Σάββατο, Νοεμβρίου 30, 2013

Το σύμφωνο συμβίωσης και ο αφορισμός



(Ο Χριστός με το γλυκό και με το αυστηρό βλέμμα στην ίδια εικόνα)

Τις τελευταίες ημέρες είμαστε ανάμεσα στην «έκπληξη» και το «συγκλονισμό» της προοδευτικούρας και στην απειλή του Μητροπολίτη Πειραιώς για αφορισμό, σαν να είναι το υπερόπλο εναντίον όσων επιβουλεύονται την ορθόδοξη πίστη. Νομίζω ότι όλοι δικαιούμαστε τουλάχιστον ένα σχόλιο….
α) Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει άποψη και θέση επί του πολιτικού γάμου και του συμφώνου συμβίωσης. Δικαιούται να έχει άποψη και δικαιούται να την προβάλει δημόσια. Και το έχει κάνει και στο παρελθόν. Όσοι (…και καλά….) εκπλήσσονται, είναι τουλάχιστον υποκριτές. Έχει επίσης άποψη και για την ομοφυλοφιλία, ως παρά φύσιν επιλογή. Οι απόψεις αυτές πηγάζουν από τα ιερά κείμενα που εκφράζουν τη διδασκαλία της. Εάν τώρα αρέσουν οι θέσεις αυτές ή όχι, είναι άλλο ζήτημα. Ότι κάποιος έχει δικαίωμα να μη συμφωνεί, είναι αυτονόητο. Αλλά το να συγκλονίζεται και να απαιτεί την αλλαγή τους, είναι τουλάχιστον άκυρο. Και μυωπικό, εάν δεν απαιτεί το ίδιο και από την εβραϊκή και μουσουλμανική κοινότητα της χώρας.
β) Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν εκπροσωπείται από τις προσωπικές απόψεις ενός Μητροπολίτη. Ευτυχώς, στην παράδοση της καθ’ ημάς Ανατολής δεν έχουμε αντιπροσώπους και εκπροσώπους του Θεού. Ή τουλάχιστον δεν δικαιώνονται θεολογικά όσοι θέλουν να παραστήσουν έτσι τον εαυτό τους. Όταν λοιπόν εύκολα και ανέξοδα συγχέουμε το όνομα «Εκκλησία» με το τι δηλώνει ένας Μητροπολίτης, πονηριά ή αφέλεια υπάρχει στο παρασκήνιο.
γ) Ο όρος αφορισμός δεν έχει ενεργητική σημασία («σε αφορίζω»), αλλά παθητική («εγώ αφορίζομαι – αποκόπτω τον εαυτό μου από την πίστη και ζωή της Εκκλησίας»). Τη δεύτερη και σωστή σημασία θα έπρεπε πρώτοι να προβάλουν οι ιεράρχες στα πλαίσια της φιλάνθρωπης ποιμαντικής τους για τη σωτηρία των ανθρώπων. Και όχι την πρώτη ως εξουσιαστές και ιεροεξεταστές σαν να ορίζουν την ιδιοκτησία τους. Εάν έπρεπε να πιάσουμε το γράμμα όλων των κανόνων και να μοιράζουμε αφορισμούς με ενεργητική σημασία, είναι πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ελάχιστοι θα γλίτωναν – αμφιβάλλω εάν στους ελάχιστους θα ήταν όλοι αυτοί που κραδαίνουν το δάχτυλο της ηθικής και της τάξης. Πάντα στην Εκκλησία μετράει το έλεος και η αγάπη του Θεού και πάντα γίνεται διαχωρισμός της αμαρτίας από τον αμαρτωλό. Γι’ αυτό η Εκκλησία είναι πνευματικό θεραπευτήριο για όλα τα μέλη της με μόνο ιατρό τον Ιησού Χριστό. Μάλλον, αυτό χαλάει τη σούπα μερικών «εξολοθρευτών» και «σωτήρων»…
δ) Μήπως η έκπληξη και ο συγκλονισμός βουλευτών για τον «αφορισμό» μεταφράζεται ως απώλεια της δύναμής τους σε ψήφους; Μήπως αυτό μετράει περισσότερο από την αμφισβήτηση για το εάν είναι συνειδητά και πιστά μέλη της Εκκλησίας; Μήπως με αυτή τη λογική χρησιμοποιείται επικοινωνιακά και από τον εκτοξευτή της απειλής;
ε) Το επιχείρημα ότι αρκετοί κληρικοί (εικασίες, άκουσα, είδα, ξέρω κάνα δυο, κ.λ.π.) είναι ομοφυλόφιλοι, άρα η Εκκλησία πρέπει να αλλάξει τη στάση της είναι τουλάχιστον γελοίο. Κατ’ αρχήν, είναι ανήθικη και φασιστική η επίκλησή του από όσους είναι υπέρμαχοι του ελεύθερου σεξουαλικού προσδιορισμού χωρίς στιγματισμό. Όλοι είναι ελεύθεροι εκτός από τους κληρικούς; Και γιατί τους στιγματίζετε με το να τους αναφέρετε; Ίσα ίσα, κάποιος θα μπορούσε να δει και ένα είδος προσωπικού αγώνα στο ότι, παρά την επιλογή τους, εκφράζουν τη συμφωνία τους με τη θέση της Εκκλησίας απέναντι στην ομοφυλοφιλία. Ή τουλάχιστον δεν την πολεμούν. Δηλαδή, με το επιχείρημα ότι κάποιοι κληρικοί καπνίζουν, πρέπει η Εκκλησία να διακηρύξει στα μήκη και στα πλάτη της χώρας ότι το τσιγάρο είναι μια ειδική ευλογία του Θεού που μόλις πρόσφατα ανακαλύψαμε;
στ) Όλοι εσείς οι upgraded δημοκράτες και ανεκτικοί που επιτίθεστε κατά πάντων, όταν έχουν επιφυλάξεις, ερωτήματα ή διαφωνίες σχετικά με το σύμφωνο συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια…. Όλοι εσείς που η δεύτερη κουβέντα σας είναι η ταμπέλα του ομοφοβικού σε όποιον διαφωνεί μαζί σας, καλό θα ήταν να προσέξετε μήπως κάνετε μια ωραία εισαγωγή στο νέο σύνδρομο του ετεροφοβικού.

Με το θάρρος της επώνυμης γνώμης…..





 π.ασημακόπουλος






εδώ

Ο μύθος του "Καλού Ανθρώπου"

    okalos2

    Ο σημερινός άνθρωπος έχει παγιωθεί σε μια αυτοδικαίωση που συνήθως εκφράζεται ως εξής: « Είμαι καλός άνθρωπος, δε σκότωσα κανέναν , δεν πείραξα κανέναν, δίνω και ελεημοσύνη που και που οπότε γιατί να μη με σώσει ο Θεός;».

    Πολλοί άνθρωποι θεωρούν ότι ο Θεός είναι ένας αιώνιος χωροφύλακας και ότι η σωτηρία είναι μια κατάσταση που ο άνθρωπος κερδίζει μέσα από μια τήρηση εντολών του φαίνεσθαι. Μιλάμε για μια τρομερή πλάνη που οφείλουμε να θεραπεύσουμε ώστε ο άνθρωπος να μην κολυμπάει στο ψέμα και την υποκρισία.

    Ο άνθρωπος σύμφωνα με τους Αγίους Πατέρες είναι ψυχοσωματική οντότητα. Όπως μας λέει και ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, ο άνθρωπος δεν είναι ούτε ψυχή ούτε σώμα αλλά το Όλον αυτού. Οπότε ο άνθρωπος θα μετέχει της Αναστάσεως ψυχοσωματικά και όχι απλά ένα μέρος του.

    Οι εντολές και οι καλές πράξεις είναι μέσο της σωτηρίας και όχι  αυτοσκοπός για να κερδίσουμε κάτι. Συγκεκριμένα οι εντολές είναι σημεία συνάντησης και σχέσης με τον ίδιο τον Τριαδικό Θεό. Το ότι κάποιος είναι εξωτερικά ένας καλός άνθρωπος δε σημαίνει τίποτα, μπορεί να είναι η αρχή για κάτι αλλά μπορεί να είναι και ένα τίποτα. Μπορώ δηλαδή να πω ένα καλημέρα και από μέσα μου να βρίζω, μπορεί να βοηθάω κάποιον γιατί έχω  συμφέρον. Μπορεί να δίνω ελεημοσύνη και να προσδοκώ στο άμεσο μέλλον κάτι. Το θέμα είναι τι καρδιά υπάρχει πίσω από την πράξη  ή τη σκέψη και αν αυτή η καρδιά έχει τροφοδότη τον Χριστό ή τον εγωισμό.

    Οι πράξεις ωφελούν όταν είναι Χριστοκεντρικές με επιθυμία σταυρικής θυσίας (βλέπε παραβολή καλού Σαμαρείτη), αν όμως είναι ανθρωποκεντρικές τότε η ωφέλεια εξασθενεί στην φθαρτότητα του χρόνου. Mια πράξη που απορρέει από την Τριαδική σχέση διαπερνά το θάνατο.

    Αν το θέμα ήταν κάποιες εντολές, τότε δεν μας χρειάζεται η ενσάρκωση. Δεν χρειάζόταν να έρθει ο Θεός στο κόσμο. Οι εντολές είναι μια προπαρασκευαστική κατάσταση για να οικοδομηθεί η σωτηρία και η θεοειδής σχέση του ανθρώπου με τον Θεό. Άρα οι εντολές είναι σημεία που οδηγούν στην συνάντηση με τον Χριστό, αν μείνουμε σε αυτές απλά δεν θα τον συναντήσουμε και θα παραμένουμε σε σημείο μηδέν.

    slide kalos

    «Αν η καλοσύνη δεν συνδέετε με την Τριαδική αγάπη και την θυσία τότε είναι απλά μια νεκρή πράξη.»

    Μια λαϊκή ρήση αναφέρει "Απο έξω κούκλα και απο μέσα πανούκλα", και ο Φαρισαίος καλός άνθρωπος ήταν και μάλιστα υπηρέτης του νόμου. Αλλά τι να την κάνεις την εξωτερική λαμπρότητα όταν το βασίλειο της καρδιάς είναι μολυσμένο.

    Τι μας λέει πάνω σε αυτό το θέμα ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος :

    «Όσοι υπερηφανεύονται για τα καλά τους έργα και δεν έχουν πίστη στο Θεό, μοιάζουν με λείψανα νεκρών, που είναι ντυμένα με ωραία ρούχα, αλλά δεν αισθάνονται την ωραιότητά τους. Σε τι ωφελείται, δηλαδή, ο άνθρωπος , όταν έχει ψυχή ντυμένη με καλά έργα αλλά νεκρή; Τα έργα γίνονται για τον Κύριο και με την ελπίδα των επουράνιων βραβείων. Αν , λοιπόν, αγνοείς Εκείνον που προκηρύσσει τα βραβεία , τότε για ποιόν αγωνίζεσαι;

    Για να φάει κανείς, πρέπει να είναι ζωντανός. Όποιος δεν έχει ζωή, δεν είναι δυνατό να δεχθεί τροφή. Για να ζήσει κανείς αιώνια, πρέπει να έχη πίστη στο Χριστό, πίστη που τρέφεται και με τα καλά έργα. Όποιος δεν έχει πίστη στο Χριστό, ακόμα κι αν κάνει καλά έργα, δεν είναι δυνατό να κερδίσει την ουράνια βασιλεία, αν έχει ζωντανή πίστη. »



    Ενώ ο Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ μας αναφέρει:

    «Σωτηρία εἶναι ἡ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό· ἡ ἀποκατάσταση ἐπικοινωνίας μαζί Του. Ἡ σωτηρία εἶναι κάτι πού μάς ἐνδιαϕέρει ὅλους. Ὅλους τούς λαούς· ὅλους τούςἀνθρώπους· ἐνάρετους καί ἁμαρτωλούς!

    Δέν ἀρκεῖ λοιπόν, νά εἴμαστε «καλοί» ἄνθρωποι. Καί ἄν ἄνθρωποι μεγάλοι καί ϕωτισμένοι, κατέβαιναν τότε στόν Ἅδη, πῶς εἶναι δυνατό ἐσύ, νά θέλεις νά σωθῆς χωρίς πίστη καίἐπικοινωνία μέ τόν Χριστό; Και πώς τολμᾶς καί ψάχνεις νά βρεῖς, ἄν καί οἱ μουσουλμάνοι θά σωθοῦν; Ἐπειδή ἁπλά σοῦ ϕαίνονται «καλοί»; Χωρίς ποτέ, νά ἔχουν πιστεύσει στόν Ἕνακαί Μοναδικό Σωτήρα καί Λυτρωτή;

    Ἄς κάμουμε, λοιπόν, ϕροντίδα μας νά ἀγαπήσουμε τόν Χριστό. Γιατί σωτηρία χωρίς Αὐτόν, μόνο χάρη σέ μερικές «καλές» πράξεις, Δεν γίνεται.»

    Ενώ ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς μας λέει για τους «καλούς» που λένε όμως ότι δεν πιστεύουν :

    «Λένε: ὑπάρχουν καὶ ἄθεοι καλοὶ ἄνθρωποι. Ναί, οἱ ἄθεοι μποροῦν νὰ εἶναι προσωρινὰ καλοί, ἐπιφανειακὰ καλοί, φαρισαϊκὰ καλοί. Ἀλλὰ ὁ ἄθεος δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀληθινὰ καλός, διαρκῶς καλός, βαθειὰ καλός, ἀθάνατα καλός, ἐπειδὴ γι᾽ αὐτὸ χρειάζεται νὰ εἶσαι σὲ πνευματικὴ σχέση, σὲ πνευματικὴ συγγένεια μὲ τὸν πραγματικὰ Μοναδικὸ Ἀγαθὸ καὶ Αἰώνια Ἀγαθό: μὲ τὸν Θεὸ καὶ Κύριο Χριστό. Εἶναι ἀληθινὸς δι᾽ ὅλων τῶν αἰώνων ὁ θεῖος λόγος τοῦ Σωτῆρος: “χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν” (Ἰωάν. ιε´ 5)».

    Τέλος ο Άγιος Λουκάς ο Ιατρός μας αναφέρει:

    «Μεταξύ των ανθρώπων που ζουν γύρω μας υπάρχουν και αυτοί που δεν πιστεύουν στον Θεό και όμως κάνουν πολλά καλά έργα. Συχνά ακούω την έξης ερώτηση" «Αυτό δεν είναι αρκετό, δεν θα σωθούν αυτοί οι άνθρωποι με τα καλά τους έργα»; Πρέπει οπωσδήποτε να δώσω την απάντηση. Όχι, δεν θα σωθούν μόνο με τα καλά έργα. Γιατί δεν θά σωθούν; Γιατί έτσι είπε ό Κύριος και Θεός μας Ιησούς Χριστός, όταν «επηρώτησε... νομικός, πειράζων αυτόν και λέγων" διδάσκαλε, ποια εντολή μεγάλη εν χω νόμω; ό δέ Ιησούς εφη αύτω' αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου.,, αυτή εστί πρώτη και μεγάλη εντολή, δευτέρα δε όμοια αύτη' αγαπήσεις τον πλησίον σου ώς σεαυτόν» (Μτ. 22, 35-39).

    Αν η πίστη στον Θεό και η αγάπη προς Αυτόν είναι η πρώτη και  σπουδαιότερη εντολή του νόμου" αν η δεύτερη εντολή για την αγάπη προς τον πλησίον πηγάζει απ' αυτή την πρώτη, και αν η αγάπη προς τον πλησίον παίρνει την δύναμη της από την αγάπη προς τον Θεό, τότε αυτό σημαίνει, ότι για να σωθεί κανείς πρέπει με όλη την καρδιά του να αγαπήσει τον Θεό, διότι αυτή είναι η πρώτη και η σπουδαιότερη εντολή του νόμου.»

    Βλέπουμε ότι οι Άγιοι δεν αφήνουν περιθώρια για παρερμηνείες του δικού μας εγωισμού όσο αφορά την σωτηρία. Η πίστη , δηλαδή η σχέση στο Χριστό μέσω των μυστηρίων σώζει τον άνθρωπο και όχι κάποια εξωτερική η ηθική κατάσταση. Σε πολλά σημεία ο Κύριος αναφέρει «η πίστη σου σεσωκέ σε». Στον πλούσιο νεανίσκο του ζητά κάτι παραπάνω από την τήρηση του νόμου του, τον καλεί σε σχέση με την φράση «ακολούθει μοι».

    Η  πρώτη και  μοναδική εντολή του Θεού, είναι να αγαπήσεις τον Θεό με όλη σου την καρδιά. Όλες οι άλλες είναι αποτέλεσμα της εντολής αυτής. Εντολή πρώτη λέει ο Χριστός "Αγαπήσεις Κύριον τον Θεό σου εξ όλης της ψυχής σου, εξ όλης της καρδίας σου, εξ όλης της ισχύος σου και  εξ όλης της διανοίας σου.Και δεύτερη εντολή, δεύτερη εντολή όμοια με την πρώτη, η οποία  βγαίνει μέσα από την πρώτη είναι το να αγαπήσεις τον πλησίον σου. Τα άλλα όλα είναι αποτελέσματα. Εάν αγαπάς τον Θεό δεν είναι δυνατό  να μην αγαπάς τον πλησίον σου. Ο άνθρωπος που αγαπά τον Θεό ως φυσικό αποτέλεσμα της αγάπης του Θεού έχει την αγάπη εις τον αδελφό του. Για αυτό και αναφέρει ότι η δεύτερη εντολή είναι όμοια με την πρώτη. Αγαπώ τον πλησίον όχι ηθικιστικά ή εξωτερικά αλλά θυσιαστικά ακόμα και να μπορέσω να πάρω τον καρκίνο που έχει και να γίνει δικός μου για να θεραπευτεί ο πλησίον. Διότι στα μάτια του πλησίον που μπορεί να είναι και ο εχθρός μου βλέπω το δημιούργημα του Θεού και τον ίδιο τον Θεό μέσα από αυτή την συγκλονιστική ύπαρξη που μπορεί να με πολεμά αλλά εγώ την αγαπώ και προσεύχομαι. Διότι γνωρίζω ότι κανένας άνθρωπος δεν είναι κακός από την φύση του και όλοι έχουν πρόσκληση μετανοίας και σωτηρίας, οπότε μπορεί η δική μου προσευχή να είναι πρόδρομος και βοήθεια σωτηρίας μέσα από ένα θυσιαστικό γεγονός που απορρέει από τη σχέση μου με τον ίδιο τον Χριστό.

    2ymnosagapis

    Ας διαβάσουμε υποκριτικές φράσεις «καλών ανθρώπων» όπου τελικά η καλοσύνη είναι εξωτερικό γεγονός χωρίς σύνδεση με τον Χριστό και πολλές φορές μπορεί να έχει καταστροφικά αποτελέσματα.

    «Είμαι καλός άνθρωπος, αλλά όποιος πειράξει την γυναίκα μου θα τον σφάξω».

    «Δεν πείραξα κανέναν, είμαι καλή κοπέλα αλλά έκανα έκτρωση διότι δεν μπορούσα να μεγαλώσω το παιδί οπότε καλύτερα που έγινε έτσι και για μένα και για το παιδί».

    «Δίνω ελεημοσύνη όποτε μπορώ, αλλά είμαι στα δικαστήρια με τον αδερφό μου διότι δεν είναι δυνατόν να πάρει όλα τα κτήματα αυτός και Εγώ να μην πάρω τίποτα».

    «Της πρόσφερα τα πάντα, αλλά τώρα έπαθε καρκίνο οπότε χωρίσαμε. Πρέπει να κοιτάξω λιγάκι τη ζωή μου»

    «Περνάγαμε καλά είχαμε καλή σχέση, αλλά δυστυχώς χρεοκόπησε το μαγαζί που είχε οπότε καλύτερα ο καθένας να τραβήξει τον δρόμο του»

    «Ήταν άτεκνη και τελικά χωρίσαμε. Εγώ ήθελα παιδιά  αλλά από την στιγμή που αυτή δεν μπορούσε να κάνει δεν υπάρχει λόγος να είμαστε μαζί και χωρίσαμε»

    «Σιγά μην τον παντρευτώ, μπορεί να τον αγαπώ αλλά δεν έχει λεφτά.»

    Κάποιος που πραγματικά έχει σχέση με τον Χριστό δεν έχει σχέση με τις παραπάνω φράσεις διότι πολύ απλά δε θα έσφαζε κάποιον αλλά θα προσευχόταν για αυτόν ,δε θα έκανε έκτρωση διότι στο έβρυο βλέπει ολοκληρωμένο άνθρωπο , δε θα διεκδικούσε περιουσία από κανέναν, θα παρακαλούσε να πάρει τον καρκίνο της συντρόφου του, δε θα χώρισε τη σύντροφό του για λόγους ατεκνίας, αλλά θα βάδιζε στο δρόμο της Θέωσης, θα παντρευόταν ακόμα κι αν η μοναδική περιουσία  ήταν ένα παγκάκι.

    Απλά πράγματα αδερφοί μου χωρίς Χριστό ο άνθρωπος είναι μια ζωντανή βιολογική οντότητα αλλά μια νεκρή ύπαρξη, με Χριστό είναι Άγιος Ουράνιος άνθρωπος και επίγειος άγγελος. Οπότε δεν έχει σημασία να είμαι απλά ένας ηθικά "καλός άνθρωπος" αλλά Άγιος άνθρωπος για όλους τους ανθρώπους καλούς και κακούς χωρίς συμφέροντας και εγωϊσμούς, αλλά με μετοχή στον Χριστό. Φυσικά η πορεία αυτή περνά μέσα απο τα μυστήρια και ιδιαίτερα απο το μυστήριο της μετανοίας και εξομολογήσεως.

    εξομολογηση2222

    euxh.gr

    Φ. Κόντογλού-Ανδρέας ο Πρωτόκλητος

     
     
