Αρχικά, η λέξη «Ορθοδοξία» είχε, σε σχέση με την Κυριακή αυτή, μια αρκετά περιορισμένη έννοια. Από την καθιέρωση της εορτής, το 842 μ.Χ., και μετά, σήμαινε την ήττα των εικονοκλαστών και τη διακήρυξη ότι η προσκύνηση των εικόνων ήταν καθόλα νόμιμη. Αργότερα, η έννοια διευρύνθηκε, περιλαμβάνοντας το σύνολο όλων των δογμάτων που ομολογούν οι Εκκλησίες που βρίσκονται σε κοινωνία με την Κωνσταντινούπολη. Αυτή την Κυριακή σε όλε τις εκκλησίες διαβαζόταν ένα επίσημο έγγραφο, το λεγόμενο Συνοδικόν, το οποίο αναθεμάτιζε ονομαστικά όλους τους αιρεσιάρχες. Φαίνεται ότι στην αρχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής η Βυζαντινή Εκκλησία ένιωθε ως ανάγκη και καθήκον να ομολογήσει την πίστη της. Στις ημέρες μας ίσως θα έπρεπε να εκδηλώνουμε μεγαλύτερη μέριμνα στο να εκφραζόμαστε με φιλανθρωπία για όλους εκείνους που σφάλλουν και να φωτίζουμε τη σκέψη τους ως προς το τι ανήκει στην αλήθεια και τι είναι εσφαλμένο. Ήταν πάντως καλό και χρήσιμο το γεγονός ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία επιβεβαίωσε με κάθε διαφάνεια τη δική της θέση. Οι «οικουμενικές» ανησυχίες, τις οποίες μοιράζεται σήμερα με άλλες Εκκλησίες, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να σημαίνουν εγκατάλειψη ή αποδυνάμωση των βασικών της πιστευμάτων. Εξάλλου, είναι ανάγκη κα καθαριστεί ο αγρός της Ορθοδοξίας από τα παράσιτα και να μη μολύνεται το επίθετο «ορθόδοξος» αποδιδόμενο εκεί όπου δεν υπάρχει τίποτε άλλο παρά πρόληψη και υπερβολή.
,
Τα κείμενα που διαβάζονται ή ψάλλονται στον Εσπερινό και τον Όρθρο της Κυριακής αυτής επιμένουν στην πραγματικότητα της Ενσάρκωσης. Πράγματι, η έλευση του Χριστού εν σαρκί συνιστά το θεμέλιο της προσκύνησης των εικόνων. Ο Σαρκωθείς Χριστός είναι η αρχέτυπη εικόνα, το πρωτότυπο όλων των εικόνων. Κάποιες φράσεις του Τριωδίου εκφράζουν ωραία τη βαθύτερη έννοια της τιμής που αποδίδουμε στις εικόνες:
«Ὑπέρτιμον κόσμησιν, ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, τῶν σεπτῶν ἀπείληφε καὶ ἁγίων εἰκόνων, τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, καὶ τῆς Θεομήτορος καὶ ἁγίων Πάντων, φαιδροτάτην ἀναστήλωσιν, δι᾿ ἧς φαιδρύνεται, καὶ καταγλαΐζεται χάριτι… καὶ ἀγαλλομένη δοξάζει τὸν φιλάνθρωπον Θεόν…»
Οι άγιοι υπήρξαν ζωντανές, αν και ατελείς, εικόνες του Θεού. Ήταν εξασθενημένα αντίγραφα της αληθινής θείας Εικόνας που είναι ο Χριστός. Κατά τη Θεία Λειτουργία της Κυριακής αυτής, στην επιστολή προς Εβραίους (11:24-26, 32-40), ακούμε τον θεόπνευστο συγγραφέα να περιγράφει τα παθήματα του Μωυσή και του Δαβίδ, των πατριαρχών και μαρτύρων του Ισραήλ, όλων εκείνων «ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος». Αυτοί λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, περιφέρονταν θλιβόμενοι, στερούμενοι και κακοπαθούντες, η πίστη τους όμως νίκησε τον κόσμο. Αυτοί υπήρξαν εικόνες εγγεγραμμένες όχι πάνω στο ξύλο, αλλά στη σάρκα. Προτύπωναν ήδη και ανήγγελλαν την οριστική Εικόνα, το Πρόσωπο του Σωτήρος.
Το Ευαγγέλιο της ημέρας (Ιω. 1:43-51) δεν έχει άμεση σχέση με τις εικόνες ή με την Ορθοδοξία. Βλέπουμε τον απόστολο Φίλιππο να οδηγεί στον Ιησού τον Ναθαναήλ, που και αυτός θα γίνει μαθητής. Ο Ιησούς λέει στον Ναθαναήλ: «Πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε». Ο Ναθαναήλ, συγκλονισμένος από την αποκάλυψη αυτή, ομολογεί: «Ραββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ». Ο Ιησούς απαντά ότι ο Ναθαναήλ θα δει πολύ πιο θαυμαστά από αυτά… «Μείζω τούτων ὄψει… ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου».
Τα λόγια αυτά προσφέρουν ευρύ πεδίο στη σκέψη μας. Δεν γνωρίζουμε τι έκανε ή τι σκεπτόταν ο Ναθαναήλ κάτω από τη συκιά. Ζούσε μια στιγμή πειρασμού, αμηχανίας ή χάριτος; Ή απλώς ξεκουραζόταν; Φαίνεται όμως λογικό ότι ο Ιησούς δεν θα αναφερόταν σ’ αυτό το επεισόδιο, αν η στιγμή εκείνη δεν ήταν αποφασιστικής σημασίας, σημείο καμπής στη ζωή τού Ναθαναήλ.
Στη ζωή του καθενός μας υπάρχει η στιγμή ή οι στιγμές που είμαστε «ὑπὸ τὴν συκήν»· στιγμές κρίσιμες, κατά τις οποίες ο Κύριος αοράτως παρακολουθεί και παρεμβαίνει. Αποδεχόμαστε ή απωθούμε την παρέμβασή Του; Ας θυμηθούμε τις στιγμές αυτές… Ας προσκυνήσουμε τις θείες παρεμβάσεις. Αλλά ας μη σταματήσουμε σ’ αυτές. Ας μη σταθούμε σ’ ένα όραμα του παρελθόντος. «Μείζω τούτων ὄψει…» Ας παραμένουμε έτοιμοι να δεχθούμε την καινούργια χάρη, την καινούργια έμπνευση. Διότι η ζωή του μαθητού, αν είναι αυθεντική, προχωρεί «ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν». Μπορούμε να δούμε τους ουρανούς να ανοίγουν και τους αγγέλους να ανεβαίνουν προς τον Σωτήρα ή να κατεβαίνουν προς εμάς. Πρόκειται για την πολύτιμη ένδειξη αυτής της οικειότητας με τους αγίους αγγέλους, η οποία θα έπρεπε να μας είναι κάτι το σύνηθες. Ο κόσμος των αγγέλων δεν μας είναι ούτε λιγότερο κοντινός ούτε λιγότερο προσφιλής από τον κόσμο των ανθρώπων.
Lev Gillet (ενός Μοναχού της Ανατολικής Εκκλησίας), Πασχαλινή κατάνυξη, 1η έκδοση, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα, 2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου