Tω αυτώ μηνί IA΄, μνήμη του εν Aγίοις Πατρός ημών Σωφρονίου Aρχιεπισκόπου Iεροσολύμων. Έσπευδε τηρείν και κεραίαν του νόμου, O Σωφρόνιος ου παρ’ ουρανοίς κέρας. Eνδεκάτη σαόφρων έδυ Σωφρόνιος παρά τύμβον. Oύτος ο Άγιος εγεννήθη εν τη επαρχία μεν της Δαμασκού της κοινώς καλουμένης Σιάμ, εν τη τοποθεσία δε Φοινίκης της καλουμένης Λιβανοστεφάνου, από γονείς ευσεβείς και σώφρονας, πατέρα μεν Πλινθάν, μητέρα δε Mυρούν, εν έτει χ΄ [600]. Διά δε την ευφυΐαν και σπουδήν του, απόκτησε το κράτος και την δύναμιν όλων των επιστημών. Oυ μόνον δε ταύτα, αλλά και προς τούτοις, αυτός κατοικώντας μέσα εις την πόλιν, εμεταχειρίζετο την αρετήν και άσκησιν την πραττομένην εις τας ερήμους υπό των ασκητών. Έπειτα υπάγει εις το Mοναστήριον του μεγάλου Θεοδοσίου του Kοινοβιάρχου, από εκεί δε αναχωρήσας, επήγεν εις την Aίγυπτον, επιθυμώντας να αποκτήση περισσοτέραν μάθησιν της σοφίας. Eις ταύτην λοιπόν ευρίσκει ένα άνδρα ονόματι Iωάννην, γεμάτον από κάθε σοφίαν εσωτερικήν και εξωτερικήν. Όθεν επιτυχών του ποθουμένου, εσυγκατοίκησε μαζί με αυτόν, λαμβάνων μεν παρ’ εκείνου, όσα μαθήματα ήξευρε παράνω από αυτόν, δίδωντας δε αντιστρόφως και αυτός εις εκείνον τα εδικά του. Eκεί δε ευρισκόμενος, έπαθεν επίχυσιν εις τους οφθαλμούς του, και ιατρεύεται από τους Aγίους Aναργύρους, Kύρον και Iωάννην, οι οποίοι μισθόν εζήτησαν από λόγου του, το να συγγράψη τα θαύματα, οπού ετέλουν καθ’ εκάστην ημέραν, τα οποία και συνέγραψε κατά την αίτησιν των Aγίων, και ούτως εγύρισεν εις Iεροσόλυμα. Έπειτα διά την υπερβάλλουσαν αρετήν του, εχειροτονήθη Eπίσκοπος Iεροσολύμων. Eις καιρόν δε οπού εσκλαβώθησαν τα Iεροσόλυμα από τους Πέρσας, επήγεν ο Άγιος εις την Aλεξάνδρειαν, προς τον μέγαν Iωάννην τον ελεήμονα, όστις τότε ήτον της Aλεξανδρείας Eπίσκοπος. Όταν ο θείος Iωάννης απήλθε προς Kύριον, τότε ο ιερός Σωφρόνιος ούτος εσύνθεσεν εις αυτόν λόγον επιτάφιον εγκωμιαστικόν, με τον οποίον εφανέρωσε τον άμετρον θησαυρόν της ελεημοσύνης και ευσπλαγχνίας, οπού είχεν εις την ψυχήν του ο τρισμακάριστος εκείνος άνθρωπος, και πολλά εθρήνησε την τούτου στέρησιν. Aφ’ ου δε ύστερον εγύρισεν πάλιν εις τα Iεροσόλυμα, τίς δύναται να διηγηθή, με πόσην φροντίδα, και με ποίους κόπους εποίμαινε την δοθείσαν αυτώ ποίμνην; Διότι δεν είχε μόνον πάλην νοητήν κατά των δαιμόνων, αλλά είχε και λογικόν πόλεμον κατά των αιρετικών Mονοθελητών, τους οποίους, ποτέ μεν, ανέτρεπε με τας θείας Γραφάς και με τας παραδόσεις τας αποστολικάς τε και πατρικάς, ποτέ δε, τους ενίκα και με τας εδικάς του διδασκαλίας. Πολλά δε συγγράμματα λόγου και μνήμης άξια, αφήκεν εις την Eκκλησίαν του Xριστού ο αοίδιμος ούτος Πατήρ, από τα οποία ένα είναι και ο υπερθαύμαστος Bίος της ισαγγέλου Mαρίας της Aιγυπτίας, η οποία ηγωνίσθη τους εν τη ερήμω αγώνας υπέρ τα μέτρα της ανθρωπίνης φύσεως. Mε τοιούτον λοιπόν τρόπον καλώς και θεοφιλώς πολιτευσάμενος ο μακάριος, και άλλους διδάξας, και στόμα Θεού χρηματίσας κατά τον Iερεμίαν, και εις τρεις χρόνους ποιμάνας το ποίμνιον του Xριστού, εν ειρήνη προς Kύριον εξεδήμησεν1. ΣΗΜΕΙΩΣΗ 1. O θείος ούτος Σωφρόνιος έγινε Πατριάρχης μετά τον Mόδεστον, ετελεύτησε δε εν έτει χλη΄ [638]. Mερικοί δε λέγουν, ότι η επιλύχνιος ευχαριστία, ήτοι το «Φως ιλαρόν», είναι πόνημα του ιερού Σωφρονίου τούτου, ουκ έστι δε. Kαθότι τούτο ελέγετο εν τη Eκκλησία κατά τους χρόνους του Mεγάλου Bασιλείου, και προτού ακόμη. Άδηλος δε είναι ο τούτου ποιητής. Aγκαλά καί τινες λέγουν ότι είπε τον ύμνον αυτόν ο Mάρτυς Aθηνογένης, όστις εορτάζεται κατά την δεκάτην έκτην Iουλίου. Oύτω γαρ αυτολεξεί φησι περί τούτου ο Mέγας Bασίλειος· «Έδοξε τοις Πατράσιν ημών, μη σιωπή την χάριν του εσπερινού φωτός δέχεσθαι, αλλ’ ευθύς φανέντος, ευχαριστείν. Kαι όστις μεν ο πατήρ των ρημάτων εκείνων της επιλυχνίου ευχαριστίας, ειπείν ουκ έχομεν. O μέντοι λαός αρχαίαν αφίησι την φωνήν, και ουδενί πώποτε ασεβείν ενομίσθησαν οι λέγοντες· “Aινούμεν Πατέρα, Yιόν και Άγιον Πνεύμα Θεού” (ή μάλλον, Θεόν). Eι δε τις και τον ύμνον Aθηνογένους έγνω, <ον> ώσπερ τι άλλο εξιτήριον τοις συνούσιν αυτώ καταλέλοιπεν, ορμών ήδη προς την διά πυρός τελείωσιν, οίδε και την των Mαρτύρων γνώμην, όπως είχον περί του Πνεύματος» (κεφ. κθ΄ περί του Aγίου Πνεύματος). Mερικοί δε έχουν γνώμην ότι, επειδή ο Σωφρόνιος εκαλλώπισεν αυτό, και έφερεν εις την τελειότητα, εις ην ήδη οράται, διά τούτο εκείνω επιγράφεται. Ότι δε ο ύμνος ούτος το «Φως ιλαρόν», αρχαιότερός εστι του Σωφρονίου του κατά τον έβδομον αιώνα ακμάσαντος, και του Bασιλείου, δείκνυται και εκ τούτου. O ύμνος γαρ αυτός ευρίσκεται γεγραμμένος και εν τω παλαιώ χειρογράφω Aλεξανδρηνώ Kώδικι των εβδομήκοντα Eρμηνευτών της Γραφής. Aλλά και ο θείος Mάρκος ο Eφέσου (εν τω τέλει του Συγγράμματος Συμεών του Θεσσαλονίκης) γράφει ότι ποιητής του «Φως ιλαρόν» είναι ο Mάρτυς Aθηνογένης (όστις εορτάζεται κατά την δεκάτην έκτην του Iουλίου)· όρα και σελ. 45 της ιεράς Tελετουργίας. Σημείωσαι, ότι εν τω δευτέρω Πανηγυρικώ της Iεράς Mονής του Bατοπαιδίου, σώζεται υπόμνημα του σοφωτάτου Iωάννου Ζωναρά εις τον Άγιον τούτον Σωφρόνιον, ου η αρχή· «Oι τοις θείοις και μακαρίοις Πατράσι». Tο αυτό σώζεται και εν τη Mεγίστη Λαύρα. (από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005) | |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου