Τρίτη, Ιανουαρίου 09, 2018

Ποιός γύμνωσε τον άγιο Μαρκιανό...


Ο ΜΑΡΚΙΑΝΟΣ ήτο ιερεύς στην Κωνσταντινούπολη αγιώτατος άνθρωπος. Ανάμεσα στις άλλες αρετές πού τόν στόλιζαν υπερείχαν η άκτημοσύνη κι' ή ελεημοσύνη. Παράδοξος συνδυασμός!
Καθώς στεκόταν πολύ ψηλότερα άπό κάθε γήϊνο αγαθό, ό Μαρκιανός δέν απέκτησε ποτέ πράγμα δικό του, πού νά έχη κάποια άξια, ούτε δεύτερο ένδυμα. "Οταν οί γνωστοί του του χάριζαν κάτι, τό έδινε παρευθύς στον πρώτο φτωχό, πού θά συναντούσε στο δρόμο του.

Την Κυριακή που θα γίνονταν τα εγκαίνια της Εκκλησίας τής Αγίας Αναστασίας, πού ήτο ή ενορία του, έφυγε ξημερώματα άπό τή φτωχή καμαρούλα του νά έτοιμάση τό Άγιο Βήμα. Θά λειτουργούσε ό Πατριάρχης μέ άλλους Αρχιερείς. Θά πήγαινε κι'ό Αυτοκράτωρ μέ όλους τους άρχοντας του στά εγκαίνια.
Σάν έφτασε στην Αγία Αναστασία κι' ήτο έτοιμος ν' άνοιξη τήν εξώθυρα του μεγαλοπρεπέστατου ναοϋ, πού αυτός ό ϊδιος μέ τήν απαράμιλλη δραστηριότητα του είχε ανακαινίσει, τόν έπλησίασε ένας δυστυχισμένος άνθρωπος, γυμνός, μελανιασμένος άπό τό κρύο. Έδειχνε νά ύποφέρη πολύ. "Απλωσε διστακτικά τό χέρι νά του γυρέψη ελεημοσύνη. Ό Μαρκιανός έψαξε τίς τσέπες του. 'Αλλά, συνηθισμένο πράγμα σ' αυτόν, δέ βρήκε χρήματα. Έπρεπε όμως νά δώση κάτι σ' εκείνον τόν δυστυχή, καί μάλιστα χρήσιμο. Του ράγισε τήν καρδιά ή γύμνια του, τό τρεμούλιασμα του. Ό φιλάνθρωπος ίερεύς πήρε τήν άπόφασί του. Θά του έδινε τά ρούχα του. Δεύτερα δέν είχε, άλλ' αυτό δέν τόν πείραζε. Τώρα θά φοροϋσε τά ιερατικά του, άφού θά έπαιρνε μέρος στή Λειτουργία. Πήγε στό σκευοφυλάκιο, έφόρεσε τά άμφια του καί όλα του τά ροϋχα τά έδωσε στό φτωχό. Εκείνος έμεινε μέ τό στόμα ανοικτό μπροστά σέ τόση καλωσύνη.

Ήλθαν στό μεταξύ κι' οί άλλοι κληρικοί μέ τόν Πατριάρχη καί άρχισε ή Θ. Λειτουργία. Μά κάτι παράδοξο συνέβαινε εκείνη τήν ήμερα. Τά βλέμματα του εκκλησιάσματος, άπό του Αύτοκράτορος ώς του τελευταίου πιστού, είχαν καρφωθή πάνω στό Μαρκιανό. Τό ίδιο καί τών κληρικών, μέσα στό "Αγιο Βήμα. Δύο μάλιστα άπ' αυτούς είχαν αρχίσει νά σιγοψιθυρίζουν τίς επικρίσεις τους.
- Που βρήκε άραγε τή χρυσοΰφαντη στολή; Αυτός δέν είχε ποτέ του χρήματα. Έτσι τουλάχιστον φαίνεται.
- Δέ βαριέσαι.. Υποκρισίες. Κοίταξε, αδελφέ μου, καί με διαμάντια κεντημένη. Άϊ, αυτό αυτό πια καταντά σκάνδαλο.

Όταν στο τέλος της Θείας Λειτουργίας βγήκε με το Άγιο Ποτήριο νά κοινωνήση τόν κόσμο ό Μαρκιανός, ένας ψίθυρος θαυμασμού άκούστησε από τά χείλη όλων. Ή Εκκλησία άστραψε άπό τό φεγγοβόλημα των αμφίων του.
Ένας ανώτερος κληρικός πλησίασε τότε τόν Πατριάρχη με φανερή αγανάκτησι καί του είπε:
- Δεν πρέπει ή άγιωσύνη σου, Δέσποτα, νά παραλείψη να συστήση κάποια μετριότητα σ' αυτόν τόν άσημο κληρικό. Τέτοια στολή ταιριάζει μόνο στό βασιλέα.
Ό αγαθός γέρο - Πατριάρχης άρχισε νά στενοχωριέται μέ τίς διαμαρτυρίες του Ιερατείου του. Είχε φυσικά κι' ό ίδιος απορήσει μέ τήν πρωτοφανή πολυτέλεια των αμφίων πού φόρεσε - έτσι τουλάχιστον νόμιζε - γιά τήν πανηγύρι ό Μαρκιανός. Τόν γνώριζε όμως πολύ καλά γιά νά τόν χαράκτηρίση ματαιόδοξο. Ώς τόσο, αποφάσισε νά τοϋ κάνη λόγο γι' αυτό. Ευθύς λοιπόν μετά τήν απόλυσι καί προτού ακόμη βγάλουν καί οί δυό τά ιερατικά, φώναξε τόν Μαρκιανό στό σκευοφυλάκιο.

- Που βρήκες τή στολή αυτή, Μαρκιανέ; Τόν ρώτησε σε τόνο αυστηρό. Θά έλεγε κανείς, πώς πήρες τήν απόφασι να συναγωνιστής σέ πολυτέλεια τόν Αυτοκράτορα. Ό ιερεύς πρέπει νά είναι μέτριος στην έμφάνισί του, γιά νά μή σκανδαλίζη τό λαό καί μάλιστα τίς πτωχότερες τάξεις.
Ό Ιερεύς έρριξε πρώτα ένα φευγαλέο βλέμμα στά φτωχικά λινά του άμφια, τά μοναδικά πού είχε γιά νά ίερουργή. Έπειτα κοίταξε μέ απορία τόν Επίσκοπο του.
- Γιά ποια στολή ομιλεί ή άγιωσύνη σου, Δέσποτα; Αν πρόκεται γι' αυτήν πού φορώ, είναι ή ϊδια πού πήρα άπό τά χέρια σου, όταν πρίν άπό εικοσιπέντε χρόνια μέ χειροτόνησες Πρεσβύτερο.
Ό Πατριάρχης συνωφρυώθηκε. Αϊ, ήταν πάρα πολύ νά προσπαθή νά τόν ξεγελάση μπροστά στά μάτια του.
-Κι αυτή εδώ; του φώναξε, παίρνοντας στα χέρια του το φελόνι.
Τότε παρατήρησε, πώς κάτω άπό τ' άμφια του ό Μαρκιανός ήτο γυμνός κι' εκείνη ή πολύτιμη στολή πού είχε προκαλέσει τόσο θαυμασμό καί θόρυβο δέν ήταν άλλη άπο τή συνηθισμένη, πού τόσα χρόνια τώρα τόν έβλεπε νά λειτουργή.
- Ποιος σ' έγύμνωσε Μαρκιανέ; Ρώτησε έκπληκτος ό Πατριάρχης.
Ό άξιος λειτουργός του Υψίστου πήρε στά χέρια του τό Άγιο Ευαγγέλιο, πού μόλις πρό ολίγου είχε τοποθετήσει στή θήκη του καί τό έδειξε στον Αρχιερέα.
- Αυτό μ' εγύμνωσε, άγιε Δέσποτα.
Κατασυγκινημένος ό γέρο - Πατριάρχης έσφιξε στην αγκαλιά του τόν Μαρκιανό καί φιλώντας τον πατρικά του έλεγε:
- 'Ώ, άν όλοι οί ιερείς σ' εμιμούντο, τέκνον μου, δέ θα είχαμε ανάγκη εκκλησιαστικών ρητόρων. Θά εκήρυττε τό φωτεινό τους παράδειγμα.


από ιστολόγιο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΧΑΡΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου