Σάββατο, Μαρτίου 31, 2012

Γεώργιος Πατρώνος: Κήρυγμα εις το ευαγγέλιον της Ε΄ Κυριακής των νηστειών


Ο μεσσιανικός λόγος του Ιησού ουσιαστικά είναι αντιεξουσιαστικός, ή προβάλλει την «εξουσία» της διακονίας. Στο ιστορικό αυτό παράλογο βρίσκεται η σοφία του χριστιανικού μηνύματος. Μια νέα λογική στα θεολογικά και πνευματικά δρώμενα: «ος εάν θέλη υμών γενέσθαι μεγας εν υμίν, εσται υμών διάκονος· και ος αν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος». Φαίνεται πράγματι παράδοξο, όταν ανεβαίνεις στην εξουσία να προσπαθείς να υπηρετήσεις και να διακονήσεις και ενώ επιδιώκεις να είσαι ο πρώτος στο τέλος να γίνεσαι δούλος όλων. Και αυτός δεν είναι θεωρητικός λόγος. Το είδαμε να το εφαρμόζει ο Κύριος στη ζωή του.

Την εποχή εκείνη oι ηγέτες ασκούσαν μια απόλυτη εξουσία. Καταδυνάστευαν το λαό. Όλες οι ενέργειές τους στόχευαν στην κατοχύρωση και τη διασφάλιση των συμφερόντων μιας μικρής ομάδας ανθρώπων που βρισκόταν στην εξουσία και είχε δύναμη και πλούτο. Καμιά έννοια δικαίου δεν έφτανε στους μικρούς και αδύναμους. Ακόμη και η θρησκευτική εξουσία ήταν εγκλωβισμένη στη δική της αποκλειστικότητα. Θρησκευτικοί ηγέτες του ιουδαϊκού χώρου έφταναν, μάλιστα, μέχρι το σημείο να οικειοποιούνται απόλυτα και τη σωτηρία και να διακηρύσσουν ότι ούτε ο Θεός γνοιάζεται για τους αμαρτωλούς και καταφρονεμένους ανθρώπους. Προς αυτή την κατεύθυνση της απόλυτης διασφάλισης της εξουσίας, όχι μόνο στον πνευματικό, αλλά και στον κοσμικό και κοινωνικό χώρο, κινήθηκε πολλές φορές και η ιουδαϊκή μεσσιανολογία.


Η παρέμβαση του Ιησού Χριστού με τη σύνδεση της εξουσίας με τη διακονία, φάνταζε παράλογη και αποτέλεσε σκάνδαλο. Η προβολή των όρων «δούλος» και «διάκονος», ό,τι το απεχθέστερο υπήρχε για την εποχή εκείνη, θεωρήθηκε επικίνδυνη υπόθεση. Ένας Ραββί να διδάσκει κατ' αυτό τον τρόπο δεν μπορεί παρά να είναι ανατροπέας των κοινωνικών δομών και γι' αυτό πρέπει να εξουδετερωθεί. Αυτό και έγινε με τη σύλληψη και την καταδίκη του Ιησού.



Το μήνυμα, όμως, του Ιησού ευτυχώς σώθηκε. Έγινε έργο ευαγγελισμού για την ανθρωπότητα μέχρι και σήμερα. Κατά συνέπεια, θα λέγαμε, πως η διακονία πλέον πρέπει να θεωρείται δομικό στοιχείο της εκκλησιαστικής εξουσίας. Η Εκκλησία δεν ασκεί εξουσία. Διακονεί το λαό και τον κόσμο σε όλα τα επίπεδα και σε όλες τις μορφές της ζωής. Ο διάκονος και η διακονία δεν αποτελούν απλά τον πρώτο βαθμό ιερωσύνης. Συνιστά την ουσία όλης της Ιεραρχικής κλίμακας. Ιερουργώ σημαίνει διακονώ ταπεινά το λαό και καθαγιάζω τον κόσμο. Σημαίνει, πάνω από όλα, θυσιάζομαι στο βωμό του Θεού προς χάριν των ανθρώπων. 


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΚΗ ΤΟΥ ΠΗΓΗ

ΕΟΡΤΑΖΕΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ ΜΑΣ

Γιορτάζει πάλι ο ΑΓΙΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ ΜΑΣ, ο χαριτόβρυτος και αγιασμένος παππούς των Καλυμνίων, Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ.

Ας μας χαριτώνει και ας μας δίνει στέρεα δύναμη και φωτεινή παράκληση στην ζοφερή θλίψη πού μας κατέβαλλε όλους, γιατί δεν πάει άλλο....

Διαβάστε τον βίο του ΕΔΩ

Πέμπτη, Μαρτίου 29, 2012

2012, έτος καθαγιασμού Αγίου Μύρου

Μεγάλη σπουδαιότητας η χρονιά αυτή για το Οικουμενικό πατριαρχείο και την οικουμενική ορθοδοξία:2012, έτος Καθαγιασμού του αγίου Μύρου. 

Προσωπικά θα έχουμε την ενοριακή χαρά και ευλογία, να υποδεχτούμε το άγιο Μύρο στον Ναό μας, αύθις και άμα τη αφίξει του Σεβ. Μητροπολίτου μας στο νησί μας, κατά από την επιστροφή του, από τη σεπτή βασιλεύουσα , το αγιασμένο βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, όπου και θα αναπεμφθεί σχετική δέηση και ευχαριστία.

Παραθέτουμε δύο σχετικά κείμενα: Ένα από το blog Αναστάσιος και την εγκύκλιο του Πατριάρχου μας.

 

 

Το Άγιο Μύρο στο Οικουμενικό Πατριαρχείο η παρασκευή, «έμψησις» και ο καθαγιασμός νέας ποσότητας του Αγίου Μύρου - Χρήστος Κ. Τσούβαλης

Το Άγιο Μύρο
            στο Οικουμενικό Πατριαρχείο
η παρασκευή, «έμψησις» και ο καθαγιασμός
νέας ποσότητας του Αγίου Μύρου

Φέτος τη Μεγάλη Εβδομάδα θα γίνει μετά από 10 χρόνια η παρασκευή, « έμψησις » και ο καθαγιασμός νέας ποσότητας Άγιου Μύρου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Είναι η τρίτη φορά, που καθαγιάζεται το Άγιο Μύρο στην περίοδο της Πατριαρχίας Βαρθολομαίου (1992, 2002 και 2012)[1].
Το Άγιο Μύρο καθαγιάζεται, περίπου κάθε 10 χρόνια, για να χρησιμοποιηθεί για το μυστήριο του Χρίσματος, που τελείται στην Εκκλησία μας μετά το μυστήριο του Αγίου Βαπτίσματος, προκειμένου να μεταδοθούν στους βαπτισθέντες τα χαρίσματα και οι δωρεές του Αγίου Πνεύματος. 
Στους πρώτους χρόνους του Χριστιανισμού η μετάδοση των δωρεών και των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος, σ’ αυτούς που βαπτίζονταν, γίνονταν από τους Απόστoλους ( Πράξεις, 8, 14-17  και 19, 1-6 )
Τούτο όμως έγινε δύσκολο όταν αυξήθηκαν οι κατά τόπους Εκκλησίες και ο αριθμός των βαπτιζόμενων πιστών. Γι’ αυτό και οι Άγιοι Απόστολοι από το 2ο αιώνα αποφάσισαν να χρησιμοποιούν αγιασμένο Μύρο, που καθαγίαζαν οι ίδιοι με τους Επισκόπους, που είχαν την αποστολική διαδοχή, και με το οποίο αντικατέστησαν την « δι’ επιθέσεως των χειρών » μετάδοση των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος στους βαπτιζόμενους.
Στην ιστορία αναφέρεται ότι, μέχρι τον 8ο αιώνα, το δικαίωμα παρασκευής και καθαγιασμού του Άγιου Μύρου το είχαν όλοι οι επίσκοποι[2], με το πέρασμα των χρόνων το δικαίωμα αυτό περιέρχεται στους Πατριάρχες και τέλος στον Οικουμενικό Πατριάρχη, για λόγους όχι εξάρτησης και υποταγής αλλά ως απτό και ορατό σημείο ενότητας και δεσμού των κατά τόπους Πατριαρχείων και Αυτοκέφαλων Εκκλησιών με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Από τον ανωτέρω κανόνα εξαιρέθηκαν, από τον 14ο αιώνα, η Εκκλησία της Ρωσίας και, από τον 19ο αιώνα, οι Εκκλησίες της Ρουμανίας και Σερβίας.
Πληροφορίες για τον τρόπο παρασκευής, έψησης και καθαγιασμού του Άγιου Μύρου, έχουμε από τις σελίδες της Παλαιάς Διαθήκης (Έξοδος, 30, 22-25), την Αποστολική Παράδοση του Ιππόλυτου τον 3ο αιώνα και από το έργο «Περί της Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας» του Ψευδοδιονύσιου του Αρεοπαγίτη τον 5ο αιώνα. Νεώτερες διατάξεις, για τον καθαγιασμό του Άγιου Μύρου, έχουμε στο μεγαλογράμματο, από περγαμηνή κώδικα, που βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού και είναι γνωστός ως « Βαρβερινός Κώδιξ ελληνικός υπ’ αριθμ. 336 » του 8ου αιώνα, επίσης στο Μέγαλο Ευχολόγιο, στην Τυπική Διάταξη της Συνοδικής Βιβλιοθήκης του Πατριαρχείου της Ρωσικής Εκκλησίας και στο «Ευχολόγιο Goar» του 1730. Στο Οικουμενικό Πατριαρχείο από τον ΙΘ΄ αιώνα λειτουργεί νέα Τάξη και Ακολουθία παρασκευής, έψησης και καθαγιασμού του Άγιου Μύρου με την αρμονική συνεργασία αφ’ ενός της Χημικής και Φαρμακευτικής Επιστήμης και αφ’ ετέρου « της σιωπωμένης και μυστικής παραδόσεως » της Εκκλησίας.
Η ἐκκλησιαστική παράδοση του Οικουμενικού Πατριαρχείου διαθέτει από το 1850 τον « Κατάλογο των ειδών των αρωμάτων, εξ ων συντίθεται το Άγιον Μύρον », που περιλαμβάνει λάδι, κρασί και άλλες 55 αρωματώδεις ουσίες[3], που συμβολίζουν τα πολυποίκιλα χαρίσματα και τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος, οι δε ανωτέρω επιστήμες καταθέτουν τη συμβολή τους για την αρτιότερη παρασκευή του.
Η ακολουθούμενη τυπική διάταξη παρασκευής και έψησης του Αγίου Μύρου, αρχίζει την Κυριακή των Βαῒων ξεχωριστά, συγκλίνει και ενοποιείται τη Μεγάλη Πέμπτη με μια ιδιαίτερη ιεροτελεστία καθαγιασμού, που δεν έχει προηγούμενο και είναι η εξής :
Την Κυριακή των Βαῒων, μετά την δοξολογία, ο Μέγας Εκκλησιάρχης οδηγεί από το «Νάρθηκα» του Πατριαρχικού Ιερού Ναού του Αγίου Γεωργίου, τον Άρχοντα Μυρεψό και τους συνεργάτες του, Ειδικούς Κοσμήτορες Μυρεψούς, που φέρουν λευκές μακριές μπλούζες ή « λευκούς ποδήρεις χιτώνες » στο « Σωλέα » και μπροστά στον Αρχιερατικό Θρόνο του Πατριάρχη. Στη συνέχεια « προσάγονται », από δύο διακόνους, στον Πατριάρχη, που φέρει «επιτραχήλιον και ωμοφόριον» και αναγινώσκει την ειδική ευχή, με την οποία ευλογεί τον Άρχοντα Μυρεψό και τους Ειδικούς Κοσμήτορες-Μυρεψούς και τους δίνει στον μεν Άρχοντα το διακριτικό, από μετάξι, «λεντίον», στους δε Μυρεψούς, το Χρυσό Σταυρό της Διακονίας, με την Πατριαρχική σφραγίδα. Ακολουθεί η Θεία Λειτουργία, στην οποία συμμετέχουν ο Άρχων και οι Μυρεψοί από τη θέση απέναντι από το Θρόνο του Πατριάρχου.
Την Άγια και Μεγάλη Δευτέρα, μετά τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, δημιουργείται μία πομπή με επικεφαλής τους Πατριαρχικούς χορούς, που ψάλλουν το Απολυτίκιο του Αγίου Γεωργίου και δύο Ιερείς που φέρουν « επιτραχήλιον ». Ακολουθεί ο Πατριάρχης, που φέρει « επιτραχήλιον και ωμοφόριον » δύο διάκονοι με «οράρια» και «δικηροτρίκηρα», Συνοδικοί Αρχιερείς και όποιοι άλλοι Αρχιερείς παρευρίσκονται.
Η πομπή εισέρχεται στο Ιερό Κουβούκλιο, που βρίσκεται στον αύλειο χώρο του Πατριαρχικού Ναού, όπου βρίσκονται μόνιμες εστίες και ευμεγέθεις χάλκινοι λέβητες, για την έψηση του Μύρου. Οι Χοροί ψάλλουν τα ακόλουθα τροπάρια: « Ευλογητός ει Χριστέ ο Θεός ημών…», «Ως των Αποστόλων Πρωτόκλητος…» και « Την εν πρεσβείαις ακοίμητον Θεοτόκον…». Ο Πατριάρχης ευλογεί τον κύκλο των ιερών τελετών με την τέλεση Αγιασμού. Στη συνέχεια ραντίζει με τον Αγιασμό τα παρασκευασθέντα υλικά, τα σκεύη και τους λέβητες. Μετά την «Απόλυσιν» παίρνει ο Πατριάρχης δοχείο ελαίου και αφού το ευλογήσει ρίχνει το λάδι σταυροειδώς στους λέβητες. Το ίδιο κάνει και με το δοχείο του οίνου, όπως και μέρος από τα αρώματα και άνθη που πρέπει να ψηθούν και είναι τα 43 από τα 57 είδη. Στη συνέχεια οι Ειδικοί Κοσμήτορες Μυρεψοί συμπληρώνουν την απαιτούμενη ποσότητα ελαίου και οίνου. Τέλος ο Πατριάρχης, με την λαμπάδα, που κρατάει, ανάβει τη φωτιά. Ακολουθεί η ανάγνωση από τον Πατριάρχη κάποιων κεφαλαίων από το « κατά Ματθαίον » Ευαγγέλιο. Tούτο συνεχίζεται και από τους Συνοδικούς Αρχιερείς και από άλλους αρχιερείς, που παρευρίσκονται αλλά και από κληρικούς της Πατριαρχικής Αυλής. Η τάξη αυτή των αναγνωσμάτων γίνεται όλες τις ημέρες μέχρι και τη Μ. Τετάρτη.
Παράλληλα οι Μυρεψοί, πιστοί στα ιερά κείμενα και τα πατερικά έγγραφα, αλλά με κάποιες υποχρεωτικές αλλαγές και προσθαφαιρέσεις στις ιστορικές συνταγές αρχίζουν τη διαδικασία της παρασκευής και της έψησης και με βάρδιες παρακολουθούν την πορεία και εξέλιξη των εργασιών.
Την Άγια και Μεγάλη Τρίτη, μετά τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, ο Πατριάρχης προσέρχεται και πάλι στο Ιερό Κουβούκλιο, όπως και χθες, όπου ψάλλεται ο μικρός Παρακλητικός Κανόνας της Θεοτόκου και μνημονεύει τα ονόματα όλων εκείνων που εργάζονται για την παρασκευή του Μύρου και εκείνων που προσέφεραν χρήματα, τα ευώδη έλαια, το λάδι, το κρασί και τα διάφορα αρωματώδη άνθη και βότανα. Μετά την « Απόλυσιν » ρίχνει ο Πατριάρχης στους λέβητες το υπόλοιπο των οίνου, ελαίου, αρωμάτων και ανθέων και στο τέλος αρχίζει η ανάγνωση του « κατά Μάρκον » Ευαγγελίου.
Την Άγια και Μεγάλη Τετάρτη από το πρωί αρχίζει η σταδιακή μείωση της έντασης της φωτιάς, ώστε το μεσημέρι να ξεκινήσει η διαδικασία της απόσταξης, του φιλτραρίσματος και του καθαρισμού του υλικού.
Μετά τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, ο Πατριάρχης έρχεται στο Ιερό Κουβούκλιο, όπως και τις προηγούμενες μέρες « ποιεί Ευλογητόν », ψάλλονται απ’ όλους τα τροπάρια : « Ευλογητός ει Χριστέ ο Θεός ημών…», « Ότε καταβάς τας γλώσσας…» και « Την εν πρεσβείαις ακοίμητον Θεοτόκον…». Στη συνέχεια διαβάζει ο Πατριάρχης τη νενομισμένη ευχή και ρίχνει, μετά την έψηση του Μύρου, τα τελευταία 14 ευώδη έλαια στους λέβητες και κάνει την «Απόλυσιν». Ακολουθεί η ανάγνωση του «κατά Λουκάν» Ευαγγελίου μέχρις ότου γίνει το απόγευμα το Ιερόν Ευχέλαιο.
Μετά το πέρας του Ιερού Ευχελαίου ο Μέγας Εκκλησι-άρχης με τη βοήθεια των ιερέων και των διακόνων φέρνει στους Μυρεψούς τα αργυρά δοχεία, στα οποία θα μεταγγισθεί το καθαρό υλικό, και θα μεταφερθούν στο Παρεκκλήσι του Αγίου Ανδρέα, όπου θα παραμείνουν μέχρι το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης.
Την Αγία και Μεγάλη Πέμπτη η Ακολουθία του Όρθρου τελείται στο Πατριαρχικό Παρεκκλήσιο. Εδώ προσέρχονται οι ορισθέντες Πρεσβύτεροι και Διάκονοι και λαμβάνουν « καιρό » από τον Πατριάρχη. Αμέσως αρχίζει η αμφίεση του Πατριάρχου μέσα στο Παρεκκλήσιο και των Αρχιερέων σε μία Πατριαρχική Αίθουσα, οι δε Πατριαρχικοί Χοροί ψάλλουν το « Άνωθεν οι Προφήται…»
Μετά την αμφίεση γίνεται η κάθοδος στον Πατριαρχικό Ναό «ηχούντων των Κωδώνων».
Προπορεύεται ο Τίμιος Σταυρός μετά των « Εξαπτερύγων ». Έπονται οι Πατριαρχικοί Χοροί, που ψάλλουν τα ακόλουθα στιχηρά: « Πάντα χορηγεί το Πνεύμα το Άγιον…», « Εν τοις Προφήταις ανήγγειλας ημίν…», «Εν ταις αυλαίς Σου υμνήσω Σε…» και « Εν ταις αυλαίς Σου Κύριε, οι πιστοί, το γόνυ της ψυχής και του σώματος υποκλίναντες…».
Ακολουθεί ο Μέγας Πριμικήριος με το «Διβάμβουλον». Στη συνέχεια δύο Διάκονοι με τα «διακονικά εξαπτέρυγα» και 24 Αρχιμανδρίτες και Ιερομόναχοι κρατούντες τα δώδεκα μεγάλα αργυρά δοχεία με το Μύρο καθώς και οι Αρχιδιάκονοι των Ι. Μητροπόλεων Χαλκηδόνος, Δέρκων και Πριγκηποννήσων κρατούντες θυμιατήρια και « δικηροτρίκηρα ».Έπονται οι Συνοδικοί Αρχιερείς καθώς και οι Αρχιερείς εκπρόσωποι Πατριαρχείων και Αυτοκέφαλων Εκκλησιών σε δύο σειρές που κρατούν τα μικρά αργυρά δοχεία. Ο πρώτος στην ιεραρχία Μητροπολίτης, του Οικουμενικού Θρόνου, κρατάει αλαβάστρινο δοχείο, που περιέχει προηγιασμένο Άγιο Μύρο, ο δε δεύτερος αλαβάστρινο δοχείο με Μύρο, που δεν έχει αγιασθεί. Αμέσως μετά ακολουθεί ο Πατριάρχης, που κρατάει τη μικρή Μυροθήκη και συνοδεύεται από τον Μέγα Πρωτοσύγκελλο, τον Αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου και τους 4 Πατριαρχικούς Διακόνους ενδεδυμένους την πλήρη διακονική τους στολή και κρατούντες « δικηροτρίκηρα ».
Όταν η Ιερά Πομπή εισέλθει στον Πατριαρχικό Ναό, οι μεν Πρεσβύτεροι τοποθετούν τα μεγάλα αργυρά δοχεία έξω του Ιερού Βήματος μπροστά στο « Τέμπλο » δεξιά και αριστερά της « Ωραίας Πύλης », οι δε Αρχιερείς εισέρχονται στο Ιερό Βήμα μαζί με τον Πατριάρχη και αφού εναποθέσουν τα μικρά δοχεία πίσω από την Αγία Τράπεζα και τα δύο αλαβάστρινα στην Αγία Πρόθεση εξέρχονται στο Σωλέα, και καταλαμβάνουν οι Αρχιερείς τις θέσεις τους ο δε Πατριάρχης αφού ευλογήσει το λαό ανέρχεται στο Θρόνο, διαβάζει τον « Προοιμιακόν » και αρχίζει η Θεία Λειτουργία.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης, μετά τη Μεγάλη Είσοδο, τοποθετεί πάνω στην Αγία Τράπεζα και πάνω στο «αντιμήνσιον» το αλαβάστρινο δοχείο του αγιασμένου Μύρου δεξιά και του μη αγιασμένου Μύρου αριστερά. Οι δε Ιερείς τοποθετούν τα δοχεία γύρω από την Αγία Τράπεζα. Ακολουθεί η υποδοχή των Τιμίων Δώρων, που τοποθετούνται μεταξύ των δύο αλαβάστρινων δοχείων.
Μετά από το « Και έσται τα ελέη του Μεγάλου Θεού…», ο Πατριάρχης αποκαλύπτει « το πλήρες Μύρου μήπω αγιασθέντος αλάβαστρον », το ευλογεί τρις λέγων «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν». Στη συνέχεια, ενώ ψάλλουν οι Αρχιερείς το «Ευλογητός ει Χριστέ…», « Ότε καταβάς…» και το « Πάντα χορηγεί…», καθαγιάζει ο Πατριάρχης τρεις φορές τα δοχεία, επικαλούμενος πρώτα « Η Χάρις του Ανάρχου Πατρός είη καθαγιάζουσα τόδε το Άγιον Μύρον », δεύτερο « Η Χάρις του Υιού και Λόγου του Θεού είη μετά σού, Μύρον Άγιον » και τρίτο « Η Χάρις του Παναγίου και Τελεταρχικού Πνεύματος είη μετά σού, Μύρον Άγιον » Αμέσως μετά ο Πατριάρχης και οι Αρχιερείς « κλίνοντες τα γόνατα » διαβάζουν μυστικώς ευχή, όταν την ίδια στιγμή κλήρος και εκκλησίασμα γονατιστοί προσεύχονται ψάλλοντες το « Κύριε ελέησον ». Μετά τη συμπλήρωση της ευχής ο Πατριάρχης εύχεται και ευλογεί το εκκλησίασμα με το « Ειρήνη πάσι » και αφού ο Μέγας Αρχιδιάκονος εκφωνεί το « Τας κεφαλάς ημών τω Κυρίω κλίνωμεν », ο Πατριάρχης εκφωνεί την παρακάτω ευχή, ενώ οι Αρχιερείς ψάλλουν το « Κύριε ελέησον » : « Σοι τω Θεώ των όλων και Βασιλεί, τον αυχένα της καρδίας ευχαριστούντες εκλίναμεν, ανθ’ ων ουκ αξίους όντας ημάς διακόνους γενέσθαι του Θείου Σου τούτου Μυστηρίου κατηξίωσας, και τον έλεον κηρύττομεν, ον εφ’ ημάς πλουσίως εξέχεας. Συ γαρ υπάρχεις προσκυνητός και δεδοξασμένος, και Σοι την δόξαν αναπέμπομεν, … Αμην. »
Μετά την ευχή ο Πατριάρχης ευλογεί και καλύπτει τα δοχεία και με το «τρικέρι» ευλογεί το Λαό. Ακολουθεί το « Πάντων των Αγίων μνημονεύσαντες…» και η Θεία Λειτουργία ολοκληρώνεται με το « Είη το όνομα Κυρίου…».
Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, με την ίδια διάταξη της εισόδου, η πομπή εξέρχεται από τον Ιερό Ναό, με τους Πατριαρχικούς Χορούς να ψάλλουν το « Εξηρεύξατο η καρδία μου λόγον αγαθόν », και κατευθύνονται όλοι μαζί στο δροσερό, λίγο αεριζόμενο και προστατευόμενο από έντονες ηλιακές ακτίνες « Μυροφυλάκιον », όπου « διαρκώς καίει λυχνία », και όπου θα εναποτεθεί το Ἀγιο Μύρο για φύλαξη, μέχρις ότου εξαντληθεί το απόθεμα, οπότε και θα αρχίσει η προετοιμασία της νέας παρασκευής. Εδώ ο Πατριάρχης θα κάνει την « Απόλυσιν » της Θείας Λειτουργίας και του καθαγιασμού του Αγίου Μύρου.
Η όλη τελετή επισφραγίζεται με τον « Πολυχρονισμόν » του Πατριάρχου.

Χρήστος Κ. Τσούβαλη
Ἄρχων Οστιάριος του Οικουμενικού Πατριαρχείου

 + Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕΩ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ ΤΩ ΙΕΡΩι ΚΛΗΡΩι ΚΑΙ ΤΩι ΕΥΣΕΒΕΙ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ
ΤΗΣ ΚΑΘ᾽ ΗΜΑΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΝ ΤΟΥ ΚΑΘ᾽ ΗΜΑΣ ΑΓΙΩΤΑΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΥ
ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΘΡΟΝΟΥ
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Έκαστος άνθρωπος, πλασθείς κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού, είναι ναός Κυρίου. Πολύ δε περισσότερον όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθημεν και εχρίσθημεν δια του Αγίου Μύρου και ενεκεντρίσθημεν εις την καλλιέλαιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας είμεθα ναοί του εν ημίν Αγίου Πνεύματος, ακόμη και εάν δια ποικίλων αμαρτιών, εκουσίων η ακουσίων, απομακρυνώμεθα από του Κυρίου. «Ει ημείς απιστούμεν, εκείνος πιστός μένει· αρνήσασθαι εαυτόν ου δύναται» (Β Τιμ. β 13).
Ταύτην την χάριν παρέχει ημίν το Άγιον Μύρον, διότι, καθώς λέγει ο Άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης, η του μύρου τελετή τελειωτική των θεουργιών γνώσεως και επιστήμης, δια της οποίας ιερώς η προς την θεαρχίαν αναγωγή και μακαριωτάτη κοινωνία τελεσιουργείται. Το Μύρον τον αγιασμόν παρέχει του Πνεύματος, δίδοται δε πάσι τοις πιστοίς ως χρίσμα πνευματικόν, χάρισμα βασιλικόν, αγιαστικόν ψυχών και σωμάτων.
Δι’ αυτού λαμβάνομεν την απαρχήν του Πνεύματος, παρ’ Ου πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον. Ο δε Θεός ημών, ο και εν τω νόμω δους το Πνεύμα το Άγιον και τοις Αποστόλοις Αυτού, πάντας τους χριομένους μύρω θείω αγιάζει και κατατάσσει εις την χορείαν των χάριτι σεσωσμένων, εάν φυλάξωσιν άσπιλον μολυσμού τον χιτώνα της αφθαρσίας αυτών και αγωνίζωνται όπως μη λυπήσωσι το Πνεύμα το Άγιον, το Οποίον έλαβον δια του Αγίου Χρίσματος. Ότι εκ του μύρου εστί το οικείους είναι Θεώ και δούλους γνησίους τους ευσεβείς, και δια της αγίας ταύτης σημειώσεως υπό αγίων Αγγέλων και πάσης επουρανίου δυνάμεως επιγινωσκόμεθα, σύμμορφοι αυτοίς γινόμενοι.
Την αγιότητα δε έχοντες ως σκοπόν της υπάρξεως ημών εις την παρούσαν ζωήν, τηρούμεν τας εντολάς του Θεού ίνα μένη μετά πάντων ημών το Άγιον Πνεύμα, ο αγαθός Παράκλητος, και κληρονομήσωμεν την ουράνιον Βασιλείαν του Θεού, κατά το «άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιός ειμι» (Α Πέτρου, α 16).
Πανίερος ουν θεσμός της Μητρός ημών Εκκλησίας τυγχάνει ο καθαγιασμός του Αγίου Μύρου κατά διαστήματα, αποφάσει δε της ημετέρας Μετριότητος και της περί ημάς Αγίας και Ιεράς Συνόδου θα τελεσθή το ενεστώς έτος κατά την Αγίαν και Μεγάλην Εβδομάδα των Παθών του Κυρίου και θέλει λάβει πέρας κατά την προσεχή Μεγάλην Πέμπτην. Προηγηθήσεται δε η έψησις του Αγίου Μύρου από Μεγάλης Δευτέρας έως και της Μεγάλης Τετάρτης, ότε και μνείαν ποιούμεθα της αλειψάσης μύρω πολυτιμήτω τον Κύριον πόρνης γυναικός, της σωφρονεστέρας πάντων αναδειχθείσης, εκ του πολλού προς τον Χριστόν αυτής πόθου.
Ο δια της παρούσης πατριαρχικής ημών Εγκυκλίου εξαγγελλόμενος καθαγιασμός αποτελεί ιδιαιτέραν ευλογίαν δι’ ημάς τους επιτελούντας αυτόν, αλλά και δια πάντας τους παρισταμένους και συμμετέχοντας, νεμόμενον δε το Άγιον Μύρον εις τας ανά την οικουμένην ορθοδόξους Εκκλησίας, καθίσταται αδιάλειπτος πηγή αγιασμού, «ένδυμα αφθαρσίας και σφραγίδα τελειοποιόν εκτυπούσα τοις το θείον Λουτρόν δεχομένοις την αγίαν ονομασίαν του Πατρός και του μονογενούς Υιού και του Αγίου Πνεύματος».
Ούτω και υμείς, τέκνα και αδελφοί εν Κυρίω, μη λησμονήτε το εύσημον τούτο γεγονός του Καθαγιασμού του Αγίου Μύρου εν τω Ιερώ ημών Κέντρω, φιλοτιμίαν δε ποιήσασαθε ίνα συμμετάσχητε αυτού είτε ευχετικώς και νοερώς είτε συντρέχοντες ποικιλοτρόπως είτε προσερχόμενοι εις τον Πάνσεπτον Πατριαρχικόν Ναόν από Μεγάλης Δευτέρας άχρι της Μεγάλης Πέμπτης, ότε τέλος λήψονται αι κατανυκτικαί του Καθαγιασμού τελεταί, λαμβάνοντες ευλογίαν και χάριν παρά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και γευόμενοι των αγαθών και δωρεών του Αγίου Πνεύματος.
Αυτού η Θεία χάρις και το άπειρον έλεος είησαν μετά πάντων υμών.
,βιβ Μαρτίου ις

παραπομπές από πρώτο άρθρο:

[1]Το Άγιο Μύρο παρασκευάσθηκε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο :
     
      1.-Το 1208 επί Πατριαρχίας Μιχαήλ του Δ΄ (στη Νίκαια)
2.-Το 1705 επί Πατριαρχίας Γαβριήλ του Γ΄
3.-Το 1759 επί Πατριαρχίας Σεραφείμ του Β΄
4.-Το 1833 επί Πατριαρχίας Κωνστάντιου του Α΄
5.-Το 1856 επί Πατριαρχίας Κύριλλου του Ζ΄
6.-Το 1865 επί Πατριαρχίας Σωφρόνιου του Γ΄
7.-Το 1879 επί Πατριαρχίας Ιωακείμ του Γ΄
8.-Το 1890 επί Πατριαρχίας Διονύσιου του Ε΄
9.-Το 1903 επί Πατριαρχίας Ιωακείμ του Γ΄
10.- Το 1912 επί Πατριαρχίας Ιωακείμ του Γ΄
11.- Το 1928 επί Πατριαρχίας Βασίλειου του Γ΄
12.- Το 1939 επί Πατριαρχίας Βενιαμίν
13.- Το 1951 επί Πατριαρχίας Αθηναγόρα
14.- Το 1960 επί Πατριαρχίας Αθηναγόρα
15.- Το 1973 επί Πατριαρχίας Δημητρίου
16.- Το 1983 επί Πατριαρχίας Δημητρίου
17.- Το 1992 επί Πατριαρχίας Βαρθολομαίου
18.- Το 2002 επί Πατριαρχίας Βαρθολομαίου
19.- Το 2012 επί Πατριαρχίας Βαρθολομαίου

[2]«αρχιερατικώ δικαίω αλλά όχι εκκλησιαστικώ δικαίω» κατά τον Αρχιμ. Παύλο Μενεβίσογλου, Το άγιον Μύρον εν τη ανατολική Εκκλησία», σελ. 171.

[3]«Κατάλογος των ειδών των αρωμάτων εξ’ ων συντίθεται το Άγιον Μύρον»
  
1.  Άκορος ή κάλαμος ευώδης  ( Acorus calamus )
2.  Άμμωμον  ( Primevére )
3.  Ανθόνερο  ( Eau de fleurs )
4.  Αριστολόχια μακρά  ( Aristoloche longue )
5.  Ασαρον άγριο  ( Nard sauvage, Asarum europaeum, Asarabacca, Άγρια πιπερόριζα )
6.  Βάκχαρις  ή Κρόκος ( Safran )
7.  Βάλανος μυριψική  ( Glans unguentarıa )
   8.  Έλαιον καθαρόν  ( Huile pure d’ olive )
   9.  Ελένιον  ( Inula Helenium )
10.   Εχινάνθη  ( Jonc odorant )
11.   Ζαρνάβας  ( Zerneb )
12.   Ζιγγίβερις ή Ζιντζιβέρ λευκή, Τζίντζερ ή Πιπερόριζα  ( Gingiber officinale )
13.   Ίρις Φλωρεντιανή  ( Iris de Florence )
14.   Καρδάμωμον μικρόν  ( Petit Cardamome )
15.   Καρποβάλσαμο ή κουβέβι ( Fruit du baumier )
16.   Κάρυα αρωματικά  ( Noix de muscades )
17.   Κρυόφυλλα ή γαρύφαλλον ( Girofle )
18.   Κασσία μέλαινα  ( Cassia nigra, Casse noire )
19.   Κιννάμωμον  ( Cinnamomum )
20.   Κόμμι ευώδες ή Μετζουβί ( Benzoin amygdaloide )
21.   Κύπερις  ή λαιον Κύπερις ( Cyperus rotundus )
22.   Λάδανος καθαρά  ( Cistus creticus, Labdanum, Ladanum pur)
23.   Λίβανος λευκός ( Libanos blanc )
24.   Μάκερος Ολλάνδας ( Maceris, Macis )
25.   Μαστίχη καθαρή  ( Mastic pur )
26.   Μυροβάλανον καθαρόν  ( Myrobalan pure )
27    Μυρσινόκοκα  ( Baies de myrte )
28.   Νάρδος Κελτική  ( Nardus Celtica ή Valeriana, Valeriane Celtique )
29.   Ξυλαλόη Μαβέρτης  ( Aloes de Barbades )
30.   Ξυλοβάλσαμο  ( Bois de baumier )
31.   Ξυλοκασσία ή Αγγελική Βοημίας ( Angelıque du Boheme )
32.   Οίνος στίφων μέλας  ( Vin rouge astringent )
33.   Πεπέρι μακρόν  ( Piper longum, Poivre long )
34.   Πέπερις  ( Poivre noir )
35.   Ρετσίνη λευκή καθαρή  ( Poix blanche pure )
36.   Ροδόνερο  (Eau de roses )
37.   Σάμψυχος ή Μαντζουράνα  ( Origana Mejorana ή Marjolaine)
38.   Σμύρνα καθαρά  ( Myrrhe pur )
39.   Στάχυς ή Στάχος Ινδικού Νάρδου  ή Ναρδοστάχυς ( Nard Indien )
40.   Στύραξ υγρά  ( Styrax liquid )
41.   Τερέβινθος Βενετική  ( Terebintine de Venise )
42.   Τύλλις  ( Fenugrec ) και
43.   Φύλλον Ινδικόν  ( Malabathrum )

Ύλικά που εγχέονται είς το Μύρο μετά την έψηση:

1Άμπαρι  ( Ambrevraı )
2.  Βαλσαμον Μέκκας ήτοι Βαλσαμέλαιον ( Baume de la Mecque )
   3.  Έλαιον δάφνης  ( Huile de laurier )
   4.  Έλαιον δενδρολιβάνου  ( Huile de rosmarin)
   5.  Έλαιον καρποβαλσάμου  ( Huile de carpobalsamon )
   6.  Έλαιον καρυοφύλλων  ( Huile de giroflee )
   7.  Έλαιον κιναμώμου  σεϊλάνικον ( Huile de cinnamome de Ceylan )
   8.  Έλαιον κίτρου  ( Huile de citron )
   9.  Ελαιον μάκερις  ( Huile de musc )
10.   Έλαιον νάρδου ή λεβάντας ( Huile de nard )
11.   Έλαιον σαμψύχου  ( Huile de marjolaine )
   12.   Μοσχοκαρυέλαιον  Ολλάνδας πηκτόν ή Κάρτον ( Huile de noix du muscades  epaisse )
13.   Μόσχος Ινδικός  ( Musc tonkin ) και
14.   Ροδέλαιο ή έλαιον τριανταφύλλου ( Huile de roses )

Βιβλιογραφία :

1.-  Μανουήλ Γεδεών, Εορτολόγιο Κωνσταντινουπολίτου προσκυνητή, Κωνσταντινούπολις 1905.
2.- Τυπογραφείο Οικουμενικού Πατριαρχείου, Ακολουθία της του Αγίου Μύρου Κατασκευής και Ευλογίας, Κωνσταντινούπολις 1890-1912-1960.
3.- Παύλου Μενεβίσογλου, Μητροπολίτης Σουηδίας, Το Άγιον Μύρον εν τη Ορθοδόξω  Ανατολική Εκκλησία, Θεσσαλονίκη 1983.
4.-  Οικουμενικό Πατριαρχείο, Ο Καθαγιασμός του Αγίου Μύρου, Αθήναι 1983.
5.- Αθανασίου Αρβανίτη, Άρχοντος Μ. Δικαιοφύλακος, Ο Καθαγιασμός του Αγίου Μύρου εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον το 1983, Αθήνα 1983.
6.-  Παύλου Μενεβίσογλου, Μητροπολίτης Σουηδίας, Μελετήματα περί του Αγίου Μύρου, Αθήνα 2000.
7.- Ιωσήφ Κωνσταντινίδη - Δημητρίου Παλαβίδη, Το Άγιο Μύρο στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Επιστήμη και Θρησκευτική παράδοση, Παρασκευή-Έψηση-Καθαγίαση. Αθήνα 2000.
8.-  Οικουμενικόν Πατριαρχείον, Το Άγιον Μύρον εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, Αθήνα 2002.
9.-  Οικουμενικό Πατριαρχείο, «Καθαγιασμός του Αγίου Μύρου», Ορθοδοξία, Θ΄, Β΄, 2002, 224-240.

Τετάρτη, Μαρτίου 28, 2012

από τον μεγάλο κανόνα


o άσωτος γιός
 


Ἐτέκταινον, ἐπὶ τὸν νῶτόν μου πάντες, οἱ ἀρχηγοὶ τῶν κακῶν, μακρύνοντες κατ' ἐμοῦ τὴν ἀνομίαν αὐτῶν. 
Πάνω στην πλάτη μου ραδιουργούσαν οι αρχηγοί των κακών και επέκταιναν εναντίον μου την ανομία τους. 
 
Ἀπώλεσα, τὸ πρωτόκτιστον κάλλος, καὶ τὴν εὐπρέπειάν μου, καὶ ἄρτι κεῖμαι γυμνός, καὶ καταισχύνομαι.
Έχασα την ομορφιά την πρωτόκτιστη και τον στολισμό μου και ήδη στέκομαι γυμνός και καταντροπιασμένος.

Κατέρραψε, τοὺς δερματίνους χιτῶνας, ἡ ἁμαρτία κᾀμοί, γυμνώσασά με τῆς πρίν, θεοϋφάντου στολῆς.
Μου έρραψε τους δερμάτινους χιτώνες η αμαρτία, αφού πρώτα με γύμνωσε από την στολή την θεοΰφαντη.
Περίκειμαι, τὸν στολισμὸν τῆς αἰσχύνης, καθάπερ φύλλα συκῆς, εἰς ἔλεγχον τῶν ἐμῶν, αὐτεξουσίων παθῶν.
Και είμαι ντυμένος την στολή του αίσχους, σαν πού φορούσε ο Αδάμ φύλλα της συκιάς και έτσι ελέγχομαι από τα πάθη στα οποία ελεύθερα από μόνος μου έπεσα.
Ἐστόλισμαι, κατεστιγμένον χιτῶνα, καὶ ἠμαγμένον αἰσχρῶς, τῇ ῥύσει τῆς ἐμπαθοῦς, καὶ φιληδόνου ζωῆς.
Στολίστηκα χιτώνα γεμάτο στίγματα και βουτηγμένο αισχρά, σαν σε αίμα στην ζωή της εμπάθειας και της φιληδονίας.
Γυμνός εἰμι τοῦ Νυμφῶνος, γυμνός εἰμι καὶ τοῦ γάμου, ἅμα καὶ δείπνου, ἡ λαμπὰς ἐσβέσθη ὡς ἀνέλαιος, ἡ παστὰς ἐκλείσθη μοι καθεύδοντι, τὸ δεῖπνον ἐβρώθη· ἐγὼ δὲ χεῖρας καὶ πόδας, δεθεὶς ἔξω ἀπέρριμμαι.
Γυμνός είμαι από νυφικά ρούχα , γυμνός και δεν μπορώ να έρθω στον Γάμο σου και στο γαμήλιο δείπνο. η λαμπάδα μου δεν είχε λάδι και σβήστηκε, η θύρα για το νυφικό κρεβάτι κλείστηκε ενώ κοιμόμουν, και το δείπνο φαγώθηκε. Και εγώ δεμένος χειροπόδαρα πετάχτηκα έξω.
 

 ποίημα Ανδρέου επισκόπου Κρήτης

Μέγας Κανών: Τη Πέμπτη της πέμπτης Εβδομάδος των Νηστειών κατά την αρχαίαν παράδοσιν, ψάλλομεν την Ακολουθία του Μεγάλου Κατανυκτικού Κανόνος



Τον
Μεγάλο Κανόνα τον έγραψε και τον συνέθεσε ο Άγιος Ανδρέας, Αρχιεπίσκοπος Κρήτης, ο επονομαζόμενος και Ιεροσολυμίτης (660 - 740 μ.Χ.), λόγω της διακονίας του ως μοναχού στα Ιεροσόλυμα.
Ο Άγιος Ανδρέας, ένας από τους εξέχοντες εκπροσώπους της Εκκλησιαστικής ποιήσεως, (όπου εορτάζεται στις 4 Ιουλίου), συγκέντρωσε αρκετές από τις ιστορίες της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, από τον Αδάμ μέχρι και την Ανάληψη του Κυρίου μας και το κήρυγμα των Αγίων Αποστόλων, και τις μελοποίησε. Λόγω του έργου του αυτού που φέρει τον τίτλο «Μέγας Κανών», δικαίως ονομάστηκε ως ο «αρμονικότερος των μελωδών» και έλαβε τον τίτλο «ο Μυσταγωγός της Μετανοίας». Ο Μεγάλος Κανών διαβάζεται τμηματικά τις πρώτες τέσσερις μέρες της Α' Εβδομάδας των νηστειών ενσωματούμενος στο Μεγάλο Απόδειπνο. Όλος ο Μέγας Κανών διαβάζεται στον όρθρο της Πέμπτης, της Ε' Εβδομάδας των νηστειών. Στις ενορίες διάζεται το απόγευμα της Τετάρτης, ώστε να διευκολύνονται οι πιστοί.
«Για τέσσερα συνεχή απογεύματα, οι εννέα Ωδές του Κανόνα μου λένε ξανά και ξανά την πνευματική ιστορία του κόσμου, που είναι και η δική μου ιστορία. Γίνονται για μένα μία πρόκληση» (Αλέξανδρος Σμέμαν).


Περιέχει 250 τροπάρια «ενός εκάστου άρρητον αποστάζοντος ηδονήν». Εξαιτίας ακριβώς αυτής της σπουδαιότητας των, η Αγία Εκκλησία όρισε να ψάλλονται κατά τη διάρκεια της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής και ιδιαιτέρως προς τα τέλος της, ώστε οι πιστοί, μην τυχόν αποκάμνοντας, περιπέσουν σε ραθυμίαν και νυσταγμόν ψυχής. Έχει επιτυχώς χαρακτηρισθεί ως θρήνος μετανοίας και ως ο αδαμιαίος θρήνος του πρωτοπλάστου πατέρα μας, Αδάμ.
Προτρέπεται κάθε ψυχή δια των κατανυκτικών του τροπαρίων «όσα μεν αγαθά της ιστορίας ζηλούν και μιμείσθαι προς δύναμιν, όσα δε των φαύλων αποφεύγειν και αεί προς Θεόν ανατρέχειν, δια μετανοίας, δια δακρύων και εξομολογήσεως». Πράγματι, τα λόγια του Μεγάλου Κανόνος έχουν βαθύ περιεχόμενο και είναι τόσο κατανυκτικά και παραστατικά, που ξεδιπλώνονται μπροστά μας όλες οι ιστορίες αυτές, ώστε και οι σκληρότερες ψυχές να μαλακώσουν και να παρακινούνται προς μετάνοια.
Ο Αδάμ, η Εύα, ο παράδεισος, η πτώσις, οι Πατριάρχες, ο Ιώβ, ο Μωϋσής, ο Σολομών ο Θαυματουργός, ο Διφρηλάτης Ηλίας, Ο Ελισαίος ο πότε δεξάμενος τη μηλωτήν Ηλίου, Ο Δανιήλ ο εν τω λάκκω, όλα αυτά τα θεία γεγονότα, οι επεμβάσεις του νέου Αδάμ πλέον και η σωτηρία μας απ' Αυτόν είναι μερικά απ' αυτά, που περιγράφει ο της Κρήτης ποιμήν, θέλοντας να μας αναγάγει εις παραδειγματισμόν.
Ο Μέγας κανών αρχίζει ως εξής: «πόθεν άρξομαι θρηνείν τας του αθλίου μου βίου πράξεις;». Η όλη ιστορία του Αδάμ γίνεται προσωπική πλέον του καθενός μας. Ο Αδάμ, ο πατέρας τους Οικουμένης, όπως γράφει ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, εγνώριζε τον παράδεισο, τη γλυκύτητα της θείας αγάπης. Έτσι μετά την έξωσή του από τον παράδεισο για το αμάρτημά του, εγκαταλειμμένος από την αγάπη του Θεού, θλιβόταν πικρά και οδυρόταν με βαθείς στεναγμούς... «ελύπησα τον ηγαπημένον μου Θεόν». Έτσι συνεχίζει ο Αδάμ στο πρόσωπο του κάθε πιστού να προστρέχει στον νέο Αδάμ και να δέεται λέγοντας: «αλλ' ως αυσπλαγχνός μοις δος παραπτωμάτων άφεσιν».

«Μετανοίας ο καιρός... », ακριβώς ο σκοπός του Μεγάλου Κανόνος είναι να ξεσκεπάσει την αμαρτία και να μας οδηγήσει στη μετάνοια. Είναι ένα εγερτήριο σάλπισμα: «Δεύρο τάλαινα ψυχή, συν τη σαρκί σου, τω πάντων κτίστη, εξομολογού και απόσχου λοιπόν, της πριν αλογίας και προσέγαγε Θεώ εν μετανοία δάκρυα». Άλλωστε όλη η Μεγάλη Τεσσαρακοστή χαρακτηρίζεται ως στάδιον αρετών που ανοίγει. Είναι ο κατάλληλος καιρός και των πνευματικών αγώνων η αρχή.
Για να καταλάβουμε σωστά τον Μεγάλο Κανόνα θα πρέπει να γνωρίζουμε την Αγία Γραφή και τα πρόσωπα που αναφέρονται. Είναι επιτακτική ανάγκη να μάθει ο άνθρωπος την ιστορία του, όπως αυτή αποκαλύπτεται μέσα από τα θεόπνευστα αυτά κείμενα. Αφετηρία μας ο Αδάμ, κατάληξη και τέρμα ο νέος Αδάμ, Ο Χριστός.
Ο Αδάμ έχασε τον επίγειο παράδεισο και τον αναζητούσε με θρήνους: «παράδεισέ μου, παράδεισε, θαυμαστέ μου παράδεισε, και ο Κύριος με την αγάπη Του στον Σταυρό, του χάρισε άλλο παράδεισο, καλύτερο από εκείνο που έχασε, στους ουρανούς όπου είναι το άκτιστος φως της Αγίας Τριάδος» (Άγιος Σιλουανός).

«Τρόπους, Ιησού, κατανύξεως δίδου.
Άδουσι νυνί Κανόνα σοι τον Μέγαν»

Του Αρχιμανδρίτη Τύχονος Ανδρέου
Από το περιοδικό «Παράκληση» της Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού, Κύπρος
Μεταφέρθηκε στο διαδίκτυο από 
 

Τρίτη, Μαρτίου 27, 2012

Προτεσταντική ηθική καί σκουριασμένες μηχανές...


του Πρωτ. π. Θωμά Βαμβίνη

Στό προηγούμενο φύλλο τής Παρέμβασης αναφερθήκαμε στήν άποψη τού Στέλιου Ράμφου, (αδιανόητη γιά έναν πού γνωρίζει στοιχειωδώς τήν ζωή τής Εκκλησίας), ότι γιά τήν πολιτική καί οικονομική κρίση πού μαστίζει τήν χώρα μας φταίει η μύηση τού ορθοδόξου λαού μας στό πνεύμα τής Θ. Λειτουργίας, στήν βίωση, δηλαδή, τών γεγονότων τής ζωής τού Χριστού, μέσω τών εορτών καί τού μυστηρίου τής Θ. Λειτουργίας. Τήν άποψη αυτή τήν βρήκαμε διατυπωμένη σέ άρθρο του πού δημοσιεύτηκε στό πρωτοχρονιάτικο φύλλο τής εφημερίδας Τό Βήμα.
Διαπιστώσαμε όμως (από σχετική αρθρογραφία τής εφημερίδας Καθημερινή, 19.2.2012), ότι η άποψη αυτή δέν είναι πρωτότυπη γιά τήν ευρωπαϊκή διανόηση. Είναι μιά προσαρμογή στά ορθόδοξα ελληνικά δεδομένα απόψεων, πού γέννησε η θεωρία τού Μάξ Βέμπερ γιά τήν σχέση τού πνεύματος τού Καπιταλισμού μέ τήν ηθική τού καλβινιστικού Προτεσταντισμού. Σέ αυτήν τήν προσαρμογή, βέβαια, παίζουν καθοριστικό ρόλο οι θεολογικές καί οικονομολογικές προϋποθέσεις πού έχει αυτός πού τήν επιχειρεί. Πάντως, μέ σημείο αναφοράς τόν Μάξ Βέμπερ, πολλοί μιλούν πλέον στήν Δύση γιά τήν αιτιώδη σχέση θρησκείας καί οικονομίας, είτε συμφωνούν μαζί του, είτε διαφοροποιούνται από αυτόν.
Ο ευρωπαϊκός Νότος κυριαρχείται από τόν Παπισμό καί τήν Ορθοδοξία. Αυτό τό γεγονός δίνει αφορμές γιά «θεολογικές» ερμηνείες τής οικονομικής κατάστασης, στήν οποία έχουν περιέλθει οι μεσογειακές χώρες τής Ευρώπης, αφήνοντας στήν άκρη, ως κάτι λογικό καί αυτονόητο, τήν απληστία τών διεθνών τοκογλύφων, πού εκμεταλλεύονται τήν ανεπάρκεια ή τήν ιδιοτέλεια τών ηγετών τών χωρών αυτών. Φτάνουν μάλιστα ορισμένοι στό συμπέρασμα ότι γιά τήν οικονομική κατάσταση τών χωρών αυτών «ευθύνεται η μάλλον “χαλαρή” προσέγγιση τού καθολικού καί τού ορθόδοξου δόγματος στήν ανθρώπινη αδυναμία», κάτι πού δέν υπάρχει στόν Προτεσταντισμό, στόν οποίο «ποτέ δέν μπορείς νά είσαι σίγουρος, ούτε υπάρχει τρόπος νά διασφαλίσεις τή συγχώρεση τών αμαρτιών σου» (Economist). Γιά τήν μή προτεσταντική αντιμετώπιση τής ανθρώπινης αδυναμίας θυμίζουν μάλιστα τόν Κατηχητικό Λόγο τού ιερού Χρυσοστόμου, πού λέει: «φιλότιμος γάρ ών ο Δεσπότης, δέχεται τόν έσχατον καθάπερ καί τόν πρώτον αναπαύει τόν τής ενδεκάτης ως τόν εργασάμενον από τής πρώτης». Παρουσιάζουν, έτσι, τούς Προτεστάντες ως άσχετους μέ τό πνεύμα τής «φιλοτιμίας τού Δεσπότου», πού καταργεί τήν σχέση τών ωρών εργασίας μέ τό ύψος τού μισθού. Δείχνουν, όμως, νά μή καταλαβαίνουν σέ ποιά εργασία αναφέρεται ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος καί δέν γνωρίζουν, επίσης, καί τό πραγματικό θεολογικό υπόβαθρο τής «προτεσταντικής νοικοκυροσύνης», πού δημιουργεί ισχυρές οικονομίες. Προφανώς ο ιερός Χρυσόστομος δέν υποθάλπει τήν ραθυμία, γι’ αυτό δέν μπορεί νά συνδεθή η επιείκεια καί η άφεση τών αμαρτιών μέ τήν οικονομική υστέρηση. Βέβαια, η θεολογία καί η ηθική τού Προτεσταντισμού ευνοεί τήν δημιουργία πλούτου. Ο Προτεστάντης πρέπει συνεχώς νά εργάζεται γιά νά επιβεβαιώνεται ότι ανήκει στούς εκλεκτούς τού Θεού, τούς προορισμένους από καταβολής κόσμου γιά τήν σωτηρία. Η αιρετική διδασκαλία τού απολύτου προορισμού εξωθεί τούς Προτεστάντες στήν ιεροποίηση τής εργασίας καί στήν συλλογή πλούτου, ο οποίος θεωρούμενος ως ευλογία τού Θεού, αποτελεί επιβεβαίωση τής σωτηρίας. Ο αρθρογράφος, μάλιστα, Kevin Myers, σέ ιρλανδική εφημερίδα, γράφει: «Στήν προτεσταντική ηθική, άν δέν δουλέψεις, σού αξίζει νά πεινάσεις». Γι’ αυτό συμπεραίνει ότι γιά τήν οικονομική δυσπραγία τής Ιρλανδίας: «Φταίει πού δέν είμαστε προτεστάντες».
Μέσα στόν πυρετό τής κρίσεως πού βρισκόμαστε αυτή η φράση τού Kevin Myers μπορεί νά θεωρηθή ως μιά προκλητική προτεσταντική προπαγάνδα, καί εφόσον αναπαράγεται σέ Ελληνικό έντυπο, ως μιά φοβερή διαβολή γιά τήν Ορθόδοξη πίστη καί Εκκλησία. Όπως ήδη σημειώσαμε, είναι μάλλον γεγονός ότι τό πνεύμα τού Καπιταλισμού συνδέεται στενά μέ τήν ιδιότυπη ασκητική τού Προτεσταντισμού. (Σέ όσους θέλουν νά ενημερωθούν γι’ αυτήν τήν άποψη τούς παραπέμπουμε στό βιβλίο τού Μητροπολίτου μας: Γέννημα καί θρέμμα Ρωμηοί καί στό κεφάλαιο: Ο Καπιταλισμός ως γέννημα τής δυτικής μεταφυσικής, κατά τόν Max Weber). Γιά νά θεωρήση, όμως, κανείς ότι τά παραπάνω είναι πρός έπαινο τού Προτεσταντισμού, πρέπει νά έχη πειστή ότι ο Καπιταλισμός, πού εν αμαρτίαις καταρρέει, είναι τό δικαιότερο καί «αγιώτερο» οικονομικό σύστημα. Η «διεθνής τοκογλυφία» όμως δέν βοηθά σέ μιά τέτοια θεώρηση.
Στό άρθρο τής Καθημερινής πού αναφερόμαστε, τό οποίο έχει τίτλο: Θρησκεία καί οικονομία καί χαρακτηριστικό υπότιτλο: Έγιναν πλούσιοι διαβάζοντας τήν Βίβλο... (τά αποσιωπητικά δείχνουν τήν ειρωνεία τού αρθρογράφου), καταγράφονται καί οι αντιρρήσεις πού έχουν διατυπωθή γιά τήν σχέση τού Προτεσταντισμού μέ τήν ανάπτυξη ή γενικότερα τήν σχέση τής θρησκείας μέ τήν οικονομία. Παρά ταύτα στήν συνέχεια θά παραθέσουμε τρία χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τόν βίο τού οσίου Αρσενίου τού Καππαδόκου, όπως τόν κατέγραψε ο Γέροντας Παΐσιος, καί θά δείξουμε τήν Ορθόδοξη οπτική τών πραγμάτων. Τό πώς, δηλαδή, στήν ζωή καί τήν ποιμαντική τών Ορθοδόξων Αγίων η επιείκεια συνυπάρχει μέ τήν αυστηρότητα, καί τό πώς η Ορθόδοξη εκκλησιαστική άσκηση είναι ασυμβίβαστη μέ τήν ραθυμία, πού δημιουργεί τήν οικονομική υστέρηση, τήν ανέχεια, χωρίς όμως νά ειδωλοποιήται ο πλούτος.
Πρώτα νά δούμε ένα ιδιότυπο «τραπεζικό σύστημα» ή «φιλόπτωχο ταμείο», τό οποίο φυσικά είναι αδιανόητο γιά τίς κοινωνίες πού δέν τίς συνδέει η ζωντανή πίστη στόν Χριστό καί η ανιδιοτελής αγάπη πρός τόν πλησίον. Γράφει ο Γέροντας Παΐσιος: «Στήν Εκκλησία [τών Φαράσων, όπου ιερουργούσε ο όσιος Αρσένιος] ήταν μιά καμάρα, στήν οποία άφηναν μερικοί προαιρετικώς χρήματα γιά τούς φτωχούς καί οι φτωχοί μόνοι τους πήγαιναν καί έπαιρναν όσα είχαν ανάγκη. Περισσότερα φοβόνταν νά πάρουν, γιά νά μήν τούς τιμωρήση ο Θεός».
Δέν υπήρχαν κεφάλαια πού τοκίζονταν, ούτε δάνεια μέ δυσβάστακτους τόκους. Στήν αναρχία αυτού τού «φιλόπτωχου τραπεζικού συστήματος» έβαζε τάξη ο φόβος τού Θεού.
Βέβαια, η μέριμνα γιά τούς φτωχούς δέν αμνήστευε τήν ραθυμία καί τήν άσωτη ζωή. Ο όσιος Αρσένιος ήταν αυστηρός στούς τεμπέληδες. Γράφεται στόν βίο του: «Όλοι οι Φαρασιώτες, καί από τά γύρω χωριά ακόμη, τόν Χατζεφεντή (τόν όσιο Αρσένιο) τόν λάτρευαν, εκτός από μερικούς μέθυσους καί τεμπέληδες, διότι δέν ήθελε νά βλέπη υγιή νά κάθεται».
Είναι χαρακτηριστικό τό ακόλουθο γεγονός, όπως έχει καταγραφή από τόν Γέροντα Παΐσιο: «Τά πρόσφορα τής Εκκλησίας τά έστελνε (ο όσιος Αρσένιος) κρυφά τήν νύχτα σέ δυστυχισμένες οικογένειες μέ τόν ψάλτη του Πρόδρομο. Σέ τεμπέλη ποτέ δέν έδινε. Μία ημέρα πήγε ένας τεμπέλης καί μέθυσος στόν Πατέρα Αρσένιο καί τού ζήτησε πρόσφορα. Ο Πατήρ ήταν στό κελλί του καί τού δίνει ένα πέτουρο κριθαρένιο καί τού λέγει:
Εγώ από αυτά τρώγω.
Ο τεμπέλης δέν τό δέχθηκε, αλλά επέμενε γιά πρόσφορο. Τότε τού είπε ο Πατήρ αυστηρά:
Δέν τρέπεσαι, σαράντα πέντε ετών παλληκάρι κατάγερο, νά κάθεσαι όλη μέρα καί νά σκέφτεσαι διαβολιές καί νά μεθάς καί νά ζητιανεύης;
Είπε μετά στόν ψάλτη Πρόδρομο:
Πήγαινε στήν Εκκλησία, πάρε τρία-τέσσερα πρόσφορα καί πήγαινε στό ποτάμι, καί εάν έρθη εκεί ο τεμπέλης, τότε νά τού τά δώσης.
Είπε καί στόν τεμπέλη, γιά νά βάλη μπρός τήν σκουριασμένη μηχανή του:
Πήγαινε στό ποτάμι, νά τά πάρης εκεί καί νά πιάσης καί ψάρια πού έχει άφθονα.
Δυστυχώς ο τεμπέλης βαρέθηκε νά πάη...».
Τό πολύ απλό αυτό περιστατικό επιδέχεται πολλαπλή ανάλυση. Θά επισημάνουμε τηλεγραφικά τρία σημεία μέ πνευματικό καί οικονομικό ενδιαφέρον. Πρώτον, η δυστυχία δέν είναι πάντοτε αποτέλεσμα τεμπελιάς. Γι’ αυτό ο όσιος Αρσένιος έστελνε πρόσφορα «σέ δυστυχισμένες οικογένειες... Σέ τεμπέλη, [όμως] ποτέ δέν έδινε». Δεύτερον, η υγεία πρέπει νά συνδέεται μέ τήν απαραίτητη εργασία, αλλιώς ο άνθρωπος «σκουριάζει» καί φτάνει στό νά σκέφτεται «διαβολιές», νά μεθά καί τελικά νά ζητιανεύη. Καί τρίτον, ο υγιής πνευματικά άνθρωπος ξέρει νά λαμβάνη μέ τήν εργασία του από τήν κτίση όλα τά υλικά δώρα πού τού δίνει ο Θεός. Αυτό ήθελε νά υποδείξη ο όσιος Αρσένιος στόν τεμπέλη, όταν τού είπε: «Πήγαινε στό ποτάμι, νά τά πάρης εκεί [τά πρόσφορα] καί νά πιάσης καί ψάρια πού έχει άφθονα».
Τά δώρα τού Θεού απαιτούν εργασία γιά νά τά λάβουμε. Καί επειδή τό φιλόπονο πνεύμα διαποτίζει όλη τήν παράδοση τής Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία στήν αυθεντικότητά της είναι ασκητική, οι αιτίες τών οικονομικών μας προβλημάτων πρέπει νά αναζητηθούν αλλού: στήν άκαμπτη προτεσταντική ηθική τής διεθνούς κεφαλαιοκρατίας καί στίς «σκουριασμένες μηχανές» ηγετών καί τής κρατικής μας διοίκησης.

parembasis

Η ευχή του Οσίου Εφραίμ του Σύρου




Kύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργείας, φιλαρχίας και αργολογίας μη μοι δως
          
 Μια από τις ωραιότερες ευχές που υπάρχουν στην εκκλησιαστική υμνολογία μας, μια ευχή εκφράζουσα την εν Χριστώ άσκηση και εσωτέρα κάθαρση, είναι αυτή, η ευχή του Οσίου Εφραίμ του Σύρου, την οποία χρησιμοποιούμε νυχθημερόν κατά την περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής.   Μια σύντομη ευχή η οποία αναφέρεται στον ατέρμονα αγώνα του Χριστιανού να αποβάλλει τα πάθη του και να ενδυθεί τις αρετές του Κυρίου.  Κατέχει δε σημαντικότατη  θέση στην καθόλου λατρεία της νηστησίμου περιόδου, διότι απαριθμεί με ένα μοναδικό τρόπο όλα τα αρνητικά και θετικά στοιχεία της μετάνοιας και αποτελεί ένα κανόνα ελέγχου, έναν προσωπικό έλεγχο των θετικών και αρνητικών στοιχείων, ώστε αυτός να μας οδηγήσει στην απελευθέρωση από τα πάθη μας, και στην ενσωμάτωσή μας με τον Χριστό, διότι εκεί και μόνο υπάρχει η ουσιαστική ελευθερία.    
          Εκφωνούντες στο προοίμιο της ευχής το «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου», αυθωρεί αναγνωρίζουμε ότι Αυτός είναι ο Κύριος και Θεός μας, ο στοργικός και εύσπλαχνος Πατέρας μας, που εάν θέλουμε να αποκαλούμαστε γνήσιοι και αυθεντικοί υιοί του, πρέπει να απελευθερωθούμε από τα πάθη, να Τον ενδυθούμε, ζώντες σύμφωνα με το άγιο θέλημά Του. 
          Το αρχικό πάθος, που αναφέρει  εδώ ο Όσιος Εφραίμ, είναι το πάθος της αργίας, δηλαδή η ψυχόλεθρη οκνηρία και παθητικότητα ολόκληρης της υπάρξεώς μας. Αργία είναι, με άλλες λέξεις, η απραξία, η έλλειψη διαθέσεως για εργασία, μια κατάσταση ράθυμη. Ο Κύριος εργάζεται αδιαλείπτως, μας αναφέρει Ιωάννης ο Ευαγγελιστής : «Ο Πατήρ μου έως άρτι εργάζεται καγώ εργάζομαι». Και τούτο γιατί ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο και εξακολουθεί να συνεχίζει το δημιουργικό του έργο, αφού μετά την δημιουργία δεν εγκατέλειψε τον κόσμο, αλλά εξακολουθεί να τον φροντίζει, να τον συντηρεί και μάλιστα να τον διακυβερνά στο τελικό του προορισμό. Έτσι η εργασία κατανοείται ως συμμετοχή του ανθρώπου στο δημιουργικό έργο του Θεού, και γίνεται, τρόπον τινά, ο άνθρωπος συν-δημιουργός του Θεού και συνδοξάζεται.  
          Στενά συνδεδεμένο με το πάθος της αργίας είναι και το πάθος της περιεργείας. Η περιέργεια φανερώνει την έλλειψη επίγνωσης και μετάνοιας καθώς και νοσηρή πνευματική κατάσταση. Απομονώνει τον άνθρωπο, τον καθιστά αντιπαθή μεταξύ των συνανθρώπων του και κολάζει επί πλέον την ψυχή του. Με άλλα λόγια η περιέργεια ως πάθος υπερβαίνεται μόνο στον βαθμό που ο άνθρωπος βρίσκει το κρυμμένο κέντρο της υπάρξεώς του, αυτό που ο Απόστολος ονομάζει «καρδίαν», η οποία όμως σύμφωνα με τον ψαλμωδόν πρέπει να είναι «συντετριμμένη και τεταπεινωμένη».  
          Φιλαρχία, είναι η αγάπη για την εξουσία, την πρωτοκαθεδρία, την αρχηγία. Εκφράζεται ως τάση επιβολής επί των άλλων και είναι αποτέλεσμα εγωισμού και ελλείψεως αυτογνωσίας. Η φιλαρχία αποκαλύπτει την κενότητα στην ψυχή μας, τον πνευματικό μαρασμό του ανθρώπου, την κατάσταση του σκοτασμού της ψυχής του, άρα και την τραγικότητα της υπάρξεώς του. Ο φίλαρχος, μη έχοντας εσωτερική πληρότητα αναζητεί να γεμίσει  το κενό της ψυχής του δια της επιβολής του επί των άλλων, δια της ικανοποιήσεως των φιλοδοξιών του. Αγνοεί την Ευαγγελική ρήση  «οι πρώτοι έσονται έσχατοι και οι έσχατοι πρώτοι». Φιλαρχία όμως, και πρωτιά, μπορούν να συνυπάρξουν μέσα στον Χριστιανισμό. Πώς ; όταν αυτή η πρωτιά είναι διακονία αγάπης και θυσίας χάρη του συνανθρώπου. « Εί τις θέλει πρώτος είναι, έσται πάντων έσχατος και πάντων διάκονος».
          Τελευταίος κρίκος του πλέγματος των παθών που αναφέρει ο Όσιος Εφραίμ, είναι η αργολογία. Η αργολογία είναι καθέδρα της κενοδοξίας λέγει ο Άγιος Ιωάννης της κλίμακος. Καθισμένη επάνω της η κενοδοξία προβάλλει και διαφημίζει τον εαυτό της. Η πολυλογία είναι σημάδι αγνωσίας, θύρα της καταλαλιάς, οδηγός στα ευτράπελα, πρόξενος της ψευδολογίας, σκορπισμός της κατανύξεως, είναι αυτή που προσκαλεί και δημιουργεί την ακηδία. Ο Πέτρος επειδή μίλησε « έκλαυσε πικρώς», ελησμόνησε το στόμα του ψαλμωδού, που είπε : « Είπα, φυλάξω τας οδούς μου, του μη αμαρτάνειν με εν γλώσση μου» (ψαλμ. Λη΄,2). Η σιωπή ακόμη του Ιησού, δημιούργησε στον Πιλάτο σεβασμό. Η σιωπή είναι «μήτηρ της προσευχής, κλεις του παραδείσου χρύσειος». Ο άνθρωπος δια της σιωπής καλλιεργεί την ψυχή του, αυξάνει τις αρετές, οδηγείται στην επίγνωση και στην μετάνοια. Κατά τους νηπτικούς πατέρες τούτο είναι αποτέλεσμα συνεργασίας της χάριτος του Θεού και της επιπόνου εργασίας του νου του ανθρώπου δια της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού, «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού, ελέησόν με», της μικρής αυτής και σύντομης ευχής, αλλά μεγάλης σε νόημα, δια της οποίας νικούμε τα πάθη και αποσοβούμε τα πυρφόρα βέλη του παγκάκιστου διαβόλου, καλλιεργούμε δε και αυξάνουμε τις αρετές. Με βάση τα παραπάνω κατανοούμε ότι υπερβαίνεται εύκολα το δίλημμα που θέτουν αρκετοί Χριστιανοί, να μιλάει κανείς ή να σιωπά ; Εφόσον όμως, η σιωπή είναι χρυσός, καλύτερα κανείς με την σιωπή του να μιλά, και η ομιλία του να είναι καρπός σιωπής.
          Ο Όσιος Πατήρ, αναφέρεται στη συνέχεια στις αρετές της σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης.

ολόκληρο εδώ