ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 28, 2019

Κυριακή Β΄ Λουκά: Η τελεία αγάπη


αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Όταν οι άνθρωποι έχουν παντοτινή επίγνωση της φιλανθρωπίας του Θεού προς αυτούς, θα είναι φιλάνθρωποι κι ο ένας προς τον άλλον. Δεν υπάρχει τίποτ’ άλλο που να κάνει τους ανθρώπους άσπλαχνους προς τους άλλους, όσο η πεποίθηση πως κανένας δε θέλει να δώσει και στους ίδιους. Κανένας; Και πού είναι ο Θεός τότε; Δε μας αποζημιώνει κάθε μέρα και κάθε νύχτα ο Θεός με την ευσπλαχνία Του, σε αντίθεση μ’ εμάς που είμαστε άσπλαχνοι; Δεν είναι πιο σπουδαίο για μας να μας ευεργετήσει ο Βασιλιάς στην αυλή Του με την ευσπλαχνία Του, αντί να μας ευεργετούν οι δούλοι Του; Τί μας ωφελεί αν μας ευεργετούν όλοι οι δούλοι Του, αλλά ο Βασιλιάς είναι συγκρατημένος απέναντι μας;
Οι άνθρωποι γίνονται ανελεήμονες όταν περιμένουν από τους άλλους να τους ελεήσουν, ενώ οι άλλοι περιμένουν το ίδιο απ’ αυτούς. Σ’ αυτήν την αμοιβαία αναμονή, στο να περιμένει δηλαδή ο ένας από τον άλλον να τον ελεήσει, όλοι οι άνθρωποι, σαν ένας γενικός κανόνας, γίνονται άσπλαχνοι κι ανελεήμονες. Η ελεημοσύνη όμως δεν είναι παθητική αρετή, αλλά ενεργητική. Πώς θα γνώριζαν οι άνθρωποι τη φιλανθρωπία, αν ο Θεός δεν την είχε πρώτος ασκήσει σ’ αυτούς; Η φιλανθρωπία του Θεού απαιτεί τη φιλανθρωπία των ανθρώπων. Αν ο Θεός δεν είχε πρώτος δείξει τη φιλανθρωπία Του, ο κόσμος δε θα ήξερε τι ήταν.
Εκείνος που κατανοεί πως η φιλανθρωπία είναι ενεργητική αρετή κι όχι παθητική, κι αρχίσει να την εφαρμόζει μ’ αυτόν τον τρόπο, σύντομα θα διαπιστώσει πως ο ουρανός κι η γη αποκαλύπτονται μπροστά του με νέα χρώματα. Σύντομα θα κατανοήσει τόσο του Θεού τη φιλανθρωπία όσο και του ανθρώπου.
Η φιλανθρωπία είναι όπως η θραύση πέτρας με πέτρα, που πάντα παράγει σπινθήρα. Αυτός που παράγει το σπινθήρα αυτόν κι ο άλλος που τον δέχεται, νιώθουν κι οι δυο τους την παρουσία του Θεού. Τη στιγμή εκείνη νιώθουν το χέρι του Θεού να θωπεύει τις καρδιές τους. Γι’ αυτό είπε ο Κύριος: «Μακάριοι οι ελεήμονες, ότι αυτοί ελεηθήσονται» (Ματθ. ε’ 7).
Η ευσπλαχνία είναι ανώτερη από τη συμπόνια, που οι ινδουιστές θεωρούν ως τη μεγαλύτερη αρετή. Ο άνθρωπος μπορεί να νιώσει συμπόνια για έναν επαίτη, αλλά και να τον προσπεράσει. Ο φιλάνθρωπος όμως θα νιώσει συμπάθεια για τον επαίτη και θα τον βοηθήσει. Το να δείξεις φιλανθρωπία στον επαίτη δεν είναι ούτε το πιο δύσκολο ούτε το ανώτερο πράγμα στο Νόμο του Χριστού. Μεγάλο πράγμα είναι να δείξεις αγάπη στους εχθρούς σου. Η ελεημοσύνη είναι ανώτερη από τη συχώρεση των προσβολών. Η συχώρεση των προσβολών είναι το πρώτο μισό του δρόμου προς το Θεό. Η τέλεση έργων αγάπης είναι το δεύτερο μισό.
Είναι απαραίτητο να το πούμε πως η αγάπη είναι ανώτερη από την κοσμική δικαιοσύνη; Αν δεν υπήρχε η αγάπη, όλοι οι άνθρωποι θα ήταν θύματα της κοσμικής νομικής δικαιοσύνης. Χωρίς αγάπη ο νόμος δεν μπορεί να περιφρουρήσει αυτό που ήδη υπάρχει. Η αγάπη όμως δημιουργεί καινούργια και μεγάλα έργα στον κόσμο. Ολόκληρο τον κόσμο τον δημιούργησε η αγάπη. Γι’ αυτό και είναι καλλίτερο στους ανθρώπους ν’ ασκούνται από τη παιδική τους ηλικία στη γνώση της γλυκύτητας που προσφέρει η αγάπη κι η φιλανθρωπία, παρά να μάθουν τη σκληρότητα του νόμου. Το νόμο τον μαθαίνει κανείς οποτεδήποτε. Όταν όμως η καρδιά σκληρυνθεί, είναι δύσκολο να ξαναγυρίσει και να γίνει σπλαχνική. Όταν οι άνθρωποι είναι ελεήμονες δε θ’ αμαρτήσουν ενάντια στο νόμο. Όταν όμως τηρούν το νόμο αλλά τους λείπει η φιλανθρωπία, διακινδυνεύουν να χάσουν το στεφάνι της δόξας που υποσχέθηκε ο Κύριος στους φιλάνθρωπους.
***
Το σημερινό ευαγγέλιο μιλάει για την ύψιστη μορφή αγάπης: την αγάπη για τους εχθρούς. Ο Κύριος Ιησούς έδωσε την εντολή – όχι συμβουλή αλλά εντολή — ν’ αγαπάμε τους εχθρούς μας. Η εντολή Του αυτή δεν είναι περιστασιακή και σποραδική, όπως είχε γίνει πριν από την έλευσή Του σε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις. Η εντολή της αγάπης για τους εχθρούς μας τοποθετείται στην ύψιστη θέση στο ευαγγέλιο.
Είπε ο Κύριος: «Και καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοί­ως» (Λουκ. στ’ 31). Αυτά είναι τα λόγια του σημερινού ευαγγελίου που μας εισάγουν στην αγάπη για τους εχθρούς μας. Αν δε θέλετε να γίνουν εχθροί σας οι άνθρωποι, πρώτ’ απ’ όλα φροντίστε να μη γίνετε εσείς εχθροί τους. Αν είναι αλήθεια πως κάθε άνθρωπος σ’ αυτόν τον κόσμο έχει εχθρούς, αυτό σημαίνει πως είσαι εχθρός κάποιου. Πώς τότε απαιτείς από έναν άνθρωπο να γίνει φίλος σου, αφού είσαι εχθρός του; Πρώτα λοιπόν ξερίζωσε την έχθρα από την καρδιά σου κι υστέρα να μετρήσεις τους εχθρούς σου στον κόσμο. Στο μέτρο που θα ξεριζώσεις από την καρδιά σου την πονηρή αυτή ρίζα κι αποκόψεις όλα τα κλαδάκια που πετούν απ’ αυτήν, θα βρεις και λιγότερους εχθρούς να μετρήσεις. Αν μετά θελήσεις να γίνουν φίλοι σου οι άνθρωποι, πρέπει εσύ πρώτα να πάψεις να είσαι εχθρός τους και να γίνεις φίλος τους. Όσο γίνεσαι φίλος με τους άλλους, τόσο ο αριθμός των εχθρών σου θα μειώνεται και στο τέλος θα μηδενιστεί.
Αυτό όμως δεν είναι το κύριο θέμα. Το κύριο θέμα είναι πως σ’ αυτήν την περίπτωση θα έχεις φίλο σου το Θεό. Είναι πολύ πιο σπουδαίο για τη σωτηρία σου να μην είσαι εχθρός κανενός, να μην έχεις καθόλου εχθρούς. Αν είσαι εχθρός άλλων, τόσο εσύ όσο κι οι άλλοι είστε εμπόδια στη σωτηρία σου. Όταν είσαι φίλος με τους άλλους, τότε οι εχθροί σου, έστω και ασυνείδητα, βοηθούν στη σωτηρία σου. Ας σκεφτόταν αλήθεια κάθε άνθρωπος τον αριθμό των ανθρώπων τους οποίους εχθρεύεται ο ίδιος, κι όχι εκείνους που είναι εχθροί του. Τότε το σκοτεινό πρόσωπο αυτού του κόσμου θα άστραφτε μέσα σε μια μέρα σαν τον ήλιο.
Η εντολή του Χριστού πως πρέπει να κάνουμε στους άλλους αυτό που ζητάμε κι εμείς απ’ αυτούς είναι τόσο φυσική και τόσο σαφής και καλή, που είναι να θαυμάζει και ν’ απορεί κανείς πως δεν έχει γίνει από παλιά μια καθημερινή συνήθεια στους ανθρώπους. Κανένας άνθρωπος δε θέλει να τον βλάψουν οι άλλοι. Επομένως ας μη βλάψει κι αυτός τους άλλους. Κάθε άνθρωπος θέλει να του φέρονται καλά. Επομένως ας φέρεται κι αυτός καλά στους άλλους. Κάθε άνθρωπος θέλει να του συχωρούν τις αμαρτίες του. Ας συγχωρεί κι αυτός τις αμαρτίες των άλλων. Κάθε άνθρωπος θέλει να συμπάσχουν οι άλλοι στις λύπες του και να χαίρονται στη χαρά του. Ας συμπάσχει κι αυτός με τις λύπες των άλλων κι ας χαίρεται με τις χαρές τους. Κάθε άνθρωπος θέλει ν’ ακούει καλά λόγια από τους άλλους. Θέλει να τον τιμούν, να τον ταΐζουν όταν πεινάει, να τον επισκέπτονται όταν είναι άρρωστος και να τον προστατεύουν όταν τον κυνηγούν. Ας κάνει κι αυτός τα ίδια στους άλλους.
Αυτό ισχύει τόσο για τους ανθρώπους ατομικά, όσο και για ομάδες ανθρώπων, γειτονικές φυλές, έθνη και κράτη. Αν την εντολή αυτή την υιοθετούσαν σαν κανόνα όλες οι τάξεις, τα έθνη και τα κράτη, θα έπαυε αμέσως κάθε κακία και σύγκρουση ανάμεσά τους, θα εξαλειφόταν κάθε έχθρα και πόλεμος. Αυτό είναι το φάρμακο για κάθε παρόμοια αρρώστια, δεν υπάρχει κανένα άλλο.
Και συνεχίζει ο Κύριος: «Και ει αγαπάτε τους αγαπώντας υμάς, ποία υμίν χάρις εστί; και γαρ οι αμαρτωλοί τους αγαπώντας αυτούς αγαπώσι. και εάν αγαθοποιήτε τους αγαθοποιούντας υμάς, ποία υμίν χάρις εστί; και γαρ οι αμαρτωλοί το αυτό ποιούσι. και εάν δανείζητε παρ’ ων ελπίζετε απολαβείν, ποία υμίν χάρις εστί; και γαρ αμαρ­τωλοί αμαρτωλοίς δανείζουσιν ίνα απολάβωσι τα ίσα» (Λουκ. στ’ 32-34). Αυτό πάει να πει: Αν περιμένετε από τους άλλους να σας κάνουν καλό και την καλοσύνη αυτή να την ανταμείψετε και σεις με καλό, δεν κάνετε κάτι επαινετό. Περιμένει ο Θεός ανταμοιβή για τη θερμότητα του ηλίου, για να δώσει εντολή στον ήλιο να λάμψει; Ή μήπως ενεργεί από ευσπλαχνία κι αγάπη; Το ξαναλέμε πως η ευσπλαχνία είναι ενεργητική αρετή, όχι παθητική. Αυτό το έκανε σαφές ο Θεός από τότε που δημιούργησε τον κόσμο. Μέρα με τη μέρα από την αρχή του κόσμου ο Κύριος μοίραζε απλόχερα τα πλούσια τα δώρα Του σ’ όλα τα πλάσματά Του. Αν περίμενε πρώτα από τα πλάσματά Του να του ανταποδώσουν κάτι, ούτε ο κόσμος ούτε ένα μοναδικό πλάσμα δε θα υπήρχε σ’ αυτόν. Αν αγαπάμε μόνο αυτούς που μας αγαπάνε, είμαστε έμποροι και κάνουμε ανταλλαγές. Αν κάνουμε το καλό μόνο στους ευεργέτες μας, είμαστε οφειλέτες και επιστρέφουμε το χρέος μας. Η ευσπλαχνία δεν είναι κάποια αρετή που απλά αποπληρώνει τις οφειλές της, αλλά που πάντα δανείζει. Η αγάπη είναι αρετή που δανείζει συνέχεια χωρίς να ελπίζει σε επιστροφή της οφειλής. Αν δανείζουμε εκείνους που ελπίζουμε πως θα μας τα επιστρέψουν, ποία ημίν χάρις εστί; Τί καλό κάνουμε; Μεταφέρουμε τα χρήματά μας από μια κάσα σε μιαν άλλη, αφού αυτό που δανείζουμε το θεωρούμε δικό μας, όπως κι όταν ήταν στα δικά μας χέρια.
