ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Πέμπτη, Ιουλίου 30, 2009

Η δόξα του ελληνικού θέρους


Η Παναγιά το πέλαγο

κρατούσε στην ποδιά της

Τη Σίκινο την Αμοργό

και τ' άλλα τα παιδιά της.  

Από την άκρη του καιρού 

και πίσω απ' τους χειμώνες 

Άκουγα σφύριζε η μπουρού

κι έβγαιναν οι Γοργόνες. 

Κι εγώ μέσα στους αχινούς

στις γούβες στ' αρμυρίκια 

Σαν τους παλιούς θαλασσινούς

ρωτούσα τα τζιτζίκια:

 

Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι

γεια σας κι η ώρα η καλή

Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει;  

κι ' όλ' αποκρίνονταν μαζί:

-Ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει.

Τα τζιτζίκια, Οδυσσέας Ελύτης

Κάθε εποχή του χρόνου σου δίνει κίνητρα για να θεολογήσεις. Όχι όμως να θεολογήσεις ψυχρά όπως οι σπουδαίοι στις αίθουσες της ακαδημίας, αλλά καρδιακά, σαν προσευχή στον Πλάστη για τις ανέκφραστες χαρές που σου δίνει. Αυτή είναι μια πράξη καθαρά ποιητική, όμως υπερβαίνει και αυτή την ποίηση γιατί δεν αφορά την λογοτεχνική άσκηση στα υπερβατικά αλλά στα πεζότερα. Ο,τιδήποτε βλέπουμε και αισθανόμαστε δεν είναι κατ'ανάγκη πεζή πραγματικότητα. Ευλογημένη είναι αυτή η ποίηση που δεν σκοτώνει με τον λόγο το αίσθημα. Αυτή που νιώθει κανείς μόνο μέσα του και δεν εξαϋλώνεται,ούτε αποδυναμώνεται,ούτε προστυχαίνει όταν μπαίνει στο χαρτί.Oι έλληνες ποιητές όπως ο Ελύτης κατάφεραν μόνον ίσως να ξεπεράσουν αυτή την αδυναμία γιατί ανάσαιναν όχι μόνο το Αιγαίο και την Ελλάδα, αλλά και κατάφερναν να διαισθάνονται την ύπαρξη ενός μυστικού αρχετύπου τους: την ομορφιά της ψυχής του κόσμου που πηγάζει από την ανάμνηση του παραδείσου.

Φυσικά, ανάμεσα στις εποχές τα σκήπτρα κρατά η άνοιξη με την ανάσταση και τον οργασμό της ζωής που φαίνεται να υπερτερεί από τον παρεξηγημένο χειμώνα της προσδοκίας και το μελαγχολικό φθινόπωρο της συγκομιδής αλλά και της αγονίας. Το έαρ ανταγωνίζεται μόνο το θέρος, αν δεν το υπερβαίνει κιόλας. Το θέρος της δόξας. Τώρα που όλη γη πανηγυρίζει, η θάλασσα αστράφτει, ο ήλιος κυριαρχεί και οι οπώρες μας τρέφουν με δροσιά και γλύκα , τώρα που η γη έχει φτάσει στον προορισμό της και είναι η ώρα του απογείου της.

Το θέρος είναι στολισμένο με τις μνήμες των μαρτύρων. Είναι η ώρα όχι μόνο του φυσικού αλλά και του εσχατολογικού θέρους. Τέτοια απόκρυφα μηνύματα σου στέλνει η κρυστάλλινη ατμόσφαιρα που είναι καθαρά αποκαλυπτική γιατί είναι η εικόνα του μέλλοντος. Ναι , είναι η ώρα δηλ η εποχή που πανηγυρίζονται και γιορτάζουν οι περισσότεροι μάρτυρες. Το θέρος που ξεκινά με τον φωτισμό των εργατών - δηλ την πεντηκοστή- και τελειώνει με την συγκομιδή της βασιλείας δηλ την δόξα των συνθριαμβευτών. Οι μεγάλες μέρες του θέρους είναι εικόνα της ατελεύτητης βασιλείας. Η φθίση της ημέρας στο θερινό ηλιοστάσιο παράλληλα χτυπά το καμπανάκι της έσχατης ώρας. Η ώρα του τέλους πλησιάζει. Είναι τα πάντα σε φυσική και υπερφυσική αντιδιαστολή με το χειμερινό ηλιοστάσιο της πρώτης Επιφάνειας του Χριστού.

Θαρρείς πώς όλες οι εποχές δουλεύουν και υπάρχουν γι'αυτό το θέρος.Το φθινόπωρο με τις άγονες μέρες και νύχτες όπου η γη σπείρεται για να ανθίσει κάποτε, όπως εμείς παραδινόμαστε στο θάνατο , προσδοκώντας ανάσταση. Ο χειμώνας κατά τον οποίο μεγαλώνει η προσμονή και φτάνει η επιφάνεια του Χριστού σαν γλυκειά ανατολή μέσα στο χειμέριο σκότος της αμαρτίας. Η άνοιξη με την θυσία και την δόξα της Ζωής που διώχνει τα σκοτάδια και κατανικά τον θάνατο. Και τέλος, το πλήρωμα όλων το θέρος, όπου αποδίδονται οι καρποί της εαρινής ζωηφορίας και δοξάζονται και τα άχρηστα εις πυρ βάλλονται και καίγονται. Το φώς αυτού του θέρους είναι η κορυφή της δόξας, της κρίσης , της ζωής.

Το θέρος καταγγέλει και κηρύττει πως τελικά ο Βασιλιάς ο Ήλιος ζει. Μας φανερώνει ξεκάθαρα πώς Αυτός που "εποίησε πάντα τα ωραία της γης", αφήνει ανοικτά στα μάτια αξίων και αναξίων, έτσι αδιάκριτα , τα παράθυρα της βασιλείας του .

Το θέρος τελειώνει με την τιμή αυτής που συγκροτεί όλη την εικόνα της Εκκλησίας: την τιμή της Θεοτόκου. Η Κοίμηση της Ζωής δεν είναι ξένη για την θερινή χαρά.Είναι η πανηγυρική έξοδος της ζωής προς το αληθινό και αιώνιο θέρος. Εμείς απλώς φυσιολατρικά ή θεολογικά λαμβάνουμε ακτίδες πρόγευσης και ελπίδας μέσα από την μετοχή μας στο θαύμα. Το θαύμα της ζωής και της Ζωής.

Τετάρτη, Ιουλίου 29, 2009

Jesus vs Satan


Έτυχε τις προάλλες "ζαππάροντας" να πέσω πάνω σε ένα αμερικάνικο καρτούν που είχε ως θέμα έναν... αγώνα μποξ  ανάμεσα στον Χριστό και τον Σατανά. Προτού να βιαστείτε να με κατηγορήσετε για την απρέπεια, δώστε λιγάκι προσοχή στο όλο story , όπως έκανα και εγώ(ομολογώ πώς η περιέργεια έδιωξε κάθε δυσθυμία). Όλοι λοιπόν στοιχηματίζουν υπέρ του Σατανά που επειδή είναι κακός είναι και αξιωματικά πιο brutal και άρα το φαβορί του αγώνα. Όλοι εκτός από έναν που στο τέλος φυσικά αποκομίζει το όλο κέρδος(αφού ο Χριστός νικά) στοιχηματίζοντας τα πάντα στο αουτσάιντερ(Χριστό) και αυτός δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον ...Σατανά.

Δεν ξέρω αν ο σκιτσογράφος ή animator ή όπως αλλιώς λέγεται είχε αυτή την ιδιότυπη έμπνευση  για να δώσει την απαραίτητη δόση καφρισμού στο cartoon και ούτως να αποδώσει την ...κάθαρση στο φιλοθεάμον κοινό ή αν έβλεπε πιο βαθιά στο όλο θέμα, αφήνοντας μας κάποιον προβληματισμό. Πάντως , από το παραπάνω cartoon βγαίνουν κάποια συμπεράσματα για όποιον θέλει να τα δει(αφήνω πίσω βέβαια μανιχαιϊσμούς και φτηνούς αμερικάνικους ηθικισμούς και αντιηθικισμούς που δεν με απασχολούν εδώ):

Το κλασσικό σατανικό κόλπο της παγίδευσης.  Ο σατανάς γνωρίζει την αδυναμία του και άρα την αναμενόμενη αναπόφευκτη ήττα του (τα δαιμόνια πιστεύουν και φρίττουν) και θέλει να συμπαρασύρει στον πάταγο και στην καταστροφή όσους περισσότερους μπορεί. Στο τέλος γελάει μπροστά στα μούτρα τους.

Το κακό είναι πάντα πιο γοητευτικό. Εντυπωσιάζει τους πολλούς που ψάχνουν διάφορα διέξοδα να βγουν από την αδυναμία τους ή από την παθητική τους αφάνεια, σε σχέση με το καλό που θυσιάζεται, μένει στην άκρη είναι υποτονικό και φαίνεται πώς έχει χάσει το παιχνίδι  της ζωής. Για τον σύγχρονο άνθρωπο που τα θέλει όλα και δίνει αξία και σημασία στην επιφάνεια είναι εξαιρετικά σπάνιο να ανακαλύψει την γνησιότητα και την ομορφιά πίσω από το καλό, όταν τον ελκύει ο δυναμισμός και οι πειρασμοί του σκοτεινού. Στό τέλος, οι κακοί φαίνεται πάντα να κυριαρχούν, ενώ δύσκολα κάποιος υποψιάζεται πώς η καταστροφή είναι  εγγύς.

Τέλος, στην περίπτωση του Χριστού, Αυτός αποδοκιμάζεται απ'όλους ως ένα εξουθενωμένο θύμα, φαινομενικά αδύναμο να τα βάλει με την πανοπλία τών δυνάμεων του σκότους. Όλοι προδίδουν αυτό το αουτσάιντερ, που έρχεται να νικήσει το Κακό για χάρη και την σωτηρία  των αχάριστων τυφλών που τον αποδοκιμάζουν και έχουν χάσει κάθε ελπίδα στο πρόσωπο Του, και όταν τελικά νικήσει, λίγοι μεταστρέφονται. Οι περισσότεροι του ρίχνουν την ευθύνη για τα χαμένα κέρδη , ακόμα μια φορά χάνοντας την ουσία και μένοντας στην επιφάνεια, όπως οι Γαδαρηνοί αντί να χαρούν για την θεραπεία του δαιμονισμένου έριξαν την ευθύνη στον λυτρωτή για την απώλεια των χοίρων.

Στο τέλος , του cartoon όλοι μένουν θλιμμένοι και απογοητευμένοι γιατί έχασαν αυτά που έχουν επενδύσει, χωρίς ο animator να μπαίνει στον κόπο να δώσει την αίσθηση της επίγνωσης. Απλά, όλο το θέμα είναι η φαρσαπάτη που φέρνει το γέλιο για τους απατημένους.

Το cartoon όμως θα μπορούσε να τελειώνει και αλλιώς. Ο νικητής του αγώνα τελικά παίρνει όλα τα κέρδη από τον κάπηλο τον Σατανά, τα μοιράζει σ'αυτούς ακριβώς που τον αποδοκίμασαν επιδεικνύοντας αγάπη και ανεξικακία.Ο αγώνας που είχε στηθεί από τον σατανά για να αποκομίσει εύκολα κέρδη του βγαίνει τελικά ξινός και γυρνά εναντίον του. Τέλος ο νικητής φτάνει στο άκρον άωτον  της εκδηλωτικής αγάπης και ανεβάζει στο βάθρο του νικητή αυτούς ακριβώς που τον πρόδωσαν , ποντάρωντας στον σατανά και αποδοκιμάζοντας τον Ίδιο.

Μήπως αν το καλοσκεφτούμε έτσι δεν κυλάει και η ιστορία της θείας οικονομίας;

Τετάρτη, Ιουλίου 22, 2009

Λίγες σκέψεις και ερωτήσεις

Κατέβασα τα δύο προηγούμενα posts, γιατί κατά βάθος νιώθω πώς έλαβα ρόλο "αλάθητου πάπα". Σ'αυτό  συνηγόρησε και η στάση και τα σχόλια όλων σας. Είναι δύσκολο, το παραδέχομαι, να καταπιαστεί κάποιος με αυτά τα θέματα και να μην υποπέση στην αστοχία της υπερβολής ή το χειρότερο της ιεροκατηγορίας.

Μ'αυτό που με καίει και με προβληματίζει περισσότερο , είναι ένα περίεργο συναίσθημα: Ενώ νιώθω κάπως επιφανειακά ότι αδίκησα πολλούς, κατά βάθος και έντονα έχω την αίσθηση πώς έχω δίκιο. Έχω δίκιο να φωνάζω, να επαναστατώ, να διαμαρτύρομαι. Νομίζω , πώς -φευ- δεν ξεφεύγω από την ντροπή της αμαρτίας και συγχρόνως νιώθω μέσα μου μια παράξενη ηδονή γι'αυτό το ξέσπασμα; Πώς χαρακτηρίζεται και πώς λέγεται αυτή η αίσθηση; Είναι αμαρτωλό πάθος ή αναπάντητο μυστήριο;

Το θέμα της γλώσσας που υπερέβη τα τετριμμένα εκκλησιαστικά το αφήνω κατά μέρος. Γιατί ήταν τόση η θλίψη και η αγανάκτηση μου , που δεν μπορούσα παρά να επιοστρατεύσω όλον τον σαρκασμό και το θυμό μου για όλα αυτά. Δεν μπορούσα να τα εκφράσω "καλύτερα", "πιο περιεκτικά".

Μα πείτε μου: Ενώ πρέπει να ανεχόμαστε με αγάπη και κατανόηση αυτούς που πέφτουν, πώς παράλληλα θα εκφράσουμε την έντονη και κάθετη διαμαρτυρία , την αγωνία, τους φόβους μας, χωρίς να καυτηριάσουμε αλύπητα κάποιον; Όταν μια κατάσταση φτάνει στο απροχώρητο, τί πρέπει να κάνει ένας τίμιος άνθρωπος; Να σιωπά μέχρι που να ματώσει και να φτύσει χολή; Να τα αφήσει όλα στην μέριμνα του κοινού Δεσπότου; Μα αν αυτός ο ίδιος ο Θεός όρισε κάποιους μηχανισμούς αντίδρασης μέσα στην Εκκλησία του και εμείς από φόβο,αγαπισμό ή και από αληθινή διάκριση , αγάπη και διακριτικότητα αρνούμαστε να τους θέσουμε σε κίνηση; Αν αυτός ο ίδιος ο Θεός περιμένει από μας και εμείς επαναπαυόμενοι τ'αφήνουμε όλα σ'Αυτόν; Δεν πέφτουμε σε αδράνεια και εγκληματική υπόκριση;

Από την άλλη νιώθω ντροπή και φοβάμαι μήπως μας έχουν εκπαιδεύσει έτσι. Δηλ. ενοχικούς και καλόβολους, ανίκανους να αντιδρούμε και να λαβαίνουμε λόγο . Και αν είμαστε αναπολόγητοι τελικά, γι΄αυτή την σ ι ω π ή ;

Δεν θεωρώ πώς κάποιος μπορεί να ξυπνήσει κάποιαν πρωΐα ως Βαπτιστής ή Ηλίας και να τους πάρει παραμάζωμα όλους. Το προφητικό αξίωμα είναι από τον Θεό. Είναι χαρισματική χορηγία. Ναι αλλά μήπως ισχύει πώς τουλάχιστον εμείς οι ιερείς πρέπει να αποδεικνύουμε ανάλογο ζήλο , έτσι απρόσκλητα; Άλλωστε δεν έχουμε την ιερωσύνη;Δεν έχουμε το χρέος και την ευθύνη; Δεν γίνεται ο απλός ιερέας το στόχαστρο όλων όταν ξεσπούν σκάνδαλα που ίσως αφορούν αυτούς που βρίσκονται ψηλά; Μήπως κάποια στιγμή θα έπρεπε να ξεπεράσουμε τον εύκολο κατεστημένο τρόπο πώς ο ιερέας πρέπει να τα δέχεται όλα και μα ζητήσουμε τον λόγο από τους δικούς μας; Προσωπικά, νομίζω πώς σήμερα η σιωπή δεν είναι δείγμα αγάπης ή εγκαρτέρησης. Είναι νόμος ή υπεκφυγή. Είναι ατόπημα.

Μήπως είμαι υπερβολικός με όλα αυτά, την στιγμή μάλιστα που απάνω στην Εκκλησία έχουν ορμήξει μυριοπρόσωποι εχθροί που ψάχνουν αφορμές για να την πλήξουν και να την διαβάλουν; Αυτοί που δίνουν αφορμές δεν έχουν ευθύνη; Και τέλος μήπως είμαι αυτοδίκαιος φαρισαΐσκος πιστεύοντας σε όλα τούτα και εξουθενώνοντας τους "τελώνηδες" όντας αμαρτωλός;

Μέσα μου παλεύουν πολλά πράγματα και δεν επαναπαύομαι σε εύκολες απαντήσεις. Και αυτό που με στενοχωρεί είναι πώς την επόμενη φορά που θα κληθώ να απαντήσω στις σχετικές  ανησυχίες κάποιου λαϊκού, θα προσπαθήσω να επιστρατεύσω όλη την καλόβολη και έυκολη λογική μου για να τον πείσω, ενώ μέσα μου θα είμαι ο ίδιος αρκετά απογοητευμένος και επαναστατημένος.

Ειλικρινά σας λέω, ο πόνος και ο προβληματισμός μου είναι πολύ μεγάλος:θέλω να αφεθώ στην άκριτη αγάπη και φοβάμαι πώς αν το κάνω θα χάσω πολλά απ'την κριτική μου εντιμότητα, έτσι ώστε η αγάπη να γίνει τελικά άλλοθι σιωπής και αναισθησία...

Και το χειρότερο είναι πώς ενώ διαισθάνομαι τις σκέψεις αυτές στα μυαλά και τις καρδιές πολλών, σπάνια βρίσκεις κάποιον να τις εμπιστευτείς και ν'ανταλλάξεις απόψεις. Οι περισσότεροι είναι επιφυλακτικοί ή ακολουθούν τα τετριμμένα.

Οι σκέψεις σας...

Σάββατο, Ιουλίου 18, 2009

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ


 Η  Εκκλησία μας εορτάζει σήμερα τη μνήμη των 630 πατέρων της Δ΄Οικουμενικής συνόδου που έγινε στη Χαλκηδόνα το 451 μΧ. Η σύνοδος αυτή καταδίκασε το μονοφυσιτισμό την αίρεση δηλ ενός αρχιμανδρίτη που ονομαζόταν Ευτυχής και υποστήριζε πως ο Χς δεν ήταν και άνθρωπος αλλά μόνον Θεός γιατί όταν ενώθηκαν οι δύο φύσεις του στο ένα πρόσωπο του η θεϊκή φύση απορρόφησε την ανθρώπινη. Οι άγιοι πατέρες σύμφωνα με τη διδασκαλία της αγίας Γραφής και την αρχαία παράδοση της Εκκλησίας αλλά και με το φωτισμό του αγίου Πνεύματος κήρυξαν πως οι δύο φύσεις του Χς η θεϊκή και η ανθρώπινη είναι ενωμένες στο ένα πρόσωπο του Χς ασύγχυτα άτρεπτα και αδιαίρετα . Αυτό σημαίνει πως ο Ιησούς Χριστός είναι ταυτόχρονα και Θεός και Άνθρωπος Θεάνθρωπος. Ούτε η θεϊκή του φύση συγχέεται με την ανθρώπινη ούτε η ανθρώπινη με τη θεϊκή. Η θεϊκή του φύση δεν πρόκειται ποτέ να απορροφήσει την ανθρώπινη αλλά και η αναμάρτητη και θεωμένη ανθρώπινη του φύση δεν θα γίνει ποτέ θεϊκή. Αλλά ούτε μπορούμε να μιλάμε για δύο πρόσωπα του Χς ότι δηλ υπάρχουν δύο Χριστοί ένας θεός και ένας άνθρωπος αλλά για ένα πρόσωπο έναν Χς που είναι και θεός και άνθρωπος ο μόνος και μοναδικός θεάνθρωπος. Ο Υιός και Λόγος του Θεού προσέλαβε τον άνθρωπο για να τον σώσει δηλ ενανθρώπησε δεν έγινε ο άνθρωπος Χς Θεός όπως λένε πολλοί αιρετικοί και αυτό είναι πολύ σημαντικό για την πίστη και τη σωτηρία μας.

Πολλές φορές στεκόμαστε με αδιαφορία ή και αμηχανία μπροστά στη θεολογική γλώσσα της Εκκλησίας είτε γιατί δεν μπορούμε να την εννοήσουμε είτε για τι θεωρούμε πιο σημαντικό τον εκκλησιασμό μας ή τη μελέτη της αγίας Γραφής είτε γιατί θεωρούμε τα έργα πιο σημαντικά από την πίστη. Εδώ όμως κάνουμε ένα μεγάλο λάθος. Η θεολογία μαζί με τη θεία ευχαριστία είναι η καρδιά και η ψυχή της ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι Πατέρες της εκκλησίας που χρησιμοποίησαν τη γλώσσα της φιλοσοφίας δεν το έκαναν αυτό επειδή περιφρονούσαν την απλή γλώσσα του ευαγγελίου ή επειδή θέλησαν να κρύψουν τον πλούτο και την αλήθεια της ορθόδοξης θεολογίας από τους πολλούς και απλούς χριστιανούς. Αναγκάστηκαν να μιλήσουν σε αυτή τη γλώσσα διότι οι αιρετικοί τις πλάνες τους με αυτή τη γλώσσα τις δίδασκαν. Το έργο των Πατέρων δεν ήταν επιθετικό αλλά αμυντικό. Άλλωστε δεν υπάρχει τίποτα που να είπαν ο πατέρες και οι οικουμενικές σύνοδοι που να μην βρίσκεται από πριν γραμμένο στην αγία Γραφή ή στις καρδιές των απλών και ταπεινών χριστιανών.

Το ότι ο Χς ήταν και Θεός και άνθρωπος και όλα τα άλλα υψηλά μυστήρια της ορθοδοξίας οι χριστιανοί το πίστευαν και το γνώριζαν από πριν γιατί ήταν γραμμένο στο Ιερό ευαγγέλιο είτε γιατί τους είχε αποκαλυφθεί η αλήθεια από το άγιο Πνεύμα γιατί ζούσαν με ταπείνωση, προσευχή, νηστεία και θεία κοινωνία. Οι αιρετικοί όμως έπεφταν θύματα της υπερηφάνειας και του εγωισμού τους. Προσπαθούσαν να εξηγήσουν τα μυστήρια του θεού με τις ανθρώπινες γνώσεις και τη λογική τους. Και επειδή τότε η Εκκλησία έπεφτε σε σύγχυση οι άγιοι πατέρες καλούνταν να μαρτυρήσουν την Αλήθεια. Πρέπει επίσης να γνωρίζουμε πως κάθε γνήσιος ορθόδοξος χριστιανός μπορεί να είναι και θεολόγος. Η θεολογική επιστήμη δεν σπουδάζεται σε σχολές και ακαδημίες αλλά χαρίζεται σε όλους εκείνους που ταπεινώνονται μπροστά στο Θεό σ’αυτούς που ζουν με αδιάκοπη προσευχή και έχουν μυστηριακή ζωή και θεωρούν τους εαυτούς τους τιποτένιους ενώπιον του Θεού. Γι’αυτό και πολλές φορές βλέπουμε κάποιους πατέρες που από παιδιά έχουν καταφύγει στην έρημο ή σε ένα μοναστήρι και ενώ δεν έχουν τελειώσει ούτε το δημοτικό σχολειό να μιλούν και να σκέπτονται ως θεολόγοι γιατί η χάρη του Θεού είναι πάνω τους. Ας θυμηθούμε έναν από τους μεγαλύτερους θεολόγους και πατέρες της ορθοδοξίας το Μ Αθανάσιο ο οποίος είχε για δάσκαλο έναν αγράμματο και απλό μοναχό τον άγιο Αντώνιο τον οποίο η Εκκλησία ονόμασε μέγα και καθηγητή της ερήμου.

Ποια είναι όμως η σημασία της διδασκαλίας των Πατέρων της Οικουμενικής Συνόδου του δόγματος της Χαλκηδόνας όπως ονομάζεται; Την απάντηση μας τη δίνει ο θεολόγος Ιωάννης στις επιστολές του. Για να αναγνωρίσουμε τον αληθινό πιστό , λέει , δηλ τον ορθόδοξο χριστιανό πρέπει να ελέγξουμε αν πιστεύει πως ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος και ήρθε στον κόσμο σαρκωμένος. Όποιος ομολογεί το αντίθετο δεν είναι ορθόδοξος χριστιανός και η Εκκλησία πρέπει να τον αποφεύγει ως αιρετικό. Αν λοιπόν ο θεός δεν γινόταν άνθρωπος η σωτηρία του ανθρώπου δεν θα ήταν εξασφαλισμένη. Η ανθρώπινη φύση μας δεν θα αγιαζόταν ο άνθρωπος θα λάτρευε έναν απρόσωπο και φανταστικό θεό. Ο σταυρός και η ανάσταση θα ήταν ένας μύθος γιατί ο Χς σταυρώθηκε και αναστήθηκε με τη σάρκα του ενώ ο Θεός πάντα παραμένει απαθής και αθάνατος. Ο θάνατος και η αμαρτία θα εξουσίαζαν τους ανθρώπους. Ποτέ μας δεν θα γνωρίζαμε το Θεό Πατέρα γιατί ο Θεός στο πρόσωπο του Υιού Του καταδεκτικέ να γίνει άνθρωπος να μπει στο δικό μας χώρο και στα δικά μας μέτρα εκτός της αμαρτίας για να μας αποκαλυφθεί. Αλλά ούτε θα υπήρχε Εκκλησία αγία και εκλεκτή του Θεού γιατί θα της έλειπε το ανθρώπινο στοιχείο. Επίσης επειδή ο Χς είναι Θεάνθρωπος και η Εκκλησία που είναι Σώμα Χς είναι όχι ανθρώπινος αλλά θεανθρώπινος οργανισμός για τη σωτηρία και αθανασία του ανθρώπου. Είναι πολύ σημαντικό το δόγμα της Χαλκηδόνας για την πορεία της ανθρώπινης Ιστορίας. Αν ο θεός δεν γινόταν άνθρωπος όλα θα ήταν χαμένα και μάταια. Στην αλήθεια της θεανθρώπινης υπόστασης του Χς κρέμεται όλη η αλήθεια της ορθόδοξης παράδοσης. Για αυτή την αλήθεια κήρυξαν οι προφήτες αυτή την αλήθεια δίδαξαν οι απόστολοι αυτή την Αλήθεια υπερασπίστηκαν οι Πατέρες αυτή την αλήθεια παρέλαβε η εκκλησία . Αυτό που ξεχωρίζει την ορθόδοξη πίστη από τις ανθρώπινες θρησκείες είναι πως ο δικός μας Θεός καταδέχτηκε να ζήσει ανάμεσα μας , καταδέχτηκε να πάρει τη σάρκα μας να μιλήσει με μας , να φάει και να πιεί μαζί μας να χαρεί και να λυπηθεί μαζί μας να αισθανθεί και να νιώσει ότι αισθάνεται και νιώθει και ο πιο ταπεινός άνθρωπος εκτός από την αμαρτία και ταυτόχρονα να παραμείνει και θεός. Μετά τον ανθρώπινο και πραγματικό του θάνατο ενώ ήταν ταυτόχρονα Θεός να αναστηθεί και να κυριέψει πάνω στο θάνατο ως Θεός και άνθρωπος και να μας ανεβάσει στο θρόνο του πατέρα του επειδή εκτός από Θεός ήταν και Άνθρωπος. Γι’αυτό καυχώμαστε γι’αυτό χαιρόμαστε γι’αυτό ξεχωρίζουμε και αυτό ομολογούμε πως ο Θεός έζησε ανάμεσα μας και είναι ένας από μας!

