Δευτέρα, Οκτωβρίου 31, 2011

ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΑΙΔΙΑ του Πρεσβυτέρου Σεραφείμ Δημητρίου, Αρχιμανδρίτη



 
Ήθελα να φωνάξω εύγε - εύγε απευθυνόμενος σε εκείνα τα παιδιά που παρελαύνοντας στις 28 Οκτωβρίου, μπροστά από την «εξουσία» κρατική και εκκλησιαστική, απέστρεψαν το πρόσωπο τους σε άλλη κατεύθυνση. Ήταν σαν να μην ήθελαν να μολύνουν το βλέμμα τους. Έφυγαν τιμώντας την ημέρα και απαξιώνοντας εμάς, που είμαστε οι υπεύθυνοι του κακού μας του καιρού. Ναι, στο πρόσωπο του Δημάρχου, που με βλέμμα ανήσυχο σαν να περίμενε τα χειρότερα, στεκόταν στην άκρη του πεζοδρομίου, στα πρόσωπα των ατάκτως ισταμένων γύρω του λοιπών Δημοτικών αρχόντων, έδειξαν τα παιδιά μας, τα παιδιά την Ελλάδος απαξίωση και περιφρόνηση.
    
Τα είδα και ήθελα να τα επευφημήσω, αλλά σκέφθηκα πως θα ήταν πρόκληση, γιατί και στα πρόσωπα των κληρικών ίσως δεν μπόρεσαν ίσαμε τα τώρα να διακρίνουν τους διακόνους της αγάπης, αλλά να είδαν ένα ακόμα βαγόνι του συστήματος.
    
Θυμήθηκα τα λόγια προς τους νέους, του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου στην ενθρόνιση Του (9/5/1998). «Παιδιά μου, χρυσά της Ελλάδος παιδιά. Είσθε το καμάρι το Γένους, δαφνοστεφανωμένη απαντοχή μας. Όμως σας πονέσαμε πολύ με την υποκρισία μας και σας ευτελίσαμε μέσα σας την έννοια το χρέους. Σας χρεώνουμε τις παρεκτροπές σας, ενώ είμαστε οι ηθικοί αυτουργοί των. Σας στερήσαμε την αγάπη, σας αφήσαμε έρμαιους στα κύματα του κατακλυσμού της Βαβυλώνας. Σας αναγκάσαμε να ζείτε σ' ένα κόσμο απάνθρωπο, ανηλεή και ανοικτίρμονα. Σας υποδείξαμε να ακολουθήσετε δρόμους, πού εμείς δεν βαδίζαμε. Σας αφαιρέσαμε την πίστη και την ελπίδα. Γκρεμίσαμε από μέσα σας κάθε ιδανικό. Κι όμως λέμε ότι σας αγαπάμε. Σεις, με την οξύνοιά σας καταλάβατε την ασυνέπειά μας. Και μας εγκαταλείψατε. Δεν μας εμπιστεύεστε πια, δεν θέλετε να ζήσετε στον κόσμο πού εμείς σας ετοιμάσαμε. Και στραφήκατε στην αναζήτηση της χίμαιρας μέσ' απ' τα ναρκωτικά, στην επιβεβαίωση σας μέσ' από τη βία. Παιδιά μου, σήμερα αυτός πού σας ομιλεί, παίρνει πάνω του την ευθύνη για τις απέναντι σας αμαρτίες όλης της γενηάς του, και σας ζητά συγγνώμη. Θέλει όμως ταυτόχρονα να σας πει πώς καμιά αμαρτία δική μας και καμιά αστοχία δική σας δεν μπορεί να σας κλείσει το δρόμο προς την καταξίωση. Τα αδιέξοδα πλήθυναν. Τώρα η αδυσώπητη ανάγκη σας καλεί σε απόφαση. "Όταν αλύπητη βαρειά ξεσπά η ανάγκη και προστάζει, ανάξιος είναι όποιος διστάζει" (Κ. Παλαμάς). Υπάρχει ένας χώρος πού δεν θα σας προδώσει ποτέ. Είναι ο χώρος της Εκκλησίας. Ελάτε σ' αυτόν, ελάτε στην πίστη, ελάτε στο Χριστό. Θα βρείτε ό,τι έχετε χρόνια τώρα στερηθεί. Και μαζί την αληθινή ελευθερία, την αληθινή δικαιοσύνη, την αληθινή αλήθεια.»
    