Θα ήταν παραφροσύνη να σκεφτούμε πως με τα παραπάνω λόγια ο Θεός μας διδάσκει να μην αγαπάμε εκείνους που μας αγαπάνε, να μην κάνουμε το καλό σ’ αυτούς που μας ευεργετούν. Θεός φυλάξοι! Αυτό που θέλει να πει, είναι πως αυτή είναι μια κατώτερη αρετή, που μπορούν να την ασκήσουν ακόμα κι οι αμαρτωλοί. Είναι το ελάχιστο μέτρο του καλού, που φτωχαίνει τον κόσμο αυτόν και περιορίζει τους ανθρώπους, τους κάνει στενόμυαλους. Ο Θεός θέλει ν’ αναβιβάσει τον άνθρωπο στα ανώτερα ύψη των αρετών, απ’ όπου θεωρεί κανείς όλα τ’ αγαθά του Θεού, όλους τους κόσμους Του, εκεί που η τρομοκρατημένη και περιορισμένη καρδιά του δούλου γίνεται απεριόριστη κι ελεύθερη καρδιά του υιού και κληρονόμου. Η αγάπη προς αυτούς που μας αγαπάνε είναι μόνο το πρώτο μάθημα στο απέραντο βασίλειο της αγάπης. Η ανταπόδοση του καλού σ’ αυτούς που μας αγαπάνε, είναι μόνο το στοιχειώδες σχολείο, μπροστά στη μακρά σειρά σπουδών στα καλά έργα. Ο δανεισμός σ’ εκείνους που θα ξεπληρώσουν το χρέος τους δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό. Είναι μόνο το πρώτο δειλό βήμα προς το μέγιστο καλό, που δίνει χωρίς να περιμένει επιστροφή.
Ποιοί είναι εκείνοι που εδώ αποκαλεί αμαρτωλούς ο Θεός; Πρώτα είναι οι ειδωλολάτρες, στους οποίους δεν έχει αποκαλυφθεί η πληρότητα του μυστηρίου της αλήθειας και της αγάπης του Θεού. Είναι αμαρτωλοί επειδή αποστράφηκαν την πρωταρχική αλήθεια και την αγάπη Του. Επειδή στη θέση του Θεού έχουν προσλάβει ως νομοθέτη αυτόν τον κόσμο, που τους διδάσκει πως πρέπει ν’ ανταποδίδουν αγάπη μόνο σ’ αυτούς που τους αγαπάνε, να ευεργετούν μόνο εκείνους από τους οποίους δέχονται το καλό. Το μέγα μυστήριο της αλήθειας και της αγάπης του Θεού αποκαλύπτεται μέσω του Κυρίου Ιησού Χριστού, τώρα μάλιστα με πολύ μεγαλύτερη ενάργεια και λαμπρότητα απ’ ότι στην αρχή της δημιουργίας. Αρχικά αποκαλύφθηκε μέσω του Ιουδαϊκού λαού. Απ’ αυτούς, αν κι όχι μόνο γι’ αυτούς, αλλά για όλους τους λαούς της γης.
Όπως ο Θεός προετοίμασε τους Ιουδαίους χιλιάδες χρόνια για να κατανοήσουν και να δεχτούν την πλήρη αποκάλυψη του μυστηρίου, με το Νόμο και τους προφήτες Του, έτσι κι ο Κύριος χρησιμοποιεί εδώ τη λέξη «αμαρτωλοί» για άλλους λαούς, που έχουν βυθιστεί στην ειδωλολατρεία. Με την λέξη «αμαρτωλοί» όμως και μάλιστα μεγαλύτεροι αμαρτωλοί από τους ειδωλολάτρες, εννοεί κι όλους εκείνους στους οποίους αποκαλύφθηκε το μέγα μυστήριο της αλήθειας και της αγάπης αλλά δεν έμειναν πιστοί σ’ αυτό, παρά ξαναγύρισαν στο κατώτερο επίπεδο του αγαθού, «ώσπερ κύων επιστρέψας επί το ίδιον εξέραμα» (Β’ Πέτρ. β’ 22). Κι υπάρχουν πολλοί τέτοιοι ανάμεσά μας, χριστιανοί κατ’ όνομα, που με τα έργα τους φανερώνονται οι πιο πρωτόγονοι ειδωλολάτρες.
Τί όφελος έχουμε αν αγαπάμε αυτούς που μας αγαπούν και κάνουμε το καλό σ’ εκείνους που μας ευεργετούν; Δεν επιστρέφουμε στη θέση του αυτό που λάβαμε; Την ανταπόδοσή μας την λάβαμε. Έπαινος αξίζει στα έργα που, σε μικρή κλίμακα, μοιάζουν στα έργα της αγάπης του Θεού.
«Πλην αγαπάτε τους εχθρούς υμών και αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδέν απελπίζοντες, και έσται ο μισθός υμών πολύς, και έσεσθε υιοί υψίστου, ότι αυτός χρηστός εστιν επί τους αχαρίστους και πονηρούς, γίνεσθε ουν οικτίρμονες, καθώς και ο πατήρ υμών οικτίρμων εστί» (Λουκ. στ’ 35-36). Αυτά είναι τα ύψη στα οποία θέλει ο Θεός να εξυψώσει τους ανθρώπους. Αυτή ήταν μια διδαχή ανήκουστη πριν από την έλευσή Του. Αυτό είναι το ύψος της αξίας του ανθρώπου, που ούτε κι ο μεγαλύτερος σοφός στην ιστορία του κόσμου δεν είχε ονειρευτεί ως τότε. Κι αυτή είναι η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο, που αλλοιώνει την καρδιά του ανθρώπου και την μετατρέπει σε ποταμό δακρύων.
Αγαπάτε τους εχθρούς υμών. Δε λέει «μην ανταποδίδετε κακό στο κακό». Αυτό δεν είναι σπουδαίο πράγμα. Αυτό είναι απλά ανοχή. Ούτε και λέει «αγαπάτε εκείνους που σας αγαπούν».
Αυτή είναι μόνο παθητική αγάπη. Ο Χριστός λέει αγαπάτε τους εχθρούς υμών. Όχι απλά να τους ανέχεστε, όχι να είστε παθητικοί, αλλά να τους αγαπάτε. Το ξαναλέμε και πάλι, πως η αγάπη είναι ενεργητική αρετή.
Η αγάπη για τους εχθρούς δεν είναι αφύσικη; Η αντίρρηση αυτή προβάλλεται πολύ έντονα από τους μη χριστιανούς. Δε βλέπουμε πως πουθενά στη φύση δεν υπάρχει παράδειγμα αγάπης για τους εχθρούς, παρά μόνο αγάπης για τους φίλους; Αυτή είναι λοιπόν αιτία αμφισβήτησης. Τι έχουμε ν’ απαντήσουμε σ’ αυτό;
Πρώτ’ απ’ όλα η πίστη μας αναγνωρίζει δύο φύσεις: μία άφθαρτη, φωτεινή και άτρεπτη στο κακό από την αμαρτία, σαν κι αυτήν που είχε ο Αδάμ στον παράδεισο· κι άλλη μια διεστραμμένη, σκοτεινή κι επιρρεπή στο κακό και την αμαρτία, σαν κι αυτήν που αντιμετωπίζουμε διαρκώς σ’ αυτόν τον κόσμο.
Στον κύκλο της πρώτης φύσης, η αγάπη για τους εχθρούς είναι απόλυτα φυσική. Στη φύση αυτή η αγάπη είναι σαν τον αέρα που ανασαίνουν όλα τα πλάσματα και ζουν. Αυτή είναι η αληθινή φύση που δημιούργησε ο Θεός. Απ’ αυτήν η θεϊκή αγάπη λάμπει στη φύση μας όπως οι ακτίνες του ήλιου μέσα από τα σύννεφα. Οτιδήποτε στη γη έχει αληθινή αγάπη, προέρχεται από την αγάπη αυτή.
Στον κύκλο της δεύτερης, της επίγειας φύσης, η αγάπη για τους εχθρούς είναι σπάνια και θα μπορούσε να θεωρηθεί αφύσικη. Δεν είναι πραγματικά αφύσικη. Σε σχέση με την επίγεια φύση μας είναι στην ουσία υπερφυσική ή, καλύτερα, προ-φυσική, καθώς η αγάπη φτάνει στην αμαρτωλή φύση μας από την πρωταρχική, αναμάρτητη κι αθάνατη φύση που προϋπήρχε της δικής μας.
Η αγάπη για τους εχθρούς είναι τόσο σπάνια ώστε θα μπορούσε να κληθεί αφύσικη, λένε άλλοι αντιρρησίες. Αν τα πράγματα είναι έτσι, τότε και το μαργαριτάρι είναι αφύσικο, όπως και το διαμάντι κι ο χρυσός. Αυτά είναι όλα σπάνια αντικείμενα. Ποιός όμως μπορεί να τα ονομάσει αφύσικα; Όπως υπάρχουν φυτά που ευδοκιμούν μόνο σε μία περιοχή, έτσι γίνεται και με το σπάνιο αυτό φυτό, τη σπάνια αυτή αγάπη. Φυτρώνει κι αναπτύσσεται μόνο στην Εκκλησία του Χριστού. Για να πειστεί κάποιος από τα πολυάριθμα παραδείγματα του φυτού αυτού και του κάλλους του, πρέπει να διαβάσει τους βίους των αποστόλων του Χριστού, των πατέρων και των ομολογητών της χριστιανικής πίστης, των μαρτύρων της μεγάλης αλήθειας κι αγάπης του Χριστού.
Μια τρίτη ομάδα αντιρρησιών ισχυρίζεται πως αν δεν είναι αδύνατη, η αγάπη αυτή είναι τουλάχιστο εξαιρετικά δύσκολη. Είναι αλήθεια πως δεν είναι εύκολη, κυρίως για εκείνον που διδάσκεται την αγάπη μακριά από το Θεό, από τον οποίο ενισχύεται και τροφοδοτείται η αγάπη αυτή. Πώς όμως δεν μπορούμε ν’ αγαπήσουμε αυτούς που αγαπάει ο Θεός; Ο Θεός δεν αγαπά περισσότερο εμάς απ’ όσο αγαπά τους εχθρούς μας και μάλιστα όταν είμαστε εχθροί άλλων. Ποιός από μας μπορεί να ισχυριστεί πως δεν υπάρχει κανένας στον κόσμο που να τον αποκαλεί εχθρό του; Αν ο ήλιος του Θεού ζέσταινε κι η βροχή έπεφτε μόνο σ’ εκείνους που κανένας δεν τους λογάριαζε εχθρούς του, δύσκολα θά ‘φτανε κάποια ακτίνα στη γη ή θά ‘πεφτε κάποια σταγόνα βροχής στο χώμα. Ο άνθρωπος φορτώνεται από μόνος του μεγάλο φορτίο έχθρας. Η αμαρτία δημιουργεί φόβο στον άνθρωπο. Κι ο φόβος αυτός με τη σειρά του τον κάνει να υποπτεύεται εχθρούς σ’ όλα τα πλάσματα γύρω του. Ο Θεός όμως είναι αναμάρτητος κι άφοβος κι επομένως δεν υποπτεύεται κανέναν, αλλά τους αγαπά όλους. Μας αγαπά τόσο πολύ ώστε, όταν μας κυκλώνουν εχθροί χωρίς να φταίμε σε τίποτα, πρέπει να πιστεύουμε πως αυτό γίνεται σε γνώση Του και για το καλό μας.
Ας είμαστε δίκαιοι. Ας ομολογήσουμε πως οι εχθροί μας μάς βοηθούν πολύ στην πνευματική μας πορεία. Αν δεν υπήρχε έχθρα στους ανθρώπους, πάρα πολλοί από εκείνους που ευαρέστησαν στο Θεό δε θα είχαν γίνει φίλοι Του. Ακόμα κι η έχθρα του σατανά μπορεί να βοηθήσει εκείνους που είναι ζηλωτές των ιερών πραγμάτων του Θεού και της ψυχικής τους σωτηρίας. Ποιός ήταν περισσότερο ζηλωτής των ιερών του Θεού πραγμάτων ή είχε μεγαλύτερη αγάπη για το Χριστό από τον απόστολο Παύλο; Ο ίδιος απόστολος όμως λέει πως επέτρεψε ο Θεός στο διάβολο να τον πειράξει, όταν του αποκαλύφθηκαν πολλά μυστήρια: «Και τη υπερβολή των αποκαλύψεων ίνα μη υπεραίρομαι, εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος σατάν, ίνα με κολαφίζη ίνα μη υπεραίρομαι» (Β’ Κορ. ιβ’ 7).
Όταν ο διάβολος ο ίδιος χωρίς να το θέλει βο­ηθάει τον άνθρωπο, πώς δεν μπορούν οι άνθρωποι να βοηθούν το συνάνθρωπό τους, που είναι οπωσδήποτε λιγότερο εχθρός από τους δαίμονες; Θα τολμούσε να πει κανείς πως οι φίλοι του ανθρώπου ζημιώνουν περισσότερο την ψυχή του από τους εχθρούς του. Ο ίδιος ο Κύριος είπε πως «εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού» (Ματθ. ι’ 36). Εκείνοι που ζουν κάτω από την ίδια στέγη μαζί μας, που ενδιαφέρονται πολύ για τις σωματικές ανάγκες και τις ανέσεις μας, συχνά γίνονται εχθροί της σωτηρίας μας. Η αγάπη κι η φροντίδα τους δε στοχεύει στην ψυχή αλλά στο σώμα μας. Πόσοι γονείς δεν έχουν κάνει ανυπολόγιστη ζημιά στις ψυχές των γιων τους κι αδέρφια στ’ αδέρφια τους, καθώς και σύζυγοι στους συζύγους τους; Κι όλ’ αυτά από αγάπη!
Η πραγματικότητα αυτή που διαπιστώνεται καθημερινά είναι μια ακόμα αιτία για να μας κάνει να μη δοθούμε ολοκληρωτικά στην αγάπη προς τους συγγενείς και τους φίλους μας, ούτε και να μειώσουμε την αγάπη προς τους εχθρούς μας. Είναι ανάγκη να το ξαναπούμε, πως συχνά, πολύ συχνά, οι εχθροί μας είναι στην ουσία πραγματικοί φίλοι; Οι τρόποι που χρησιμοποιούν για να μας αναστατώσουν, μας βοηθούν. Οι τρόποι με τους οποίους μας απορρίπτουν, υπηρετούν τη σωτηρία μας. Οι τρόποι με τους οποίους πιέζουν την εξωτερική, τη φυσική ζωή μας, μας ωθεί ν’ αποσυρθούμε μέσα μας, στον εαυτό μας, να βρούμε την ψυχή μας και να ζητήσουμε από το Θεό να τους σώσει. Οι εχθροί μας είναι πραγματικά εκείνοι που μας σώζουν από την καταστροφή που μας ετοιμάζουν αθέλητα οι οικείοι μας, που φροντίζουν το σώμα μας σε βάρος της ψυχής μας και χαλαρώνουν το χαρακτήρα μας.
Αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδέν απελπίζοντες, λέει ο Κύριος. Αγαθοποιείτε, κάνετε το καλό σ’ όλους τους ανθρώπους αδιάκριτα, είτε σας αγαπούν είτε όχι. Ακολουθήστε το παράδειγμα του Θεού που τους ευεργετεί όλους, είτε φανερά είτε κρυφά. Αν η ευεργεσία σας δε θεραπεύει το μίσος του εχθρού σας, πολύ λιγότερο θα το θεραπεύσει η έχθρα σας. Γι’ αυτό κάνετε το καλό ακόμα και σε κείνους που ούτε το ζητούν ούτε το περιμένουν από σας. Δανείζετε όλους εκείνους που σας ζητούν. Δανείζετε όμως σα να δίνετε, σα να επιστρέφετε κάτι που ανήκει σε άλλον, όχι κάτι δικό σας. Λέει ο όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: «Ελεήμων άνθρωπος είναι εκείνος που δίνει, χαρά στους άλλους μ’ αυτά που ο ίδιος έλαβε από το Θεό: ψωμί, φαγητό, εξουσία, ένα λόγο προσευχής· που λογαριάζει τον εαυτό του οφειλέτη, αφού έλαβε παραπάνω απ’ όσα χρειάζεται. Μέσω του αδελφού του είναι σα να του ζητάει ο Θεός και γίνεται έτσι οφειλέτης του».
Αν ο εχθρός δε δεχτεί την ευεργεσία σου, δε σ’ εμποδίζει μ’ αυτό από το να συνεχίσεις να του δίνεις. Ο Κύριος είπε, «προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς» (Ματθ. ε’ 44). Κάνε και συ λοιπόν προσευχή για τους εχθρούς σου, ευεργέτησέ τους. Αν ο εχθρός σου δε δεχτεί κάποιο είδος καλοσύνης ή εξυπηρέτησης από μέρους σου, ο Θεός θα δεχτεί την προσευχή που θα κάνεις γι’ αυτόν. Ο Θεός θα μαλακώσει την καρδιά του και θ’ αλλάξει τη διάθεσή του για σένα. Δεν είναι τόσο δύσκολο στο Θεό να κάνει έναν εχθρό φίλο, όσο φαίνεται στους ανθρώπους. Αυτό είναι ίσως αδύνατο στους ανθρώπους, μα δυνατό στο Θεό. Εκείνος που ξανακάνει την παγωμένη γη εύφορη κοιλάδα, όπου αναπτύσσονται πανέμορφα λουλούδια, μπορεί να λιώσει και τον πάγο της έχθρας της ανθρώπινης καρδιάς και να κάνει να ευδοκιμήσουν σ’ αυτήν τα ευωδιαστά λουλούδια της φιλίας.
Βέβαια, το σπουδαιότερο πράγμα δεν είναι να γυρίσει ο εχθρός σου και να γίνει φίλος σου χάρη στην καλοσύνη σου, αλλά να μη χάσει την ψυχή του λόγω του μίσους του για σένα. Περισσότερο πρέπει να προσεύχεται κανείς γι’ αυτό το τελευταίο, παρά για το πρώτο. Για τη δική σου σωτηρία δεν παίζει κανένα ρόλο αν σ’ αυτή τη ζωή έχεις περισσότερους φίλους ή εχθρούς. Παίζει πολύ σπουδαίο ρόλο όμως το να μην είσαι εχθρός κανενός, αλλά να είσαι φίλος με όλους με την καρδιά σου, με τις προσευχές και τις σκέψεις σου.
Αν το κάνεις αυτό, η ανταπόδοσή σου θα είναι μεγάλη. Από ποιόν; Σε κάποιο βαθμό ίσως από τους ανθρώπους, κυρίως όμως από το Θεό. Τί είδους ανταπόδοσή θα έχεις; «Έσεσθε υιοί του Υψίστου», θ’ αξιωθείτε ν’ αποκαλέσετε το Θεό «Πατέρα», «και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρύπτω, αποδώσει σοι εν τω φανερώ» (Ματθ. στ’ 6). Αν δε γίνει σήμερα αυτό, θα γίνει αύριο. Αν όχι αύριο, τότε στο τέλος του κόσμου, ενώπιον αγγέλων και ανθρώπων. Ποιά μεγαλύτερη ανταπόδοση θα μπορούσαμε να περιμένουμε από το να κληθούμε παιδιά του Υψίστου, να ονομάζουμε τον Ύψιστο Πατέρα μας;
Προσέξτε. Ο ένας και μοναδικός Υιός του Υψί­στου είναι ο Κύριος Ιησούς. Έως τώρα μόνο Αυτός ονόμαζε το Θεό Πατέρα Του. Και τώρα την ίδια τιμή υποσχέθηκε ο Θεός σ’ εμάς, τους αμαρτωλούς και παραστρατημένους. Τί σημαίνει η τιμή αυτή για μας; Πώς θα είμαστε μαζί Του στην αιωνιότητα (βλ. Ιωάν. ιδ’ 3), κοντά στη δική Του δόξα, όπου βασιλεύει χαρά χωρίς τέλος. Σημαίνει πως η αγάπη του Θεού Πατέρα θα είναι πάντα μαζί μας. Ακόμα κι όταν διερχόμαστε όλες τις δοκιμασίες και τις δυσκολίες σ’ αυτή τη ζωή, όλα θ’ αντιστραφούν και θα καταλήξουν στο καλό μας. Σημαίνει πως όταν πεθάνουμε δε θα παραμείνουμε στον τάφο, αλλά θ’ αναστηθούμε, όπως Εκείνος αναστήθηκε εκ νεκρών. Σημαίνει πως σ’ αυτή τη γη τοποθετηθήκαμε προσωρινά. Στο σπίτι του ουράνιου Πατέρα μας όμως μας περιμένει κάλλος αθάνατο, τιμή και δόξα.
Θα μπορούσαμε ν’ απαριθμήσουμε όλα τ’ αγαθά που περιμένουν έναν ορφανό αν τον υιοθετήσει κάποιος επίγειος βασιλιάς; Είναι αρκετό να πούμε πως το ορφανό αυτό το υιοθέτησε ένας βασιλιάς κι όλοι θα καταλάβουν πόσα αγαθά θ’ απολαύσει το ορφανό αυτό. Η δική μας υιοθεσία δεν έγινε από ανθρώπους αλλ’ από το Θεό, αφού θα γίνουμε υιοί του Υψίστου, του Οποίου Υιός είναι ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς. Θα γίνουμε υιοί του αθάνατου Βασιλιά, του Βασιλιά των βασιλιάδων. Μας υιοθετεί ο Θεός όχι για χάρη μας, αλλά για χάρη του Μονογενούς Του Υιού, όπως λέει ο απόστολος: «Πάντες γαρ υιοί Θεού εστε διά της πίστεως εν Χριστώ Ιησού» (Γαλ. γ’ 26). Ο Χριστός μας υποδέχεται σαν αδελφούς Του. Ο Θεός Πατέρας επομένως μας δέχεται σαν υιούς Του.
Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει περίπτωση να μας αξίζει να λεγόμαστε «υιοί του ζώντος Θεού». Είναι αστείο και να σκεφτούμε ακόμα πως θα μπορούσαμε με οποιοδήποτε έργο μας, ακόμα κι αν ασκούσαμε τη μεγαλύτερη αγάπη για τον εχθρό μας, ν’ αξίζαμε ν’ ανταμειφθούμε με αυτό που υποσχέθηκε ο Κύριος Ιησούς στους πιστούς δούλους Του. Αν δίναμε όλα τα υπάρχοντά μας στους φτωχούς, αν νηστεύαμε όλες τις μέρες της ζωής μας κι αν στεκόμασταν στην προσευχή σαν αναμμένες λαμπάδες ως το τέλος του χρόνου· αν χωρίζαμε πνευματικά το πνεύμα από το σώμα μας, σα νά ‘ταν ψυχρή πέτρα κι αν η ψυχή μας ήταν απαθής προς τον υλικό κόσμο· αν αφήναμε τον εαυτό μας να τον φτύνουν και να τον ποδοπατούν όλοι οι άνθρωποι ή ακόμα κι αν παραδινόμασταν τροφή στα πεινασμένα θηρία· ακόμα κι αν τα κάναμε όλ’ αυτά, δε θα ήταν παρά μια απειροελάχιστη τιμή για όλα τ’ αγαθά, τη δόξα και την ανέκφραστη ευφροσύνη που συνοδεύουν την υιοθεσία του Θεού. Δεν υπάρχει ευσπλαχνία στη γη ούτε αγάπη στο θνητό άνθρωπο που θα μπορούσε να τον αξιώσει να γίνει «υιός Θεού», αθάνατος πολίτης της ουράνιας Βασιλείας. Η αγάπη του Χριστού όμως αναπληρώνει αυτό που δεν μπορεί να κάνει ο άνθρωπος. Ας μην ισχυριστεί κανένας μας πως μπορεί με τη δική του αγάπη να σωθεί, με τη δική του αξία ν’ ανοίξει τις πύλες του παραδείσου για να μπει μέσα.
Η εντολή της αγάπης για τον πλησίον επομένως, όσο μεγάλη και δύσκολη κι αν μας φαίνεται, είναι μόλις ένα μικρό νόμισμα που ζητάει ο Θεός από μας για να μας φέρει πιο κοντά Του στην υπέροχη και πανένδοξη βασιλεία Του. Δε μας ζητάει να τηρήσουμε την εντολή αυτή για να κερδίσουμε με την αξία μας τη Βασιλεία και την υιοθεσία Του, αλλά μόνο να επιθυμήσουμε πάνω απ’ όλα τη Βασιλεία και την υιοθεσία Του. Από μας ζητάει μόνο να πιστεύουμε τα λόγια Του και να υπακούμε τον Κύριο Ιησού.
Από ποιά άποψη ο Αδάμ ήταν άξιος για τον Παράδεισο; Από καμία. Ο Παράδεισος του δόθηκε από την αγάπη του Θεού. Τί έκανε τον Αδάμ να παραμείνει στον Παράδεισο ως την πτώση του; Η υπακοή του στο Θεό, μόνο η υπακοή του. Όταν όμως ο ίδιος κι η σύζυγός του άρχισαν ν’ αμφισβητούν την εντολή του Θεού, και μόνο η αμφισβήτηση αυτή παραβίασε την εντολή κι έπεσε στη θανάσιμη αμαρτία της παρακοής.
***
Στη Νέα Κτίση ο Κύριος Ιησούς ζητάει από μας το ίδιο πράγμα που ζήτησε από τον Αδάμ και την Εύα στον Παράδεισο: πίστη και υπακοή. Πίστη πως κάθε εντολή που μας έδωσε, είναι για τη σωτηρία μας· απροϋπόθετη υπακοή σε κάθε μία από τις εντολές Του. Μας έδωσε όλες τις εντολές, μαζί κι αυτήν για ν’ αγαπάμε τους εχθρούς μας, για νά ‘χουμε πίστη στα λόγια Του και υπακοή. Αν κάποια από τις εντολές Του δεν ήταν καλή και δεν υπηρετούσε τη σωτηρία μας, δε θα μας την έδινε. Εκείνος ήξερε πολύ καλύτερα αν η εντολή αυτή ήταν φυσική ή αφύσικη, δυνατή ή αδύνατη. Το πιο σπουδαίο πράγμα για μας είναι πως ο Θεός μας έδωσε την εντολή αυτή κι εμείς, αν θέλουμε το καλό μας, πρέπει να την τηρήσουμε. Όπως ο άρρωστος παίρνει το φάρμακο από το χέρι του γιατρού με πίστη και κάνει υπακοή, είτε το φάρμακο είναι γλυκό είτε πικρό, έτσι κι εμείς, αδύναμοι από την αμαρτία και με σκοτισμένο νου, πρέπει να τηρούμε με πίστη κι υπακοή όλες τις εντολές που μας έδωσε ο καλός Ιατρός των ψυχών μας και Κύριος της ζωής μας, Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος.
Σ’ Εκείνον πρέπει δόξα και αίνος, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 26, 2019

Αγιοπνευματική θεολογία

Είναι τρομερό ότι πολλοί θεολόγοι λησμονούν τη ρητή και κατηγορηματική διαβεβαίωση του αψευδούς Κυρίου: “ο Παράκλητος…, τό Πνευμα της αληθείας, οδηγήσει υμας εις πασαν τήν αλήθειαν» (Ιω, ιστ’,13). Το Πανάγιο Πνεύμα είναι εκείνο το οποίο καταυγάζει τον νουν, πυρώνει την καρδιά. Δεν αρκεί η απλή ιδεολογική και νοητική ανάπτυξη. Αυτή είναι ανεπαρκής και συχνά επικίνδυνη. Αν δεν κατοικήσει το Πνεύμα του Θεού στις καρδιές μας, δεν είναι δυνατό να θεολογήσουμε. O θεολόγος πρέπει να είναι δοχείο του Πνεύματος και πλήκτρο του Πνεύματος, πνευματοφόρος και πνευματοκίνητος, «πλήρης Πνεύματος Αγίου» (Πραξ. στ΄. 3).
Σύμφωνα μ’ αυτά, η ορθόδοξη θεολογία είναι η αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας, της ΑΛΗΘΕΙΑΣ η οποία είναι συγχρόνως η OΔOΣ και η ΖΩΗ (Ιω. ιδ’, 6). Αναζήτηση όχι μόνον διά της διανοίας, αλλά «εξ όλης καρδίας και ψυχής». Αναζήτηση ευλαβική και ικετευτική, ταπεινή και σεμνή. Μετά φόβου Θεού και ζώσης πίστεως, μετ’ αγάπης και πόθου, μετά ταπεινώσεως και συντριβής και κατανύξεως, μετά καθαρότητος ψυχής και συνεχούς εξαγνισμού, «κεκαθαρμέναις διανοίαις … και ταις αισθήσεσι», μέσα σε ατμόσφαιρα λατρείας και ασκήσεως, μέσα στο πυρ της Πεντηκοστής.
Μια τέτοια θεολογία είναι γονυκλισία προ του θείου μυστηρίου, είναι γεύση Θεού και ψυχική εμπειρία, είναι ιερουργία του Ευαγγελίου του Θεού. (Ρωμ. ιε’ 16) και κατεξοχήν λειτουργία, είναι οικείωση, βίωση και κοινωνία Θεού, συγχρόνως δε «καταγγελία των θαυμασίων Αυτού» .
Μόνον μια τέτοια όντως ορθόδοξη θεολογία δύναται να μας προφυλάξει από τις ολισθηρές ατραπούς της «ψευδωνύμου γνώσεως» (Α’ Τιμ. στ’10)., η οποία δεν παύει να υπάρχει ως μια μεγάλη απειλή σε κάθε εποχή.
Την καλλιέργεια μιας τέτοιας Θεολογίας περιμένει ο αιώνιος Θεός, αλλά και ο σημερινός άνθρωπος από τους θεολόγους της εποχής μας.
Αρχιμ. Ηλίας Μαστρογιαννόπουλος

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 25, 2019

Aνάμνησις του μεγάλου σεισμού, και της εις τον αέρα αρπαγής του παιδός.

Aρθείς άνω παις το τρισύμνητον μέλος,
Kαθώς νόες ψάλλουσιν, αγγέλλει κάτω.

Kατά τους χρόνους Θεοδοσίου του μικρού εν έτει υι΄ [410], ο πανάγαθος Θεός ηβουλήθη με τας κρίσεις οπού ηξεύρει, να πληροφορήση τους ανθρώπους, ένα μεν, την κοινήν και εσχάτην πάντων ανάστασιν. Kαι άλλο δε, πως πρέπει να υμνούσιν ορθώς τον Θεόν. Διά τούτο συνεχώρησε να γένη σεισμός φοβερός. Όθεν διά τον φόβον του σεισμού όλος ο λαός της Kωνσταντινουπόλεως μαζί με τον βασιλέα, και με τον αγιώτατον Πατριάρχην Πρόκλον, και με όλον τον κλήρον, ευρίσκοντο όλοι ομού έξω εις τον κάμπον και εποίουν λιτανείας. Kαι επειδή τότε άρχιζεν η αίρεσις των Θεοπασχιτών εξ επηρείας του διαβόλου, οι οποίοι επρόσθεττον εις τον Tρισάγιον Ύμνον το, ο Σταυρωθείς δι’ ημάς: τούτου χάριν αιφνιδίως αρπάχθη έμπροσθεν πάντων ένα παιδίον εις τον αέρα. Όλοι λοιπόν βλέποντες το παράδοξον τούτο, με φόβον και έκπληξιν έκραζον εις πολλάς ώρας το, Kύριε ελέησον. Kαι ιδού πάλιν κατεβιβάσθη το παιδίον από νεφέλην. Tο οποίον με μεγάλην φωνήν εφανέρωσεν εις όλους, ότι οι χοροί των Aγγέλων αναφέρουσιν εις τον Θεόν τον Tρισάγιον Ύμνον χωρίς την προσθήκην τού, ο Σταυρωθείς, λέγοντες· «Άγιος ο Θεός, Άγιος ισχυρός, Άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς». Kαι το μεν παιδίον, ευθύς μετά τα λόγια ταύτα παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού· ο δε σεισμός, ευθύς έπαυσεν1.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ
1. Σημείωσαι, ότι ο τόπος, όπου υψώθη το Παιδίον εις τον αέρα, λέγει ο Nικηφόρος, ότι ωνομάσθη ύψωμα θείον. Nυν δε ονομάζεται Ψωμαθειά. Περί του Ύμνου τούτου όρα πλατύτερον εν τη ερμηνεία του πα΄ κανόνος της ϛ΄ Συνόδου παρά τω ημετέρω Πηδαλίω, ήτοι τω νεοτυπώτω Kανονικώ. Γράφει δε ο Θεοφάνης εις το Xρονικόν του, ότι η ευσεβεστάτη βασιλίς Πουλχερία μαζί με τον αδελφόν της Θεοδόσιον τον μικρόν, επρόσταξαν με έδικτον, ήτοι με βασιλικόν έγγραφον, ορισμόν, ότι να ψάλλεται το Tρισάγιον εις όλας τας Eκκλησίας του Θεού.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Εγώ νομίζω ότι τα κείμενα του πατρός Σιλουανού θα έπρεπε να πάρουν θέση ανάμεσα στα βιβλία της ψυχολογίας. Αν και για κανένα άλλο λόγο, τουλάχιστον για να επιβεβαιώσουν ότι ο συγγραφέας τους ήταν ένας πνευματικός πολεμιστής του 20ου αιώνος και για να επικυρώσουν όσα εδίδαξαν και έγραψαν δοξασμένοι Πατέρες της Εκκλησίας. Υπάρχει και κάτι καινούριο ανάμεσα στις διδαχές του πατρός Σιλουανού: ''Κράτα τον νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι''. Εκφράζει με το λόγο αυτό μία παρότρυνση και υπόμνηση κατά της μελαγχολίας και της ακηδίας. Εγώ προσωπικά ποτέ δεν άκουσα τέτοια λόγια. Σπουδαία είναι και η άλλη έκφρασις: ''Η αγάπη είναι ανώτερη από τη γνώση''. Αυτή είναι η καθημερινή και θεμελιώδης διδασκαλία του Αγίου Σιλουανού. Με την αγάπη του που συνοδευόταν από την μετά δακρύων προσευχή του, συγχωρούσε τις αμαρτίες των αμαρτωλών, στήριζε τους αδυνάτους, διόρθωνε αυτούς που έκαναν πονηρά έργα, θεράπευε τους αρρώστους, ειρήνευε τους ανέμους. Στο Μοναστήρι έκανε κοπιαστική εργασία. Είχε την αποθήκη με τα βαριά αντικείμενα.
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, για τον Άγιο Σιλουανό τον Αθωνίτη. (24 Σεπτεμβρίου 1938 - 81 χρόνια από την κοίμηση του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη)

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 18, 2019

Η πορεία της Εκκλησίας μας ήταν πάντα αγωνιστική


Η πορεία της Εκκλησίας μας ήταν πάντα αγωνιστική, μαρτυρική , πολεμική. Είτε πάνω σε ικριώματα, είτε σε κατακόμβες, είτε με πολεμικά λάβαρα κατά βαρβάρων, είτε πολεμώντας τον βαρβαρισμό της ειδωλολατρίας και του μυστικισμού με την απολογητική γραφίδα σε κάποιο ταπεινό κελί,είτε μαρτυρώντας τον Ιησού τον Εσταυρωμένο σε έναν απνευματιστο και αλλόκοτο κόσμο . Πάντα πόλεμο είχαμε και θα έχουμε. Ο ίδιος ο Χριστός έγινε κατάρα για να αλώσει τον Άδη και τον θάνατο και σε αυτό το σημείο δεν υπάρχει τίποτα συμβολικό. Ο θάνατος του Χριστού δεν έχει τίποτα το συμβολικό. Είναι θανάσιμο χτύπημα στην καρδιά του θανάτου.Χωρις οίκτο και συμπάθεια για την βασιλεία αυτού του τυρράνου.Χωρις συμβασιλεια με τον διάβολο και βολικους μανιχαϊσμούς και συνύπαρξη με την τυραννία του Κακού,σαν τις αρχαίες θρησκείες της ατιμωτικής ειρήνης με τον κόσμο. Τα τροπάρια του Σταυρού θα είναι πάντα επίκαιρα για αυτό τον λόγο και δεν είναι απλώς και μόνον αποκυήματα ιστορικών αναγκών οριοθετημένων κάποτε στον μεσαίωνα. Η πίστη μας δεν ήταν ποτέ και δεν θα είναι ποτέ ενδοτική στους μικρούς και μεγάλους θανάτους. Είναι απλά τα πράγματα.

Ο Θεός δεν υπόσχεται χαρά, αλλά ποτήριο.


Ο Θεός δεν υπόσχεται χαρά, αλλά ποτήριο. Μας καλεί να πάθουμε για το όνομά Του, γιατί έτσι θα ζήσουμε και την δόξα Του.
Η Παναγία είπε στον αρχάγγελο Γαβριήλ: “ιδού η δούλη Κυρίου” (Λουκ. α’, 38). Αυτό το “ιδού η δούλη Κυρίου” είναι αποδοχή του Σταυρού. Η Παναγία συμμετείχε σε όλη την ζωή της στον Σταυρό του Υιού της.
Ο Χριστός πέρασε τα παθήματα, γιατί τήρησε τις εντολές του Πατέρα Του και έτσι ήλθε σε σύγκρουση με τον κόσμο. Το ίδιο πρέπει να συμβαίνη και στον άνθρωπο που καλείται από τον Χριστό να ζήση την ζωή Του.
Πολλάκις ησθάνθην εμαυτόν εσταυρωμένον επί αοράτου σταυρού.
Η αποφασιστικότητα να τα εγκαταλείψουμε όλα και να ανεβούμε στον σταυρό (βλ. Ματθ. 19, 28 – 30) θα οδηγήσει το πνεύμα μας στο μεθόριο ανάμεσα στον χρόνο και την αιωνιότητα. Και εμείς αρχίζουμε να εποπτεύουμε πράγματα, που μας έμεναν ως τότε κρυμμένα… Είναι επιτακτική ανάγκη για τον καθένα μας να προτιμήσει την αγάπη του Θεού από όλα τα υπόλοιπα.
+Γερ. Σωφρόνιος

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 14, 2019

Κυριακή μετά την Ύψωση του Σταυρού


άγιος Νικόλαος Αχρίδος

Στο σημερινό ευαγγέλιο ο Κύριος, σ’ όλους εκείνους που επιθυμούν να σωθούν από το θάνατο, προσφέρει το σταυρό, το πιο πικρό φάρμακο για τη θεραπεία τους.
Είπε ο Κύριος: «Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι» (Μάρκ. η’ 34). Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, πρέπει ν’ απαρνηθεί τον παλιό και αμαρτωλό εαυτό του, να πάρει πάνω του το σταυρό των θλίψεων και των δοκιμασιών και τότε ας με ακολουθήσει.
Ο Κύριος δεν οδηγεί τους ανθρώπους στο σταυρό πριν απ’ Αυτόν. Τους καλεί να τον ακολουθήσουν, αφού Εκείνος πρώτος κουβάλησε τον σταυρό. Προτού κάνει την κλήση αυτή τους είχε προειδοποιήσει για τα πάθη Του: «… δει τον υιόν του ανθρώπου πολλά παθείν … και αποκτανθήναι, και μετά τρεις ημέρας αναστήναι» (Μάρκ. η’ 31). Αυτός είναι ο λόγος που είπε πως είναι «η οδός». Έγινε ο πρώτος στα πάθη κι ο πρώτος στη δόξα. Ήρθε για ν’ αποδείξει πως όλ’ αυτά που οι άνθρωποι ισχυρίζονται ότι είναι αδύνατα, είναι δυνατά. Και τα έκανε δυνατά.
Ο Κύριος δεν πιέζει τους ανθρώπους, δεν τους ασκεί βία. Ο Κύριος συνιστά και προσφέρει. «Όστις θέλει…». Οι άνθρωποι έπεσαν στην αρρώστια της αμαρτίας με την ελεύθερη βούλησή τους. Και μόνο με την ελεύθερη βούλησή τους πρέπει να θεραπευτούν από την αμαρτία. Δεν κρύβει το γεγονός πως το φάρμακο είναι πικρό, πολύ πικρό. Εκείνος όμως, με το να πάρει πρώτος το πικρό φάρμακο, το έκανε πιο εύκολο στους ανθρώπους. Και πήρε το φάρμακο μ’ όλο που ο ίδιος ήταν υγιής, για να μας αποδείξει τη θαυμαστή πράξη Του.
Απαρνησάσθω εαυτόν. Ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, απαρνήθηκε τον εαυτό του όταν αμάρτησε, αλλά απαρνήθηκε τον αληθινό, τον πραγματικό του εαυτό. Όταν ο Κύριος ζητά από τους ανθρώπους ν’ απαρνηθούν τον εαυτό τους, εννοεί τον ψεύτικο, τον πλανεμένο εαυτό. Ας το κάνουμε πιο απλό.
Ο Αδάμ απαρνήθηκε την Αλήθεια και προσκολλήθηκε σ’ ένα ψέμμα. Τώρα ο Κύριος ζητά από τους απογόνους του Αδάμ ν’ απαρνηθούν το ψέμμα και να προσκολληθούν ξανά στην Αλήθεια, από την οποία είχαν απομακρυνθεί. Το ν’ απαρνηθείς τον εαυτό σου επομένως σημαίνει ν’ απαρνηθείς την απατηλή μη-ύπαρξη, που μας έχει επιβληθεί στη θέση της θεόσδοτης ύπαρξής μας. Πρέπει ν’ απαρνηθούμε την παγκοσμιότητα που έχει αντικαταστήσει την πνευματικότητά μας, τα πάθη που έχουν αντικαταστήσει τα καλά μας έργα, τον ταπεινό φόβο που έχει σκοτίσει μέσα μας τη θεϊκή υιοθεσία, το γογγυσμό μας εναντίον του Θεού που έχει αφανίσει μέσα μας το πνεύμα της υπακοής σ’ Εκείνον. Πρέπει ν’ απαρνηθούμε την ειδωλολατρική λατρεία της φύσης και του σώματός μας. Με λίγα λόγια, πρέπει ν’ απαρνηθούμε όλα εκείνα που παραπέμπουν στο «εγώ» μας, και που στην πραγματικότητα είναι ο πονηρός κι η αμαρτία, η φθορά, η απάτη κι ο θάνατος.
Αχ και να μπορούσαμε ν’ απαρνηθούμε τις πονηρές μας συνήθειες που έχουν γίνει μέσα μας δεύτερη φύση. Ν’ απαρνηθούμε αυτή τη «δεύτερη φύση», γιατί δεν είναι η δική μας φύση όπως τη δημιούργησε ο Θεός, αλλά μια σωρευμένη και σκληρυμένη φαντασία κι αυταπάτη μέσα μας – ένα υποκριτικό ψέμμα που βαδίζει με τ’ όνομά μας, και μεις μαζί του.
Τί σημαίνει ν’ αναλάβουμε το σταυρό μας; Σημαίνει την από μέρους μας ελεύθερη αποδοχή κάθε μέσου θεραπείας που μας προσφέρει η πρόνοια του Θεού, έστω κι αν είναι πικρό. Σου έτυχαν μεγάλες καταστροφές; Κάνε υπακοή στο θέλημα του Θεού, όπως έκανε κι ο Νώε. Χρειάζεται να κάνεις θυσία; Παραδώσου στα χέρια του Θεού με την ίδια πίστη που είχε ο Αβραάμ όταν πορευόταν για να θυσιάσει το γιο του. Καταστράφηκε η περιουσία σου; Πέθαναν ξαφνικά τα παιδιά σου; Να τα υπομένεις όλα με καρτερία, με την καρδιά σου προσκολλημένη στο Θεό, όπως έκανε ο Ιώβ. Σ’ εγκαταλείπουν οι φίλοι σου και βρίσκεσαι ξαφνικά περικυκλωμένος από εχθρούς; Να τα υπομείνεις όλα χωρίς γογγυσμό, όπως έκαναν κι οι απόστολοι, με πίστη στο Θεό πως η βοήθειά Του είναι άμεση. Καταδικάστηκες να πεθάνεις για το Χριστό; Δόξασε το Θεό που αξιώθηκες τέτοια τιμή, όπως χιλιάδες χριστιανοί μάρτυρες.
Τίποτα δε θα σου ζητηθεί που δεν έχει ξαναγίνει. Εσύ μάλλον θ’ ακολουθήσεις το παράδειγμα των πολλών – αποστόλων, αγίων, ομολογητών και μαρτύρων – που έμειναν πιστοί στο θέλημα του Χριστού. Πρέπει να γνωρίζουμε και κάτι ακόμα όμως, όταν επιζητούμε τη σταύρωσή μας. Πως ο Κύριος ζητά τη σταύρωση του παλαιού ανθρώπου, εκείνου με τις πονηρές συνήθειες, που υπηρετεί την αμαρτία. Με τη σταύρωση αυτή ο παλιός, ο ζωώδης άνθρωπος μέσα μας νεκρώνεται. Κι ο νέος άνθρωπος, που είναι φτιαγμένος κατ’ εικόνα Θεού και αθάνατος, αναγεννιέται. Λέει ο απόστολος: «Ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη… του μηκέτι δουλεύειν ημάς τη αμαρτία» (Ρωμ. στ’ 6).
Ο σταυρός είναι βαρύς για τον παλιό, το σαρκικό άνθρωπο. Είναι βαρύς για τον άνθρωπο «συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις» (Γαλ. ε’ 24). Για τον πνευματικό άνθρωπο όμως δεν είναι βαρύς. Ο σταυρός είναι «τοις μεν απολλυμένοις μωρία… τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού» (Α’ Κορ. α’ 18). Εμείς καυχιόμαστε στο σταυρό του Χριστού, στο σταυρό που φέρουμε για χάρη Του. Ο Κύριος δε ζητά ν’ αναλάβουμε το δικό Του σταυρό, μα το δικό μας. Ο δικός Του σταυρός είναι ο βαρύτερος. Εκείνος δε σταυρώθηκε για τις δικές Του αμαρτίες αλλά για τις δικές μας, γι’ αυτό κι ο σταυρός Του είναι ο βαρύτερος. Εμείς σταυρωνόμαστε για τις δικές μας αμαρτίες, γι’ αυτό κι ο δικός μας σταυρός είναι ελαφρύτερος. Όταν τα βάσανά μας βρίσκονται στο αποκορύφωμά τους, δεν πρέπει να λέμε πως είναι πολύ μεγάλα, πέρα από κάθε όριο. Ζει Κύριος και γνωρίζει το μέτρο των πειρασμών μας, δε θα μας αφήσει να υποφέρουμε περισσότερο απ’ όσο μπορούμε. Το μέτρο των πειρασμών μας είναι υπολογισμένο τουλάχιστο όσο το μέτρο της μέρας και της νύχτας, ή όσο τα όρια των άστρων στην πορεία τους. Εντάθηκαν οι πειρασμοί μας; Έγινε βαρύτερος ο σταυρός μας; Η δύναμη του Θεού είναι μεγαλύτερη, όπως μας βεβαιώνει ο απόστολος: «Ότι καθώς περισσεύει τα παθήματα του Χριστού εις ημάς, ούτω διά Χριστού περισσεύει και η παράκλησις ημών» (Β’ Κορ. α’ 5).
Η παράκλησή μας όμως, πάνω απ’ όλα είναι μεγάλη επειδή μας καλεί ο Κύριος να τον ακολουθήσουμε. «Ακολουθήτω μοι», λέει. Γιατί ο Κύριος κάνει την κλήση αυτή σ’ εκείνους που αναλαμβάνουν το σταυρό τους; Πρώτα για να μην πέσουν και τσακιστούν κάτω από το βάρος του. Η ανθρώπινη ράτσα είναι τόσο οδυνηρά αδύναμη, που κι ο ελαφρύτερος σταυρός φαίνεται βαρύς στο δυνατότερο άνθρωπο, αν τον φέρει χωρίς τη βοήθεια του ουρανού. Βλέπουμε πως απελπίζονται οι άπιστοι στο ελαφρύτερο χτύπημα. Πως εναντιώνονται στον ουρανό και τη γη με το που θα τους κεντήσει μια καρφίτσα. Πως παραπατούν δεξιά κι αριστερά αβοήθητοι, αναζητώντας κάποια στήριξη και αρωγή στο κενό αυτού του κόσμου· κι όταν ο κόσμος αυτός δεν μπορεί να τους προσφέρει στήριξη και βοήθεια, τότε ισχυρίζονται πως ο κόσμος ολόκληρος δεν είναι παρά ένα κενό απόγνωσης.
Αυτός είναι ο λόγος που ο Κύριος μας καλεί να τον ακολουθήσουμε. Μόνο αν ακολουθούμε πίσω Του θα μπορούμε να κουβαλάμε το σταυρό μας. Σ’ Εκείνον θα βρούμε δύναμη, θάρρος και παρηγοριά. Θα γίνει σ’ εμάς φως στο σκοτεινό δρόμο μας, υγεία στην αρρώστια, σύντροφος στη μοναξιά, χαρά στους πειρασμούς και πλούτος στην ένδεια. Το ανεξάντλητο φως του Χριστού μας χρειάζεται για να σβήσει τον πόνο μας και να κρατήσει ζωντανή την ελπίδα μας στο χάραμα της μέρας.

Γιατί δεν συμμετείχαμε και στις πληγές και τον θάνατο του Κυρίου. Αλλά μόνος Του σήκωσε αυτόν τον αγώνα, και, όταν επρόκειτο να στεφανωθεί, τότε μας έκανε κοινωνούς Του. Είναι και αυτό χαρακτηριστικό της άρρητης φιλανθρωπίας Του και μάλιστα όχι παράλογο και ανακόλουθο. Γιατί μετά τον Σταυρό ενωθήκαμε με τον Χριστό. Πριν τον θάνατό Του δεν είχαμε τίποτε κοινό μαζί Του. Εκείνος ήταν Υιός, και μάλιστα αγαπητός. Εμείς ελεεινοί και δούλοι και εχθροί κατά το φρόνημα. Όταν όμως πέθανε και δόθηκε το λύτρο και καταστράφηκε το δεσμωτήριο του διαβόλου, τότε αποκτήσαμε την ελευθερία και την υιοθεσία και γίναμε μέλη της μακαρίας εκείνης Κεφαλής. Από τον Σταυρό και έπειτα γίνονται και δικά μας όσα ανήκουν στην Κεφαλή.

άγιος Νικόλαος Καβάσιλας

Σταυρού πανήγυρη και ποιος να μην σκιρτήσει;


Σταυρού πανήγυρη και ποιος να μην σκιρτήσει; Ανάστασης διακήρυξη και ποιος χαρούμενα να μην γελάση; Ναι, ανασκίρτηση δια τον Σταυρόν: Διότι όταν αυτός ενεπήχθη στον τόπον του Κρανίου έχοντας καρφωμένο επάνω του τον Δεσπότη της κτίσεως, έσχισε το εις βάρος μας χρεωστικό έγγραφο , το όποιον είχε υπογράψει ό προπάτωρ μας ό Αδάμ, όταν παρέβη τάς εντολές του Θεού. Έτσι  ό Σταυρός μας ελευθέρωσε από τα δεσμά της αμαρτίας κάνοντας μας να αναπηδούμε με εύθυμα σκιρτήματα σαν μικροί μόσχοι πού έχουν λυθεί από κάποια δεσμά. Διότι όπου ή αμαρτία πλεόνασε, εκεί περίσσευσε ή χάρις του Θεού.
Για  την Ανάστασιν γέλιο  χαράς: Διότι αυτή εξόρισε την φθορά του θανάτου και εξεδίωξε το ζοφερό σκοτάδι  του Άδη και ανέστησε τους νεκρούς από τους τάφους. Εξήλειψε το δάκρυαπό κάθε πρόσωπον, όπως λέγει ό προφήτης, και άντ’ αυτού χάρισε την πραγματικά ατελείωτη χαρά  σε κάθε άνθρωπο. Και αληθώς, το δώρημα της Αναστάσεως δεν είναι μόνον για μερικούς ούτε το κατόρθωμα της επραγματοποιήθηκε προς χάριν κάποιων ολίγων. Διότι κατ’ αυτήν εκείνος ό όποιος πραγματοποίησε με ανθρώπινη σάρκα την ταφή, μάλλον δε την Ανάσταση, δεν ήτο άλλος από τον Θεό ολ΄κληρης της κτίσης, ό όποιος ποτέ δεν χορηγεί χαρίσματα εσε μερικούς μόνον ούτε υπάρχει εις Αυτόν καμία προσωποληψία. Αποδεικνύοντας λοιπόν τον εαυτόν του αληθή Θεόν των όλων, απλώνει την δωρεάν της σωτηρίας εις όλους τους ανθρώπους, ευσπλαχνιζόμενος την δική του εικόνα και ανακαινίζοντας την εξ ολοκλήρου· διότι κατ’ εικόνα Θεού έχει πλασθή κάθε άνθρωπος επί της γης.
Του Σταυρού ή επέτειος πρόβαλε και ποίος άνθρωπος να μην σταύρωση τον εαυτό του; Διότι ό Σταυρός γνωρίζει ως απολύτως γνήσιο προσκυνητή του, μόνον εκείνον ό όποιος σταύρωσε τον εαυτόν του ως προς τον κόσμον και απέδειξε έτσι εμπράκτως δια τον εαυτόν του, ότι είναι απροκάλυπτα γνήσιος φίλος του Σταυρού.
Αναστάσεως τα εγκαίνια και ποίος πιστός δεν θα ανακαινισθή, απορρίπτοντας κάθε νέκρωση την εκ των παθών και ενδυόμενος αφθαρσίαν ψυχής; Διότι αλλιώς ορίζεται ό θάνατος της ψυχής και αλλιώς γνωρίζεται ό θάνατος του περί αυτήν σώματος. Τον πρώτον τον κυιοφορεί ή αμαρτία, όπως έγραψε ό αρχηγέτης και προεξάρχων αυτού του θρόνου, ό άδελφόθεος Ιάκωβος. Τον δε δεύτερο είναι νόμος της φύσεως να τον γεννά ή διάλυση των στοιχείων τα όποια συνθέτουν την ουσία των όντων. 
Ό Σταυρός υψώνεται και ποίος δεν θα ύψωθή μυστικώς από την γή; Διότι όπου υπερυψούται ό Λυτρωτής, εκεί πέρα πηδά και παρίσταται και ό λυτρωθείς, ποθώντας να ευρίσκεται πάντοτε μαζί με τον Σωτήρα του και να τρυγά Εκείνου την άφθαρτη βοήθεια.
Tι έχουμε λοιπόν υψηλότερο από αυτές τις μακαριες εορτές; Ποιον από όλα όσα έχουμε είναι Ιερώτερον από αυτές τις Ιερές πανηγύρεις; Πώς δεν θα χαρούμε και δεν θα σκιρτήσουμε επιτελώντας τούτων των δύο τάς εορτάς; Αναστάσεως ολόλαμπρος φωταψία και Σταυρού πυρσοφώτιστος προσκύνηση! Αυτά τα δύο είναι δι` ημάς τα τρόπαια ολοκλήρου της σωτηρίας μας. Αυτά μας λύτρωσαν από τον θάνατο και τα πάθη και την  κακοποίησιν των δαιμόνων και μας ωδήγησαν πίσω εις τον Δεσπότην μας. Αυτά κατέλυσαν κάθε κατήφεια και σκυθρωπότητα και ανέτειλαν σε μάς την αυγή της χαράς. — Ή μήπως ή ζωοδότρια Άνάσταση δεν μας δωρίζει την εισοδον της αθανάτου ζωής; και ό Σταυρός πού υψούτε δεν γεννά μέσα μας την απολύτρωση των παθών; Διότι πράγματι, αυτά μας ανέδειξαν και πάλιν μετόχους της προς τον Θεόν οικειώσεως, χάριν της οποίας και ήλθαν εις τον κόσμον και ανέτειλαν  σε  όλους εμάς τους γηγενείς.

Aπό "Λόγος εἰς τήν ὕψωσιν τοῦ τιμίου Σταυροῦ καί εἰς τήν Ἁγίαν Ἀνάστασιν(ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ)"

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 12, 2019

Μην αρνηθείς τον Εσταυρωμένο!


Μήν ἀρνηθεῖς τόν Ἐσταυρωμένο. Ἄν Τόν ἀρνηθεῖς, ἔχεις πολλούς πού θά σέ ἐλέγξουν γι᾽ αὐτό. Πρῶτος θά σέ ἐλέγξει ὁ Ἰούδας ὁ προδότης. Διότι αὐτός πού Τόν πρόδωσε ἤξερε ὅτι ἀπό τούς ἀρχιερεῖς καί πρεσβυτέρους καταδικάστηκε σέ θάνατο (πρβλ. Ματθ. 27, 3). Τό μαρτυροῦν τά τριάντα ἀργύρια (πρβλ. Ματθ. 26, 15). Τό μαρτυρεῖ ἡ Γεθσημανή, ὅπου ἔγινε ἡ προδοσία. Γιά νά μήν ἀναφέρω τό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, ὅπου ὅλοι παρόντες προσεύχονταν τή νύχτα. Τό μαρτυρεῖ ἡ σελήνη τῆς νύχτας. Τό μαρτυρεῖ ἡ ἡμέρα καί ὁ ἥλιος πού χάθηκε (πρβλ. Λουκ. 23, 44), διότι δέν μποροῦσε νά βλέπει τήν παρανομία τῶν ἐχθρῶν τοῦ Κυρίου. Σέ ἐλέγχει ἡ φωτιά, ὅπου παρευρέθηκε καί θερμαινόταν ὁ Πέτρος. Ἄν ἀρνηθεῖς τό Σταυρό, σέ περιμένει ἡ αἰώνια φωτιά. Μιλάω σκληρά, γιά νά μήν ἐπιχειρήσεις ἐσύ νά σκληρυνθεῖς. Θυμήσου τά μαχαίρια πού ἔφεραν ἐναντίον Του στή Γεθσημανή (πρβλ. Ἰωάν. 18, 3), γιά νά μή δοκιμασθεῖς ἀπό τήν αἰώνια ρομφαία. Θά σέ ἐλέγξει τό σπίτι τοῦ Καϊάφα, πού μέ τήν ἐρημιά πού τό δέρνει δείχνει τή δύναμη πού εἶχε ὁ τότε δικαζόμενος ἐκεῖ. Ὁ ἴδιος ὁ Καϊάφας, τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, θά σοῦ φέρει σθεναρές ἀντιρρήσεις. Θά σοῦ ἐναντιωθεῖ καί ὁ δοῦλος πού ἔδωσε τό ράπισμα στόν Ἰησοῦ (πρβλ. Ἰωάν. 18, 22) καί αὐτοί πού τόν ἔδεσαν καί τόν ἔφεραν στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου. Θά σοῦ ἐναντιωθοῦν καί ὁ Ἡρώδης καί ὁ Πιλάτος καί κάπως ἔτσι θά σοῦ μιλήσουν: Τί ἀρνεῖσαι Αὐτόν πού συκοφαντήθηκε ἀπό τούς Ἰουδαίους μπροστά σας, γιά τόν Ὁποῖο ξέρουμε ὅτι δέν ἁμάρτησε σέ τίποτα; (πρβλ. Λουκ. 23, 14-15). Διότι καί ἐγώ ὁ Πιλάτος «ἔνιψα τότε τά χέρια μου» (πρβλ. Ματθ. 27, 24). Θά σοῦ ἐναντιωθοῦν οἱ ψευδομάρτυρες καί οἱ στρατιῶτες πού Τοῦ φόρεσαν «τό κόκκινο ἔνδυμα καί τό ἀκάνθινο στεφάνι, Τόν σταύρωσαν στό Γολγοθά» (πρβλ. Ἰωάν. 19, 2. 17) καί γιά «τόν χιτώνα Του ἔβαλαν κλῆρο» (πρβλ. Ἰωάν. 19, 24). Θά σέ ἐλέγξει ὁ Σίμων ὁ Κυρηναῖος πού σήκωνε τό Σταυρό πίσω ἀπό τόν Ἰησοῦ (πρβλ. Λουκ. 23, 26).
Θά σέ ἐλέγξει ἀπό τά ἀστέρια ὁ ἥλιος πού χάθηκε. Καί ἀπό τῆς γῆς τά πράγματα, τό κρασί τό ἀρωματισμένο μέ σμύρνα. Ἀπό τά καλαμοειδή τό καλάμι, ἀπό τά βότανα ὁ ὕσσωπος, ἀπό τά θαλάσσια τό σφουγγάρι, ἀπό τά δέντρα τό ξύλο ἀπ᾽ ὅπου ἔγινε ὁ Σταυρός. Οἱ στρατιῶτες, ὅπως εἴπαμε, πού Τόν σταύρωσαν καί ἔβαλαν κλῆρο γιά τά ἱμάτιά Του, ὁ στρατιώτης πού μέ τή λόγχη ἄνοιξε τήν πλευρά Του, οἱ γυναῖκες πού ἦταν τότε παροῦσες (πρβλ. Ματθ. 27, 55), τό καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ πού σχίστηκε τότε σέ δυό κομμάτια (πρβλ. Ματθ. 27, 51). Τό πραιτώριο τοῦ Πιλάτου, πού τώρα, ἔχει ἐρημωθεῖ μέ τή δύναμη Ἐκείνου ὁ Ὁποῖος εἶχε τότε σταυρωθεῖ. Αὐτός ἐδῶ ὁ Γολγοθάς ὁ ἅγιος, ὁ ὑπερυψωμένος, πού μέχρι σήμερα ἐκπέμπει φῶς καί δείχνει μέχρι τώρα πῶς ράισαν οἱ πέτρες του γιά τόν Χριστό. Τό πλησίον μνῆμα ὅπου ἐνταφιάστηκε καί ἡ πέτρα πού ἔβαλαν στή θύρα (πρβλ. Ματθ. 27, 60) καί πού μέχρι σήμερα βρίσκεται δίπλα στόν τάφο. Οἱ Ἄγγελοι πού ἦταν τότε παρόντες. Οἱ γυναῖκες πού προσκύνησαν μετά τήν Ἀνάσταση. Ὁ Πέτρος καί ὁ Ἰωάννης πού ἔτρεξαν στό μνῆμα καί ὁ Θωμᾶς, πού ἔβαλε τό χέρι του στήν πλευρά Του καί τά δάκτυλά του στά σημάδια ἀπό τά καρφιά (πρβλ. Ἰωάν, 20, 25-27). Διότι καί ἐκεῖνος γιά χάρη μας ψηλάφησε τήν πλευρά μέ προσοχή, ὥστε ἐκεῖνο πού ἐσύ, ὁ ὁποῖος δέν ἤσουν τότε παρών, ἔμελλες νά ζητήσεις γιά νά ἐρευνήσεις, αὐτό τό ἐρεύνησε ἐκεῖνος, ὄντας παρών, «κατ᾽ οἰκονομίαν».
Ἔχεις δώδεκα Ἀποστόλους μάρτυρες τοῦ Σταυροῦ, καί τήν οἰκουμένη καί ὅλο τό πλῆθος τῶν ἀνθρώπων πού πιστεύουν στόν Ἐσταυρωμένο. Νά σέ πείσει ἀκόμα γιά τή δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου αὐτό τό ἴδιο γεγονός τῆς τωρινῆς παρουσίας σου σ᾽ αὐτό τό χῶρο. Διότι ποιός σέ ἀνάγκασε νά ἔρθεις τώρα σ᾽ αὐτή τή συγκέντρωση; Ποιοί εἶναι οἱ στρατιῶτες πού τό ἔκαναν αὐτό; Μέ ποιά δεσμά σέ δέσανε γιά νά σέ φέρουν ἐδῶ, χωρίς νά τό θέλεις; Ποιοῦ δικαστηρίου ἡ καταδικαστική ἀπόφαση σέ ὑποχρέωσε καί σέ βίασε νά βρίσκεσαι ἐδῶ; Ἑπομένως τό τρόπαιο τοῦ Ἰησοῦ τό σωτήριο, ὁ Σταυρός, ὅλους τούς συνάθροισε. Αὐτό εἶναι πού ταπείνωσε τούς Πέρσες καί τούς ἔκανε νά προσκυνοῦν δουλικά τόν Κύριο καί ἡμέρωσε τούς Σκύθες. Αὐτό χάρισε στούς Αἰγύπτιους τή θεογνωσία, ἀντί γιά τήν πίστη πού εἶχαν στίς γάτες, στά σκυλιά καί σέ ὅλη ἐκείνη τήν πολύμορφη πλάνη. Αὐτό μέχρι σήμερα θεραπεύει ἀρρώστιες. Αὐτό διώχνει τούς δαίμονες καί ἀνατρέπει τῶν γοήτων καί τῶν μάγων τίς μαγγανεῖες.
Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων, από την ΙΓ' Κατήχηση

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 09, 2019

Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


Χρυσοστόμου Α. Σταμούλη

Γέννηση, ζωή, πάθος, Σταυρός και Ανάσταση, τα σημαντικότερα γεγονότα, σταθμοί του λειτουργικού χωροχρόνου, συνδέουν το λόγο της υπάρξεώς τους με το μυστήριο του Χριστού. Χριστός αρχή και τέλος, θα έλεγαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Γίνεται εμφανής, λοιπόν, ο ουσιαστικός σύνδεσμος της περί Χριστού διδασκαλίας της Εκκλησίας με τη διδασκαλία και το γεγονός της σωτηρίας. Εξάπαντος, βέβαια, οφείλω να ομολογήσω, ότι τούτη η έμφαση στο πρόσωπο του Χριστού δεν αλλοιώνει το συνολικό χαρακτήρα της Ορθόδοξης Θεολογίας η οποία είναι κατεξοχήν δοξολογική. Η δόξα του Θεού σημαίνει τη δόξα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Η όλη Τριάδα δοξάζει και δοξάζεται, καθώς η όλη Τριάδα ενεργεί το μυστήριο της Θείας Οικονομίας.
Εντούτοις, η πλήρωση του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας, δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς τη συμβολή του κτίσματος, δηλαδή χωρίς την ελεύθερη κατάφαση του ανθρώπου. Κεντρική θέση, σε αυτή τη διαδικασία οικείωσης του Φωτός, κατέχει στην Ορθόδοξη Θεολογία και Εκκλησία το πρόσωπο της Μητέρας του σαρκωθέντος Λόγου, το πρόσωπο της Παναγίας Θεοτόκου. Και εάν το πρόσωπο του Υιού κάνει φανερή την θεία πραγματικότητα, το πρόσωπο της Παναγίας φανερώνει την αλήθεια της ανθρώπινης πραγματικότητας. Θεία και ανθρώπινη πραγματικότητα κάνουν την Σωτηρία να αληθεύει. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η Θεομήτωρ βρίσκεται στην καρδιά της εκκλησιαστικής κοινότητας.
Η Παρθένος Μαρία είναι ο ναός ο ακατάλυτος και άγιος, στον οποίο σκήνωσε ο Λόγος. Είναι το χωρίον του αχωρήτου. Είναι ακόμη η χωρήσασα τον αχώρητον «εν μήτρα αγία παρθενική». Συνεπώς, η θεολογική ταύτιση Θεοτόκου και Εκκλησίας, που συχνά ακούμε στα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, οδηγεί στην ανέρευση και ανάδειξη της θεολογικής αλήθειας σύμφωνα με την οποία η Εκκλησία είναι χωρίον ή χώρα του αχωρήτου και πλατυτέρα των ουρανών. ’λλωστε, όπως ορθά έχει υπογραμμίσει ο μακαριστός Επίσκοπος Κοζάνης Διονύσιος Ψαριανός, «η πλατυτέρα, ζωγραφουμένη εις το ημιθόλιον της κόγχης του ιερού βήματος, μετά του Ιησού Χριστού, τούτο ακριβώς συμβολίζει: την Εκκλησία μετά του Ιησού Χριστού εν τω μέσω αυτής».
Η Θεοτόκος, λοιπόν, ως αχωρητοχώρα ή αχωρητοχωρίον του αχωρητοχωρήτου Υιού της βιώνει και συνάμα φανερώνει, πρώτη αυτή, το θαυματουργικό γεγονός, το μυστήριο του Χριστού, του Σαρκωμένου Λόγου, και της Εκκλησίας. Η Μαρία είναι το πρώτο ανθρώπινο όν, παράλληλα με την ανθρωπότητα του Λόγου, που σχετίζεται μαζί του ευχαριστιακά και λυτρωτικά. Η Θεία Ευχαριστία, το όντως μυστήριο της Εκκλησίας, γίνεται δυνατή μόνο με την υποστατική ένωση Θεότητας και ανθρωπότητας που πραγματοποιείται στη μήτρα της Παρθένου Μαρίας θαυματουργικά και συνεπώς ελεύθερα.
Η Θεοτόκος προσφέρει δια της υπουργίας του μυστηρίου της Ενσάρκωσης, το δώρο, τον Υιό της, στους εστιωμένους εντός της μητέρας Εκκλησίας. Πρόκειται σαφώς για τις ευχαριστιακές προεκτάσεις της περί Θεοτόκου διδασκαλίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας, πού οδηγούν στην μετοχή της αλήθειας, σύμφωνα με την οποία η πίστη στο μυστήριο του Χριστού αποτελεί το Εισοδικόν για το μυστήριο της Θεοτόκου, αλλά και το αντίθετο.
Συνεπώς, η Παναγία μητέρα καλεί τους πιστούς να μετάσχουν στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, δια του οποίου οι πιστοί γίνονται κοινωνοί αλλά και ομολογητές του μυστηρίου του Σταυρού και της Ανάστασης. Με άλλα λόγια δια της Θείας Ευχαριστίας γίνονται οι θεασάμενοι «την του Χριστού ανάστασιν».
Και εξάπαντος η Θεοτόκος δεν προσκαλεί απλά και μόνο τους πιστούς στη θέαση του Σταυρού και της ανάστασης του Χριστού, αλλά η στάση της, ο τρόπος της υπάρξεώς της προσδιορίζει και τον τρόπο οικείωσης, ψηλάφησης και βίωσης της αλήθειας.
Και είναι αλήθεια ότι η μοναδικότητα και το ανεπανάληπτο του προσώπου του Ιησού Χριστού, του Υιού της, καθιστά μοναδική και τη θέση της Μαρίας στο μυστήριο της Θείας Οικονομίας. Όλο το μυστήριο της Παναγίας Θεοτόκου συνοψίζεται στο μυστήριο του Χριστού και με αυτό εξηγείται.
Η Παναγία φανερώνει τον άνθρωπο που ξεπερνά τα πλαίσια-όρια της αυτοσυντήρησης και ορθώνει την καινή, τη νέα ύπαρξη που η ελευθερία της επέτρεψε στο Λόγο να της δωρίσει. Διά της θλίψεως αναζητά την «επέκεινα έκταση» που στην περίπτωση φανερώνει την εισβολή των εσχάτων στα παρόντα. Η αλήθεια της υπάρξεως συνίσταται στην μεταποίηση του ιδιωτικού σχήματος σε σχήμα αληθινό. Η άνθρωπος, η Θεοτόκος, η μητέρα Παναγία δείχνει το δρόμο που χάνεται μέσα στ’ αγκάθαια και εγκαταλείπει την ασφάλεια της αυτοσυντήρησης που οδεύει τον δρόμο τον άλλο, που δεν είναι παρά «μια εικονική προβολή χωρίς αλήθεια». Τούτη η πορεία της Παναγίας- συμπόρευση με τη σαρκωμένη Αλήθεια- προβάλει τον κατά φύση άνθρωπο και ταυτόχρονα δεικνύει τις εκτροπές από τη φύση που ζωγραφούνται σε θεωρίες υπανθρώπων και υπερανθρώπων. ’λλωστε, ο Θεός Λόγος, για να σώσει τον άνθρωπο, δεν έγινε ούτε υπάνθρωπος, ούτε υπεράνθρωπος, αλλά πραγματικός- καινός άνθρωπος. Προσέλαβε όλη τη φύση του κτιστού δημιουργήματός Του «δίχα μόνης αμαρτίας». Μέσα σ’ αυτό το μυστήριο, το μυστήριο του Θεναθρώπου Χριστού, μπορεί κανείς ν’ ανακαλύψει και να αναγνωρίσει το μυστήριο της Θεοτόκου. Η εμπειρία του Χριστού και μόνο αυτή, μπορεί να ερμηνεύσει την εμπειρία της Θεομήτορος που «ξεπερνά το άμεσο, δίχως ούτε μια στιγμή ν’ αφίσταται του πραγματικού». Κορύφωση αυτής της θεομητορικής εμπειρίας αποτελεί η εμπειρία του Σταυρού, όπου η μητέρα παρουσιάζεται από τους Αγίους Πατέρες να ξεπερνά αγωνιζόμενη το όριο της αμεσότητας και να θεωρεί την πραγματικότητα του επέκεινα.
Το μυστήριο του Σταυρού θα μπορούσε αλλιώς, και εντός αυτών των πλαισίων, να ονομαστεί «μυστήριο του πραγματικού», καθώς φανερώνει την πραγματικότητα της Σάρκωσης, της ζωής, του πάθους, του ίδιου του Σταυρού και της Ανάστασης και αναγνωρίζει «την απλή κόρη της γής, Θεοτόκο, καθέδρα του μόνου Βασιλέα των πάντων».
Το «μυστήριο του πραγματικού» με άλλα λόγια προϋποθέτει και ταυτόχρονα διαζωγραφεί την «πραγματικότητα της Μητέρας». Η χοϊκή Μάνα, όπως μας πληροφορεί ο κυρ-Νίκος Πεντζίκης, σηκώνει στην αγκαλιά της το παιδί και κείνο σ’ αντάλλαγμα αποδίδει στη Μητέρα κάθε ωραιότητα και αξία. Τούτη η σχέση, σχέση μοναδική και απόλυτα προσωπική, δίνει τη δυνατότητα στην Παρθένο Μαρία να αναφωνήσει το πανέμορφο «ο Υιός μου και Θεός μου» και να φωτίσει με μιάς τη σχέση δούλης-Κυρίου από τη μια και μητέρας-παιδιού από την άλλη. Η μητέρα πάνω στο Σταυρό θεωρεί το Θεό της αλλά και γιό της. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο σκανδαλίζεται από το πάθος. Είναι δύσκολο ακόμη και γι’ ‘ανθρώπους μοναδικούς, εξαιτίας της κλήσης και της χάρης τους, να αντιληφθούν το μυστήριο σ’ όλο του το βάθος. Ακόμη και όταν υπάρχει η διάθεση, η αδυναμία της ανθρώπινης φύσης είναι τέτοια που αντιμετωπίζει με τη μορφή πειρασμού «τη μωρία του Σταυρού». Είναι γνωστό, άλλωστε, και πρέπει να υπογραμμισθεί ότι στά πλαίσια της αμεσότητας ο Σταυρός δεν μπορεί να ερμηνευθεί αλλιώς, παρά μονάχα ως μωρία. Αντίθετα, στα πλαίσια του πραγματικού, η ψυχή του ανθρώπου βλέπει τη δόξα του επέκεινα και υπομένει την ομοίωση του Θεού. Και τούτο δεν είναι μια στάση μαγική, αυτόματη, που καταργεί τη φύση των πραγμάτων, αλλά τρόπος ενεργητικός, δυναμικός, που προϋποθέτει συνεχή κίνηση, αγώνα και εγκαρτέρηση. Συνεπώς, η πραγματικότητα της χοϊκής Μάνας και του κατ’ αλήθειαν Υιού της φθάνει για να ερμηνεύσει το «πρόσκαιρον» της αδυναμίας της Παναγίας της Παναγίας να κατανοήσει πώς ο Υιός της, Αυτός πού με τα θαύματά Του κατέπληξε την Ιουδαία, βρίσκεται προσηλωμένος στο Σταυρό. Γι’ αυτό ξεσπάει σε δάκρυα. Πρόκειται για εικόνα που οδηγεί τον κατεξοχήν υμνητή της Θεοτόκου, τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, στη διατύπωση μιάς από τις ωραιότερες θέσεις του για το γυναικείο φύλο, πού εκφράζει και την αντίστοιχη ανθρωπολογία του: «Φιλόδακρυ γάρ πώς αεί το θηλειών εστι γένος, και πολύ δή λίαν εις θρήνους ευπετές, όταν δή μάλιστα και πλουσίας έχει του δακρυρροείν τας αφορμάς».
Πρόδηλο γίνεται από το εντυπωσιακό αυτό κείμενο το πλαίσιο κατανόησης της στάσης της Θεοτόκου στο Σταυρό, που αναδεικνύει την πραγματικότητα της χοϊκής φύσης της Θεομάνας και συνεπώς όλων των συμβεβηκότων της γυναικείας φύσης, με πρώτο αυτό της ευαισθησίας. Συνεπώς, ερωτήματα σαν αυτά που με έκπληξη αναζητούν το γιατί της συγκεκριμένης λειτουργίας της Παναγίας φαίνεται πώς αγνοούν την ορθόδοξη εμπειρία και θεολογία που κατανοεί ότι η στάση της Μητέρας του Θεού δεν είναι μια άρνηση στην κλήση της ή αδυναμία φύσεως, και συνακόλουθη αδυναμία κατανόησης του μυστηρίου, αλλά μια κατάφαση στη «δεινότητα της φύσης των συμβεβηκότων», η οποία μπορεί να καταστρέψει ακόμη και «το νήφοντα λογισμό».
’λλωστε παρόμοια παραδείγματα συναντά κανείς στη σύνολη Εκκλησιαστική ιστορία, με πρώτο αυτό του σκανδαλισμού του Αποστόλου Πέτρου. Πώς, λοιπόν, θα μπορούσε, στα πλαίσια μιάς τέτοιας ανθρωπολογίας και θεολογίας, να θεωρηθεί παράδοξο ένα πράγμα τόσο απλό, όπως είναι ο συναρπασμός του «τρυφερού νοός» της Παρθένου, από έννοιες «ασθενέστερες»; Και εάν για την «κριτική σκέψη» όλα αυτά αποτελούν «σκάνδαλο» και «μωρία», για τους φίλους του Θεού τα πάντα έχουν τη «λογικότητά» τους.
Αν ανατρέξει κανείς στα βιβλικά κείμενα θα ανακαλύψει ότι αυτή την κατάσταση της Θεοτόκου είχε προαναγγείλει στην προφητεία του ο Συμεών: «…και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία». Εάν δε αναζητήσουμε την ερμηνεία του όρου «ρομφαία» στα κείμενα των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας τότε θα την εξηγήσουμε ως «οξεία του πάθους προσβολή», δηλαδή ως πειρασμό, που στρέφει το νού σε εκτόπους λογισμούς και τον κατατέμνει. Στο σημείο αυτό δύο πράγματα μπορούν να απομακρύνουν από την αμαρτία-αστοχία, που καθηλώνει την ύπαρξη στην αβάσταχτη ελαφρότητα της αμεσότητας. Η ανθρώπινη ελευθερία και ο θεϊκός φωτισμός. Ή αλλιώς η ελευθερία που κάνει δυνατό το φωτισμό. Έτσι, η καλλίστη έκφραση της ελευθερίας, η Παναγία, δίνει τη δυνατότητα στον Υιό της να προνοήσει τη λύση των σφοδρών διαλογισμών της. Και τούτο πραγματοποιείται με τρόπο εντυπωσιακό. Ο ηγαπημένος μαθητής, ο Ιωάννης, αναλαμβάνει να αποκαλύψει το βάθος του μυστηρίου στην Παρθένο Μαρία και να πληρώσει με τον τρόπο αυτό τη βούληση του Δασκάλου και Σωτήρα του.
Και εάν όλα αυτά αποτελοπυν τη μία ερμηνεία της προφητείας του Συμεών, που συναντά κανείς σε μεγάλους θεολόγους, όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, ο όσιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός και ο ιερός Καβάσιλας, δε λείπει και η άλλη προσέγγιση, η οποία προχωράει ακόμη περισσότερο και εκφράζεται και αυτή από το δάσκαλο της ακριβείας, τον αλεξανδρινό Κύριλλο.
Σύμφωνα με αυτή, η φυσική-βιολογική-αγαπητική σχέση της μητε΄ρας με το παιδί δεν αφαιρεί από την Παρθένο την πλήρη συναίσθηση της αποστολής της. Η στάση της μπροστά στο Σταυρό δεν περιορίζεται μόνο στη λύπη της για τον άδικο χαμό του κατά σάρκα Υιού της. Το δυνατό συναίσθημα του πόνου φώτιζε και λάμπρυνε μια εσωτερική θεωρία της σωτηρίας του ανθρώπου, με την νίκη του θανάτου και της αμαρτίας, από τον Ιησού Χριστό. Αυτό πιστεύει ο άγιος Κύριλλος ότι εκφράζει και η προφητεία του Ζαχαρία, «Ρομφαία εξεγέρθητι επί τον ποιμένα μου», που φανερώνει την αγωνιώδη «βία» του μακαρίου και της Παρθέρνου να ενεργηθεί το «σωτήριον πάθος» και ο «καιρός» της «ανάδειξης των αγαθών» να φθάσει.
Τούτη η ερμηνεία συμπωσόνοντας το χρόνο και τον τρόπο αναδεικνύει το σχέδιο της Θείας Οικονομίας και τον εξαιρετικό ρόλο που η Παναγία διακόνησε εντός του. Μητέρα Θεού και αδελφή ανθρώπων υπούργησε, με περισσή συνέπεια, το μυστήριο της Σωτηρίας, από τη σύλληψη και το ταπεινό σπήλαιο, έως τη Σταύρωση και την Ανάσταση. Ανέδειξε το κάλλος το άγιο, ως κάλλος οδύνης, και υφιστάμενη την αναπνοή του Υιού της έκλαψε για την αποκατάσταση της πραγματικής ενότητας. Αυτή η Δέσποινα του κόσμου, με την άγια ευαισθησία της μάνας και τη βαθειά αίσθηση της ευθύνης για την υπουργία του μυστηρίου της σωτηρίας, ενεέπνευσε στο μεγάλο βυζαντινό της Θεσσαλονίκης, τον τρελλό της ευθύνης, τον κυρ-Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη, την «Παράκλησή» του:
«Μητέρα, πού το μέγεθός σου, επιτρέπει να πάρει
ο πόνος τη μορφή ακύμαντης θάλασσας,
όταν τον αντικρύζεις καθηλωμένο στο Σταυρό,
μη πάψεις να διαμένεις στα μάτια μας,
σήμερα, που δοκιμαζόμενα εκείνα,
χορηγούν σ’ όλους, την υπέρ πάντα αλήθεια.
Όχι τη λογική των θηρίων,
Αλλά εκείνην του ποιμνίου
Του καινούριου σου παιδιού,
Μάντρα των θελόντων σωθήναι,
της παραμυθίας χώρα απέραντη,
καταστόλιστη μ’ όλες τις χάρες της άνοιξης,
επέτρεψε στους δούλους σου την είσοδο,
ώστε να μπορούν όρθιοι,
να συνεχίσουν να άδουν αδιάκοπα,
σε σένα, ευχαριστήριους ύμνους,
Υπέρμαχη σε όλους τους κινδύνους,

Στρατήγισσα».