Αδελφοί μου , στο σημερινό ευαγγέλιο ακούσαμε τον Κύριο να λέει : « Τόσο να λάμψει το φως σας ενώπιον των ανθρώπων ώστε να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουνε τον επουράνιο πατέρα σας» . Ποιο είναι αυτό το φως που θα λάμψει μπροστά στους ανθρώπους ώστε βλέποντας τα καλά μας έργα να δοξάσουν το θεό μας δηλ θα παραδεχτούν την πίστη μας για αληθινή; Είναι το φως της ορθοδοξίας!Μαζί με τα καλά έργα μαζί με την καλή μας διάθεση πρέπει να έχουμε και την ορθή πίστη , την πίστη που παραλάβαμε από την Εκκλησία των αποστόλων και την εκκλησία των πατέρων. Πίστη με έργα ναι αλλά και έργα με πίστη! Ελεήμονες μπορεί να είναι και οι άθεοι ή οι αλλόθρησκοι αλλά τα καλά τους έργα δεν έχουν παρρησία μπροστά στο Θεό. Χωρίς το θεμέλιο κανένα οικοδόμημα δεν μπορεί να σταθεί. ΚαιΑληθινό θεμέλιο σωτηρίας, αληθινή πίστη , αληθινή ερμηνεία της Γραφής και της διδασκαλίας του Χς έχει μόνον η ορθόδοξη εκκλησία. Η ορθοδοξία είναι η νύμφη του Χς Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ Η ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ .ΔΙ’ΕΥΧΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΗΜΩΝ ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ Ο ΘΕΟΣ ΕΛΕΗΣΟΝ ΚΑΙ ΣΩΣΟΝ ΗΜΑΣ ΑΜΗΝ

Τετάρτη, Ιουλίου 15, 2009

Η νίκη των μαρτύρων , κόλαση του κόσμου


H έννοια του ηρωϊσμού έχει ευτελιστεί στις μέρες μας.  Όταν κανείς , ξεφεύγοντας για λίγο από την ραστώνη της καθημερινής μέριμνας και την αγχώδη χαζομάρα της κοινωνικής επιβίωσης, καθίσει και σκεφτεί για πέντε μόλις δευτερόλεπτα την αξία κάθε ιδανικού, ξαφνικά θα ανακαλύψει πώς όλα αυτά κρύβονται μέσα σε παλιά σκονισμένα βιβλία ή σε σκοτεινά συρταράκια της μνήμης, συνδεμένα με άθλα μυθικών ηρώων και πρότυπα λογοτεχνικών προσώπων. Όταν δε καταφέρει να παραμερίσει τα λίπη της καρδιάς για να ανακαλύψει κάτι να χτυπάει από κάτω έντονα ζητώντας κάτι υψηλό και ιδανικά ωραίο, το πιθανότερο είναι να τρομάξει και να ξανασκύψει στον ζυγό της εύκολης αναίμακτης πραγματικότητας.

Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων ο άνθρωπος σήμερα έχει χάσει την προσωπικότητα του, έχει χάσει αυτό που τον προσδιορίζει σαν κάτι ξεχωριστό και διακριτό μέσα στο σύνολο. Γι'αυτό υποδύεται ρόλους ή εξαντλεί τους "μαργαρίτες" και τα "άγια" του σε λάθος επενδύσεις, σε φανταχτερές επενδύσεις που τον αφήνουν τέλος γυμνό ή ανικανοποίητο. Ο σημερινός ισχυρός άνθρωπος που τα κατέχει όλα και μετέχει όλων εκτός της ουσίας, είναι στην πραγματικότητα ένα ανίσχυρο έρμαιο στη διάθεση του τύρρανου εαυτού του. Ένας υπόδουλος σε ξένα πάθη και αλλότριες από την φύση του επιθυμίες.  Ο σημερινός άνθρωπος έχει χάσει κατά πολύ την πνευματική όραση και ακοή του και έχει ξεμάθει να συνομιλεί με το θείο. Έχει χάσει την επαφή με το είναι και την ζωή.

Οι αρχαίοι χριστιανοί ήταν ζυμωμένοι με το πνεύμα της βασιλείας και το αίμα του Χριστού. Η δική τους πραγματικότητα ήταν μια καθημερινότητα βασιλική, μια ζωή προσμονής και είχαν ενώπιον των ψυχών τους διαρκώς το όραμα της νέας ζωής και βασιλείας. Γι'αυτό και τα ιδανικά και οι αξίες τους ήταν ενεργά σαν στοιχεία της εν Χριστώ ζωής τους. Όμοια και οι παλαιοί άνθρωποι ήταν υπείκοντες σε κάτι ανώτερα ιδανικό και πνευματικό που εμπότιζε το είναι τους και καθόριζε την ζωή και τις πράξεις τους.

Γι'αυτό ακόμα και τα τρίχρονα νήπια, αυτά που ούτε το μυαλό τους μέστωσε και που η σύγχρονη ψυχολογία έχει δογματικά αποκόψει τις πράξεις τους από την ορθή λογική και την ευθύνη, αυτά λέω τα παιδιά των χριστιανών , όπως ο άγιος Κήρυκος που γιορτάζει σήμερα, είχαν για περιβάλον και για πατέρα αυτό το άγιο πνεύμα που όριζε από τότε την ζωή τους και ουσιοποιούσε τις πράξεις και τις ενέργειες τους. Μπροστά στις κολακείες του τυρράνου και τον πειρασμό της άρνησης του Χριστού-ουσιαστικά της άρνησης της ίδιας της ζωής- το άγιο αυτό νήπιο είχε την σοφία και την ωριμότητα να φανεί θαρραλέο , είχε τον σπάνιο και παρορμητικό ζήλο, ακόμα και για τέλειο άντρα, να φτύσει και να λακτίσει τον αναίσχυντο αυτό βασανιστή του που του ζητούσε να προδώσει αυτόν τον ίδιο τον αέρα που ανέπνεε, την ζωή του Χριστού.

Η ομολογία του αγίου νηπίου, που δεν το δασκάλεψε κανείς, παρά μόνο ο αγαπημένος του ο Χριστός, η παρορμητική αυτή πράξη του, ίσως ξενίζει και σκανδαλίζει την ορθολογική μας βιοτή και διάθεση , την κάθε υπολογιστική μας τάση μπροστά στον κίνδυνο και το ξεβόλεμα. Το ίδιο συμβαίνει και με τον ηρωϊσμό και τα πάθη των μαρτύρων. Για κάποιους δεν αποτελούν πρότυπα θάρρους και ζωής, για κάποιους απλά είναι η κόλαση τους. Το μαρτύριο, η ομολογία , τα πάθη και ο ηρωϊσμός του μάρτυρα είναι η κόλαση αυτών που φοβούνται να μαρτυρήσουν , να ομολογήσουν, να πάθουν και να ξεφύγουν από τη βολεμάρα τους. Όπως ακριβώς η έκρηξη της άνοιξης κάνει τις ημέρες του χειμώνα να φρίττουν και να υποχωρούν.

Αυτός είναι και ο βασικότερος λόγος  που οι εχθροί της εκκλησίας μισούν την μαρτυρική και ασκητική μας παράδοση: ο φόβος και ο ξενισμός μπροστά στις πράξεις μεγαλείου που ελέγχει την δειλία και την μικρότητα, τον συμβιβασμό και το τίποτα. Αυτός ο ίδιος φόβος και η έκπληξη τροφοδοτούσε με μίσος τους δημίους των μαρτύρων. Αυτό το ξύπνημα σε μια μεγαλειώδη πραγματικότητα έκανε τα τέρατα ωμότερα να λυσσούν και να βάλλονται ενάντια στους ομολογητές της πίστης.

Όμως "όσοι πιστοί" ας ζηλώσουμε την καλή ομολογία, όσοι "στενάχωροι"ας ζητήσουμε τον αέρα της ελευθερίας του Χριστού.  Το δικαίωμα στην ύπαρξη , αλλά και στην ύπαρξη εν Χριστώ αφορά μόνο αυτούς που αγωνίζονται και πάσχουν για να ξεφύγούν από τα αόρατα δεσμά τους και να ζήσουν , να ζήσουν όντως αληθινά...

Σάββατο, Ιουλίου 11, 2009

Κυριακή Ε΄ Ματθαίου: Σατανολατρεία και Εκκλησία


Το σημερινό ευαγγέλιο που αφορά στην θεραπεία δύο δαιμονισμένων από το Χριστό , μας δίνει την ευκαιρία να μιλήσουμε ανοικτά για μία ανοικτή πληγή που βασανίζει και ντροπιάζει την κοινωνία : τη σατανολατρεία. Υπάρχουν πολλές μορφές σατανολατρείας όπως είναι ο σατανισμός , η ειδωλολατρεία , οι αντιχριστιανικές αιρέσεις , ο νέος δωδεκαθεϊσμός κ.α με συντομία όμως θα σταθούμε σε δύο κύρια φαινόμενα της λατρείας του Σατανά : τη μαγεία και τον αποκρυφισμό.

Και πρώτον η μαγεία. Καθημερινά σχεδόν οι ιερείς καλούνται να διαβάσουν εξορκισμούς και να κάνουν αγιασμούς και ευχέλαια σε φοβισμένους ανθρώπους που ανησυχούν για το αν έπεσαν ή επειδή έπεσαν θύματα της μαγείας ή της βασκανίας φθονερών συνανθρώπων τους. Η μαγεία , η καταφυγή σε μάγους ιερείς του Σατανά και οι διάφορες περιπτώσεις δαιμονισμών είναι φαινόμενα που αν και δεν τα εγκρίνουμε ή και κατά βάθος δεν τα πιστεύουμε , γιατί σήμερα ο άνθρωπος πονήρεψε και παρα-μορφώθηκε και θεωρεί τον εαυτό του σοφώτερο των αρχαίων γενεών , είναι φαινόμενα που τείνουμε να τα συνηθίσουμε . Κανείς δεν αντιδρά όταν ακούσει πως κάποιος δικός του ή γνωστός του από αμάθεια ή από φθόνο και κακία καταφεύγειστους υπηρέτες του Σατανά για να κακοποιήσει έναν συνάνθρωπο του ή για να πετύχει χρήμα και δόξα ή για να μην υστερήσει έναντι των άλλων ψευτομοντέρνων και ανόητων που καταφεύγουν στα μέντιουμ και τους μάγους. Αλλοίμονο όμως γιατί σύμφωνα με το λόγο της αποκάλυψης του απ Ιωάννη γέμισε η γη από κάθε δαιμόνιο και κάθε πνεύμα σκοτεινό. Ανοησίες θα πεί κάποιος. Υπερβολές και ψέματα της Εκκλησίας θα πει άλλος δήθεν αγανακτισμένος. Κάποιος άλλος , ακόμα και αν ανήκει στους χριστιανούς που συχνάζουν στην Εκκλησία και συμμετέχουν στα μυστήρια της θα γελάσει ειρωνικά. Το καλύτερο όμως τέχνασμα του Σατανά λέει κάποιος σοφός είναι να μας πείσει πως δεν υπάρχει.Χάσαμε δυστυχώς κάθε χριστιανικό φρόνημα αγάπης και αλληλεγγύης. Δεν καμαρώνουμε για την επιτυχία και την ευτυχία του άλλου αλλά ορμάμε να τον κατασπαράξουμε! Και συγχωρήστε με για την έκφραση που θα χρησιμοποιήσω αλλά μερικοί χριστιανοί από φωτισμένοι και κατά χάρη του Θεού αγιασμένοι άνθρωποι μεταμορφώθηκαν σε κακοποιούς και σκοτεινούς δαίμονες. Αλλοίμονο! Γιατί η μαγεία μαύρη ή λευκή «αθώα» ή πονηρή είναι καθαρή λατρεία του Σατανά. Όποιος καταφεύγει στη μαγεία περιφρονεί τον Εσταυρωμένο Χριστό και προδίνει τη θυσία Του για το ανθρώπινο γένος. Όποιος καταφεύγει στη μαγεία αρνείται το βάπτισμα Του αυτό που του έδωσε ζωή μέσα σε ένα κόσμο θανάτου και αρραβώνα της βασιλείας του θεού και ομολογεί πως είναι φίλος του διαβόλου και κληρονόμος της κόλασης. Κανείς δεν μπορεί να είναι και χριστιανός και λάτρης της μαγείας. Κανείς δεν μπορεί να είναι δούλος σε δύο κυρίους ή τον ένα θα αγαπήσει ή τον άλλο θα μισήσει. Η με τον Χς ή με τον σ.Οι κανόνες της Εκκλησίας αποκόβουν από τη ζωή δηλ απ το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας όχι μόνον τους μάγους αλλά και όσους τους ακολουθούν. Και ενώ τις μεγαλύτερες αμαρτίες τις συγχωρεί η Εκκλησία τους σατανολάτρες τους στερεί τη Θεια Κοινωνία ως την ώρα του θανάτου τους.

Ας έρθουμε τώρα και στον αποκρυφισμό. Στις μέρες μας επικρατεί μεγάλη θρησκευτική σύγχυση. Αιρέσεις , φιλοσοφικές ομάδες και διάφορες παραθρησκείες παίρνουν αφορμή το δικαίωμα της γνώμης και προσπαθούν να πλήξουν την ελευθερία του προσώπου. Στο στόχαστρο έχουν κυρίως την ορθόδοξη Εκκλησία και πίστη γιατί εκεί και μόνον εκεί βρίσκεται η ελευθερία και η αλήθεια. Κατηγορούν την εκκλησία για καλλιέργεια μίσους και επιστροφή στο μεσαίωνα και ιδού! Αυτοί οι ίδιοι έχουν επαναφέρει το μεσαίωνα στον 21ο αιώνα. Όπου και αν γυρίσεις είτε μέσα από τις τέχνες την τηλεόραση τη λογοτεχνία τη μουσική ακόμα και στον κόσμο των αθώων δηλ των παιδιών συναντάς τέρατα, δαίμονες , σκοτεινούς μύθους , μάγους , απάνθρωπες θεωρίες και αντιχριστιανικά μηνύματα. Και όλα αυτά σε ένα κλίμα ανεκτικότητας και αδιαφορίας. Ο κόσμος διψά για πίστη και θρησκεία και πνευματικότητα και οι διάφοροι επιτήδειοι εκμεταλλεύονται αυτή τη δίψα. Το ήθος της χριστιανικής πίστης είναι ακατανόητο και βαρύ για το σημερινό άνθρωπο που κοιτάζει μόνον την ευκολία και το συμφέρον του. Ποιος θέλει να νηστεύει και να θυσιάζεται και να αγαπά και να ταπεινώνεται όταν διάφοροι οπαδοί του σκότους του σερβίρουν εύκολες λύσεις και πιο βολικές για την καλοπέραση του θρησκείες που του προσφέρουν ηδονές και ψεύτικη χαρά και καθησυχασμό της συνείδησης του.Οι θρησκείες αυτού του κόσμου βολεύουν τους λογικούς ανθρώπους. Ο άνθρωπος προτιμά να προσκυνάει ένα είδωλο ή μια διεστραμμένη ιδέα φτάνει να έχει την καλοπέραση και την ασφάλεια του. Δεν αντιδρά όταν το παιδί του βομβαρδίζεται από κάθε ανηθικότητα ή όταν παραδίνεται σε μια καταστροφική λατρεία ή αίρεση. Φτάνει να έχει ένα άνετο παρόν και ένα εξασφαλισμένο μέλλον ή να μην υστερεί από τις συνήθειες των άλλων παιδιών. Αλλοίμονο όμως γιατί μετά από αυτή τη ζωή υπάρχει κρίση και μετά ανταπόδοση.Ποιος είναι ο σκοπός της Εκκλησίας όταν υπογραμμίζει αυτές τις αλήθειες; Η Εκκλησία ούτε θέλει να τρομοκρατεί τον κόσμο ούτε να καταπιέζει την ελευθερία του ανθρώπου. Από αγάπη και ενδιαφέρον τα φωνάζει όλα αυτά γιατί σκοπός της Εκκλησίας είναι η εν Χριστώ σωτηρία του ανθρώπου. Η Εκκλησία δεν ψαρεύει θύματα όπως οι λάτρεις του διαβόλου ούτε ζητάει τυφλούς οπαδούς αλλά ούτε και χαϊδεύει τα αυτιά κανενός. Και πρέπει επίσης να καταλάβουν όλοι πολύ καλά πως ο άνθρωπος έχει ανάγκη τον Χριστό και την εκκλησία για τη σωτηρία του και όχι ο Χριστός και η εκκλησία τον άνθρωπο. Ο Χριστός νίκησε με τον σταυρό και την ανάσταση Του τον διάβολο. Ο διάβολος δεν έχει εξουσία πάνω σε κανέναν από μας αν δεν του την παραχωρήσουμε εμείς γιατί ο Θεός επειδή είναι φιλάνθρωπος και ελεήμων μας έπλασε ελεύθερους να διαλέγουμε το καλό ή το κακό. Αλλά ούτε το κακό το έπλασε ο Θεός ούτε υπάρχει από μόνο του. Αλλά όπως όπου δεν υπάρχει φως γίνεται σκοτάδι και όπου δεν υπάρχει ζωή θάνατος έτσι και όταν αρνούμαστε το θέλημα του Θεού γεννάμε το κακό στον κόσμο. Αλλά ούτε ο Θεός επιθυμεί να εξαφανίσει τους αμαρτωλούς και το διάβολο αλλά περιμένει από αυτούς τους δυστυχισμένους την επιστροφή και τη μετάνοια τους.

Αδελφοί μου, η Εκκλησία έχει τα όπλα εναντίον του διαβόλου και αυτά είναι η προσευχή , η νηστεία , ο Σταυρός και οι αγιαστικές τελετές και πάνω από όλα η συμμετοχή μας στα Ιερά μυστήρια. Αυτός που αγωνίζεται πνευματικά με προσευχή και νηστεία , εξομολογείται και κοινωνεί τακτικά με ταπείνωση και μετάνοια και αγάπη Χριστού γίνεται άτρωτος στις διαβολικές επιθέσεις. Ούτε η μαγεία ούτε ο δαιμονισμός ούτε η βασκανία και η αίρεση μπορούν να τον πλήξουν . Αλλά θα ζει ελεύθερος και αμέριμνος μέσα στην εκκλησία του Θεού , τη βασιλεία του θεού και αν ακόμα ο Θεός επιτρέψει να πέσει σε πειρασμό για να δοκιμαστεί γρήγορα θα δικαιωθεί και θα απαλλαχτεί από κάθε στενοχώρια. Αλλοίμονο όμως σ’ αυτούς που αφορίστηκαν από μόνοι τους από τη μάνδρα του Χς δηλ όσους δεν έχουν πνευματική και μυστηριακή ζωή. Είναι ανά πάσα στιγμή ευάλωτοι στις επιθέσεις του διαβόλου και των δούλων του. Και κάτι τελευταίο Στην επόμενη δοκιμασία μας ας μην καταφύγουμε σε εκτός της εκκλησίας δρόμους για να σωθούμε αλλά ούτε να υπολογίζουμε μόνον στη βοήθεια των κοινών ανθρώπων. Κάθε δοκιμασία είναι ανάλογα σταλμένη από το Θεό για την πνευματική μας σωτηρία. Αν καταφύγουμε στα μυστήρια της Εκκλησίας , στην προσευχή και στην ελπίδα προς το Θεό Εκείνος σύντομα θα μας απαλλάξει από κάθε θλίψη με τρόπο που Εκείνος γνωρίζει πως είναι συμφέρων για τον κάθε άνθρωπο. Επίσης ο Κύριος μας έδωσε και άλλη καταφυγή ελπίδας και βοήθειας την Παναγία μητέρα Του και τους αγίους Ας τους επικαλούμαστε με πίστη σε κάθε δοκιμασία .

 Ο Κύριος να μας ελεεί και να μας προστατεύει από τον πονηρό

ΑΜΗΝ.

Παρασκευή, Ιουλίου 10, 2009

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης


Ο πάμφωχος και διαχρονικός αυτός φωστήρας της Εκκλησίας μας, ο μέγιστος διδάσκαλος της Ορθοδοξίας και του Γένους μας, γεννήθηκε στην Χώρα της Νάξου το έτος 1749 από ευσεβείς και ενάρετους γονείς, τον Αντώνιο και την Αναστασία Καλλιβρούτση. Κατά την βάπτισή του έλαβε το όνομα Νικόλαος. Νηπιόθεν γαλουχήθηκε με τα ζωογόνα νάματα της ευσεβείας και της πίστεως και ανετράφη "εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου", όπως παραγγέλλει ο θείος Παύλος(Εφεσ. ΣΤ' 4).Την έμφυτη προς τα θεία κλήση του, αύξησε η χριστιανική αγάπη πού πήρε από το οικογενειακό του περιβάλλον και μάλιστα από την εκλεκτή του μητέρα, την δε ευφυΐα του εκαλλιέργησε και πολλαπλασίασε η μελέτη και η σπουδή. Προώδευε στην αρετή και στην γνώση κατά τρόπο θαυμαστό. Κατ' αρχήν, φοίτησε στην γενέτειρά του και στην Σχολή Αγίου Γεωργίου περιοχής Γρόττας, Χώρας Νάξου, με διδάσκαλο τον Αρχιμανδρίτη Χρύσανθο, αυτάδελφο του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού.Τις γνώσεις του συμπλήρωσε στην περίφημη Ευαγγελική Σχολή τής Σμύρνης, όπου φοίτησε για πέντε χρόνια, με διδάσκαλο τον Ιερόθεο Βουλισμά, διευθυντή της Σχολής αυτής. Τόσο διέπρεψε ο Άγιος Νικόδημος στις σπουδές του, ώστε, ενώ σπούδαζε, εδίδασκε τους συμμαθητές του. Και ο Ιερόθεος αργότερα τον παρακαλούσε να έρθει στην Σμύρνη για να τον διαδεχθεί στη διεύθυνση της Σχολής αυτής. Στην Σμύρνη έλαβε ο Νικόδημος πληθωρική μόρφωση, που εκτός από τη θεολογική επιστήμη περιελάμβανε ακόμα γνώσεις φιλοσοφικές, οικονομικές, ιατρικές, αστρονομικές και στρατιωτικές.Μελετούσε πολύ την Αγία Γραφή, τους Πατέρες, και όλους τους ποιητές. Ήταν άριστος χειριστής του λόγου, γνώριζε την Κλασσική Φιλολογία και την Ιαμβική Γλώσσα. Μιλούσε άριστα την γαλλική, ιταλική και λατινική γλώσσα επίσης.Είχε προικιστεί από τον Πανάγαθο με σπάνια χαρίσματα, όπως είναι η ισχυρότατη μνήμη, η οξύτατη νοημοσύνη, η αστραποβόλα αντίληψη κ.λπ. Ό,τι μελετούσε μια φορά μπορούσε να το θυμάται και να το απαγγέλει απ’ έξω σε όλη του τη ζωή. Ολόκληρα κεφάλαια της Γραφής απήγγειλε από στήθους και θυμόταν όλους τους κώδικες των Βιβλιοθηκών των Μονών του Αγίου Όρους. Υπήρξε ένα πραγματικό φαινόμενο για την εποχή του και το κέντρο του θαυμασμού και τού παραδειγματισμού.Το έτος 1770, αφού απεφοίτησε από την Σχολή, επέστρεψε στην Νάξο. Τότε, για μια πενταετία περίπου εργάστηκε ως Γραμματέας της Μητροπόλεως Παροναξίας με την εποπτεία και την καθοδήγηση του Μητροπολίτου Παροναξίας Ανθίμου του Γ (1742-1779). Η μητέρα του εμόνασε στην Ιερά Μονή Χρυσοστόμου Νάξου, με το όνομα Αγάθη. Ο Νικόδημος ήταν λάτρης της μοναστικής πολιτείας. Αυτή την έμφυτη επιθυμία του γιγάντωσε η γνωριμία του με σπουδαίους μοναχούς του Αγίου Όρους και με άλλες προσωπικότητες, όπως είναι ο Άγιος Μακάριος Νοταράς Επίσκοπος Κορίνθου κ.λπ. Το έτος 1775 ήρθε στην Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους. Εκεί εκάρη μοναχός με το όνομα Νικόδημος.Ως μοναχός διεκρίθη για την οσιότητα του βίου του, τους πνευματικούς του αγώνες και για την ασκητικότητά του. Πνευματοφόρος, Θεοχαρίτωτος και γνήσιος Πατέρας και ορθόδοξος θεολόγος διδάσκαλος, δυναμικά απέκρουσε τις αιρέσεις και τις κακοδοξίες των ημερών του. Είναι ο πρύτανης των "Κολυβάδων", αυτών που ήθελαν δηλαδή τα Ιερά Μνημόσυνα των νεκρών να γίνονται Σάββατο και όχι Κυριακή. Ένεκα της εμμονής του στις παραδόσεις και στο Πνεύμα των Ιερών κανόνων της Εκκλησίας μας, υπέστη ταπεινώσεις και διωγμούς. Όμως, αυτά του χάρισαν και τον στέφανο του ομολογητού.Ακτημοσύνη, παρθενία και υπακοή είναι τα μεγέθη τα οποία έφθασε και εβίωσε σε πληρότητα.Υπήρξε ένας αετός του Πνεύματος, πού πέταξε από το Νότιο στο Βόρειο Αιγαίο, από την αγιοτόκο Νάξο στον αγιοτρόφο Άθωνα. Εκτός όμως από τις μοναστικές αρετές υπηρέτησε και το έργο της διδαχής, συγγράφοντας.Κατά διαστήματα έρχεται σε έρημες περιοχές για περισσότερη άσκηση.Έβλεπε νοερά, ζούσε καθημερινά την αιωνιότητα, αλλά συγχρόνως έβλεπε και τα συμβαίνοντα στον περίγυρο. Δεν έβλεπε μόνο τον ουρανό, αλλά και την γη. Αισθάνεται τον πόνο των Ορθοδόξων που μέσα στο σκοτάδι της δουλείας αγωνίζονται. Και προς χάρη του κόσμου προσεύχεται. Κοπιάζει, αγρυπνεί, παρακαλεί, συγγράφει, μάχεται κατά των δαιμόνων. Δεν κινείται άγονα, μονόπλευρα και νοσηρά. Αντίθετα πονάει για τους αδελφούς του και την σωτηρία τους. Και καρποί της αγάπης του για τον Θεό και τον άνθρωπο είναι οι πάνω από εκατό τόμοι των συγγραμμάτων του, τα κυριώτερα από τα οποία είναι: "Αόρατος Πόλεμος”,    “Πνευματικά Γυμνάσματα”,    “Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον”,    “Κήπος Χαρίτων"‚    "Νέον Μαρτυρολόγιον”,    “Εορτοδρόμιον”,    “Συναξαριστής”,    “Ερμηνεία των επιστολών του Παύλου”  Λάτρης του Τυπικού και της Λατρείας της Εκκλησίας μας, λάτρης και μιμητής των αγίων, μέχρι τις τελευταίες στιγμές της ζωής του, αδιάκοπα επικοινωνούσε με τον Τριαδικό Θεό, τον Οποίο τόσο δυνατά αγάπησε και ευηρέστησε. Είναι αυτός που πρώτος τονίζει την αξία και την σπουδαιότητα της συχνής μας συμμετοχής στο Ιερό Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Έγραψε μάλιστα και ειδικά βιβλία, με τον τίτλο “Περί συνεχούς Θείας Μεταλήψεως”. Δέχθηκε το ταξίδι για τον ουρανό πανέτοιμος, με ήρεμη την συνείδηση ότι άξια αγωνίσθηκε τον “καλόν αγώνα”. Με την καθημερινή του συμμετοχή στο σωστικό Δείπνο της ζωής, με την έντονη μυστηριακή του ζωή, που κορυφώθηκε τις τελευταίες μέρες λίγο πριν κλείσει τα μάτια του, με την αδιάλειπτη προσευχή, παρέδωσε την ψυχή του την οσιακή στον Κύριο, την Τετάρτη 14 Ιουλίου του έτους 1809 τις πρώτες ορθρινές ώρες και σε ηλικία μόλις 60 ετών, και στο κελλί των Σκουρταίων, στις Καρυές του Αγίου Όρους. Τα τελευταία του λόγια ήταν η απάντηση που έδωσε στους μαθητές του όταν τον ρώτησαν αν ησυχάζει:“Τον Χριστό έβαλα μέσα μου και πώς να μη ησυχάσω;”.Την είδηση της κοιμήσεώς του με θλίψη έμαθε ο εκκλησιαστικός, θεολογικός, μοναστικός και όχι μόνο, κόσμος της εποχής του. Σημειώνει ο χρονογράφος σχετικά με την κοίμηση του αγίου Νικοδήμου: "Ανατέλλοντος του αισθητού ηλίου, εις την γην, εβασίλευσεν ο νοητός ήλιος της Εκκλησίας του Χριστού. Έλειψεν ο πύρινος στύλος, ο οδηγών τον νέον Ισραήλ εις ευσέβειαν. Εκρύβη η νεφέλη η δροσίζουσα τους τηκομένους τω καύσωνι των αμαρτιών”. Είναι ακόμη χαρακτηριστική και η σκέψη την οποία εξέφρασε τότε ένας Χριστιανός. “Πατέρες μου, καλύτερον ήτο να απέθνησκαν σήμερα χίλιοι χριστιανοί και όχι ο Νικόδημος”. Κατά καιρούς, πολλά εγκώμια γράφτηκαν για τον Άγιο Νικόδημο, όπως: "Υπήρξε ο μέγιστος των μονασάντων από συστάσεως του Αγίου Όρους”. “Υπήρξε ο πάντοτε πενία τρυχόμενος και γιγαντωθείς προ της ασήμου ημών γενεάς”. Κατά τον V. Grumel, “υπήρξε κανονολόγος, λειτουργιολόγος, αγιογράφος –δηλαδή ερμηνευτής των Γραφών, ασκητικός συγγραφεύς, εκδότης βιβλίων, εις των πλέον γονίμων συγγραφέων και αναμφιβόλως ο πλέον φιλόπονος Μοναχός, παρά του οποίου δοξάζεται η ελληνική Εκκλησία”. Κατά τον Θ. Σπεράντσον, ο Άγιος Νικόδημος υπήρξε πρόδρομος της εθνικής παλιγγενεσίας. Ο Luis Petit γράφει πως ο Νικόδημος με τα βιβλία του αντικατέστησε το ζωντανό κήρυγμα του Κοσμά του Αιτωλού κ.λπ. Ο Ιερός Νικόδημος αναμφίβολα υπήρξε ο κορυφαίος εκφραστής του οσιακού βίου και η θύρα που οδηγεί στην ορθόδοξη πνευματικότητα. Είναι ο εξαίσιος θεολόγος και ο ασίγαστος διαχρονικός διδάσκαλος της Ορθοδοξίας και του Γένους. Αποτελεί δε σπανιότατο φαινόμενο συνδυασμού σπανίων θείων χαρισμάτων, αγιότητος βίου, ασκήσεως και συγγραφικής παραγωγής. Ότι και όσα αν πούμε για την μορφή αυτή δεν λέμε τίποτα, ούτε και μπορούμε να την κλείσουμε στις λίγες αυτές γραμμές. Ο ίδιος, εξυμνώντας τον Ιερό Χρυσόστομο, έλεγε: “Αν μπορεί κανείς να συμπεριλάβει μέσα σε ένα κουτάλι την θάλασσα, άλλο τόσο μπορεί και να εξυμνήσει τον Ιερό Χρυσόστομο”. Και εμείς λοιπόν επαναλαμβάνουμε το λόγια αυτά του Αγίου Νικοδήμου, και λέμε: “Αν μπορεί κανείς να συμπεριλάβει μέσα σ’ ένα κουτάλι τη θάλασσα, έτσι μπορεί ν’ αναφερθεί επαρκώς στον Όσιο Νικόδημο”. Η Εκκλησία μας επάξια από το έτος 1955 τον κατέταξε στις δέλτους τού Αγιολογίου της. Από την ημέρα της Κοιμήσεώς του, εφέτος συμπληρώνονται 190 ολόκληρα χρόνια. Στο πέρασμα τόσων χρόνων, ο Άγιος Νικόδημος εξακολουθεί να είναι ο άσβεστος και πάμφωτος φάρος, που φωτίζει και κατευθύνει την πορεία όλων μας προς την ακύμαντη Βασιλεία του Θεού, εκεί πού υπάρχει η αιώνια πανευτυχία και η αληθινή δόξα. Προς την κατεύθυνση αυτή, μας καλεί να κινηθούμε ο βίος του Αγίου Νικοδήμου! Ο άγιος Νικόδημος εορτάζει κατά την καθιερωμένη Πανήγυρη τής 14ης Ιουλίου. Ωσαύτως, εορτάζει την πρώτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου, κατά την καθιερωθείσα προσφάτως Σύναξη των Πέντε Αγίων τής Παροναξίας, η οποία τελείται στο νεόδμητο Ι. Ναό των Ναξίων Αγίων Νικοδήμου του Αγιορείτου και Νικολάου του Πλανά, στην πόλη της Νάξου. Ακόμη, την Τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου στην Πάρο, όπου επίσης τελείται η Σύναξη των Αγίων.Οι Ασματικές Ακολουθίες του Αγίου Νικοδήμου, οι οποίες ευρίσκονται σε λειτουργική χρήση, συντάχθηκαν από τον αείμνηστο Υμνογράφο, Μοναχό Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, από τον Σεβ. Μητροπολίτη Πατρών κ. Νικόδημο, καθώς και από τον Αρχιμ. Νικόδημο Παυλόπουλο, Ηγούμενο της Ι. Μονής Λειμώνος Λέσβου. Επιμέλεια Κειμένου: Αρχιμ. Αλέξανδρος ΜαστράτοςΙεροκήρυξ - Πρωτοσυγκελλεύων Ι. Μητροπόλεως Παροναξίας

Τετάρτη, Ιουλίου 08, 2009

Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΩΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΙΕΡΟΥΡΓΙΑ


Αρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ι. Μονής Ιβήρων

(Από το βιβλίο του Εισοδικόν, εκδ. Ι. Μονής Σταυρονικήτα, Άγιον Όρος 1978.)

Η Θεία Λειτουργία φθάνοντας στην αγία Αναφορά γίνεται μια καθολική δοξολογία: «Άξιον και δίκαιον Σε υμνείν, Σε ευλογείν, Σε αινείν, Σοι ευχαριστείν, Σε προσκυνείν». Μέσα στον αίνο τούτο και την ευχαριστία γνωρίζομε τη θεολογία, αποκαλύπτεται η κοσμογονία. 

Τίποτε δικό μας δεν έχομε. Αυτός μας δημιούργησε εκ του μη όντος. Παραπεσόντας μας ανέστησε. Έκαμε τα πάντα μέχρις ότου μας χάρισε τη μέλλουσα Βασιλεία Του. Αυτή η αίσθηση της ευγνωμοσύνης και η δοξολογία υπέρ πάντων ων ίσμεν και ων ουκ ίσμεν, αποτελεί μια κλίμακα που μας ανάγει στον ουρανό, και μας κάνει να ακούμε τον τρισάγιο ύμνο: «Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ...» Και ενώνονται οι φωνές μας και οι δοξολογίες μας προς το Θεό της αγάπης: «Μετά τούτων καί ημείς των μακαρίων δυνάμεων Δέσποτα φιλάνθρωπε βοώμεν και λέγομεν. Άγιος ει και Πανάγιος, Συ και ο μονογενής σου Υιός και το Πνεύμα σου το Άγιον. Άγιος ει και Πανάγιος και μεγαλοπρεπής η δόξα σου· ος τον κόσμον Σου ούτως ηγάπησας, ώστε τον Υιόν σου τον μονογενή δούναι, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ' έχη ζωήν αιώνιον». Η δόξα του Θεού φανερώνεται στην αγάπη, την κένωση. «Δι' υπερβολήν της ερωτικής αγαθότητος έξω εαυτού γίνεται... και προς το εν πάσι κατάγεται κατ' εκστατικήν υπερούσιον δύναμιν ανεκφοίτητον εαυτού» (Διονύσιος Αρεοπαγίτης, P.G. 3, 712 ΑΒ). Το φως του προσώπου του δεν θαμπώνει αλλά φωτίζει. Η μεγαλοπρεπής του δόξα δεν εξουθενώνει τη μικρότητά μας, αλλά ανακουφίζει και σώζει: Είναι θεϊκή. Δεν μπορεί να μπλεχτή μέσα μας με τίποτε το ανθρώπινο. Δεν βλέπομε τη δόξα του Θεού - δεν μας την παρουσιάζει η Θεία Λειτουργία - στη μορφή του Παντοκράτορος, αλλά μας την αποκαλύπτει όπως φαίνεται στην πράξη της πατρικής προσφοράς και της θυσίας του Υιού. Στην έσχατη ταπείνωση του Δούλου τού Θεού. Όμοια και η αγιογραφία δεν μας παρουσιάζει το Χριστό, Βασιλέα της δόξης στην Ανάσταση, αλλά κρεμάμενο γαλήνια στο ξύλο του Σταυρού. «Ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ' έχη ζωήν αιώνιον» (Ιω. 3, 16). Έτσι καθένας που γνωρίζει τον Κύριο λειτουργικά, όπως πράγματι είναι, και πιστεύει σ' αυτόν -Του εμπιστεύεται τη ζωή του - έχει ζωήν αιώνιον, ανώλεθρο. Τα πάντα αλλάζουν σ' αυτόν από τώρα. Δεν βασανίζεται από καμμιά ταραχή. Ήρεμα βαδίζει μετ' Αυτού επί των κυμάτων. Τα στοιχεία του κόσμου και οι απειλές αναβαίνουσιν έως των ουρανών και καταβαίνουσιν έως των αβύσσων και αυτός μένει αμετακίνητος στην ηρεμία, όντας ταυτόχρονα ευαίσθητος στο κάθε τί. Και η Θεία Λειτουργία συνεχίζεται. «Ος (ο Υιός) ελθών και πάσαν την υπέρ ημών οικονομίαν πληρώσας, τη νυκτί ή παρεδίδοτο, μάλλον δε εαυτόν παρεδίδου υπέρ της του κόσμου ζωής, λαβών άρτον εν ταις αγίαις αυτού καί αχράντοις καί αμωμήτοις χερσίν, ευχαριστήσας καί ευλογήσας, αγιάσας, κλάσας, έδωκε τοις αγίοις αυτού μαθηταίς καί αποστόλοις ειπών: Ο ιερεύς εκφώνως: Λάβετε φάγετε τούτό μού εστι το Σώμα το υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Ο λαός: Αμήν. Ο ιερεύς μυστικώς: Ομοίως και το Ποτήριον μετά το δειπνήσαι λέγων. Ο ιερεύς εκφώνως: Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτό εστι το Αίμά μου το της καινής Διαθήκης, το υπέρ υμών και πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών. Ο λαός:Αμήν». Βρισκόμαστε πνιγμένοι μέσα στις φανερές και αφανείς ευεργεσίες του. Κυριολεκτικά τα χάνομε μέσα σ' αυτό τον κατακλυσμό του ελέους και της αγάπης Του: προσφέρεται κλώμενος καί εκχυνόμενος σε μας. Δεν ξέρομε τι να κάνωμε. Δεν βρίσκομε τίποτε δικό μας, να Του δώσωμε σαν ευχαριστία· «oυ γαρ εποιήσαμέν τι αγαθόν επί της γης». Γι' αυτό παίρνομε πάντα τα δικά Του και ευγνώμονα τα προσφέρομε: «Τα σα εκ των σων σοι προσφέρομεν κατά πάντα και διά πάντα». Αυτή η ολοκληρωτική λειτουργική αντιπροσφορά στον αεί σφαγιαζόμενο Κύριο - πράξη ευχαριστίας και ελευθερίας - αποτελεί το κέντρο του μυστηρίου, την πηγή του αγιασμού του ανθρώπου και των τιμίων δώρων. Αυτή η προσφορά μας απογυμνώνει απ' όλα, απολλύμεθα (Ματθ. 16,25). Παύομε να υπάρχωμε. Πεθαίνομε. Συγχρόνως είναι η στιγμή που γεννιώμαστε στή ζωή· κοινωνούμε της θείας ζωής, με το να προσφέρωμε τα πάντα, με το να γίνωμε μια ευχαριστιακή προσφορά. Έτσι η απώλεια της ζωής μας είναι ταυτόχρονα ανάδυση της υπάρξεώς μας σε κόσμο «καινό και ασύνθετο» όπου παραγενόμενοι είμαστε αληθινά άνθρωποι. (Πρβλ. άγ. Ιγνάτιος, ΒΕΙΙ 2, 276). Μόνον όταν εξαρθρωθή τελείως ο άνθρωπος και ξανάρθη στην ύπαρξη από άλλη Δύναμη, μπορεί να νοιώση τι είναι ζωή· «oς αν απολέση ούτος ευρήσει» (Ματθ. 16, 25). Ήδη με την εμπειρία αυτή του «σοι προσφέρομεν κατά πάντα και διά πάντα» κοινωνούμε της καινής ζωής που είναι προσφορά, κένωση. Όλα εδώ υπάρχουν άλλως, περιχωρούμενα: Συναιρούνται οι εμπειρίες όλες. Συναιρείται ο άνθρωπος· απλώνεται μέχρι την απώλεια και συνέρχεται στο εν που είναι το παν. Βρίσκει τον Κύριο που είναι το Α και το Ω. Μιμνησκόμεθα πάντων των γεγενημένων και των γενησομένων. Είναι όλα παρόντα, συγκεκραμένα στο φως του προσώπου Του και το γλυκασμό της αυτού ωραιότητος. Στη στιγμή χωρά η αιωνιότης. Σ'έναν Άγιο μαργαρίτη όλος ο Παράδεισος, ο Χριστός. «Αινούμεν, ευλογούμεν και δεόμεθα». Όλες οι προσευχές γίνονται μία, τη στιγμή που πεθαίνομε πραγματικά και ζούμε ξενοτρόπως. «Tov θάνατον του Κυρίου καταγγέλλομεν και την ανάστασιν Αυτού ομολογούμεν» (Α' Κορ. 11, 26). Ζης την εμπειρία του ψυχορραγούντος, και το σπαρτάρισμα του αρτιγέννητου. Ξεψυχάς και γεννιέσαι. Γίνεσαι άκρως ευαίσθητος και ταυτόχρονα μένεις ασάλευτος σαν απ' αιώνων κεκοιμημένος. Είσαι ελεύθερος εαυτού, «πάντα αφελών και εκ πάντων απολυθείς». Έχεις άλλους νόμους ζωής, αιωνίου και ακαταλύτου. Είσαι νεκρός και ζωντανός. Ανύπαρκτος και παντοδύναμος. Πέφτεις στο κενό, καταποντίζεσαι, και πλημμυρίζεις ζωή, φτάνεις στην αίσθηση της αιωνίου παρουσίας Του. Γυρίζοντας στην ανυπαρξία (διά της ολικής προσφοράς), βλέπεις να σε συγκρατούν τα χέρια που υπήρχαν πριν Αβραάμ γενέσθαι (Ιω. 8, 58). Απεκαλύφ0ησαν τα θεμέλια της οικουμένης. Χάνεις τα πάντα και φανερώνεται στο βάθος της καρδιάς σου πώς ο άνθρωπος έχει δυνάμει τα πάντα μπαίνοντας εδώ, γιατί στη Λειτουργία της σωτηρίας του ο Χριστός, που ουκέτι αποθνήσκει, είναι «o προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος και διαδιδόμενος». Είναι ώρα σιωπής απολύτου και λάλου. Σιγά πάσα σαρξ βροτεία, και άκούγεται ο Λόγος. Το χώρο που κένωσε η προσφορά (ταπείνωση - ευχαριστία) κατέρχεται και πληροί το Άγιο Πνεύμα. Η ζωή μέσα στη Θεία Λειτουργία είναι σβήσιμο ενσυνείδητο και ολοκληρωτικό, γι' αυτό είναι και αγκάλιασμα ενός μυστηρίου που μας ξεπερνά. Είναι κόπος και ανάπαυση. Είναι θάνατος και ζωή. Πιστεύεις ότι υπάρχει ζωή γιατί γεννιέσαι, ακατάπαυστα. Έρχεσαι από την ανυπαρξία στην ύπαρξη. Πιστεύεις ότι υπάρχει Θεός γιατί σε κρατά στα ζωντανά Του χέρια. Σε δημιουργεί, σε πλάθει. Αυτός εκ του μη όντος εις το είναι μας παρήγαγε» και μας παράγει, γιατί η δωρεά της χάριτός Του είναι σημαντικώτερο γεγονός και μεγαλύτερη έκπληξη απ' ό,τι η αρχική εκ του μη όντος εις το είναι παραγωγή. «Παραπεσόντας μας ανέστησεν πάλιν και την βασιλείαν του εχαρίσατο την μέλλουσαν». Και ενώ ήδη όλα μας χαρίστηκαν, και τα μέλλοντα, νοιώθει κανείς ότι ακόμη όλα τα περιμένουμε. Όλα είναι ατέλειωτα, γιατί όλα είναι αληθινά. Όλα δόθηκαν, και όλα έρχονται ακατάπαυστα καινούργια. * Όταν μιλάμε για λειτουργική θεολογία εννοούμε την ενσάρκωση της θεολογίας. Και τούτο το βλέπομε καθαρά στην ευχαριστιακή ιερουργία. Το πόσο αληθινή είναι η Θεία Λειτονργία μας το αποκαλύπτει η ίδια η φυσιολογία της πνευματικής ζωής: «καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει». Εγκαταλείποντας κανείς τα πάντα στο Θεό, φτάνοντας στην τελική συντριβή και ταπείνωση, δέχεται κατά φυσική λειτουργία των πνευματικών νόμων τη χάρη του Θεού. Και στη Θεία Λειτουργία, μετά άπ' όλη την ευχαριστιακή αναφορά και την κατά πάντα και διά πάντα προσφορά στο Θεο, παρακαλούμε, δεόμεθα και ικετεύομε να έλθη το Πνεύμα το Άγιον εφ' ημάς. Η ίδια πορεία ακολουθείται. Ο ίδιος νόμος βασιλεύει. Το ίδιο Πνεύμα ζωής διοργανώνει, πλάθει, ορίζει την ευχαριστιακή λειτουργία και τη διάρθρωση του ανθρωπίνου είναι μας. Γι' αυτό ο άνθρωπος όντας μέσα στη Λειτουργία, βρίσκεται στο κλίμα του, που μπορεί να ευδοκιμήση. Στην πατρίδα του, που τα πάντα είναι γνώριμα και οικεία. Μιλιέται η γλώσσα του η μητρική. Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο κατ' εικόνα ιδική Του και ομοίωση. Ο Κύριος «της λειτουργικής ταύτης και αναιμάκτου θυσίας την ιερουργίαν παρέδωκεν ημίν». Και η μία (η εσωτερική οργάνωση του ανθρώπου) και η άλλη (η λειτουργική θυσία) από το Θεό παραδίδονται. Η πορεία της θυσίας - η πολιτεία της υπακοής του Υιού του Θεού - αποκαλύπτει στη Θεία Λειτουργία την τριαδική ζωή και χάρη. Και έτσι αποκαλύπτει στον άνθρωπο ιερουργικά την αλήθεια της φύσεως του και τού δείχνει το δρομο της ελευθερίας. Τη δυνατότητα της αναλήψεως και θεώσεώς του. * Δεν πρόκειται περί ιερολογίας, αλλά περί ιερουργίας. Δεν μιλάμε, αλλά πράττομε. Τίποτε δεν υπάρχει χωρίς ρίζες βαθειές. Ό,τι παρουσιάζεται ή ακούγεται εξωτερικά είναι φανέρωση μιας εσωτερικής, προσωπικής, ενσυνείδητης θυσίας. Η εσωτερική αγάπη εκφράζεται ως ομολογία πίστεως εις την ομοούσιον και αχώριστον Τριάδα. «Αγαπήσωμεν αλλήλους, ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν: Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα...». Η αίτηση προς τον Πατέρα για την άφεση των πολλών μας προς Αυτόν οφειλημάτων γίνεται με τη συγχώρηση των μικρών οφειλών των άλλων σε μας (Κυριακή προσευχή). Η παρακατάθεση της ζωής ημών απάσης και της ελπίδος σ' Αυτόν, αποτελεί την εσωτερική, «έργω», επίκληση της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος. Την ώρα της επικλήσεως, η κατά πάντα και διά πάντα προσφορά μας σ'Αυτόν έλκει τη χάρη, αποτελεί την παράκληση, δέηση και ικεσία προς τον Πατέρα για να καταπέμψη το Πνεύμα το Άγιο. Καί καταλαβαίνομε πως δεν εκφωνείται απλώς από τον ιερέα, αλλ' ιερουργείται απ' όλο το σώμα της Εκκλησίας η επίκλησις: Είναι ιερουργία επικλήσεως, πράξη αιτήσεως, για τη μεταβολή του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού και για τον αγιασμό των πιστών: την άφεση των αμαρτιών, την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, της βασιλείας των Ουρανών το πλήρωμα, την παρρησία την προς το Θεό και την αποφυγή - εκ του αναξίως μεταλαμβάνειν - του κρίματος ή του κατακρίματος. Έτσι το γεγονός της μεταβολής και του αγιασμού των τιμίων δώρων και των πιστών ενσυνείδητα και ολοσώματα βιούται. Με την κατά φύσιν εύχαριστιακή του στάση όλος ο άνθρωπος, όλη η λειτουργική κοινότης, και δι' αυτών όλη η δημιουργία, γίνονται μία δέηση, παράκληση, ικεσία και απολαμβάνουν την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, τη χάρη της Πεντηκοστής και «νεουργείται η σύμπασα και θεουργείται» (Κάθισμα όρθρου 8ης Σεπτεμβρίου). Τίποτε δε γίνεται μηχανικά, μαγικά. Τίποτε δεν είναι θαμπό και σκοτεινό, αν και είναι υπέρ λόγον. Και έτσι τίποτε δεν μένει άσαρκο: τα πάντα προσφέρονται ως άρτος κλώμενος, τροφή φαγώσιμη στον άνθρωπο. Ως αίμα εκχυνόμενον, αίμα που αθόρυβα χύνεται στις φλέβες της ζωής και της ελπίδος μας. Τα πάντα φανερώνονται εσωτερικά στους πιστούς, και τα πάντα φανερώνουν μυστικά τον Ενεργούντα τά πάντα εν πάσι. Ήδη η πράξη της εκούσιας προσφοράς των πιστών, ως ενέργεια αντίθετη προς την εγωϊστική στάση και ροπή της πεπτωκυίας φύσεώς μας, είναι κοινωνία και μετοχή στη θεία ζωή που είναι αγάπη άπειρη. 

Εδώ μαθαίνομε να ζούμε, να προσφερώμαστε. Ανατέλλει η όντως ελεύθερη ζωή, η μέλλουσα, που μας δόθηκε. Βλέπομε πως η προσφορά είναι αύξηση, η κένωση πλήρωμα, η ταπείνωση δόξα. Μαθαίνομε να ευχαριστούμε. Kαι «η ευχαριστία εκείνω μεν ουδέν προστίθησιν, ημάς δε οίκειοτέρους αυτώ κατασκευάζει» (Χρυσόστομος, P.G.57,331).

πηγή

Τρίτη, Ιουλίου 07, 2009

Άγιος Νεκτάριος- Περί Θείου Έρωτος


Ο θείος έρως είναι αγάπη του θείου τελεία, εκδηλουμένη ως πόθος του θείου άπαυστος. Ο θείος έρως γεννάται εν τη κεκαθαρμένη καρδία διότι εν αυτή επιφοιτά η θεία χάρις. Ο έρως του Θείου είναι θείον δώρημα, δωρηθέν τη αγνευούση ψυχή υπό της επιφοιτησάσης και αποκαλυφθείσης τη ψυχή θείας χάριτος. Ο θείος έρως ουδενί εγγίγνεται άνευ θείας αποκαλύψεως· διότι η ψυχή η μη δεχθείσα αποκάλυψιν, δεν έσχε την επ' αυτής επίδρασιν της χάριτος και μένει απαθής προς τον θείον έρωτα· αδύνατον δε να γεννηθεί θείος έρως άνευ επενεργούσης θείας δυνάμεως επί της καρδίας. Ο θείος έρως είναι ενέργεια της ενοικούσης εν τη καρδία θείας χάριτος.  Οι ερασταί του Θείου ειλκύσθησαν προς τον θείον έρωτα υπό της επενεργησάσης επί της καθαράς αυτών καρδίας θείας χάριτος, της αποκαλυφθείσης τη ψυχή και ελκυσάσης αυτήν προς τον Θεόν. Ο εραστής του θείου αυτός πρώτος υπό του Θείου ηράσθη, και είτα αυτός ηράσθη του Θείου. Ο εραστής του Θείου πρότερον εγένετο υιός αγάπης και είτα τον ουράνιον ούτος ηγάπησεν Πατέρα. Η καρδία του ερώντος τον Κύριον ουδέποτε καθεύδει, αλλ' αεί γρηγορεί, διά το πλήθος του έρωτος. Ο άνθρωπος καθεύδει διά την χρείαν της φύσεως, η δε καρδία γρηγορούσα υμνεί το Θείον. Ο θείος Χρυσόστομος λέγει περί του πνευματικού έρωτος: "Ούτως εστίν επιτακτικός ο πνευματικος έρως, ως μηδενί περιχωρείν καιρώ, αλλ' αεί της ψυχής έχεσθαι του φιλούντος, και μηδεμίαν θλίψιν ή οδύνην συγχωρείν περιγίνεσθαι της ψυχής." 

Η τον Θεόν ερώσα ψυχή τω Θεώ προσκολλάται στερρώς και επ' αυτώ πέποιθε και την ελπίδα αυτής άπασαν Αυτώ ανέθετο. Ο θείος αυτής έρως ανάγει αυτήν προς τον Θεόν και Αυτώ διαλέγεται ημέρας και νυκτός. Η τω θείω έρωτι τρωθείσα ψυχή ουδενός ετέρου εφίεται ή του άκρου αγαθού, κατολιγωρεί δε των πάντων και προς πάντα αηδώς διάκειται. Η ερώσα του Θεού ψυχή μελέτην αυτής έχει τα λόγια του Θεού και ενδιατριβήν αυτής τα σκηνώματα αυτού. Φθεγγομένη διηγείται τα θαυμάσια του Θεού και διαλεγομένη λαλεί περί της δόξης και μεγαλοπροπέπειας αυτού. Αίνον και ύμνον απαύστως αναπέμπει τω Θεώ, πόθω δε θείω λατρεύει αυτόν. Ούτως ο θείος έρως όλην την ψυχήν εαυτώ μεθηρμόσατο, εαυτώ περιεποιήσατο και εξωκειώσατο. Η του Θείου ερασθείσα ψυχή επέγνω το θείον, η δε επίγνωσις ανέφλεξε τον θείον έρωτα αυτής. Η του Θεού ερασθείσα ψυχή εγένετο μακαρία, διότι έτυχε του Θείου εφετού του πληρώσαντος τους πόθους αυτής· πάσα επιθυμία, πάσα επιποθία, πάσα έφεσις ξένη προς την θείαν αγάπην, αποκρούεται υπ' αυτής ως ταπεινή και αναξία εαυτής. Πόσον η προς το Θείον αγάπη επαμειβομένη υπό της θείας αγάπης μεταρσιοί την ερώσαν του Θείου ψυχήν! Αύτη η θεία αγάπη ως νεφέλη κούφη αναλαμβάνουσα την ψυχήν φέρει προς την αέναον πηγήν της αγάπης, προς την αϊδιον αγάπην, και πληροί αυτήν φωτός αϊδίου. Η υπό του θείου έρωτος τρωθείσα ψυχή αεί χαίρει και αγάλλεται και σκιρτά και χορεύει, διότι ευρίσκεται επαναπαυομένη επί της αγάπης του Κυρίου ως επί ύδατος αναπαύσεως· ουδέν των του κόσμου θλιβερών ισχύει να διαταράξη την γαλήνην και την ειρήνην αυτής, ουδέ την χαράν και την ευφροσύνην αυτής των λυπηρών τι να αφαιρέση. Η ερώσα του Θείου ψυχή μεταρσιουμένη υπό της αγάπης υπεξίσταταί πως των σωματικών αισθήσεων και αυτού του σώματος πως αποχωρεί και εαυτής επιλανθάνεται διά την τελείαν προς το Θείον αφοσίωσιν. Η ανερμήνευτος γλυκύτης της θείας αγάπης την μεν καρδίαν καταθέλγει και κατακυριεύει, τον δε νουν έλκει προς το Θείον, ίνα του Θεού απολαύσει εν αγαλλιάσει. Ο θείος έρως την προς Θεόν προμνηστεύεται οικείωσιν, η δε γεύσις την πείναν. Η ψυχή, ης θείος άπτεται έρως, ουδέν έτερον λογίζεσθαι δύναται ουδέ επιποθείν, αλλά συνεχώς στενάζουσα λέγει· Κύριε, πότε ήξω προς Σε ο Θεός, ως επιποθεί η έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων! Τοιούτος ο θείος έρως ο κυριεύων της ψυχής.

www.egolpio.com

Δευτέρα, Ιουλίου 06, 2009

Η αγία μεγαλομάρτυς Κυριακή


Ήταν κόρη του Δωροθέου και της Εύσεβίας. Αυτοί ήταν άτεκνοι και παρακαλούσαν το Θεό να τους δώσει παιδί. Πράγματι, ό Θεός ευδόκησε, και το χριστιανικό αυτό ζευγάρι, απέκτησε παιδί. Γεννήθηκε ήμερα Κυριακή, γι' αυτό και της έδωσαν το όνομα Κυριακή. Κατά το διωγμό του Διοκλητιανού, οι γονείς της συνελήφθησαν και μετά από ανάκριση βασανίστηκαν και αποκεφαλίστηκαν από το δούκα Ίοϋστο. Ή δε Κυριακή παραπέμφθηκε στον Καίσαρα Μαξιμιανό, και από εκεί στον άρχοντα Βιθυνίας Ίλαριανό, ό όποιος της υπενθύμισε ότι ή ομορφιά της είναι για απολαύσεις και όχι για βασανιστήρια. Τότε ή παρθένος κόρη του απάντησε: "Ούτε στη νεότητα μου, ούτε στην ομορφιά μου δίνω την παραμικρή προσοχή. Και τα λαμπρότερα από τα επίγεια πράγματα είναι προσωρινά, όπως τα άνθη και κούφια, όπως οι σκιές. Σήμερα, έπαρχε, είμαι όμορφη, αύριο μια άσχημη γριά. Να κάνω, λοιπόν, κέντρο της ζωής μου την ομορφιά μου; Την αξία της, όμως, τη γνώρισα στις ρυτίδες, πού την περιμένουν και στον τάφο πού την καλεί. Νόμισες, λοιπόν, ότι θα κάνω την τερατώδη ανοησία, να χάσω την αιώνια λαμπρότητα για να μείνω λίγο περισσότερο στη γη; Γι' αυτό στο ξαναλέω, έπαρχε: είμαι και θα είμαι στη ζωή και στο θάνατο χριστιανή". Εξοργισμένος ό Ίλαριανός, σκληρά τη βασάνισε και διέταξε να την αποκεφαλίσουν. Άλλα πριν πέσει ή σπάθη, προσευχόμενη παρέδωσε το πνεύμα της στον Κύριο.

Σάββατο, Ιουλίου 04, 2009

Κυριακή Δ΄ Ματθαίου: «Εγώ ελθών θεραπεύσω αυτόν»


Ο Θεάνθρωπος Ιησούς, ο Αργηγός της ζωής και του θανάτου, ο Οποίος «ούκ ήλθεν καλέσαι δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν », ακούει την απεγνωσμένη φωνή του εθνικού εκατοντάρχου, πού τον παρακαλεί, τον ικετεύει να θεραπεύσει τον πάσχοντα δούλο του.Ο εθνικός, ο ειδωλολάτρης εκατόνταρχος, της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, εξ όσων είχε ακούσει και είχε δει, εξεδήλωσε πίστη θερμή προς τον Μέγα Ιατρό της ψυχής και του σώματος, στον Κύριο της δόξης Χριστό· και «ο ετάζων καρδίας και νεφρούς και τα βάθη των ανθρώπων γινώσκων Κύριος» δεν διστάζει να μπεί υπό την στέγη του σπιτιού ενός εθνικού και να σκορπίσει την χαρά, την ευλογία και την ποθούμενη θεραπεία στον δούλο του εκατοντάρχου.Ο Κύριος βλέπει στο πρόσωπο του εθνικού εκατοντάρχου την πίστη του στον Θεό αφ΄ ενός και την αγάπη του αφ΄ετέρου προς τον πάσχοντα δούλο του, και πλουσιοπάροχα αποδίδει προς τον εκατόνταρχο το ποθούμενο. « Εγώ ελθών θεραπεύσω αυτόν». Εγώ, λέγει, ο των όλων Κύριος θα έλθω στο σπίτι σου και θα θεραπεύσω τον παράλυτο δούλο σου. Εγώ θα έλθω στο σπίτι σου και θα δώσω ζωή στον δούλο σου.Σε αυτή την θεϊκή αγάπη ο εκατόνταρχος μένει εκστατικός και με αληθινή ταπεινοφροσύνη και συναίσθηση της αναξιότητός του ομολογεί ότι δεν είναι άξιος τοιαύτης χαράς και τιμής: «ούκ ειμί ικανός, ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης, αλλά μόνον ειπέ λόγον και ιαθήσεται ο παίς μου». Ο εκατόνταρχος λέγει στον Κύριο: «Κύριε, δεν είμαι άξιος για να μπείς στο σπίτι μου, αλλά με έναν λόγο σου θα θεραπευθεί ο δούλος μου.Ω πίστη! Ω ταπείνωση! Ω συναίσθηση της αναξιότητος του εκατοντάρχου. Και αυτός ο Ίδιος ο Κύριος, η άκρα ταπείνωσις, «ο εν σπηλαίω τεχθείς και εν φάτνη ανακλιθείς», θαυμάζει την πίστη του εθνικού και λέγει, «τοις ακολουθούσιν»: «αμήν λέγω υμίν, ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον».H πίστη του εκατοντάρχου ήταν αιτία της αμέσου θεραπείας του δούλου του. Με την θερμή και αυθόρμητο πίστη του εκατοντάρχου έγινε το θαύμα· ο παράλυτος δούλος του βρίσκει την υγεία του σώματός του: «πήγαινε και ας σου γίνει όπως επίστεψες», λέγει ο Υιός της Παρθένου, ο Θεάνθρωπος Ιησούς στον εθνικό εκατόνταρχο και θεραπεύθηκε ο δούλος του κατά την ώρα εκείνη.Μεγάλα τα της πίστεως κατορθώματα. Η πίστη επιτελεί το μέγα θαύμα την πνευματική κάθαρση, και συγχρόνως την ανόρθωση του πεπτωκότος στην αμαρτία ανθρώπου. Ο Εθνικός εκατόνταρχος με πίστη ένθερμο, με ταπείνωση ειλικρινή, με συναίσθηση της αμαρτωλότητός του ανοίγει την θύρα της οικίας του και υποδέχεται τον Σωτήρα Χριστό. Ανοίγει διάπλατα τις πόρτες της οικίας του δια να εισέλθη ο Βασιλεύς της Δόξης Χριστός.

Αγαπητοί μου αδελφοί· Και εμείς καλούμεθα, σήμερα, με πίστη Χριστού ωσεί θώρακα, με ειλικρινή ταπείνωση και πλήρη συναίσθηση της αμαρτωλότητός μας να μιμηθούμε τον εκατόνταρχο της σημερινής ευαγγελικής περικοπής και να ανοίξουμε την στέγη της ψυχής μας και να δεχθούμε τον Δωροδότη Κύριο.Καλούμεθα και εμείς σήμερα να ανοίξουμε διάπλατα την θύρα της ψυχής μας και να υποδεχθούμε, αξίως, το Εσφαγμένο αρνίο της Αποκαλύψεως, τον Ουράνιο Άρτο, την τροφή του παντός κόσμου, τον Σωτήρα Χριστό.Ο Ιησούς Χριστός θεραπεύει και σήμερα τις ψυχικές και σωματικές αρρώστιες μας δια της παντοδυνάμου και μεγαλοδώρου χάριτός Του, αρκεί και εμείς, όπως ο εκατόνταρχος, να προσέλθουμε μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προ του Αγίου Ποτηρίου και να γευθούμε το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου μας αξίως: «ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ», μας λέγει ο Ζωοδότης Κύριος.Ο χριστιανός, όταν προσέρχεται στην Θεία Τράπεζα, με αληθινή και ειλικρινή προετοιμασία, τότε γίνεται σύσσωμος και σύναιμος Χριστού, τρέφεται με την πνευματική τροφή, τον Άρτο της Ζωής.Γεννάται, όμως, το ερώτημα: πόσοι από εμάς πλησιάζουμε την θεία Τράπεζα με αληθινή προετοιμασία; πόσοι από εμάς συναισθανόμαστε βαθιά, όπως ο εκατόνταρχος, την αναξιότητά μας όταν πλησιάζουμε το Άγιο Ποτήριο; πόσοι από εμάς δεχόμαστε στην οικία της ψυχής μας την Τροφή του παντός κόσμου, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό με ζέουσα πίστη;

Ας πλησιάσουμε, λοιπόν, και εμείς, αδελφοί αγαπητοί, με πίστη, με αγάπη, με ταπείνωση, με ειλικρινή μετάνοια, με καθαρότητα ψυχής τον θείο και μυστικό Δείπνο και έτσι δια της θείας μεταλήψεως των αχράντων μυστηρίων θα κατοικήσει στην στέγη της ψυχής μας ο Θεάνθρωπος Ιησούς, «ΟΥ η χάρις και το άπειρον έλεος, είη μετά πάντων ημών αδελφοί μου. ΑΜΗΝ.

Ο.Λ.Κ.Α.Παΐσιος

Παρασκευή, Ιουλίου 03, 2009

Όπου ήχος καθαρός εορταζόντων!


Yπάρχει Χριστός, Ανάσταση, Παράδεισος,αιώνια μακαριότητα,βασιλεία των ουρανών; Έχει η ορθοδοξία, ο ησυχασμός,ο αναχωρητισμός αλήθεια και αξία;

Δεν θα απαντήσω, μην απαντήσετε. Απλώς κοιτάξτε την εικόνα του προσφάτως κοιμηθέντος αγίου γέροντος Ιωσήφ του Βατοπεδινού...

(εικόνα egolpio.wordpress.com)

Πέμπτη, Ιουλίου 02, 2009

Καύση νεκρών: Αμετάκλητη λήθη ή αιώνια μνήμη;


Αρχιμ. π. Νικολάου Χατζηνικολάου(νυν μητροπολίτου Μεσογαίας)

Υπάρχουν δύο βασικές αλήθειες για την Ορθόδοξη χριστιανική πίστη σχετικά με τον άνθρωπο. Η πρώτη είναι ότι ο άνθρωπος έχει ψυχοσωματική οντότητα και η δεύτερη ότι η ψυχή του είναι αιώνια στη φύση της.Το σώμα του είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένο με την ψυχή του και η ψυχή με την θεϊκή πραγματικότητα.Η Εκκλησία δεν έχει μόνο διδασκαλία περί της ψυχής, αλλά βαθιά εμπειρία της. Δεν έχει απλά άποψη επί του θέματος έχει βίωση αληθείας. Η αποκάλυψή της δεν της προσφέρεται μόνον διδακτικά, αλλά της επαληθεύεται βιωματικά. Δεν λέει αυτό που ξέρει αλλά μεταγγίζει αυτό που ζει. Όταν βλέπει τον άνθρωπο, τον κάθε άνθρωπο, δεν αντικρίζει σ΄αυτόν μόνο το σώμα του ή τη χρονική παρουσία του, αλλά βλέπει την εικόνα του Θεού να αντικατοπτρίζεται στην ψυχή του και διακρίνει την αιώνια διάστασή του. Αυτό πως να το αρνηθεί η Εκκλησία;Άνθρωπος δεν είναι το σώμα, η υγεία, αυτό που βλέπουμε.

Ούτε πάλι η ψυχή ως διάθεση, ως ψυχισμός, ως έκφραση των εγκεφαλικών λειτουργιών, ως φυσικό στοιχείο συμπεριφοράς - αυτό που αντιλαμβανόμαστε. Ο θησαυρός της ανθρώπινης υπόστασης είναι η ψυχή ως πρόσωπο, ως εικόνατης θεϊκής δόξης, ως αυτεξούσιο, ως δυνατότητα μετοχής στην αιωνιότητα, ως χάρις αυθυπέρβασης.Κάθε τι που σχετίζεται με την ψυχή αποτελεί ιερό γεγονός ή στοιχείο έχει να κάνει με την σωτηρία, τον εξαγιασμό, την ένωση με τον Θεό, την βίωση της αιώνιας προοπτικής του ανθρώπου. Αυτό είναι το στοιχείο που, επειδή είναι υπαρκτό καθιστά τον άνθρωπο ιερό.Η ψυχή μ΄αυτήν την έννοια, περιφρουρείται μέσα στο σώμα που το μεταμορφώνει σε ναό. Το σώμα που διαφυλάσσει το θησαυρό της ψυχής δεν είναι φυλακή. Ένα σώμα όμως που εν ζωή δεν το σεβαστήκαμε, ούτε καν φιλόζωα το διατηρήσαμε, που βιολογικά μεν το περιποιηθήκαμε στα εργαστήρια, ουσιαστικά όμως το καταστρέψαμε στην πρακτική της ζωής ένα σώμα στο οποίο η ιατρική δεν καλείται να θεραπεύσει μόνο τις συνέπειες της φυσιολογικής φθοράς επάνω του, αλλά και του ανορθόδοξου τρόπου και της αντίληψης ζωής μέσα του ένα σώμα που η ίδια η ψυχή μας το αγνόησε, και αντί μαζί του να επιτελέσει τον ιερουργικό σκοπό της, ικανοποίησε τις φιλήδονες τάσεις και τις αμαρτωλές διαθέσεις της -και μάλιστα με την αποδοχή και νομική κάλυψη της κοινωνίας-, αυτό το σώμα είναι εύκολο αυτή η κοινωνία και ψυχή να θέλουν να το κάψουν για να ολοκληρώσουν το έργο τους και να εξαφανίσουν την ασέβειά τους.

Για την Εκκλησία τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.Το σώμα, όσο ο άνθρωπος είναι εν ζωή, το βλέπει ως θυσιαστήριο. Γι΄αυτό και η βάναυση επέμβαση επάνω του και η υποταγή του στις ορμές, που δουλώνουν το αυτεξούσιο, δηλώνουν ασέβεια και αποτελούν βεβήλωση και αμαρτία. Η συντήρηση και τροφοδοσία του γίνεται πάντοτε με προσευχή -προσευχές της τραπέζης- η φροντίδα της υγείας του που συνδυάζεται με μυστήριο - το ευχέλαιο-, η αναπαραγωγή του με άλλο μυστήριο - το γάμο- και τέλος ο εξαγιασμός του επιτυγχάνεται με την μετάληψη του σώματος και του αίματος του Χριστού.

Μόλις ο άνθρωπος πεθάνει, το σώμα του γίνεται λείψανο. Τότε αυξάνει και ο σεβασμός μας σ΄αυτό. Το λείψανο αποτελεί την ανάμνηση μιας ιερουργίας που μέσα του επιτελείτο - της σωτηρίας της ψυχής- και την υπόμνηση μιας άλλης που τώρα "αγνώστως" συνεχίζεται έξω από αυτό- της δόξης της ψυχής. Το σώμα δεν περιμένει την καταστροφή του, αλλά την "ετέρα μορφή του"(Μάρκ. ιστ΄12), την αναμόρφωσή του "εις το αρχαίον κάλλος". Αυτή είναι η αιτία που η Εκκλησία προσεγγίζει το σώμα με ιδιαίτερο σεβασμό και αισθήματα ιερά. Δεν καίμε τους ναούς, πολλώ δε μάλλον τους έμψυχους ναούς. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι το σώμα είναι κάτι που δεν εγγίζεται και στο οποίο αρνούμεθα κάθε παρέμβαση. Το σώμα είναι το υποκείμενο στη φθορά στοιχείο του ανθρώπου Η φυσική φθορά είναι η ισχυρότερη ίσως υπόμνηση της πτωτικής μας φύσεως. Κάθε βίαιη κίνηση που συνηγορεί στη συρρίκνωσή του, προσβάλλει και την ψυχή. Για τον λόγο αυτό, στο σώμα παρεμβαίνουμε μόνο θεραπευτικά, αναστέλλοντας την εξέλιξη της φθοράς, όταν και όδο μπορούμε. Η διαδικασία της πρέπει να είναι εντελώς φυσική και ποτέ εξαναγκασμένη. Την αναλαμβάνει μόνον ό Θεός μέσα από τις συνθήκες που ο ίδιος προνοεί ή η φύση μέσα από την ευθύνη που της έχει ανατεθεί. Αυτός είναι ένας άλλος λόγος που η Εκκλησία μας αρνείται την καύση των νεκρών. Αφήνει στη φύση να αναλάβει την ευθύνη της φθοράς του σώματος. Δεν το καίει, αλλά το αφήνει να σβήσει. Αυτό σημαίνει ότι από τη στιγμή που η φύση επιτρέπει να μείνει κάποιο υπόλειμμα, αυτό έχει το λόγο του.Όταν και η ΄φυση αρνείται την ολοσχερή διάλυσή του ανθρωπίνου σώματος, τότε η νομοθετημένη καύση του δεν είναι πράξη επιλήψιμης βίας;Τα οστά υπαινίσσονται το σώμα έχουν μεν όλα μια ομοιότητα, αλλά έχουν και διαφορές. Άλλα είναι τα κοκαλάκια ενός μικρού παιδιού στη θέα τους και άλλα ενός ενήλικα. Άλλα ενός ανθρώπου και άλλα κάποιου ζώου. Όταν όμως καούν, η στάχτη εξομοιώνει τα πάντα. Και στην περίπτωση αυτή που διατηρείται και δεν σκορπίζεται, δεν διακρίνονται οι διαφορές έχουν εξαλειφθεί για πάντα. Μαζί με τα χαρακτηριστικά του προσώπου, έχει εξαφανιστεί και η εικόνα του ανθρώπου μόλις δςε σκορπιστούν και τα υπολείμματα της στάχτης,μαζί με τα ψήγματα του κοινωνικού σεβασμού, οριστικοποιείται και η διαγραφή κάθε ίχνους παρουσίας του. Ο υπαρκτικός θάνατος έχει προσυπογράψει τον φυσιολογικό.

Το υπόλειμμα του ανθρώπου δεν είναι η ισοπέδωση και η απουσία, αλλά η ταυτότητα και του είδους και του προσώπου και η παρουσία.Ο αγώνας να διατηρήσουμε τα οστά, τα λείψανα, ό,τι περισσότερο από τον άνθρωπο μπορούμε σ΄αυτόν τον κόσμο, ισοδυναμεί με την ανάγκη μας να διατηρηθεί όσο περισσότερο γίνεται το πρόσωπό του στον άλλο. Ο σεβασμός μας στα νεκρά λείψανα πιστοποιεί την πίστη μας στην αθάνατη ψυχή. Οι νεκροί δεν είναι "πεθαμένοι" αλλά κεκοιμημένοι. Τοποθετούνται με σεβασμό στον τάφο, στραμμένοι προς ανατολάς με την προσδοκία της αναστάσεώς τους. Η Εκκλησία συνειδητά αρνείται τον όρο "νεκροταφεία" και επιμένει στον όρο "κοιμητήρια". Και το κάνει αυτό όχι για λόγους ψυχολογικού -για να μην αγριεύουμε- αλλά για λόγους καθαρά πνευματικούς: νεκρός δεν σημαίνει τελειωμένος (που έχει τελειώσει) αλλάτετελειωμένος (που έχει τελειωθεί). Τέλος δεν σημαίνει λήξη, αλλά τελείωση. Τα οστά των νεκρών αποτελούν ανάμνηση της παρελθούσης ζωής τους, ενθύμηση της παρούσης καταστάσεως τους, αλλά και υπόμνηση της μελλούσης προοπτικής μας. Αυτά με κανένα νόμο δεν καίγονται.

Η Εκκλησία δεν τιμά το σώμα και χωριστά την ψυχή, αλλά τον σύνδεσμο των δυό, τον άνθρωπο ως όλον. Στον κίνδυνο να ξεχαστεί ο άνθρωπος, επειδή δεν φαίνεται η ψυχή του, διατηρούμε το σώμα, που δεν μας την θυμίζει μόνο όταν λειτουργεί αλλά και όταν απλά υπάρχει. Η οριστική καταστροφή του σώματος, η καύση του, δεν είναι καύση νεκρού ανθρώπου -κάτι που καίγεται - αλλά προσπάθεια καύσης της ζωντανής ψυχής του,κάτι που δεν καταστρέφεται.Η ψυχή ζει. Αυτό φαίνεται από το ότι τα λείψανα έχουν ζωή όχι βιολογική βέβαια αλλά κάποιας μορφής πνευματική, που όμως διαπιστώνεται. Όταν έχουμε άτομα που η βίωσή τους της πνευματικής πραγματικότητος ήταν τόσο έντονη ώστε και από τότε που ζούσαν εν χρόνω την παχύτητα αυτού του κόσμου, αυτά να λειτουργούν στις συχνότητες του άλλου, τότε ο θάνατός τους είναι κοίμηση που αποτυπώνεται στα λείψανά τους. Είναι πολύτιμη εμπειρία της Εκκλησίας, διαρκώς επαληθευόμενη, ότι πλείστα όσα εξ αυτών εμφανίζουν ιδιάζουσα χάρι. Είναι γνωστό ότι συχνά τα λείψανα των αγιορειτών μοναχών αλλά και των άλλων εξαγιασμένων ανθρώπων που η ζωή τους τίμησε το σώμα και η ψυχή τους φανέρωσε μεγαλύτερη ευρωστία και ζωτικότητα από αυτό, διατηρούν μια εντυπωσιακή ευκαμψία για ώρες μετά θάνατον. Δεν κοκαλώνουν!Αλλά και η αποδεδειγμένη ευωδία, το κέρινο χρώμα τους, η θαυματουργική χάρι τους ή η φυσική αφθαρσία ολόσωμων αγίων, στοιχεία ασυνήθη και φυσικώς ανεξήγυτα, είναι αναμενόμενα φαινόμενα της πνευματικής πραγματικότητος. Αυτά τα λείψανα, για την ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση και συνείδηση, αποτελούν περιουσία πολυτιμότερη και από τη διδασκαλία της θησαυρούς αναγκαιότερους και από τα σκεύη της. Στα λείψανα των μαρτύρων της εδράζονται οι άγιες τράπεζες της. Αν αυτά κάψει θα έχει ήδη θυσιάσει τα ιερά θυσιαστήριά της θαέχει καταστρέψει τα ζωτικά σπλάχνα της.Η ψυχή υπάρχει, ζει και αναγνωρίζει το σώμα της και μετά θάνατον.Βλέπει και μπορεί να αντικρύσει την καύση του. Άραγε θα την εγκρίνει; Η ίδια στην κατάσταση που είναι δεν βλάπτεται από τις δικές μας ενέργειες ούτε και όταν της καταστρέφουν το δικό της σώμα.Η ασέβεια επάνω της όμως φθείρει εμάς.

Το ηθικό κριτήριο σε μιά τόσο καίρια απόφαση για την Εκκλησία είναι πνευματικό δεν έχει νακάνει με τις επιλογές μιας πεθαμένης κοινωνίας, μιας κοινωνίας που αρνείται την αθανασία της, αλλά με τις προτιμήσεις τηςαθάνατης ψυχής, της ψυχής που επιβεβαιώνει την αιωνιότητά της.Αν μας ρωτούσαν πως θα προτιμούσαμε να φύγει απ΄αυτόν τον κόσμο κάποιος δικός μας:από εγκεφαλική αποπληξία, από καρδιακή ανακοπή, με παραμορφωτικά εγκαύματα, ή να αποτεφρωθεί από ανάφλεξη και πυρκαγιά, έχω την εντύπωση πως ο τραγικότερος τρόπος θα ομολογούσαμε πως είναι ο τελευταίος.Είναι φυσικό στον άνθρωπο, όταν αποχαιρετά τον άνθρωπό του, να θέλει να αντικρύσει για τελευταία φορά την οικεία σ΄αυτόν όψη και όχι το αποτρόπαιο κατάντημά του σε απάνθρωπη, ανοίκεια και απρόσωπη στάχτη. Η λεπτή αγάπη των στιγμών εκείνων εκφράζεται ως ανάγκη να αγκαλιάσει κανείς, να φιλήσει, να χορτάσει το βλέμμα του, να εκδηλωθεί τρυφερά πάνω στο άψυχο σώμα. Αν μας πληγώνει η βία της φύσεως, πώς εμείς επιλέγουμε τη βία του αυτεξουσίου μας; Όταν κάτι είναι πολύτιμο και το χάνουμε, προσπαθούμε να κρατήσουμε όσο περισσότερο απ΄αυτό μπορούμε. Ποτέ δεν νομοθετούμε τη βίαιη μείωση του τελευταίου ανεκτίμητου υπολείμματός του.Η απόφαση ότι δεν έχουμε χώρο στα κοιμητήριά μας ισοδυναμεί με προσβολή.Αν δεν έχουμε, να δημιουργήσουμε χώρο. Η αγάπη δημιουργεί και χώρο και προϋποθέσεις. Η χρηστική ανάγκη ποτέ δεν είναι ουσιαστική και πάντα πιστοποιεί τη στενότητα του καρδιακού χώρου.Η ανάγκη του σεβασμού είναι πολύ μεγαλύτερη γι΄αυτόν που τον εκχωρεί παρά γι΄αυτόν που αποδέχεται.Ετσι που βαδίζει η κοινωνία μας δεν θα έχει μονον έλλλειψη χώρου, αλλά και ανθρώπους δεν θα βρίσκει για να θάψουν, ίσως και να κάψουν, τους νεκρούς της. Στο απέραντο γηροκομείο του "πολιτισμένου" κόσμου μας, όπου οι νέοι τείνουν να γίνουν πολύ λιγότεροι από τους ηλικιωμένους και οι γεννήσεις πολύ πιο σπάνιες από τους θανάτους, θα υπάρχουν νεκροί και όχι νεκροθάφτες.Αντί να ενδιαφέρεται η κοινωνία μας για την αρχή της ζωής, π.χ. το δημογραφικό πρόβλημα, υπεραπασχολείται με το τέλος, την καύση. Η ίδια νοοτροπία που αποφεύγει, τη γέννηση, δηλαδή τη ζωή, αυτή που απορρίπτει και τους γέρους, αυτή που προτείνει την ευθανασία, αυτή που η ίδια δεν αντέχει και τους νεκρούς αρνείται τη δημιουργία και επιλέγει την καύση. Αυτή υπογράφει το οριστικό τέλος του τέλους το τέλος του σκοπού το τέλος του ανθρώπου.

Αυτοί που αγνόησαν το δικαίωμα του ανθρώπου για το Θεό και πρόσβαλαν τα απαράγραπτα δικαιώματα του Θεού για τον άνθρωπο, αυτοί και μόνον μπορούν να επικαλούνται τα λεγόμενα ανθρώπινα δικαιώματα για να νομιμοποιήσουν την ασέβειά τους στον άνθρωπο. Η καύση των νεκρών δεν είναι ατομικό δικαίωμα του νεκρού πλέον ανθρώπου. η διατήρηση του σώματός τους αποτελεί κοινωνική υποχρέωση σεβασμού και επιβιώσεως του προσώπου του. Είναι αδύνατο το θέλημα του ενός -και ας αποκαλείται αυτό δικαίωμα- να προσκρούει στην ανάγκη για σεβασμό του συνόλου. Δεν μπορεί να είναι δικαίωμα κάποιου να τον...κάψουμε εμείς! Το θέμα δεν είναι αν κάποιος επιθυμεί να καεί. είναι αν η κοινωνία θα δεχθεί να τον κάψει.Η κοινωνία με την καύση των νεκρών προσυπογράφει το δικό της τέλος. τον μηδενισμό της. Μια κοινωνία που δεν αντέχει τον άνθρωπο ούτε στην ασθένειά του, ούτε στην αδυναμία του, ούτε στον θάνατό του, μια κοινωνία που καίει τους νεκρούς της, μια κοινωνία που καταστρέφει και την ανάμνηση της ζωής και την ενθύμηση των μελών της -αυτό είναι τα λείψανα- μια κοινωνία που κάνει την αρχή του ανθρώπου τεχνητή και μηχανική και το τέλος του οριστικό και αμετάκλητο, μια κοινωνία που αρνείται την πνοή του αιώνιου και εγκλωβίζεται στην ασφυξία του εφήμερου, τι σχέση μπορεί να έχει αυτή η κοινωνία με τη ζωή; Ακόμη και οι άθεοι υπογράμμιζαν την ανάμνηση των επίγειων θεών τους με ταριχεύσεις των σωμάτων τους (περίπτωση Λένιν) ή όπου αυτό δεν ήταν δυνατόν με κατασκευές αγαλμάτων και ψεύτικων ομοιωμάτων.Φαίνεται πως το αποτέλεσμα του ανθρωπισμού χωρίς Θεό, του πολιτισμού χωρίς αξίες και του μηδενισμού χωρίς σκοπό, το αποτέλεσμα της σύγχυσης της αθεϊας, είναι η εξαφάνιση του ανθρώπου,η καύση και του τελευταίου υπολείμματός του. Η καύση των νεκρών οδηγεί στην καύση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Κατόπιν τούτων, δεν είναι ότι δεν της επιτρέπεται, αλλά η Εκκλησία αδυνατεί και αρνείται να δεχθεί μια απλά χρηστική και καθόλου πειστική λύση ελάσσονος πρακτικής βαρύτητος και να θυσιάσει το βίωμα του σεβασμού της στη θεϊκότητα του προσώπου του κάθε ανθρώπου, πολλώ μάλλον του ανθρώπου που αυτή βάφτισε στη κολυμβήθρα της τιμώντας ταυτόχρονα και την ψυχή και το σώμα του. Το μείζον δεν μπορεί να υποταχθεί στο έλασσον. Είναι αδύνατον όποιος πιστεύει στην Εκκλησία και αποδέχεται την πρόταση ζωής της, όποιος ζει την πραγματικότητα της ψυχής, όποιος σέβεται τον άνθρωπο να μην τιμά και το σώμα. Το σώμα χρήζει μεγαλύτερης τιμής και σεβασμού από την κοινωνία μετά θάνατον απ' όση περιποίηση και προστασία δέχθηκε από τον ίδιο τον άνθρωπο κατά τη διάρκεια της ζωής του.

ΠΗΓΗ: www.i-m-attikis.gr

www.artoforio.gr