Τρίτη, Μαρτίου 27, 2012

Η ευχή του Οσίου Εφραίμ του Σύρου




Kύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργείας, φιλαρχίας και αργολογίας μη μοι δως
          
 Μια από τις ωραιότερες ευχές που υπάρχουν στην εκκλησιαστική υμνολογία μας, μια ευχή εκφράζουσα την εν Χριστώ άσκηση και εσωτέρα κάθαρση, είναι αυτή, η ευχή του Οσίου Εφραίμ του Σύρου, την οποία χρησιμοποιούμε νυχθημερόν κατά την περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής.   Μια σύντομη ευχή η οποία αναφέρεται στον ατέρμονα αγώνα του Χριστιανού να αποβάλλει τα πάθη του και να ενδυθεί τις αρετές του Κυρίου.  Κατέχει δε σημαντικότατη  θέση στην καθόλου λατρεία της νηστησίμου περιόδου, διότι απαριθμεί με ένα μοναδικό τρόπο όλα τα αρνητικά και θετικά στοιχεία της μετάνοιας και αποτελεί ένα κανόνα ελέγχου, έναν προσωπικό έλεγχο των θετικών και αρνητικών στοιχείων, ώστε αυτός να μας οδηγήσει στην απελευθέρωση από τα πάθη μας, και στην ενσωμάτωσή μας με τον Χριστό, διότι εκεί και μόνο υπάρχει η ουσιαστική ελευθερία.    
          Εκφωνούντες στο προοίμιο της ευχής το «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου», αυθωρεί αναγνωρίζουμε ότι Αυτός είναι ο Κύριος και Θεός μας, ο στοργικός και εύσπλαχνος Πατέρας μας, που εάν θέλουμε να αποκαλούμαστε γνήσιοι και αυθεντικοί υιοί του, πρέπει να απελευθερωθούμε από τα πάθη, να Τον ενδυθούμε, ζώντες σύμφωνα με το άγιο θέλημά Του. 
          Το αρχικό πάθος, που αναφέρει  εδώ ο Όσιος Εφραίμ, είναι το πάθος της αργίας, δηλαδή η ψυχόλεθρη οκνηρία και παθητικότητα ολόκληρης της υπάρξεώς μας. Αργία είναι, με άλλες λέξεις, η απραξία, η έλλειψη διαθέσεως για εργασία, μια κατάσταση ράθυμη. Ο Κύριος εργάζεται αδιαλείπτως, μας αναφέρει Ιωάννης ο Ευαγγελιστής : «Ο Πατήρ μου έως άρτι εργάζεται καγώ εργάζομαι». Και τούτο γιατί ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο και εξακολουθεί να συνεχίζει το δημιουργικό του έργο, αφού μετά την δημιουργία δεν εγκατέλειψε τον κόσμο, αλλά εξακολουθεί να τον φροντίζει, να τον συντηρεί και μάλιστα να τον διακυβερνά στο τελικό του προορισμό. Έτσι η εργασία κατανοείται ως συμμετοχή του ανθρώπου στο δημιουργικό έργο του Θεού, και γίνεται, τρόπον τινά, ο άνθρωπος συν-δημιουργός του Θεού και συνδοξάζεται.  
          Στενά συνδεδεμένο με το πάθος της αργίας είναι και το πάθος της περιεργείας. Η περιέργεια φανερώνει την έλλειψη επίγνωσης και μετάνοιας καθώς και νοσηρή πνευματική κατάσταση. Απομονώνει τον άνθρωπο, τον καθιστά αντιπαθή μεταξύ των συνανθρώπων του και κολάζει επί πλέον την ψυχή του. Με άλλα λόγια η περιέργεια ως πάθος υπερβαίνεται μόνο στον βαθμό που ο άνθρωπος βρίσκει το κρυμμένο κέντρο της υπάρξεώς του, αυτό που ο Απόστολος ονομάζει «καρδίαν», η οποία όμως σύμφωνα με τον ψαλμωδόν πρέπει να είναι «συντετριμμένη και τεταπεινωμένη».  
          Φιλαρχία, είναι η αγάπη για την εξουσία, την πρωτοκαθεδρία, την αρχηγία. Εκφράζεται ως τάση επιβολής επί των άλλων και είναι αποτέλεσμα εγωισμού και ελλείψεως αυτογνωσίας. Η φιλαρχία αποκαλύπτει την κενότητα στην ψυχή μας, τον πνευματικό μαρασμό του ανθρώπου, την κατάσταση του σκοτασμού της ψυχής του, άρα και την τραγικότητα της υπάρξεώς του. Ο φίλαρχος, μη έχοντας εσωτερική πληρότητα αναζητεί να γεμίσει  το κενό της ψυχής του δια της επιβολής του επί των άλλων, δια της ικανοποιήσεως των φιλοδοξιών του. Αγνοεί την Ευαγγελική ρήση  «οι πρώτοι έσονται έσχατοι και οι έσχατοι πρώτοι». Φιλαρχία όμως, και πρωτιά, μπορούν να συνυπάρξουν μέσα στον Χριστιανισμό. Πώς ; όταν αυτή η πρωτιά είναι διακονία αγάπης και θυσίας χάρη του συνανθρώπου. « Εί τις θέλει πρώτος είναι, έσται πάντων έσχατος και πάντων διάκονος».
          Τελευταίος κρίκος του πλέγματος των παθών που αναφέρει ο Όσιος Εφραίμ, είναι η αργολογία. Η αργολογία είναι καθέδρα της κενοδοξίας λέγει ο Άγιος Ιωάννης της κλίμακος. Καθισμένη επάνω της η κενοδοξία προβάλλει και διαφημίζει τον εαυτό της. Η πολυλογία είναι σημάδι αγνωσίας, θύρα της καταλαλιάς, οδηγός στα ευτράπελα, πρόξενος της ψευδολογίας, σκορπισμός της κατανύξεως, είναι αυτή που προσκαλεί και δημιουργεί την ακηδία. Ο Πέτρος επειδή μίλησε « έκλαυσε πικρώς», ελησμόνησε το στόμα του ψαλμωδού, που είπε : « Είπα, φυλάξω τας οδούς μου, του μη αμαρτάνειν με εν γλώσση μου» (ψαλμ. Λη΄,2). Η σιωπή ακόμη του Ιησού, δημιούργησε στον Πιλάτο σεβασμό. Η σιωπή είναι «μήτηρ της προσευχής, κλεις του παραδείσου χρύσειος». Ο άνθρωπος δια της σιωπής καλλιεργεί την ψυχή του, αυξάνει τις αρετές, οδηγείται στην επίγνωση και στην μετάνοια. Κατά τους νηπτικούς πατέρες τούτο είναι αποτέλεσμα συνεργασίας της χάριτος του Θεού και της επιπόνου εργασίας του νου του ανθρώπου δια της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού, «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού, ελέησόν με», της μικρής αυτής και σύντομης ευχής, αλλά μεγάλης σε νόημα, δια της οποίας νικούμε τα πάθη και αποσοβούμε τα πυρφόρα βέλη του παγκάκιστου διαβόλου, καλλιεργούμε δε και αυξάνουμε τις αρετές. Με βάση τα παραπάνω κατανοούμε ότι υπερβαίνεται εύκολα το δίλημμα που θέτουν αρκετοί Χριστιανοί, να μιλάει κανείς ή να σιωπά ; Εφόσον όμως, η σιωπή είναι χρυσός, καλύτερα κανείς με την σιωπή του να μιλά, και η ομιλία του να είναι καρπός σιωπής.
          Ο Όσιος Πατήρ, αναφέρεται στη συνέχεια στις αρετές της σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης.

ολόκληρο εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου