δίδαξαν πως "ο χριστιανικός Θεός των Ελλήνων" είναι ένα στοιχείο ανθρώπινης κουλτούρας που αναίμακτα και ανέξοδα μπορεί κάποιος να το απορρίψει από την ζωή και την κοσμοθεωρία του. Κανείς δεν έμαθε ή ορθότερα δεν θέλησε να μάθει για τον έρωτα του Χριστού και την αληθινή διάσταση της ορθόδοξης πίστης, της αναντικατάστατης αξίας της.

Ερχόμαστε στο άλλο σκέλος της προβληματικής του ποιήματος: η πίστη και λατρεία των εθνών, η θρησκευτικότητα τους. Δεν θα εξετάσω το αν κατέχουν μια μερική αλήθεια ή αν ζουν σε ένα απόλυτο ψεύδος.Αν το ήθος ή ο χαρακτήρας της θρησκείας που ασπάστηκαν τους καθιστά ελευθέρους ή ανελεύθερους. Αν διάφορες εθνολογικές ή ανθρωπιστικές αιτίες και φιλοσοφικά ρεύματα και ιστορικές συγκυρίες διαμόρφωσαν την κουλτούρα της θρησκευτικότητας τους και άλλα πολλά και πλείστα και βαριά με τα οποία ασχολούνται οι θεολόγοι και οι θρησκειολόγοι. Εγώ αυτό που θυμάμαι συνεχώςως απλός παπάς και πονώ είναι η περικοπή αυτή του Μαλαχία που λέγει: "από ανατολών ηλίου έως δυσμών το όνομά μου δεδόξασται εν τοις έθνεσιν και εν παντί τόπω θυμίαμα, προσάγεται τω ονόματί μου και θυσία καθαρά διότι μέγα το όνομά μου εν τοις έθνεσι, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ". Και ζηλεύω την προσήλωση των βουδδιστών, την πίστη και την σεβαστικότητα των μουσουλμάνων, την ησυχία ων τζαμιών τους και την αγάπη τους στην προσευχή και την ελεημοσύνη, την ευταξία και το πάθος των καθολικών, τη γνώση της γραφής από τους προτεστάντες, την συνοχή των ιουδαίων, την αφοσίωση των κινέζων, την αγάπη που έχουν να φιλοσοφούν την ζωή οι άλλες θρησκείες και τα δόγματα, την στιγμή που οι πλείστοι βαπτισμένοι Έλληνες που έχουν στα χέρια τους τον μαργαρίτη αυτόν των ευαγγελίων "από συνήθεια κάνουνε πριν πέσουν τον σταυρό τους", ρίχνοντας τα μαργαριτάρια τους στους χοίρους και τα άγια τους στα σκυλιά γιατί επειδή ακριβώς δεν ξέρουν πώς να τον μεταχειριστούν, σαν τα παιδιά κρατάνε μέρος του εντυπωσιακού περιτυλίγματος και πετούν το περιεχόμενο ή πιο αφοριστικοί λένε πώς: επειδή ακριβώς ξεπερνά την δική μας αντίληψη δεν έχει καμία αξία...

Τρίτη, Φεβρουαρίου 24, 2009

Καρναβάλι: Ψεύτικη χαρά

Αν πάσχει από κάτι επιδημικό και επώδυνο η εποχή μας, αυτό είναι η έλλειψη αληθινής χαράς. Τα πάντα έχουν ανοστήσει και αποχυμωθεί. Κοινωνικές συναναστροφές, οικογενειακές σχέσεις, προοπτικές για το μέλλον , απαξίωση παρόντος, ανυπαρξία του παρόντος. Ξεχάσαμε την απόλαυση που μας δίνει το γέλιο του αγνού ανθρώπου, γιατί αυτοί όταν δεν είναι ανύπαρκτοι γύρω μας είναι πλέον μη αναγνωρίσιμοι.
Καχυποψία,μιζέρια,ανταγωνισμοί, διαμάχες, μανιχαιοποίηση των φαινομένων και περιύβριση των άλλων και μοναξιά. Η ομορφιά της ανατολής και το άρωμα της φύσης, ο ενθουσιασμός απέναντι στο γέλιο ενός παιδιού,τα λόγια τα ποιητικά, μια αλλιώτικη γεύση που δεν έχει σχέση με τα ειθισμένα, το κηνύγι της αληθινής ευτυχίας μες στην απλότητα, η αποστασιοποίηση από τις μαζικές εκδηλώσεις ανοησίας και η επιδίωξη της αγνότητας αφορούν πλέον τους... ανόητους και ρομαντικούς. Φιλία,έρωτας, δεσμοί εκφράζονται αληθινά στους ελάχιστους.Η νοσταλγία της παιδικότητας μας, πράγμα συνηθισμένο σε όλους μας έδωσε τη θέση της στην νοσταλγία αυτής της καθημερινής ασήμαντης χαράς. Ο ανθρωπος ψάχνει διέξοδα για να βγει από την θλίψη σε άλλες οδυνηρές καταστάσεις που τον κρατούν μες στην θλίψη και γίνεται δέσμιος ενός φαύλου κύκλου.

Τα "καρναβάλια" εκτός από παγανιστικό έθιμο "ενθουσιασμού" και "καθαρμών" είναι ίσως σήμερα η κλασσικότερη μορφή μαζικής ανοησίας. Ο άνθρωπος καλείται να παίξει διάφορους ρόλους που υποβιβαζουν την αξιοπρέπεια του προσώπου του, όπως το ρόλο του υποκριτή, του γελωτοποιού και χαζοχαρούμενου εξαρτήματος ενός συνόλου που εκτονώνει τα πιο βρώμικα απωθημένα του σε ένα ηθελημένα καθοσιωμένο ανεστραμμένο κόσμο.
Η ίδια η ανάγκη της παραποίησης της αληθινής του φύσης,του ήθους και του χαρακτήρα του, ανάγκη καθυποβαλλόμενη από το περιρέον "ξέγνοιαστο" περιβάλλον , δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας πειρασμός, μια δικαιολογία να παρουσιάσει ότι λογικά του είναι απεχθές ως επιτρεπόμενο και σωστό. Είναι μια πρόφαση αιτιολογημένης αμαρτίας. Ένα ξεφάντωμα ψευδώνυμης χαράς. Η χαρά απουσιάζει όταν ο άνθρωπος εξαρτάται και φέρεται από τις πληγές και τα απωθημένα του. Το καρναβάλι είναι επίσης ευκαιρία για πιθηκισμό αλλά και για για να υποδυθεί κάποια άλλη προσωπικότητα. Αυτό που θα ήθελε να είναι ή αυτό που όπως προείπαμε του επιβάλλουν να είναι. Οι αναστολές του υποχωρούν, όλος ο ηθικός του κόσμος, το γενικό κοσμοείδωλο είναι στο στόχαστρο της απαξίωσης, γιατί θέλοντας ο ίδιος να δικαιώσει τις παρεκτροπές του απαξιώνει τον ίδιο τον κόσμο του. Ακόμα και αν αυτός ο κόσμος είναι πραγματικά αφόρητος και καταπιεστικός, γιατί συνήθως ο σημερινός άνθρωπος δεν ζει σε ένα περιβάλλον χαράς, ο καρναβαλισμός του παραμένει νοσηρό φαινόμενο. Από το ψέμα ο άνθρωπος μεταφέρεται στην απάτη, από την απάτη σε ένα ακόμα πιο ψεύτικο κόσμο, προφανώς πιο επικίνδυνο γιατί ήδη την επαύριο η συναίσθηση της αμαρτίας και της υποκρισίας θα τον βρει και πάλι πληγωμένο,διπλά αυτή τη φορά.

Η Εκκλησία ανεξάρτητα με την μορφή και την εικόνα που προσλαμβάνει ο καθένας μας, εντός και εκτός εκκλησίας, έχει ως κέντρο την χαρά και μιλάμε ασφαλώς για την δική μας ορθόδοξη παράδοση, γιατί κέντρο της είναι η νέα ζωή που μας έδωσε η ανάσταση του Χριστού. Η Εκκλησία μέσα από τις εορτές της , ακόμα και αυτή την κατανυκτική περίοδο
προσφέρει στην άνθρωπο μιαν αλλιώτικη χαρά, χαρά μένουσα. Πολλοί μιλάνε για την αυστηρότητα των παραδόσεων μας, την σκυθρωπότητα των προσώπων,που πολλές φορές δεν είναι τίποτα άλλο παρά έκφραση ειρήνης διάφορη από την κοσμική φαιδρότητα , για αυτό και δεν είναι εύκολα αναγνωρίσιμη από αυτούς που η θλίψη της αμαρτίας έθεσε "λέπια" στα πνευματικά τους μάτια και νέκρωσε τα εσωτερικά τους αισθητήρια. Πολλοί θεωρούν πως οι χριστιανοί ζουν καταπιεσμένοι και ανέραστοι, άχαροι και υποφέροντες μέσα σε διαρκή και ασφυκτική θλίψη. Βεβαίως όταν η θρησκευτικότητα μας είναι λανθασμένη τότε πάμε και ενάντια στη φύση μας, τότε ζούμε πνευματικά αδιέξοδα που αντανακλούν στην ψυχολογία μας και μας φορτίζουν με απωθημένα. Οι χριστιανοί όμως που έχουν όντως την χαρά του Χριστού στην καρδιά τους έχουν ήδη κερδίσει το μεγάλο στοίχημα απέναντι στον κόσμο, είναι νικητές του κόσμου.

Ας μην διστάζει λοιπόν ο μη εκκλησιαστικός άνθρωπος. Μπορεί να γευθεί τον καρπό του καρναβαλισμού, πράγμα που ζει και εκτός καρναβαλικής εποχής δηλ της κοσμικής υποκρισίας ή τον καρπό της εκκλησιαστικής μετοχής και ας κάμει ελεύθερα τις συγκρίσεις. Το πρώτο και μεγάλο βήμα είναι να ξεπεράσει τα ψευτοδιλήμματα και τις προκαταλήψεις του.

Γεύσασθε και ίδετε...

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 23, 2009

Λιχνευσάμενοι την πρώτην υπέστημεν γύμνωσιν...



Λιχνευσάμενοι, τήν πρώτην υπέστημεν γύμνωσιν, ηττηθέντες τής πικράς γεύσεως, καί τού Θεού εξόριστοι γεγόναμεν, αλλ' επανάγωμεν πρός μετάνοιαν, καί τάς αισθήσεις εκκαθάρωμεν πρός άς ο πόλεμος, επεισόδιον τήν νηστείαν ποιούμενοι, ελπίδι χάριτος, τάς καρδίας βεβαιούμενοι, ου βρώμασιν, εν οίς ουκ ωφελήθησαν οι περιπατήσαντες, καί βρωθήσεται ημίν ο Αμνός τού Θεού, εν τή ιερά καί φωτοφόρω νυκτί τής εγέρσεως, τό υπέρ ημών αχθέν σφάγιον, τό τοίς Μαθηταίς κοινωνήσαν, εν εσπέρα τού μυστηρίου, καί σκότος λύον τής αγνωσίας, εν τώ φωτί τής αυτού Αναστάσεως.

Ένα όμορφο κατανυκτικό τροπάριο που ψάλλεται στα απόστιχα του εσπερινού της Αποκρέω και το αγαπώ ιδιαιτέρως από παλιά , γιατί κρύβει μέσα του το φως της χαρμολύπης και της ελπίδας.
Η εβδομάδα της Απόκρεω έχει πλέον ολοκληρωθεί όταν αρχίσει ο κυριακάτικος εσπερινός. Επειδή την αυριανή με την εβδομάδα της Τυρινής θα ανοίξουν "της θείας μετανοίας τα πρόθυρα", ο υμνωδός στέκεται κατά το ήμισυ πανηγυρίζων με κατάνυξη και κατά το ήμισυ πενθών με πένθος χαροποιό να αφυπνίσει τις ψυχές μας και να μας προσκαλέσει σε αγώνα πνευματικό. Βραβείο και έπαθλο είναι η Κοινωνία με τον Νικητή του θανάτου την φωτοφόρο νύκτα της αναστάσεως, μυστήριο που παρέδωσε στο υπερώον της Σιών, μυσταγωγώντας τους μαθητές και αποστόλους Του.

Καθώς ψάλλουμε το τροπάριο αυτό μέσα στην ευλογημένη ατμόσφαιρα του εσπερινού , θυμόμαστε μιαν άλλη εσπέρα, μοιραία για την ανθρώπινη ιστορία. Εκείνο το δειλινό που ακούστηκαν τα θεία βήματα στην Εδέμ και η πικρή διαπίστωση του Θεού: "Αδάμ που εί;". Όμως τούτο το δειλινό ο "λιχνός" Αδάμ έχει ήδη πέσει στην αμαρτία και με την πικρή γεύση του καρπού της παρακοής στα χείλη , γυμνός και αποπροσανατολισμένος έχει ήδη αρνηθεί τον Πλάστη του. Γι'αυτό και δοκιμάζει την βαριά εξορία του.
Αλλά όμως ιδού ! Υπάρχει ο δρόμος της μετάνοιας που μας επαναφέρει εκεί απ'όπου έπεσε ο Αδάμ. Συνειδητοποιώντας πως οι αισθήσεις είναι η θύρα των πειρασμών απ'όπου ο αρχαίος όφις θέλει να συλήσει την εδεμιαία μας χάρη,αγωνιζόμαστε για την κάθαρση τους, "επεισόδιον ποιούντες" στην ευλογημένη περίοδο την αγία νηστεία, περιφρονώντας την τρυφή των βρωμάτων, που καμιά ωφέλεια δεν πρόσφερε ποτέ στους αγωνιστές τέτοιου σταδίου, καθησυχάζοντας την καρδιά μας που μπαίνει σε στίβο δοκιμασίας με την ελπίδα της χάρης που θα λάβει.

Πέρα από τους κόπους της νηστείας, την πικρία της εξορίας, τον οδυρμό της μετάνοιας, τη δυσκολία του αγώνα αχνοφέγγει η κατάληξη των αγωνιστών , η όντως τρυφή. Τέτοιο βρώμα είναι η επιθυμία και η επιβράβευση των περιπατούντων, Ο Αμνός του Θεού, που σφαγιάστηκε για μας, και παρέδωσε το επαναλαμβανόμενο μυστήριο του σταυρού και της Ανάστασης στους μαθητές και στην Εκκλησία Του δια της Κοινωνίας τη νύκτα της Μ. Πέμπτης. Με την ανάσταση του δε , την ιερά και φωτοφόρο νύκτα της αγίας Κυριακής διέλυσε την αγνωσία που έφερε "η γνώση του καρπού της παρακοής" και μας έδωσε την νέα Εδέμ.

Η αναφορά στη νύχτα του Δείπνου και στην βασιλίδα των ημερών Κυριακή του Πάσχα μας ανάβει φλόγα χαράς και προσδοκίας για να φτάσουμε να προσκυνήσουμε τα μεγαλεία του Θεού εκείνες τις άγιες μέρες. Τέτοια χαρά ενώνει σαρακοστή και Πάσχα σε μία ενότητα.
Η νηστεία δεν είναι ευκαιρία για θλίψη θανάτου αλλά πρόγευση της πασχαλινής χαράς.
Στην κορυφή της νηστείας βρίσκεται η απόλαυση της αληθινής τρυφής και αυτό το τροπάριο εκφράζει την αλήθεια αυτή τελειότατα.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 21, 2009

Κυριακή της Απόκρεω : Κριτήριο η αγάπη


Εν η μνείαν ποιούμεθα της δευτέρας και αδεκάστου παρουσίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού

Με τις δύο παραβολές του Τελώνου και του Ασώτου διά των οποίων εισοδεύσαμε στο Τριώδιο, αγαπητοί μου αδελφοί, αναδείχθηκε η σημασία και το μέγεθος της μετάνοιας και της ταπείνωσης εκ μέρους μας αλλά και κάτι θαυμαστό και μεγάλο: η απεριόριστη ευσπλαχνία και αγάπη του Θεού για τον κάθε άνθρωπο. Επειδή όμως, σύμφωνα με το υπόμνημα του Τριωδίου, πολλοί χριστιανοί επαναπαύονται στο απεριόριστο έλεος και στην ανοχή του Πατέρα, έρχεται η εκκλησία να μας υπενθυμίσει με την σημερινή Κυριακή της Κρίσεως πώς ο Θεός δεν είναι μόνο Αγάπη αλλά και δικαιοσύνη. Ωστόσο και αυτή η δικαιοσύνη του Θεού δεν έχει στην ορθόδοξη πίστη μας νομικό,νομικιστικό χαρακτήρα όπως στις θρησκείες του κόσμου και ιδιαίτερα σε ιουδαϊσμό και καθολικισμό αλλά και πάλι εξαρτάται από την έννοια και την αξία της Αγάπης, της αγάπης μας προς τον Θεό και της αγάπης μας προς τον πλησίον, που είναι το δίπολο της ορθόδοξης ηθικής και πίστης, απ'όπου "κρέμανται οι νόμοι και οι προφήτες".


Τρεις είναι οι κρίσεις , αγαπητοί μου Χριστιανοί, που θα περάσουν "ζώντες και νεκροί" κατά την διδασκαλία της Μητέρας μας Εκκλησίας. Η πρώτη λέγεται "μερική κρίση" και αφορά την ψυχή μετά την έξοδο της από το σώμα, όπου οδηγείται μπροστά στον Κύριο της και κατά τα έργα της προγεύεται την κατάσταση του παραδείσού ή της κόλασης μέχρι την συντέλεια. Δεύτερη και μεγάλη κρίση είναι η "τελική κρίση" όταν με τον δέυτερο και ένδοξο ερχομό του Κυρίου Ιησού θα κριθούν ζώντες και νεκροί και θα απολαύσει ο καθένας κατά τα έργα του και κατά την διάθεση Του απέναντι στον Θεό και άλλοι θα πορευτούν στην αιώνια ζωή, άλλη στον αιώνιο έλεγχο. Και τέλος τρίτη κρίση είναι η κρίση των δικαίων, των ελαχίστων,των αγίων, των μαρτύρων ενάντια στους διώκτες , τους υβριστές και τους αδικητές τους. Αυτό μας το προδήλωσε ο ίδιος ο Χριστός όταν αποκάλυψε στους μαθητές Του,πως θα καθίσουν σε θρόνους για να κρίνουν τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Φυσικά, ο Κριτής είναι ένας και είναι ο Χριστός, αλλά όπως μας λένε οι πατέρες η κρίση των διωκτών και των αμαρτωλών από τους μάρτυρες, συνίσταται στο ότι οι πρώτοι θα δουν την δόξα των δευτέρων και η θλίψη και η έκπληξη τους θα είναι μεγάλη, η συνείδηση τους θα τους ελέγχει, ενώ το φως της θεότητας που θα περιβάλει τους αγίους θα απομακρύνει τους αδίκους γιατί είναι ξένο και αφόρητο για τις πωρωμένες τους ψυχές. Νομίζω πως η σημερινή παραβολή πλησιάζει πιο πολύ στο είδος αυτής της Κρίσης γιατί αφορά στην κατάταξη των ανθρώπων, αναλογικά με την στάση τους απέναντι στους αγίους και στους ελάχιστους αδελφούς του Χριστού.

Κριτήριο των πάντων η Αγάπη,η έμπρακτη αγάπη. Ο Κριτής Χριστός στη σημερινή παραβολή παρουσιάζεται ως ένας βασιλέας και ποιμένας, που θα έλθη με δόξα και συνοδεία αγγέλων για να καθίσει σε Θρόνο. Ο Θρόνος του συμβολίζει και την εξουσία Του ως Κριτή,αφού είναι ο Θεός, αλλά και τη νίκη του πάνω στο θάνατο. Έτσι δικαιωματικά του ανήκει η κρίση ζωντανών και κεκοιμημένων. Οι άνθρωποι χωρίζονται μπροστά του σε δύο κατηγορίες: αμνούς και ερίφια, όπως ακριβώς ο βοσκός χωρίζει τα δύο είδη σε διαφορετικά κοπάδια. Και αυτό όχι γιατί ο Θεός κάνει διακρίσεις, αλλά γιατί κατά τον πατερικό λόγο πάλι, οι άνθρωποι θα διακριθούν έτσι όπως ακριβώς στάθηκαν από την ζωή τους ακόμα απέναντι στον Θεό. Ο Κριτής δεν θα μνημονέψει τις αμαρτίες ή τα σφάλματα των αμαρτωλών, αυτά από μόνα τους θα τους φέρουν έλεγχο βαρύ γιατί πλέον θα εννοήσουν τη μεγάλη τους δυστυχία. Αλλά θα αναφερθεί στο τί δεν έκαναν προς τους φτωχούς, τους πεινασμένους, τους διψασμένους, τους ξένους, τους φυλακισμένους με λίγα λόγια αυτούς που ταυτίζει με τον Εαυτό του, στους απλούς και καταφρονημένους αυτού του κόσμου. Αναλογικά , δεν θα αναφερθεί στις αρετές και στα κατορθώματα των δικαίων αυτές που θα τους κοσμούν και θα τους λαμπρύνουν ως αγίους . Δεν θα μιλήσει για προσευχές,νηστείες, κόπους,αγρυπνίες και αυτό γιατί όχι πως δεν είναι απαραίτητα όλα αυτά αλλά αφορούν στην τελειότητα που όφειλαν να επιδιώξουν ως παιδιά του Θεού,"ότι δούλοι ταπεινοί ήταν και έκαναν το χρέος τους" . Θα μιλήσει όμως για τις ελεημοσύνες που έκαναν σε φτωχούς,πεινασμένους,διψασμένους,γυμνούς,φυλακισμένους γιατί όσα έκαναν για αυτούς είναι ακριβώς σαν να το έκαναν για Αυτόν τον ίδιο!

Με αυτούς ταυτίζεται ο Κριτής,με αυτούς ακριβώς που ο κόσμος περιφρονεί ως ασήμαντους.Με αυτούς που προσπερνάμε ίσως πολλές φορές οι ίδιοι για να πάμε στον ναό και να προσευχηθούμε.Ή ίσως αυτούς που μας φαίνονται φορτικοί με τις απαιτήσεις τους.
Με αυτούς που πεινάνε και πένονται και εμείς τους εξουθενώνουμε γιατί το "κακό τους κεφάλι" ή η αργία τους τους οδήγησαν σε τέτοια κατάσταση. Με αυτούς που βαρύνονται με βαριά εγκλήματα στις φυλακές παραθεωρώντας πως εμείς οι ίδιοι έιμαστε ανα πάσα στιγμή ευάλωτοι στο να γίνουμε υποχείρια του εχθρού. Με φονιάδες ανθρώπων ενώ εμείς γινόμαστε άθελα μας φονιάδες της ψυχής μας. Με ληστές που σιχαινόμαστε ενώ εμείς αφήσαμε τον ληστή διάβολο να κλέψει την χαρά και την χάρη από την ψυχή μας γενόμενοι με την αδιαφορία μας συνεργοί του. Με πόρνες ακόμα ταυτίζεται ενώ η ζωή μας είναι πολλές φορές υποδουλωμένη και απεμπολημένη στον συμβιβασμό της αμαρτίας με πολύ φτηνά και πρόσκαιρα ανταλλάγματα.
Με γυμνούς που κάνουμε πως δεν υπάρχουν, ενώ η ψυχή μας στέκεται απογυμνωμένη από τις αρετές του πνεύματος. Με ξένους θα ταυτιστεί , τους οποίους με καχυποψία αντιμετωπίζουμε, ενώ εμείς οι ίδιοι είμαστε ξένοι και παρεπίδημοι σ'αυτή τη γη.
Με αρρώστους ακόμα ταυτίζεται και πεφορτισμένους, ενώ εμείς πολλές φορές ξεχνάμε την δική μας φθαρτότητα και πως αύριο ίσως είμαστε στην οδυνηρή τους θέση. Με όλα αυτά ο Χριστός δεν μας φορτώνει την κακοτυχία και την δυστυχία του κόσμου αλλά ξεκάθαρα μας λέει πως άμα θέλουμε να τον συναντήσουμε και να τον βρούμε φτάνει να στραφούμε προς τον αδελφό μας που πάσχει και θα τον δούμε.
Γιατί κατά το γεροντικό εκείνο: "είδες τον αδελφό σου;είδες τον θεό σου".

Θα κλείσουμε με μία παραβολική ιστορία , όχι από τη δική μας παράδοση αλλά από έναν διανοητή, τον Ρ. Φολλερώ. Και αυτό γιατί ίσως πολλοί από μας ακόμα πιστεύουν πώς μόνο η καθαρότητα του βίου και η εντιμότητα της ηθικής είναι αρκετή για να τους σώσουν: " Ένας άνθρωπος στέκεται εμπρός στο κριτήριο του Θεού. Κοίτα Θεέ μου, λέει, τα χέρια μου είναι καθαρά. Ασφαλώς, του απαντά ο καλός Θεός, αλλά δυστυχώς είναι ά δ ε ι α " .

Αδελφοί μου καλό πνευματικό αγώνα εύχομαι με έργα αληθινης αγάπης.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 20, 2009

Σκόρπια φύλλα


Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη

Σκόρπια φύλλα του φθινόπωρου

οι αγρότες για τη σπορά περιμέναν βροχή

ο άνεμος κλωθογύριζε ανοίγοντας τα επουράνια

"ποια οδό ακολουθούν τα κίτρινα φύλλα που πέφτουν;"

αντίθετο δρόμο παίρνοντας ο απόστολος των εθνών

από Nεαπόλεως της νυν Kαβάλας

Προς Θεσσαλονικείς A΄ Eπιστολής το ανάγνωσμα

ου θέλω υμάς αγνοείν περί των κεκοιμημένων

ίνα μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί

ψηλό σαν τηλόπτης φάρος το καμπαναριό

καμπύλ' ανοίγματα προς όλα τα σημεία του ορίζοντα

ότι είναι και δεν είναι σειρά συμπτώσεων

στο περιβόλι τάφοι με σταυρούς

κατάντικρυ η φωτιά κατάτρωγε το καράβι

πέθανε η πολυαγαπημένη μάννα του

έξ' απ' την ξύλινη θύρα καθόταν και περίμενε το κορίτσι

όπως κάθονται απάνω στ' άνθη οι πεταλούδες

μια ωραία πεταλούδα κι' έν' άδειο γραμματοκιβώτιο

ενώ οι πόρτες ήταν κλειστές

νύχτα ερχόταν και τον έβρισκε

στον μυχό του κόλπου όπου εκβάλλει η ενδοχώρα

στο αναπεπταμένο πέλαγος που κατάπιε τον πατέρα

όταν δε μπόρεσε να καταλάβει τις κινήσεις του γιου του

ότι το πένθος σημαίνει νίκη και τρανή χαρά

έρχεται να φορτώσει σιτάρι στην αποβάθρα

και σχολιάζουν το θέαμα οι γνωστικοί

ερμηνευτές του ζωντανού ονείρου δακτυλοδεικτούν

πίσω ταφόπετρες με μάτια το χωριό

με αναστήματα υψηλά πλούσια βλάστηση το σκιάζει

ανάμεσα στις υπερκείμενες στέγες των φυλλωμάτων

και στους υπόρροφους θάμνους ανέρπει μνήμη

αφωσίωσις και πίστη θερμή ο κισσός

όπως ακριβώς ήσουν και ήταν

κάτω από την επιφάνεια κάνοντας βουτιά

όπου τα πλοία του Mαρδονίου εναυάγησαν

αλλά ξέρουμε ασφαλώς πως ο θησαυρός διεσώθη

στις θαλασσοσπηλιές όπου οι φώκες μοιρολογούν

στου αγιώνυμου Όρους τους βράχους τους κρυσταλλώδεις

αρωγή σε όποιον τεκταίνεται μεγάλα και πολλά

τον ήλιο που βυθά στη λεκάνη της μάννας του

και θρηνούν όσοι τον πίστεψαν γιατί σβύνει

άλλη δυνατότητα προσφέροντας εκ των υγρών εγκάτων

να μας πας στην ξενητειά

να μας πας στα πέρα μέρη

φύσα θάλασσα πλατειά

φύσ' αγέρι, φύσ' αγέρι.


Παρασκευή των Ψυχών: Καλή συναντάμωση , αδελφοι με τον Αγαπημένο μας και τους αγαπημένους στα πέρα μέρη. Αμήν+

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 19, 2009

Βιτάλιος ο " πόρνας σώζων Θεώ"


Ο μέγας Βιτάλιος αρχικά ησύχαζε στη μονή του μονάχου Σερίδωνος. Εκείνο τον καιρό (της πατριαρχίας του αγίου Ιωάννου) ήρθε στην Αλεξάνδρεια. Τη ζωή του εδώ, στην Αλεξάνδρεια, πολύ εύκολα θα μπορούσαν να την κατηγορήσουν οι άνθρωποι, στο Θεό όμως ήταν εξαιρετικά ευάρεστη, όπως τελικά αποδείχθηκε.
Όταν ήρθε δηλαδή στην πόλη ο γέροντας - ήταν ήδη πάνω από εξήντα χρόνων - βάλθηκε να καταγράφει με επιμέλεια όλες τις πόρνες των διαφθορείων! Συνάμα έπιασε δουλειά (κάπου), και συμφώνησε να παίρνει μεροκάματο δώδεκα οβολούς. Με τον έναν άπ' αυτούς αγόραζε λούπινα και τα έτρωγε μετά τη δύση του ήλιου. Τους υπόλοιπους πήγαινε κάθε νύχτα και τους έδινε σε κάποια πόρνη, λέγοντας της:
Πάρε τούτα (τα χρήματα), και φυλάξου αυτή τη νύχτα αμόλυντη για χάρη μου.

Και μετά άπ' αυτό, έμενε όρθιος ολόκληρη τη νύχτα σε μια γωνιά του πορνείου της γυναίκας εκείνης, κάνοντας μετάνοιες, ψελλίζοντας ακατάπαυστα ψαλμούς Και υψώνοντας ικετευτικά τα χέρια στο Θεό γι' αυτήν. Έφευγε με την αυγή, αφού πρώτα την έβαζε να δεσμευθεί ότι δεν θα φανέρωνε σε κανέναν αυτό (πού είχε γίνει).
Κάποιαν πάντως, πού τόλμησε να καταφρονήσει την υπόσχεση της Και ν' αποκαλύψει το μυστικό, την έκανε ο γέροντας με την προσευχή του να δαιμονιστεί, ώστε να μην τολμήσει πια καμιά από τις άλλες να κάνει γνωστά όσα αφορούσαν τη ζωή του. Γιατί αυτός σ' ένα μόνο αποσκοπούσε, στη σωτηρία ψυχών, Και προσευχόταν να συγχωρηθεί ή αμαρτία εκείνων πού μιλούσαν εναντίον του (συκοφαντικά).
Το έργο τούτο του γέροντα έγινε αιτία να σωθούν πολλές. Γιατί βλέποντας οι γυναίκες την ολονύκτια ορθοστασία του Και τη γλώσσα του να υμνολογεί ακατάπαυστα το Θεό Και τη συνεχή προσευχή του για τη μεταστροφή Και τη σωτηρία τους, ξέκοβαν από τις αισχρές τους πράξεις, φρόντιζαν με επιμέλεια για τη σωφροσύνη, Και άλλες παντρεύονταν με νόμιμο σύζυγο, άλλες έμεναν έτσι, μακριά πια από τις αμαρτίες, ενώ άλλες εγκατέλειπαν εντελώς τον κόσμο, προτιμώντας τον μοναχικό βίο. Κανείς πάντως, όσο ζούσε (ο όσιος Βιτάλιος), δεν υποπτεύθηκε τη θεάρεστη κρυφή ζωή του.

Γι' αυτό ακριβώς, όταν κάποτε έβγαινε από το καταγώγιο της πιο διαβόητης πόρνης, τον συναντάει κάποιος ακόλαστος - μπαίνοντας εκείνος για ν' αγοράσει τη βδελυρότητα -, Και τον χτυπάει μ' όλη του τη δύναμη στο σαγόνι, λέγοντας:
"Ως πότε, θεομπαίχτη, θα συνεχίζεις τις αισχρότητες σου;
Σ' αυτά ο γέροντας απάντησε: Φτωχέ μου, έχεις να δεχθείς τέτοιο χαστούκι, πού όλη σχεδόν ή Αλεξάνδρεια θα μαζευτεί άπ' τις φωνές σου. Πέρασε αρκετός καιρός, και ο άγιος εκείνος άνθρωπος αναχώρησε για τον Κύριο. Έμενε τότε σ' ένα στενόχωρο κελλάκι, πού είχε χτίσει κάπου στη λεγόμενη Ηλιούπολη πόλη της Κάτω Αιγύπτου. Εκεί κάποιοι γείτονες του είχαν παραχωρήσει ένα μικρό παρεκκλήσι, οπού έκανε πολλές λατρευτικές συνάξεις.
Όταν λοιπόν κοιμήθηκε, κανείς δεν το πήρε είδηση. Παρευθύς όμως εμφανίζεται ένας απαίσιος Αιθίοπας στον ακόλαστο εκείνο, πού τον είχε ραπίσει, και του καταφέρνει στο πρόσωπο ένα χτύπημα δυνατό και βροντερό - τόσο πολύ, πού ο κρότος ακούστηκε σε πολύ μεγάλη απόσταση - λέγοντας του συνάμα:
Άρπαξε τούτο 'δώ το χαστούκι, πού σου το στέλνει ο μοναχός Βιτάλιος, όπως σου το είχε πει.
Αμέσως τότε ο ταλαίπωρος δαιμονίστηκε και άρχισε να κυλιέται (στη γη). Σύμφωνα με την πρόρρηση του αγίου, σχεδόν όλη ή Αλεξάνδρεια μαζεύτηκε γύρω του.

Μόλις λοιπόν, μετά από πολλή ώρα, σηκώθηκε, άρχισε να ξεσκίζει τα ρούχα του. Σε μια στιγμή πετάχτηκε πάνω κι έτρεξε προς το σπιτάκι του αγίου, φωνάζοντας:
Ελέησε με, δούλε του Θεού Βιτάλιε, γιατί πολύ αμάρτησα απέναντι στο Θεό και σε σένα!
Όπως είδαν όλοι όσοι έτυχε να βρίσκονται εκεί, μόλις έφτασε στο σπιτάκι του γέροντα, το δαιμόνιο τον έριξε χάμω, τον έκανε να σπαράξει και μετά τον άφησε.
Όταν λοιπόν τα είδαν αυτά (οι παρόντες), μπήκαν μέσα και βρήκαν τον όσιο γονατιστό, να έχει παραδώσει στο Θεό την ψυχή του καθώς προσευχόταν. Ύστερα, σκύβοντας στο έδαφος, είδαν κάτι γραμμένο. Να τι έγραφε: Άνθρωποι της Αλεξάνδρειας, μην κρίνετε τίποτα πρόωρα, ώσπου να έρθει ο Κύριος".
Τότε ο δαιμονισμένος άρχισε να εξομολογείται μπροστά σε όλους ότι είχε κάνει εναντίον του δικαίου και ότι προφητικά του είχε πει εκείνος - αυτό πού είχε πάθει τώρα.
Αμέσως ενημερώθηκε για όλα ο πατριάρχης, (ο άγιος Ιωάννης ο ελεήμων). Και μόλις ήρθε, μαζί με όλους τους κληρικούς του, Και διάβασε αυτό πού ήταν γραμμένο στο έδαφος, είπε:
Παρά λίγο, αν παρασυρόμουν από τα λόγια των συκοφαντών, να έτρωγα εγώ εκείνο το ράπισμα!
Τότε συγκεντρώθηκαν Και οι (πρώην) πόρνες, πλήθος, για την κηδεία του τίμιου σώματος, φέρνοντας αρώματα Και λαμπάδες Και θρηνολογώντας άπ' τα βάθη της καρδιάς τους για τη στέρηση της διδαχής του, από την οποία πήγαζε τόση ωφέλεια. Τότε φανέρωσαν Και τη ζωή του, ότι δηλαδή δεν πήγαινε κοντά τους με πονηρό σκοπό, (αφού) ούτε τα μάτια του σήκωσε ποτέ σε καμιά τους ούτε τα χέρια τους άγγιξε με το χέρι του ούτε, πολύ περισσότερο, ξάπλωσε σε κάποιας το πλευρό.
Μερικοί όμως άρχισαν να τις κατηγορούν για τη σιωπή τους, λέγοντας ότι έτσι είχαν το κρίμα για το σκανδαλισμό πολλών. Εκείνες τότε πρόβαλλαν σαν απολογία την εντολή του αγίου καθώς Και την παιδαγωγική μάστιγα, με την οποία ο δαίμονας χτύπησε την ανυπάκουη.
Αυτός πάλι πού είχε δώσει (στον άγιο) το ράπισμα Και το είχε πάρει πίσω, από τότε δεν παρέλειψε ποτέ να πηγαίνει στον τάφο του μακαρίου, πού αναδείχθηκε σε θησαυρό πολλών θαυμάτων, Και να τιμά (κάθε χρόνο) τη μνήμη του με την καθιερωμένη ψαλμωδία.
Ύστερα από λίγα χρόνια έγινε Και μοναχός στη μονή του άββά Σερίδωνος. Μάλιστα, για την πολλή του ευλάβεια στον ιερό Βιτάλιο, του έδωσαν το κελί εκείνου. Έτσι έμεινε εκεί ως το θάνατο του, αφοσιωμένος στη ζωή της ησυχίας.
Ό πατριάρχης πάλι ευγνωμονούσε ολόψυχα το Θεό, πού τον φύλαξε για να μην πει ή να σκεφτεί κάτι κακό για τη μακάρια Και άοίδιμη εκείνη ψυχή. Άλλα Και πολλοί από τους Αλεξανδρινούς, πού εύκολα κατέκριναν, διορθώθηκαν Και έκοψαν την κακή αυτή συνήθεια. Σε μερικούς μάλιστα ο πατριάρχης έλεγε:
Πρέπει να προσέχουμε, αδελφοί, Και να μην είμαστε εύκολοι στην κατάκριση.

(από τον Βίο Αγ.Ιωάννου Ελεήμονος, pigizois.net)

Περί κατάκρισης



Έλεγαν για τον αββά Μάρκο τον Αιγύπτιο ότι έμεινε τριάντα χρόνια χωρίς να βγεί απ΄το κελί του. Ο πρεσβύτερος συνήθιζε να πηγαίνει και να του κάνει την Θεία Λειτουργία. Ο διάβολος όμως βλέποντας την ενάρετη υπομονή του ανδρός, σοφίστηκε να τον ρίξει στον πειρασμό της κατάκρισης. Έτσι έκανε κάποιον δαιμονισμένο να πάει στον Γέροντα για να του ζητήσει τάχα την προσευχή του. Αυτός λοιπόν ο δαιμονισμένος πριν από κάθε άλλο λόγο είπε στον Γέροντα: «Ο πρεσβύτερός σου μυρίζει αμαρτία. Μην τον αφήσεις άλλη φορά νά ’ρθει κοντά σου». Και ο θεόπνευστος ανθρωπος του είπε: «Παιδί μου, όλοι τη βρωμιά την πετούν έξω και εσύ μου την έφερες εδώ; Η Γραφή λέει: Μην κρίνετε για να μην κριθείτε (Ματθ. 7,1). Αλλά αν είναι αμαρτωλός ο Κύριος θα τον σώσει. Είναι μάλιστα γραμμένο στην Αγία Γραφή: Να προσεύχεστε ο ένας για τον άλλον για να θεραπευθείτε (Ιακ. 5,16)».Και πάνω στον λόγο αυτό, προσευχήθηκε και έδιωξε τον δαίμονα από τον άνθρωπο και τον έστειλε υγιή.

Όταν λοιπόν ήρθε ο πρσβύτερος, όπως συνήθιζε, τον υποδέχθηκε ο Γέροντας μετά χαράς. Ο Θεός που γνώριζε την ακακία του Γέροντα, του έδειξε θαυμαστό σημάδι. Όταν ήρθε η ώρα να σταθεί ο πρεσβύτερος μπροστά στην αγία Τράπεζα, όπως ο ίδιος ο Γέροντας το περιέγραψε, «είδα άγγελο Κυρίου να κατεβαίνει από ψηλά και έβαλε το χέρι του στο κεφάλι του κληρικού και έγινε ο κληρικός σαν ένας στύλος φωτιάς. Και εγώ καθώς έμεινα έκπληκτος από το θέαμα, άκουσα μια φωνή να μου λέει: Άνθρωπε γιατί εκπλήττεσαι μ’αυτό που γίνεται; Εάν ένας επίγειος βασιλιάς δεν θ’αφήσει τους μεγιστάνες του να στέκονται μπροστά του ρυπαροί, αλλά μόνο αν έχουν επίσημη περιβολή πόσο περισσότερο η θεία δύναμη δεν θα καθαρίσει τους λειτουργούς των αρρήτων μυστηρίων, όταν στέκονται μπροστά στην άφατη δόξα;»

Έτσι ο γενναίος του Χριστού αθλητής ο Μάρκος ο Αιγύπτιος, αναδείχθηκε μεγάλος και έγινε άξιος του χαρίσματος αυτού, επειδή δεν κατέκρινε τον κληρικό.

* * *

Είπε ένας Γέροντας: «Τίποτε δεν παροργίζει τόσο τον Θεό και τίποτε δεν απογυμνώνει τόσο τον άνθρωπο από τη χάρη, ώστε να φτάσει και σε εγκατάλειψη από μέρους του Θεού, όσο το να κατηγορεί τον πλησίον του ή να τον κατακρίνει ή να τον εξουθενώνει. Και είναι τόσο βαρύτερη η κατάκριση από κάθε άλλη αμαρτία, ώστε ο ίδιος ο Χριστός λέει: «Υποκριτή, βγάλε πρώτα το δοκάρι που έχεις στο μάτι σου και τότε θα δείς καθαρά για να βγάλεις το σκουπιδάκι που βρίσκεται στο μάτι του αδελφού σου (Λουκ. 6,42). Παρομοίασε δηλαδή το αμάρτημα του πλησίον με το σκουπιδάκι, ενώ την κατάκριση με το δοκάρι. Είναι τόσο κακό το να κατακρίνει κανείς· σχεδόν ξεπερνά κάθε αμαρτία.

Επομένως τίποτε δεν είναι βαρύτερο, αδελφοί μου, ούτε χειρότερο από το να καταδικάσουμε ή να εξουθενώσουμε τον πλησίον. Γιατί να μη προτιμούμε να κατακρίνουμε τον εαυτό μας; Και εννοώ τα κακά τα δικά μας που καλά τα γνωρίζουμε και για τα οποία πρόκεται να δώσουμε λόγο στον Θεό. Γιατί αρπάζουμε το δικαίωμα της κρίσης του Θεού; Τι θέλουμε από το πλάσμα του, τι θέλουμε από τον πλησίον; Τί ζητάμε από τα βάρη του άλλου; Έχουμε, αδελφοί τι να φροντίσουμε. Ο καθείς ας προσέχει τον εαυτό του και τις δικές του κακίες, Η εξουσία να δικαιώνει και να καταδικάζει, ανήκει μόνο στον Θεό, που γνωρίζει και την κατάσταση του καθενός και τη δύναμη· τον τρόπο της ζωής και τα χαρίσματά του· την ιδιοσυγκρασία και τις ικανότητες του· ανήκει στον Θεό πού κρίνει ανάλογα με το καθένα απ’ αυτά, όπως ο ίδιος μόνος τά γνωρίζει».

Είπε ακόμη: «Ας αποκτήσουμε αγάπη· Ας αποκτήσουμε συμπόνια για τον πλησίον, ώστε να αποφύγουμε τη φοβερή καταλαλιά και το να καταδικάζουμε κάποιον ή να τον εξουθενώνουμε. Ας βοηθούμε ο ένας τον άλλον σαν να είναι δικό μας μέλος, γιατί είμαστε μέλη του ιδίου σώματος, όπως λέει ο Απόστολος· όλοι είμαστε ένα σώμα και ο καθένας μας είναι μέλος του σώματος στο οποίο ανήκουν και οι άλλοι ως μέλη (Ρωμ. 12,5). Και όταν πάσχει ένα μέλος συμπάσχουν όλα τα άλλα».

(Γεροντικόν)

Τρίτη, Φεβρουαρίου 17, 2009

Ο καρναβαλισμός των ΜΜΕ

Είναι γνωστό πώς σε κάθε παραστράτημα ιερωμένου προσώπου, σε κάθε εκκλησιαστικό σκάνδαλο ο σάλος που δημιουργείται είναι μεγάλος και στρέφεται κυρίως εναντίον του καθαυτού εκκλησιαστικού σώματος. Η απάντηση στο γιατί είναι πανεύκολη και γνωστή: Γιατί τέτοια θέματα πουλάνε , είναι πιασάρικα για τα ΜΜΕ. Το "σύστημα" που λέγεται "εκκλησία" πρέπει να διαπομπευθεί από τους υπερασπιστές της αλήθειας δημοσιογράφους ούτως ώστε να αποδειχθεί για ακόμα μια φορά πώς ή "ιδανική άσπιλη" κοινωνία μας κακώς ανέχεται αυτούς τους "υποκριτές", "αργόσχολους" και "γραφικούς" παπάδες. Τίθεται άμεσα το θέμα διαχωρισμού εκκλησίας-κράτους, πληγώνεται η αξιοπιστία της εκκλησίας, προβάλλεται η αξία του φιλελευθερισμού και της "ανεξιθρησκείας" τύπου όμως αθρησκείας, που είναι η μόνη παραδεκτή και ανθρώπινη θρησκεία των απανταχού "δημοκρατών" και "φωτισμένων" πολιτών και αν δεν είναι πρέπει να γίνει γιατί αυτό επιβάλλουν οι ... περιστάσεις.

Όταν δε το θέμα δεν έχει καθολικές διαστάσεις αλλά αφορά μόνον συγκεκριμένο πρόσωπο, τότε γινόμαστε μάρτυρες του δημοσίου εξευτελισμού του, ενώ ο κάθε αναλυτής και δημοσιογραφίσκος μεταμορφώνεται σε αδυσώπητο εισαγγελέα και κατήγορο που βγάζει καταδικαστικές αποφάσεις και επιδίδεται στην εξαπόλυση των πιο καυστικών μύδρων για να εξασφαλίσει την εύνοια και προτίμηση του φιλοθεάμονος κοινού. Τότε θυμούνται όλοι πόσο ελεεινός παπάς ή δεσπότης υπήρξε ο "ειδεχθής εγκληματίας" και πόσα σφάλματα βαραίνουν την ιερατική του ζωή.Όταν πλέον δηλαδή απαγγελθεί η ιερή ετυμηγορία από τους αυτόκλητους αυτούς εισαγγελείς. Απο κεί και ύστερα το ποίμνιο δεν μένει παρά να συναινέσει και να επιδοθεί σε συλλογή λίθων για τον δημόσιο διασυρμό του προσώπου αυτού, το ίδιο αυτό ποίμνιο που του φιλούσε το χέρι ή επέλεξε νωρίτερα την σιωπή. Όταν δε ο άνθρωπος είναι αθώος αντιλαμβανόμαστε όλοι την τραγικότητα του θύματος και το μέγεθος της αποπνικτικής υποκρισίας ενός λαού, λαού με αντιφατικές στάσεις : από την πιο ακραιφνή θεοσέβεια ως την πλέον απαξιωτική "αγανάκτηση". Απ'αυτό αποδεικνύεται πως δεν είναι μόνο οι καθοδηγητές που βαραίνονται από φαρισαϊσμό αλλά και αυτή η απρόσωπη μάζα, που όμως είναι άξια κάθε λύπησης, γιατί κατά βάθος είναι θύμα της ιδίας της της ανασφάλειας και κολακείας.

Τέτοιες σκέψεις μου γεννήθηκαν όταν στην ειδησεογραφία των ημερών, είδαμε μια ηθοποιό κατηγορούμενη για ροζ εκβιασμό και έναν μοντέλο διακινητή κοκαίνης. Οι δημοσιογράφοι μας άψογοι και ακριβοδίκαιοι στη δεοντολογία και τον... ανθρωπισμό τους, θυμήθηκαν πως υπάρχει ανθρώπινη αξιοπρέπεια και πως το θέσφατο "ουδείς ένοχος μέχρι της ετυμηγορίας της δικαιοσύνης" έχει κάποια δημοκρατική αξία. Έτσι φρόντισαν να κρατήσουν κρυφά τα ονόματα των φερομένων ως ένοχοι και να βάλουν το ειδικό πλέγμα στην οθόνη που έκρυβε τα πρόσωπα τους. ΑΜΦΙΒΑΛΛΩ ΟΜΩΣ ΠΩΣ ΘΑ ΕΚΑΝΑΝ ΤΟ ΙΔΙΟ ΑΝ ΟΙ ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΟΙ ΗΤΑΝ ΙΕΡΕΙΣ, ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ, ΜΟΝΑΧΟΙ. Άλλωστε ένα μοντέλο και ένας ηθοποιός είναι τα υγιέστερα πρότυπα της σύγχρονης κοινωνίας μας. Ας τους προστατέψουμε. Είναι ανθρώποι της show biz. Είναι δικά μας παιδιά και οπωσδήποτε όχι ... επάρατοι ιερωμένοι. Ο λαός απαιτεί την προστασία τους. Και εσύ καημένε παρατηρητή μπορείς να κάνεις ελεύθερα τις διαπιστώσεις σου...

Πικρία...

Σάββατο, Φεβρουαρίου 14, 2009

Κυριακή ΙΖ Λουκά: Η επιστροφή του ασώτου



Κάθε φορά , αδελφοί μου, που θα διαβάσουμε την περικοπή από την παραβολή του Ασώτου μένουμε πραγματικά έκθαμβοι από την ευσπλαχνία και το έλεος του φιλόστοργου πατέρα. Στον αποστάτη και αχάριστο γιο έχει ετοιμάσει φίλημα πατρικό, αγκαλιά υποδοχής, δαχτυλίδι εξουσίας, χιτώνα αγαλλίασης, σανδάλια προστασίας και τέλος πανηγύρι μεγάλο όπου θυσιάζει τον μόσχο τον σιτευτό. Τέλος, εισοδεύουν μαζί σε τραπέζι ευφροσύνης που είναι λαμπρό γιατί ακτινοβολεί αναστάσιμη χαρά, αφού ο γιος αυτός ήταν «χαμένος και βρέθηκε, νεκρός και ανέζησε».

Ο αποστάτης γιος εγκλωβισμένος σε ένα παράλογο εγωισμό, ποιώντας τον εαυτό του αυτείδωλο των παθών του, φορτισμένος με συμπλεγματική οργή γιατί δεν αντέχει την απέραντη πατρική αγάπη, με το εωσφορικό θέλγητρο της αυτονόμησης από τα πάντα αποφασίζει να αποκοπεί από το σώμα της αληθινής χαράς για να κοινωνήσει την τρυφή της ψευδώνυμης ηδονής. «Ο άρχοντας της χώρας που είναι μακράν» τον έχει κυριεύσει, η σαγηνευτική γοητεία του πειραματισμού για τον πειραματισμό και την πρόσκαιρη τρυφή του σκοτίζει το νου. Έτσι μια μέρα ξενιτεύεται για να αυτοδικαιωθεί. Παρ’όλο τον πατρικό του πόνο ο Πατέρας του εγχειρίζει το ήμισυ της περιουσίας του, δεν του αρνείται την χορηγία των «ταλάντων». Αυτός όμως πωρωμένος σαν αχαλίνωτο άλογο γρήγορα σπαταλά τα πατρικά χαρίσματα στον βούρκο του ηδονισμού.

Τώρα μόνος , καταπληγωμένος και προδωμένος απ’όλους και απ’όλα δούλος των χοιροβοσκών επιθυμεί να κορέσει την πείνα του με τα ξυλοκέρατα. Δούλος στους δούλους, πεινασμένος αυτός ο πρώην άρχοντας, ζώντας σε μία φρικτή κόλαση γιατί «απέπτυσε» τον παράδεισο. Η νοσταλγία της επιστροφής του καίει τα σωθικά όμως στην παραζάλη του δικού του εγωισμού, του δαιμονικού φόβου που δεν θέλει να τον χάσει από υποχείριο του, βλέπει την πατρική φιγούρα ως δυνάστη και τιμωρό. Θεωρεί πως ο πατέρας μόνον σαν δούλο θα μπορέσει να τον ξαναδεχτεί στον πατρικό οίκο. Πάσχει και φοβάται, αλλά ωστόσο κάνει το μεγάλο βήμα.

Ο δρόμος της επιστροφής είναι βασανιστικός. Αυτός που έφυγε με δόξα και περηφάνεια , επιστρέφει με πόνο , καταπληγωμένος και σύντρομος σαν φταίχτης.
Η μεταμέλεια του σχίζει την ψυχή. Και πριν ψελλίσει λόγο απολογίας ο Πατέρας είναι ήδη πλάι του. Τον παίρνει στην αγκαλιά του , τον επαναφέρει στην δόξα , τον κάνει μέτοχο στην πασχαλινή χαρά του. Στο παράπονο του μεγαλύτερου αδελφού που δυσανασχετεί για αυτή την «απρόσμενη» και «μεροληπτική» αντίδραση του κοινού πατέρα, εκείνος αντιτείνει με απλότητα και συγκινητική αγάπη : «παιδί μου, εσύ πάντα είσαι μαζί μου και όλα τα δικά μου είναι δικά σου• αλλά έπρεπε να διασκεδάσουμε και να χαρούμε, γιατί τούτος ο αδελφός σου ήταν πεθαμένος και ξανάζησε και ήταν χαμένος και βρέθηκε».

Αδελφοί μου, με την περικοπή αυτή που όρισαν οι πατέρες δεύτερη στη σειρά μέσα στο τριώδιο, θέλησαν να μας δείξουν πόσο μεγάλη είναι η δύναμη της μετάνοιας και πως η απελπισία αυτών που διστάζουν να ξαναγυρίσουν στην Εκκλησία, στον οίκο του πατέρα Θεού, είναι μια μεγάλη απάτη. Όλους τους μεταμελημένους τους αγκαλιάζει ο Θεός που δεν είναι τιμωρός αλλά εξιλαστής αμαρτιών και αγαπά τις ταπεινωμένες και εξουθενωμένες καρδιές. Αν μας έχει κυριεύσει η απελπισία της ασωτίας και η πεποίθηση πως δεν μπορούμε να σωθούμε ένεκα της βαριάς αμαρτίας μας, ας αναλογιστούμε τον άσωτο που αφού αποστάτησε και δοκίμασε όλες τις ηδονές, μετά μεταμελήθηκε και κέρδισε την πασχάλια χαρά. Αντιθέτως ας μην φανούμε μικρόψυχοι σαν τον μεγάλο αδελφό της παραβολής που αν και εξωτερικά δίκαιος ο φθόνος του κατέστρεψε την χαρά και τον απέδειξε εκτός του νυμφώνος Χριστού.

Η αγκαλιά της Εκκλησίας είναι ανοικτή για όλους εμάς. Η Εκκλησία διαθέτει δωρεάν και απλόχερα τον χιτώνα που είναι το βάπτισμα και η μετάνοια, το δακτυλίδι που είναι υπόσχεση συμβασιλείας με τον Χριστό, τα σανδάλια τα αγιότητας για να συντρίβουμε την κεφαλή του νοητού εχθρού διαβόλου, και τέλος το Μεγάλο Θύμα, τον μόσχο τον σιτευτό, που είναι ο Χριστός παρών και ζων μέσα στο μυστήριο της Ευχαριστίας.

Η αναστάσιμη χαρά της βασιλείας μας θέλει όλους κοινωνούς και μέτοχους.
Ως πότε θα είμαστε παραριγμένοι και λιμοκτονούντες στο βούρκο, στις ακαθαρσίες και στο αίμα; Ελάτε και «λούσασθε και καθαροί γενέσθαι», «γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος» και πραγματικά αδελφοί μου θα κατακτήσετε την αιώνια χαρά.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 13, 2009

Τους έχω βαρεθεί


Λένε οι πατέρες πώς η απελπισία είναι θάνατος και η θλίψη η βαριά εγωισμός. Τέτοιους μικρούς θανάτους περνάμε όλοι μας κοιτώντας γύρω μας το κοινωνικό και πνευματικό τοπίο. Δεν ξέρω αν έτσι τρέφουμε το βαρύ εγωισμό για την... υπέροχη αξία της μοναδικότητας μας ή αν ηδονιζόμαστε σε μια διαδικασία αυτοτιμωρίας μέσω των άλλων , πάντως παρ'ολη τη νοσηρότητα ο θυμός μας διαχέεται σε απέραντη θλίψη εκτόνωσης!
Όταν πλέον τα δάκτυλα και η ψυχή αρνούνται σε μια τέτοια ιδανική τυφλωμάρα να σμίξουν για μια προσευχή παρηγοριάς και σκύφτουμε να μαζέψουμε την καρδιά μας , μπας και ανασυγκροτηθούμε και αυτοπροσδιοριστούμε μες στη λαίλαπα, καταφεύγουμε και στην ποίηση των κοσμικών. Να λοιπόν που κι άλλοι αίρουν βαρύ σταυρό και στα χείλη τους ανεβαίνει βαρύς ο λυγμός και ο έλεγχος. Να λοιπόν που και άλλοι διψούν για κάτι διαφορετικό και ανώτερο. Όταν κοιτάζω τον κόσμο γύρω μου, αδρανής να δω τα καλά του και ενεργός παρατηρητής των δεινών του, θαρρώ πώς ανήκω και εγώ σε ένα άβουλο κοπάδι, Κύριε μου, είμαι και εγώ ψηφίδα σαθρή της κατάντιας. Οι άνθρωποι βαφτίζουν πνευματικότητα την βλασφημία, επιτυχία τη βολεμάρα, ευτυχία τη δειλία, ιδανικό τον συβαριτισμό. Οι ναοί μένουν κενοί σαν αντανάκλαση της βασιλεύουσας κενότητας, οι πατεράδες καμαρώνουν που σέρνουν τα παιδιά τους στη διαφθορά, τα σχολεία βγάζουν μανταλάκια για τις μπουγάδες των αυθεντών και τεράτων, οι λόγιοι γίνανε φάγαινες και δούλοι και σπαράσσουν την αλήθεια με κομπασμούς και ανοησίες, κι όλοι οι άλλοι εξαρτήματα μιας γεροντοκόρης αδίσταχτης βαβυλωνίας που λέγεται κοινωνία των σύγχρονων ανθρώπων.

Καμιά φορά λοιπόν θυμός και απελπισία ξεπλένονται και εκτονώνονται τραγουδιστά.
Σ'αυτό το παλιό αγαπημένο μου τραγούδι καταρρίπτεται ο κόσμος των δήθεν, καθρεφτίζεται ένας κόσμος πνευματικής προδοσίας, ένας κόσμος ιδανικής χαζομάρας.
Σ'αυτό το τραγούδι αναπαύεται η οργή και η βαριεστημάρα μου. Αυτό το τραγούδι το φοβάμαι μαζί και τ'αγαπώ, γιατί με ελέγχει αλλά και με διδάσκει.

Κύριε, "φύλαξον με από στόματος λέοντος", φύλαξε με , Κύριε, απ'τον χειρότερο εαυτό μου... Κύριε φυλάξου απ'αυτούς!

ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΧΩ ΒΑΡΕΘΕΙ
Τις κρύες γυναίκες που με χαϊδεύουν,
τους ψευτοφίλους που με κολακεύουν,
που απ' τους άλλους θεν παλικαριά
κι οι ίδιοι όλο λερώνουν τα βρακιά,
σ' αυτήν την πόλη που στα δυο έχει σκιστεί,
τους έχω βαρεθεί.

Και πέστε μου αξίζει μια πεντάρα,
των γραφειοκρατών η φάρα,
στήνει με ζήλο περισσό,
στο σβέρκο του λαού χορό,
στης ιστορίας τον χοντρό το κινητή,
την έχω βαρεθεί.

Και τι θα χάναμε χωρίς αυτούς όλους,
τους γερμανούς τους προφεσόρους,
που καλύτερα θα ξέρανε πολλά,
αν δεν γεμίζαν ολοένα την κοιλιά,
υπαλληλίσκοι φοβητσιάρηδες, δούλοι παχιοί,
τους έχω βαρεθεί.

Κι οι δάσκαλοι της νεολαίας γδαρτάδες,
κόβουν στα μέτρα τους τους μαθητάδες,
κάθε σημαίας πλαισιώνουν τους ιστούς,
με ιδεώδεις υποτακτικούς,
που είναι στο μυαλό νωθροί,
μα υπακοή έχουν περισσή,
τους έχω βαρεθεί.

Κι ο παροιμιώδης μέσος ανθρωπάκος,
κέρδος ποτέ μα από παθήματα χορτάτος,
που συνηθίζει στην κάθε βρωμιά,
αρκεί να έχει γεμάτο τον ντορβά
κι επαναστάσεις στ' όνειρά του αναζητεί,
τον έχω βαρεθεί.

Κι οι ποιητές με χέρι υγρό,
υμνούνε της πατρίδας τον χαμό,
κάνουν με θέρμη τα στοιχειά στιχάκια,
με τους σοφούς του κράτους τα 'χουνε πλακάκια,
σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί,
τους έχω βαρεθεί.

Κι οι ποιητές με χέρι υγρό,
υμνούνε της πατρίδας τον χαμό,
κάνουν με θέρμη τα στοιχειά στιχάκια,
με τους σοφούς του κράτους τα 'χουνε πλακάκια,
σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί,
τους έχω σιχαθεί.
Σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί,
τους έχω σιχαθεί.
(Δημοσθένης Κούρτοβικ/Wolf Birman).

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 12, 2009

Η αγία Μαρία που ονομάστηκε Μαρίνος



Στα συναξάρια της εκκλησίας μας βρίσκουμε πολλές φορές , αν όχι πάντα, χαριτωμένες ιστορίες που φαίνονται αφόρητες΄και παράδοξες για το κοσμικό πνεύμα, ωστόσο μας διδάσκουν υψηλές έννοιες όπως ο κατα Θεόν ζήλος, η υπομονή , η ανεξικακία κ.α , παιδαγωγικά χρήσιμες για τον σύγχρονο άνθρωπο που ζει στην κόλαση του παραλογισμού της "λογικής" του. Τα συναξάρια είναι τροφή της ψυχής. Μας μιλούν για ανθρώπους που έζησαν δίπλα μας και τα αγιασμένα τους πέλματα άγγιξαν αυτή τη γη που πατούμε με έναν τρόπο ιδιαίτερο και θαυμαστό , με μια κρυφή ασκητική από τους ανθρώπους αλλά ωστόσο φανερή στο θεϊκό οφθαλμό.

Η αγία Μαρία που εορτάζουμε σήμερα , έχοντας τον πόθο της μοναστικής ζωής αλλά και σαν πειθήνιο τέκνο ευλογημένου πατέρα, ακολούθησε τον γεννήτορα της σε αντρικό μοναστήρι όπου εκάρη μοναχός με το όνομα Μαρίνος, αποκρύπτοντας τη γυναικεία φύση της. Όμοιο παράδειγμα η αγία Ευγενία που εορτάζουμε την μνήμη της την παραμονή των Χριστουγέννων. Η επιλογή της αυτή πρέπει να ερμηνευτεί ως διακαής πόθος να ακολουθήσει αυστηρότερη άσκηση, υπερβάλουσα για την γυναικεία της φύση, όμοια με αυτή των αντρών. Ωστόσο, πόθος της διακαής ήταν και να μην αποχωριστεί τον αγαπημένο της πατέρα που αποφάσισε να εγκαταβιώσει οσιακά εκεί.

Κάποια λοιπόν ημέρα , η Μαρία-Μαρίνος φιλοξενήθηκε σε ένα πανδοχείο με άλλους αδελφούς που βρίσκονταν σε διακόνημα εκτός της μονής. Ο κοινός εχθρός διάβολος παρέσυρε την κόρη του πανδοχέα σε αμαρτία με διερχόμενο στρατιώτη και αυτή έμεινε έγκυος. Τότε μέσα στον πανικό της κακίας της ο διάβολος την υποκίνησε να καταγγείλει τον Μαρίνο-Μαρία ως διαφθορέα της και πατέρα του παιδιού.

Η αγία Μαρία δέχτηκε τον πειρασμό της συκοφαντίας και του διασυρμού με ευχαρίστηση. Αποδέκτηκε με ταπείνωση και σιωπηρή ανοχή , τέτοια που ματώνει καρδιές και ξεριζώνει τα έγκατα, την διαβολή και μάλιστα παρέλαβε το παιδί ως δικό της με συγκινητική αγάπη και αφοσίωση.

Οι πατέρες της μονής σκανδαλισμένοι από την τάχα πτώση του Μαρίνου του έβαλαν κανόνα και τον έδιωξαν εκτός των τειχών της μονής όπου με αυταπάρνηση ανέθρεψε το ξένο παιδί ως μητέρα κατά Θεόν και πατέρας κατά κόσμον. Χρόνια πέρασαν και η οσία υπέφερε με την ευλογημένη σιωπή και προσευχή το στίγμα της ενοχής και της πτώσης, κάνοντας συγκινητική προσευχή για τους διώκτες της και ζητώντας μετάνοια απ'όλους για το τάχα αμάρτημα της.

Όμως έφτασε η ώρα της δικαίωσης. Ο Θεός στεφάνωσε την υπομονή και την αγάπη της. Η Μαρία-Μαρίνος παρέδωσε το αγιασμένο πνεύμα της στα χέρια του Θεού, το χαριτωμένο με κόπους. Οι πατέρες της μονής θέλοντας να της αποδώσουν τα πρέποντα για την κηδεία της, αναγνώρισαν στη σορό της αγίας τη γυναικεία της φύση! Με κοπετούς και δάκρυα της ζητούσαν συγχώρεση αλλα και τον Θεό δόξαζαν τον θαυμαστό εν τοις αγίοις Του.
Η ώρα της κρίσης όμως έφτασε και για την κόρη του πανδοχέα. Πονηρό πνεύμα την κατέλαβε και μέσα στον φρικτή αυτή της κατάσταση συνειδητοποίησε το βαρύ της έγκλημα και αποκάλυψε σε όλους τον γνήσιο πατέρα του παιδιού.

Οι Πατέρες της μονής ενταφίασαν την Μαρία με τιμές μεγάλου οσίου και αθλητή.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 10, 2009

Ο άγιος Χαραλάμπης


Ο Άγιος Μάρτυρας Χαράλαμπος, ή Άγιος Χαραλάμπης, έζησε κατά τα χρόνια που αυτοκράτορας ήταν ο Σεπτίμιος Σέβηρος και μαρτύρησε το 198 μΧ σε ηλικία 113 ετών.

Ο Άγιος Χαράλαμπος ήταν ιερέας στην πόλη Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Δίδασκε τον δρόμο της αρετής και κήρυττε την Χριστιανική Πίστη. Ο Σέβηρος ξεκίνησε διωγμό κατά των Χριστιανών και ο έπαρχος Λουκιανός συνέλαβε και δίκασε τον Άγιο Χαράλαμπο επειδή ήταν Χριστιανός.

Ο Λουκιανός ζήτησε από τον Άγιο να αρνηθεί τον Χριστό και να προσκυνήσει τα είδωλα, μα ο Άγιος Χαράλαμπος του απάντησε ότι ο Χριστός είναι ο πραγματικός Θεός, ο επουράνιος Βασιλέας και δίνει αιώνια ζωή και μακαριότητα σε όσους τον πιστεύουν ενώ οι θεοί που προσκυνούν οι Ρωμαίοι είναι άψυχα είδωλα. Με την επίκληση του ονόματος του Χριστού φεύγουν οι δαίμονες των ειδώλων και θεραπεύονται οι ανίατες αρρώστιες, πρόσθεσε ο Άγιος.

Η απάντησή του εξόργισε τον έπαρχο Λουκιανό. Αφαίρεσαν την ιερατική στολή και έγδαραν όλο το δέρμα του Αγίου. Κατά την διάρκεια των βασανιστηρίων ο Άγιος Χαράλαμπος προσευχόταν στον Θεό κι ευχαριστούσε τους βασανιστές του λέγοντας ότι με το μαρτύριο αυτό κερδίζει την αιώνια ζωή. Οι υπηρέτες απορούσαν, πώς γίνεται να φέρεται έτσι ο Άγιος, γιατί δεν τον βλάπτουν τα βασανιστήρια; Οι δυο δήμιοι Πορφύριος και Βάπτος, βλέποντας το θαύμα ότι ο Άγιος Χαραλάμπης δεν πάθαινε τίποτα από τα βασανιστήρια, πίστεψαν στον Χριστό και μαρτύρησαν δια αποκεφαλισμού. Και ο έπαρχος Λουκιανός θύμωσε πολύ και αποπειράθηκε να χτυπήσει τον Άγιο ο ίδιος. Τα χέρια του Λουκιανού κοπήκαν στο ύψος των αγκώνων και μείναν κρεμασμένα στο σώμα του Αγίου. Ο ηγεμόνας βλέποντας τα κομμένα χέρια του επάρχου έφτυσε τον Άγιο Χαραλάμπη στο πρόσωπο και τότε το πρόσωπο του ηγεμόνα γύρισε προς τα πίσω. Ολόκληρη η πόλη της Μαγνησίας παρακάλεσε τότε τον Άγιο Χαράλαμπο να κάνει καλά τους άρχοντες και ο Άγιος Χαράλαμπος προσευχήθηκε στον Θεό και τους θεράπευσε και τους δύο.

Βλέποντας αυτό το θαύμα, τρεις γυναίκες που παραστέκονταν κι έβλεπαν το βασανιστήριο του Αγίου Χαραλάμπους αλλά και πολύ ακόμη από τους πολίτες της Μαγνησίας. Ο ηγεμόνας μετά από αυτά τα θαύματα έπαψε τον διωγμό των Χριστιανών, ελευθέρωσε τον Άγιο Χαράλαμπο και έστειλε αγγελιοφόρο στην Ρώμη για να ζητήσει οδηγίες. Πολλοί πίστεψαν στην Χριστιανική Πίστη, εξομολογήθηκαν και βαπτίστηκαν.

Ο αυτοκράτορας Σεπτίμιος Σέβηρος εξοργίσθηκε όταν έμαθε τα νέα από την Μαγνησία. Διέταξε να οδηγήσουν τον Άγιο Χαράλαμπο στη Ρώμη με καρφιά μπηγμένα στην πλάτη του, αφού πρώτα τον σύρουν από τη Μαγνησία ως την Αντιόχεια. Για 15 στάδια τον έσερναν οι στρατιώτες και τον έβαλαν πάνω σε ένα άλογο για να τον κοροϊδέψουν μα τότε, με την δύναμη του Θεού, το άλογο μίλησε και είπε "Τρισκατάρατοι υπηρέτες του διαβόλου, δεν βλέπετε πως είναι ο Θεός με αυτόν τον άνθρωπο; Λύστε τον για να λυθείτε κι εσείς από τα αόρατα δεσμά." κι αυτοί φοβήθηκαν πολύ και τον έλυσαν.

Όταν ο Άγιος Χαραλάμπης έφτασε στη Ρώμη, ο αυτοκράτορας Σέβηρος διέταξε να τον σουβλίσουν στο στήθος και να τον καίνε μέχρι να ξεψυχήσει. Αλλά τον σούβλιζαν μέχρι που κουράστηκαν οι βασανιστές και έσβησε η φωτιά μα ο Άγιος Χαράλαμπος δεν είχε πάθει τίποτα.

Ο αυτοκράτορας Σεπτίμιος Σέβηρος αφού το είδε αυτό διέταξε να τον λύσουν και να τον οδηγήσουν μπροστά του. Απαντώντας στις ερωτήσεις του αυτοκράτορα ο Άγιος Χαράλαμπος του είπε ότι είναι 113 ετών και ότι πιστεύει στον Χριστό, τον Παντοδύναμο. Του είπε τότε ο αυτοκράτορας αν μπορεί να αναστήσεις νεκρούς και ο Άγιος Χαράλαμπος του απάντησε ότι μόνο ο Χριστός μπορεί να ανασταίνει νεκρούς. Έφεραν τότε μπροστά στον Άγιο έναν δαιμονιζόμενο, ο οποίος βασανιζόταν για 36 χρόνια. Το ακάθαρτο πνεύμα είπε στον Άγιο, "είσαι δούλος του Χριστού μη με βασανίσεις πολύ, μπήκα σ' αυτόν τον άνθρωπο επειδή είχε κλέψει κάποιον γείτονά του και είχε σκοτώσει τον κληρονόμο του". Ο Άγιος Χαραλάμπης επετίμησε το δαιμόνιο και θεράπευσε τον δαιμονιζόμενο.

Πάλι ο αυτοκράτορας πίεζε τον Άγιο να αναστήσει κάποιον που είχε πεθάνει πρόσφατα και ο Άγιος Χαράλαμπος προσευχήθηκε στον Θεό για πολύ ώρα και αναστήθηκε ο νεκρός. Πολλοί πίστεψαν τότε στον Χριστό και ο έπαρχος Κρίσπος αποκάλεσε τον Άγιο Χαράλαμπο μάντη και μάγο και ζήτησε από τον αυτοκράτορα να τον θανατώσει. Και πάλι ζητήσαν από τον Άγιο να θυσιάσει στα είδωλα και όταν αρνήθηκε ο αυτοκράτορας διέταξε να τους σπάσουν το σαγόνι και να του κάψουν το πρόσωπο και τα γένεια, μα η φωτία αναπήδησε και πήγε προς τους βασανιστές.

Ο αυτοκράτορας και ο Κρίσπος εξοργίστηκαν και βλασφημούσαν τον Θεό και τότε έγινε σεισμός και οι δυο τους βρέθηκαν να κρέμονται στον αέρα. Ο αυτοκράτορας και ο έπαρχος φοβισμένοι παρακαλούσαν τον Άγιο Χαράλαμπο να τους συγχωρέσει και να τους βοηθήσει. Εκείνη τη στιγμή ήρθε η Γαλήνη, η κόρη του αυτοκράτορα και παρακάλεσε τον Άγιο να τους συγχωρέσει και τον πατέρα της να πιστέψει στον Χριστό. Προσευχήθηκε με θέρμη ο Άγιος Χαράλαμπος και κατέβηκαν στο έδαφος και ελευθέρωσαν τον Άγιο.

Η Γαλήνη είχε αγνή ψυχή και καλή προαίρεση και πίστεψε στον Χριστό. Είδε σε όραμα ότι αυτή και ο Άγιος Χαράλαμπος έμπαιναν σε έναν όμορφο κήπο, αλλά ο αυτοκράτορας και ο έπαρχος εμποδίστηκαν από τον φύλακα του κήπου, ο οποίος της είπε ότι ο κήπος προορίζεται για εκείνη και τους όμοιούς της. Ζήτησε από τον Άγιο να της εξηγήσει το όραμα και ο Άγιος Χαράλαμπος της είπε ότι ο φύλακας ήταν ο Χριστός και ο κήπος ήταν ο Παράδεισος.

Μετά από 30 ημέρες ο αυτοκράτορας κάλεσε πάλι τον Άγιο και τον πρόσταξε να θυσιάσει στα είδωλα μα ο Άγιος Χαράλαμπος αρνήθηκε και πάλι. Ο αυτοκράτορας διέταξε τότε να φορέσουν χαλινάρι στον Άγιο και να τον περιφέρουν στην πόλη και να τον κοροϊδεύουν. Η Γαλήνη παρακαλούσε τον πατέρα της να το σταματήσει αυτό, και να πιστέψει στον Χριστό για να σώσει τη ψυχή του. Αυτός όμως την πρόσταξε να θυσιάσει στα είδωλα. Η Γαλήνη του είπε πως θα το κάνει και όταν την οδήγησαν στον ναό η Γαλήνη απευθύνθηκε στα είδωλα και είπε εάν είστε θεοί γνωρίζετε τη γνώμη μου και τότε όλα τα αγάλματα έπεσαν κάτω και έγιναν κομμάτια. Το ίδιο βράδυ, ο αυτοκράτορας έβαλε τεχνίτες να ξαναστήσουν τα αγάλματα και το επόμενο πρωί κάλεσε πάλι την κόρη του και της είπε να δει τους θεούς που αναστήθηκαν. Η Γαλήνη είπε τότε "από τους νεκρούς αναστηθήκατε σαν νεκροί πάλι να καταποντιστείτε" και τα αγάλματα καταστραφήκαν πάλι.

Ο αυτοκράτορας εξοργίστηκε πάρα πολύ και θεώρησε υπεύθυνο τον Άγιο Χαράλαμπο και τον οδήγησε στο σπίτι μιας πόρνης για να τον προσβάλει. Μόλις μπήκε στο σπίτι ο Άγιος Χαραλάμπης, ακούμπησε έναν ξύλινο στύλο κι αυτός βλάστησε κι έβγαλε κλαδιά. Η γυναίκα ζήτησε τότε από τον Άγιο να φύγει από το σπίτι της γιατί δεν είναι άξια να είναι κοντά του και ο Άγιος της είπε να πιστέψει στον Θεό που είναι φιλέυσπλαχνος. Την επομένη η γυναίκα μάζεψε τους γείτονές της και όλοι πίστεψαν στον Χριστό.

Όταν τα έμαθε αυτά ο αυτοκράτορας, ο έπαρχος τον παρακίνησε να αποκεφαλίσουν τον Άγιο για να σταματήσουν τη δράση του. Ενώ πήγαιναν τον Άγιο στον τόπο που θα μαρτυρούσε αυτό προσευχόταν στον Θεό. Είδε τότε πολλούς Αγγέλους και τον Θεό, ο οποίος τον ρώτησε τι δώρο θα ήθελε. Ο Άγιος Χαράλαμπος αποκρίθηκε ότι είναι μεγάλο δώρο που αξιώθηκε και είδε τον Θεό και τον παρακάλεσε σε όποιο μέρος τον τιμούν να μην υπάρχουν πόλεμοι, πείνα, αρρώστιες, δυστυχίες. Ο Θεός του είπε ότι έτσι θα γίνει και ο Άγιος Χαράλαμπος παρέδωσε τη ψυχή του πριν προλάβει ο δήμιος να τον αποκεφαλίσει. Η Γαλήνη διέσωσε το λείψανο του Αγίου Χαραλάμπη, το έβαλε σε ένα χρυσό σεντούκι με μύρα και αρώματα και το ενταφίασε. Κράτησε την πίστη της ως το τέλος της ζωής της.

Η Εκκλησία μας τιμάει τον Άγιο Χαράλαμπο στις 10 Φεβρουαρίου. Την ίδια ημέρα τιμούνται μαζί με τον Άγιο Χαράλαμπο οι Άγιες τρεις γυναίκες και οι δυο δήμιοι, Άγιος Πορφύριος και Άγιος Βάπτος.



Απολυτίκιο Ήχος Δ΄

Ως στύλος ακλόνητος, της Εκκλησίας Χριστού, και λύχνος αείφωτος, της οικουμένης σοφέ, εδείχθης Χαράλαμπες,έλαμψας εν τω κόσμω, δια του μαρτυρίου, έλυσας και ειδώλων την σκοτόμαιναν μάκαρ, διο εν παρρησία Χριστώ πρέσβευε σωθήναι ημάς.




(από το www.matia.gr, εικόνα iliablogs.gr)

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 09, 2009

Συχνή θεία κοινωνία




Μπαίνοντας στην περίοδο του κατανυκτικού Τριωδίου έχουμε πάντα ως ιερείς μια πικρόγλυκη εμπειρία. Βλέπουμε πολλούς από τους ενορίτες μας , που τους είχαμε χαμένους καθ'όλη την εκκλησιαστική περίοδο (ίσως μόνο όχι και τα χριστούγεννα) να θυμούνται πως υπάρχει ιερός ναός και σύναξη και επιτέλους να εκκλησιάζονται.

Επιπλέον οι περισσότεροι από τους τακτικώς εκκλησιαζόμενους προσέρχονται κατ'αυτή την περίοδο έως και την τεσσαρακοστή και το πάσχα στην θεία κοινωνία, ενώ το υπόλοιπο του έτους την έχουν ξεχασμένη και παραγκωνισμένη.

Κάνοντας όσο πιο πολύ μπορώ θετικές σκέψεις επί του θέματος προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πώς είναι η γλυκιά και κατανυκτική ατμόσφαιρα των ημερών που τους ελκύει στην εκκλησία, η ανάγκη για τη βίωση τους. Ωστόσο η πραγματικότητα είναι πιο σκληρή και μου χτυπάει την πόρτα με πικρότερες διαπιστώσεις: είναι η φολκλορική διάσταση των ημερών που τους φέρνει στο ναό, είναι το καθήκον το πατροπαράδοτο που τους εμφυτεύτηκε παιδιόθεν να κοινωνούν αυτές τις μέρες και όχι η δίψα για τον Χριστό και την κοινωνία Του. Πριν αρχίσω να ελεεινολογώ και να αυτοκατακρίνομαι επιδεικτικά για την ελλειπή ποιμαντική μου έναντι τους, προσπαθώ να δω τον εαυτό μου έναντι των δικών του ευθυνών. Αλήθεια τί σημαίνει για μένα θεία κοινωνία και πόσο γίνομαι μέτοχος της χάριτος της ώστε να κατακρίνω ή να λυπούμαι για τους άλλους;

Το παρακάτω κείμενο το βρήκα σε γνωστό site και έρχομαι να μου υπενθυμίσω κάποιες αλήθειες (ίσως όταν κάνω κάτι αληθινό βίωμα μπορώ να μεταδώσω ευκολότερα και πιστότερα την αξία και αναγκαιότητα του):



Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: όταν καλώς και αξίως μεταλαμβάνουν το ιερό και πανάγιο Σώμα του Κυρίου μας, αυτό γίνεται όπλο για όσους πολεμούνται και επαναστροφή για όσους έχουν απομακρυνθεί από τον Θεό. Ενδυναμώνει τους ασθενείς, ευφραίνει τους υγιείς, θεραπεύει τις ασθένειες, διαφυλάσσει την υγεία. Με τη Θεία Μετάληψη διορθωνόμαστε ευκολότερα και γινόμαστε περισσότερο μακρόθυμοι και υπομονετικοί στους πόνους και στις θλίψεις. Μας καθιστά περισσότερο θερμούς στην αγάπη, λεπτούς στη γνώση, πρόθυμους στην υπακοή, οξείς και γρήγορους στην ενέργεια των χαρισμάτων. Σε όσους δε δεν μεταλαμβάνουν συχνά συμβαίνουν τα αντίθετα, αφού δεν είναι σφραγισμένοι με το Τίμιο Αίμα του Κυρίου μας. Σφάζεται τότε το Πρόβατο και με το Τίμιο Αίμα Του σφραγίζονται η πράξη και η θεωρία, δηλαδή η έξη και η ενέργεια, οι παραστάδες των δικών μου θυρών, των κινήσεων του νοός. Αυτά ανοίγονται καλώς στη θεωρία και κλείνονται πάλι σαν θύρες από τη θεωρία των υψηλότερων και ακατάληπτων νοημάτων.
Ο θείος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέει ότι με τη θεία Μετάληψη οι νοητοί κλέφτες, οι δαίμονες δεν βρίσκουν την ψυχή μας άδεια, ώστε να μπουν σε αυτή μέσω των αισθήσεων. Πρέπει να εννοήσεις σαν θύρα της οικίας τις αισθήσεις. Μέσω αυτών εισέρχονται στη καρδιά οι εικόνες όλων των πραγμάτων και χύνεται σε αυτήν το άμετρο πλήθος των επιθυμιών. Ο προφήτης Ιωήλ ονομάζει αυτές τις αισθήσεις παράθυρα λέγοντας ότι από αυτά θα μπουν οι κλέφτες, επειδή δεν ήταν χτισμένα με το Τίμιο Αίμα του Χριστού. Ο Άγιος Κύριλλος λέει ακόμη πως με τη θεία Κοινωνία καθαριζόμαστε από κάθε ψυχική ακαθαρσία και λαμβάνουμε προθυμία και ζέση για τις αρετές. Το Τίμιο Αίμα του Χριστού όχι μόνο μας ελευθερώνει από κάθε φθορά, αλλά μας καθαρίζει και από κάθε ακαθαρσία που κρύβεται μέσα στη ψυχή μας. Δεν μας αφήνει να ψυχρανθούμε από την αμέλεια αλλά μας κάνει ζέοντες και θερμούς στο Άγιο Πνεύμα.
Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης επισημαίνει: τα δάκρυα και η κατάνυξη έχουν μεγάλη δύναμη. Πέρα όμως από όλα μαζί, η αγία Κοινωνία έχει μεγάλη δύναμη και ωφέλεια και από ότι βλέπω είσθε πολύ αμελείς σε αυτό το ζήτημα. Δεν προσέρχεστε στη θεία Μετάληψη. Απορώ και εξίσταμαι, γιατί σας βλέπω να κοινωνείτε μόνο την Κυριακή ενώ δεν μεταλαμβάνετε αν τελείται Λειτουργία κάποια άλλη μέρα. Αυτά δε σας τα λέω, για να κοινωνείτε απλά και όπως έτυχε, δίχως προετοιμασία, (Ο Απόστολος γράφει να δοκιμάζει κανείς τη συνείδησή του και έτσι να τρέφεται από τον άγιο Άρτο και να πίνει από το θείο Ποτήριο. Όποιος μεταλαμβάνει ανάξια θα κατακριθεί, επειδή δε διακρίνει καλά, ώστε να ευλαβείται το άγιο Σώμα και Αίμα του Κυρίου). Μη γένοιτο. Σας λέω να κοινωνούμε συχνά, να καθαρίζουμε όσο μπορούμε τους εαυτούς μας με την επιθυμία μας και την αγάπη μας για τη θεία Κοινωνία και έτσι καθαροί να μεταλαμβάνουμε.

Βλέπεις το ανερμήνευτο χάρισμα; Όχι μόνο πέθανε για μας, αλλά προσέφερε ακόμη και τον Εαυτό Του στην αγία Τράπεζα για να τον κοινωνούμε. Αν λοιπόν, αδελφοί μου, πράττουμε όπως μας προστάζουν οι άγιοι Πατέρες και κοινωνούμε συχνά, θα έχουμε συνεργό και βοηθό σε αυτήν τη ολιγοχρόνια ζωή τη θεία Χάρη. Θα έχουμε συμβοηθούς τους αγγέλους του Θεού και ακόμη και τον ίδιο τον Δεσπότη των αγγέλων. Επιπλέον, θα αποδιώξουμε μακριά μας τους εχθρικούς δαίμονες όπως λέει και ο θείος Χρυσόστομος (τόμος 13ος σελ.580-3) σαν λιοντάρια που αποπνέουν φωτιά, έτσι αναχωρούμε από την πνευματική εκείνη Τράπεζα των Μυστηρίων. Προκαλούμε φόβο στο διάβολο επειδή έχουμε μαζί μας ως κεφαλή τον Χριστό και την αγάπη που μας έδειξε. Αυτό το Αίμα λαμπρύνει τη βασιλική εικόνα της ψυχής μας, δηλαδή το νου μας, το λόγο και το πνεύμα. Αυτό το Αίμα γεννά κάλλος και υπερθαύμαστη ωραιότητα. Δεν αφήνει να απομακρυνθεί η ευγένεια και η λαμπρότητα της ψυχής, την οποία ποτίζει και τρέφει συνεχώς. Αυτό το Αίμα, όταν μεταλαμβάνεται αξίως, καταδιώκει τους δαίμονες και τους απομακρύνει από εμάς, προσκαλεί όμως τους αγγέλους και τον Δεσπότη των αγγέλων. Αυτό συμβαίνει, επειδή οι δαίμονες φεύγουν από όπου δουν το Αίμα το Δεσποτικό, ενώ οι άγγελοι συντρέχουν και βοηθούν. Αυτό το Αίμα είναι η σωτηρία των ψυχών μας. Με αυτό χαίρεται η ψυχή, με αυτό καλλωπίζεται, με αυτό θερμαίνεται. Αυτό το Αίμα κάνει το νου μας περισσότερο λαμπρό και από τη φωτιά και την ψυχή μας πιο ωραία από το χρυσάφι. Όσοι μεταλαμβάνουν αυτό το Σώμα στέκονται μαζί με τους αγγέλους, αρχαγέλλους και τις άνω δυνάμεις, επειδή είναι ενδεδυμένοι με το φόρεμα το βασιλικό και έχουν μαζί τους πνευματικά όπλα. Ακόμη, όμως, δε σας είπα το μεγαλύτερο χάρισμα, όσοι μεταλαμβάνουν φορούν τον ίδιο τον Βασιλέα.

Ακούτε αδελφοί μου τι συμφορές παθαίνουν όσοι δεν μεταλαμβάνουν συχνά και απομακρύνονται από τα Μυστήρια; Ακούτε ότι δαιμονίζονται ή και μεταμορφώνονται σε κάποιο είδος αλόγων ζώων όπως τα παλιά χρόνια ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορας μεταμορφώθηκε σε βόδι; Και δίκαια υποφέρουν' διότι ενώ μπορούν να γίνουν από άνθρωποι θεοί κατά χάρη με τη συνεχή θεία Κοινωνία, δεν το θέλουν. Απομακρυνόμενοι όμως από τη θεία Μετάληψη χάνουν και την ανθρώπινη μορφή που έχουν, μετασχηματίζονται σε άλογα ζώα και παραδίνονται στην εξουσία του Σατανά, όπως λέει και ο ψαλμωδός Ω Κύριε, ιδού, χάνονται εντελώς εκείνοι που απομακρύνονται από την Χάρη Σου (Ψαλμός ΟΒ 27).

Μάλλον πρέπει να πω, ότι αν αιφνιδίως έρθει ο θάνατος σε εκείνους που αργοπορούν να μεταλάβουν και τους βρει ανέτοιμους χωρίς τη θεία Μετάληψη, τι άραγε θα γίνουν οι ταλαίπωροι; Πως θα μπορέσουν να διέλθουν με ελευθερία τους τελωνάρχες δαίμονες του αέρος; Ποιο φόβο και τρόμο θα δοκιμάσει η ψυχή τους ενώ μπορούσαν να ελευθερωθούν από όλα αυτά με τη συχνή Κοινωνία, όπως έχει πει ο θείος Χρυσόστομος; Έλεος Θεέ μου.

Όσοι μεταλαμβάνουν με καθαρά συνείδηση λίγο πριν το θάνατό τους τα άχραντα Μυστήρια, όταν πια εξέλθει η ψυχή τους, λόγω της χάρης της θείας Κοινωνίας, τους περικυκλώνουν οι άγγελοι και τους αναβιβάζουν στον ουρανό. Και συ αδελφέ μου, δε γνωρίζεις πότε θα έρθει ο θάνατος, σήμερα ή αύριο ή αυτή την ώρα. Πρέπει πάντοτε να είσαι κοινωνημένος και έτοιμος. Αν είναι θέλημα Θεού να ζήσεις ακόμα, με τη χάρη της θείας Κοινωνίας, θα περάσεις μια ζωή γεμάτα από χαρά, ειρήνη, αγάπη, συνοδευμένη και από όλες τις άλλες αρετές. Εάν πάλι είναι θέλημα Θεού να πεθάνεις, τότε με την αγία Κοινωνία θα περάσεις ελεύθερα από τα τελώνια των δαιμόνων που βρίσκονται στον αέρα, και θα κατοικήσεις με ανεκλάλητη χαρά στις αιώνιες μονές. Αφού με τη συχνή θεία Μετάληψη είσαι ενωμένος πάντοτε με τον γλυκύ Ιησού Χριστό, τον παντοδύναμο Βασιλέα, και εδώ θα ζήσεις μακάρια ζωή και όταν πεθάνεις οι δαίμονες θα φύγουν μακριά σου αστραπιαία, ενώ οι άγιοι άγγελοι θα σου ανοίξουν την ουράνια είσοδο και θα σε πέμψουν με συνοδεία ως το θρόνο της μακαρίας Τριάδος.

Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου & Μεγάλου Μακαρίου Κορίνθου



(από το anthosorthodoxias.net)

Σάββατο, Φεβρουαρίου 07, 2009

Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου: Αρχή Τριωδίου




Της μετανοίας άνοιξον μοι πύλας Ζωοδότα



Μ ’ αυτην την κατανυκτική ευχή που ακούγεται στους απανταχού ορθοδόξους ναούς, αγαπητά μου αδέλφια, ανοίγει και φέτος η ευλογημένη περίοδος του Τριωδίου.

Και βάζουν οι Πατέρες σαν κλειδί για να ανοίξει η θύρα της σωτηρίας την μακάρια μετάνοια την κατά Θεον ταπείνωση.

Σήμερα λοιπόν άρχεται η μακρά περίοδος του Τριωδίου η οποία ξεκινά με τις τέσσερις πρώτες αυτές εβδομάδες που λέγονται προσφωνήσιμες γιατί μας προσκαλούν την αγία τεσσαρακοστή, περνά μέσα από το μέγα πέλαγος της νηστείας και κορυφώνεται στην εβδομάδα των Παθών του Κυρίου μας.

Αυτές οι τέσσερις πρώτες Κυριακές: η σημερινή Κυριακή, η επομένη του Ασώτου ,η Κυριακή της Κρίσεως και η Κυριακή της Τυρινής ετέθησαν θεολογικώτατα και φιλοσοφικώτατα από τους θειους πατέρες σαν μια υγιής προετοιμασία μας . Μια προετοιμασία για κάθε ευσεβή ορθόδοξο που επιθυμεί να εισέρθει ως παλαιστής στο στάδιο της νηστείας και να καταξιωθεί μαζί με το σωτήριο Πάσχα να βιώσει τη δική του προσωπική συνανασταση με τον ΚΗΙΧ.

Και η μεν σημερινή Κυριακή προβάλλει την κατά Θεόν ταπείνωση, η επόμενη την ευεργεσία της μετανοίας και επιστροφής στο Θεό ,η τρίτη τη βασιλίδα των αρετών δηλ την αγάπη, η τελευταία το αληθινό νοημα της προσευχής και της νηστείας.


Ο αληθινά ταπεινός άνθρωπος γίνεται ισοχριστος και ισόθεος. Μοιάζει με τον ίδιο
τον Υιό και Λόγο του Θεού που αν και ήταν ομοούσιος και συνθρονος με τον Πατέρα
έλαβε μορφή δούλου ανθρώπου . Ο παντοδύναμος Εκείνος και μοναδικός Θεός έγινε άνθρωπος, εστησε την σκηνή Του ανάμεσα στους ασημαντους,μοιράστηκε το ψωμί του με τους ταπεινούς και απλούς, καταδέχτηκε τα πιο φριχτά πάθη, τις πιο βασανιστικές και άθλιες ατιμίες για να σώσει τον άνθρωπο. Αυτός που ήταν δοξασμένος και τον υπηρετούσαν ένδοξοι άγγελοι έγινε σαν ένας κατάδικος χωρίς κάλλος χωρίς είδος χωρίς τιμημένη μορφή όπως τονίζει ο μεγάλος των προφητών Ησαίας. Ο Θεός δεν φοβήθηκε να ταπεινωθεί . Ο Θεός μας δίδαξε την ταπείνωση όχι αφ υψηλού, θεωρητικά και αόριστα αλλά ζώντας ταπεινός ανάμεσα μας, κάνοντας την ταπείνωση "στολή της θεότητος".

Σχετικά ο μεγάλος ασκητής και διδάσκαλος Άγιος Ισαάκ ο Σύρος μας λέει:
«Θέλω ν' ανοίξω το στόμα μου, αδελφοί, και να μιλήσω για την υψηλή υπόθεση της ταπεινοφροσύνης. Όμως φοβάμαι πολύ, όπως φοβάται εκείνος πού πρόκειται να μιλήσει για το Θεό με τους δικούς του συλλογισμούς. Γιατί ή ταπείνωση είναι στολή της Θεότητας. Ό Υιός δηλ. και Λόγος του Θεού, πού έγινε άνθρωπος, την ταπεινοφροσύνη ντύθηκε, και συναναστράφηκε μαζί μας με αυτήν μέσα στο ανθρώπινο σώμα. Και οποίος ντυθεί την ταπεινοφροσύνη, πραγματικά γίνεται όμοιος με το Λόγο του Θεού, πού κατέβηκε από το δικό του ύψος και σκέπασε με την ταπεινοφροσύνη τη μεγαλοσύνη και τη δόξα του, για να μην καταφλεχθή ή κτίση, βλέποντας τη θεότητα του».

Αντίθετη της ταπείνωσης η καταραμένη υψηλοφροσύνη , η υπερηφάνεια που είναι ίδιο γνώρισμα του αποστάτη διαβόλου, που θέλησε να γίνει θεός στη θέση του Θεού.
Σε τέτοια αλλοφροσύνη τον έφτασε ο εγωισμός του, αυτό που λέμε σήμερα εωσφορικός εγωισμός. Ο υπερήφανος άνθρωπος είναι άφρων δηλ στερείται τα λογικά του ξεφεύγει από τα ανθρώπινα όρια και αποκτηνώνεται. Γίνεται ο υπερήφανος λάτρης όχι του θεού αλλά του ΕΓΩ δηλ θεομάχος και χριστομάχος και άρα ανθρωπομάχος.

Για να τονίσει ο Κύριος την αξία της ταπείνωσης δεν μας δίνει άλλο παράδειγμα παρά την ταπείνωση μέσα στην προσευχή, με την παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου. Γιατί η προσευχή και η λατρεία είναι το κέντρο της ορθόδοξης πίστης μας, η λογική λατρεία δηλ η λατρεία η καθαρή η βιωματική αυτή που όχι απλά μας φέρνει στο θεό αλλά μας καθιστά ένα με τον Θεό. Μια τέτοια λατρεία λοιπόν μια τέτοια προσευχή πρέπει να είναι προσευχή ταπεινού ανθρώπου, λατρεία αγνού ορθοδόξου. Όποιος λατρεύει ταπεινά τον Θεό και προσεύχεται με ειλικρίνεια και με συντριβή λατρεύει πνευματικά άρα λατρεύει αληθινά.

Η σημερινή παραβολή είναι από το ευαγγέλιο του Λουκά το «ευαγγέλιο των ταπεινών και αμαρτωλών όπως ονομάζεται» , το «κοινωνικό ευαγγέλιο».

Δυο άνθρωποι ανεβαίνουν στο ιερό των Ιεροσολύμων για να προσευχηθούν : ο ένας είναι τελώνης και ο άλλος φαρισαίος.

Οι Φαρισαίοι ήταν θρησκευτική ομάδα της εποχής του Χριστού οι οποίοι πίστευαν πως ήταν άψογοι και ευσεβέστεροι των άλλων ανθρώπων. Νήστευαν τυπολατρικά και προσευχόταν επιδεικτικά στους δρόμους και τις πλατείες. Περιφρονούσαν ανοικτά τον απλό λαό και τους αμαρτωλούς και θεωρούσαν πως κατείχαν αποκλειστικά την κλείδα για την ερμηνεία του Νόμου και το θέλημα του Θεού. Οι περισσότεροι γραμματείς δηλ δάσκαλοι του Νόμου ήταν φαρισαίοι. Ο Κύριος πάντοτε κατέκρινε ανοιχτά τους φαρισαίους για την υποκρισία τους αλλά και γιατί ενώ γνώριζαν τον Νόμο άφηναν το λαό στο σκοτάδι της αμάθειας για να φαίνονται εκείνοι σπουδαιότεροι και ευσεβέστεροι. Ωστόσο ο απλός λαός έβλεπε με φόβο και σεβασμό τους Φ. και τους θεωρούσε πραγματικά θρησκευόμενους.

Οι τελώνες από την άλλη ήταν άνθρωποι που περιφρονούσαν τον Νόμο του θεού και ζούσαν μέσα στην ασωτεία. Η δουλειά τους ήταν να εισπράττουν τους φόρους για λογαριασμό των Ρωμαίων κατακτητών για αυτό και ο απλός λαός τους έβλεπε σαν καταπιεστές και ανήθικους.

Στάθηκε λοιπόν ο Φαρισαίος στο ιερό με υπερηφάνεια, κομπασμό και αντί να ευχαριστήσει το θεό για τα αγαθά που του έδωσε ή να ζητήσει το έλεος Του άρχισε να λέει για το πόσο άγιος είναι ότι τηρεί με σχολαστικότητα τις εντολές του θεού και ότι δεν μοιάζει με εκείνον εκεί τον αμαρτωλό τελώνη που είναι άρπαγας και ανήθικος και ανάξιος σωτηρίας.

Πραγματικά σε τι παραλογισμό έφτασε η περηφάνεια του Φ. ώστε να αυτοεπαινείται μπροστά στο Θεό που γνωρίζει τα κρύφια όλων και να εξουθενώνει τον αδελφό συνάνθρωπο του. Αντί να παραδεχτεί πως είναι αδύναμος άνθρωπος και υποκριτής και να ζητήσει από το Θεό φωτισμό και οδό σωτηρίας αγιοποιεί τον εαυτό του και ενώ είναι αμαρτωλός ο ίδιος ζητά από το Θεό να ξορκίσει τους αμαρτωλούς από πρόσωπου γης όπως τον τελώνη. Νηστεύει ο φαρισαίος και χάνει τον μισθό της νηστείας γιατί αυτοδιαφημίζεται. Δίνει χρήματα στο Ναό και νομίζει πως ο Θεός του χρωστά. Αλλά ο Θεός μόνη προσφορά ζητά τη μετάνοια του ανθρώπου, ζητά εξομολόγηση αμαρτιών και αυτό όχι για να ταπεινώσει τον αμαρτωλό αλλά να εξαφανίσει σαν Πατέρας την αμαρτία του. Όχι διαφήμιση καλών έργων για τα οποία άλλωστε είναι υποχρεωμένος ο άνθρωπος να πράξει αλλά αυτοέλεγχο και παράθεση αμαρτιών.

Απ’ την άλλη ο τελώνης γνωρίζει και παραδέχεται πως είναι αμαρτωλός. Κρύβεται μακριά από τα μάτια των πολλών κλαίει και χτυπά τα στήθη του μετανιωμένος και ζητά το έλεος του Θεού με δάκρυα και ανεκλάλητους στεναγμούς. «Ο Θεός ιλάσθητι μοι τω αμαρτωλώ». Δεν επιδεικνύεται αλλά ταπεινώνεται. Δεν δικαιολογεί τον εαυτό του αλλά αναζητά ταπεινά το έλεος και τη συγχώρηση για αυτό και δικαιώνεται.
Και ο Κύριος κλείνει την παραβολή με αυτά τα λόγια: Όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί και θα φανεί αχρείος ενωπιον του Θεού , ενώ όποιος ταπεινώνεται θα υψωθεί στα μάτια του Θεού και θα ελεηθεί.


Αδελφοί, στην περίοδο του Τριωδίου στην οποία μπαίνουμε σήμερα ας μπούμε με ταπείνωση καρδίας. Ας μπούμε με ελπίδα στο έλεος του Θεού. Ας προσευχηθούμε όχι με τα χείλη όπως λέει η Γραφή: «ο λαός αυτός με τιμά με τα χείλη οι καρδιές τους όμως μακριά απέχουν από Μένα» αλλά από βάθους καρδίας.
Ας μην καυχηθούμε για τη νηστεία και για τις στερήσεις μας ενωπιον όλων αλλά ας επιλέξουμε την σιωπή και την κατάνυξη.
Στο Τριώδιο και στην μετέπειτα αγία τεσσαρακοστή εισοδεύουμε ως συναμαρτωλοί. Το ύψος της αρετής του καθένα ας μη γίνει καύχημα και αίτιο απωλείας, αλλά όπλο για πνευματικότερους αγώνες με την ευλογία και ευγένεια της σιωπής.

«Ας μην προσευχηθούμε φαρισαϊκά ,αδελφοί, αυτός που υψώνει τον εαυτό του θα μειωθεί ας ταπεινωθούμε ενώπιον του Θεού όπως ο Τελώνης δια της αληθούς νηστείας λέγοντας: Θεέ μου σπλαγχνίσου μας τους αμαρτωλούς».

Η Γραφή προειδοποιεί « Ο Θεός στους υπερήφανους αντιτάσσεται στους ταπεινούς όμως δίνει τη χάρη Του». Αυτή η χάρη του Θεού ας είναι μαζί μας , αδελφοί μου καθ όλη την ευλογημένη αυτή περίοδο .
Αμήν.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 06, 2009

Αντίπαλοι στη ζωή, άγιοι στον ουρανό



Στην ιστορία της Εκκλησίας μας έχουμε και αυτό το παράδοξο για τον κόσμο, αλλά κατά Θεόν μικρό και ασήμαντο: να αγιοποιούνται επίσκοποι που στην εκκλησιαστική τους ζωή υπήρξαν αντίπαλοι. Και αυτό βέβαια μπορεί να σκανδαλίζει τον άνθρωπο των κοσμικών κριτηρίων αλλά η εκκλησιαστική κρίση και οι βουλές του Θεού διαφέρουν κατά πολύ απ'αυτές των ανθρώπων.

Η αγιοποίηση ενός προσώπου εξαρτάται από το εκκλησιστικό και μάλιστα λαϊκό θέλημα που στηρίζεται σε αποδείξεις αγιότητας όπως χριστιανικός βίος, αγώνες για την ορθοδοξία, ασκητική βιοτή, έργα αγάπης, αναγνωρισμένη προσφορά στον άνθρωπο και την Εκκλησία, εν ζωή και μετά θάνατον θαυματοποιία κ.α. Η αγιότητα του αναφέρεται στη σχέση του με το θείο και στην κατά Χριστόν άψογη πολιτεία, μαρτυρία ή και μαρτύριο του.

Ο κοσμικός άνθρωπος συνηθίζει να μετρά τα πάντα με την ηθική του "καλού και του κακού", του "άσπρου και του μαύρου" , του απαρέγκλιτα ορθού , του σωστού image όπως θα λέγαμε που επιβάλεται να είναι ξένο κάθε ψόγου ή παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς.
Αυτά είναι και τα κριτήρια του "άγιου" και ηθικού πολίτη αυτού του κόσμου.
Όμως η Εκκλησία πορεύεται σύμφωνα με την ηθική και όχι με τον ηθικισμό, την ορθοδοξία και όχι την κοσμική θρησκεία, το σεβασμό προς το πρόσωπο και την ιδιαιτερότητα του και όχι την επίθεση βάρους ευσεβιστικών καθηκόντων και χρεών στον άνθρωπο.

Παράδειγμα η στάση του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας έναντι στον Ιερό Χρυσόστομο. Από την αρχή εχθρική , στάση πολεμικής, κληροδοτημένη από τον θείο του Θεόφιλο Αλεξανδρείας. Σε αυτήν παρέσυρε και τον άγιο Επιφάνιο. Και αυτό διότι οι άγιοι μας δεν υπήρξαν αναμάρτητοι κατ'αρχήν αλλά σταδιακά πάλεψαν για τον αγιασμό τους στον στίβο της άσκησης, της ομολογίας και της αληθινής θεολογίας. Ίσως αυτό τους κάνει πλεόν συμπαθείς και οικειότερους προς τα δικά μας δεδομένα. Οι άγιοι δεν ήταν εξωγήινοι αλλά άνθρωποι χοϊκοί, πήλινοι που πάλεψαν με τους δαίμονες τους και τα πάθη τους. Γνώρισαν στιγμές πτώσης και ανάστασης και τελικά απεκόμισαν "τον στέφανον της δικαιοσύνης". Ποιός αρνείται την αγιότητα του υπερασκητή και ομολογητή Κυρίλλου ή την πανάγια πατερική ακτινοβολία του Χρυσοστόμου σήμερα; Η δύναμη του χρόνου και η αδυναμία των παθών που δημιουργούνται για να αυτοκαταστραφούν και πάνω απ'ολα η θεϊκή βούληση φέρνουν την ομαλότητα και εξουθενώνουν κάθε ίχνος ανωμαλίας. Στο ζύγι της εκκλησιαστικής συνείδησης και της άνωθεν θεϊκής κρίσης βαραίνουν πράγματα ουσίας και όχι υποθέσεις υποκρισίας.

Η σημερινή ημέρα προβάλει σαν μεγάλο φωστήρα τον Ιερό Φώτιο,στύλο της ορθοδοξίας. Στην σχέση του με τον άγιο Ιγνάτιο πατριάρχη Κων/πόλεως, ζηλωτή λάτρη των ιερών εικόνων και αποδεδειγμένα μαχητή της αλήθειας, τίθεται θέμα εκκλησιαστικής κανονικότητας, αφού ο Φώτιος "αθρόον" χειροτονηθείς καταλαμβάνει τον θρόνο του εξόριστου Ιγνατίου. Αργότερα για λόγους ορθόδοξης ομολογίας αντίθετους με τα αυτοκρατορικά συμφέροντα, ο Φώτιος εξορίζεται και αποκαθίσταται πάλι ο Ιγνάτιος!

Η αυστηρή κριτική του Ιγνάτιου προς τον Καίσαρα Βάρδα, θείο του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ' και ισχυρό άνδρα μετά την απομάκρυνση της Θεοδώρας από την εξουσία, είχε ως αποτέλεσμα να κατηγορηθεί για συμμετοχή σε συνωμοσία, να εξαναγκαστεί σε παραίτηση και να εξοριστεί στη νήσο Τερέβινθο. Στη θέση του εξελέγη ο Φώτιος, ο οποίος μέσα σε ελάχιστες μέρες από λαϊκός ανήλθε στις τρεις βαθμίδες της ιεροσύνης. Αρχικά η εκλογή του Φώτιου δεν ενόχλησε τον Ιγνάτιο, όταν όμως ο λόγιος πατριάρχης ήρθε σε αντίθεση με τους Ζηλωτές Στουδίτες, τότε οι υποστηρικτές του Ιγνατίου απευθύνθηκαν για υποστήριξη στον Πάπα Νικόλαο Α΄. Αυτός αρχικά δεν αντέδρασε, εξάλλου είχε αμφισβητηθεί η κανονικότητα της εκλογής και του Ιγνατίου, αργότερα όμως καταδίκασε τον Φώτιο. Οπωσδήποτε, πίσω από την παπική καταδίκη υπήρχε η αξίωση για το πρωτείο και η προσπάθεια της Ρώμης να αποκτήσει επιρροή στην αρτιγέννητη εκκλησία της Βουλγαρίας.

Το 867 ο Βασίλειος Α' ο Μακεδών δολοφόνησε τον Μιχαήλ Γ' και ανέβηκε στο θρόνο. Επιδιώκοντας τη συμμαχία με τον Νικόλαο Α΄ και τον Λουδοβίκο Β΄, αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο Βασίλειος εξόρισε το Φώτιο και αποκατέστησε τον Ιγνάτιο στον πατριαρχικό θρόνο. Μετά την αποκατάστασή του από σύνοδο, στην οποία συμμετείχαν αντιπρόσωποι του Πάπα και θεωρείται από τους Δυτικούς ως η Η΄ Οικουμενική, ο Ιγνάτιος δεν υποχώρησε στο βουλγαρικό ζήτημα και το 870 η βουλγαρική εκκλησία επανήλθε στη βυζαντινή σφαίρα επιρροής.

Αργότερα ο Ιγνάτιος συμφιλιώθηκε με τον Φώτιο, ο οποίος ανακλήθηκε από την εξορία και ανέλαβε τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών του αυτοκράτορα. Όταν ο Ιγνάτιος πέθανε το 877, ο Φώτιος επανήλθε κανονικά στο θρόνο και συνέβαλε στην αγιοποίηση του προκατόχου του. Η μνήμη του Ιγνατίου τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 23 Οκτωβρίου. Ενώ ο Ιερός Φώτιος την σημερινή ημέρα.

Ποιός θα αμφισβητήσει την ορθοδοξία ή την ιερότητα των δυό αγίων ανδρών;






(πηγές: wikipedia)

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 05, 2009

Αρχαίοι άνθρωποι της ανατολής

Ένα από τα αγαπημένα μου κείμενα του μεγάλου λογοτέχνη μας :

Φωτίου Κόντογλου

Προ λίγα χρόνια ακόμα μπορούσες να βρεις εκεί μέσα από κείνη τη γενεά των αρχαίων ανθρώπων, πού δεν υπάρχουνε σε άλλα μέρη, σαν κι αυτούς πού διαβάζουμε στις ιστορίες των παλαιών Ελλήνων, και πού τις συνταιριάξανε ο γερο - Όμηρος, ο Ησίοδος, ο Ηρόδοτος, ο Θεόκριτος, καθώς και στην Παλαιά Διαθήκη. Ήτανε αρχαίοι Έλληνες μαζί κι Ανατολίτες χριστιανοί, πράοι κι αθώοι ανθρώποι. Σά να τους απόκλεισε η φύση σε κείνο το ευλογημένο στενοθάλασσο, κι απομείνανε όπως βρεθήκανε πριν από χιλιάδες χρόνια, ίδιοι κι απαράλλαχτοι, από τότες που ήτανε ειδωλολάτρες και πιστεύανε στα ξύλα, στ’ άστρα και στα δέντρα.

Μα το παράδοξο είναι πώς δεν ήτανε άγριοι, πονηροί και μοβόροι, μαχαιροβγάλτες κι ακοινώνητοι. Σάν παιδιά αγαπούσανε τις ιστορίες, όλα τα πιστεύανε, καλοσύνη είχανε στην καρδιά τους. Βαστούσανε στο χωριό σπίτια μ’ όλη την τάξη. Κλέφτες δεν ήτανε, ψέματα δε λέγανε, τη δουλειά την αγαπούσανε, τον ξένο σαν αδερφό τους τον είχανε. Και τούτο, επειδή ζούσανε με μεγάλη απλότητα κ’ ήτανε φχαριστημένοι με λίγα πράματα, και δε χρειαζόντανε μηδέ το ψέμα, μηδέ την κλεψιά, μηδέ το σκοτωμό, για να πληθύνουνε την καλοπέραση τους. Την πείνα όμως δεν την ξέρανε, γιατί η μεγάλη στεριά, που τους γέννησε, δεν άφηνε κανένα νηστικόν και παραπονεμένον, η βλογημένη Ανατολή, πού βγάζει πολύ και γλυκό ψωμί, και κάθε λογής πράμα, μέλι, γάλα, λάδι κι ό,τι άλλο χρειάζεται για ζωοθροφία του ανθρώπου, δίχως μάταια πράματα. Όπως η γης έθρεφε κάθε λογής προκομμένο δέντρο, η θάλασσα έθρεφε ψάρια πού ’χανε την ιδιαίτερη νοστιμάδα πόχει κάθε τι που βγάζει κείνη η βλογημένη πλάση, άγρια και ήμερα.

Αλλά κ’ οι ανθρώποι δεν ήτανε πλεονέχτες, ο πλούσιος έδινε στον πιο φτωχό, κι ο φτωχός πάλε δεν ήθελε σώνει και καλά ν’ ανεβεί απάνου από τον άλλον, δε λίμαζε, δεν τον έτρωγε η ζηλοφθονία, ούτε ο νους του ήτανε όλο στο κέρδος, μόνο πέρναγε η ζωή τους με ειρήνη βαθειά, κι ο Θεός τους βλογούσε από πάνου.




Φαίνεται πώς τέτοιοι πρωτινοί ανθρώποι υπήρχανε πάντα εδώ στην Ανατολή’ και τότες πού άλλαξε η θρησκεία και γινήκανε χριστιανοί, απομείνανε οι ίδιοι, γιατί η καινούργια θρησκεία ήτανε ποιητική και απλή σαν την παλιά βάλε και περισσότερο. Τούτοι βαστούσανε από ανθρώπους που ζήσανε και κείνοι κρυφά από τον θεό, τον καιρό πού κυβερνούσανε τον κόσμο οι Ρωμαίοι. Ύστερα, σα γίνηκε χριστιανικό βασίλειο η Κωσταντινούπολη, και τα μέρη τούτα ήτανε ολότελα ξεχασμένα κι απόμερα, και δεν πήγαινε ποτές άνθρωπος από άλλη χώρα εκεί πέρα, γινήκανε πιο απλοί, αντί να ξυπνήσουνε και να πονηρέψουνε. Σε άλλα μέρη χαλούσε ο κόσμος από τους πολέμους, αμέτρητοι ανθρώποι σφαζόντανε στα τέσσερα πέρατα της σφαίρας, εδώ όμως βασίλευε ειρήνη.

Για τούτο ο άνθρωπος, μακριά από τις ακαταστασίες, «ζώον εύδαιμον εγένετο», όπως λέγει ένας αρχαίος Έλληνας, δηλαδή εζούσε σαν κανένα ευτυχισμένο ζό στην αγκαλιά της φύσης, πού τον γλυκονανούριζε. Σα να ’βγαινε από τη γης και πάλε να γύριζε στη γης, δίχως θλίψη, δίχως να γευτεί θάνατο, όπως το κεραμίδι που κάνει ο κεραμιδάρης από το χώμα, σα γεράσει, λυώνει σιγά-σιγά και το γλύφει το κύμα στην ακρογιαλιά και γυρίζει πάλε ήσυχα στη γης. Σάν το αυγό π’ αφήνει το γιαλοπούλι απάνου στον άμμο, κοντά στην αρμυρήθρα, έτσι ήτανε κείνοι οι ανθρώποι.

Ο ουρανός στεκότανε ίδια καμάρα από πάνου τους, γύριζε με τον ήλιο, με το φεγγάρι και με τ’ άστρα, καθώς κι ο γύρος του χρόνου μεταλλάζουνταν από μέρα σε νύχτα κι από καλοκαιρι σε χειμώνα, κι όλα τούτα τα ζούσανε στην κάθε στιγμή, ενώ εμείς οί ανθρώποι της πολιτείας δεν προφταίνουμε να τα κοιτάξουμε, γιατί ζούμε μακριά και σαν όξω από την πλάση, φορτωμένοι με μάταιες έγνοιες. Τα ρούχα τους, πουκάμισα και βρακιά φαρδιά, δλα ήτανε φαντά στην κρεβατή, από μαλλί πρόβιο πού το λαναρίζανε και το γνέθανε οι γυναίκες. Το χειμώνα πρόβιες γούνες φορούσανε, γιατί πολλές φορές πέτρωνε η γης από το κρύο. Σιδερένια πράματα λιγοστά είχανε, μόνο βολευόντανε με καβίλιες αντίς καρφιά, παλούκια, ξυλόκουπες, διχάλια. Και στα σπίτια τους όλα τα χρειαζούμενα ξυλένια ήτανε. Πολλές φορές βάζανε ένα ξύλο αντίς για κουμπί. Οι τσομπάνηδες φορούσανε το χειμώνα προβιές με το μαλλί από μέσα.

Άν κ’ ήτανε ανθρώποι παντρεμένοι με όμορφες και γερές γυναίκες, κ’ είχανε θυγατέρες με κορμιά ερωτικά σαν τα νιογέννητα φοράδια, ωστόσο φαινόντανε και σαν ασκητές. Το κρύο και τη ζέστη δεν τα φοβόντανε, γιατί ήτανε σαν το πρινόδεντρο, μαθημένοι από μικροί.

Ζούσανε αναπαμένοι μέσα στη γλυκεία αγκαλιά της φύσης, σα να μη φάγανε οι παππούδες τους από το καταραμένο δέντρο. Με το τίποτα ζούσανε και τίποτα δεν τους έλειπε. «Τίς εστίν ο πλούσιος; Ο εν τω ολίγω αναπαυόμενος.»

Όχι πλατσομύτες αραπάδες, όπως οι φυσικοί ανθρώποι στην Αφρική και στον ωκεανό, αλλά λεπτοκανωμένα χαρακτηριστικά, αρχαία ελληνικά και βυζαντινά, έβλεπες σ’ αυτούς τους βουνίσιους ανθρώπους. Οι νιοί ήτανε σαν τον Αχιλλέα, σαν τον Πάτροκλο, είτε και σαν τον Μεγ’-Αλέξαντρο.


Πολλοί τους ήτανε σγουρομάλληδες κ’ ηλιοκαμένοι, συχνά ξανθότριχοι, όχι με κείνο το χρώμα που μοιάζει σα λινάρι, μα ίδιο με του ξεράγκαθου, π’ ανεμίζεται στις χέρσες ακρογιαλιές, με το πρώτο χνούδι πού ίδρωνε αλαφρά στο μουστάκι και στα μάγουλα, συνέχεια με τα τσουλούφια τους, αλισαχνιασμένο από τη θάλασσα. Οι γέροι πάλε μοιάζανε, άλλος σαν Ποσειδώνας με στριφτά γένεια από την αρμύρα, άλλος σαν Όμηρος απαράλλαχτος, άλλος σαν Άγιος Νικόλας, άλλος σαν τ’ άγαλμα του Λαοκόοντα, άλλος σαν τον μάντη Τειρεσία, άλλος σα Σκεντέρμπεης, τέτοια σκέδια. Οί μεσόκοποι πάλε παρομοιάζανε με τον Χριστό, όπως είναι ζωγραφισμένος στα παλιά τα κονίσματά μας, με τον Άη - Γιάννη τον Πρόδρομο, με τον αντρείο Λεωνίδα, με τον Θεμιστοκλή, τον Επαμεινώνδα, κι όσοι ξουρίζανε τα γένεια τους ήτανε ίδιοι με τον Μάρκο Μπότσαρη, με τον Νικηταρά, με τον Μιαούλη, και με τους άλλους καπετανέους. Αλλά και τα ονόματά τους ήτανε αρχαία: Μιλτιάδης, Δυσσέας, Ξενοφός, Λεγωνίδας, Αλέξαντρος, Αγαμέμνονας, Δημοσθένης, Όμηρος, Αγησίλαος, Παμεινώντας, Τέρπαντρος, Πυθαγόρας, Έχτορας, Ποσειδώνας, Μιστοκλής, Αχιλλέας, Πάτροκλος, Αριστείδης, Σοφοκλής, Βριπίδης, Κλεάνθης, Τιμολέοντας, Θρασύβουλος, Φιλοχτήτης, και παλιά χριστιανικά: Σίδωρος, Ακίντυνος, Ανίκητος, Φίλιππας, Νικάνορας, Παλουλόγος, Στέργιος, Ανδρόνικος, Δούκας, Ρήγας, Φωκάς.

Αλλά και τις γυναίκες, που και κείνες ήτανε σαν αρχαίες στο παρουσιαστικό, τις κράζανε με αρχαία ονόματα: Αφροδίτη, Ασπασώ, Πολυξένη, Μυρσίνη, Θεανώ, Κλεοπάτρα, Καλλιόπη, Ισμήνη, Αντρομάχη, Κλεονίκη, Ελένη, Κασσάντρα, Ελπινίκη, Βρύκλεια, Αγαθόκλεια, Αθηνά, Χαρικλειώ, Ευθαλία, Αγλαΐα, Νεφέλη, Ευρυδίκη, Ηρώ, Πολύμνια, Αριάδνη, Αντιόπη, Πηνελόπη, Δήμητρα, Αρσινόη, Θεώνη, Ροδόπη, και παλιά χριστιανικά: Ειρήνη, Ευανθία, Φεβρωνία, Ζαχαρώ, Ζωή, Μαγδαληνή, Υπαπαντή, Αντωνία, Βασιλοπούλα, Ευφημία, Ροδούλα, Χρυσάνθη, Αξιοθέα, Γρηγορία, Θεοκτίστη, Ρήγαινα, Δομνία, Μελανθία, Παλουγού, Κατακουζ’νή, Μελίσσινή, Ζωγραφιά, Μαλαματένια, Βλωττία, Στρατηγούλα, Πρεσβεία, Μιλτώ, Αντρονίκη, Βαγιώ, εξόν από τα συνηθισμένα.

Τα παλληκάρια βοηθούσανε τους πατεράδες τους, υποταχτικά, καλά παιδιά, και δε λέγανε πολλά λόγια. Πρώτα μιλούσανε πάντα οι γέροι, κ’ ύστερα οι νιοί. Οι γέροι σιγομιλούσανε, κουβεντιάζανε όλο με παροιμίες’ γιατί οι κολασμένοι κ’ οι καταραμένοι βιάζουνται. Ο χαιρετισμός τους ήτανε: «Ώρα καλή!» - «Πολλά τα έτη!» - «Χαιρετίσματα!» η «Προσκυνήματα!» - «Μετά χαράς!»



Είχανε κ’ ένα δικαστήριο αναμεταξύ τους’ ό,τι διαφορά είχανε οι νιώτεροι, την κρίνανε οι γέροι, συμβουλεύοντάς τους και ταχτοποιώντας τους με την ορμήνεια, ήσυχα, δίχως οχλοβοή.

Ξέρανε την ιστορία τ’ Αχιλλέα, του Μεγ’-Αλέξαντρου, του Παλαιολόγου, του Σκεντέρμπεη’ πολλές φορές είχανε την ιδέα πώς τα πιο αρχαία γινήκανε ύστερ’ από τον Χριστό. Τον Αλή Πασά, τους Σουλιώτες, τον Μάρκο Μπότσαρη, τον Θανάση Διάκο,τον Κολο-κοτρώνη, και τους άλλους καπετανέους, τους φέρνανε πάντα στην κουβέντα τους’ από τους σημερινούς τον Παναγή τον Κουταλιανό, κ’ οι πιο καινούργιοι τον Νταβέλη και τον Παύλο Μελά. Από τους ξένους δεν ξέρανε μηδέ τον Μέγα Ναπολέοντα, μονάχα τον τσάρο ξέρανε, και τον πόλεμο της Κριμαίγιας, που τον έκανε ο «Μέγας Κατερίνης». Από τ’ άλλα τα έθνη γνωρίζανε τους Ιγγλέζους, τους Ρούσους και το Μισίρι, αλλά για χριστιανούς είχανε μονάχα τους Ρούσους. Αρχαία πολιτεία ήτανε γι’ αυτούς η Τρωάδα κ’ η Πέργαμο, κι αγιασμένα μέρη η Γερουσαλήμ και τ’ Άγιον Όρος.

Τα χρώματα, εξόν από το κόκκινο, το μαβί, το πράσινο και το κίτρινο, τ’ άλλα τα βγάζανε από φυσικά πράματα, λαδί, θαλασσί, χρυσαφί, λεμονί, πορτοκαλί, λαχανί, τσαγαλί (αμυγδαλί), ξυδί, κρασουλί, ζαχαρί, καφεδί, σταχτί, μελί, καστανό, αχυρί, κεραμιδί, ψαρί, μελιτζανί, τριανταφυλλί, γερανί, ροδί, της σκουριάς το χρώμα, της φωτιάς το χρώμα.

Λίγο ώς πολύ, όλοι τους όμορφα κι ασυνήθιστα μιλούσανε, σα ζωγραφιές ήτανε τα λόγια τους, μα ήτανε και κάτι γέροι ανάμεσά τους, που η ομιλία έβγαινε από το στόμα τους κι από το μέλι γλυκύτερη, όπως λέγει ο γερο-Όμηρος. Αυτοί σταθήκανε οί δάσκαλοί μου.

Από τ’ αρχαία λόγια που άκουσα να λένε και που δεν τα συνηθίζουμε πια εμείς, θυμάμαι για την ώρα τούτα: όρη (βουνά), σκόλη (σχολή, αργία), παίδος, θυγατέρα, Νεκτεναβός, χαμένο ρηγάτο, ποιγητής, παλιαύι (πλαγίαυλος), έθαρμος (ένθερμος), χωρύγι (ασβέστης), προς νερού, τούμπα (τύμβος), πυθεύω, κροτώ (το κρότησε το μωρό), λατρεύω, αγαθός, πανάγαθος, έλεγος, ποντίζω, κι όσα βάζω συχνά μέσα στο γράψιμό μου. Οι θαλασσινοί λέγανε σωτρόπι, ποδόσταμο, δοιάκι, πεζόβολας, αθερίνα, θαλάμι, κι άλλα πολλά. Παράξενα λόγια που δεν τ’ άκουσα σ’ άλλο ελληνικό μέρος, λέγανε τούτα: σκούρκα (βράχος), κάκνα (γαλοπούλα), μπιζνέρα (τσέπη).

Μακάριοι άνθρωποι, σαν τους λεγόμενους Λωτοφάγους, δεν τους μόλεψε η πλεονεξία κ’ η περηφάνεια. Για τούτο θα μπορούσανε να δανείσουνε ευτυχία σε βασιλιάδες, σε βεζιράδες και σε ανθρώπους που τους τρέμει ο κόσμος.

Όλοι - όλοι καμμιά κατοστή ανθρώποι ζούσανε ένα γύρο σε τούτη τη θαλασσινή λίμνη: τσομπάνηδες, ψαράδες, γιαλικάρηδες και κεραμιδαρέοι. Μακριά από την πολιτεία, πού ήτανε χτισμένη στο παραέξω μέρος του μπουγαζιού, κι από το Γενιτσαροχώρι, π’όπεφτε κατά το μέσα μπουγάζι, αλλά μακριά όμως από τη θάλασσα, δίχως να φαίνεται.

Όποτε κονομήσω λίγον καιρό, λογαριάζω να στορίσω σ’ άλλη φυλλάδα, έναν - έναν, κείνους πού σταθήκανε οι πιο σπουδαίοι κ’ οι πιο ασυνήθιστοι ανάμεσα τους.

Πολλούς απ’ αυτουνούς δεν τους έφταξα, αλλά άκουσα την ιστο-ρία τους απ’ άλλο στόμα. Ο πιο παλαιός απ’ όσους ξέρω στάθηκε ο Γιάννης ο Βλογημένος. Απ’ όσους έφταξα ο πιο σπουδαίος ήτανε ο μπάρμπα - Μανώλης ο Βασιλές, το στοιχειό της θάλασσας. Ύστερα ερχόντανε με τη σειρά ο Λιβανής, ο Ψύλλος, ο Μπιλάλης, ο Λασπίτης, ο Ξεροτρόχαλος, ο Μπάμπουρας, ο Μπαρμπάκος, ο Ζαφείρης, ο Ντάντινας, ο Αρναούτης, ο παλαβο - Παρασκευάς, ο Γρίτσας κι άλλοι πολλοί.



Άλλοι ήτανε στεριανοί, άλλοι θαλασσινοί, μα κ’ οι πιο πολλοί οι στεριανοί ξέρανε από θάλασσα, κ’ ένα - δυο θαλασσινοί νογούσανε από ξοχαρική και ξέρανε ν’ αρμέξουνε. Πολυτεχνίτης ήτανε ο Σίλβεστρος, καλογερόδιακος πού’ξερε τη στεριά, και τη θάλασσα καλά, κ’ ήτανε ψάλτης, θαλασσινός, ξοχάρης, τσομπάνης και καραβομαραγκός’ αλλά αυτός ήτανε ταξιδεμένος, ασκήτεψε και στ’ Άγιον Όρος, και δε λογαριάζεται με τους πρωτινούς, που τους λέγανε οι Τούρκοι «λιμάν μπαλούκ», δηλαδή ψάρια του λιμανιού.

Οι πιο απονήρευτοι απ’ ανάμεσά τους δεν ήτανε παγαιμένοι από πολλά χρόνια στην πολιτεία. Καμμιά φορά που με ρωτούσανε τί γίνεται ο κόσμος, θυμόμουνα την ιστορία τ’ Άγιου Μάρκου, π’ ασκήτευε σ’ έναν έρημον τόπο και πήγε να τον εύρει ένας καλόγερος και, σαν τον ηβρε και μιλήσανε για πολλά, τον ρώτηξε ο αββάς: «Ίσταται ο κόσμος και θάλλει κατά το αρχαίον;» Και κείνος τ’ αποκρίθηκε: «Ναι, πάτερ, χάριτι Χριστού, και υπέρ το αρχαίον θάλλει πλείον ο κόσμος έως την σήμερον!» Έτσι ρωτούσανε και μένα κείνοι οι ανθρώποι.

Όλος ο κόσμος, ο ουρανός, η στεριά, η θάλασσα, ήτανε γεμάτος από στοιχειά κι από πνέματα. Τελώνια βρισκόντανε στα σύννεφα και στον πάτο της θάλασσας, «νυκτολάλα, αστρομαγικά, είτε εν άλσοις, είτε εν καλάμοις, είτε εν διόδοις, είτε εν ποταμοίς παρατρέχοντα». Η ειδωλολατρία κι ο χριστιανισμός ήτανε ανακατεμένα στη φαντασία τους, για τούτο το ’χανε για ένα πράμα χριστιανός και Έλληνας. Πολλά ειδωλολατρικά πράματα λέγανε πώς τα ’πε ο Χριστός, ή πώς είναι γραμμένα στο Βαγγέλιο.



Οι αγέρηδες, προ πάντων ο βοριάς κ’ η νοτιά, ήτανε στο πνέμα τους σαν ανθρώποι, ο ήλιος, το φεγάρι το ίδιο. Τα φίδια ήτανε στοιχειωμένα. Υπάρχανε δέντρα και πηγάδια και πέτρες που τα ’χανε για ιερά. Η θάλασσα ήτανε αγιασμένη. Το ψωμί ήτανε αγιασμένο, δεν πατούσανε ποτές απάνου στα ψίχουλα, κι αν έπεφτε χάμου κανένα κομμάτι ψωμί, τ’ ανεσπαζόντανε και το προσκυνούσανε κολλώντας το στο μέτωπο τους. Όποτε πίνανε κρασί, χύνανε λίγο στο χώμα, σα να κάνανε σπονδή. Χαιρετούσανε βάζοντας το δεξί χέρι στο στήθος και γέρνοντας αλαφρά το κορμί τους.

Οι τσομπάνηδες βλέπανε πολλές φορές έναν τραγοπόδη στα μαντριά, ανάμεσα στα γίδια και στα πρόβατα. Άμα άρρωστούσανε τα πρόβατα, κάνανε ξόρκια παράξενα’ άμα τελείωνε τ’ άρμεγμα, βουτούσε ο τσομπάνης το χέρι του στ’ αφρισμένο γάλα και ράντιζε τα πρόβατα, μουρμουρίζοντας μυστικά λόγια. Κοντά σ’ αυτά, τα θυμιάζανε με χριστολούλουδο, κάνανε αγιασμό μέσα στο μαντρί με το κοπάδι ολόγυρα, και κρεμάζανε φυλαχτά στο λαιμό τους. Τα κουδούνια δεν τα βάζανε μόνο για να χτυπούνε, αλλά και για το μάτι, όπως τις χάντρες. Γητειές, δηλαδή μάγια, πού στην αρχαία γλώσσα λέγονται γοητείες, κάνανε πολλές οί Λημιοί, π’όρχουνταν από τη Λήμνο σε τούτα τα μέρη ξοχάρηδες’ έχω διαβασμένα πως αυτοί από τ’ αρχαία τα χρόνια κάνανε πολλά μαγικά.


Το βόδι και το πρόβατο τα ’χανε για βλογημένα, γιατί ζεστάνανε τον Χριστό με την ανασαμιά τους τότες πού γεννήθηκε μέσα στο παχνί’ το γίδι όμως το ’χανε για καταραμένο. Το γάδαρο βλογημένον, γιατί σήκωσε τον Χριστό, και τ’ άλογο βλογημένο, γιατί το καβαλίκεψε ο Άη - Γιώργης. Από τα δέντρα το πιο βλογημένο ήτανε η ελιά, της Παναγιάς το δέντρο. Η δάφνη, η μυρσίνη, ο βασιλικός, το δεντρολίβανο, ο αβαγιανός, ήτανε αγιασμένα. Η συκιά καταραμένη από τον Χριστό.

Οι θαλασσινοί πάλε είχανε για στοιχειωμένα κάτι βράχους, πέτρες, ξέρες και σπηλιές. Η θάλασσα άγιασε από τον Χριστό κι από τους Δώδεκα Απόστολους, πού ήτανε θαλασσινοί ανθρώποι, βλογημένα, και τα εργαλεία τους, τα δίχτυα και τα παραγάδια’ τα δίχτυα όμως ήτανε πιο βλογημένα, γιατί σκεδιάζουνε σταυρό, έτσι που ’ναι μπλεγμένα. Το τετράγωνο πανί πού βάζανε στις βάρκες της Ανατολής, το λεγόμενο τέντα ή φούσκα ή σακολεβίσο, το πρωτοηύρε ο Άη - Νικόλας, για να μην πνίγουνται οι ανθρώποι, γιατί είναι χαμηλό και φουσκωτό και ξεθυμαίνει ο αγέρας. ο Άη - Νικόλας ηύρε και το τιμόνι με τα βελόνια, γιατί πριν οι ανθρώποι είχανε για τιμόνι ένα κουπί, και για τούτο δεν ταξιδεύανε με τα πανιά στα όρτσα, δηλαδή καταπάνου στον αγέρα, αλλά μονάχα πρίμα και δευτερόπριμα. Τίς κουρίτες πάλε, μ’ άλλα λόγια τα ρηχά τα περάματα, πού ’ναι ίδια μονόξυλα, ίσια από κάτου δίχως καρίνα, τα ηύρε ο Χριστός, για να πλεύουνε στα ήμερα και στα ρηχά τα νερά, κι από πάν’ από τα δίχτυα, επειδή δεν πιάνουνε πολύ νερό.

Πολλές φορές μου λέγανε πως είδανε γοργόνες να λιάζουνται γιά να βουτάνε στ’ ανοιχτά δίπλα στη βάρκα, και άλλα στοιχειά να φτερνίζουνται μέσα στις σπηλιές, κάτι αλλά στοιχειά πάλε καβαλι-κεμένα απάνου σε σκυλόψαρα, όχι όμως σε δερφίνια, γιατί μέσα στο μπουγάζι δεν είχε δερφίνια, σπάνια νά’χανε κανένα τα νερά του και νά’μπαινε μέσα. Μου λέγανε και για κάποιο στοιχειό με γένεια μαύρα, ήμερο, π’ αγαπά τους ανθρώπους, ο Κουντεντές λεγόμενος’ πολλές φορές καθότανε στα βράχια και δε μιλούσε. Όποιοι λάχαινε να τον δούνε, αλλάζανε δρόμο για να μην τον στενοχωρέσουνε. Ίσως να ’τανε ο αρχαίος Τρίτωνας.

Στεριανοί και θαλασσινοί, είχανε την Ανατολή για βλογημένη, γιατί εκεί γεννήθηκε ο Χριστός, κι από κει βγαίνει ο ήλιος, κι όσοι ανθρώποι γεννιούνται στην Ανατολή, είναι βλογημένοι, Έλληνες και Τούρκοι.

(Aπ'το βιβλίο Το Αϊβαλί , η πατρίδα μου)