Και όλη την υπόλοιπη μέρα μέχρι τα ξημερώματα της άλλης που γράφω τούτο το σημείωμα δεν έφυγε η θλίψη από την καρδία μου. Κάποιοι απαιτούσαν την απομάκρυνση της πολιτικής ηγεσίας από τις παρελάσεις. Κάπου το πέτυχαν. Ηράκλειο, να φύγουν όλοι εκτός τον Αρχιεπίσκοπο Ειρηναίο. Η παρέλαση στην Θεσσαλονίκη ματαιώθηκε. Ο ανώτατος άρχοντας αναρωτιόταν αν είναι προδότης; Οι πολιτικοί μιλούσαν για κατάλυση της τάξεως αποδοκιμαζόμενοι. Στην Σύρο και τον Πειραιά οι Μητροπολίτες Δωρόθεος και Σεραφείμ επευφημούνται από το πλήθος. Σε όλη την Ελλάδα το ίδιο σκηνικό. Την ημέρα του ΟΧΙ, ξανακουγόταν στεντόρεια ένα μυριόστομο ΟΧΙ στην όποια κατοχή της ευλογημένης πατρίδας μας.
    
Που πάμε; Τι θα κάνουμε; Τα ίδια αναρωτιόταν και ο Γεώργιος Βλάχος στην Καθημερινή της 4ης Νοεμβρίου του 1940 και απαντούσε. «Λοιπόν;... Θὰ συνεχίσωμεν τὴν συζήτησιν; Θὰ βάλωμεν κάτω ἕναν καφὲν καὶ θὰ σταθῶμεν γύρω ἀπὸ τὸ φλιτζάνι του οἱ ἀπόλεμοι, οἱ ἄχρηστοι, οἱ καφενόβιοι, διὰ νὰ τὰ ποῦμε, περὶ τοῦ ποιὸς θὰ νικήση καὶ ποιὸς θὰ ἐπικρατήση;... Πρὸς Θεοῦ! Θὰ νικήση ἡ Ἑλλάς! Ὅλους; ΟΛΟΥΣ! ΟΛΟΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ! Χωρὶς συλλογισμούς, χωρὶς συζητήσεις, χωρὶς κεφάλια τὰ ὁποῖα ἀργοκινοῦνται καὶ ἀμφιβάλλουν, χωρὶς μυαλό. Μυαλὸ δὲν χρειάζεται. Χρειάζεται ἐνθουσιασμὸς καὶ παραφροσύνη. Χρειάζεται θάρρος ἀλόγιστον καὶ καρδιά. Μὲ αὐτὸ τὸ ὑλικὸν ἔγινεν ὁ Ἀγὼν τοῦ Εἰκοσιένα. Μὲ αὐτὰ τὰ ὅπλα νικοῦν οἱ λαοί. Ἤρθατε νὰ πάρετε τὴν Ἤπειρον;... ΔΕΝ ΣΑΣ ΤΗΝ ΔΙΝΟΜΕ.Ἔχετε Στρατούς, ἔχετε Στόλους, ἔχετε ἀεροπλάνα, εἶσθε σαράντα πέντε ἑκατομμύρια καὶ εἴμαστε πέντε. ΔΕΝ ΣΑΣ ΤΗΝ ΔΙΝΟΜΕ. Θὰ μᾶς κάψετε. ΔΕΝ ΣΑΣ ΤΗΝ ΔΙΝΟΜΕ. Καὶ θὰ προχωρήσωμεν καὶ θὰ νικήσωμεν καὶ θὰ σᾶς πετάξωμεν εἰς τὴν θάλασσαν. Γίνεται;... Γίνεται, δὲν γίνεται, αὐτὸ πρέπει νὰ αἰσθάνεται καὶ νὰ βροντοφωνῆ ἡ καρδιά. ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΘΑ ΓΙΝΗ… Θάρρος λοιπόν! Ὅ,τι θέλομεν ἀληθινά, μὲ ὅλην μας τὴν δύναμιν, γίνεται. Ὅ,τι ἀποφασίσωμεν μὲ τὴν ψυχήν μας γίνεται. ΚΑΙ ΘΑ ΓΙΝΗ.»
    
