Κυριακή, Δεκεμβρίου 09, 2018

Η προφήτιδα Άννα,μητέρα του Σαμουήλ



Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα 

Η προφήτις Άννα, η μητέρα του προφήτου Σαμουήλ, είναι σημαντικό πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης, με φλογερή πίστη και απόλυτη εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού. Με την εκ βαθέων προσευχή της ήλκυσε το έλεος του Θεού και έλαβε το ζητούμενο, ήτοι την απόκτηση τέκνων. Επειδή ήταν στείρα και άτεκνη, ο σύζυγός της Ελκανά νυμφεύθηκε και άλλην σύζυγο, την Φενάνναν, από την οποία απέκτησε πέντε παιδιά. Η ατεκνία εθεωρείτο όνειδος την εποχή εκείνη. Επειδή ονειδιζόταν από την αντίζηλό της Φενάννα, ακόμη δε και από συγγενείς και φίλους, η Άννα ήταν λυπημένη. Όμως δεν απελπιζόταν, επειδή στήριξε την ελπίδα της στον Θεό και εύρισκε παρηγοριά στην προσευχή. Προσευχόταν με μεγάλη ένταση και βαθύ πόνο. Κάποτε, ενώ προσευχόταν στον Ναό, ο Ιερεύς Ηλεί την επέπληξε, επειδή την πέρασε για μεθυσμένη. Εκείνη αντέτεινε ότι δεν είναι μεθυσμένη, αλλά ανοίγει την καρδιά της στον Θεό.
Τελικά, εισηκούσθη η προσευχή της και ο Θεός της έδωσε όχι ένα και δύο, αλλά έξι τέκνα. Μετά τον Σαμουήλ, τον οποίο αφιέρωσε στον Θεό, γέννησε τρία αγόρια και δύο κορίτσια και έτσι η στείρα έγινε πολύτεκνη. Μάλιστα, ξεπέρασε την Φενάννα, η οποία γέννησε πέντε παιδιά. Θέλοντας να δείξη την ευγνωμοσύνη της στον Θεό για τα δώρα της αγάπης Του, συνέγραψε ένα θαυμάσιο υμνολογικό κείμενο, το οποίο ονομάζεται ωδή της προφήτιδος Άννης και είναι η τρίτη κατά σειράν ωδή μεταξύ των εννέα ωδών των υμνολογικών Κανόνων. Πρόκειται για ευχαριστία και δοξολογία προς τον Κύριο, ο Οποίος “εστερέωσε την καρδίαν της”.

Η ωδή της προφήτιδος Άννης, όπως και η όλη βιοτή και πολιτεία της μας δίνουν την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα:

Πρώτον. Οι Άγιοι δοκιμάζουν στην ζωή τους πολλούς και μεγάλους πειρασμούς. Κάποιες φορές μάλιστα συνθλίβονται κυριολεκτικά από ορισμένα δυσάρεστα γεγονότα, αλλά δεν απογοητεύονται και δεν απελπίζονται επειδή έχουν εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού και γνωρίζουν ότι τίποτε δεν γίνεται χωρίς να το θέλη ή να το επιτρέπη ο Θεός. Δεν στρέφονται εναντίον εκείνων που τους προξενούν πόνο και θλίψη και έγιναν αιτία να βασανίζονται και να υποφέρουν, αλλά καταφεύγουν στον Θεό με την προσευχή και ζητούν δύναμη για να αντέξουν στον πειρασμό. Υπάρχουν περιπτώσεις που ο άνθρωπος κυριολεκτικά γονατίζει κάτω από το βάρος των δυσκολιών και των θλίψεων. Τότε ο μόνος τρόπος να νικήση την απελπισία είναι να πέση στην αγκαλιά του Χριστού με την προσευχή, όπως λέγει χαρακτηριστικά ο Γέροντας Πορφύριος, σαν το μικρό παιδί στην αγκαλιά της μητέρας του, και σίγουρα θα πάρη κουράγιο και δύναμη. Θα ζεσταθή η καρδιά του από την πραγματική αγάπη και θα αισθανθή αληθινή παρηγοριά. Η απελπισία είναι ίδιον εκείνων, οι οποίοι δεν γεύτηκαν την άκτιστη Χάρη του Θεού και δεν δοκίμασαν την γλυκύτητα της αγάπης Του και στηρίζουν την ελπίδα τους σε πρόσωπα και πράγματα και όχι στον Θεό.
Οι άνθρωποι αυτοί, δυστυχώς, δεν έχουν πού να στηριχθούν και από πού να αντλήσουν δύναμη για να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες και τις αναποδιές της ζωής και έτσι οδηγούνται σε αδιέξοδο και κάποιες φορές σε τραγικές πράξεις με δυσάρεστα αποτελέσματα για την ζωή τους και το αιώνιο μέλλον τους.

Δεύτερον. Η προφήτις Άννα ήταν άνθρωπος προσευχής. Προσευχόταν με τον νού και την καρδιά της και η προσευχή της δεν ήταν ένα τυπικό θρησκευτικό καθήκον, αλλά εσωτερική ορμή και προσωπική επικοινωνία με τον προσωπικό Θεό των πατέρων της. Είχε αγάπη, πόνο και ένταση, που είναι τα χαρακτηριστικά στοιχεία της αληθινής προσευχής. Ήταν μια κραυγή εκ βαθέων, εκ βάθους καρδίας ή μάλλον εκ βαθείας καρδίας, προς τον Θεό των γνώσεων, όπως Τον αποκαλεί, επειδή Αυτός γνωρίζει τα πάντα και τους πάντας και γινώσκεται από εκείνους που τον αγαπούν αληθινά.

Η προφήτις Άννα γνώριζε τον Θεό αληθινά. Δεν τον φανταζόταν ούτε τον γνώριζε απλώς από τις διηγήσεις άλλων ή από τα βιβλία, αλλά είχε εμπειρία του Θεού, αφού είχε δεχθή το Άγιον Πνεύμα, “τό λαλήσαν δια των Προφητών”. Όταν οι Απόστολοι έλαβαν το Άγιον Πνεύμα την ημέρα της Πεντηκοστής, όσοι τους έβλεπαν και τους άκουαν να ομιλούν, τους περνούσαν για μεθυσμένους. Και η προφήτις Άννα, όταν άνοιγε την καρδιά της στον Θεό, μέσα στον Ναό, πρέπει να ήταν “πλήρης Πνεύματος Αγίου”, και γι’ αυτό ο Ηλεί την πέρασε για μεθυσμένη.

Έλαβε από τον Θεό το χάρισμα της αδιάλειπτης νοεράς προσευχής, επειδή αγαπούσε την προσευχή. Γιατί η προσευχή είναι δώρο του Θεού και δίδεται σε αυτούς που προσεύχονται. Ο Θεός, είναι “ο διδούς ευχήν τω ευχομένω”, όπως ψάλλει στην ωδή της και γνωρίζει από την πείρα της.

Συνήθως ο κόσμος ονομάζει πνευματικούς ανθρώπους όσους ασχολούνται με τις τέχνες και τα γράμματα, τους λεγομένους διανοουμένους. Στην πραγματικότητα όμως άνθρωποι του πνεύματος είναι όσοι έχουν δεχθή την Χάρη του Αγίου Πνεύαμτος, δηλαδή οι Άγιοι. Η εσωτερική ζωή των πνευματικών ανθρώπων είναι κρυμμένη από τα μάτια των σαρκικών ανθρώπων, δηλαδή όλων εκείνων που δεν έχουν γευθή το Άγιον Πνεύμα. Γι’ αυτό και δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν τα λόγια και τα έργα των Αγίων και εκλαμβάνουν κάποιες ενέργειές τους ως έργα παραφρόνων ή μεθυσμένων.

Πράγματι, η αδιάλειπτη εκ βαθέων προσευχή και η μέθεξη του Αγίου Πνεύματος είναι μέθη, αλλά νηφάλια μέθη. Και η τρέλλα των Αγίων είναι λογική τρέλλα, η οποία θεραπεύει την δική μας άλογη τρέλλα. Πρόκειται για πνευματική ανδρεία και αληθινή λεβεντιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου