Τετάρτη, Μαρτίου 28, 2012

από τον μεγάλο κανόνα


o άσωτος γιός
 


Ἐτέκταινον, ἐπὶ τὸν νῶτόν μου πάντες, οἱ ἀρχηγοὶ τῶν κακῶν, μακρύνοντες κατ' ἐμοῦ τὴν ἀνομίαν αὐτῶν. 
Πάνω στην πλάτη μου ραδιουργούσαν οι αρχηγοί των κακών και επέκταιναν εναντίον μου την ανομία τους. 
 
Ἀπώλεσα, τὸ πρωτόκτιστον κάλλος, καὶ τὴν εὐπρέπειάν μου, καὶ ἄρτι κεῖμαι γυμνός, καὶ καταισχύνομαι.
Έχασα την ομορφιά την πρωτόκτιστη και τον στολισμό μου και ήδη στέκομαι γυμνός και καταντροπιασμένος.

Κατέρραψε, τοὺς δερματίνους χιτῶνας, ἡ ἁμαρτία κᾀμοί, γυμνώσασά με τῆς πρίν, θεοϋφάντου στολῆς.
Μου έρραψε τους δερμάτινους χιτώνες η αμαρτία, αφού πρώτα με γύμνωσε από την στολή την θεοΰφαντη.
Περίκειμαι, τὸν στολισμὸν τῆς αἰσχύνης, καθάπερ φύλλα συκῆς, εἰς ἔλεγχον τῶν ἐμῶν, αὐτεξουσίων παθῶν.
Και είμαι ντυμένος την στολή του αίσχους, σαν πού φορούσε ο Αδάμ φύλλα της συκιάς και έτσι ελέγχομαι από τα πάθη στα οποία ελεύθερα από μόνος μου έπεσα.
Ἐστόλισμαι, κατεστιγμένον χιτῶνα, καὶ ἠμαγμένον αἰσχρῶς, τῇ ῥύσει τῆς ἐμπαθοῦς, καὶ φιληδόνου ζωῆς.
Στολίστηκα χιτώνα γεμάτο στίγματα και βουτηγμένο αισχρά, σαν σε αίμα στην ζωή της εμπάθειας και της φιληδονίας.
Γυμνός εἰμι τοῦ Νυμφῶνος, γυμνός εἰμι καὶ τοῦ γάμου, ἅμα καὶ δείπνου, ἡ λαμπὰς ἐσβέσθη ὡς ἀνέλαιος, ἡ παστὰς ἐκλείσθη μοι καθεύδοντι, τὸ δεῖπνον ἐβρώθη· ἐγὼ δὲ χεῖρας καὶ πόδας, δεθεὶς ἔξω ἀπέρριμμαι.
Γυμνός είμαι από νυφικά ρούχα , γυμνός και δεν μπορώ να έρθω στον Γάμο σου και στο γαμήλιο δείπνο. η λαμπάδα μου δεν είχε λάδι και σβήστηκε, η θύρα για το νυφικό κρεβάτι κλείστηκε ενώ κοιμόμουν, και το δείπνο φαγώθηκε. Και εγώ δεμένος χειροπόδαρα πετάχτηκα έξω.
 

 ποίημα Ανδρέου επισκόπου Κρήτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου