Σάββατο, Αυγούστου 28, 2010

ΕΚΟΙΜΗΘΗ Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΕΠΙΚΑΙΡΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΑΝΤΙ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΥ

...Τὸ εὐαγγέλιο σήμερα περιγράφει ἕνα ἐπεισόδιο, ἕνα ἱστορικὸ γεγονὸς ποὺ συνέβη παλαιὰ σὲ κάποια γωνία τοῦ κόσμου· καὶ ἐνῷ πέρασαν ἀπὸ τότε δεκαεννέα αἰῶνες, νομίζεις ὅτι ἡ ἱστορία αὐτὴ εἶνε σύγχρονη. Ἀναφέρει 3 - 4 ὀνόματα, ποὺ τότε ἔκαναν κρότο μὰ τώρα λησμονήθηκαν. Ἐὰν λοιπὸν πιάσετε καὶ ἀντι- καταστήσετε τὰ ὀνόματα αὐτὰ μὲ μερικὰ ὀνόματα τῆς σημερινῆς ζωῆς, θὰ δῆτε ὅτι τὸ εὐαγγέλιο γίνεται μία ἐπίκαιρη διήγησι, ἕνας

καθρέφτης τῆς δικῆς μας κοινωνίας. Τί λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ἔγινε «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ»; Στὴν Παλαιστίνη, σ᾽ ἕνα φωτόλουστο ἀνάκτορο, γινόταν δεῖπνο· ἂν θέλετε νὰ τὸ ποῦμε μὲ σημερινὴ γλῶσσα, γινόταν μιὰ δεξίωσι, ἕνα πάρτυ. Ποιός ἔκανε τὴ δεξίωσι; Ἕ-νας βασιλιᾶς, ὁ Ἡρῴδης. Ποιός Ἡρῴδης; Ὄχι αὐτὸς ποὺ ἔσφαξε τὰ νήπια τῆς Βηθλεέμ, ἀλλὰ ὁ γυιός του, ἀντάξιο παιδὶ ἢ μᾶλλον ἐπηυ- ξημένη ἔκδοσι τῆς κακίας καὶ διαφθορᾶς τοῦ πατέρα του. Αὐτὸς λοιπόν, ὁ Ἡρῴδης Ἀντί- πας, ἔκανε τὴ δεξίωσι - τὸ πάρτυ.

Εἶχε καλέσει πολλούς. Ὄχι βέβαια ἀπὸ τὸ φτωχὸ λαό· οἱ μεγάλοι δὲν καλοῦν φτωχούς.

Εἶχε καλέσει τὴν ἀφρόκρεμα ―γράφε, μετὰ συγχωρήσεως, τὴν κοπρόκρεμα― τῆς κοινωνίας.

Ὅ,τι ἐκπροσωποῦσε τὸν πλοῦτο καὶ τὴν ἐξουσία, ἦταν ἐκεῖ. Καὶ διασκέδαζαν, ἔτρωγαν κ᾽ ἔπιναν. Ἐκεῖ λοιπόν, τὴ νύχτα αὐτή, ἔγινε κάτι φοβερό.

Ἐνῷ αὐτοὶ διασκέδαζαν, λίγα βήματα παρακάτω (τότε κοντὰ στὰ ἀνάκτορα ἦταν καὶ τὰ φρούρια), μέσ᾿ στὸ μπουντρούμι τῆς φυλα κῆς, δεμένος μὲ ἁλυσίδες, ἦταν κάποιος κρατούμενος. Ποιός; Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος.

Ποιό τὸ ἔγκλημά του; Τί ἔκανε; σκότωσε; κλεψε; ἀτίμασε; διέφθειρε; πλαστογράφησε;

Τίποτε ἀπ᾽ αὐτά. Τότε ποιό ἦταν τὸ ἔγκλημά του; Εἶπε τὴν ἀλήθεια. Μάλιστα· σὲ ἐποχὴ ἠθικῆς καταπτώσεως καὶ διαφθορᾶς, ὅποιος τολμᾷ νὰ πῇ τὴν ἀλήθεια κάνει ἔγκλημα. Εἶσαι κάπου ὑπάλληλος; τόλμησε νὰ πῇς τὴν ἀλήθεια, ὁλόκληρη τὴν ἀλήθεια, καὶ τὴν ἑπομένη ἡμέρα θὰ ἀπολυθῇς ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία σου.

Ποιά ἀλήθεια εἶπε ὁ Ἰωάννης; Κάτι ποὺ δὲν τόλμησαν νὰ ποῦν οἱ ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς, οἱ ἀξιωματοῦχοι καὶ στρατηγοὶ ποὺ περικύκλωναν τὸ βασιλιᾶ. Ἕνας μόνο τόλμησε νὰ τὸ πῇ, αὐτός, ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν κάππα του δὲν εἶχε τίποτα, οὔτε σπίτι οὔτε καλύβα οὔτε κρεβάτι· στρῶμα του ἦταν ἡ ἀμμουδιὰ τῆς ὄχθης τοῦ Ἰορδάνου· ἀπὸ ᾽κεῖ ἔπινε νερὸ μὲ τὶς φοῦχτες, κ᾽ ἔτρωγε ἄγρια χόρτα τῆς ἐρήμου,«ἀκρίδας καὶ μέλι ἄγρον»ποὺ λέει τὸ εὐαγγέλιο(Μᾶρκ. 1,6).

Ὁ Ἰωάννης λοιπὸν ἀνέβηκε τὰ σκαλιὰ τῶν ἀνακτόρων καὶ τί εἶπε· ἤλεγξε τὸ βασιλιᾶ. Τί εἶχε κάνει ὁ βασιλιᾶς; Πρῶτον χώρισε τὴ γυναῖκα του. Δεύτερον πῆρε ἄλλη γυναῖκα, τὴν Ἡρῳδιάδα. Τρίτον ἡ Ἡρῳδιὰς ἦταν συγγενής του, γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του, ἔκανε δηλα- δὴ αἱμομειξία. Τέταρτον δὲν ἔκρυβε τὴ σχέσι

του μαζί της, ἀλλὰ ἐμφανιζόταν μὲ τὴν παλλακίδα δημοσίως. Πέμπτον, ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς γυναίκας φυλάκισε τὸν Ἰωάννη. Διότι ὁ ἐρημίτης, ὅπως εἴπαμε, ἀνέβηκε στὰ ἀνάκτορα καὶ ὁ λόγος του ἔπεσε σὰν ἀστροπελέκι. Δὲν εἶπε πολλά– δὲ χρειάζονται πολλά. Οὔτε δέκα λέξεις· Βασιλιᾶ, «οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖ κα τοῦ ἀδελφοῦσου», δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ ἔχῃς σύζυγο τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου(Μᾶρκ. 6,18). Αὐτὴ τὴνἀλήθεια εἶπαν τὰ χείλη τοῦ Προδρόμου, κι ἀμέσως κλείστηκε στὶς φυλακές.

Καὶ τώρα, κοντὰ στὰ πέντε αὐτὰ ἐγκλήματα, ὁ Ἡρῴδης ἔρχεται νὰ προσθέσῃ καὶ τὸ τελευταῖο. Τὴ νύχτα ἐκείνη πάνω στὸ φαγοπό τι εἶχαν καὶ χορό,χορὸ ἀκόλαστο. Καὶ ἐκεῖ διέπρεπε ἕνα κοριτσόπουλο, ἡ κόρη τῆς μοιχαλίδος Ἡρῳ - διάδος, ποὺ κατὰ τὴν παράδοσι λεγόταν Σαλώμη. Αὐ τὴ κατέπληξε ὅλους. Καὶ ὁ βασιλιᾶςμα- γεύτηκε τόσο, ὥστε τῆς ὑποσχέθηκε νὰ τῆς δώσῃ βραβεῖο. Τί βραβεῖο; Ζήτησέ μου, τῆς λέει, ὅ,τι θέλεις, ἕως καὶ τὸ μισό μου βασίλειο.

Κι αὐτή; Τί δὲ μποροῦσε νὰ ζητήσῃ! καὶ ἀσήμι καὶ χρυσάφι καὶ διαμάντια καὶ στέμματα κι ὅ,τι ἄλλο. Καὶ τί ζήτησε τὸ τέκνον τῆς ἀνομίας; Ὤ κακία τῆς γυναίκας! Τὰ βάθη τῶν ὠκεανῶν τὰ ἐρευνᾷ ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ τὰ βάθη τῆς κακίας τῆς γυναίκας δὲν φτάνει νὰ τὰ δῇ. Αὐτὴ λοιπόν, ἀφοῦ συμβουλεύτηκε τὴ μάνα της ποὺ δὲν ὑπέφερε τὸν ἔλεγχο τοῦ Ἰωάννου, ζήτησε «ἐπὶ πίνακι τὴν κεφαλὴν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ»(Μᾶρκ. 6,25). Καὶ ὁ Ἡρῴδης ―μὲ μεγάλη λύπη, γιατὶ κατὰ βάθος ἐκτιμοῦσε τὸν Ἰωάννη ὡς ἅγιο ἄνδρα― διατάζει τὸ ἀπόσπασμα νὰ πάῃ στὴ φυλακή. Κ᾽ ἐκεῖ, τὰ μεσάνυχτα, ξίφος ἄστραψε καὶ ἔκοψε τὴν κεφαλὴ ἐκείνου ποὺ ἔζησε στὸν κόσμο ὡς ἐπίγειος ἄγγελος....

επίσκοπος Αυγουστίνος

ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΓΕΡΟΝΤΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου