Κυριακή, Σεπτεμβρίου 30, 2018

Οι εχθροί μας ευεργέτες μας-άγιος νικόλαος αχρίδος



Αγαπάτε τους εχθρούς υμώνΔε λέει «μην ανταποδίδετε κακό στο κακό». Αυτό δεν είναι σπουδαίο πράγμα. Αυτό είναι απλά ανοχή. Ούτε και λέει «αγαπάτε εκείνους που σας αγαπούν».
Αυτή είναι μόνο παθητική αγάπη. Ο Χριστός λέει αγαπάτε τους εχθρούς υμών. Όχι απλά να τους ανέχεστε, όχι να είστε παθητικοί, αλλά να τους αγαπάτε. Το ξαναλέμε και πάλι, πως η αγάπη είναι ενεργητική αρετή.
Η αγάπη για τους εχθρούς δεν είναι αφύσικη; Η αντίρρηση αυτή προβάλλεται πολύ έντονα από τους μη χριστιανούςΔε βλέπουμε πως πουθενά στη φύση δεν υπάρχει παράδειγμα αγάπης για τους εχθρούς, παρά μόνο αγάπης για τους φίλους; Αυτή είναι λοιπόν αιτία αμφισβήτησηςΤι έχουμε ν’ απαντήσουμε σ’ αυτό;
Πρώτ’ απ’ όλα η πίστη μας αναγνωρίζει δύο φύσεις: μία άφθαρτη, φωτεινή και άτρεπτη στο κακό από την αμαρτία, σαν κι αυτήν που είχε ο Αδάμ στον παράδεισο· κι άλλη μια διεστραμμένη, σκοτεινή κι επιρρεπή στο κακό και την αμαρτία, σαν κι αυτήν που αντιμετωπίζουμε διαρκώς σ’ αυτόν τον κόσμο.
Στον κύκλο της πρώτης φύσης, η αγάπη για τους εχθρούς είναι απόλυτα φυσική. Στη φύση αυτή η αγάπη είναι σαν τον αέρα που ανασαίνουν όλα τα πλάσματα και ζουν. Αυτή είναι η αληθινή φύση που δημιούργησε ο Θεός. Απ’ αυτήν η θεϊκή αγάπη λάμπει στη φύση μας όπως οι ακτίνες του ήλιου μέσα από τα σύννεφα. Οτιδήποτε στη γη έχει αληθινή αγάπη, προέρχεται από την αγάπη αυτή.
Στον κύκλο της δεύτερης, της επίγειας φύσης, η αγάπη για τους εχθρούς είναι σπάνια και θα μπορούσε να θεωρηθεί αφύσικηΔεν είναι πραγματικά αφύσικη. Σε σχέση με την επίγεια φύση μας είναι στην ουσία υπερφυσική ή, καλύτερα, προ-φυσική, καθώς η αγάπη φτάνει στην αμαρτωλή φύση μας από την πρωταρχική, αναμάρτητη κι αθάνατη φύση που προϋπήρχε της δικής μας.
Η αγάπη για τους εχθρούς είναι τόσο σπάνια ώστε θα μπορούσε να κληθεί αφύσικη, λένε άλλοι αντιρρησίες. Αν τα πράγματα είναι έτσι, τότε και το μαργαριτάρι είναι αφύσικο, όπως και το διαμάντι κι ο χρυσός. Αυτά είναι όλα σπάνια αντικείμενα. Ποιός όμως μπορεί να τα ονομάσει αφύσικα; Όπως υπάρχουν φυτά που ευδοκιμούν μόνο σε μία περιοχή, έτσι γίνεται και με το σπάνιο αυτό φυτό, τη σπάνια αυτή αγάπη. Φυτρώνει κι αναπτύσσεται μόνο στην Εκκλησία του Χριστού. Για να πειστεί κάποιος από τα πολυάριθμα παραδείγματα του φυτού αυτού και του κάλλους του, πρέπει να διαβάσει τους βίους των αποστόλων του Χριστού, των πατέρων και των ομολογητών της χριστιανικής πίστης, των μαρτύρων της μεγάλης αλήθειας κι αγάπης του Χριστού.
Μια τρίτη ομάδα αντιρρησιών ισχυρίζεται πως αν δεν είναι αδύνατη, η αγάπη αυτή είναι τουλάχιστο εξαιρετικά δύσκολη. Είναι αλήθεια πως δεν είναι εύκολη, κυρίως για εκείνον που διδάσκεται την αγάπη μακριά από το Θεό, από τον οποίο ενισχύεται και τροφοδοτείται η αγάπη αυτήΠώς όμως δεν μπορούμε ν’ αγαπήσουμε αυτούς που αγαπάει ο Θεός; Ο Θεός δεν αγαπά περισσότερο εμάς απ’ όσο αγαπά τους εχθρούς μαςκαι μάλιστα όταν είμαστε εχθροί άλλων. Ποιός από μας μπορεί να ισχυριστεί πως δεν υπάρχει κανένας στον κόσμο που να τον αποκαλεί εχθρό του; Αν ο ήλιος του Θεού ζέσταινε κι η βροχή έπεφτε μόνο σ’ εκείνους που κανένας δεν τους λογάριαζε εχθρούς του, δύσκολα θά ‘φτανε κάποια ακτίνα στη γη ή θά ‘πεφτε κάποια σταγόνα βροχής στο χώμα. Ο άνθρωπος φορτώνεται από μόνος του μεγάλο φορτίο έχθρας. Η αμαρτία δημιουργεί φόβο στον άνθρωποΚι ο φόβος αυτός με τη σειρά του τον κάνει να υποπτεύεται εχθρούς σ’ όλα τα πλάσματα γύρω του. Ο Θεός όμως είναι αναμάρτητος κι άφοβος κι επομένως δεν υποπτεύεται κανέναν, αλλά τους αγαπά όλους. Μας αγαπά τόσο πολύ ώστε, όταν μας κυκλώνουν εχθροί χωρίς να φταίμε σε τίποτα, πρέπει να πιστεύουμε πως αυτό γίνεται σε γνώση Του και για το καλό μας.
Ας είμαστε δίκαιοι. Ας ομολογήσουμε πως οι εχθροί μας μάς βοηθούν πολύ στην πνευματική μας πορεία. Αν δεν υπήρχε έχθρα στους ανθρώπους, πάρα πολλοί από εκείνους που ευαρέστησαν στο Θεό δε θα είχαν γίνει φίλοι Του. Ακόμα κι η έχθρα του σατανά μπορεί να βοηθήσει εκείνους που είναι ζηλωτές των ιερών πραγμάτων του Θεού και της ψυχικής τους σωτηρίας. Ποιός ήταν περισσότερο ζηλωτής των ιερών του Θεού πραγμάτων ή είχε μεγαλύτερη αγάπη για το Χριστό από τον απόστολο Παύλο; Ο ίδιος απόστολος όμως λέει πως επέτρεψε ο Θεός στο διάβολο να τον πειράξει, όταν του αποκαλύφθηκαν πολλά μυστήρια: «Και τη υπερβολή των αποκαλύψεων ίνα μη υπεραίρομαι, εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος σατάν, ίνα με κολαφίζη ίνα μη υπεραίρομαι» (Β’ Κορ. ιβ’ 7).
Όταν ο διάβολος ο ίδιος χωρίς να το θέλει βο­ηθάει τον άνθρωπο, πώς δεν μπορούν οι άνθρωποι να βοηθούν το συνάνθρωπό τους, που είναι οπωσδήποτε λιγότερο εχθρός από τους δαίμονες; Θα τολμούσε να πει κανείς πως οι φίλοι του ανθρώπου ζημιώνουν περισσότερο την ψυχή του από τους εχθρούς του. Ο ίδιος ο Κύριος είπε πως «εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού» (Ματθ. ι’ 36). Εκείνοι που ζουν κάτω από την ίδια στέγη μαζί μας, που ενδιαφέρονται πολύ για τις σωματικές ανάγκες και τις ανέσεις μας, συχνά γίνονται εχθροί της σωτηρίας μας. Η αγάπη κι η φροντίδα τους δε στοχεύει στην ψυχή αλλά στο σώμα μας. Πόσοι γονείς δεν έχουν κάνει ανυπολόγιστη ζημιά στις ψυχές των γιων τους κι αδέρφια στ’ αδέρφια τους, καθώς και σύζυγοι στους συζύγους τους; Κι όλ’ αυτά από αγάπη!
Η πραγματικότητα αυτή που διαπιστώνεται καθημερινά είναι μια ακόμα αιτία για να μας κάνει να μη δοθούμε ολοκληρωτικά στην αγάπη προς τους συγγενείς και τους φίλους μας, ούτε και να μειώσουμε την αγάπη προς τους εχθρούς μας. Είναι ανάγκη να το ξαναπούμε, πως συχνά, πολύ συχνά, οι εχθροί μας είναι στην ουσία πραγματικοί φίλοι; Οι τρόποι που χρησιμοποιούν για να μας αναστατώσουν, μας βοηθούνΟι τρόποι με τους οποίους μας απορρίπτουν, υπηρετούν τη σωτηρία μαςΟι τρόποι με τους οποίους πιέζουν την εξωτερική, τη φυσική ζωή μας, μας ωθεί ν’ αποσυρθούμε μέσα μας, στον εαυτό μας, να βρούμε την ψυχή μας και να ζητήσουμε από το Θεό να τους σώσειΟι εχθροί μας είναι πραγματικά εκείνοι που μας σώζουν από την καταστροφή που μας ετοιμάζουν αθέλητα οι οικείοι μας, που φροντίζουν το σώμα μας σε βάρος της ψυχής μας και χαλαρώνουν το χαρακτήρα μας.

από άλλη όψις

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 29, 2018

Κυριακή Β Λουκά:καὶ ἐὰν δανείζητε παρ' ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί;

( από τον Λόγο Κατά Τοκιζόντων του αγίου Γρηγορίου Νύσσης)

Ἀργόσχολη καὶ πλεονεκτικὴ εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ τοκιστῆ. Δὲ γνωρίζει αὐτὸς τοὺς κόπους τῆς γεωργίας οὔτε τὴν ἐφευρετικότητα τοῦ
ἐμπορίου. Ἀντίθετα (ἀπ’ ὅ,τι συμβαίνει μὲ ὅσους ἀσκοῦν παραγωγικὰ ἐπαγγέλματα), ὁ τοκιστὴς κάθεται στὸν ἴδιο πάντοτε τόπο, μέσα στὸ σπίτι του μεγαλώνει τὰ θρεφτάρια τῆς κερδοσκοπίας.

Ἄσπαρτα κι ἀκαλλιέργητα θέλει τὰ πάντα γι’ αὐτὸν νὰ φυτρώνουν.
Γι’ ἀλέτρι ἔχει τὴν πέννα· γιὰ χωράφι, τὸ χαρτί· γιὰ σπόρο, τὸ μελάνι· γιὰ βροχή, τὸ χρόνο ποὺ τοῦ πολλαπλασιάζει ἀθόρυβα τοὺς τόκους τῶν χρημάτων. Δρεπάνι του εἶναι ἡ δικαστικὴ ἀπαίτηση τοῦ χρέους, ἁλώνι, τὸ σπίτι του, ὅπου λιανίζει τὶς περιουσίες τῶν ἀναγκεμένων ἀνθρώπων. Ὁλωνῶν τ’ ἀγαθὰ τὰ βλέπει δικά του.  Εὔχεται στοὺς ἀνθρώπους ἀνάγκες καὶ συμφορές, γιὰ νὰ τρέξουν ὑποχρεωτικὰ νὰ δανειστοῦν ἀπ’ αὐτόν. Μισεῖ τοὺς αὐτάρκεις καὶ ὅσους δὲν ἔχουν δανειστεῖ ἀπ’ αὐτόν, τοὺς θεωρεῖ ἐχθρούς του.
Συχνάζει στὰ δικαστήρια γιὰ ν’ ἀνακαλύψει κάποιον ποὺ τὸν πιέζουν οἱ δανειστὲς καὶ τοὺς φοροεισπράκτορες ἀκολουθεῖ, ὅπως τὰ κοράκια τοὺς στρατοὺς ποὺ διεξάγουν πόλεμο (γιὰ νὰ τρῶνε τοὺς σκοτωμένους). Κουβαλάει παντοῦ τὸ κομπόδεμα, καὶ σὰν δόλωμα τὸ δείχνει σ’ἐκείνους ποὺ τοὺς πνίγει ἡ ἀνάγκη, ὥστε, ἀνοίγοντας
γι’ αὐτὸ τὸ στόμα, νὰ καταπιοῦν μαζὶ μ’ αὐτὸ καὶ τὸ ἀγκίστρι τοῦ τόκου. Καθημερινὰ μετράει τὰ κέρδη, μὰ ἡ δίψα του γιὰ χρῆμα δὲ σβήνει. Στεναχωριέται γιὰ τὸ χρυσάφι ποὺ ἔχει φυλαγμένο στὸ σπίτι, ἐπειδὴ μένει ἀχρησιμοποίητο κι ἀνεκμετάλλευτο...
Περιεργάζεται ὁ δανειστὴς ὅλες τὶς πράξεις τοῦ ὀφειλέτη, τὰ ταξίδια του, τὶς χειρονομίες του, τὶς ἐπισκέψεις του, τὶς ἐμπορικὲς συναλλαγές του. Κι ἂν καμιὰ δυσάρεστη εἴδηση φτάσει, ὅτι δηλ. ὁ τάδε ἔπεσε στοὺς ληστές, ἢ ὅτι φτώχεψε ξαφνικὰ ἀπὸ κάποια ἀτυχία, κάθεται μὲ σταυρωμένα τὰ χέρια, ἀναστενάζει ἀδιάκοπα, χύνει κρυφὰ μαῦρο δάκρυ·
ξετυλίγει τὸ χρεώγραφο, θρηνεῖ τὸ χρυσάφι ποὺ ἀντιπροσωπεύουν οἱ γραμμές του, προσκομίζει τὸ συμβόλαιο σὰ νὰ ἦταν ἔνδυμα πεθαμένου παιδιοῦ του· μάλιστα κι ἀπὸ ’κεῖνο, περισσότερη θλίψη τοῦ προκαλεῖ.
Ἂν μάλιστα συμβεῖ νὰ ἔχει δανείσει ναυτικούς, κάθεται διαρκῶς κοντὰ στοὺς γιαλούς, μελετάει τὶς κινήσεις τῶν ἀνέμων, ρωτάει ἐπίμονα ὅσους καταπλέουν, μήπως ἀκούστηκε κανένα ναυάγιο, μήπως κινδύνεψαν πουθενὰ ναυτικοί; Λιώνει ἡ ψυχή του κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τῶν καθημερινῶν φροντίδων. Σ’ ἕνα τέτοιον ἀξίζει βέβαια νὰ εἰπωθεῖ: σταμάτα, ἄνθρωπέ μου, τὶς ἐπικίνδυνες αὐτὲς φροντίδες· λυτρώσου ἀπὸ τὴν ἐξουθενωτικὴ προσδοκία τοῦ κέρδους· πρόσεξε μήπως κυνηγώντας τόκους, δαπανήσεις τὸ πολύτιμο κεφάλαιο ποὺ εἶναι ὁ εαυτός σου. Ζητεῖς εἰσοδήματα καὶ πρόσθετα πλούτη ἀπ’ τὸ φτωχό,κάνοντας κάτι ἀνάλογο μ’ αὐτὸν ποὺ θἄθελε νὰ πάρει θημωνιὲς σιτάρι
ἀπὸ χωράφι ποὺ τὸ ξέρανε ὁ λίβας, ἢ ἄφθονα σταφύλια ἀπὸ ἀμπέλι ἀπ’τὸ ὁποῖο πέρασε χαλαζοφόρο σύννεφο, ἢ παιδιὰ ἀπὸ στείρα κοιλιὰ ἢ θρεπτικὸ γάλα ἀπὸ γυναῖκες ποὺ δὲν ἔχουν γεννήσει...Πῶς θὰ προσευχηθεῖς λοιπόν, τοκογλύφε; Μὲ τί συνείδηση θὰ ζητήσεις ἀπὸ τὸν Θεὸ κάποια εὐεργεσία, σὺ ποὺ ἔμαθες ὅλο νὰ παίρνεις καὶ ποτὲ νὰ μὴ δίνεις; Ἢ μήπως σοῦ διαφεύγει ὅτι ἡ προσευχή σου ἀποτελεῖ ὑπόμνηση τῆς δικῆς σου ἀπανθρωπιᾶς; Ποιὰ συγχώρηση ἔδωσες καὶ ζητᾶς συγγνώμην; Ποιὸν ἐλέησες κι ἐπικαλεῖσαι τὸν Ἐλεήμονα; Ἀλλὰ κι ἂν ἀκόμη προσφέρεις ἐλεημοσύνη, ὡς προϊὸν ἀπάνθρωπης ἐκμετάλλευσης δὲν θὰ εἶναι καρπὸς
τῶν συμφορῶν τῶν ἄλλων, γεμάτη δάκρυα καὶ στεναγμούς; Ἂν γνώριζε ὁ φτωχὸς ἀπὸ ποῦ προσφέρεις τὴν ἐλεημοσύνη, δὲν θὰ τὴ δεχόταν, γιατὶ θὰ αἰσθανόταν σὰ νὰ ἔμελλε νὰ γευτεῖ σάρκες ἀδελφικὲς καὶ αἷμα συγγενῶν του. Θὰ σοῦ πετοῦσε δὲ κατάμουτρα τοῦτα τὰ λόγια τὰ γεμάτα θάρρος καὶ φρονιμάδα: Μὴ μὲ θρέψεις, ἄνθρωπε, ἀπὸ τὰ δάκρυα τῶν ἀδελφῶν μου. Μὴ δώσεις στὸ φτωχὸ ψωμὶ βγαλμένο ἀπὸ τοὺς στεναγμοὺς τῶν ἄλλων φτωχῶν. Μοίρασε στοὺς συνανθρώπους σου ὅσα μὲ ἀδικίες μάζεψες καὶ τότε θὰ παραδεχτῶ τὴν εὐεργεσία σου. Ποιὸ τὸ ὄφελος, ἂν ημιουργεῖς πολλοὺς φτωχοὺς (μὲ τὴν ἐκμετάλλευση) κι ἀνακουφίζεις ἕνα (μὲ τὴν ἐλεημοσύνη); Ἂν δὲν ὑπῆρχε τὸ πλῆθος τῶν τοκογλύφων (τῶν ἐκμεταλλευτῶν γενικά), δὲν θὰ ὑπῆρχε οὔτε ἡ στρατιὰ τῶν πεινασμένων. Ἂς διαλυθοῦν τὰ ὀργανωμένα οἰκονομικὰ συμφέροντα καὶ ὅλοι θ’ ἀποκτήσουμε τὴν οἰκονομική μας αὐτάρκεια.

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 26, 2018

O αρχηγός της θεολογίας και μαθητής της Αγάπης


Η Εκκλησία μας έδωσε επίσημα τον τίτλο "Παρθένος" μόνο σε δύο πρόσωπα: στην Θεοτόκο Μαρία και τον θεολόγο Ιωάννη.Παρθένος σημαίνει αυτόν πού είναι "παρά τω Θεώ", δίπλα στον Θεό, τον αφοσιωμένο, τον αφιερωμένο, αυτόν πού διαφέρει και μένει ανέγγιχτος από τον κόσμο.Παρθενία είναι το ιδίωμα του Θεού και των αγγέλων.Δεν είναι η απλή αποχή από τα σαρκικά, αλλά μια ζωή έτσι βιωμένη "ίνα αρέση τω Κυρίω".

Από μικρό παιδί είχε μέσα του θερμή την αγάπη και τον ζήλο για τα θεία. Τον τραβούσε ο Θεός, μιλούσε μέσα του η θεία αγάπη και αφιέρωση. Η οικογένεια του ήταν πολύ εύπορη και διακεκριμένη ακόμα και στα Ιεροσόλυμα.Αυτός όμως νεαρός ακόμα, άφηνε όνομα και περιουσία πίσω και έτρεχε με δίψα δίπλα στον Βαπτιστή Ιωάννη για να γνωρίσει τα του Θεού, γενόμενος υποτακτικός σε μέγα γέροντα τον Πρόδρομο. Και αργότερα όταν ο δάσκαλος του υπέδειξε τον Ιησού της Ναζαρέτ ως Αμνό του Θεού, Ερχόμενον εις τον κόσμον, έτρεξε με χαρά επειδή βρήκε το ποθούμενο της ζωής και των ονείρων του. Ήταν τόσο αφοσιωμένος και αγαπούσε τον Χριστό πού έγινε ο αγαπημένος του μαθητής και ονομάστηκε για την θέρμη του γιός της βροντής. Σε αυτόν ανατέθηκε η μέριμνα της Παρθένου, γιατί αυτός ήταν αγνότερος όλων, τόσο πολύ πού αν και ο νεότερος έμεινε κοντα στον Χριστό μέχρι και τον Σταυρό.


Είναι κάποιες ψυχές τελικά πού λες πώς δεν επιλέγουν απλώς την αγαθή μερίδα, αλλά είναι ήδη προωρισμένες και πλασμένες για Αυτήν.

Σε αυτόν αποκαλύφθηκαν τα υψηλά μυστήρια και τα απόκρυφα της θεολογίας. "Θεολόγος είναι αυτός πού ανέπεσε στο στήθος του Ιησού και άκουσε έναν έναν τους χτύπους της καρδιάς Του", λένε οι άγιοι γέροντες,αναφερόμενοι προφανέστατα στον Ιωάννη και όποιον ζήλωσε τον Ιωάννη κατά τα μέτρα εκάστου.

Ο Ιωάννης και το ευαγγέλιο του, έχουν ως σύμβολο τον υψιπέτη αετό. Αυτόν πού απομακρύνεται από τα γήινα και συνομιλεί πάντα με τα ουράνια.


Ο επιστήθιος φίλος του Θεανθρώπου, αυτός πού έπεσε στο στήθος Του και εγκόλπωσε ως επιστήθιος όλον τον Χριστόν,υπήρξε μια μοναδική καρδιά επί γης.
Ο αρχηγός της θεολογίας και μαθητής της αγάπης.


Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2017/09/blog-post_26.html#ixzz5SCZrGmQA

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 24, 2018

Η φοβερή αποκάλυψη στον άγιο Σιλουανό


Στην αρχή του εικοστού αιώνος “εγένετο ρήμα Κυρίου” στον μακάριο Γέροντα Σιλουανό: “Κράτα τον νουν σου στον άδη και μην απελπίζεσαι”. Την ακριβή ημερομηνία του γεγονότος αυτού δεν την έμαθα ποτέ. Ίσως να συνέβη το έτος 1906. Ένα περίπου χρόνο πριν, το 1905, έγινε γνωστή στον κόσμο η Εξίσωση του Αϊνστάϊν: E=mc2. Η τελευταία αυτή έθεσε το θεμέλιο στη σύγχρονη επιστήμη και τεχνολογία. Αφενός μεν άνοιξε κολοσσιαίες πηγές ζωτικής ενέργειας, αφετέρου δε ήταν η αφετηρία για την προετοιμασία του “αποκαλυπτικού” πυρός που είναι έτοιμο να καταβροχθίσει κάθε ίχνος ζωής επάνω στη Γη (βλ. Β’ Πέτρ. γ’ 7, Β’ Θεσσ. α’ 8, Εβρ. ι’ 27, Λουκ. κα’ 35). Ο λόγος όμως που δόθηκε στον Σιλουανό, ανυπέρβλητος κατά την αξία του, αποτελεί για πολλούς πιστούς καθοδηγητικό αστέρα προς την ασάλευτη Βασιλεία (βλ. Εβρ. ιβ’ 28). Ως προς το πνεύμα, το περιεχόμενο του λόγου αυτού μοιάζει προς τη διδασκαλία των αρχαίων Πατέρων της Αιγύπτου: Αντωνίου, Μακαρίου, Σισώη, Ποιμένος, των μεγάλων, και πολλών άλλων λιγότερο γνωστών, αλλά ίσως όχι λιγότερο μεγάλων ως προς τα έργα τους. 
Ο λόγος του Χριστού “και μην απελπίζεσαι” δόθηκε δια του Αγίου Σιλουανού στην εποχή μας, που χαρακτηρίζεται από γενική απόγνωση, εξαιρετικά βαρειά. Οι άνθρωποι του αιώνα μας συχνά, παρά τη θέληση τους, γίνονται ηθικοί συνεργοί σε ατέλειωτες τοπικές ή και παγκόσμιες ακόμη αδελφοκτονίες. Ως τέτοιοι, αμετανόητοι ηθικοί συνεργοί, στερούνται, κατά φυσικόν τρόπο, την χάρη του Αγίου Πνεύματος και δεν μπορούν πλέον να πιστέψουν στην αθανασία τους δια της αναστάσεως. Αληθινά, και ούτε την επιθυμούν. Ακριβώς σε αυτή την αυτοκαταδίκη σε πλήρη μετά θάνατον εκμηδένιση έγκειται η πνευματική ουσία της απογνώσεως. 
Όταν ο Σιλουανός έλαβε τον λόγο από τον Κύριο, τον εφάρμοσε ολοκληρωτικά στη ζωή του. Να πώς γράφει ο ίδιος γι’ αυτό: “Άρχισα να πράττω όπως διδάχθηκα από τον Κύριο, και ο νους μου καθαρίσθηκε και το Πνεύμα μαρτυρούσε τη σωτηρία”. “Αμήν αμήν λέγω υμίν ότι ο τον λόγον Μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί Με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν (ήδη) εκ του θανάτου εις την ζωήν” (Ιωάν. ε’ 24)»
“Έλεγε ο Γέροντας ότι οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που εγγίζουν τα όρια αυτά λιγοψυχούν, φρίττουν και δεν αντέχουν. Να γιατί ο Μέγας Σισώης διατύπωνε, σχετικά με αυτό, το ερώτημα: «Τις δύναται βαστάσαι τον λογισμόν Αντωνίου; Πλην οίδα άνθρωπον (πρόκειται για τον ίδιο) ότι μετά καμάτου δύναται βαστάσαι τον λογισμόν αυτού». Διευκρίνιζε ο Γέροντας Σιλουανός ότι ο Σισώης είχε υπ’ όψιν του τον λογισμό εκείνο που διδάχθηκε ο Μέγας Αντώνιος από τον τσαγκάρη της Αλεξάνδρειας: «... ως ανίσταμαι το πρωί καθίσαι εις το εργόχειρον μου, λέγω εις εαυτόν ότι πάσα η πόλις αύτη, από μικρού έως μεγάλου αυτών, εισέρχονται εις την Βασιλείαν δια τας δικαιοσύνας αυτών, εγώ δε μόνος κληρονομώ την κόλασιν δια τας αμαρτίας μου· και πάλιν οψέ, πριν κοιμηθώ, λέγω τον αυτόν λόγον· οι πάντες σώζονται, εγώ δε μόνος απόλλυμαι». Στον Μέγα Αντώνιο, τον θεμελιωτή του ανατολικού μοναχισμού και καθηγητή της ερήμου, δόθηκε μαζί με τη νόηση και η δύναμη να βαστάζει αυτό τον λογισμό. Και δίδαξε την εργασία αυτή σε ασκητές ικανούς να λάβουν όχι γάλα αλλά στερεά τροφή. Από αυτόν παρέλαβαν την επιστήμη αυτή και οι άλλοι μεγάλοι Πατέρες της ερήμου και την έδωσαν ως ανεκτίμητο θησαυρό, κληρονομιά στις επερχόμενες γενεές. Η εργασία αυτή παίρνει στην πρακτική κάθε ασκητή ιδιαίτερη λεκτική διατύπωση, ενώ ουσιαστικά παραμένει η ίδια. Έτσι, ο Ποιμήν ο Μέγας έλεγε στους μαθητές του: «Πιστεύσατε τέκνα! Εις τον τόπον όπου βάλλεται ο σατανάς, εκεί βάλλομαι». Έλεγε ο μακάριος Γέροντας Σιλουανός ότι πολλοί ασκητές, όταν πλησιάσουν αυτή την κατάσταση –απαραίτητη για την κάθαρση από τα πάθη– απελπίζονται, και γι’ αυτό δεν μπορούν να προχωρήσουν. Όποιος όμως γνωρίζει ότι «ο Κύριος απείρως μας αγαπά», αποδιώκει την καταλυτική ενέργεια της τέλειας απογνώσεως και γνωρίζει με σοφία να ίσταται επί του χείλους της [απογνώσεως] και με τη δύναμη των φλογών του άδη να κατακαίει μέσα του κάθε πάθος, και δεν γίνεται θύμα της απογνώσεως: «Και μην απελπίζεσαι»”.


απο fb

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 22, 2018

Kυριακή Α' Λουκά: Έξελθε απ' εμού ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί Κύριε...

Το σημερινό ευαγγέλιο μας διδάσκει πως οι προσπάθειες των ανθρώπων είναι μάταιες, αν ο Θεός δεν βοηθήσει. Οι απόστολοι του Χριστού ψάρευαν, μα δεν έπιαναν τίποτα. Όταν ο Χριστός όμως τους είπε να ξαναρίξουν τα δίχτυα στη θάλασσα, έπιαναν τόσα ψάρια, ώστε τα δίχτυα δεν άντεχαν το βάρος τους και σκίζονταν. Ας παρακολουθήσουμε τη διήγηση:
«Εγένετο δε εν τω τον όχλον επικείσθαι αυτώ του ακούειν τον λόγον του Θεού και αυτός ην εστώς παρά την λίμνην Γεννησαρέτ. και είδε δύο πλοία εστώτα παρά την λίμνην οι δε αλιείς αποβάντες απ’ αυτών απέπλυναν τα δίκτυα, εμβάς δε εις εν των πλοίων, ο ην του Σίμωνος, ηρώτησεν αυτόν από της γης επαναγαγείν ολίγον· και καθίσας εδίδασκεν εκ του πλοίου τους όχλους» (Λουκ. ε’ 1-3). Αυτό ήταν ένα από τα περιστατικά που γίνονταν όταν συνάζονταν μεγάλα πλήθη για ν’ ακούσουν το λόγο του Θεού από τα χείλη του Χριστού. Για να τον βλέπουν και να τον ακούν όλοι, δε θα μπορούσε να διαλέξει καλλίτερο τόπο από μια βάρκα. Στην παραλία υπήρχαν δύο πλοιάρια κι οι ψαράδες ασχολούνταν με το πλύσιμο των διχτυών. Τα πλοιάρια αυτά ήταν κλασσικά μικρά ψαροκάικα, σαν κι αυτά που χρησιμοποιούνται και σήμερα στη λίμνη Γεννησαρέτ. Το πλοιάριο όπου μπήκε ο Κύριος ανήκε στο Σίμωνα, τον μετέπειτα απόστολο Πέτρο. Ο Κύριος ζήτησε από το Σίμωνα ν’ απομακρύνει λίγο το πλοιάριο από την αμμουδιά κι έπειτα κάθισε εκεί κι άρχισε να διδάσκει τα πλήθη.
«Και αποκριθείς ο Σίμων είπεν αυτώ· επιστάτα, δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν· επί δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον. και τούτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλήθος ιχθύων πολύ· διερρήγνυτο δε το δίκτυον αυτών. και κατένευσαν τοις μετόχοις τοις εν τω ετέρω πλοίω του ελθόντας συλλαβέσθαι αυτοίς· και ήλθον και έπλησαν αμφότερα τα πλοία, ώστε βυθίζεσθαι αυτά» (Λουκ. ε 5-7). Ο Σίμων δεν ήξερε ακόμα ποιός ήταν ο Χριστός. Τον ονόμασε «επιστάτη», δηλαδή «κύριο», του έδειξε σεβασμό δηλαδή, όπως έκαναν και πολλοί άλλοι. Βρισκόταν μακριά όμως από του να πιστέψει το Χριστό ως Υιό του Θεού και Κύριο. Στην αρχή παραπονέθηκε πως είχαν κοπιάσει όλη νύχτα και δεν έπιασαν ούτε ένα ψάρι, επειδή σεβόταν το Χριστό όμως ως καλό και σοφό δάσκαλο, ήθελε να τον υπακούσει και να ξαναρίξει τα δίχτυα.
Ο Θεός δεν ανταμείβει ποτέ τους κόπους των ανθρώπων τόσο πολύ, όσο ανταμείβει μια υπάκουη καρδιά. Η ολοπρόθυμη υπακοή του Πέτρου αποδείχτηκε πολύ μεγάλη, από το γεγονός ότι έθεσε αμέσως σε εφαρμογή τα λόγια του Χριστού, μ’ όλο που πρέπει να ήταν κατάκοπος και άυπνος, μούσκεμα και απογοητευμένος, μετά από μια νύχτα άκαρπης προσπάθειας. Γι’ αυτό και η υπακοή του ανταμείφθηκε αμέσως από το έλεος του Χριστού και την υπακοή των ψαριών, αφού Εκείνος που δημιούργησε τα ψάρια, τους έδωσε εντολή με το πνεύμα Του να συγκεντρωθούν και να γεμίσουν τα δίχτυα. Τα ψάρια δεν έχουν φωνή. Ο Κύριος όμως τους έδωσε εντολή με τη δική Του φωνή να πάνε στα δίχτυα, όπως με τη φωνή Του έδωσε εντολή στους ανέμους να σταματήσουν και στην ταραγμένη θάλασσα να γαληνέψει.
Τα ψάρια δεν άκουσαν τη φωνή του Κυρίου για να συναχτούν μέσα στα δίχτυα. Τά ‘φερε εκεί η δύναμή Του. Με το να μαζευτούν στα δίχτυα τόσο πολλά ψάρια, ο Κύριος αντάμειψε πλούσια την ολονύκτια προσπάθεια των ψαράδων, εξανέμισε τις ανησυχίες τους και κάλυψε τις σωματικές ανάγκες τους.
Σαν είδε τόσο μεγάλο πλήθος από ψάρια, που δεν είχε δει ποτέ ως τότε στη ζωή του ο Σίμων κι ένας άλλος που ήταν μαζί του στη βάρκα, έκανε σινιάλο στους συναδέλφους του να πλησιάσουν με τη δική τους βάρκα. Και δε γέμισε μόνο η βάρκα του Σίμωνα με ψάρια, μα κι η βάρκα του Ιακώβου και του Ιωάννη. Και γέμισαν τόσο πολύ, ώστε από το βάρος των ψαριών κινδύνευαν να βουλιάξουν. Κι ίσως να είχαν βουλιάξει, αν δεν ήταν κοντά τους ο Κύριος.
«Ιδών δε Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοις γόνασιν Ιησού λέγων· έξελθε απ’ εμού, ότι ανήρ αμαρτωλός ειμι, Κύριε. θάμβος γαρ περιέσχεν αυτόν και πάντας τους συν αυτώ επί τη άγρα των ιχθύων η συνέλαβον. ομοίως δε και Ιάκωβον και Ιωάννην, υιούς Ζεβεδαίου, οι ήσαν κοινωνοί τω Σίμωνι» (Λουκ. ε’ 8-10). Γεμάτος δέος από το αναπάντεχο θέαμα, ο Πέτρος έπεσε γονατιστός στα πόδια του Χριστού. Ούτε για μια στιγμή δεν αμφέβαλε πως τέτοια καλή ψαριά οφειλόταν στην παρουσία του Χριστού στο πλοιάριο κι όχι στις δικές του προσπάθειες. Το περιστατικό αυτό συγκλόνισε τον Σίμωνα ως τα τρίσβαθα της ψυχής του, γι’ αυτό και στη συνέχεια δεν ονόμασε πια τον Ιησού «επιστάτη», αλλά «Κύριο». Κάθε άνθρωπος μπορεί να γίνει «επιστάτης», «αφεντικό», μα μόνο ένας Κύριος υπάρχει. Όταν άκουγε το σοφό δάσκαλο να διδάσκει τα πλήθη από το πλοίο που βρισκόταν κοντά στην ακτή, ο Σίμων τον ονόμασε «Επιστάτη» ή «Διδάσκαλο». Τώρα όμως που είδε το θαυμαστό αυτό έργο Του, τον ομολόγησε «Κύριο».
Προσέξτε πόσο πιο δυνατά μιλάνε τα έργα από τα λόγια! Αν πούμε ακόμα και τα γλυκύτερα λόγια, οι άνθρωποι θα μας αποκαλέσουν διδάσκαλους των ανθρώπων. Αν όμως τα λόγια μας τα υποστηρίζουμε με τα έργα μας, τότε θα μας ονομάσουν ανθρώπους του Θεού. Ίσως την ώρα που άκουγε ο Σίμων τα λόγια του Χριστού, να σκεφτόταν μέσα του πόσο όμορφα και σοφά διδάσκει. Ο καρδιογνώστης που τα έβλεπε όλ’ αυτά, κάλεσε μετά το Σίμωνα στα βάθη, για να του αποδείξει πως πραγματοποιεί όσα λέει.
Ας δώσουμε προσοχή στον τρόπο που μίλησε ο Σίμων στον Κύριο. Αντί να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του και το θαυμασμό του για ένα τόσο μεγάλο θαύμα, εκείνος είπε: Έξελθε απ’ εμού. Το ίδιο δε ζήτησαν οι κάτοικοι των Γαδάρων από το Χριστό όταν θεράπευσε το δαιμονισμένο; Το ίδιο ζήτησαν κι εκείνοι, μα δεν είχαν το ίδιο κίνητρο με τον Πέτρο. Οι Γαδαρηνοί απομάκρυναν το Χριστό από τον τόπο τους από πλεονεξία, επειδή οι δαίμονες που έβγαλε ο Χριστός από το δαιμονισμένο οδήγησαν τους χοίρους στον πνιγμό. Ο Πέτρος όμως συνέχισε: ότι ανήρ αμαρτωλός ειμι. Ο λόγος που ζήτησε ο Πέτρος από τον Κύριο να φύγει από κοντά του, ήταν η αίσθηση της αμαρτωλότητας και της αναξιότητάς του.
Η αίσθηση αυτή της αμαρτωλότητας ενώπιον του Θεού είναι μια πολύτιμη πέτρα για την ψυχή. Ο Κύριος την εκτιμά περισσότερο απ’ όλους τους τυπικούς ύμνους δοξολογίας κι ευχαριστίας. Όταν ο άνθρωπος ψάλλει πολλούς τέτοιους ύμνους στο Θεό χωρίς την αίσθηση της αμαρτωλότητάς του, δεν ωφελείται καθόλου. Η αίσθηση της αμαρτω­λότητας οδηγεί στη μετάνοια, η μετάνοια οδηγεί στο Χριστό κι ο Χριστός πραγματοποιεί την αναγέννηση. Η αίσθηση της αμαρτωλότητας είναι το ξεκίνημα στο δρόμο της σωτηρίας του ανθρώπου.
Ο άνθρωπος που έχει περιπλανηθεί πολύ σε παραπλανητικούς δρόμους, δεν έχει τίποτα καλ­λίτερο να κάνει από το να βρει το σωστό δρόμο. Κι όταν τον βρει, το μόνο που του απομένει είναι να τον ακολουθήσει, χωρίς να κοιτάξει προς τα δεξιά ή τ’ αριστερά του. Τί ωφέλησε τον Φαρι­σαίο η προσευχή που έκανε στην εκκλησία, όταν προσπαθώντας να εγκωμιάσει το Θεό, εγκωμίαζε τον εαυτό του; Δε δικαιώθηκε ενώπιον του Θεού, όπως έκανε ο τελώνης που χτυπούσε το στήθος του κι έκραζε: «Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ!» (Λουκ. ιη’ 13).
Αυτό ήταν το ξεκίνημα της μύησης του Πέ­τρου στην πίστη του Χριστού. Η ολοκλήρωση έγινε αργότερα, όταν πολλοί από τους ακόλουθους του Χριστού άρχισαν ν’ απομακρύνονται από το Χριστό, ενώ ο Πέτρος του είπε: «Κύριε, προς τίνα απελευσόμεθα; ρήματα ζωής αιωνίου έχεις» (Ιωάν. στ’ 68). Τώρα όμως, στο ξεκίνημα, κατάπληκτος από τη δύναμη του Χριστού, του λέει: Άπελθε απ’ εμού.

Ο Πέτρος δεν ήταν ο μοναδικός που καταλή­φθηκε από δέος. Ο Ιάκωβος κι ο Ιωάννης, οι γιοί του Ζεβεδαίου, καθώς κι όλοι οι άλλοι που ήταν μαζί τους, βρίσκονταν στην ίδια κατάσταση. Όλοι τους ξεκίνησαν με φόβο για τον Κύριο, και τέλειωσαν με αγάπη για Εκείνον. Όπως διαβάζουμε στις Παροιμίες, «αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου» (Παρ. α’ 7).
Στο φόβο που ένιωθε ο Πέτρος, καθώς γονάτιζε μπροστά Του, ο εύσπλαχνος και πάνσοφος Κύριος απάντησε: «μη φοβού· από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών» (Λουκ. ε’ 10). Ο κόσμος αυτός είναι μια θάλασσα γεμάτη πάθη, η Εκκλησία Μου είναι πλοίο και το Ευαγγέλιό μου δίχτυ, όπου θ’ αλιεύσεις ανθρώπους. Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα. Μαζί μου όμως θα έχετε τόσο καλές ψαριές, που θα γεμίσουν τα δίχτυα σας. Φτάνει να είστε υπάκουοι σε Μένα, όπως κάνατε και σήμερα. Και τότε δε θα σας φοβίζει κανένα βάθος και ποτέ δε θα γυρίσετε με άδεια χέρια από το ψάρεμα.

(αποσπάσματα από την Ομιλία του αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς στην Α Κυριακή του Λουκά. Από alopsis.gr)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 19, 2018

Η μωρία του Σταυρού - αγίου Λουκά Κριμαίας


Μωρία καὶ τρέλα εἶναι ὁ λόγος περὶ τοῦ Σταυροῦ, γιὰ ἐκείνους ποὺ χάνονται, γιὰ μᾶς ὅμως εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ «γέγραπται γάρ˙ ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω» (Α΄ Κορ. α´19). Τὸ ἔλεγε ἤδη ὁ προφήτης Ἠσαΐας. «Ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου» (Α΄ Κορ. α´ 20).
Ἔκανε μωρία ὁ Θεὸς ὅλη τὴν σοφία αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀπὸ παλαιὰ χρόνια ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ σοφοὺς λαοὺς θεωροῦνταν οἱ Γερμανοί. Ὁ λαὸς αὐτὸς ἦταν φορέας ὅλης τῆς κοσμικῆς σοφίας. Ἀπὸ μέσα του βγῆκαν οἱ μεγάλοι φιλόσοφοι ὅπως ὁ Κάντιος, ὁ Φίχτε καὶ ὁ Γέγελ. Στὴ Γερμανία ἡ ἐπιστήμη προχώρησε πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅσο σὲ ἄλλες χῶρες τῆς Εὐρώπης.
Εἴδατε πῶς κατήσχυνε ὁ Κύριος αὐτὴ τὴν σοφία τοῦ γερμανικοῦ λαοῦ καὶ τὴν μετέτρεψε σὲ μωρία. Ὑπῆρχε ποτὲ μωρία φοβερότερη ἀπ’ αὐτὴ τῆς ὁποίας ἐμεῖς ἤμασταν μάρτυρες; Εἶχε φτάσει ποτὲ κανένας λαὸς σὲ τέτοιο σημεῖο τρέλας, ὥστε νὰ ἐξοντώνει μὲ τὸν πιὸ ἄγριο τρόπο ἑκατομμύρια ἀνθρώπους καὶ νὰ καταστρέφει τὶς ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ;
Δὲν πραγματοποιήθηκε πάνω στὸν γερμανικὸ λαὸ ἐκεῖνος ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου ποὺ λέει˙ «Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου; ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας, ἐπειδὴ καὶ Ἰουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι καὶ ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν» (Α΄ Κορ. α´ 20-22).
Πολλὲς φορὲς ἀκούσατε στὸ Εὐαγγέλιο πὼς οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι ζητοῦσαν ἀπὸ τὸν Κύριον Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ τοὺς δείξει σημεῖα, γιὰ νὰ ἀποδείξει ὅτι ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ κάνει ἐκεῖνα ποὺ ἔκανε, ζητοῦσαν ἀπ’ Αὐτὸν θαύματα.
Ποιὰ ἄλλα θαύματα ἤθελαν, ἀφοῦ ὁ Κύριος τὰ ἔκανε συνεχῶς; Ἦταν τυφλοί, γι’ αὐτὸ ζητοῦσαν καὶ ἄλλα θαύματα, μὲ τὰ ὁποῖα ἤθελαν νὰ ἀποδείξει ὁ Κύριος τὴν ἄνω κλήση του.
«Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν». Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦταν λαὸς πολὺ βαθυστόχαστος. Ἀπὸ τοὺς κόπους αὐτοῦ τοῦ λαοῦ βγῆκαν οἱ μεγαλύτεροι φιλόσοφοι τοῦ ἀρχαίου κόσμου, ὅπως ὁ Πυθαγόρας, ὁ Σωκράτης, ὁ Πλάτων καὶ ὁ Ἀριστοτέλης, οἱ ὁποῖοι μέχρι καὶ σήμερα παραμένουν ἀξεπέραστοι.
Ὁ Ἀριστοτέλης, παραδείγματος χάριν, εἶναι φορέας μιᾶς ἀξεπέραστης σοφίας καὶ βαθύτατος νοῦς. Οἱ Ἕλληνες ἦταν ἕνας λαὸς ὁ ὁποῖος γνώριζε ὅλη τὴν ἀνθρώπινη σοφία, ἕνας λαὸς ποὺ διψοῦσε νὰ ἀκούει κάθε τί τὸ σοφό, λαὸς ποὺ οἱ ἐκπρόσωποί του ἄκουγαν μὲ προσοχὴ στὸν Ἄρειο Πάγο τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἔχοντας τὴν αἴσθηση ὅτι ἐκεῖνος μιλάει γιὰ κάτι ποὺ αὐτοὶ δὲν γνωρίζουν.
«Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν, ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν» (Α΄ Κορ. α´ 22-23). Οἱ Ἰουδαῖοι στὸ πρόσωπο τοῦ Μεσσία περίμεναν ἕνα μεγάλο βασιλιά, ὁ ὁποῖος θὰ γινόταν ἀρχηγὸς τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραὴλ καὶ θὰ ὑπέτασσε σ’ αὐτὸν ὅλο τὸν κόσμο. Ἦταν σκάνδαλο γι’ αὐτούς, ν’ ἀκοῦνε ὅτι Μεσσία θεωροῦν Αὐτὸν τὸν ὁποῖο ἐκεῖνοι σταύρωσαν.
Καὶ γιὰ τοὺς Ἕλληνες αὐτὸ ἦταν μωρία καὶ μὲ πολλὴ περιφρόνηση μιλοῦσαν ἐκεῖνοι γιὰ τὸν Χριστὸ τὴν ἐποχὴ τῶν μεγάλων διωγμῶν κατὰ τοῦ χριστιανισμοῦ ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους στοὺς πρώτους αἰῶνες. Περιέπαιζαν τοὺς χριστιανοὺς γιὰ τὸ ὅτι θεωροῦν Θεὸ ἕνα δυστυχισμένο ἄνθρωπο, ποὺ πέθανε πάνω στὸν σταυρό. Γιὰ ἐκείνους ὅμως ποὺ τοὺς κάλεσε ὁ Θεός, Ἰουδαίους καὶ Ἕλληνες, ποὺ πίστεψαν στὸν Χριστό, Αὐτὸς ἦταν ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Θεοῦ σοφία.
Γιὰ ὅλους ἐμᾶς κήρυγμα γιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, κήρυγμα γιὰ τὸν ἐσταυρωμένο Κύριο Ἰησοῦ εἶναι κήρυγμα γιὰ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ σοφία του. Διότι, πεῖτε μου, ποιός ποτὲ σ’ ὅλη τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου φανέρωσε τέτοια δύναμη ποὺ φανέρωσε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὄχι μόνο μὲ τὸ δικό του κήρυγμα ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ φοβερὸ καὶ θαυμαστὸ θάνατο γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, μὲ τὸ δικό του Αἷμα καὶ τὸν Σταυρό του;
Αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη ποὺ νίκησε τὸν κόσμο καὶ κατήργησε τὴν ἐξουσία τοῦ διαβόλου γι’ αὐτοὺς ποὺ πίστεψαν στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ χάραξαν πάνω στὴν καρδιά τους τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ.
Ἐμεῖς κηρύττουμε τὸν Χριστό, λέγοντας ὅτι Αὐτὸς εἶναι ἡ ὑπέρτατη δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ Σοφία Του, σοφία ἡ ὁποία ἀπέδειξε μωρία ὅλη τὴν σοφία τοῦ κόσμου. Δὲν ὑπάρχει γιὰ μᾶς σοφία ἀνώτερη ἀπ’ αὐτὴ ποὺ ἐμεῖς ἀκούσαμε ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γνωρίζουμε τώρα ὅτι ἡ ἀρχὴ τῆς σοφίας δὲν βρίσκεται σὲ βιβλία, γραμμένα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ στὸ φόβο τοῦ Θεοῦ… Πάντα ἔχουμε στὸ νοῦ μας τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου γιὰ τὸν Χριστὸ «ἐν ᾧ εἰσι πάντες οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως ἀπόκρυφοι» (Κολ. β´3). Ἀναζητοῦμε τὴ σοφία μόνο σ’ αὐτὸ τὸν θησαυρὸ καὶ πουθενὰ ἀλλοῦ. Γνωρίζουμε ὅτι ἀληθινὸς εἶναι ὁ λόγος τοῦ σοφοῦ Σολομῶντος˙ «Στόμα δικαίου ἀποστάζει σοφίαν» (Παρ. Ι´ 31).
Πεῖτε μου ποιά στόματα ἀνέβλυζαν περισσότερη σοφία ἀπὸ τὰ στόματα τῶν μεγάλων ἱεραρχῶν καὶ τῶν διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Μεγ. Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ πολλῶν ἄλλων ἁγίων; Ποιό στόμα ἀνάβλυζε σοφία μεγαλύτερη ἀπὸ τὴ σοφία τῶν ὁσίων Θεοδοσίου τοῦ Κιέβου; Γνωρίζουμε ὅτι τὸ στόμα τῶν δικαίων ἀναβλύζει σοφία. Γνωρίζουμε ὅτι ἀληθινὸς εἶναι ὁ λόγος τοῦ Σοφοῦ Σολομῶντος˙«στόμα δὲ ταπεινῶν μελετᾶ σοφίαν» (Παρ. ΙΑ´ 2), ἐκείνων ποὺ ποτὲ δὲν θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους σοφό, βλέπουν τὸν ἑαυτό τους χειρότερο ἀπ’ ὅλους καὶ δὲν περιφρονοῦν κανέναν. Αὐτοὶ οἱ ταπεινοὶ ἄνθρωποι κατέχουν τὴ γνήσια καὶ ἀληθινὴ σοφία, μία σοφία ξεχωριστή, αὐτὴ γιὰ τὴν ὁποία μιλοῦσε ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος, λέγοντας τὸ ἑξῆς˙ «Ἡ δὲ ἄνωθεν σοφία πρῶτον μὲν ἁγνὴ ἐστιν, ἔπειτα εἰρηνική, ἐπιεικής, εὐπειθής, μεστὴ ἐλέους καὶ καρπῶν ἀγαθῶν, ἀδιάκριτος καὶ ἀνυπόκριτος» (Ἰακ. γ´ 17). Μὲ τέτοια σοφία ἦταν γεμάτοι ὅλοι οἱ ἅγιοι. Τέτοια σοφία πρέπει καὶ ἐμεῖς, ἁπλοὶ καὶ ἀδύναμοι χριστιανοί, νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὴ τὴν ἀληθινὴ σοφία ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει˙ «Τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ σοφώτερον τῶν ἀνθρώπων ἐστι, καὶ τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστὶ» (Α΄ Κορ. α´ 25).
Αὐτοὺς ποὺ ὁ κόσμος τοὺς θεωρεῖ μωρούς, ποὺ ὁ κόσμος δὲν δίνει σημασία ἢ ἀκόμα καὶ τοὺς περιφρονεῖ, αὐτὸ «τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ» εἶναι σοφότερο ὅλων τῶν ἀνθρώπων. «Τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστι». Ἡ ἀδυναμία τῶν ταπεινῶν, τῶν πράων καὶ τῶν καθαρῶν τῇ καρδίᾳ εἶναι ἀσύγκριτα πιὸ δυνατὴ ἀπὸ ὅλη τὴν ἀνθρώπινη δύναμη.


Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2017/09/blog-post_14.html#ixzz5RXa5UL6i

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 16, 2018

Kυριακή μετά την Ύψωση


Στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

Τὴν ἡμέρα ποὺ θυμόμαστε τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, πρέπει νὰ δίνουμε ἰδιαίτερη προσοχὴ σ’ ὅ,τι εἶναι ἡ Θεϊκὴ ἀγάπη. Τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο ποὺ θυσίασε τὸν Μονογενῆ του Υἱό, ὥστε κανεὶς ἄνθρωπος δὲν θὰ πρέπει νὰ λησμονηθεῖ καὶ ν’ ἀγνοηθεῖ.

Ἂν εἶναι ἀλήθεια αὐτό, πῶς θὰ πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον; Ἂν ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς σημαίνει τόσα πολλὰ γιὰ τὸν Θεό, ἐὰν Ἐκεῖνος ἀγαπάει τὸν ἄνθρωπο σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε νὰ θυσιάσει τὴν ζωή Του, ὁ θάνατός Του εἶναι εὐπρόσδεκτος- πῶς θὰ πρέπει λοιπὸν νὰ φερόμαστε στὸν πλησίον μας;

Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἀγαπᾶμε ἐκ φύσεως, ποὺ μὲ τόσους πολλοὺς τρόπους μοιάζουν μὲ μᾶς στὸ μυαλό, τὸ συναίσθημα – ἀλλὰ εἶναι αὐτὸ ἀγάπη; Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀγαπᾶμε αὐτὸ τὸ πρόσωπο σὰν τὸ πιὸ πολύτιμο πρόσωπο στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ δικά μου, ἐπειδὴ λαχταρῶ νὰ εἶμαι μὲ τὸν Θεό, νὰ μοιράζομαι τὶς σκέψεις Του, τὴ στάση Του ἀπέναντι στὴ ζωή. 

Καὶ πόσοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν ποὺ τοὺς φερόμαστε μὲ ἀδιαφορία, δὲν εὐχόμαστε κάτι κακὸ γι’ αὐτοὺς – δὲν ὑπάρχουν γιὰ μᾶς! Ἂς ρίξουμε μιὰ ματιὰ γύρω μας σὲ τούτη τὴ συνάθροιση καὶ γιὰ μῆνες ἂς ἀναρωτηθοῦμε: «τί σημαίνει αὐτὸ τὸ πρόσωπο γιὰ μένα;» - Τίποτα· ἁπλὰ κάποιος ποὺ παρευρίσκεται στὴν ἴδια ἐκκλησία, ποὺ πιστεύει στὸν ἴδιο Θεό, ποὺ λαμβάνει τὴν ἴδια κοινωνία- καὶ λησμονοῦμε ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ λαμβάνουν τὴν ἴδια κοινωνία, ἔχουν γίνει μέρος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ζεῖ μέσα τους, ὅτι θὰ πρέπει νὰ στραφοῦμε σ’ αὐτούς, νὰ τοὺς κοιτάξουμε, καὶ νὰ δοῦμε ὅτι ἀποτελοῦν ναὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μιὰ συνέχεια τῆς Ἐνσάρκωσης.

Ἂς θέσουμε στὸν ἑαυτὸ μας σοβαρὰ καὶ κρίσιμα ἐρωτήματα γιὰ τὸ πῶς φερόμαστε καὶ πῶς βλέπουμε τὸν διπλανό μας. Ἂς ἀφιερώσουμε ὅλη τὴν ἑβδομάδα γιὰ νὰ σκεφτοῦμε τὸ ἕνα πρόσωπο μετὰ τὸ ἄλλο καὶ ἂς ἀναρωτηθοῦμε: «ὑπάρχει ἀγάπη στὴν καρδιά μου; » Ὄχι μιὰ συναισθηματικὴ ἀγάπη, ἀλλὰ μιὰ ἀγάπη ποὺ μέσα στὸ φῶς τοῦ Θεοῦ κάνει ἕναν ἄνθρωπο πολύτιμο, - πολύτιμο στὸ βαθμὸ ποὺ θὰ πρέπει νὰ εἶμαι προετοιμασμένος νὰ δώσω τὴν ζωή μου γι’αὐτὸ τὸ πρόσωπο. Καὶ ὅταν τὴν ἑπόμενη ἑβδομάδα προσέλθουμε στὸ μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, ἀνάμεσα στὰ ἄλλα, ἂς φέρουμε, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ τὸ ἐρώτημα: «Ὑπάρχει γιὰ μένα ὁ πλησίον; Τί σημαίνει γιὰ μένα; » Γιὰ τὸν Θεὸ εἶναι τὰ πάντα· ἐὰν γιὰ μένα δὲν εἶναι τίποτα, ποιὰ εἶναι ἡ θέση μου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ; Ἀμήν.


+ μητρ.Αντώνιος Bloom 

(Ἀπόδοση στὰ νεοελληνικά www.agiazoni.gr)

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 14, 2018

Ρίγος πασχαλινό


Αυτή η ημέρα ανήκει στον σταυρό και όμως μυρίζει ανάσταση,ένα πασχαλινό ρίγος μας αναστατώνει.Σήμερα είναι μέρα νηστείας, ξηροφαγίας και ομολογώ πως με δυσκολεύει αυτή η μικρή στέρηση και πιστεύω και πολλούς άλλους φίλους,ενώ αυτό δεν συμβαίνει σε μακρές περιόδους νηστείας, κατά τις οποίες στερεώνεται η κατανυκτική χαρά μέσα μας. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν έχουμε ασπαστεί σε απόλυτο βαθμό το ασκητικό, το ορθόδοξο ήθος, το οποίο είναι σταυρώσιμο.Δεν ζούμε την νηστεία κάθε στιγμή , αλλά μόνα εποχικά και τυπικά.Θεωρούμε τις στερήσεις, την κακουχία,την νηστεία δύσκολα και ίσως προσβλητικά για το ανθρώπινο πρόσωπο πράγματα, λυπηρές υποθέσεις για λυπηρούς ανθρώπους.Γι αυτό σε μια απέραντη θλίψη σέρνεται η ζωή μας, ακόμα και μέσα στις κοσμικές χαρές από τις οποίες δεν βγαίνει πνεύμα. Την απόλυτη αναστάσιμη χαρά την βιώνουν αυτοί πού κατά τον απόστολο Παύλο "είναι του Χριστού, το σαρκικό το θέλημα σταύρωσαν μαζί και τις επιθυμίες". Αυτή η χαρά πού λάμπει στα πρόσωπα των αγίων ασκητών, μοναχών ή μέσα στον κόσμο είναι καρπός σκληρής σταυρώσιμης ζωής. Όλοι οι μεγάλοι μέσα από τον Σταυρό πέρασαν για να τους λέμε σήμερα μεγάλους.Και λάμπει το πρόσωπο και ολόκληρη η ύπαρξη τους είναι φως. Γράφει ένας ασκητής του αιώνα μας:"Ανάσταση μέσα μου, ατέλειωτη χαρά!". Αυτή την χαρά την ζηλεύουμε και αυτοί πού την είδαμε και αυτοί πού δεν ακούσαμε για εκείνη και δεν ξέρουμε τί είναι αυτό πού ψάχνουμε και αυτό πού μας λείπει. Αυτό είναι η ιδια η αναζήτηση για το μοναδικό νόημα της ζωής.
ππκ 

αλλά θαρσείτε,εγώ νενίκηκα τον κόσμον


Τιμούμε το Σταυρό, τον υψώνουμε ,ψέλνουμε τη νίκη του Χριστού: δε σημαίνει αυτό πάνω απ’ όλα πίστη στον Σταυρωμένο και πίστη πως ο Σταυρός είναι ένα σημείο φοβερής ήττας;

Καθότι ο Σταυρός γίνεται νίκη και θρίαμβος μόνο επειδή είναι ήττα, και μόνο στο μέτρο που γίνεται αποδεκτός ως ήττα. Όχι, ο Χριστός δεν εισήλθε στον κόσμο για να νικήσει με έναν εξωτερικό τρόπο. Του προσφέρθηκε ένα βασίλειο, αλλά το αρνήθηκε. Ακόμη και τη στιγμή που προδομένος πέθαινε, είπε: «ή δοκείς ότι ου δύναμαι άρτι παρακαλέσαι τον πατέρα μου ,και παραστήσει μοι πλείους ή δώδεκα λεγεώνας αγγέλων;» (Ματθ. 26,53 ) .
Ωστόσο ο Χριστός ποτέ άλλοτε δεν ήταν περισσότερο βασιλιάς παρά όταν ανέβηκε στο Γολγοθά, φέροντας στους ώμους του τον Σταυρό, ενώ το γεμάτο μίσος και χλευασμό πλήθος Τον περικύκλωνε. Ποτέ άλλοτε δεν ήταν εμφανέστερη η βασιλική εξουσία Του παρά όταν Τον έφερε ο Πιλάτος μπροστά στο πλήθος, ντυμένο την πορφύρα, καταδικασμένο σε θάνατο ως εγκληματία, με το ακάνθινο στεφάνι στο κεφάλι, και τον Πιλάτο να λέει στον εξαγριωμένο όχλο: «ίδε ο βασιλεύς υμών». Μόνο εδώ μπορούμε να δούμε ολόκληρο το μυστήριο του Χριστιανισμού, επειδή η νίκη του Χριστιανισμού βρίσκεται στη χαρούμενη πίστη πως εδώ, μέσα από τον περιφρονημένο ,σταυρωμένο και καταδικασμένο άνθρωπο, η αγάπη του Θεού άρχισε να φωτίζει τον κόσμο και άνοιξε ένα βασίλειο που κανείς δεν έχει δικαίωμα να κλείσει.Ο καθένας μας λοιπόν πρέπει να δεχθεί το Χριστό με όλη του την καρδιά, όλη του την ψυχή και όλη του την ελπίδα.
Ειδάλλως όλες οι εξωτερικές νίκες είναι χωρίς νόημα. ..… Παρόλα αυτά ο Σταυρός υψώνεται ακόμη, εκτίθεται και θριαμβεύει. «Σταυρός η ωραιότης της Εκκλησίας».
Επειδή σε όποιο σκοτάδι κι αν βρίσκονται οι άνθρωποι, όσο μεγάλος κι αν είναι ο θρίαμβος του κακού σ’ αυτόν τον
κόσμο, η καρδιά μας γνωρίζει ακόμη και ακούει τα λόγια,
«αλλά θαρσείτε,εγώ νενίκηκα τον κόσμον.»

+π. Αλέξανδρος Σμέμαν

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 13, 2018

Λόγος εις την Ύψωσιν του Σταυρού και στην Αγία Ανάσταση- Αγίου Σωφρονίου Ιεροσολύμων


Σταυρού πανήγυρης και ποίος να μην σκιρτήσει; Αναστάσεως διακήρυξις και ποίος χαρούμενα να μην γελάση; Ναι, ανασκίρτησις δια τον Σταυρόν: Διότι όταν αυτός ενεπήχθη εις τον τόπον του Κρανίου έχοντας καρφωμένο επάνω του τον Δεσπότην της κτίσεως, Εσχισε το εις βάρος μας χρεωστικόν έγγραφον, το όποιον είχεν υπογράψει ό προπάτωρ μας ό Αδάμ, όταν παρέβη τάς εντολές του Θεού. Οΰτως ό Σταυρός μας ελευθέρωσε από τα δεσμά της αμαρτίας κάμνοντας μας να αναπηδούμε με εύθυμα σκιρτήματα σαν μικροί μόσχοι πού έχουν λυθεί από κάποια δεσμά. Διότι όπου ή αμαρτία πλεόνασε, εκεί περίσσευσε ή χάρις του Θεού.
Δια δε την Ανάστασιν γέλως χαράς: Διότι αυτή εξόρισε την φθοράν του θανάτου και εξεδίωξε το ζοφερόν σκότος του Άδου και ανέστησε τους νεκρούς από τους τάφους. Εξήλειψε το δάκρυον από κάθε πρόσωπον, όπως λέγει ό προφήτης, και άντ’ αυτού χάρισε την πραγματικός ατελείωτον χαράν εις κάθε άνθρωπον. Και αληθώς, το δώρημα της Αναστάσεως δεν είναι μόνον δια μερικούς ούτε το κατόρθωμα της επραγματοποιήθη προς χάριν κάποιων ολίγων. Διότι κατ’ αυτήν εκείνος ό όποιος πραγματοποίησε με ανθρώπινη σάρκα την ταφήν, μάλλον δε την Ανάστασιν, δεν ήτο άλλος από τον Θεόν ολοκλήρου της κτίσεως, ό όποιος ποτέ δεν χορηγεί χαρίσματα εις μερικούς μόνον ούτε υπάρχει εις Αυτόν καμία προσωποληψία. Αποδεικνύοντας λοιπόν τον εαυτόν του αληθή Θεόν των όλων, απλώνει την δωρεάν της σωτηρίας εις όλους τους ανθρώπους, ευσπλαχνιζόμενος την δική του εικόνα και ανακαινίζοντας την εξ ολοκλήρου· διότι κατ’ εικόνα Θεού έχει πλασθή κάθε άνθρωπος επί της γης.
Του Σταυρού ή επέτειος πρόβαλε και ποίος άνθρωπος να μην σταύρωση τον εαυτόν του; Διότι ό Σταυρός γνωρίζει ως απολύτως γνήσιον προσκυνητήν του, μόνον εκείνον ό όποιος σταύρωσε τον εαυτόν του ως προς τον κόσμον και απέδειξε έτσι εμπράκτως δια τον εαυτόν του, ότι είναι απροκαλύπτως γνήσιος φίλος του Σταυρού.
Αναστάσεως τα εγκαίνια και ποίος πιστός δεν θα ανακαινισθή, απορρίπτοντας κάθε νέκρωσιν την εκ των παθών και ενδυόμενος αφθαρσίαν ψυχής; Διότι αλλιώς ορίζεται ό θάνατος της ψυχής και αλλιώς γνωρίζεται ό θάνατος του περί αυτήν σώματος. Τον πρώτον τον κυοφορεί ή αμαρτία, όπως έγραψε ό αρχηγέτης και προεξάρχων αυτού του θρόνου, ό άδελφόθεος Ιάκωβος. Τον δε δεύτερον είναι νόμος της φύσεως να τον γεννά ή διάλυσις των στοιχείων τα όποια συνθέτουν την ουσία των όντων. Έκτος αυτού δε τον γεννά και ή αναχώρησις της αθανάτου ψυχής, κι ας μην είναι αυτό ορατό από τους Ιατρούς, των οποίων επάγγελμα είναι να θεραπεύουν μόνον τα σώματα• διότι άφ’ ότου ό άνθρωπος παρήκουσε την θείαν εντολή, αυτό ακριβώς του εδόθη ως επιτίμιο από τον Κτίστην του.
Ό Σταυρός υψώνεται και ποίος δεν θα ύψωθή μυστικώς από την γήν; Διότι όπου υπερυψούται ό Λυτρωτής, εκεί πέρα πηδά και παρίσταται και ό λυτρωθείς, ποθώντας να ευρίσκεται πάντοτε μαζί με τον Σωτήρα του και να τρυγά Εκείνου την άφθαρτον βοήθειαν.
Σήμερον προβάλλει ή Άνάστασις και με την εμφάνισίν της φαιδρύνει τα πάντα. Αύριον εμφανίζεται ό Σταυρός και παρέχει τα δώρα του εις τους προσκυνητάς του.
Σήμερον ή Άνάστασις έχει απλωθή και αύριον ό Σταυρός υπεράνω αυτής θα πετασθή. Αυτή στηλιτεύει την φθοράν, εκείνος τάς φάλαγγας των δαιμόνων. Αύτη αποτελεί άφ’ εαυτής μίαν διακήρυξιν, ότι αληθώς εθανατώθη ό θάνατος· εκείνος διαλαλεί εις πάντας ότι κατηργήθη κάθε κακουργία των δαιμόνων και απενεκρώθη κάθε μιαρά καί ψυχοφθόρος ενέργεια τους.
Καί, ω του θαύματος! Απορώ με τι λόγους να εκφράσω το μυστήριον! Διότι, ενώ παλαιά της Αναστάσεως είχε προηγηθή ό Σταυρός, τώρα ό Σταυρός έχει προπομπόν και πρόδρομον την ‘Ανάστασιν. τι θαυμαστή εναλλαγή! Βλέπω λοιπόν και εδώ εις αυτά τα δύο να εκπληρώνεται εμφανέστατα ό λόγος του Σωτήρος. Διότι, ιδού, οΐ έσχατοι έγιναν πρώτοι και αντιστρόφως οί πρώτοι ανεδείχθησαν έσχατοι. Καί ποίος άραγε θα μπορέση να εξήγηση την αιτία αυτών των εναλλαγών και μεταβολών; Όχι βεβαίως ότι έκαμαν κανένα αγώνα δρόμου και αυτή μεν δι` άλματος βγήκε μπροστά, ενώ εκείνος ως βραδύς έμεινε πίσω. Διατί λοιπόν ό θείος Σταυρός να μην αστράψη ανατέλλοντας πρώτος όπως και πριν και ή φωτοφόρος Άνάστασις να λάμψη τρεις ημέρας μετά από εκείνον;
Όσον άφορα το τι είχαν εις τον νουν τους οί πατέρες μας και έκαμαν αυτήν την εναλλαγήν, τίποτε δεν ημπορούμε να ειπούμε με απόλυτον βεβαιότητα. Υποθέτουμε όμως και στοχαζόμεθα, πώς ή αιτία αυτής της αμοιβαίας καθυστερήσεως και προπορεύσεως είναι ό κόσμος, ό όποιος καταφθάνει εδώ από τα πέρατα της γης χάριν της ζωηφόρου προσκυνήσεως αυτών των δύο. Ώστε να εορτάζουν αυτοί πρώτα την περιχαρή και λαμπρά εορτήν της Αναστάσεως και αμέσως μετά από αυτήν να βλέπουν την μακαρίαν Ύψωσιν του Σταυρού, ούτως ώστε φεύγοντας να έχουν ως καλόν και σωτήριον έφόδιον δια τον δρόμο τους την παντοδύναμον συνοδείαν του, ή οποία να τρέχη μαζί τους κατά τάς οδοιπορίας, να συμπλέη εις το πέλαγος, να τους διασώζη εις κάθε τόπον, να τους φυλάγη από όλες τις κακοτυχίες και να σας άποδεικνύη εμπράκτως, ότι ή πανίσχυρος δύναμις του Σταυρού έχει περιλάβει όλα τα πέρατα της οικουμένης, ότι γεμίζει τα πάντα δια της παρουσίας της και χωρίς κόπο παρευρίσκεται παντού, διασώζει τους πιστούς από τάς δυσκολίας καί, έφ’ όσον αυτοί ζουν ευσεβώς, τους μεταλαμπαδεύει την σωτηρίαν καί καταργεί τα σχέδια όλων των εχθρών.
Ίσως δε να ύπάρχη καί κάποιος άλλος λόγος κρυφός, τον όποιον γνώριζαν καί είχαν κατά νουν εκείνοι πού υπήρξαν παλαιά διδάσκαλοι αυτής εδώ της Εκκλησίας, τον όποιον τώρα εμείς οι ελάχιστοι δεν ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε ότι δεν τον γνωρίζουμε σαφώς. Είθε να δώση ό Θεός να γίνη και αυτός γνωστός, όπως και ακράδαντα πιστεύουμε ότι θα γίνη, μόνον και μόνον δια την ωφέλειαν την δικήν σας, που τόσο πιστοί είσθε και ευλαβείς.
τι έχουμε λοιπόν υψηλότερων από αυτάς τάς μακαριάς εορτάς; Ποιον από όλα όσα έχουμε είναι Ιερώτερον από αυτάς τάς Ιεράς πανηγύρεις; Πώς δεν θα χαρούμε και δεν θα σκιρτήσουμε επιτελώντας τούτων των δύο τάς εορτάς; Αναστάσεως ολόλαμπρος φωταψία και Σταυρού πυρσοφώτιστος προσκύνησις! Αυτά τα δύο είναι δι` ημάς τα τρόπαια ολοκλήρου της σωτηρίας μας. Αυτά μας λύτρωσαν από τον θάνατον και τα πάθη και την χειρίστην κακοποίησιν των δαιμόνων και μας ωδήγησαν πίσω εις τον Δεσπότην μας. Αυτά κατέλυσαν κάθε κατήφειαν και σκυθρωπότητα και ανέτειλαν εις ημάς την αυγή της χαράς. — Ή μήπως ή ζωοδότρια Άνάστασις δεν μας δωρίζει την εισοδον της αθανάτου ζωής; και ό Σταυρός πού υψούτε δεν γεννά μέσα μας την απολύτρωσιν των παθών; Διότι πράγματι, αυτά μας ανέδειξαν και πάλιν μετόχους της προς τον Θεόν οικειώσεως, χάριν της οποίας και ήλθαν εις τον κόσμον και ανέτειλαν εις όλους εμάς τους γηγενείς.
Γνωρίζοντας λοιπόν εμείς την μυστική δύναμίν των και πόσον αυτά μας ευηργέτησαν και ποίων αγαθών υπήρξαν πρόξενα, ας τα εορτάσουμε καλώς και ευσεβώς, όπως δηλαδή αυτά τα ίδια θέλουν να τιμώνται. «Όχι με ακολασίας και ασελγείας, όχι με έριδας και ζηλοτυπίας», όχι με άρπαγας και αδικίας και τα υπόλοιπα όλα, πού δεν θέλω τώρα να απαριθμήσω.
Διότι, αδελφοί μου γνησιότατοι και συγκληρονόμοι της ίδιας πίστεως και συμμέτοχοι της ιδίας πνευματικής γεννήσεως με εμάς, τολμώ να πω, πώς τα Ιερά μας σεβάσματα όχι μόνον δεν στρέφονται καν να δουν και δεν προσδέχονται όποιον θέλει να τα εορτάζη με εκείνα πού απηρίθμησα, αλλά και τον αποστρέφονται και τον βδελύττονται, διότι συμπεριφέρεται απρεπώς απέναντί τους και πράττει πράγματα εντελώς μισητά εις αυτά. Δια τούτο παρακαλώ και προτρέπω να μισούμε και να αποφεύγουμε εκείνα πού μισούν τα σεβάσματα μας και μόνο εκείνα να αγαπούμε και να πράττουμε, όσα είμαστε βέβαιοι πώς τους είναι ευάρεστα. Εκείνα δε τα έργα τα όποια είναι αρεστά και ευχάριστα, είναι όσα επαναφέρουν προς σωτηρίαν και οδηγούν προς την αιώνιων ζωήν εκείνον πού τα πράττει. Η μήπως όταν αυτά τα σεβάσματα μας εξέλαμψαν από τον Χριστόν εις τους ανθρώπους, δεν ακτινοβόλησαν εις ημάς ζωήν πού δεν τελειώνει και φως πού δεν δύει ποτέ;
Ας αλλάξουμε λοιπόν και εμείς την πολιτείαν μας, ας εκδυθούμε τον προηγούμενον τρόπον ζωής μας ως βλαβερό και ολέθριο και ας βαδίσουμε εις τον καλόν δρόμο μιας νέας ζωής. —”Η μήπως ή Άνάστασις δεν μας δωρίζει την κληρονομίαν της ζωής; και ό Σταυρός δεν σταύρωσε τον παλαιόν μας ανθρωπον μόνον εις τα λόγια, αλλά και οικειότατοι μύσται της. ‘Εφ’ όσον δε ασπαζόμεθα και τον Σταυρόν, διατί δεν συσταυρώνουμε και εμείς τα επίγεια μέλη μας, δηλαδή τα γήινα πάθη, ώστε να φωνάξουμε και εμείς μαζί με τον Παύλο: «Έχω σταυρωθή μαζί με τον Χριστόν. Δεν ζω δε πλέον εγώ, αλλά ζή μέσα μου ό Χριστός»; Αν λοιπόν εκείνοι με τους οποίους υπόσχεται να ζη ό Χριστός είναι όσοι σταύρωσαν τους εαυτούς τους ως προς τον κόσμον και νέκρωσαν τα επίγεια μέλη τους, όπως βοά και μαρτυρεί ό Παύλος, διατί και εμείς δεν πράττουμε τα ίδια και δεν νεκρώνουμε κάθε επίγειο μέλος μας, δηλαδή τα πάθη, τάς κακάς επιθυμίας και όσα αλλά συναριθμουνται εκεί, ώστε να ζήση μέσα μας ό Χριστός και να μας δωρίσει την ζωήν της αφθαρσίας;
Λοιπόν ας επιδιώκουμε να έχουμε ειρήνη με όλους και μαζί με αυτήν ας αποκτήσουμε και τον αγιασμό. Διότι χωρίς αυτά δεν θα μπορέση ποτέ να δή κανείς τον Κύριον, όπως πάλιν ό Παύλος μας διεβεβαίωσε1 Και δι` αυτόν τον λόγον ό Χριστός και ειρήνη αποκαλείται («διότι αυτός είναι», λέγει, «ή ειρήνη μας») και αγιασμός ονομάζεται. Ειρήνη μεν, διότι έφερε εις τον κόσμον ειρηνοποιό ομόνοια, αφού ένωσε τα ουράνια με τα επίγεια και εκ των δύο απειργάσθη μίαν και μόνην έκκλησίαν. Αγιασμός δε και απολύτρωσις (διότι κοντά εις τα προηγούμενα και με τούτο το όνομα κηρύττεται απολύτρωσις), καθ’ όσον έγινε ελευθερωτής ημών των αιχμάλωτων και όχι μόνον μας λύτρωσε από τους δαίμονας και τα πάθη, αλλά και ενεφύτευσε μέσα μας τον θεϊκό αγιασμό.
Όσα λοιπόν ηχούσατε από το στόμα μου, ας τα επιδιώκουμε με όλον μας τον ζήλο και την προαίρεσιν, ας τα κατακτούμε, ας τα αρπάζουμε και δι’ αυτών ας συναπτώμεθα μετά του Χριστού με την καλήν και μακάρια συνάφεια. Διότι εκείνον πού με τέτοια διάθεσιν έρχεται προς αυτόν δεν θα τον εκβάλη έξω από την αγαθότητα και μακαριότητα Του, όχι! Ας σπεύσουμε λοιπόν να αποκτήσουμε αυτήν εδώ την συμφωνία με Αυτόν, από την οποίαν τίποτε δεν υπάρχει προτιμότερον, και ας τρέξουμε να οικειωθούμε το να ζή ό Χριστός μέσα μας, του οποίου τίποτε δεν υπάρχει ανώτερο. Και έτσι, αφού αυτόν τον πλούτο αποκτήσουμε, να απολαύσουμε και την βασιλείαν των ουρανών και να βρούμε την αιώνιων ζωήν μέσα εις τον ίδιον τον Χριστόν, τον Θεόν και Σωτήρα μας, μετά του οποίου ας είναι δόξα εις τον Πατέρα και το Άγιον Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν

imaik.gr

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 11, 2018

Δύο βιαστές της βασιλείας Του


Λίγο πριν την εορτή του Σταυρού, η Εκκλησία μας μυεί στο σταυρικό ήθος και στον σταυρικό τρόπο ζωής, προβάλλοντας μας δύο πολύ αγαπημένους οσίους: την Θεοδώρα της Αλεξανδρείας και τον Ευφρόσυνο τον ταπεινό μάγειρα.
Η μεν αγία Θεοδώρα ήταν σύζυγος κάποιου Παφνουτίου και κάποια στιγμή έπεσε στην μοιχεία. Τότε την κατέκλυσε μέγας φόβος και κατάνυξη βαθιά και ενώ κανείς δεν γνώριζε την αμαρτία της, επειδή είχε πνευματική αίσθηση οξεία, αναλογίστηκε την αιώνια κόλαση και από την ντροπή και συντριβή της έτρεξε στην έρημο, φόρεσε ανδρικό σχήμα και σαν άντρας πλέον έγινε δεκτή σε αντρικό κοινόβιο ως Θεόδωρος. Εκεί επιδόθηκε σε μεγάλη άσκηση, στερήσεις, αγώνα και προσευχές και σταδιακά ξεπέρασε σε πνευματικότητα όλους τους αδελφούς της μονής.Φαίνεται όμως πώς ο διάβολος δεν έπαψε ποτέ να την φθονεί για την μεγάλη της αγάπη στην άσκηση και την βία για την βασιλεία του Θεού.Έτσι όταν βρέθηκε ένα έκθετο βρέφος στην πύλη του μοναστηριού όλοι άρχισαν να συκοφαντούν τον "Θεόδωρο" σαν πόρνο και πατέρα του παιδιού. Η αγία δεν υπερασπίστηκε τον εαυτό της , ούτε αντιλόγησε αλλά περιμάζεψε το παιδί, δέχτηκε πράγματι δηλαδή την άδικη κατηγορία και το ανέθρεψε ως δικό της. Επί χρόνια υπέμεινε την περιφρόνηση, τις συκοφαντίες και τον ονειδισμό των ανθρώπων, χωρίς να αντειπεί ή να διαμαρτυρηθεί.Όταν έφτασε η ώρα και κοιμήθηκε, οι αδελφοί θέλησαν να της προσφέρουν τις συνηθισμένες επικήδειες φροντίδες και όταν διαπίστωσαν το φύλο της θαύμασαν και της απέδωσαν τιμές μεγάλης αγίας.

Ο δεν Ευφρόσυνος ήταν αγροίκος και αγράμματος άνθρωπος, απλούς και άκακος, μάγειρας σε ένα μοναστήρι. Καθημερινά πάλευε με τις φωτιές και τις βαριές δουλειές του μαγειρίου, ενώ παράλληλα, λόγω του απλοϊκού και αμνησίκακου χαρακτήρα και της εμφάνισης του, ερέθιζε την κακοτροπία των μοναχών και υπέμεινε τις βρισιές και τα πειράγματα και τις δοκιμασίες τους χωρίς να διαμαρτυρηθεί. Κάποτε ένας ιερέας του μοναστηριού θέλησε να δεί τα αγαθά του παραδείσου και μετά από τρία χρόνια προσευχής και νηστείας είδε στον ύπνο του ότι βρέθηκε σε παραδείσιο κήπο και αυτός ο κήπος ανήκε στον Ευφρόσυνο και ο ίδιος ο Ευφρόσυνος ήταν ανάμεσα του και χαίροταν την ομορφιά του κήπου. Ο ιερέας θαύμασε και του ζήτησε εξηγήσεις και ο άγιος ταπεινά του απάντησε πώς βρίσκεται εδώ καν αγράμματος και ασήμαντος επειδή στην ζωή του έδειξε λίγη βία για την απόκτηση της βασιλείας του Θεού. Του έδωσε μάλιστα και τρία μήλα σαν ευλογία. Όταν ξύπνησε ο ιερέας έτρεξε στον ναό και βρήκε τον Ευφρόσυνο και πιστοποίησε την αλήθεια των γενομένων και φέρνοντας τα μήλα στην σύναξη των αδελφών τους διηγήθηκε τα συμβάντα και μετέλαβαν όλοι από αυτά τα τρία μήλα και πήραν χάρη μεγάλη. Ό άγιος όμως αγαπώντας την λαθότητα και μισώντας τον έπαινο των ανθρώπων, ο οποίος κλέβει κάθε πνευματικό κατόρθωμα, έφυγε εκείνη την ώρα κρυφά από το μοναστήρι και δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά.

Η βασιλεία των ουρανών αρπάζεται δεν κληρονομείται. Οι "βιαστές αρπάζουσιν αυτήν". Αν δεν βιάσεις τον εαυτό σου, αν δεν ασκήσεις βία πάνω στο θέλημα σου και τα πάθη σου , δεν βλέπεις χάρη. Οι άγιοι μίσησαν την οκνηρία και την θεραπεία του εγώ. Τσαλαπάτησαν κάθε τί πού αφορούσε το προσωπικό τους θέλημα, τον εγωϊσμό τους. Μπήκαν κάτω από τον χρηστό ζυγό, ανέλαβαν το ελαφρύ φορτίο.Έδειξαν θαυμαστή δύναμη σε αυτή την άσκηση, αγώνας πού ισοδυναμεί με χίλια μαρτύρια αγίων οι οποίοι έδωσαν το αίμα τους μια φορά για τον Χριστό. Τα βασανιστήρια ήταν πνευματικά και ο εχθρός αόρατος.Όμως ό,τι δεν βλέπουν τα κοινά μάτια των ανθρώπων δεν είναι αμελητέο, αχρείαστο ή το χειρότερο ανύπαρκτο.Αν μπορούσαμε να δούμε στους ανθρώπους του Θεού αυτόν τον αιματηρό αγώνα, την επίπονη καλλιέργεια των αρετών στιγμή την στιγμή και θυσία με θυσία, κόπο με κόπο, θα νιώθαμε τέτοια βαθιά κατάνυξη πού θα μισούσαμε αυτοστιγμεί ό,τι μας ενώνει με την ματαιότητα του κόσμου και μας χωρίζει από την αγάπη του Χριστού. Θα βλέπαμε τέτοια χαώδη καταστροφή μέσα μας και σε τέτοιο πνευματικό φιλότιμο θα πασχίζαμε να φτάσουμε, πού δεν θα ξαναπέφταμε ποτέ μας.

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 10, 2018

Κυριακή πριν την Ύψωση-+μητρ. Αντώνιος Σουροζ


Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Στὴν ἐπιστολὴ του πρὸς Γαλάτας (6,14) ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει ὅτι ὁ κόσμος ἔχει σταυρωθεῖ γιὰ ἐκεῖνον κι ἐκεῖνος σταυρώθηκε γιὰ τὸν κόσμο. Τὶ σημαίνει αὐτὸ; Ὁ Παῦλος δὲν σταυρώθηκε, οὔτε καὶ ὁ κόσμος· ἀλλὰ ἡ εἰκόνα στὴν ἀρχαία γλώσσα εἶναι ξεκάθαρη. Στὴν σταύρωση τὰ χέρια τοῦ θύματος εἶναι ἁπλωμένα στὶς δύο πλευρὲς τοῦ σταυροῦ, βίαια χωρισμένα καὶ καρφωμένα στὸν σταυρό ἔτσι ποὺ νὰ μὴν σμίξουν ποτὲ ξανά. Κι εἶναι αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο μᾶς μιλάει ὁ Παῦλος. Μέσω τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ὁ κόσμος ἔχει ἀποκοπεῖ ἀπὸ ἐκεῖνον καὶ ἔχει γίνει ἐντελῶς ξένος, ἕναν κόσμο ποὺ δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ φτάσει, ποὺ δὲν θέλει πλέον νὰ πλησιάσει, ἕναν κόσμο ποὺ ὄχι μόνο τὸν ἔχουν πάρει ἀπὸ ἐκεῖνον, ἀλλὰ ποὺ ἀπορίπτει. Καὶ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἔγινε ξένος γιὰ τὸν κόσμο, ἐπειδὴ ὁ κόσμος δὲν μπορεῖ πλέον νὰ τὸν δεχτεῖ μὲ τοὺς νέους ὅρους, τοὺς ὅρους τοῦ Χριστοῦ, μὲ τους ὁποίους ζεῖ.
Θὰ πρέπει νὰ σκεφτοῦμε τὸν ἑαυτό μας ὅταν ἀκοῦμε τέτοια λόγια καὶ βλέπουμε αὐτὲς τὶς εἰκόνες. Ὁ Παῦλος ἦταν ἐχθρὸς τοῦ Χριστοῦ· ταξίδεψε ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα πρὸς τὴ Δαμασκὸ μὲ σκοπὸ νὰ ἐξολοθρεύσει τοὺς ὁπαδοὺς Του ἐπειδὴ ἦταν ψεῦτες, βλάσφημοι, καὶ καθ’ὁδὸν συναντήθηκε μὲ τὸν Χριστό. Ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ὁ Χριστὸς ἔγινε ὁ Κύριός του, ὁ Θεὸς Του, καὶ κανένας ἄλλος δὲν ὑπῆρχε ποὺ ν’ ἀξίζει γιὰ ἐκεῖνον. Εἶχε μιὰ μεγάλη καὶ πλατιὰ καρδιὰ γιὰ νὰ μπορέσει νὰ δεχτεῖ τὸ μήνυμα καὶ ν’ ἀνταποκριθεῖ σ’ αὐτὸ μ’ ὅλη του τὴν ὕπαρξη, τὴ ζωή, ν’ ἀντιμετωπίσει ὅ,τι μποροῦσε νὰ συμβεῖ.
Πράγματικά, γιὰ ἐμᾶς ἡ ἱστορία τῆς Σταύρωσης εἶναι μιὰ ἱστορία ποὺ ἀκοῦμε τόσο συχνά – οἱ περισσότεροι ἀπὸ ἐμᾶς ἀπὸ τὰ παιδικὰ μας χρόνια, ἤ τουλάχιστον ἀπὸ τότε ποὺ εἴμασταν νέοι. Ὑπῆρξε κάποια στιγμὴ ὅπου μέσα ἀπὸ τὴν παιδικὴ φαντασία, ἀνταποκριθήκαμε σ’ αὐτὴ τὴν ἱστορία μ’ αἴσθημα βαθύ, καὶ τότε σὰν ν’ ἀποκτήσαμε ἀνοσία – τὴν ἀποδεχτήκαμε ὡς στοιχεῖο δεδομένο τῆς πίστης μας, ἔπαψε νὰ εἶναι γεγονός τῆς ζωῆς μας. Ὁ Ἅγιος Παῦλος λέει σὲ κάποιο ἄλλο ἐδάφιο ὅτι γιὰ ἐκεῖνον, ὁ Χριστὸς εἶναι ὅλη του ἡ ζωή, κι ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἦταν αὐτὸς ποὺ ἦταν, τὶ ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἀντάξιο αὐτῆς τῆς ζωῆς; Μὲ τὶ θὰ μποροῦσε νὰ συγκριθεῖ; Σκεφτεῖτε γιὰ μιὰ στιγμή, τὶ θὰ συνέβαινε ἄν κάποιος ποὺ ἀγαπᾶτε, ἤ ποὺ θαυμάζετε, πέσει θύμα βίας, δολοφονικῆς σκληρότητας ἄλλων ἀνθρώπων, ἐπειδὴ ἀντιστάθηκε σὲ κάτι ποὺ ἄξιζε γιὰ αὐτὸν περισσότερο ἀπὸ τὴ ζωή, ἴσως γιὰ τὴ ζωή σας, γιὰ νὰ σώσει ἐσᾶς προσωπικά. Θὰ μπορούσατε ποτὲ νὰ ἐπιστρέψετε πίσω στὰ πράγματα ποὺ τοῦ στοίχισαν τὴ ζωή; Θὰ μπορούσατε, θὰ μποροῦσε κάποιος ἀπὸ ἐμᾶς νὰ παίξει μὲ τὴ ζωή; Μποροῦμε νὰ ζοῦμε ἀνόητα; Θὰ διαλέγαμε τὸ κακὸ, ἐνῶ προσπαθοῦμε νὰ τὸ μεταμφιέσουμε μὲ τὸν ἕνα ἤ τὸν ἄλλο τρόπο; Ἄν γνωρίζαμε ὅτι ἐπειδὴ κάναμε αὐτὴν τὴν ἐπιλογή -ἴσως μιὰ ἀσήμαντη ἐπιλογή, ἀλλὰ ἐγκληματική – ἕνα ἀγαπημένο πρόσωπο, ἤ ἁπλὰ ἕνας ἄνθρωπος, θὰ ἔπρεπε νὰ πεθάνει γι’ αὐτό; Ἕνας μεθυσμένος ὁδηγὸς εἶναι ἕνα παράδειγμα. Ἀλλὰ ὑπάρχουν τόσοι τρόποι ποὺ γινόμαστε ἡ καταστροφὴ γιὰ τὸν ἄλλον…
Καὶ ὑπάρχουν ἠρωικοὶ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους οἱ ἄνθρωποι προσφέρουν τὴ ζωή τους γιὰ τοὺς ἄλλους, ἐπειδὴ ὁ ἄλλος ἦταν ἀνόητος· ὄχι τόσο ἁμαρτωλὸς ὅσο τοῦ φάνηκε- ἁπλὰ ἀνόητος! Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ τρέλα σημαίνει θάνατο.
Ποῦ εἶναι ἡ θέση μας σ’ ὅλα αὐτά; Μπορεῖ κάποιος νὰ πεῖ τίμια τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σ’ αὐτὴ τὴν Ἐπιστολὴ, ἤ σὲ ἄλλο κείμενο ὅταν λέει ὅτι γιὰ ἐκεῖνον ζωὴ εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ζωή, ὅτι ἀνυπομονεῖ νὰ πεθάνει γιὰ νὰ εἶναι μ’ Ἐκεῖνον, ὅτι ἡ ζωὴ στὴ γῆ εἶναι χωρισμὸς καὶ ὅτι ἡ μοναδική του προσμονὴ εἶναι νὰ ἑνωθεῖ μαζί Του; (Φιλιππησίους 1:21).
Ἄς σκεφτοῦμε σοβαρά. Αὐτὰ τὰ λόγια τῆς Γραφῆς δὲν εἶναι γραμμένα γιὰ νὰ μᾶς κρίνουν, γιὰ νὰ μᾶς καταδικάσουν, ἀλλὰ εἶναι ἕνα κάλεσμα· ὁ Παῦλος λέει: «Γνωρίζω τὶ σημαίνει νὰ ἔχει κάποιος ἀνακαλύψει τὴν αἰώνια ζωή, τὶ σημαίνει νὰ ἔχει ἀνακαλύψει τὸν Χριστό, νὰ ἔχει ἀνακαλύψει ὅτι τὸ κάθε τι ἔχει ἀξία στὴ ζωὴ σὲ ἀντίθεση μὲ τὰ πράγματα ποὺ ὑπηρετοῦμε δουλικά. Ἀνακαλύψτε τα, θὰ μᾶς ἔλεγε, ἐπιστρέψτε στὴ ψυχή σας, στὸ παρελθόν σας, στὴν πρώτη στιγμὴ ποὺ ὁ Χριστὸς μπῆκε στὴ ζωή σας, στὴν καρδιά σας, τὴ στιγμὴ τοῦ θαύματος, τῆς χαρᾶς, τῆς ἐλευθερίας, καὶ τότε ζῆστε ἀπὸ αὐτὴν, ἀφήνοντας κάθε τι σκοτεινό, ἄψυχο, ἄσχημο! Διαλέξτε τὸ φῶς, τὴ ζωή, τὴ χαρά – ὅλα αὐτὰ ποὺ περικλείει τ’ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ. Ἀμήν.

(Πηγή και Ἀπόδοση στὴν νεοελληνική: agiazoni.gr)