     
    ...Ὁ Ἀνδρέας ἤτανε στὴν ἀρχὴ μαθητὴς τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Μιὰ μέρα καθότανε ὁ Πρόδρομος μαζὶ μὲ τοὺς δυὸ μαθητές του, κ᾿ εἶδε ἀπὸ μακριὰ τὸν Χριστὸ νὰ περπατᾶ, καὶ γυρίζει καὶ τοὺς λέει: «Νά, αὐτὸς εἶναι τὸ ἀρνὶ τοῦ Θεοῦ». Καὶ σὰν ἀκούσανε οἱ μαθητὲς τὸ δάσκαλό τους νὰ μιλᾶ ἔτσι, πήγανε ξοπίσω ἀπὸ τὸν Χριστό. Καὶ Κεῖνος γύρισε καὶ τοὺς εἶδε νὰ τὸν ἀκολουθᾶνε, καὶ τοὺς λέγει: «Τί ζητᾶτε;» Κι᾿ αὐτοὶ τοῦ εἴπανε: «Δάσκαλε, ποῦ κάθεσαι;» Κι᾿ ὁ Χριστὸς τοὺς ἀποκρίθηκε: «Ἐλᾶτε νὰ δῆτε». Πήγανε λοιπὸν κ᾿ εἴδανε ποὺ καθότανε, κι᾿ ἀπομείνανε μαζί του ἐκείνη τὴν ἡμέρα. Ὁ ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς δυὸ ἤτανε ὁ Ἀνδρέας. Ὁ ἄλλος εἶναι φανερὸ πὼς ἤτανε ὁ Ἰωάννης, γιατὶ αὐτὰ ποὺ εἴπαμε παραπάνω τὰ γράφει ὁ ἴδιος ὁ Ἰωάννης στὸ Εὐαγγέλιό του (Ἰω. α´ 35), καὶ λέγει «ἦν Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου εἷς ἐκ τῶν δύο τῶν ἀκουσάντων παρὰ τοῦ Ἰωάννου καὶ ἀκολουθησάντων αὐτῷ» (Ἰω. α´ 41). Βλέπεις πὼς κρύβει τὸν ἑαυτό του, ποὺ ἤτανε μαζὶ μὲ τὸν Ἀνδρέα; Καὶ τὸ κάνει ἀπὸ σεμνότητα, ὄχι μοναχὰ σ᾿ αὐτὸ τὸ μέρος τοῦ Εὐαγγελίου του, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλα. Κ᾿ ἐνῶ εἶναι πάντα λιγόλογος στὰ καθέκαστα τῆς ἱστορίας του, σ᾿ αὐτὸ τὸ μέρος γράφει καὶ τὴν ὥρα ποὺ πήγανε κοντὰ στὸν Χριστό, κι᾿ ἀπ᾿ αὐτὸ φαίνεται πόσο τυπώθηκε μέσα στὴν ψυχή του ἐκείνη ἡ στιγμὴ ποὺ πρωτογνώρισε τὸν ἀγαπημένο του δάσκαλο. Γράφει λοιπόν: «Ὥρα ἦν ὡς δεκάτη» (Ἰω. α´ 40). Ὕστερα, πηγαίνει ὁ Ἀνδρέας καὶ βρίσκει τὸν ἀδελφό του τὸν Πέτρο ποὺ τὸν λέγανε τότε ἀκόμη Σίμωνα καὶ τοῦ λέγει: «Βρήκαμε τὸν Μεσσία ποὺ θὰ πεῖ Χριστός». «Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν, ὃ ἐστι μεθερμηνευόμενον Χριστός». Καὶ τὸν πῆρε καὶ τὸν πῆγε στὸν Χριστό. Κι᾿ ὁ Χριστός, σὰν γύρισε καὶ εἶδε τὸν Σίμωνα, εἶπε: «Ἐσὺ εἶσαι ὁ Σίμωνας ὁ γυιὸς τοῦ Ἰωνὰ· ἐσένα τὄνομά σου θὰ γίνει Κηφᾶς, ποὺ θὰ πεῖ Πέτρος».
    Ὁ Ἀνδρέας γεννήθηκε στὴ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας, ἕνα ψαραδοχώρι χτισμένο στὴν ἀκρογιαλιὰ τῆς λίμνης Γεννησαρέτ. Κατὰ τὰ παραπάνω ποὺ εἴπαμε, ὁ Πέτρος ἤτανε ἀδελφὸς τοῦ Ἀνδρέα, κ᾿ οἱ δυὸ ἤτανε γυιοὶ τοῦ γέρο Ἰωνᾶ, ψαραδόσογο. Ὁ Πέτρος ἤτανε φουριόζος καὶ ἐνθουσιαζότανε εὔκολα, ἐνῶ ὁ Ἀνδρέας ἤτανε ἥσυχος καὶ λιγόλογος, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος: «Πέτρος θερμὸς τῷ πνεύματι ἦν πάνυ καὶ εἰς κοσμικῶν χρεῶν μέριμναν ἐπιτήδειος, ὁ δὲ Ἀνδρέας πραῢς καὶ ὀλιγόλαλος».
    Ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο φαίνεται πὼς ὁ Ἀνδρέας ἤτανε ἀνάμεσα στοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ποὺ εἴχανε πιὸ πολὺ θάρρος μαζί του, σὰν τὸν Πέτρο, τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Φίλιππο. Ὡστόσο τὰ λόγια ποὺ ἔλεγε ἦταν πάντα λιγοστά. Τὴ μέρα ποὺ μαζεύθηκε πολὺς κόσμος κι᾿ ἄκουγε τὴ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ πεινάσανε, γύρισε ὁ Χριστὸς κ᾿ εἶπε στὸν Φίλιππο: «Ἀπὸ ποῦ θὲ ν᾿ ἀγοράσουμε ψωμιὰ γιὰ νὰ φάει ὁ κόσμος;» Κι᾿ ὁ Φίλιππος τοῦ εἶπε: «Διακόσια τάλληρα ψωμιὰ δὲν φτάνουνε γιὰ νὰ φάγει ὁ καθένας τους ἀπὸ μία μπουκιά». Τότε ὁ Ἀνδρέας λέγει στὸν Χριστό: «Εἶναι ἐδῶ πέρα ἕνα παιδάριο ποὺ ἔχει πέντε ψωμιὰ κριθαρένια καὶ δυὸ ψάρια» (Ἰω. στ´ 5-10).
    Κι᾿ ἄλλη φορὰ πάλι, τὴ μέρα ποὺ μπῆκε ὁ Χριστὸς στὴν Ἱερουσαλὴμ μὲ τὰ βάγια, κάποιοι Ἕλληνες θέλανε νὰ τὸν δοῦνε, καὶ πήγανε στὸν Φίλιππο καὶ τοῦ εἴπανε: «Κύριε, θέλουμε νὰ δοῦμε τὸν Ἰησοῦ». Καὶ ὁ Φίλιππος πῆγε καὶ τὸ εἶπε στὸν Ἀνδρέα, κ᾿ ὕστερα κ᾿ οἱ δυὸ μαζὶ τὸ εἴπανε στὸν Χριστό. Καὶ τότες ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῆ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰω. ιβ´ 23). «Ἔφταξε ἡ ὥρα γιὰ νὰ δοξασθεῖ ὁ γυιὸς τοῦ ἀνθρώπου», δηλαδὴ μὲ τοὺς Ἕλληνες θὰ κηρυχθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο. Λοιπόν, βλέπεις; Πάλι ὁ Ἀνδρέας τοῦ μίλησε. Συμπεραίνω πὼς οἱ Ἕλληνες πήγανε καὶ τὄπανε στὸν Φίλιππο γιατὶ θἄξερε ἑλληνικά, ἀφοῦ καὶ τὄνομά του ἤτανε ἑλληνικό, μακεδονικό. Κι᾿ αὐτὸς πάλι τὸ εἶπε στὸν Ἀνδρέα, ποὺ εἶχε κι᾿ αὐτὸς ἑλληνικὸ ὄνομα, κ᾿ ἴσως γνώριζε καὶ τὴ γλώσσα. Ἀπὸ τοὺς δώδεκα μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, μοναχὰ αὐτοὶ οἱ δυὸ εἴχανε ἑλληνικὰ ὀνόματα.
    Μετὰ τὴν Ἀνάσταση, τὴν τελευταία φορὰ ποὺ φανερώθηκε ὁ Χριστὸς στοὺς μαθητές του, τοὺς εἶπε: «Πηγαίνετε καὶ μαθητέψετε ὅλα τὰ ἔθνη, βαφτίζοντάς τα στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καὶ διδάσκοντας τὰ νὰ κρατᾶνε ὅλα ὅσα σᾶς παράγγειλα. Κ᾿ ἐγὼ θἆμαι πάντα μαζί σας ὅλες τὶς ἡμέρες, μέχρι τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου». Ἀφοῦ λοιπὸν πήρανε τὴ χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, τραβήξανε ὁ καθένας κατὰ τὴ φώτιση ποὺ πῆρε, στόνα καὶ στ᾿ ἄλλο μέρος. Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας τράβηξε, κατὰ τὴν παράδοση, καὶ πῆγε κατὰ πρῶτο στὰ μέρη τῆς Μαύρης Θάλασσας. Κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν Τραπεζοῦντα καὶ στὴν Ἀμισό, ἔχοντας μαζί του κάποιους ἀπὸ τοὺς Ἑβδομήντα ἀποστόλους, καὶ γύρισε στὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ χιλιάδες Ἕλληνες καὶ Ἰουδαίους. Ἀπὸ κεῖ τράβηξε στὴν Κολχίδα, δηλαδὴ στὸ σημερινὸ Λαζιστᾶν, ποὺ κατοικούσανε οἱ ἄγριοι κουρσάροι οἱ λεγόμενοι Κερκέτες. Κατόπι γύρισε πίσω στὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ νὰ δεῖ τὸν ἀδελφό του τὸν Πέτρο καὶ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους, καὶ πάλι ξανάφυγε μαζὶ μὲ τὸν Ἰωάννη τὸν Θεολόγο καὶ πήγανε στὴν Ἔφεσο. Στὴν Ἔφεσο εἶδε στόνειρό του τὸν Χριστό, ποὺ τὸν πρόσταξε νὰ πάγει στοὺς Σκύθες νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο. Πηγαίνοντας στὴ Σκυθία, πέρασε ἀπὸ τὴ Βιθυνία καὶ κήρυξε στὴ Νικομήδεια, στὴ Χαλκηδόνα καὶ στὴν Ποντοηράκλεια. Ἀπὸ κεῖ πῆγε στὴν Παφλαγονία καὶ κήρυξε στὴν Ἄμαστρη καὶ στὴ Σινώπη, κ᾿ ἐκεῖ βάφτισε τοὺς πιὸ πολλοὺς χριστιανοὺς καὶ κατόπι πῆγε πάλι στὴν Ἀμισὸ καὶ στὴν Τραπεζούντα. Ἀπὸ κεῖ πῆγε στὰ Σαμόσατα ποὺ βρισκότανε ἀπάνω στὸν ποταμὸ Εὐφράτη καὶ δίδαξε τοὺς Ἕλληνες, ποὺ κατοικούσανε πολλοὶ σ᾿ αὐτὸ τὸ μέρος. Ἀπὸ τὰ Σαμόσατα ξαναγύρισε στὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ τότες εἶδε τὸν Παῦλο. Μετὰ τὸ Πάσχα, ἔφυγε πάλι καὶ πέρασε τὴν Καππαδοκία καὶ τὴ Λαζικὴ κ᾿ ἔφταξε στὸ Κίεβο τῆς Σκυθίας, ποὺ ἤτανε τὸ Πάνθεο τῆς σλαυωνικῆς πολυθεΐας, κι᾿ ἀπάνω σ᾿ ἕνα χαμοβούνι ἔστησε ἕναν πέτρινο σταυρό. Κατόπι πέρασε τὸν Καύκασο καὶ τὴν Κασπία Θάλασσα, καὶ κήρυξε στὴ Χορασμία, στὸ σημερινὸ Χορωσᾶν. Ὕστερα ἔστρεψε πίσω κατὰ τὸ βασίλεμα καὶ πῆγε στὴν Κριμαία, κι᾿ ἀφοῦ δίδαξε καὶ βάφτισε πολλούς, πέρασε στὴ Σινώπη, κι᾿ ἀπὸ κεῖ πῆγε στὸ Βυζάντιο, ποὺ ἤτανε τότες ἕνα χωριό, πρὶν χτιστεῖ ἡ Κωνσταντινούπολη, κι᾿ ἀφοῦ χειροτόνησε ἐπίσκοπο τὸν Στάχυν, ἕναν ἀπὸ τοὺς Ἑβδομήντα ἀποστόλους, πῆγε στὴ Θράκη καὶ στὴ σημερινὴ Βουλγαρία καὶ Σερβία. Ἔπειτα κατέβηκε στὴ Μακεδονία, στὴ Θεσσαλία καὶ στὴ Ρούμελη, κι᾿ ἀπὸ κεῖ πέρασε στὸν Μοριὰ καὶ πῆγε στὴν Ἀχαΐα ποὺ εἶχε πρωτεύουσα τὴν Πάτρα, μεγάλη πολιτεία τιμημένη ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους ποὺ ἀφεντεύανε τὸν καιρὸ ἐκεῖνον ἀπάνω σ᾿ ὅλον τὸν κόσμο, κ᾿ ἤτανε στολισμένη μὲ ἐπίσημα χτίρια καὶ μὲ ἀγάλματα. Ἀνθύπατος τῆς Ἀχαΐας ἤτανε τότες ἕνας ποὺ τὸν λέγανε Αἰγεάτη. Σὲ λίγο ἀκούσθηκε πὼς ὁ Ἀνδρέας γιάτρεψε πολλοὺς ἀρρώστους μονάχα μὲ τὸ ἄγγιγμα τῶν χεριῶν του κι᾿ ὁ κόσμος ἔτρεχε σ᾿ αὐτόν. Ἔτυχε τότε ν᾿ ἀρρωστήσει κι᾿ ἡ γυναίκα τοῦ Αἰγεάτη, λεγόμενη Μαξιμίλλα, κι᾿ ὁ ἅγιος Ἀνδρέας τὴν ἕγιανε. Σὲ λίγον καιρὸ ἔφυγε στὴ Ρώμη ὁ Αἰγεάτης γιὰ νὰ παρουσιασθεῖ στὸν αὐτοκράτορα Νέρωνα γιὰ κάποιες ὑποθέσεις, κι᾿ ἄφησε στὸ πόδι τοῦ τὸν ἀδελφό του Στρατοκλῆ. Αὐτὸς ὁ Στρατοκλὴς ἤτανε σοφὸς καὶ φημισμένος μαθηματικὸς στὴν Ἀθήνα, κ᾿ εἶχε ἕνα δοῦλο ποὺ τὸν λέγανε Ἀλκαμανά, καὶ τὸν γιάτρεψε ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ἀπὸ σεληνιασμὸ ποὺ ὑπόφερνε. Ὁ Στρατοκλὴς κ᾿ ἡ Μαξιμίλλα πιστέψανε στὸν Χριστὸ καὶ βαφτισθήκανε, κι᾿ ἄλλος πολὺς κόσμος μαζί τους. Γυρίζοντας στὴν Πάτρα ὁ Αἰγεάτης καὶ μαθαίνοντας αὐτὰ ποὺ γινήκανε, πρόσταξε νὰ πιάσουνε τὸν Ἀνδρέα καὶ νὰ τὸν βάλουνε στὴ φυλακή, καὶ σὲ λίγες μέρες, ἀφοῦ τὸν δίκασε, ἔβγαλε ἀπόφαση νὰ σταυρωθεῖ. Πρὶν νὰ τὸν πιάσουνε, χειροτόνησε ἐπίσκοπο τὸν Στρατοκλή. Σὰν ξημέρωσε ἡ μέρα ποὺ θὰ τὸν σταυρώνανε, οἱ Ρωμαῖοι στρατιῶτες, ἀφοῦ τὸν βασανίσανε, τὸν πήγανε στὴν ἀκροθαλασσιά, στὸν τόπο ποὺ εἶναι σήμερα χτισμένη ἡ ἐκκλησιά του καὶ ποὺ τότες ἤτανε χτισμένος ὁ ναὸς τῆς Δήμητρας. Γύρισε καὶ κοίταξε ἀτάραχος τὸ σταυρὸ καὶ τὸν βλόγησε, βλόγησε καὶ τὸν κόσμο, κ᾿ ὕστερα τὸν σταυρώσανε, γέρον, παραπάνω ἀπὸ ἑβδομήντα χρονῶν...

    ολόκληρο εδώ

    Τετάρτη, Νοεμβρίου 27, 2013

    Σήμερα, έγινε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο η Αγιοκατάταξη του Γέροντος Πορφυρίου


    Η Αγιοκατάταξη του Γέροντος θὰ τελεσθεῖ τήν Κυριακή, 1 Δεκεμβρίου 2013 στο Ἱερὸν Γυναικεῖον Ἡσυχαστήριον “Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος”

    Παιδικά χρόνια

    Ο μακαριστός Γέροντας Πορφύριος γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1906 στο χωριό Άγιος Ιωάννης Καρυστίας Ευβοίας, που είναι κοντά στο Αλιβέρι. Οι γονείς του ήσαν πτωχοί, αλλ’ ευσεβείς γεωργοί. Ο πατέρας του ονομαζόταν Λεωνίδας Μπαϊρακτάρης και η μητέρα του Ελένη, το γένος Αντωνίου Λάμπρου. Ο πατέρας του είχε κλήση μοναχική, αλλά τελικά δεν έγινε μοναχός. Υπήρξε, όμως, ψάλτης στο χωριό του και δίδαξε στο Γέροντα την παράκληση της Παναγίας και ό,τι άλλο μπορούσε από την αγία πίστη μας.
    Ο Γέροντας Πορφύριος κατά τη βάπτισή του πήρε το όνομα Ευάγγελος, ήταν δε το τέταρτο από τα πέντε παιδιά των γονέων του. Η φτώχεια ανάγκασε τον πατέρα του Γέροντα να ξενιτευτεί και να πάει να δουλέψει στην κατασκευή της διώρυγας του Παναμά.
    Φοίτησε στο σχολείο του χωριού του μόνο για δύο χρόνια. Από οκτώ χρονών εργαζόταν. Έπιασε δουλειά στο ανθρακωρυχείο της περιοχής του και στη συνέχεια σε παντοπωλείο στη Χαλκίδα και στον Πειραιά.
    Ο Γέροντας ως παιδί είχε έντονα πρόωρη ανάπτυξη. Όπως διηγήθηκε ο ίδιος, από οκτώ χρονών ξυριζόταν. Από την παιδική ηλικία ήταν σοβαρός, εργατικότατος, επιμελής και έδειχνε πολύ μεγαλύτερος από τα χρόνια του.


    Στο Άγιον Όρος

    Η μοναχική κλήσις

    Διαβάζοντας το βίο του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτη συλλαβιστά, εκεί που έβοσκε τα πρόβατα, αλλά και όταν δούλευε στο παντοπωλείο, αισθάνθηκε τον πόθο να τον μιμηθεί. Αρκετές φορές ξεκίνησε για το Άγιον Όρος, αλλά για διάφορους λόγους γύριζε πίσω. Τελικά, μεταξύ δώδεκα και δεκατεσσάρων ετών, ξεκίνησε με σταθερή απόφαση να φθάσει. Και ο Κύριος ευλόγησε την απόφασή του και έφθασε.
    Ο προνοητής των πάντων και κυβερνήτης της ζωής μας Κύριος έφερε έτσι τα πράγματα, ώστε να συναντήσει μέσα στο καράβι, που πήγαινε από τη Θεσσαλονίκη στο Άγιον Όρος, το μέλλοντα Γέροντά του, τον ιερομόναχο και πνευματικό Παντελεήμονα. Αυτός τον ανέλαβε υπό την προστασία του μέσα από το καράβι, τον παρουσίασε ως ανεψιό του και τον έμπασε στο Άγιον Όρος, παρόλον που δεν επιτρεπόταν τότε η είσοδος στα παιδιά

    Η μοναχική ζωή

    Ο Γέροντάς του, ο παπα-Παντελεήμονας, τον οδήγησε στα Καυσοκαλύβια, στην καλύβη του Αγίου Γεωργίου, στην οποία ασκήτευε μαζί με τον ομομήτριο αδελφό του παπα-Ιωαννίκιο.
    Καυσοκαλύβια, Καλύβη Αγίου ΓεωργίουΈτσι ο Γέροντας Πορφύριος απέκτησε ταυτόχρονα δύο Γεροντάδες και έκανε και στους δύο άκρα, αδιάκριτη και χαρούμενη υπακοή. Επιδόθηκε με ζήλο στην εκούσια άσκηση και το παράπονό του ήταν ότι οι Γέροντές του δεν του απαιτούσαν ακόμη μεγαλύτερη. Δεν γνωρίζουμε ακόμη επακριβώς τα ασκητικά παλαίσματά του, γιατί δεν μιλούσε γι’ αυτά. Από τα λίγα, που ανέφερε σπανίως σε ελάχιστα πνευματικά του παιδιά, συμπεραίνουμε ότι η άσκησή του ήταν συνεχής, εντατική, χαρούμενη και σκληρή. Ξυπόλυτος στα χιόνια και στα κακοτράχαλα μονοπάτια. Με λίγο ύπνο στο πάτωμα, με μια κουβέρτα και με ανοιχτό το παράθυρο, ακόμη κι όταν χιόνιζε. Με πολλές μετάνοιες, με γυμνό το σώμα από τη μέση και πάνω για να μην τον ενοχλεί η νύστα. Με εργασία την ξυλογλυπτική και στο ύπαιθρο, για ξύλα, για σαλιγκάρια, για κουβάλημα χώματος στην πλάτη από μεγάλες αποστάσεις, προκειμένου να δημιουργηθεί μικρός κήπος στα βραχώδη μέρη της καλύβης του Αγίου Γεωργίου.
    Και ταυτόχρονα εντονώτατη συγκέντρωση της προσοχής στα αναγνώσματα και τα τροπάρια των ιερών ακολουθιών και αποστήθισή τους. Επί πλέον αποστήθιση των ιερών Ευαγγελίων κατά τη διάρκεια του εργοχείρου και συνεχής επανάληψή τους, ώστε στο μυαλό να μη μπορεί να μπει αργός λόγος ή μη καλός λογισμός. Ήταν, κατά το χαρακτηρισμό, που ο ίδιος έδωσε στη ζωή του εκείνα τα χρόνια “αεικίνητος”.
    Αλλά το βασικό, το κύριο γνώρισμα της άσκησής του, δεν ήταν τα σωματικά παλαίσματα. Ήταν η πλήρης υποταγή στο Γέροντά του, η απόλυτη εξάρτησή του από αυτόν, η ολοκληρωτική εξαφάνιση του θελήματός του μέσα στο θέλημα εκείνου, η γεμάτη αγάπη, εμπιστοσύνη και θαυμασμό αφοσίωσή του στο Γέροντά του, η ταύτισή του με εκείνον, η οποία τον έκανε δεκτικό της διοχέτευσης των βιωμάτων του στη δική του ζωή. Αυτό είναι το μυστικό, αυτό είναι το κλειδί, το ουσιώδες και κύριο.
    Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς, αλλά φαίνεται ότι σύντομα μετά την εγκαταβίωσή του στο Άγιον Όρος, εκάρη μοναχός και ονομάσθηκε Νικήτας.

    Η επίσκεψη της θείας Χάριτος

    Σ’ αυτόν το γεμάτο φλόγα νέο μοναχό, που τάδωσε όλα για την αγάπη του Χριστού και που δεν υπολόγισε ποτέ κόπους και αγώνες, δεν είναι παράδοξο ότι αναπαύθηκε αισθητά η θεία Χάρις. Ήταν ξημερώματα, ο κεντρικός ναός των Καυσοκαλυβίων, το Κυριακό, ήταν ακόμη κλειστός. Ο μοναχός Νικήτας, όμως, περίμενε σε μια γωνιά του προνάρθηκα να κτυπήσουν οι καμπάνες και ν’ ανοίξει η εκκλησία.
    Καυσοκαλύβια, Σκήτη Αγίας ΤριάδοςΔεύτερος μπήκε στον προνάρθηκα ο γερο-Δημάς, πρώην Ρώσος αξιωματικός, ενενηκοντούτης, ασκητής, κρυφός άγιος και, αφού βεβαιώθηκε ότι δεν ήταν άλλος εκεί (δεν είδε το μοναχό Νικήτα που ήταν απόμερα), άρχισε να κάνει στρωτές μετάνοιες και να προσεύχεται μπροστά στην κλειστή πόρτα του ναού. Η θεία Χάρις ξεχείλισε από τον όσιο γερο-Δημά και έλουσε και κατεκάλυψε τον έτοιμο να τη δεχθεί νεαρό Νικήτα. Τα αισθήματά του δεν περιγράφονται. Γεγονός είναι ότι μετά τη θεία Λειτουργία και τη θεία Κοινωνία του ο νεαρός μοναχός Νικήτας αισθανόταν τέτοια αισθήματα, ώστε, πηγαίνοντας για το καλύβι του, σταμάτησε, άνοιξε τα χέρια του τεντωμένα και φώναζε δυνατά “Δόξα Σοι, ο Θεός. Δόξα Σοι, ο Θεός. Δόξα Σοι, ο Θεός”.
    Την επίσκεψη της Χάριτος ακολούθησε μια ριζική αλλαγή των ψυχοσωματικών ιδιοτήτων του νεαρού μοναχού Νικήτα. Ήταν η αλλοίωσις, η εκ της δεξιάς του Υψίστου. Ενεδύθη δύναμιν εξ ύψους και απέκτησε χαρίσματα υπερφυσικά.
    Πρώτο σημείο ήταν ότι “διείδε” από μεγάλη απόσταση τους Γέροντές του, που επέστρεφαν από μακριά. Τους “διείδε” εκεί που ήσαν, ενώ ανθρωπίνως δεν ήσαν ορατοί. Αυτό το εξομολογήθηκε στον παπα-Παντελεήμονα, ο οποίος του σύστησε προσοχή και σιωπή. Συμβουλές, προς τις οποίες συμμορφώθηκε, μέχρις ότου έλαβε άλλη εντολή. Έπειτα ακολούθησαν και άλλα. Τα αισθητήριά του ευαισθητοποιήθηκαν σε ανυπέρβλητο βαθμό και οι ανθρώπινες δυνατότητές του αναπτύχθηκαν στο έπακρο.
    Ο Γέροντας Πορφύριος σε νεαρή ηλικίαΆκουε και γνώριζε τις φωνές των πουλιών και των ζώων, τόσο ως προς την προέλευση όσο και προς το νόημά τους. Οσφραινόταν τις ευωδιές από μεγάλες αποστάσεις. Αναγνώριζε τα αρώματα και τη σύνθεσή τους. Διέκρινε από πάρα πολύ μακριά τις ευωδιές των λουλουδιών. “Έβλεπε”, όταν ύστερα από ταπεινή προσευχή ερχόταν στην κατάλληλη κατάσταση, στα βάθη της γης και στο χάος του ουρανού, νερά, πετρώματα, πετρέλαια, ραδιενέργεια, θαμμένα αρχαία, κρυμμένους τάφους, ρωγμές στα έγκατα της γης, υπόγειες, πηγές, χαμένες εικόνες, σκηνές που είχαν διαδραματισθεί αιώνες πριν, προσευχές που είχαν αναπεμφθεί, πνεύματα αγαθά και πονηρά, την ψυχή την ίδια το κάθε τι. Δοκίμαζε το νερό από το βάθος της γης και μετρούσε τα απρόσιτα. Ρωτούσε τα βράχια και του διηγόντουσαν τα παλαίσματα των προ αυτού ασκητών. Κύτταζε και θεράπευε. Έψαυε και ιάτρευε. Ηύχετο και εγένοντο. Αλλά ποτέ δεν διανοήθηκε να χρησιμοποιήσει τα χαρίσματα αυτά του Θεού για δικό του όφελος. Ποτέ δεν παρακάλεσε να γίνει καλά από δική του αρρώστια. Ποτέ δεν θέλησε να κερδίσει κάτι από κάποια γνώση που του πρόσφερε η θεία Χάρη.
    Η διόρασή του, όσες φορές ενεργούσε, του αποκάλυπτε τα απόκρυφα των ανθρωπίνων διαλογισμών. Μπορούσε με τη χάρη του Θεού να βλέπει το παρελθόν και το παρόν και το μέλλον ταυτόχρονα. Επιβεβαίωνε ότι ο Θεός είναι παντογνώστης και παντοδύναμος. Κατόπτευε και ψηλαφούσε την κτίση από τα άκρα του σύμπαντος μέχρι τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής και Ιστορίας. Ίσχυε γι’ αυτόν το: “Ο δε πνευματικός ανακρίνει μεν πάντα, αυτός δε υπ’ ουδενός ανακρίνεται” (Α΄ Κορ. ιβ΄ 15).
    Η ζωή μέσα στη Χάρη όμως είναι ένα άγνωστο μυστήριο για μας. Και κάθε επιπλέον λέξις θα είναι αυδάδης ενασχόληση με θέματα που αγνοούμε. Αυτά ο Γέροντας τα τόνιζε πάντοτε σε όλους όσοι απέδιδαν τις ικανότητές του σε άλλα αίτια εκτός από τη Χάρη του Θεού. Έλεγε επιγραμματικά και ξανάλεγε: “Δεν είναι επιστήμη, δεν είναι τέχνη, είναι ΧΑΡΙΣ”.

    Η επάνοδος στον κόσμο

    Ο μοναχός Νικήτας ποτέ δεν σκέφθηκε να αφήσει το Άγιον Όρος και να γυρίσει στον κόσμο. Ο πύρινος θείος έρωτάς του προς το Σωτήρα Χριστό μας τον έσπρωχνε να επιθυμεί και να ονειρεύεται να βρεθεί στην απόλυτη έρημο, μόνος με μόνον τον άκρον των εφετών, τον γλυκύτατο Ιησού.
    Όμως, μια βαρειά πλευρίτιδα, που άρπαξε μαζεύοντας σαλιγκάρια στα απόκρημνα βράχια, η οποία τον βρήκε καταεξαντλημένο από τη συνεχή υπεράνθρωπη άσκηση, ανάγκασε τους Γεροντάδες του να του δώσουν εντολή να εγκατασταθεί σ’ ένα μοναστήρι στον κόσμο, για να γίνει καλά. Υπάκουσε και γύρισε, αλλά, μόλις συνήλθε, επέστρεψε στην καλύβη της μετανοίας του. Ξαναρρώστησε όμως, και έτσι οι Γέροντές του με μεγάλη θλίψη τον ξανάστειλαν στον κόσμο οριστικά.
    Μονή Λευκών Αγίου ΧαραλάμπουςΈτσι τον βρίσκουμε να μονάζει στα δεκαεννέα του χρόνια στη Μονή Λευκών του Αγίου Χαραλάμπους, κοντά στη γενέτειρά του. Συνέχισε κι εδώ την αγιορείτικη τακτική του, “τα ψαλτήρια του” και τα όμοια, μόνο που αναγκαστικά περιόρισε τη νηστεία του μέχρις ότου αποκατασταθεί η υγεία του.

    Χειροτονείται ιερεύς

    Στο μοναστήρι αυτό τον βρήκε, όταν έμενε για λίγο εκεί ως φιλοξενούμενος επισκέπτης, ο Αρχιεπίσκοπος Σιναίου Πορφύριος ο Γ΄. Από τη συζήτηση μαζί του διέγνωσε την αρετή του και τα θεία χαρίσματά του και τόσο εντυπωσιάσθηκε, ώστε στις 26 Ιουλίου του 1927, εορτή της Αγίας Παρασκευής, τον χειροτόνησε διάκονο και την επομένη, εορτή του Αγίου Παντελεήμονος, τον προεχείρισε πρεσβύτερο, ως σιναΐτη και τον ονόμασε Πορφύριο. Οι χειροτονίες έγιναν στο παρεκκλήσιο του εν Κύμη επισκοπείου της Ιεράς Μητροπόλεως Καρυστίας, συμπροσευχομένου και του τότε Μητροπολίτου αυτής κυρού Παντελεήμονος Φωστίνη. Ήταν τότε ο Γέροντας εικοσιενός μόνο ετών.

    Πνευματικός

    Ο Γέροντας ΠορφύριοςΣτη συνέχεια ο τότε επιχώριος Μητροπολίτης Καρυστίας Παντελεήμων του ανέθεσε, με την κεκανονισμένη ενταλτήρια επιστολή, έργον πνευματικού. “Δεικνύς το ανθρώπινον” ο Γέροντας και “φιλοπόνως” εργαζόμενος το δοθέν σ’ αυτόν νέο τάλαντον μελέτησε το Εξομολογητάριον. Αλλ’ όταν εδοκίμασε να εφαρμόσει κατά γράμμα τα αναγραφόμενα σ’ αυτό επιτίμια, διαπίστωσε ότι χρειαζόταν εξατομικευμένη μεταχείριση των πιστών και πολύ προβληματίστηκε. Αλλά βρήκε στον Άγιο Βασίλειο τη λύση, που συμβουλεύει: “Πάντα δε ταύτα γράφομεν, ώστε τους καρπούς δοκιμάζεσθαι της μετανοίας. Ου γαρ πάντως τω χρόνω κρίνομεν ταύτα, αλλά τω τρόπω της μετανοίας προσέχομεν” (Επιστ., 217, αρ. 84). Και αποστήθισε τη συμβουλή και την εφάρμοσε. Μέχρι τα βαθειά του γεράματα την υπενθύμιζε στους νεώτερους πνευματικούς.
    Έτσι ωριμασμένος ο νεαρός ιερομόναχος Πορφύριος άσκησε ευδοκίμως, με τη χάρη του Θεού, το έργο του πνευματικού στην Εύβοια μέχρι το 1940. Αναδεχόταν καθημερινώς τις εξομολογήσεις πλήθους πιστών, πολλές μάλιστα φορές για πολλές αδιάκοπες ώρες. Γιατί η φήμη του ως πνευματικού, γνώστου της ψυχής και ασφαλούς οδηγού, πολύ σύντομα διαδόθηκε στα περίχωρα και πολύς κόσμος συνέρεε στο εξομολογητήριό του στην Ιερά Μονή Λευκών, κοντά στο Αυλωνάρι της Ευβοίας, ώστε μερικές φορές να περνά όλη την ημέρα και τη νύχτα χωρίς διακοπή και χωρίς ανάπαυση, στην εκπλήρωση του ιερού αυτού έργου και Μυστηρίου. Τους προσερχομένους βοηθούσε και με το διορατικό του χάρισμα, με το οποίο τους οδηγούσε στην αυτογνωσία, την ειλικρινή εξομολόγηση και την εν Χριστώ ζωή. Με το ίδιο χάρισμα αποκάλυπτε και πολλές πλεκτάνες του πονηρού και έσωζε ψυχές από τα δίκτυά του και τις μεθοδείες του.

    Αρχιμανδρίτης

    Το 1938 του απονεμήθηκε, και πάλι από το Μητροπολίτη Καρυστίας, το οφφίκιο του αρχιμανδρίτη: “προς βράβευσιν των υπηρεσιών σου, ας υπέρ της Εκκλησίας προσήνεγκας μέχρι σήμερον ως Πνευματικός Πατήρ και δια τας χρηστάς ελπίδας, ας τρέφει εις σε η Αγία ημών Εκκλησία”, όπως επί λέξει γράφει το υπ’ αριθμ. πρωτ. 92/10-2-1938 έγγραφον του εν λόγω Μητροπολίτου, του οποίου, πράγματι, με τη χάρη του Θεού επιβεβαιώθηκαν οι χρηστές ελπίδες.

    Εφημέριος στους Τσακαίους Ευβοίας
    και στη Μονή Αγίου Νικολάου Άνω Βάθειας

    Για λίγους μήνες τοποθετήθηκε από τον οικείο Μητροπολίτη ιερέας στο χωριό Τσακαίοι της Εύβοιας, όπου η αγαθή ανάμνηση του περάσματός του διατηρείται ακόμη σε μερικούς από τους παλαιότερους. Γύρω στο 1938 τον βρίσκουμε εγκατεστημένο στην εγκαταλελειμμένη και ερειπωμένη (τότε) ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Άνω Βάθειας Ευβοίας, που υπάγεται στην ιερά Μητρόπολη Χαλκίδας. Είχε αποχωρήσει από την ιερά Μονή του Αγ. Χαραλάμπους, επειδή μετετράπη σε γυναικεία.

    Στην έρημο της Ομονοίας

    Άγιος Γεράσιμος ΠολυκλινικήςΕνώ η λαίλαπα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου προσήγγιζε την Ελλάδα, ο πανάγαθος Κύριος επιστράτευσε τον πιστό δούλο του Πορφύριο σε νέα υπηρεσία, πλησιέστερη προς το δοκιμαζόμενο λαό του. Από τις 12 Οκτωβρίου 1940 του ανατέθηκαν καθήκοντα προσωρινού εφημέριου στο παρεκκλήσι του Αγίου Γερασίμου της Πολυκλινικής Αθηνών, που βρίσκεται στη γωνία των οδών Σωκράτους και Πειραιώς, δίπλα στην Ομόνοια. Στη θέση αυτή ζήτησε ο ίδιος να διορισθεί, διότι, από μεγάλη και σφοδρή αγάπη προς τον πάσχοντα συνάνθρωπο, ήθελε να βρίσκεται κοντά του στις δυσκολότερες στιγμές της ζωής του, όταν ο πόνος και η νόσος και ο επικείμενος θάνατος απεδείκνυαν άχρηστες όλες τις άλλες ελπίδες, εκτός της ελπίδας του Χριστού.
    Για το διορισμό στη θέση αυτή υπήρχε και άλλος ενδιαφερόμενος με μεγάλα τυπικά προσόντα, αλλά ο Κύριος φώτισε το διευθύνοντα στην Πολυκλινική να προτιμήσει τον αγράμματο κατά κόσμον και σοφό κατά Θεόν, ταπεινό, αλλά χαριτωμένο Πορφύριο. Για την εκλογή του αυτή ο επιλέξας έχαιρε αργότερα και διηγείτο έκθαμβος ότι βρήκε αληθινό ιερέα λέγοντας: “Βρήκα παπά τέλειο, όπως τον θέλει ο Χριστός”.
    Στην Πολυκλινική άσκησε τα καθήκοντα του εφημέριου επί τριάντα συνεχή έτη ως εν ενεργεία εφημέριος και επί τρία εν συνεχεία οικειοθελώς και περιορισμένος κάπως, προς εξυπηρέτηση των αναζητούντων αυτών εκεί πνευματικών του τέκνων. Ασκήθηκε συνολικά 33 έτη στην έρημο της Ομονοίας, όπως έλεγε ο ίδιος, αντί της ερήμου του Αγίου Όρους, όπως ποθούσε η ψυχή του. Εδώ, παραλλήλως προς το έργο του εφημερίου, το οποίο ασκούσε με τέλεια ευλάβεια και αφοσίωση, τελώντας με θαυμαστή ιεροπρέπεια της εκκλησιαστικές ακολουθίες, εξομολογώντας, νουθετώντας και θεραπεύοντας τις ψυχικές και πολλάκις και τις σωματικές αρρώστιες των ασθενών, ασκούσε και το έργο του πνευματικού για όλους όσους πήγαιναν σ’ αυτόν.
    “Ταις χρείαις μου και τοις ούσιν μετ’ εμού υπηρέτησαν αι χείρες αύται” (Πράξ., κ΄, 34)
    Ο Γέροντας Πορφύριος, ελλείψει τυπικών προσόντων, ελάμβανε ως εφημέριος της Πολυκλινικής γλισχρότατες αποδοχές, οι οποίες δεν επαρκούσαν για τη συντήρηση τόσο του εαυτού του, όσον και των γονέων του και μερικών άλλων στενών οικείων του, των οποίων την προστασία είχε αναλάβει. Γι’ αυτό αναγκάσθηκε να εργασθεί βιοποριστικά και οργάνωσε μαζί τους διαδοχικά ορνιθοτροφείο και πλεκτήριο. Επιπλέον, από ζήλο για τη μυσταγωγικότερη τέλεση των ιερών ακολουθιών, επιδόθηκε στη σύνθεση αρωμάτων, καταλλήλων για την παρασκευή του χρησιμοποιουμένου στη θεία λατρεία μοσχοθυμιάματος, επιτυγχάνοντας άριστα αποτελέσματα. Μάλιστα, κατά την δεκαπενταετία του 1970 είχε επιτύχει την πρωτότυπη εφεύρεση, να ενοποιήσει το καρβουνάκι με το άρωμα του θυμιάματος και να θυμιατίζει μόνο με το ιδικής του συνθέσεως σιγοκαίον καρβουνάκι, το οποίο απέπνεε πνοή ευωδίας πνευματικής.

    Άγιος Νικόλαος Καλλισίων

    Ο Γέροντας Πορφύριος στον Άγιο Νικόλαο ΚαλλισίωνΑπό το 1955 είχε μισθώσει από την ιερά Μονή Πεντέλης το ευρισκόμενο στην Παλαιά Πεντέλη μονύδριο του Αγίου Νικολάου με την αγροτική περιοχή του, την οποία καλλιεργούσε συστηματικά και φιλόπονα, θέλοντας να συστήσει εκεί το ησυχαστήριο, που τελικά εγκατέστησε αλλού. Βελτίωσε τις πηγές, κατασκεύασε αρδευτικό δίκτυο, φύτευσε πολλά δένδρα και με σκαπτικό μηχάνημα, το οποίο χειριζόταν ιδιόχειρα, καλλιεργούσε τη γη. Όλα δε αυτά παράλληλα προς το νυχθήμερο εφημεριακό και εξομολογητικό του έργο.
    Εκτιμούσε ιδιαιτέρως την εργασία και καμιά ανάπαυση δεν επέτρεπε στον εαυτό του, γνωρίζοντας από πείρα και όχι από τα βιβλία αυτό, που γράφει ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος: “Ο Θεός και οι άγγελοι αυτού εν ανάγκαις χαίρουσιν, ο δε διάβολος και οι εργάται αυτού εν αναπαύσει”.

    Αποχωρεί από την Πολυκλινική

    Στις 16.3.1970 έλαβε μικρή σύνταξη από το Ταμείο Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος, ως συμπληρώσας τριακονταπενταετία και αποχώρησε τυπικά από την υπηρεσία του στην Πολυκλινική.
    Παρέμεινε όμως κατ’ ουσίαν λίγο ακόμη, μέχρι προσλήψεως του διαδόχου του. Αλλά και μετά ταύτα συνέχισε για λίγο διάστημα να μεταβαίνει στην Πολυκλινική, για να συναντά τα πολυπληθή πνευματικά του τέκνα, που τον αναζητούσαν εκεί. Τελικά, γύρω στο 1973, περιόρισε στο ελάχιστο τις μεταβάσεις του στην Πολυκλινική και δεχόταν τα πνευματικά του τέκνα στον Άγιο Νικόλαο Καλλισίων Πεντέλης, όπου λειτουργούσε και εξομολογούσε.

    “Η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται”

    Ο Γέροντας Πορφύριος πέρα από την αρχική ασθένειά του, εξαιτίας της οποίας και βγήκε από το Άγιον Όρος, δοκιμάσθηκε και με πολλές άλλες, κατά καιρούς, ασθένειες.
    Προς το τέλος της υπηρεσίας του στην Πολυκλινική αρρώστησε από πάθηση των νεφρών και εγχειρίσθηκε πολύ καθυστερημένα. Αυτό έγινε, διότι εργαζόταν ακούραστα, παρά την ασθένειά του. Είχε συνηθίσει να υπακούει “μέχρι θανάτου” και έτσι υπάκουσε ακόμη και στο Διευθυντή της Πολυκλινικής, ο οποίος του είπε να αναβάλει την εγχείρηση, για να να εκτελέσει τις Ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος… Το αποτέλεσμα ήταν να περιέλθει σε κωματώδη κατάσταση και να ειδοποιηθούν οι οικείοι του από τους ιατρούς να μεριμνήσουν για την κηδεία του. Αλλά ο Γέροντας επανήλθε στην κατά σάρκα ζωή, για να συνεχίσει να υπηρετεί το πλήρωμα της Εκκλησίας.
    Παλαιότερα είχε υποστεί και κάταγμα του ποδιού, για το οποίο διηγήθηκε ένα θαυμαστό γεγονός μερίμνης γι’ αυτόν του Αγίου Γερασίμου, στο ναΰδριο του οποίου, στην Πολυκλινική, ιερουργούσε.
    Επίσης, λόγω των κόπων του κατά τη μεταφορά βαριών φορτίων στο σπίτι του στα Τουρκοβούνια, όπου έμενε για πολλά χρόνια, επεδεινώθη η κήλη του, από την οποία πολύ εταλαιπωρείτο μέχρι της κοιμήσεώς του.
    Στις 20.8.1978, ευρισκόμενος στον Άγιο Νικόλαο Καλλισίων, υπέστη έφραγμα του μυοκαρδίου και μεταφέρθηκε επειγόντως στο νοσηλευτήριο “Υγεία”, όπου ενοσηλεύθη επί 20ήμερον. Όταν βγήκε από την κλινική, συνέχισε τη νοσηλεία του σε σπίτια μερικών πνευματικών του παιδιών μέσα στην Αθήνα, γιατί στον Άγιο Νικόλαο Καλλισίων δεν μπορούσε να μεταβεί ελλείψει δρόμου, αφού έπρεπε να διανύσει πεζός μεγάλη απόσταση, ενώ το σπίτι του στα Τουρκοβούνια δεν παρείχε ούτε τις στοιχειωδέστερες ανέσεις και, ακόμα, γιατί έπρεπε να είναι κοντά στους γιατρούς.
    Αργότερα, όταν πλέον είχε εγκατασταθεί σε προχειρότατο οικίσκο του κατασκευαζομένου στο Μήλεσι μετοχίου του Ησυχαστηρίου που είχε ιδρύσει, υποβλήθηκε σε εγχείρηση καταρράκτη στο αριστερό μάτι και από σφάλμα του γιατρού καταστράφηκε το μάτι και μετά από λίγα χρόνια (1987) ο Γέροντας τυφλώθηκε εντελώς. Κατά τη διάρκεια της εγχειρήσεως ο γιατρός, χωρίς την έγκριση του Γέροντα, που είχε ιδιαίτερη ευαισθησία στα φάρμακα και ακόμη μεγαλύτερη στην κορτιζόνη, του έκανε ένεση ισχυρής δόσεως κορτιζόνης. Συνέπεια αυτού ήταν ότι υπέστη μετά από λίγο χρόνο συνεχείς γαστρορραγίες που επαναλαμβανόντουσαν επί τρίμηνον και πλέον.
    Εξαιτίας της καταστάσεως αυτής δεν μπορούσε να τραφεί κανονικά και διατηρήθηκε με μερικές κουταλιές γάλα και νερό την ημέρα, με αποτέλεσμα να φτάσει στον έσχατο βαθμό της εξαντλήσεως, μέχρι σημείου να μη μπορεί ούτε καθιστός να σταθεί. Του έγιναν περίπου 12 μεταγγίσεις, όλες στο κατάλυμά του στο Μήλεσι και τελικώς επεβίωσε, χάριτι Θεού, παρ’ όλον ότι και πάλι δρασκέλισε το κατώφλι του θανάτου.
    Έπασχε επίσης από σταφυλοκοκκική δερματίτιδα στο χέρι, χρονία βρογχίτιδα και αδένωμα (καρκίνο) της υποφύσεως στο κρανίο.
    Από τότε διεταράχθη σφοδρά η σωματική του υγεία, αλλά συνέχισε το έργο του πνευματικού συμβούλου και, όσο μπορούσε, του εξομολόγου, διεκπεραιώνοντας αυτά πάρα πολλές φορές μέσα σε φρικτούς πόνους.
    Αποκαλυπτική και συγκλονιστική μαρτυρία για τις ασθένειες και την ιώβειο υπομονή του Γέροντα απέναντι σ’ αυτές αποτελεί η επιστολή του Γεωργίου Παπαζάχου (περιοδ. Σύναξη, Ιαν.-Μάρτιος 2002, σελ. 93-97), επίκουρου Καθηγητή της Καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και θεράποντος ιατρού του Γέροντος Πορφυρίου.

    Η πνευματική διαθήκη του

    Αγαπητά πνευματικά μου παιδιά,
    Γέροντας ΠορφύριοςΤώρα που ακόμη έχω τας φρένας μου σώας, θέλω να σας πω μερικές συμβουλές. Από μικρό παιδί όλο στις αμαρτίες ήμουνα. Και όταν με έστελνε η μητέρα μου να φυλάξω τα ζώα στο βουνό, γιατί ο πατέρας μου, επειδή ήμασταν πτωχοί, είχε πάει στη διώρυγα του Παναμά, για εμάς τα παιδιά του, εκεί που έβοσκα τα ζώα, συλλαβιστά διάβαζα το βίο του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου και πάρα πολύ αγάπησα τον Άγιο Ιωάννη και έκανα πάρα πολλές προσευχές, σαν μικρό παιδί που ήμουνα 12-15 χρόνων, δεν θυμάμαι ακριβώς καλά. Και θέλοντας να τον μιμηθώ, με πολύ αγώνα, έφυγα από τους γονείς μου κρυφά και ήλθα στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους και υποτάχθηκα σε δύο Γέροντες αυταδέλφους, Παντελεήμονα και Ιωαννίκιο. Μου έτυχε να είναι πολύ ευσεβείς και ενάρετοι και τους αγάπησα πάρα πολύ και γι’ αυτό, με την ευχή τους, τους έκανα άκρα υπακοή. Αυτό με βοήθησε πάρα πολύ, αισθάνθηκα και μεγάλη αγάπη και προς το Θεό και πέρασα πάρα πολύ καλά. Αλλά, κατά παραχώρηση Θεού, για τις αμαρτίες μου, αρρώστησα πολύ και οι Γέροντές μου μου είπαν να πάω στους γονείς μου στο χωριό μου εις τον Άγιο Ιωάννην Ευβοίας.
    Και ενώ από μικρό παιδί είχα κάνει πολλές αμαρτίες, όταν ξαναπήγα στον κόσμο, συνέχισα τις αμαρτίες, οι οποίες μέχρι σήμερα έγιναν πάρα πολλές. Ο κόσμος όμως με πήραν από καλό και όλοι φωνάζουνε ότι είμαι άγιος. Εγώ όμως αισθάνομαι ότι είμαι ο πιο αμαρτωλός άνθρωπος του κόσμου. Όσα ενθυμόμουνα βεβαίως τα εξομολογήθηκα και γνωρίζω ότι γι’ αυτά που εξομολογήθηκα με συγχώρησε ο Θεός, αλλά όμως τώρα έχω ένα συναίσθημα ότι και τα πνευματικά μου αμαρτήματα είναι πάρα πολλά και παρακαλώ όσοι με έχετε γνωρίσει να κάνετε προσευχή για μένα, διότι και εγώ, όταν ζούσα, πολύ ταπεινά έκανα προσευχή για σας. Αλλά όμως, τώρα που θα πάω για τον ουρανό, έχω το συναίσθημα ότι ο Θεός θα μου πη: Τι θέλεις εσύ εδώ; Εγώ ένα έχω να του πω: Δεν είμαι άξιος, Κύριε, για εδώ, αλλά ό,τι θέλει η αγάπη σου ας κάμη για μένα. Από εκεί και πέρα, δεν ξέρω τι θα γίνη. Επιθυμώ όμως να ενεργήση η αγάπη του Θεού.
    Και πάντα εύχομαι τα πνευματικά μου παιδιά να αγαπήσουν το Θεό, που είναι το παν, για να μας αξιώση να μπούμε στην επίγειο άκτιστη Εκκλησία του. Γιατί από εδώ πρέπει να αρχίσουμε. Εγώ πάντα είχα την προσπάθεια να προσεύχωμαι και να διαβάζω τους ύμνους της Εκκλησίας, την Αγία Γραφή και τους βίους των Αγίων μας και εύχομαι και εσείς να κάνετε το ίδιο. Εγώ προσπάθησα με τη χάρι του Θεού να πλησιάσω τον Θεό και εύχομαι και σεις να κάνετε το ίδιο.
    Παρακαλώ όλους σας να με συγχωρέσετε για ό,τι σας στενοχώρησα
    Ιερομόναχος Πορφύριος
    Εν Καυσοκαλυβίοις τη 4/17 Ιουνίου 1991
    εδώ

    Τρίτη, Νοεμβρίου 26, 2013

    Προς την Βηθλεέμ

    -->
    Όταν στον όρθρο της εορτής των Εισοδίων(21 Νοεμβρίου), ακουστεί για πρώτη φορά στο εκκλησιαστικό έτος η μεγαλόπνοη και κατανυκτικά  χαρμόσυνη Καταβασία των Χριστουγέννων «Χριστός Γεννάται δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών απαντήσατε(προυπαντήστε Τον)», ποίημα του αγίου Κοσμά και έμπνευση του Θεολόγου Γρηγορίου, θα έχουμε εισοδεύσει πλέον επισήμως στην προπαρασκευαστική περίοδο της εορτής των Χριστουγέννων. Έχει βέβαια προηγηθεί η είσοδος μας στο πρακτικό μέρος της προετοιμασίας με την αρχή της τεσσαρακονθήμερης νηστείας στις 15 Νοεμβρίου, μία ημέρα μετά την λεγόμενη «αποκριά του αγίου Φιλίππου», η οποία νηστεία λήγει την παραμονή της μεγάλης εορτής(νηστεία ελαφρά με κατάλυση ιχθύος, εκτός Τετάρτης και Παρασκευής, διά το χαρμόσυνον της εορτής).
    «Μητρόπολη των εορτών» ονομάζει ο χρυσορρήμονας Ιωάννης την εορτή των Χριστουγέννων και δικαίως μια και η Γέννηση του Χριστού αποτελεί την αρχή των σημείων της θείας οικονομίας για την λύτρωση του ανθρωπίνου γένους, οικονομία που κορυφώνεται με το Πάθος, την Ανάσταση και την εις ουρανούς αποκατάσταση του ανθρώπου, στο πρόσωπο του Θεού που προσέλαβε άνθρωπο για να σώση τον άνθρωπο. Σαν μητρόπολη των εορτών λοιπόν και κατά μίμηση της προπαρασκευαστικής περιόδου(τριώδιο-τεσσαρακοστή) του Πάσχα, οι Πατέρες καλώς ενομοθέτησαν ώστε να προεορτάζουμε το θαύμα των Θεοφανείων-Χριστουγέννων με πλήθος εορτολογικών και υμνολογικών σημείων. Προπαρασκευή πρακτική και πνευματική που κατανύσσει την καρδιά, την προετοιμάζει για τον ερχομό του μεγάλου Ποθούμενου, αποκαλύπτει μεγαλόπρεπα την θεολογία της εορτής και προλειαίνει τα νοητά και σαρκικά αισθητήρια για τον συνειδητό και ορθόδοξο εορτασμό της.
    Ήδη λοιπόν αυτή η ίδια η εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου(21 Νοεμβρίου) είναι εισαγωγική στην αλήθεια του μυστηρίου και στην αποκάλυψη του εορτασμού. «Ο καθαρώτατος ναός του Σωτήρος, η πολυτίμητος παστάς και παρθένος, το ιερόν θησαύρισμα της δόξης του Θεού» εισάγεται στο Ναό των Ιεροσολύμων, ώστε να προετοιμαστεί σωματικά, ηθικά και πνευματικά για να γίνει του «Ιησού οικητήριον τερπνόν και ωραίον» , να προετοιμαστεί για «την είσοδον του Αρχιερέως του Μεγάλου», να γίνει «ναός καθαρός της θεότητος», κατά την σχετική υμνολογία της εορτής και να «συνειγάγη την χάριν την εν Πνεύματι Θείω» στον άχαρο και εσκοτισμένο κόσμο. Μαζί με την Παρθένο Μαριάμ προετοιμαζόμαστε και εμείς πνευματικά ώστε να γίνουμε  « θεοτόκοι» τ.ε να υποδεχτούμε τον Ερχόμενο εν ταις καρδίαις και να γεννηθεί εντός μας ο Χριστός.
    Με την εορτή του Αγίου Στυλιανού(26 Νοεμβρίου) ξεκινάμε ένα νοητό οδοιπορικό προς την Βηθλεέμ «μετά των Μάγων υπό αστέρος» «συγχορεύοντες μετά της οικουμένης», αφού ακούγεται σαν χαρμόσυνος παιάνας για πρώτη φορά το προεόρτιο Κοντάκιο της Εορτής το οποίο θα μας συνοδεύει σε κάθε Θεία Λειτουργία έως και την παραμονή, υποδεικνύοντας μας τον δρόμο και το τέλος της προεόρτιας πορείας μας: «Η Παρθένος σήμερον, τον προαιώνιον Λόγον, εν σπηλαίω έρχεται, αποτεκείν απορρήτως. Χόρευε, η οικουμένη ακουτισθείσα, δόξασον, μετά Αγγέλων και των ποιμένων, βουληθέντα εποφθήναι, Παιδίον νέον, τον προ αιώνων Θεόν».
    Στις επόμενες πανηγυρικές ακολουθίες του Αγίου Ανδρέου (30 Νοεμβρίου), αγίου Νικολάου(6 Δεκεμβρίου) και αγίου Σπυρίδωνος(12 Δεκεμβρίου), παρεμβάλλονται προεόρτια τροπάρια που ανάγουν τον νου μας προς την Βηθλεέμ και εμπλουτίζουν την κατανυκτική αυτή περίοδο με θείο πόθο και φως ιδιαιτέρως χαρμόσυνο και εορταστικό: «πδεξαι Βηθλεμ, τν το Θεο Μητρπολιν· φς γρ τ δυτον, π σ γεννσαι κει…»,  «Σπλαιον ετρεπζου· μνς γρ κει, μβρυον φρουσα Χριστν. Φτνη δ ποδχου, τν τ λγ λσαντα τς λγου πρξεως, μς τος γηγενες. Ποιμνες γραυλοντες, μαρτυρετε θαμα τ φρικτν, κα Μγοι κ Περσδος, χρυσν κα λβανον κα σμρναν, τ Βασιλε προσξατε· τι φθη Κριος κ Παρθνου Μητρς, ν περ κα κψασα, δουλικς Μτηρ προσεκνησε, κα προσεφθγξατο τ ν γκλαις ατς. Πς νεσπρης μοι, πς μοι νεφης, λυτρωτς μου κα Θες;», «Παρθνοι προεξρξατε, τ τς Παρθνου χαρ, μητρες ανσατε, τν προπομπν τς Μητρς, Χριστο το Θεο μν. Μγοι σν τος γγλοις, σν μν ο Ποιμνες· ρχεται γρ ν πλει, Βηθλεμ το γεννσαι…», κοσμήματα του ελληνορθόδοξου λόγου με υψηλή πνευματική και αισθητική αξία.
    Ιδιαίτερη σημασία για το προπαρασκευαστικό-προεόρτιο κλίμα έχουν οι εορτές-μνήμες των προφητών κατά το μήνα Δεκέμβριο. Οι προφήτες, οι δίκαιοι και τα ιερά πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης είναι εκείνοι οι λέγόμενοι «προ Χριστού Χριστιανοί» πού με τις προφητείες, τις προτυπώσεις και τις αποκαλύψεις τους οδήγησαν και τους συγχρόνους τους, αλλά και τους διψώντες την Αλήθεια εν πάση γενεά στην πρόγνωση και λατρεία του αληθινού Θεού και του Ερχόμενου Μεσσία Χριστού, του Λυτρωτή του κόσμου. Έτσι εορτάζουμε ξεχωριστά τους προφήτες Ναούμ, Αββακούμ, Σοφονία, Αγγαίο(1,2,3.16 Δεκεμβρίου αντίστοιχα), ιδιαιτέρως δε μία εβδομάδα πριν τα Χριστούγεννα τον προφήτη  Δανιήλ και τους Τρεις Παίδας « δια το είναι αυτούς» από την φυλή Ιούδα και τον οίκο Δαβίδ απ’όπου προήλθε ο Ιησούς Χριστός κατά τον συναξαριστή(17 Δεκεμβρίου), αλλά και για το θαύμα της Καμίνου που προτυπώνει την εξ αειπαρθένου άφθορη γέννηση του Χριστού. Η μνήμη και ιδιαίτερη τιμή  των προσώπων της Παλαιάς Διαθήκης κορυφώνεται και εορτάζεται εντελέστερα τις δύο Κυριακές πριν από τα Χριστούγεννα: την Κυριακή των προπατόρων , όπου ξεχωρίζει η μνήμη των Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ και την Κυριακή προ των Χριστουγέννων, όπου εορτάζεται η μνήμη πάντων των δικαίων, των προφητών και προφητίδων «από Αδάμ έως Ιωσήφ του Μνήστορος της Υπεραγίας Θεοτόκου»(Συναξάριο της Κυριακής προ των Χριστουγέννων)  και διαβάζεται η σχετική περικοπή από τον Ματθαίο «Βίβλος γενέσεως Ιησού Χριστού, υιού Δαβίδ Υιού Αβραάμ κτλ» , στην οποία απαριθμούνται οι 52 κατά σάρκα πρόγονοι του Χριστού.  «Ἆρόν σου τήν φωνήν ἀληθῶς, Σιών Θεοἡ θεία πόλις, καί κήρυξον. Πατέρων τήν θείαν μνήμην. Σύν Ἀβραάμ, Ἰσαάκ, Ἰακώβ τιμῶσα τόν ἀοίδιμον…» , ψάλλει στον όρθρο της Κυριακής εκείνης αξίως και χαρμοσύνως η Εκκλησία του Χριστού. Ανάμεσα στις προπαρασκευαστικές εορτές των Χριστουγέννων συγκαταλέγεται και η εορτή της Συλλήψεως της Αγίας Άννης( 9 Δεκεμβρίου), μάμμης του Χριστού, μια και εκείνη συνέβαλε στον μεγάλο ερχομό , αφού κυιοφόρησε και έτεκεν την Μητέρα του Θεού.
    Με τον Εσπερινό της 20ης Δεκεμβρίου έχουμε μπεί ήδη στην κυρίως προεόρτια περίοδο, όπου όλα τα τροπάρια, οι ύμνοι και οι ακολουθίες των ημερών είναι αφιερωμένες φυσικά και αποκλειστικά στην προϋπάντηση του Επιφανέντος Χριστού. « Ετοιμάζου Βηθλεέμ ήνοικται πάσιν η Εδέμ…», είναι το απολυτίκιο-τροπάριο των ημερών, ενώ στα απόδειπνα των ημερών ορίζεται να ψαλούν προεόρτιοι κανόνες, τονισμένοι στους αντίστοιχους τριωδίους κανόνες της μεγάλης εβδομάδας, ποιήματα Συμεών του Μεταφραστού. ««Κύματι θαλάσσης, τὸν κρύψαντα πάλαι διώκτην τύραννον, φάτν κρυπτόμενον,κτείναι ζητεί ο Ηρώδης…», είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα από την φιλοσοφία και το περιεχόμενο των Κανόνων. Ο ιδιαίτερος όμως ύμνος πού χαρακτηρίζει και ξεχωρίζει για την ομορφιά και τα έντονα συναισθήματα που προκαλεί στον ακροώμενο είναι το προεόρτιον ποίημα του Ρωμανού του Μελωδού και οσίου, πού ψάλλεται τμηματικά και κατ’ αλφάβητον στους Αίνους του όρθρου των ημερών και το πρώτο του Τροπάριο έχει ως εξής: «Α γγελικα, προπορεεσθε Δυνμεις, ο ν Βηθλεμ, τοιμσατε τν Φτνην· λγος γρ γεννται· σοφα προρχεται, δχου σπασμν κκλησα, ες τν χαρν τς Θεοτκου, λαο επωμεν· Ελογημνος λθν, Θες μν δξα σοι».
    Την παραμονή της Εορτής ψάλλονται λιτά ή πανηγυρικά  οι μεγάλες ώρες της Εορτής και τελείται κατά περίπτωσιν η μεγαλόπρεπη και αρχαιοπρεπής λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου συνημμένη με τον πανηγυρικό Εσπερινό της Εορτής,  την λαμπρή  εκείνη ακολουθία των βαθυτάτης θεολογίας ύμνων και συνταρακτικά δυναμικών προφητικών αναγνωσμάτων. Ήδη λοιπόν έχει κηρυχθεί διά του ευαγγελικού αναγνώσματος το Ευαγγέλιον(=χαρμόσυνη είδηση) της δεσποτικής Γεννήσεως. Η ψυχή συντετριμμένη, γεμάτη χαρά ανεκλάλητη και μυστική ευφροσύνη, θα κλίνει γόνυ μπροστά στο ταπεινό σπήλαιο, όπου «το ξύλον της Ζωής, εξήνθησεν εκ της Παρθένου»
    Ας αναχθούμε λοιπόν και εμείς νοητώς , προεορτάζοντας αισθητώς και ευφραινόμενοι, προς την νοητή Ανατολή, που γεννιέται στην Βηθλεέμ της Εκκλησίας για να Τον  προϋπαντήσουμε με έργα αγαθά αρετών και ευπρεπισμένο τον οίκο της ψυχής.

    ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΛΚΑΣ ΤΗΣ Ι.Μ ΚΑΛΥΜΝΟΥ ΤΟΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 2010

    Σάββατο, Νοεμβρίου 23, 2013

    οι νέοι χρωστάνε να είναι ιδεαλιστές




    "Αν θέλεις να είσαι τέλειος , ένα ακόμα σου λείπει, πήγαινε πούλα τα υπάρχοντα σου και μοίρασε τα στους φτωχούς και έλα ακολούθα με. Και αυτός έφυγε περίλυπος γιατί είχε πολλά κτήματα."

    Σκέφτομαι τον νεαρό της σημερινής παραβολής πού έφυγε από τον Χριστό μαραμένος και πικραμένος γιατί ήταν αδύναμος να ξεπεράσει την αγάπη του για αυτά πού νόμιζε πώς κατείχε.Το Ευαγγέλιο λέει πώς έφυγε περίλυπος. Δεν μας λέει αν πούλησε τα κτήματα του και αν τα μοίρασε στους φτωχούς ακολουθώντας τον Χριστό. Αφήνει να εννοηθεί πώς μάλλον όχι. Η αγάπη αυτής της γης υπερίσχυσε από τον πόθο για την τέλεια ζωή.

    Ωστόσο όμως προσωπικά θα ήθελα να φαντάζομαι το αντίθετο.Φαντάζομαι τον νεαρό να δίνει μια μεγάλη πάλη από κεί και πέρα. Να του φαίνονται όλα πλέον ανούσια και μικρά, να μην τον χωρά ο τόπος. Να παίρνει στο τέλος την μεγάλη Απόφαση.Γιατί οι νέοι χρωστάνε να είναι ιδεαλιστές και να κάνουν τα ιδανικά πράξη. Αλλιώς δεν υποφέρεται η κοινωνία των ανθρώπων.Αλλιώς βυθιζόμαστε όλο και περισσότερο στα βαθιά τέλματα.

    Ο Αντώνιος, ο Βασίλειος , ο Χρυσόστομος πήραν αυτόν τον δρόμο. Κάθε συναξάρι σχεδόν ξεκινά με μια αποταγή και μια διανομή στους φτωχούς.

    Πικραίνομαι πού η ιδιοκτησία συμβιβάστηκε τόσο με την χριστιανική πράξη σήμερα. Και πιό πολύ το δικαίωμα της.

    Και αυτόν τον στρεβλό χριστιανισμό τον παραλαμβάνουν τα παιδιά μας, τα οποία είναι οι πρώτοι καταναλωτές ιδεών και αγαθών, τους οποίους μπορεί να πάρει ο κάθε πονηρός πολύ σοβαρά.

    'Οσα δηλαδή δεν έχουν απορρίψει την Εκκλησία, τον Χριστό, το θρησκευτικό αίσθημα,τον Θεό τον ίδιο .

    Ζούμε σε μια κοινωνία με μάχες χαμένες, με μεγάλες ήττες, με μάχες πού δεν δόθηκαν.

    Ας ελπίσουμε σε μια καλύτερη μελλοντική  πάστα ανθρώπων. Αν και το μέλλον προδιαγράφεται ζοφερό... 

    Παρασκευή, Νοεμβρίου 22, 2013

    Πολιτικός γάμος και χριστιανική κηδεία. Συμβιβάζονται;





    Αυτές τις ημέρες προσπαθώ να συγκεντρώσω κάποιες σκέψεις και να απαντήσω σε κάποιους προβληματισμούς με αφορμή μία ανάρτηση πού κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, σχετικά με την επιστολή διαμαρτυρίας πολίτη κατά επισκόπου επαρχιακής μητρόπολης πού απαγόρευσε κηδεία σε τελέσαντα πολιτικό γάμο. 

    Ως συνήθως η κοινή γνώμη και μάλιστα από χριστιανούς ορθοδόξους, επιστράτευσε προβληματισμούς ρηχού και μοντέρνου ανθρωπισμού,πού προδίδουν επιπόλαια ανάλυση του θέματος και παντελή άγνοια, κατά την γνώμη μου, της ορθόδοξης προοπτικής, άγνοια πού οφείλεται στην επιδερμική και πάντα συναισθηματική σχέση πού έχουν οι νεοέλληνες με την πίστη, την θρησκεία και την Εκκλησία. 

    Κατ'αρχάς δεν θα μπώ στην διαδικασία να αντιπαρατεθώ στον συγγράψαντα την διαμαρτυρία. Μάλιστα θεωρώ λογικώτατο κατά τα κοσμικά κριτήρια, ένας άνθρωπος πού πρόσφατα βίωσε το πένθος και την απόρριψη, να φορτιστεί με αγανάκτιση και να οδηγηθεί στην ακραία υπερβολή εκφράσεων. 

    Πόσο λογικά όμως είναι τα επιχειρήματα του, τα επιχειρήματα όσων συντάχτηκαν και ταυτίστηκαν με αυτόν στον διαδίκτυο , κατά τα ορθόδοξα κριτήρια;

    Για την ευκολία μας, ας εξετάσουμε κάποιες από τις προκύψασες ενστάσεις και τα επιχειρήματα ένα καθ'ενα, για να αναχθούμε στην ουσία του θέματος:

    1.Η κηδεία έχει παραμυθητικό χαρακτήρα και δεν είναι μυστήριο. Επίσης η εκκλησία κηδεύει φονιάδες, δικτάτορες και τοκολύφους όχι όμως και τελέσαντες πολιτικό γάμο

    Η κηδεία μεν μπορεί να μην είναι ένα από τα επτά μυστήρια πού η σχολαστική θεολογία αποδίδει στην ορθόδοξη μυστηριολογία, ωστόσο όμως είναι μια ιερολογία, ένα εκκλησιαστικό γεγονός μυστηριακού χαρακτήρα.Συγκεκριμμένα έχει τον χαρακτήρα της πανηγυρικής εξόδου και προπομπής του ορθοδόξου χριστιανού πού άθλησε για τον Χριστό, όπως υποδηλώνεται στην ιδιαίτερη τιμή του λειψάνου και την νεκρώσιμη ακολουθία.Επίσης, έχει και ισχυρό διδακτικό χαρακτήρα για τους ζώντες, αφού τονίζει την πραγματικότητα της ματαιότητας, της κρίσης και του αναπόφευκτου θανάτου.Τέλος έχει και προσευχητικό σκοπό για την ανάπαυση του κεκοιμημένου.Δεν είναι λοιπόν παρηγορητικού χαρακτήρα η κηδεία και δεν γίνεται για τους συγγενείς. Αυτός ο δυτικός αγαπισμός μας έχει εξουθενώσει σαν πνεύματα.Η Αλήθεια δεν στηρίζεται στο συναίσθημα. Ξεκινάμε με το δόγμα στην πίστη μας στην Ανάσταση του Χριστού και στην κοινή ανάσταση και δεν εμμένουμε στις ανθρώπινες παρηγοριές.Ο ιερέας δεν είναι ο μάγος πού θα εξορκίσει το κακό με την παρουσία του και με τον κομψό επικήδειο και με λόγια παρηγοριάς. Είναι αυτός πού θα προπέμψει το παιδί του στην χώρα των Ζώντων, εμπνέοντας την πίστη στην ανάσταση. Ανθρώπινα τα λόγια παρηγοριάς και απαραίτητα. Η εκκλησία μάλιστα έχει και ειδική ευχή προς τους πενθούντες. Ωστόσο, ο ρόλος του ιερέα δεν είναι αυτός της συμπαθούς μοιρολογίστρας.

    Αυτή η τιμή  της πανηγυρικής κηδείας αποδίδεται σε όλους τους βαπτισμένους ορθόδοξους χριστιανούς , ανεξαρτήτως θέσεως και ηθικής ποιότητας. Με λίγα λόγια όλοι προπέμπονται σαν άγιοι και δεδοξασμένα μέλη της Εκκλησίας. Από την άλλη είναι σίγουρο πώς όλοι είναι αμαρτωλοί και κανείς αναμάρτητος.Ωστοσο, η Εκκλησία λειτουργώντας σαν μητέρα επιφυλάσσει σε όλα τα μέλη της την αυτή πανηγυρική τιμή. Ας τονίσουμε την λέξη μέλη της και την απουσία ηθικών κριτηρίων. Ο τελέσας πολιτικό γάμο θέτει τον εαυτό του εκτός Εκκλησίας.Παραδέχεται δημόσια πώς δεν τον καλύπτει η ιερολογία του ορθόδοξου γάμου και δεν τον αφορά και για τα μάτια του κόσμου επισφραγίζει την εξωγαμική του σχέση με κάποιο κοσμικό συμβόλαιο, υποκατάστατη σφραγίδα του μυστηρίου,έγκριση από την πολιτεία και τον κοινωνικό περίγυρο. Δεν διακρίνει δηλαδή , με καθαρά μικροαστικό πνεύμα , την ευλογία του Θεού από την συναίνεση της κοινωνίας.Με λίγα λόγια εξισώνει την κοινωνική αποδοχή με την εκκλησιαστική του συνείδηση και συμμετοχή. Εξουθενώνει το μυστήριο της Εκκλησίας στην πράξη.Δεν είναι λοιπόν ηθικά τα κριτήρια πού τον κρατούν εκτός κηδείας αλλά ε κ κ λ η σ ι ο λ ο γ ι κ ά.Αν δεν κάνεις ορθόδοξο γάμο δεν χρειάζεσαι και ορθόδοξη κηδεία.Σε τί ενήθλησες και τί ομολόγησες για να αξίζεις αυτήν την τιμή;


    2.Ο πολιτικός γάμος είναι επιλογή ορθοδόξου και μάλιστα όταν υπάρχουν κανονικά κωλύματα

    Ο πολιτικός γάμος είναι εκούσια εκκλησιαστική αποκοπή και άρα δεν είναι επιλογή κάποιου πού θέλει να ζεί συνειδητά κατά Χριστόν και να σφραγίζει κάθε πράξη του βίου του εκκλησιαστικά και μυστηριακά.. Φυσικά είναι επιλογή του καθενός και μάλιστα σκανδαλωδώς υποστηρίζω πώς οι περισσότεροι πού προσέρχονται στον ορθόδοξο γάμο θα έπρεπε σεβόμενοι τον εαυτό τους και την Εκκλησία να επέλεγαν άλλη λύση. Δυστυχώς, έχει πάρει το ιερό μυστήριο του Γάμου φολκλορικές διαστάσεις πού φτάνουν έως βλασφημίας. Απείρως λοιπόν τιμιότερο θα ήταν για πολλούς η επιλογή του πολιτικού γάμου. Από αυτήν την οπτική είμαι ένθερμος υποστηρικτής του.Ειδικά στην σχέση μας ή στην απουσία σχέσης μας με τον Θεό πρέπει να είμαστε και τίμιοι και άρα ελεύθεροι. Όπως τον ορθόδοξο γάμο διαδέχεται κάποτε η κηδεία κατά τα χριστιανικά πρότυπα, έτσι και στον πολιτικό γάμο είναι επίσης επιλογή και η πολιτική κηδεία, η οποία δεν είναι σπάνια στις μέρες μας. Και αφού παραμυθητικό χαρακτήρα δεν έχει η ορθόδοξη κηδεία δεν υπάρχει κανένας λόγος κάποιος πού δεν επέλεξε τον ορθόδοξο γάμο να κηδεύεται ορθόδοξα.Επίσης, σε μια εποχή πού γίνεται τόσος ευρύς λόγος για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ελευθερίες δεν είναι υποκριτικό να κηδεύουμε ορθόδοξα κάποιον πού δεν επέλεξε τον Χριστό όσο ζούσε; Δεν κάνουμε κατάχρηση των προσωπικών του ελευθεριών τάχα, έστω και αν δεν του κάνουμε κακό αλλά μάλλον καλό; 
    Περί των κανονικών κωλυμάτων πού οδηγούν σαν λύση στον πολιτικό γάμο, νομίζω πώς δεν πρέπει να εμφορούμαστε με δικανικό πνεύμα. Οι Ιεροί Κανόνες δεν ερμηνεύονται. Ή εφαρμόζονται απόλυτα ή μένουν ανενεργοί κατ' οικονομίαν. Επίσης, ο ορθόδοξος γάμος πού ακολουθεί κάποιον πολιτικό δεν είναι κατ'ανάγκην "κουκούλωμα", αλλά μπορεί να είναι και αποτέλεσμα μιας γνήσιας μετάνοιας και δοκιμασμένης μεταστροφής. Άλλωστε πόσα και πόσα άλλα κωλύματα σε σοβαρότερα θέματα παραθεωρούμε εν ονόματι της χριστιανικής μας ανοχής και αγάπης;Πρακτικά,παρατηρείται το φαινόμενο νέοι και απληροφόρητοι άνθρωποι να περνάνε πρώτα από το δημαρχείο και μετά από την Εκκλησία, μόνο και μόνο επειδή το επιτάσσει ένας ελεεινός συρμός και μετά ειλικρινώς αναρωτιούνται γιατί μπήκαν εξ αρχής στην διαδικασία του πολιτικού γάμου.
     

    3. Η Εκκλησία δεν μπορεί να στέλνει στην Κόλαση κανέναν . μονος Κριτής είναι ο Θεός και οφείλουμε να προσευχόμαστε για όλους .

    Η άρνηση κηδείας δεν προδικάζει την κατάληξη του κεκοιμημένου, δεν προλαμβάνει την κρίση του Θεού, δεν στερεί από κανέναν το δικαίωμα και την υποχρέωση να προσεύχεται για την ανάπαυση της ψυχής του εκλιπόντος.Αντίθετα, προβάλλει σε όλους συμπαθέστερο τον νεκρό , γιατί τον ταπεινώνει έναντι των ανθρώπων και αυτή η ταπείνωση προκαλεί την θερμότερη ευσπλαχνία και τους οικτιρμούς του Θεού. Να σημειωθεί πώς πολλοί άγιοι επεδίωκαν να μείνουν άταφοι ή να ταπεινωθεί ο νεκρός τους για να βρούν έλεος με αυτήν την εξουθένωση τους απέναντι στον Θεό των συντετριμμένων και τεταπεινωμένων πνευμάτων! Τέλος, κανένας μα κανένας χριστιανός της σήμερον δεν είναι πιό εύσπλαχνος από τους αγίους Πατέρες πού μας παρέδωσαν τον Νόμο του Θεού. Ας αφήσουμε λοιπόν τους επιπόλαιους αγαπισμούς πού όζουν σεντιμενταλισμό μετρίας υποστάθμης.

    4.Οι παπάδες κάνουν κατάχρηση εξουσίας

    Οι παπάδες δεν επεσαν από τον ουρανό, δεν είναι δικαστές ή νομοθέτες, δεν είναι εδώ για να εξουσιάσουν αλλά για να διακονήσουν. Υπόκεινται στον ΝΟΜΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ και στις συνοδικές δηλαδή στις οικουμενικής και καθολικής αποδοχής εκκλησιαστικές αποφάσεις και είναι υποχρεωμένοι να τις εφαρμόζουν. Επίσης, κανένας ιερέας δεν είναι δούλος ανθρώπινου θελήματος, αλλά μόνον θεϊκού. Δούλος Θεού. Επομένως, δεν πρόκειται για κατάχρηση καμίας εξουσίας, αλλά υπακοής στην εκκλησιαστική εμπειρία.
     
    5. Οι παπάδες βλέπουν στον πολιτικό γάμο απώλεια κέρδους και "πελατών" και για αυτό εκδικούνται στην κηδεία.

    Είναι ξεκάθαρο πώς βιώνουμε πολλές φορές σκανδαλιστικές συμπεριφορές εμπορευματοποίησης της πίστης και των μυστηρίων. Ωστόσο, αυτές οι ιερατικές συμπεριφορές δεν είναι ανεξάρτητες από την ηθική και πνευματική παρακμή σύνολης της κοινωνίας των ανθρώπων. Πρέπει να πάψουμε να τα φιλτράρουμε και να τα κρίνουμε όλα με οικονομιστικά και οικονομικά κριτήρια. Εκτός του ότι οι ιερείς τον πορισμό τους τον έχουν από το θυσιαστήριο νομίμως και όχι καταχρηστικά, όπως θέλει ο πουριτανικός μύθος του "παστοραλικού λειτουργήματος",πού ευδοκιμεί στους αφελείς πλατωνίζοντες χριστιανούς, κατά πλειοψηφίαν εμπνέονται από υψηλά ιδανικά και αίσθημα ευθύνης και δεν είναι τα λαμόγια πού ο τύπος και η κοινωνία αρέσκονται να παρουσιάζουν, υπερπροβάλλοντας τις θλιβερές εξαιρέσεις. Ο ποιμένας σαν καλός γιατρός και πνευματικός οφείλει να επισημάνει και να καταγγείλει την απάτη του εξωεκκλησιαστικού "γάμου" για να προφυλάξει το ποίμνιο, αν το ποίμνιο βέβαια εξακολουθεί να ενδιαφέρεται για μιαν ορθόδοξη ζωή. Δεν απαγορεύει τίποτα και σε κανέναν αλλά έχει καθήκον να δείχνει την οδό. Αν θέλεις να ζείς σαν χριστιανός θα πας από δώ. Κατα κεί είναι ο γκρεμός. 

    Σχετικά με το θέμα της "εκδικήσεως" είναι αδύνατο σε έναν άνθρωπο πού βιώνει όπως είπαμε το πένθος και την απόρριψη να σκεφτεί καθαρά και να δεί σε ποιό τραγικό δίλημμα βρίσκεται ο επίσκοπος πού καλείται να διαχειριστεί ένα τέτοιο σοβαρό θέμα. Όλα τα κρίνει μέσα από τους φακούς της αγανάκτισης και της πίκρας. Κανένας όμως δεν έχει την διάθεση να εκδικηθεί κανέναν. Είπαμε και παραπάνω πώς ο ιερέας υπόκειται σε βαρύ νόμο για τον οποίο ο ίδιος θα κριθεί και θα δώσει λόγο.

    6. Η Εκκλησία διώχνει κόσμο με αυτήν την συμπεριφορά.

    Δυστυχώς, στις μέρες μας θέλουμε μια Εκκλησία "αλα καρτ". Να μας αποκρύβει την αλήθεια, να μας χρυσώνει το χάπι, να μας κάνει κάθε είδους εξυπηρετήσεις, να τελεί ακολουθίες και μυστήρια κατα παραγγελία ως θρησκευτικό σούπερ μάρκετ ή  να δίνει παντοειδή πιστοποιητικά σαν ληξιαρχείο.

    Η Εκκλησία όπως δεν είναι κλαμπ καθαρών δεν είναι όμως και κλαμπ ευσεβών πελατών με απαιτήσεις. Στην Εκκλησία ερχόμαστε για να μεταμορφωθούμε και όχι με την εγωιστική απαίτηση να την μεταμορφώσουμε. Να αλλοιωθούμε και όχι να αλλοιώσουμε. Είναι το κριτήριο μας και δεν είμαστε το κριτήριο της.Κανενός είδους ιεραποστολής ή εντυπωσιασμός δεν πρέπει να θυσιάζει την υψηλή αλήθεια. Όπου σκοπιμότητα και ψέμα.Όπου τρυκ και συμβιβασμός.

    Όποιος προχωρά σε πολιτικό γάμο θα πρέπει να γνωρίζει από πρίν τις θέσεις της Εκκλησίας, οι οποίες είναι και δημοσιευμένες και παγκοίνως γνωστές και να μην αγανακτεί την εσχάτη κρίσιμη στιγμή σαν να κατέβηκε από άλλον πλανήτη. Η Εκκλησία δεν έχει απολογητική ευθύνη στο ζήτημα αυτό. Η θέση της είναι από πριν αποσαφηνισμένη.

    Πολλές φορές εγκαταλείποντας την Εκκλησία ή αδειάζοντας τους ναούς, πολύ απλά εγκαταλίπουμε έναν χώρο και έναν τόπο πού δεν ικανοποιεί την δική μας εικόνα και τις δικές μας προοπτικές πού είχαμε από πριν για αυτόν. Στην Εκκλησία μπαίνουμε άδειοι από θέλημα και προκαταλήψεις.

    Ο Χριστός κενώνεται αλλά δεν αδειάζει, δίνεται αλλά δεν ελλατούται. Ο αφανισμός είναι  κατάληξη πού αφορά μόνον εμάς τους ανθρώπους!