Και τι έγινε; ΘΑΥΜΑ. Η διαταγή το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 από το Γενικό επιτελείο, ήταν υποχώρηση από την Ήπειρο και άμυνα χαμηλότερα στην Κεντρική Ελλάδα. Μα υπήρξε ανυπακοή από τους λεοντόκαδρους της Ηπείρου με αποτέλεσμα ΝΙΚΗ και απελευθέρωση της Κορυτσάς, της πρώτης πόλης που απελευθερώθηκε σε όλη την Ευρώπη. Ναι νικήσανε η πίστη στο Θεό και η αγάπη στην Ελλάδα. Περιμέναμε και τότε την βοήθεια από Δυσμάς που δεν έφτασε ποτέ. Όπως ακριβώς έγινε το 1453, το 1821 έτσι και το 1940. Σήμερα 2011 πάλι θα μας βοηθήσουν οι φίλοι μας από την Δύση. Μας κούρεψαν, μας σκλάβωσαν, μας κρατούν σε διάσταση. Λες να φοβούνται την ομόνοια μας και παίζουν με το μέλλον της Ελλάδας.
    
Ο Μ. Πέτρος, ο ιδρυτής της Ρωσικής αυτοκρατορίας, συντάσσοντας τη διαθήκη του προς το ρωσικό λαό, έγραφε το 1771. «Οι Έλληνες είναι ο μεγαλύτερος λαός που είδε πότε η υφήλιος. Σ’ αυτούς οφείλουμε τα πάντα. Αν δεν ήταν αυτοί, ο κόσμος ολόκληρος θα ήταν τυφλός. Δεν έχουμε το δικαίωμα να αφήνουμε σήμερα τους απογόνους του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Μ. Αλεξάνδρου, τους πρώτους των χριστιανών, στα νύχια της μαύρης δουλείας. Δεν μπορώ να βλέπω περισσότερο τα βάσανα των Ελλήνων. Καταραμένος να είναι εκείνος ο Ρώσος, ο οποίος θα αδικήσει ποτέ έναν Έλληνα». Αδέλφια Έλληνες πρέπει Να ορθοποδήσουμε. Μπορεί να γίνει;

Ναι θα γίνει. Και θα γίνει όταν γυρίσουμε στο Θεό και με λόγια σαν του Δαβίδ στον 69ο ψαλμό του πούμε: «Ο ΘΕΟΣ, εἰς τὴν βοήθειάν μου πρόσχες· Κύριε, εἰς τὸ βοηθῆσαί μοι σπεῦσον. αἰσχυνθήτωσαν καὶ ἐντραπήτωσαν οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχήν μου· ἀποστραφήτωσαν εἰς τὰ ὀπίσω καὶ καταισχυνθήτωσαν οἱ βουλόμενοί μου κακά· ἀποστραφήτωσαν παραυτίκα αἰσχυνόμενοι οἱ λέγοντές μοι· εὖγε εὖγε. ἀγαλλιάσθωσαν καὶ εὐφρανθήτωσαν ἐπὶ σοὶ πάντες οἱ ζητοῦντές σε, ὁ Θεός, καὶ λεγέτωσαν διαπαντός· μεγαλυνθήτω ὁ Κύριος, οἱ ἀγαπῶντες τὸ σωτήριόν σου. ἐγὼ δὲ πτωχός εἰμι καὶ πένης· ὁ Θεός, βοήθησόν μοι. βοηθός μου καὶ ρύστης μου εἶ σύ· Κύριε, μὴ χρονίσῃς.»


ΑΠΌ ΤΟ AMEN

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου