Σάββατο, Οκτωβρίου 27, 2018

Κυριακή Ζ Λουκά: Η αιμορροούσα γυναίκα

«Την ώρα που ο Ιησούς βάδιζε προς το σπίτι, τα πλήθη τον περιέβαλαν ασφυκτικά. Κάποια γυναίκα, που υπέφερε από αιμορραγία δώδεκα χρόνια και είχε ξοδέψει όλη της την περιουσία στους γιατρούς, χωρίς κανένας να μπορέσει να την κάνει καλά» (Λουκ. η’ 42-43). Και πρόσεξε, πόσο πλήθος Τον ακολουθούσε, ώστε να Τον πιέζουν, γιατί ήταν στενοί οι δρόμοι. Μεταξύ αυτών, ήταν και μια γυναίκα που έπασχε από συνεχή ροή του αίματός της, η οποία ξόδεψε την περιουσία της στους γιατρούς, χωρίς να βρει καμμιά θεραπεία. Διότι το πάθημά της ήταν στις ανθρώπινες αντιλήψεις, αθεράπευτο. Απορρίπτοντας τα πάντα, κάνει μια συνετή σκέψη να τρέξει εσπευσμένα προς τον άμισθο γιατρό, φέρνοντας μάλλον ως μεγάλο μισθό την πίστη. Διότι έλεγε, όπως αναφέρει άλλος Ευαγγελιστής, ότι «και μόνο να αγγίξω τα ρούχα Του θα σωθώ» (Μτθ. θ’ 21, Μάρκ. ε’ 28). Αλλά για ποιο λόγο δεν προσέρχεται φανερά όπως η Χαναναία (Ματθ. ιε’ 22) και η συγκύπτουσα (Λουκ. ιγ’11); Αυτή ήταν επιφανής και γνωστή σε όλους και, στον νόμο, ήταν ακάθαρτη όποια είχε ροή αίματος, και δεν της επιτρεπόταν να αγγίζει κάποιο ιερό. Διότι λέει ο νόμος: «Αν μια γυναίκα έχει αιμορραγία για πολλές ημέρες, πέρα από τον χρόνο της περιόδου της, αυτή θα είναι ακάθαρτη όλον τον καιρό που τρέχει το αίμα και όποιος την αγγίξει θα είναι ακάθαρτος» (Λευ. ιε’ 25, 27). Επειδή, λοιπόν, φοβόταν να αγγίξει τα αμόλυντα πόδια του Χριστού και συγχρόνως θέλοντας να κρύψει αυτά που οι συνετές γυναίκες ντρέπονται να τα φανερώνουν, επινοεί να κλέψει τη σωτηρία.
«Πήγε πίσω από τον Ιησού, άγγιξε την άκρη στο ρούχο Του, και αμέσως σταμάτησε η αιμορραγία της» (Λουκ. η’ 14). Ω τι μεγάλο θαύμα! Ο Κύριος εμφανίζει ένα καινούργιο είδος θαυματουργίας, χωρίς να αγγίξει την άρρωστη, ούτε να θεραπεύσει την κακοπάθεια με λόγο, αλλά στην πίστη ανταπέδωσε το έλεος. Η γυναίκα ήρθε με πίστη και δεν αστόχησε στην ελπίδα της. Πόσο, αλήθεια, καλό είναι η πίστη, ώστε να έχει τη δύναμη να ετοιμάζει σ’ εμάς τη χάρη που δίνει ο Θεός. Το να έχουμε, όμως, αμφιβολίες είναι επιζήμιο. Διότι, αν ήταν ιερό το κράσπεδο του αμόλυντου χιτώνα και ιερότατο, επειδή εφαπτόταν στη σάρκα του Θεού, αλλ’ όμως η πίστη προκάλεσε τη χάρη. Διότι άγγιξαν και οι στρατιώτες τα ρούχα του Κυρίου κατά τον καιρό του πάθους, μοιράζοντάς τα με κλήρο, αλλά δεν έγινε ωφέλιμο αυτό το άγγιγμα. Ποιο αναλυτικά ο ιερός Μάρκος εξηγεί το γεγονός: «Αισθάνθηκε, λέει, στο σώμα της ότι θεραπεύθηκε από τη μάστιγμα της αρρώστιας» (Μαρκ. ε’ 29). Αυτό τι φανερώνει; Πως οι κακώσεις του σώματος, σαν κάποιες μάστιγες, έρχονται ως επί το πλείστον στις ψυχές που ατακτούν. Και ότι αυτά είναι αληθινά θα το δείξει ο λόγος δίχως κόπο. Στον θεραπευθέντα, λοιπόν, που ήταν στην πενταπλή στοά του Σολομώντα, έτσι είπε ο Χριστός: «Βλέπεις, έχεις γίνει καλά. Από εδώ και πέρα μην αμαρτάνεις, για να μην πάθεις τίποτε χειρότερο» (Ιω. ε’ 14). Και για όσους με ανεξέταστη συνείδηση δέχονται τη θεία μετάληψη, λέει ο Απόστολος, «γι’ αυτό έχετε μεταξύ σας πολλούς ελαφρά και βαριά αρρώστους, καθώς και αρκετούς θανάτους» (Α’ Κορ. ια’ 30).
«Τότε ο Ιησούς είπε: “Ποιος με άγγιξε“; Ενώ όλοι αρνούνταν, ο Πέτρος και όσοι ήταν μαζί του έλεγαν: «Διδάσκαλε, οι όχλοι έχουν στριμωχτεί κοντά Σου και Σε πιέζουν, και Εσύ λες ποιος με άγγιξε;» (Λουκ. η’ 45). Δεν ξέφυγε από Αυτόν που εξετάζει τις σκέψεις και τις επιθυμίες η επαινουμένη κλοπή της γυναίκας, ούτε, βέβαια, την καλύπτει με σιωπή. Πώς, όμως, θεραπεύοντας άλλους, τους έστελνε στο σπίτι τους προτρέποντάς τους να κρατούν μυστική τη θεραπεία και να μη μιλούν γι’ αυτήν, εδώ όμως, και φανερώνει το γεγονός; Πολύ ορθά το κάνει αυτό, διότι συγχρόνως δείχνει στη γυναίκα πως δεν του ξέφυγε το ότι της χορήγησε τη θεραπεία, και πάλι φανερώνει τα όσα ακολουθούν την ολόθερμη πίστη της. Αλλά πρόσεξε και το ότι οι μαθητές δεν είναι τέλειοι. Διότι ο Κύριος τους ρώτησε: Ποιος με πλησίασε και με άγγιξε με πίστη; Και αυτοί το τοποθέτησαν στο αισθητό άγγιγμα. Και τι σημαίνει το «ένιωσα να βγαίνει από εμένα δύναμη»;(Λουκ. η’ 46). Μήπως έγινε κάποια ελάττωση της δύναμής Του που διασκορπίστηκε στους θεραπευμένους; Άπαγε! Διότι, όπως ακριβώς από μια λαμπάδα, κι αν ακόμη ανάψεις μύριες άλλες, αυτή μένει και ολόκληρη και μεταφέρει σε όλες τη φλόγα, έτσι και η ασταμάτητη δύναμη του Θεού, χορηγώντας σε όλους τη χάρη των θεραπειών, παραμένει ολόκληρη. Και αν ακόμη θέλεις, όπως οι επιστήμες που μεταδίδονται στους διδασκομένους από τους διδασκάλους παραμένουν ολόκληρες, έτσι και η χάρη του Θεού μοιραζόμενη σε όσους τη δέχονται, δεν μειώνεται ούτε για το παραμικρό.
«Μόλις η γυναίκα είδε ότι δεν ξέφυγε την προσοχή Του, ήρθε τρέμοντας και έπεσε στα πόδια Του και μπροστά σε όλον τον κόσμο του είπε για ποια αιτία Τον άγγιξε και ότι είχε γιατρευθεί αμέσως» (Λουκ. η’ 47). Η γυναίκα, λοιπόν, λέει, δειλιάζοντας και τρέμοντας, μήπως δεν έγινε για καλό αυτή η κλοπή, πέφτει στα πόδια Του και ομολογεί το απόρρητο. Ο Κύριος, όμως, επαινεί την πίστη της και την ονομάζει θυγατέρα, αφού έγινε οικεία Του με την πίστη. Πόσο μακαρία, αλήθεια, η θαυμάσια αυτή γυναίκα, αφού και χωρίς κόπο απόλαυσε την υγεία και μπήκε στη συγγένεια του Θεού, αφού ονομάστηκε θυγατέρα του Ιησού.

Απόσπασμα από την "Ομιλία για τη θυγατέρα του Αρχισυναγώγου και για την αιμορροούσα επισκόπου Θεοφάνους Κεραμέως".


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου