Πέμπτη, Μαΐου 19, 2016

Κάτι από τους ληστές του Κόντογλου...

Από το ΠΩΣ ΠΕΘΑΝΕ Ο ΛΗΣΤΗΣ ΙΓΝΑΤΙΟΣ ΦΟΒΟΣ του Κόντογλου:


...Ο δεσμοφύλακας, δίχως να δώσει σημασία σ΄ αυτές τις φασαρίες, ορδινάρισε να ξεκινήσουν.
Σε λίγο φάνηκε κ΄ ένας παπάς και κόλλησε δίπλα στον Ιγνάτιο, για να τον ξαγορέψει στις τελευταίες στιγμές του. Κράταγε ένα χρυσό σταυρό κ΄ έλεγε, έλεγε:
«Τέκνον μου, είσαι ευτυχισμένος άνθρωπος, επειδή, χάρη στη συχώρεση που θα σου δώσω, είναι σίγουρο πως θα δειπνήσεις μέσα στην αγκαλιά του Αβραάμ!»
«Ευχαριστώ, γέροντα», του είπε γλυκά-γλυκά ο Ιγνάτιος. «Εγώ όμως δεν είμαι εγωιστής· και, επειδή, μαθές, είσαι έτσι σίγουρος για την καλή τύχη που με προσμένει, πάρε τη θέση μου… Και, να σου πω κιόλας; Σου τη δίνω με την καρδιά μου!»
«Μα αυτό δε γίνεται, παιδί μου! Μάχαιραν έδωσες, μάχαιραν θα λάβεις! Έτσι λέει το Βαγγέλιο και αυτό ζητάει η κοινωνία!»
«Η κοινωνία δεν ξέρει τι της γίνεται, είναι κουτή!»
«Είναι δίκαια!»
«Είναι για το διάολο!»
«Κάνει σωστά!»
«Είναι παλαβή, σου λέω!»
«Δίνει το καλό παράδειγμα!»
«Δεν ξέρει τι Θεό λατρεύει!» φώναξε θυμωμένος ο Ιγνάτιος. «Επειδή, αποκρίσου μου, παρακαλώ. Ένας άνθρωπος κλέβει ένα άλογο. Τι είναι;»
«Κλέφτης!»
«Καλά!. Έρχεται ένας άλλος και το κλέβει κι αυτουνού. Τι είναι αυτός ο άλλος;»
«Κλέφτης κι αυτός!»
«Περίφημα, παπούλη μου! Σύμφωνος! Τώρα, λοιπόν, πώς τον λέτε κείνον που σκότωσε;»
«Φονιά!»
«Ακόμα πιο λαμπρά! Και κείνους που σκοτώνουν αυτόν τον φονιά, πώς του λέτε, αι, παπαδάκι μου;»
Ο παπάς κοκκάλωσε. Έκανε πως έπεσε σε βαθειά συλλογή, κ΄ είπε:
«Στ΄ αλήθεια, δεν ξέρω τι μου ήρτε και χάνω τον καιρό μου μαζί σου. Καταδικάστηκες δίκια. Αυτό φτάνει. Είμαι βέβαιος πως είναι με τη γνώμη μου κι ο άγιος Αυγουστίνος που ΄χω στη βιβλιοθήκη μου!»
«Τι έχει να κάνει; Κι ο άγιος Αυγουστίνος ατός του ήθελε χάσει τα λόγια του, αν μου ΄λεγε πως είναι δίκιο να με σκοτώσουνε…»
Στο μεταξύ σίμωσαν στο μέρος που έπρεπε. Ο παπάς κι ο ληστής περπάταγαν δίχως μιλιά. Άξαφνα ο Ιγνάτιος έστρεψε κι είπε του παπά:
«Σε παρακαλώ να με συμπαθήσεις, γέροντα, για τις ανοησίες μου… Φαίνεται πως είχα άδικο… Είμαι ένας αγράμματος σκύλος, ένα σκουπίδι….»

 Γράφει στους "Μπουκανιέρους" του ο κυρ Φώτης , για κάτι κακούργους πειρατές και κουρσάρους , πού ζούσαν μεσα στις κλεψιές και τα αίματα: "Δεν ήταν κακοί άνθρωποι, μα κατατρεγμένοι και κακομαθημένοι". Αυτό είναι το μεγαλείο της ορθόδοξης ρωμαίικης καρδιάς βρε παιδάκι μου. Ούτε ιερά εξέταση, ούτε απόσπασμα και στον τοίχο, ούτε καν δαχτυλοδείξιμο. Σε αυτούς τους αθλίους της ζωής δεν καταλόγισε φυσική κακότητα, αλλά κακοπέραση και κακοσυνήθεια. Χωρίς να αμνηστεύει την πράξη σε κάνει και βλέπεις μέσα στην μαυρίλα του κόσμου, κρυφό το όποιο χρυσάφι. Τα ίδια γράφει και για κάποιους ορεινούς ληστές του παλιού καιρού, πού ζούσαν στην παρανομία, αλλά είχαν καρδιά μικρού παιδιού. Τέτοιος ο ληστής του σταυρού, τέτοιος ο ληστής πού διάβαζε τους Χαιρετισμούς και η ιστορία του γράφτηκε στο "Αμαρτωλών Σωτηρία", τέτοιος και ο αβάς Μωσής ο Αιθίοπας, πού από λήσταρχος έγινε άγγελος. Το "ειχαν" όλοι αυτοί από τα πρότερα.Απεταξάμεθα την δικανικού τυπου ηθικολογία. Αυτή πού βρίσκεται σε ενάρετους του βίου, με ψυχές πιό σάπιες από τον Άδη. Απο αυτή πού θέλει το σκληρό φάρμακο της κακοπέρασης για να γίνει ανθρωπιά και μετά , πολύ μετα Χριστός...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου