ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Σάββατο, Απριλίου 30, 2016

Ο Χριστός έγινε άνθρωπος και Ανέστη για όλους...


Συγκατανέβη πάλι ο Άγιος Θεός και κατήλθε το άγιο Φως στον Πανάγιο Τάφο Του. Δεν είναι μια άσκηση δοκιμασίας για όσους έχουμε βαθιά την πίστη στην Ανάσταση Του, ούτεαποδεικτικό της ίδιας της ανάστασης. Επίσκεψη , ευλογία και χαρά είναι και για τους πιστεύοντες αλλά και για τους μη πιστεύοντες. Ναι και γι αυτούς! Γιατί το Φως για όλους λάμπει και σίγουρα κάτι αφήνει και σε αυτούς πού αμφισβητούν ή το αγνοούν.Είναι φοβερή αυτή η "πιστοποίηση" του προνομίου των ορθοδόξων. Δεν το γράφω με φανατισμό και αυτοδικαίωση. Πιστεύω πώς αυτή η πιστοποίηση μάλλον εμάς αφορά σαν ορθοδόξους γιατί μας επαναφέρει στην δοξολογία Του, παρά αποτελεί διαχωριστικό και έλεγχο για τους άλλους ανθρώπους.Αυτή η πίστις των ορθοδόξων, αυτη η πίστις την οικουμένην εστήριξεν .Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών; Ο Θεός όλων των ανθρώπων μας επισκέπτεται διαρκώς και το μεγαλείο Του είναι πώς δεν είναι ιδέα, σύννεφο, σύμβολο. Είναι Σάρκα. Τον Θεό μας Τον βλέπουμε ανάμεσα μας, Τον τρώμε και Τον πίνουμε στην τράπεζα της ευχαριστίας, τον προσκυνάμε εικονιζόμενο και Τον αισθανόμαστε σαν Φως κατερχόμενον και λάμπον. Αυτή είναι και γνησιότητα της ταυτότητας του μοναδικού Θεού μας. Είναι απρόσιτος στην ουσία και προσιτός στην ενέργεια. Μπορεί και είναι ανάμεσα μας. Ένας Θεός των Ανθρώπων. Ενας Θεός πού έλαβε σάρκα. Ενας Θεός πού αγγίζεται. Ενας Θεός και Πρώτος των Ανθρώπων.Καλή Ανάσταση και Καλό Πάσχα σε όλους ανεξαιρέτως! Φίλους και "εχθρούς". Ο Χριστός έγινε άνθρωπος και Ανέστη για όλους...

Πέμπτη, Απριλίου 28, 2016

Σκότος, Σιωπή, Λύτρωση ...






σταύρωση, ανδρέας παβίας,ιε΄αιώνας

αποκαθήλωση και επιτάφιος Θρήνος από την Ι.Μ. Βατοπαιδίου

 

Ο ενταφιασμός του Χριστού. Τοιχογραφία του 11ου αιώνα. Μονή Οσίου Λουκά, Βοιωτία. Φωτογραφία VatopaidiFriend.
η εις άδου κάθοδος, άγιος νικόλαος ζαγορίου
Σήμερον ὁ Δεσπότης τῆς κτίσεως, παρίσταται Πιλάτῳ, καὶ σταυρῷ παραδίδοται ὁ Κτίστης τῶν ἁπάντων, ὡς ἀμνὸς προσαγόμενος τῇ ἰδίᾳ βουλήσει, τοῖς ἥλοις προσπήγνυται, καὶ τὴν πλευρὰν κεντᾶται, καὶ τῷ σπόγγῳ προσψαύεται, ὁ μάννα ἑπομβρήσας, τὰς σιαγόνας ῥαπίζεται, ὁ Λυτρωτὴς τοῦ Κόσμου, καὶ ὑπὸ τῶν ἰδίων δούλων ἐμπαίζεται, ὁ Πλάστης τῶν ἁπάντων. Ὢ Δεσπότου φιλανθρωπίας! ὑπὲρ τῶν σταυρούντων παρεκάλει τὸν ἴδιον Πατέρα, λέγων· Ἄφες αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην· οὐ γὰρ οἴδασιν οἱ ἄνομοι, τί ἀδίκως πράττουσιν.
Σὲ τὸν ἀναβαλλόμενον, τὸ φῶς ὥσπερ ἱμάτιον, καθελὼν Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ξύλου, σὺν Νικοδήμῳ, καὶ θεωρήσας νεκρὸν γυμνὸν ἄταφον, εὐσυμπάθητον θρῆνον ἀναλαβών, ὀδυρόμενος ἔλεγεν· Οἴμοι, γλυκύτατε Ἰησοῦ! ὃν πρὸ μικροῦ ὁ ἥλιος ἐν Σταυρῷ κρεμάμενον θεασάμενος, ζόφον περιεβάλλετο, καὶ ἡ γῆ τῷ φόβῳ ἐκυμαίνετο, καὶ διερρήγνυτο ναοῦ τὸ καταπέτασμα· ἀλλ' ἰδοὺ νῦν βλέπω σε, δι' ἐμὲ ἑκουσίως ὑπελθόντα θάνατον· πῶς σε κηδεύσω Θεέ μου; ἢ πῶς σινδόσιν εἱλήσω; ποίαις χερσὶ δὲ προσψαύσω, τὸ σὸν ἀκήρατον σῶμα; ἢ ποῖα ᾄσματα μέλψω, τῇ σῇ ἐξόδῳ Οἰκτίρμον; Μεγαλύνω τὰ Πάθη σου, ὑμνολογῶ καὶ τὴν Ταφήν σου, σὺν τῇ Ἀναστάσει, κραυγάζων· Κύριε δόξα σοι.
Σήμερον ὁ ᾍδης στένων βοᾷ· Κατεπόθη μου τὸ κράτος, ὁ Ποιμὴν ἐσταυρώθη, καὶ τὸν Ἀδὰμ ἀνέστησεν· ὧν περ ἐβασίλευον ἐστέρημαι, καὶ οὓς κατέπιον ἰσχύσας, πάντας ἐξήμεσα, ἐκένωσε τοὺς τάφους ὁ σταυρωθείς, οὐκ ἰσχύει τοῦ θανάτου τὸ κράτος. Δόξα Κύριε τῷ Σταυρῷ σου, καὶ τῇ Ἀναστάσει σου.
(από την υμνογραφία της Μεγάλης Παρασκευής και του Μεγάλου Σαββάτου)
καλή ανάσταση!

Ο πόνος της Παναγίας (από τις σημειώσεις του Αγίου Σιλουανού)


Όταν η ψυχή κατέχεται από την αγάπη του Θεού, τότε, ω, πώς είναι όλα ευχάριστα, αγαπημένα και χαρμόσυνα! Η αγάπη, όμως, αυτή συνεπάγεται θλίψη· και όσο βαθύτερη είναι η αγάπη, τόσο μεγαλύτερη είναι και η θλίψη.
Η Θεοτόκος δεν αμάρτησε ποτέ, ούτε καν με το λογισμό, και δεν έχασε ποτέ τη χάρη, αλλά και Αυτή είχε μεγάλες θλίψεις. Όταν στεκόταν δίπλα στο Σταυρό, τότε ήταν η θλίψη Της απέραντη σαν τον ωκεανό, και οι πόνοι της ψυχής Της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτεροι από τον πόνο του Αδάμ μετά την έξωση από τον Παράδεισο, γιατί και η αγάπη Της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη από την αγάπη του Αδάμ στον Παράδεισο. Και αν επέζησε, επέζησε μόνο με τη θεία δύναμη, με την ενίσχυση του Κυρίου, γιατί το θέλημά Του ήταν να δει η Θεοτόκος την Ανάσταση και ύστερα, μετά την Ανάληψή Του, να παραμείνει παρηγοριά και χαρά των Αποστόλων και του νέου χριστιανικού λαού.
Εμείς δεν φτάνουμε στο πλήρωμα της αγάπης της Θεοτόκου, και γι’ αυτό δεν μπορούμε να εννοήσουμε πλήρως το βάθος της θλίψεώς Της. Η αγάπη Της ήταν τέλεια. Αγαπούσε άπειρα τον Θεό και Υιό Της, αλλ’ αγαπούσε και το λαό με μεγάλη αγάπη. Και τί αισθανόταν άραγε, όταν εκείνοι, που τόσο πολύ η ίδια αγαπούσε και που τόσο πολύ ποθούσε τη σωτηρία τους, σταύρωναν τον αγαπημένο της Υιό;
Αυτό δεν μπορούμε να το συλλάβουμε, γιατί η αγάπη μας για τον Θεό και τους ανθρώπους είναι λίγη. Κι όπως η αγάπη της Παναγίας υπήρξε απέραντη και ακατάληπτη, έτσι απέραντος ήταν και ο πόνος της που παραμένει ακατάληπτος για μάς.
(…)
Η Θεοτόκος δεν παρέδωσε στη Γραφή ούτε τις σκέψεις Tης ούτε την αγάπη Tης για τον Υιό και Θεό Tης ούτε τις θλίψεις της ψυχής Tης κατά την ώρα της σταυρώσεως, γιατί ούτε και τότε θα μπορούσαμε να τα συλλάβουμε. Η αγάπη Tης για τον Θεό ήταν ισχυρότερη και φλογερότερη από την αγάπη των Χερουβείμ και των Σεραφείμ, και όλες οι δυνάμεις των αγγέλων και αρχαγγέλων εκπλήσσονται με Αυτήν.
Πηγή: Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, εκδ. Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας, ενδέκατη έκδοση, σελ. 467-472).


Τετάρτη, Απριλίου 27, 2016

Η Προσευχή της Γεθσημανής


Γέροντας Σωφρόνιος του έσσεξ
Ο Χριστός περιέλαβε σ’ αυτή την προσευχή ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, από τον πρώτο Αδάμ μέχρι τον τελευταίο άνθρωπο που θα γεννηθεί από γυναίκα.… Κανένας δεν γνώρισε τόσο πόνο όπως τον αισθάνθηκε ο Χριστός.
Αυτοί που αγνοούν μια τέτοια αγάπη και αυτοί που δεν επιθυμούν να τη γνωρίσουν, ας μην εκφράσουν γνώμη για το Χριστό. Κανένας μην τολμήσει στην ανοησία του να ταπεινώσει την εμφάνιση του Χριστού ανάμεσά μας.
Γνωρίζομε από την πείρα ότι η ψυχή μπορεί να τραυματιστεί πιο τρομερά παρά το σώμα.

Για να γνωρίσουμε μόνο «δι’ εσόπτρου εν αινίγματι» το δρόμο που πέρασε ο ίδιος ο Χριστός, για να μετασχηματίσουμε την γήϊνη φύση μας σε προσευχή που να αντικατοπτρίζει  αμυδρά τουλάχιστον την προσευχή στη Γεθσημανή κατά την πιο τραγική νύχτα της ιστορίας της ανθρωπότητας, πρέπει να δεχθούμε θλίψη. Η δυστυχία ανοίγει την καρδιά στους πόνους όλου του κόσμου. Ο τελευταίος σταθμός αυτής της μεγάλης επιστήμης της παγκόσμιας αγάπης έρχεται όταν φτάνουμε στο κατώφλι μιας άλλης ζωής, όταν πεθαίνουμε.

Στο πρόσωπο του πρώτου Αδάμ όλο το ανθρώπινο γένος υπέφερε μια φοβερή καταστροφή, μιάν αλλοτρίωση που είναι η ρίζα όλων των αλλοτριώσεων. Το σώμα τραυματίστηκε, ο σκελετός τσακίστηκε, η όψη – το κατ’ εικόνα Θεού – καταστράφηκε. Οι διαδοχικές γενιές πρόσθεσαν πολλά άλλα τραύματα και τσάκισμα οστών στα τραύματα του πρώτου δημιουργημένου ανθρώπου. Ολόκληρο το ανθρώπινο σώμα ασθενεί. … Η ελαφρότερη επαφή αποτελεί βάσανο. … στην πνευματική ασθένεια είμαστε μνησίκακοι και αποδίδομε τον πόνο μας σε εξωτερική επίδραση. Έτσι και με το Χριστό. Αυτός ο μόνος αληθινός γιατρός ενδιαφέρεται για τις πληγές των αμαρτιών μας που προξενούν τον πιο οξύ πόνο σ’ όλο το ανθρώπινο γένος. … Είναι αδύνατο να απεικονίσουμε τον πόνο του Χριστού. Τελικά κανένας δεν μπορεί να τον εννοήσει.

Ο καθένας μας θα φτάσει κάποια στιγμή στα όρια χρόνου και αιωνιότητας. Φθάνοντας σ’ αυτό το πνευματικό ορόσημο, θα καθορίσουμε το μέλλον μας στον κόσμο και ή θα αποφασίσουμε να είμαστε με το Χριστό ή θα αποχωριστούμε απ’ αυτόν. Αφού γίνει όμως η εκλογή – μαζί ή χωρίς το Χριστό – με την ελεύθερη βούλησή μας για όλη την αιωνιότητα, ο χρόνος πια δεν λειτουργεί.
Μπορεί να υποστηριχθεί με κάποια βεβαιότητα ότι σχεδόν πουθενά δεν κηρύσσεται γνήσιος Χριστιανισμός. Ο Χριστιανισμός τόσο πολύ υπερέχει από τη συνηθισμένη αντίληψη, ώστε η προσευχόμενη καρδιά δεν αποτολμά να κηρύξει ευαγγελικό λόγο. Ο κόσμος αναζητά την αλήθεια. Αγαπά τον Χριστό. Αλλά – κυρίως στις μέρες μας – προσπαθεί να τον μειώσει στις δικές του διαστάσεις, πράγμα που μειώνει το Ευαγγέλιο, σε σημείο να παρουσιάζεται σαν ηθικό δόγμα.

Η επίτευξη της γνώσης της Αλήθειας απαιτεί μεγαλύτερη προσπάθεια απ’ ότι απαιτεί οποιαδήποτε άλλη επιστημονική μόρφωση. Ούτε η μελέτη μεγάλου πλήθους βιβλίων, ούτε η εξοικείωση με την ιστορία του Χριστιανισμού, ούτε η μελέτη διαφόρων θεολογικών συστημάτων μπορεί να μας φέρει στο σκοπό, εκτός αν εμείς συνεχώς και με όλες τις δυνάμεις μας υπακούσομε στις εντολές του Χριστού.
Όταν όμως προείπαμε μας χαρισθεί μια σκιά έστω ομοιότητας με την προσευχή στη Γεθσημανή τότε ο άνθρωπος ξεπερνά τα όρια της ατομικότητάς του και μπαίνει σ’ ένα νέο τύπο υπάρξεως – προσωπικής υπάρξεως καθ’ ομοίωση Χριστού.

Κάθε άνθρωπος στον οποίο ο Θεός κληροδότησε το σπάνιο και φοβερό προνόμιο να γνωρίσει για λίγα λεπτά την αγωνία του Χριστού στον κήπο της Γεθσημανής, θα «σκοντάψει», αργά και οδυνηρά, σε μια πειστική γνώση της αναστάσεως της ψυχής του και σε μια αντίληψη της βεβαίας και αληθινής νίκης του Χριστού. … ώ Χριστέ με τη δωρεά της αγάπης Σου, που είναι ανώτερη από κάθε γνώση, έχω περάσει κι εγώ από το θάνατο στη ζωή … Τώρα – Υπάρχω. 

Πηγή: Επιλεγμένα Κείμενα από το βιβλίο – Η ζωή μου η ζωή του

Οι παρερμηνείες της Μεγάλης Τετάρτης...



Υπάρχουν μία δύο παρανοήσεις σχετικά με την μεγάλη Τετάρτη, πού καλό θα είναι να τις διαλύουμε κάθε χρόνο, έστω και αν επαναλαμβανόμαστε. 

Πρώτον, η Κασσιανή είναι η ποιήτρια του δοξαστικού των αποστίχων "Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις..." και όχι η πρωταγωνίστρια του γεγονότος. 

Δεύτερον, αυτό το θρυλούμενο περί του Θεοφίλου και της Κασσιανής και όλες αυτές οι ιστορίες πού γράφονται είναι όντως μια ωραία ρομαντική παράδοση και όχι ιστορία. Αυτό εύκολα αποδεικνύεται αν σκεφτεί κανείς πώς όταν η Κασσιανή ήταν γριούλα και άκμαζε στην ποίηση και την άσκηση, ο Θεόφιλος ήταν παιδάκι ή ίσως και αγέννητος.

Τρίτον, η γυναίκα πού άλειψε τον Κύριο πριν το Πάσχα ούτε πόρνη ήταν , ούτε ανώνυμη. Είναι η Μαρία αδελφή του Λαζάρου και το όνομα της διασώζει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Η πόρνη πού άλειψε τα πόδια του Ιησού και τα σπόγγισε με τα μαλλιά της είναι ανώνυμη όντως, αναφέρεται στο ευαγγέλιο του Λουκά και αυτό συνέβη το πρώτο έτος της δράσης του Χριστού. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό πώς στο εορτολόγιο των Ιεροσολύμων, από το οποίο επηρεάστηκαν όλες οι ορθόδοξες εκκλησίες, η θεματολογία της Μεγάλης Τετάρτης, αγνοεί την άλειψη του Χριστού και προβάλει μόνον την προδοσία του Ιούδα. Ακόμα ως τα σήμερα η κάθε Τετάρτη είναι νηστήσιμη μέρα, για αυτήν ακριβώς την προδοσία και την πώληση του Χριστού από τον Ιούδα. 

Οι θειότατοι πατέρες θέσπισαν την μνεία της άλειψης του Κυρίου από την πόρνη γυναίκα την Μεγάλη Τετάρτη αργότερα, όχι λόγω άγραφης παράδοσης. Από τους πατέρες μόνο ο Χρυσόστομος, κάνει λόγο για τρείς και όχι για δύο αλείψεις του Χριστού. Αλλά την εθέσπισαν την μνεία αυτή για να κάνουν πιό προσωπική αυτή την πράξη όσον αφορά εμάς. Να ταυτιστούμε με την αμαρτωλή γυναίκα λίγο προ του Σταυρού, να μετανοήσουμε την έσχατη ώρα, να αποδώσουμε τιμές στον Λυτρωτή και Θεό μας, να συγκριθούμε εμείς οι ανάξιοι με το μεγαλείο Του, για να λάβουμε την άφεση και την ανάσταση.

Και φυσικά για να προβληθεί η διδακτική και δραματική αντίθεση μεταξύ του μαθητή πού σκοτώνει και της πόρνης πού προσφέρει. Του αγίου πού προδίδει και χάνεται και της πόρνης πού αγαπά και σώζεται.Είναι θεολογικό το ζήτημα και όχι ιστορικό.

Τέλος, πολλώ μάλλον η γυναίκα αυτή δεν είναι η Μαγδαληνή Μαρία, θέμα με το οποίο ασχοληθήκαμε παλιότερα.

Να κλείσουμε με μήνυμα χαράς και ελπίδας, πέρα από τις χρήσιμες σχολαστικότητες μας:

 Ο ορθόδοξος λαός μας αγαπά το τροπάριο της κασσιανής και την σημερινή ακολουθία γενικότερα. Γιατί βαθιά μέσα μας, στο πνευματικό μας dna, είναι αποτυπωμένη η αλήθεια πώς ο Χριστός δεν καταδικάζει αλλά σώζει τον άνθρωπο πού μετανοεί. Είναι βαθιά συνείδηση μέσα μας, έστω και μη εκφραζόμενη με ωραία λόγια , πώς η Εκκλησία είναι το μεγάλο καταφύγιο και το ιατρείο, όπου μαζευόμαστε όχι οι άγιοι και οι αναμάρτητοι, αλλά αυτοί πού πληγώθηκαν από τα πάθη και ο Χριστός τους δέχεται όπως ακριβώς είναι χωρίς να τους αποπέμπει ή να τους κρίνει. Γιατί αγάπησαν πολύ όπως η πόρνη του ευαγγελίου. Η ορθοδοξία του λαού μας επί του θέματος είναι ένα εκτύπωμα βαθύ από καρφί αγάπης και συγκλονισμού μέσα στις ταπεινές καρδιές των ανθρώπων πού ψάχνουν αυτό πού δεν ξέρουν αλλά το γνωρίζουν. Πού μπορεί να μην ρητορεύουν , αλλά ν ι ώ θ ο υ ν την βαθύτερη θεολογία και αγάπη!

Τρίτη, Απριλίου 26, 2016

Οι σπάταλοι αμαρτωλοί και οι πρακτικοί ιούδες...



Ο Χριστός σήμερα μας έδωσε ένα μεγάλο μάθημα. Να μην είμαστε επικριτικοί και να μην βάζουμε όρους και πλαίσια στην αγάπη του ανθρώπου εναντι του Θεου.

Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε το τί είναι για τον Άλλο ο Θεός και πόσο θρησκεύει ή ορθότερα αγαπά! 

Όταν η γυναίκα έχυσε το πολύτιμο μύρο, ο Ιούδας προέβαλε την ένσταση, ότι αυτό το μύρο σπαταλήθηκε ενώ θα μπορούσε να πουληθεί και να δοθεί το αντίτιμο στους φτωχούς. Συναίνεσαν απ ότι φαίνεται και οι άλλοι μαθητές. 

Ο Χριστός όμως μακάρισε την γυναίκα , τους είπε πώς όσο υπάρχει ευαγγέλιο θα μνημονεύεται και η πράξη της και έβαλε πρώτα τον εαυτό Του πάνω από κάθε θρησκευτική πράξη ελέους και κάθε θρησκευτική υποχρέωση. 

Επειδή κάθε μεγαλοβδομάδα γραφονται αδιάκριτα πράγματα για τον τρόπο πού θρησκεύουν οι άνθρωποι, για το πώς πρέπει να νηστεύουν, να προσεύχονται, να εκκλησιάζονται να κοινωνούν, να κάνουν δωρεές σε ναούς και ιδρύματα κλπ πρέπει και εμείς να δώσουμε βάρος στα λόγια του Χριστού. 

Δεν είναι δουλειά κανενός να ζυγίζει τους τρόπους και τις θυσίες των άλλων, ούτε τον τρόπο πού δείχνουν την πίστη και την αγάπη τους στον Χριστό. 

Τό τί κρύβει καθένας μέσα Του, το γνωρίζει αυτός μόνο πού ετάζει καρδίας και νεφρούς.

Αλλιώς μοιάζουμε με τον καλό νοικοκύρη, πρακτικό, ορθολογιστή Ιούδα πού υπολόγιζε ήδη το αντίτιμο, και νοιάζοταν τάχα μου για τους φτωχούς. Εξουθενώνοντας την γυναίκα, προέβαλε τον εαυτό του και τις καλές δίκαιες προθέσεις του. Και επιπλέον ήθελε να κλέψει και να επωφεληθεί από την αγάπη της. 

Δεν είμαστε εμείς διδάσκαλοι και σωτήρες του αδελφού μας.

 Ό,τι κάνει ο καθένας καλώς το κάνει στον βαθμό πού το κάνει. 

Ας δείξουμε και εμείς την αγάπη και την πίστη μας στον Χριστό και ας αφήσουμε την υπεράσπιση του Θεού έναντι στους ανθρώπους. 

Γιατί ΓΥΜΝΟΣ άνθρωπος δεν μπορεί να κρίνει τον ΝΤΥΜΕΝΟ, έστω και με τα κουρέλια πού διαθέτει αυτός ο ΝΤΥΜΕΝΟΣ τον ξεπερνά τον ΓΥΜΝΟ...Και αν είμαστε ΓΥΜΝΟΙ να κοιτάξουμε να ντυθούμε πρώτα, πριν κάνουμε τον διδάσκαλο στους άλλους. Γιατί η αισχύνη δεν κρύβεται. Φαίνεται...

Αυτός ημών ηράσθη πρώτος...

 



Αὐτός ἡμῶν ήράσθη πρῶτος, ἡμῶν ἐχθρῶν καί πολεμίων ὑπαρχόντων... Καί οὐκ ἠράσθη μόνον, ἀλλά καί ἠτιμάσθη ὑπέρ ἡμῶν, καί ἐρραπίσθη καί ἐσταυρώθη καί ἐν νεκροῖς ἐλογίσθη καί διά τούτων ἁπάντων τόν περί ἡμᾶς αὐτοῦ παρέστησεν ἔρωτα


 (Μ. Φώτιος).

Δευτέρα, Απριλίου 25, 2016

Οι μέρες της μεγαλοβδομάδας και ο χαρακτήρας τους




Οι πρώτες μέρες της μεγάλης εβδομάδας είναι αφιερωμένες στην εσχατολογία και σε τέσσερις παραβολές: Των δέκα παρθένων με το λάδι του ελέους, του δούλου πού δεν είχε ένδυμα γάμου(έργα αρετών), των ταλάντων(διανομή πλούτου), του Βασιλιά με τους αμνούς και τα ερίφια(κρίση κατά την στάση μας έναντι των φτωχών). Και οι τέσσερις παραβολές σε πρώτο επίπεδο έχουν να κάνουν με τα έσχατα. Γιατί το Πάσχα σημαίνει το πέρασμα μας από μια ζωή σε άλλη ζωή και την κρίση μας σαν χριστιανών.
Σε δεύτερο επίπεδο, έχουν να κάνουν με την Φιλοπτωχεία! Κάθε άνθρωπος πού πεθαίνει και αφήνει αυτόν τον κόσμο, καταλείπει στους δικούς του τις υποθήκες, την διαθήκη και την κληρονομία του. Έτσι και ο Χριστός, δύο μέρες πριν τον θάνατο Του, μας κατέλειπε την δική του διαθήκη και την δική του κληρονομιά και αυτή είναι οι πτωχοί, οι πένητες και οι ελάχιστοι αδελφοί, οι ταπεινοί του κόσμου. Αυτό γίνεται πιό εμφανές την νύχτα της Μεγάλης Πέμπτης, όταν είπε στους μαθητές: Να αγαπάτε ο ένας τον άλλο, αυτή είναι η νέα εντολή. Και έτσι θα γνωρίσουν όλοι πώς είστε οι γνήσιοι μαθητές μου!

Η τρίτη και κύρια διάσταση είναι αναστάσιμη, πασχάλια. Ο Ιωσήφ πού ανελκύεται από τον τάφο του λάκκου και βασιλεύει στην Αίγυπτο, προτυπώνει ταφή και Ανάσταση Κυρίου. Οι λαμπάδες των πέντε παρθένων είναι πασχαλινές και φαιδρές και σηματοδοτούν την είσοδο τους στο αιώνιο πάσχα του Νυμφίου τους. Η αμαρτωλός ανασταίνεται από τον άδη των παθών από τον ίδιο τον Χριστό. Η παράδοση της Θείας Ευχαριστίας την Πέμπτη είναι κατ εξοχήν πασχάλιο γεγονός και μυστήριο. Νικηφόρος και κατ εξοχήν αναστάσιμος είναι ο Σταυρός, αφού το πάσχα ημών ετύθη Χριστός δι ημάς. Και η Ταφή δεν είναι το τέλος, αλλά εγκωμιάζεται σαν κένωση των μνημείων και πάντα θεωρείται και δοξάζεται με την πρώτη αυτή ανάσταση πού συντελείται με την κάθοδο του Βασιλιά στον Άδη!

Όλη η ζωή μας μια μεγαλοβδομάδα. Όλη η ζωή μας μια απέραντη νύχτα, κατά την οποία περιμένουμε τον Νυμφίο, ως έρχεται ως κλέπτης εν νυκτί. Και πότε ραθυμούντες, πότε αγρυπνούντες. Πότε με τα λυχνάρια αναμμένα και κάποτε με το φως να τρεμοσβήνει. Και αλλοίμονο πολλές φορές με τα λυχνάρια σβηστά.

Σε πολλούς από εμάς παραμένει καύχημα η παρθενία, αλλά η μωρία του σβηστού λύχνου είναι ο μεγαλύτερος εμπαιγμός μας. Στεγνή αρετή, χωρίς έργα. Άλλοι καμαρώνουν για τον ρυπαρό χιτώνα τους, μη έχοντες ένδυμα γάμου. Και όμως ο Νυμφίος έρχεται. Όχι θα έρθει, αλλά έρχεται. Μια έκφραση επαγρύπνησης, φοβερή! Συναγερμού! Να είμαστε στην αναμονή και στο σκίρτημα!

Κυριακή, Απριλίου 24, 2016

Ο Ερχόμενος Χριστός, ο Θεός των Νηπίων







Φοβερὸν τὸ ἐμπεσεῖν, εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος,
οὗτος Κριτὴς ἐστιν, ἐνθυμήσεων καὶ ἐννοιῶν καρδίας,
μηδεὶς εἰσέλθῃ πειράζων, τὴν πίστιν τὴν ἀμώμητον,
ἀλλ' ἐν πραότητι καὶ φόβῳ, Χριστῷ προσέλθωμεν,
ἵνα λάβωμεν ἔλεον, καὶ χάριν εὕρωμεν, εἰς εὔκαιρον βοήθειαν.


Ψαλλόμενο στον εσπερινό απόψε νωρίς το απόγευμα πρίν την ακολουθία του Νυμφίου. ΜΗΔΕΙΣ ΕΙΣΕΛΘΕΙ ΠΕΙΡΑΖΩΝ. Είναι σαν να μας λέει ο ύμνος, πώς όταν δούμε τον Χριστό αποδιωγμένο, περιφρονημένο, προδωμένο, πληγωμένο, σταυρωμένο, εμπαιζόμενο νεκρό να μην απιστήσουμε και να μην δειλιάσουμε για την Άκρα του Ταπείνωση. Είναι Κύριος των γεγονότων ο Χριστός. Εκείνος πορεύεται πρός τον σταυρό και τον Τάφο, δεν άγεται από τα γεγονότα και τις συνθήκες. Να είμαστε με απλή καρδιά και ευγνωμοσύνη γι αυτήν την μεγαλοπρέπεια και την αγαθωσύνη Του. Για μια εβδομάδα ας γίνουμε μικροί και φτωχοί, για Αυτόν πού μίκρυνε και φτώχυνε για μας. Τότε, θα ζήσουμε απείραστα και με χαρά και το Πάθος και την λαμπροφόρο ανάσταση.Με χαρά και χάρη μαζί με τους αγίους.

 Αυτές τις μέρες θυμάμαι όλη αυτή την μυθολογία και προτύπωση πού βρίσκεται σε όλους τους λαούς για τον πάσχοντα δίκαιο, τον σταυρωμένο θεό και τον νεκρό πού ανασταίνεται μαζί με την άνοιξη για να φέρει ένα καινό είδος νέας ζωής. Ο Άττης, ο Άδωνις, η ανατριχιαστική προφητεία της Σίβυλλας, ο Δίκαιος πού ανεβαίνει στον πάσσαλο κατά Πλάτωνα, ο προμηθέας και ο καταβάς εις άδην θεός του Αισχύλου, δίνουν στους έλληνες το προβάδισμα για τις προτυπώσεις. Μετά την Παλαιά Διαθήκη, πρώτοι οι πατέρες μας ζωγράφισαν πιό καθαρά το πάθος του λυτρωτή πού θα έρθει και την ανάσταση.Σήμερα πού ο βασιλιάς μπήκε στην πόλη των προφητών, αυτές οι αγωνίες και οι προτυπώσεις, οι προφητείες και η κοινή προσδοκία των λαών εκπληρώθηκαν.Ανοίγει το βιβλίο μιας νέας ζωής. Ο ύμνος μιλάει για τα πνεύματα των δικαίων πού είδαν τον Ερχομό και ευφράνθηκαν, μιλάει και για το αίμα με το οποίο σφραγίζεται η νέα διαθήκη.Σήμερα ο Χριστός πληρώνει με τον ερχομό Του την προσδοκία των εθνών. Αυτό πού δεν εννόησαν οι ιουδαίοι με τις πολιτικές κοσμοκρατορικές τους προσδοκίες, το κατανόησαν και το περίμεναν και το προφήτεψαν τα έθνη. Γι αυτό πολύτεκνος η κολυμβήθρα και στείρα η συναγωγή.Γι αυτό μακάριοι οι εθνικοί και νεκροί οι ιουδαΐζοντες. Για αυτούς πού πίστεψαν ιουδαίους και Έλληνες, ο Χριστός του Θεού η δύναμις και του Θεού η Σοφία. Ξεχωριστά μνημονεύουμε τα παιδιά στα οποία πληρώθηκε το ψαλμικό, πώς "εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον". Τα παιδιά δεν είχαν μεσσιανικές εγκόσμιες προσδοκίες από τον Χριστό, αλλά ούτε Του ετοίμαζαν σταυρό και θάνατο όπως οι πατέρες τους. Δέχτηκαν την επίσκεψη του Χριστού, ως είχε χωρίς περιττες σκοπιμότητες. Με αγνότητα. Εδώ έχουμε αναγνώριση του Θεού από τους νηπίους. Και θέλω να πιστεύω πώς και αυτοί οι σοφοί και πολυμαθείς εθνικοί πού ήταν μεγάλοι στο νου, παρέμεναν πάντα νήπιοι στην καρδιά. Γι αυτό μαζί με αποστόλους και προφήτες από το γένος των εβραίων, σώθηκαν και δικαιώθηκαν και αυτοί.

Πασχάλια Πίστη-π. Αλεξ. Σμέμαν





Οι πρώτοι χριστιανοί δεν αποκαλούσαν την πίστη τους θρησκεία, αλλά Καλά Νέα («Ευαγγέλιον»), και είχαν σκοπό να το διαδώσουν και να το διακηρύξουν στον κόσμο. Γνώριζαν και πίστευαν πώς η ανάσταση του Χριστού δεν ήταν απλώς ευκαιρία για μία ετήσια γιορτή, αλλά πηγή μιας ενεργητικής και μεταμορφωμένης ζωής. Αυτό που άκουγαν να ψιθυρίζεται, το φώναζαν «από των δωμάτων» (Ματθ. 10, 27)…

«Και τι μπορώ να κάνω;» απαντά η σώφρων και ρεαλιστική λογική. «Πώς μπορώ να διακηρύξω ή να φωνάξω ή να μαρτυρήσω; Εγώ, ένας αδύνατος μικρός κόκος άμμου, χαμένος ανάμεσα στις μάζες;» Η ένσταση όμως αυτή της λογικής και του «υγιούς μυαλού» είναι ένα ψέμα, ίσως το τρομερότερο και δαιμονικότερο ψέμα του σημερινού κόσμου. Ο κόσμος μας έχει κατά κάποιο τρόπο πείσει πώς η δύναμη και η σπουδαιότητα προέρχεται μόνο από τους μεγάλους αριθμούς, τα πλήθη, τις μάζες. Τι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος ενάντια σε όλους τους άλλους; Είναι όμως σωστό πως, παρά το ψέμα, η θεμελιώδης βεβαιότητα του Χριστιανισμού πρέπει να κηρυχθεί με όλη τη δύναμη και την απαράμιλλη λογική της. Ο Χριστιανισμός ισχυρίζεται πως ένας άνθρωπος μπορεί να είναι δυνατότερος από κάθε άλλον, και πως αυτός ο ισχυρισμός είναι ακριβώς τα καλά νέα του Χριστού. Σκεφτείτε αυτούς τους αξιόλογους στίχους από το έργο του Μπόρις Πάστερνακ, «ο κήπος της Γεσθημανής»:
Παραιτήθηκε χωρίς έχθρα,
σαν να γύριζε δανεισμένα πράγματα,
τα θαύματά Του και τη δύναμή Του.
Και τώρα, ήταν θνητός σαν εμάς.



Αυτή είναι η αληθινή ιστορία του Χριστού: άνθρωπος δίχως εξουσία, έχθρα, οποιαδήποτε επίγεια δύναμη. Ένας άνθρωπος! Εγκαταλελειμένος, προδομένος, απορριμμένος από όλους! Όμως νικητής. Ο Πάστερνακ συνεχίζει:

Βλέπεις την προέλαση των αιώνων,
σαν την πορεία προς Εμμαούς.
Μπορεί ν’ ανάψει τις καρδιές στο δρόμο.
Λόγω της φοβερής μεγαλοσύνης
που υπάρχει στο εθελούσιο μαρτύριο,
κατεβαίνω μέχρι τον τάφο.
Κατεβαίνω στον τάφο
και στην Τρίτη μέρα «αναστήσομαι»,
Και σαν τις σχεδίες που πλέουν στο ποτάμι,
έτσι σε μένα για την κρίση,
όπως οι μαούνες στη σειρά,
οι αιώνες, από το σκοτάδι, θα έρχονται παρασυρμένοι…

«Μπορεί ν’ ανάψει τις καρδιές στο δρόμο…». Στη φράση «μπορεί ν’ ανάψει» βρίσκουμε το κλειδί της απάντησης στις αμφιβολίες της «σώφρονος» λογικής. Τι θα συνέβαινε αν ο καθένας που έχει ζήσει τη χαρά της ανάστασης, που έχει ακούσει για τη νίκη της, που πίστεψε σ’ αυτό που επιτελέστηκε, άγνωστο στον κόσμο, αλλά μέσα στον κόσμο και χάριν αυτού, αν ο καθένας μας, ξεχνώντας τους μεγάλους αριθμούς, τα πλήθη και τις μάζες, μετέδιδε αυτή τη χαρά και αυτή την πίστη μόνο σε έναν άλλον άνθρωπο, άγγιζε μόνο μια άλλη ανθρώπινη ψυχή; Αν αυτή η πίστη και η χαρά μπορούσε να είναι μυστικά παρούσα σε κάθε συζήτηση, ακόμη και στην πιο ασήμαντη, στις κοινές πραγματικότητες της καθημερινής μας ζωής, θα άρχιζε αμέσως, εδώ και τώρα, σήμερα να μεταμορφώνεται ο κόσμος και η ζωή. Ο Χριστός είπε, «ουκ έρχεται η βασιλεία του Θεού μετά παρατηρήσεως» (Λουκ.17,20). Η Βασιλεία του Θεού έρχεται με δύναμη, φως και νίκη κάθε φορά που οι πιστοί τη μεταφέρουν μαζί τους από την εκκλησία στον κόσμο, και αρχίζουν να τη ζουν στη ζωή τους. Τότε τα πάντα, πάντοτε και κάθε στιγμή «μπορούν ν’ ανάψουν τις καρδιές στο δρόμο…»


(από xfe.gr)


Σάββατο, Απριλίου 23, 2016

Λόγος εἰς τὰ βαΐα - Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου


Ἤδη τῆς δεσποτικῆς πανηγύρεως προλάμπει τὰ χαρίσματα, ἤδη τῆς πανευφήμου ἑορτῆς προτρέχει τὰ μηνύματα, ἤδη τῆς καθολικῆς ἀναστάσεως ἀρραβῶνα δεξάμενος Λάζαρος τῷ κυρίῳ συνανάκειται, ἤδη τῆς δωρεᾶς τὸ μυστήριον τοὺς τῷ βαπτίσματι προστρέχοντας εὐωδιάζει, ἤδη ὁ πιστεύσας λαὸς εἰς ὑπάντησιν τῷ κυρίῳ προσδραμὼν βοᾷ λέγων, καθὼς ἀρτίως ἤκουες·
Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις,
εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου,
βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ.
Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ὁ ἀεὶ ἐρχόμενος καὶ ὢν μεθ' ἡμῶν καὶ ἔξω τῶν πιστῶν μηδαμῶς γινόμενος.

Ὄντως ὁ ὄχλος ἐκεῖνος βασιλικὴν ἐγνώρισεν εἴσοδον·
ὥσπερ γὰρ ἐν τοῖς παροῦσι βασιλέως ἐπιστρατεύσαντος τυράννῳ καὶ μετὰ νίκης ὑποστρέφοντος πάντες οἱ πολῖται τῆς αὐτοῦ πόλεως πρὸ τῆς πόλεως συναντῶσιν ἐγκωμίοις τὴν νίκην ἀμειβόμενοι ἄγει δὲ αὐτοὺς πρὸς τοῦτο οὐκ ἔνδοξος ἔρως ἀλλ' ἐπινίκιος πόθος, τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ἐπὶ τοῦ δεσπότου Χριστοῦ ὡς ἐπὶ βασιλέως τροπαιούχου ἅπαν τὸ πλῆθος καὶ ἐκ τῶν λόγων καὶ ἐκ τῶν βαΐων ἐμήνυον, ὅτι νικητὴς ὁ παραγενάμενος, μᾶλλον δὲ ὅτι θεὸς ὁ γνωριζόμενος·
θεῷ γὰρ μόνῳ ἁρμόδιοι αἱ φωναὶ αἱ τότε μὲν λεχθεῖσαι,
νῦν δὲ παραναγνωσθεῖσαι καὶ τοῖς συνετοῖς θεῖα μυστήρια παραγυμνοῦσαι.
Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις.

Τί ἐστιν Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις;
Τουτέστι Σῶσον δὴ ὁ ἐν τοῖς ὑψίστοις·
τὸ γὰρ Ὡσαννὰ σῶσον δὴ ἑρμηνεύεται τῇ Ἑβραΐδι φωνῇ.
Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις.
Τουτέστιν ὡς ἄνω σωτηρία καὶ κάτω φιλανθρωπία.

Ὦ ὄχλου θεογνωσία ἀγγελικῆς διακονίας μετεσχηκότος,
γῆν πατοῦντος καὶ οὐρανὸν χωροβατοῦντος,
σῶμα περικειμένου καὶ τὰ τῶν ἀσωμάτων μετερχομένου,
Ἰουδαῖοι τὴν προσηγορίαν καὶ Χριστιανοὶ τὴν ἐργασίαν,
κοσμικοὶ τὴν διαγωγὴν καὶ ἀποστολικοὶ τὴν ὁμολογίαν.

Ἄνωθεν καὶ οὗτοι ὡς Πέτρος τὴν ἀποκάλυψιν ἐδέξαντο·
ὥσπερ γὰρ ὁ κορυφαιότατος τῶν ἀποστόλων Πέτρος οὐκ ἐξ οἰκείας μελέτης, ἀλλ' ἐκ θείας ἀποκαλύψεως ἔλεγε πρὸς τὸν κύριον·
Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ τοῦ ζῶντος, καὶ ὁ κύριος δεικνύων ὅτι οὐκ ἐξ οἰκείων λογισμῶν, ἀλλ' ἐκ τοῦ πατρὸς ἔλαβε τὴν ἀποκάλυψιν μακαρίζων αὐτὸν ἔλεγεν·
Μακάριος εἶ, Σίμων Βὰρ Ἰωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ' ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ὁ ὄχλος ἄνωθεν τὴν ἀποκάλυψιν δεξάμενος ἁρμοδίους φωνὰς ἐβόα πρὸς τὸν κύριον λέγων·
Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου, βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ.

Ἔστι δέ τινας ὡς εἰκὸς εἰπεῖν·
Καὶ πόθεν ἡμῖν ἀποδείξεις ὅτι ὁ Ἰουδαϊκὸς οὗτος ὄχλος ἄνωθεν ἔλαβε τὴν ἀποκάλυψιν;
Πόθεν ὑμῖν ἀποδείξω;
Ἐξ αὐτῶν τῶν τοῦ κυρίου ῥημάτων.
Ἰδόντες γάρ φησιν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς τοὺς παῖδας κράζοντας ἐν τῷ ἱερῷ καὶ λέγοντας·
Ὡσαννὰ τῷ υἱῷ ∆αυΐδ, ἠγανάκτησαν καὶ εἶπαν τῷ Ἰησοῦ·
Ἀκούεις τί οὗτοι λέγουσιν;
Ὁ δὲ Ἰησοῦς λέγει αὐτοῖς·
Ναί· οὐδέποτε ἀνέγνωτε·
Ἐκ στομάτων νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον;
Καὶ οὐκ ἐκ μόνων δὲ τῶν τοῦ κυρίου ῥημάτων, ἀλλὰ καὶ ἐκ τῆς παραδόξου τῶν ὄχλων συστροφῆς καὶ ἀπαντήσεως καὶ τῶν ἔργων ὧν ἐποίουν, οὐ μόνον κράζοντες, ἀλλὰ καὶ τοὺς κλάδους τῶν ἐλαιῶν καὶ τὰ βαΐα τῶν φοινίκων κόπτοντες καὶ ταῖς χερσὶ φέροντες, καὶ τὰ ἱμάτια αὐτῶν ὑποστρωννύοντες, καὶ σωτῆρα καὶ βασιλέα καὶ κύριον προσαγορεύοντες.

Ὅθεν καὶ παντί που δῆλον ὅτι ἄνωθεν ἐδέξαντο τὴν ἀποκάλυψιν.
Πόθεν ἐγνώριζεν ὁ ὄχλος βασιλέα τὸν κύριον;
Οὐκ ἐφόρει διάδημα βασιλέως κοσμικοῦ, οὐ περιεβέβλητο ἁλουργίδα, οὐκ ἐπεφέρετο πλῆθος στρατοῦ, οὐ προέτρεχον αὐτοῦ ἵπποι καὶ ἅρματα καὶ ἀσπίδες χρυσοκόλλητοι, οὐκ ἐπωχεῖτο ἅρματι πορφυροστρώτῳ βασιλικῷ·
πώλῳ δὲ ἐκαθέζετο ἀλλοτρίῳ, μικρῷ, δώδεκα μαθητὰς μόνους ἐπαγόμενος.

Πόθεν οὖν ὁ ὄχλος ἔγνω αὐτὸν βασιλέα τυγχάνειν, εἰ μὴ ἄνωθεν ἔλαβε τὴν ἀποκάλυψιν;
∆ιὸ καὶ οὐκ ἐζήτουν ἐπὶ τοῦ κυρίου διάδημα κοσμικόν·
ἔγνωσαν γὰρ αὐτὸν ἀνάρχως βασιλεύοντα.
Οὐκ ἐζήτουν ἁλουργίδα·
ἐθεώρουν γὰρ αὐτὸν ἀναβαλλόμενον φῶς ὡς ἱμάτιον.
Οὐ περιεβλέποντο πλῆθος στρατοῦ, πεισθέντες τῷ εἰρηκότι προφήτῃ·
Μύριαι μυριάδες ἀγγέλων ἐλειτούργουν αὐτῷ, καὶ χίλιαι χιλιάδες ἀρχαγγέλων παρειστήκεισαν αὐτῷ.
Οὐκ ἐπεζήτουν ἵππους καὶ ἅρματα·
ἐγνώρισαν γὰρ Χριστὸν ἁρματηλατοῦντα καὶ τοὺς εὐαγγελιστὰς καθάπερ ἵππους παρακολουθοῦντας, πεισθέντες τῷ εἰρηκότι προφήτῃ Ζαχαρίας δὲ οὗτός ἐστιν, ὅτι ὀπίσω αὐτοῦ ἵπποι λευκοὶ καὶ πυρροὶ καὶ ποικίλοι καὶ ψαροί.
Λευκὸς ἵππος Ματθαῖος, ὡς τὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ κυρίου σαφέστερον ἐκθέμενος·
ψαρὸς ἵππος Μάρκος, ὡς διανθέστερον τὸ εὐαγγέλιον γράψας·
ποικίλος ἵππος Λουκᾶς, ὡς εὐγλωττότερον καὶ ποικίλα τὰ κατὰ τὸν κύριον ἐκθέμενος·
πυρρὸς ἵππος Ἰωάννης, ὡς τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ καθάπερ ἀστραπῇ πυρὸς τοῖς ἑαυτοῦ λόγοις ἐκλάμψας, ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λόγος λέγων καὶ θεὸς ἦν ὁ λόγος.

Θεόθεν τοίνυν ὁ Ἱεροσολυμιτικὸς ἐκεῖνος πιστὸς ὄχλος τὴν ἀποκάλυψιν δεξάμενος οὐκ ἐσκανδαλίσθη ὑπὸ τοῦ εὐτελοῦς πώλου, ἀλλ' ἐνεδυναμώθη ὑπὸ τῆς δεσποτικῆς παρουσίας.
∆ιὸ μόνον εἶδον τὸν κύριον ἐπιβεβηκότα τῷ πώλῳ, εὐθέως προφητικαῖς προρρήσεσι νυχθέντες, ἀναλαβόντες τὰ βαΐα τῶν φοινίκων ἔλεγον πρὸς ἀλλήλους οἱ ὄχλοι·
Τί ἀναμένομεν καὶ οὐκ ἐξερχόμεθα εἰς ἀπάντησιν τοῦ νοητοῦ φοίνικος κρατοῦντες τὰ βαΐα τῶν φοινίκων;
Ὁ καρπὸς αὐτοῦ γλυκασμοῦ καὶ ἀθανασίας πλήρης·
τὰ φύλλα αὐτοῦ τῆς οἰκουμένης ἰάματα·
τὸ στέλεχος αὐτοῦ, τουτέστι τὸ ξύλον τοῦ σταυροῦ, τοῦ κόσμου παντὸς σωτηρία καὶ τρόπαιον τῆς κατὰ τοῦ διαβόλου νίκης.
Ἠκούσαμεν τῆς ἐξ ἐθνῶν ἐκκλησίας ἐν τοῖς ᾌσμασι τῶν ᾀσμάτων βοώσης·
Ἀναβήσομαι ἐπὶ τὸν φοίνικα, κρατήσω τῶν κλάδων αὐτοῦ.
Προλάβωμεν τὴν ἐξ ἐθνῶν ἐκκλησίαν καὶ ὡς φοίνικα νοητὸν καὶ ὡς βασιλέα κραταιὸν ἀσπασώμεθα.

Ταῦτα τῶν ὄχλων λεγόντων καὶ διαπραττομένων καὶ τὸν κύριον εὐφημούντων, οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ φαρισαῖοι δριμυχθέντες σφόδρα, ἐπετίμουν τοῖς ὄχλοις λέγοντες·
Τί ποιεῖτε, τί ματαιολογεῖτε, προπετέστατοι;
Ὡς θεῷ τῷ υἱῷ τοῦ τέκτονος προσέρχεσθε τὰ βαΐα κρατοῦντες;
Κύριον ὀνομάζετε τὸν μὴ ἔχοντα ποῦ τὴν κεφαλὴν κλῖναι;
Βασιλικὰς φωνὰς βάλλετε τῷ ἐπὶ πώλῳ ὄνου καθεζομένῳ;
Οὐχὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἡ μήτηρ παρ' ἡμῖν εἰσιν;
Παύσασθε, προπετέστατοι·
εἰ δὲ μή, κολασθήσεσθε.
∆ιὰ τοῦτο γάρ ἐσμεν, ὅπως τοὺς ἐν ὑμῖν προπετεστάτους σημειωσώμεθα δίκας τῆς τόλμης ἀποτιννύντας.

Ταῦτα ἀκούσαντες οἱ ὄχλοι τῶν ἀρχιερέων λεγόντων οὐ κινοῦνται μὲν πρὸς στάσιν τῆς εἰρήνης παρούσης, ἀποκρίνονται δὲ πρὸς αὐτοὺς τῆς χάριτος συνεργούσης·
Μέμφεσθε ἡμῖν, φαρισαῖοι, καὶ κόλασιν ἀπειλεῖτε ὡς βλασφημίαν προϊεμένοις;
Τίνες κολάσεως ἄξιοι, ὑμεῖς οἱ τὰς γραφὰς ἀναγινώσκοντες καὶ μὴ νοοῦντες, ἢ ἡμεῖς οἱ ἀκούοντες καὶ κρατοῦντες;
Σφαλλόμεθα βαΐα τῶν φοινίκων τῷ κυρίῳ προσφέροντες;
Οὐκ αὐτός ἐστιν ὁ τῆς δικαιοσύνης φοῖνιξ;
Οὐ περὶ αὐτοῦ κέκραγεν ὁ προφήτης·
∆ίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει;
Οὐκ αὐτὸς ἤνθησε τῶν τυφλῶν τὴν ἀνάβλεψιν;
Οὐ χωλοῖς ἀκώλυτον τὸν δρόμον ἐχαρίσατο;
Οὐ τὸν παράλυτον τὴν βαστάσασαν κλίνην βαστάσαι πεποίηκεν;
Οὐ τὸν τεταρταῖον Λάζαρον ἐξήγειρεν ἐκ θανάτου;
Οὐ διὰ τοῦτο βούλεσθε τὸν Λάζαρον πάλιν ἀποκτεῖναι;
Οὐχ ὑμεῖς τὸν λίθον ἀπεκυλίσατε, καὶ τῇ ἀπιστίᾳ ὡς λίθοι σκληρύνεσθε;
Οὐχ ὑμῖν ἐπέτρεψε λῦσαι τὰς κειρίας, ἵνα μὴ ὡς ἐπὶ τοῦ ἐκ γεννητῆς τυφλοῦ ἄλλον ἐξ ἄλλου τάφου παραπηδήσαντα ψευδολογήσητε;
Ἀεὶ ὑμεῖς τοῖς καλοῖς βασκαίνετε, ὦ φαρισαῖοι, καὶ τῷ πλήθει·
πιστεύοντι ἐναντιοῦσθε.
∆ιὰ τοῦτο πάλιν τὸν Λάζαρον ἐβουλεύσασθε φονοκτονῆσαι, ἵνα τοῦ ὄχλου τὴν πίστιν ἐκκόψητε.
Κείσθω ὅτι φονεύετε τὸν Λάζαρον, οὐ δύναται πάλιν αὐτὸν ἀναστῆσαι;
Ἴδωμεν τίς κοπωθήσεται, ὑμεῖς φονεύοντες ἢ ἐκεῖνος ἐγείρων.
Ὑμεῖς ἔργῳ καὶ κόπῳ φονεύετε, αὐτὸς λόγῳ ἀνίστησιν.
Τίς μᾶλλον κοποῦται;
Οὐχ ὁ λόγος τοῦ ἔργου κουφότερος;
Σφαλλόμεθα, ὦ φαρισαῖοι, ὅτι ὡς βασιλεῖ προσήλθομεν τῷ κυρίῳ;
Τὸν πῶλον θεωροῦντες μᾶλλον ἐνεδυναμώθημεν·
διὸ καὶ βασιλέα κραταιὸν γνωρίζομεν καὶ ἔχομεν τὴν γραφὴν παρὰ πόδας, ἵνα μάθητε καὶ συνῆτε ὅτι οὐχ ἡμεῖς σφαλλόμεθα, ἀλλ' ὑμεῖς πλανᾶσθε.
Ἔχετε τὸν προφήτην Ζαχαρίαν·
τούτου τοὺς λόγους ἀναπτύξατε, φοβήθητε αὐτοῦ τὸ δρέπανον τῆς ἐκδικήσεως, ὅτι οὗτος ὁ προφήτης ἐκ πολλῶν τῶν χρόνων τὴν Ἰουδαίαν εὐαγγελιζόμενος κέκραγεν·
Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών·
ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι πραῢς καὶ ἥσυχος, καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου υἱὸν ὑποζυγίου.
Μὴ σφαλλόμεθα τὴν γραφὴν ἀναγινώσκοντες καὶ τὸν βασιλέα γνωρίζοντες καὶ ἑαυτοὺς εὐεργετοῦντες καὶ τοὺς ἀμφιβάλλοντας ἐπιστρέφοντες;
Τὸν προφήτην κατέχετε καὶ τὸν προφητευθέντα νοεῖν οὐ θέλετε;
Ἀπόστητε τοιγαροῦν, ὦ φαρισαῖοι·
ὅσον ἡμῖν ἐπίκεισθε, τοσοῦτον μᾶλλον ἡμῶν τὸν ζῆλον διεγείρετε.
∆ιὸ οὐ παυόμεθα βοῶντες·
Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου.
Γνωρίζομεν τὸ ὄνομα, ὦ φαρισαῖοι·
τοῦτο τὸ ὄνομα τῆς Αἰγύπτου ἡμᾶς ἠλευθέρωσε καὶ τὴν θάλασσαν βατὴν πεποίηκε καὶ τὴν ἔρημον ἐπόλισε καὶ εἰς γῆν ῥέουσαν γάλα καὶ μέλι ἐνῴκισε, τὸν προφήτην βοᾶν παρεσκεύασεν·
Γνώτωσαν ὅτι ὄνομά σοι κύριος, σὺ μόνος ὕψιστος ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν.

Καὶ ὅτι μὲν ὁ ὄχλος εὐπειθὴς ὑπῆρχεν, οἱ δὲ ἀρχιερεῖς ἀπειθεῖς, ἤκουες ἀρτίως τοῦ εὐαγγελιστοῦ λέγοντος·
Καὶ συνεβουλεύσαντο οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι' αὐτὸν τῶν Ἰουδαίων ὑπῆγον καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν.
Εἶδες τῶν ἀρχιερέων τὴν μανίαν;
Ἵνα ἐκκόψωσι τῆς πίστεως τὸ πλῆθος , ἐζήτουν τὸν Λάζαρον ἀποκτεῖναι λέγοντες πρὸς ἑαυτούς·
Ἐὰν τὸν Ἰησοῦν ἀποκτείνωμεν, καταλείψωμεν δὲ τὸν Λάζαρον ζῶντα, οὐδὲν ὠφελοῦμεν·
τοῦτον γὰρ ὁρῶντες εἰς ἐκεῖνον πιστεύουσιν.
Ὅπως οὖν μὴ καὶ μετὰ θάνατον πρόσκομμα ἡμῖν γένηται τοῦ πιστεύειν πάλιν τινὰς εἰς τὸν Ἰησοῦν, ἀποκτείνωμεν τὸν Λάζαρον, ἵνα πάντῃ τὴν μνήμην αὐτοῦ ἐξαλείψωμεν.

Ταῦτα δὲ ἔλεγον οἱ ἀρχιερεῖς ὡς ἄνθρωποι ματαιόφρονες, μὴ συνιέντες ὅτι ὁ κύριος μέλλων τὸν ἑκούσιον θάνατον καταδέχεσθαι ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ἀθανασίας, οὐκ ἤμελλε τὸν Λάζαρον μόνον καὶ τὴν τούτου ἔγερσιν μνήμην τῷ κόσμῳ καταλιμπάνειν, ἀλλὰ καὶ τὸν ἀκαταμάχητον σταυρόν, ὃν οὐ δυνήσονται οὔτε πορθῆσαι οὔτε κρύψαι οὔτε ματαιῶσαι, διὰ πάσης τῆς οἰκουμένης δεικνύντα τῆς ἐνεργείας αὐτοῦ τὴν δύναμιν.
Ποῖος γὰρ οἶκός ἐστιν ὁ μὴ ἔχων τοῦ σταυροῦ τὸ σημεῖον, τρόπαιον κατὰ δαιμόνων καὶ φυλακτήριον ψυχῶν ὑπάρχον;
Τί οὖν ὁ εὐαγγελιστής;
Καλὸν γὰρ καὶ τὴν κεφαλὴν τῆς πάσης περικοπῆς ψηλαφῆσαι.
Ἤκουες ἀρτίως τοῦ εὐαγγελιστοῦ λέγοντος·
Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν.
Καὶ ποία αὕτη ἡ πρὸ ἓξ ἡμερῶν ἡμέρα;
Ἡ παροῦσα ἡμέρα, ἡ τὸν πρόδρομον Ἰωάννην χαρακτηρίζουσα.
Ὥσπερ γὰρ Ἰωάννης προέδραμε τοῦ κυρίου, οὕτω καὶ αὕτη προέδραμε τῆς ἀναστάσεως·
καὶ ὥσπερ ὁ Ἰωάννης δακτυλοδεικτῶν τὸν κύριον ἔλεγεν·
Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, οὕτω καὶ αὕτη δακτυλοδεικτοῦσα τὴν μέλλουσαν κυριακὴν κέκραγε λέγουσα·
Ἴδε ἡ μήτηρ τῶν μελλόντων ἀναγεννᾶσθαι.
Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα.
Ἀκούσατε τὴν ἡμέραν·
οὐ γὰρ ἁπλῶς κεῖται τὸ Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα, ἀλλ' ἵνα σὺ μάθῃς ἑαυτὸν προκαθαίρειν ἀπὸ πάσης κηλῖδος, ἵνα λύσῃς ἔχθραν, ἵνα παύσῃς ὀργήν, ἵνα σβέσῃς διαβολήν, ἵνα σφίγξῃς ἀγάπην καὶ πλατύνῃς φιλοπτωχίαν, ἵνα μὴ μόνος σὺ ἑορτάσῃς ἀλλὰ καὶ ὁ ἐνδεούμενος συνεορτάσῃ σοι·
ἐὰν γὰρ μὴ μεταδῷς τῷ χρείαν ἔχοντι, σὺ μὲν ἑορτάζεις, ἐκεῖνος δὲ στυγνάζει.
Ὅπως οὖν μὴ γένηται ἐπὶ σοῦ τὸ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου, μετάδος τῷ χρείαν ἔχοντι, εὐποίησον τῷ ἐνδεουμένῳ, ὅπως καὶ σὺ διὰ παντὸς ἑορτάσῃς κἀκεῖνος συνευωχηθῇ.
Τί οὖν ὁ εὐαγγελιστής;
Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν.

Ὢ τῆς τοῦ κυρίου σοφίας.
Ἤγειρε τὸν Λάζαρον, ἵνα ἐρεθίσῃ τὸν διάβολον.
Ἄκουε διὰ βραχέων.
Ὡς εἶδεν ὁ διάβολος τοῦ κυρίου βοήσαντος·
Λάζαρε, δεῦρο ἔξω, καὶ πάντα τὰ καταχθόνια διαλυθέντα καὶ τὰς κάτω δυνάμεις μὴ ὑποφερούσας κρατεῖν ὡς βασιλικοῦ προστάγματος καταπεμφθέντος, μᾶλλον δὲ ὡς θεϊκοῦ βουλήματος ἐνεργοῦντος, καὶ ὅτι παραυτὰ αἱ μὲν τρίχες Λαζάρου ἄνωθεν ἐρριζοῦντο, τῶν δὲ νεύρων αἱ διαλύσεις συνεσφίγγοντο, τῶν δὲ σαρκῶν αἱ μειώσεις ἀνεπληροῦντο, τῶν δὲ ὀστέων ὁ χωρισμὸς συνηρμόζετο, τῶν δὲ ἰχώρων τὰ ῥεῖθρα συνεστέλλοντο, τὸ δὲ πνεῦμα τὸ ζωτικὸν ὑπεισήρχετο, ἡ δὲ δέσποινα ψυχὴ τὴν ἀρχαίαν προτέραν μονὴν ἀπελάμβανεν, ὡς εἶδε ταῦτα καὶ τὰ παραπλήσια τούτων γινόμενα, θορυβηθεὶς καὶ ἐναγώνιος γενόμενος ἐπέτασσε ταῖς ὑπ' αὐτὸν δυνάμεσι λέγων·
Ἀντιτάξασθε, κραταιώθητε, τὴν ἐμὴν βασιλείαν μὴ προδῶτε.
Ὦ τί πέπονθα;
Καταλύεται τὸ κράτος τοῦ θανάτου, ὅπερ διὰ τῆς ἁμαρτίας ἐκτησάμην·
ὃν ἔχω τέσσαρας ἡμέρας κρατῶν νῦν ἀναδίδωμι βίᾳ.
Μεγάλῃ συμφορᾷ περιπέπτωκα·
ἠρξάμην ἐξεμεῖν οὓς κατέπιον.
Οὐ διὰ τὸν Λάζαρον μόνον κλαίω, φοβοῦμαι μὴ καὶ τοὺς ἄλλους οὓς κατέχω ἀπὸ τοῦ Ἀδὰμ μεχρὶ τοῦ νῦν ἀπολέσω.
Σπουδῆς μοι χρεία καὶ πολλῆς ἰσχύος·
εἰ μὴ προκαταλάβω τὸν τῷ λόγῳ συλοῦντά με, πάσης μου τῆς ὑπάρξεως κενὸν ἀποδείξει με.
Εὗρον ὃ πράξω, ἔγνων τί ποιήσω·
ἔχω τοὺς Ἰουδαίους συνδρόμους, μισθοῦμαι τὸν Ἰούδαν, ἀεί μοι οὗτος ὑπουργεῖ καλῶς.
Φιλάργυρος γὰρ ὢν προσελθούσης γυναικὸς τὸ μύρον τριακοσίων δηναρίων διετιμήσατο κόπους παρέχων αὐτῇ·
καὶ τὸ μὲν μύρον διετιμήσατο τριακοσίων δηναρίων, τὸν δὲ δεσπότην τοῦ μύρου τριάκοντα δηναρίων πωλήσει.
Πολλῆς μοι οὖν σπουδῆς χρεία σταυρὸν κατασκευάσαι·
αὐτός μου τὸν Λάζαρον ἔλαβεν, ἐγὼ αὐτὸν ὧδε ὅλον καθελκύσω καὶ τοῖς νεκροῖς συναριθμήσω, ἵνα μάθῃ κατὰ μείζονος μὴ στρατεύεσθαι.

Ταῦτα καὶ τὰ παραπλήσια τούτων βουλεύσασθαι καὶ εἰπεῖν τὸν διάβολον ἠρέθισε τὸ τὸν Λάζαρον ἐκ νεκρῶν ἀναστῆναι.
∆ιὸ καὶ τοὺς Ἰουδαίους εἰς μείζονα φθόνον διήγειρεν ὥστε ὑπουργῆσαι τῇ βουλῇ αὐτοῦ καὶ σταυρὸν τῷ κυρίῳ κατασκευάσαι, ἵνα γένηται ἡ κατάρα εὐλογία καὶ τὸ ξύλον τοῦ σταυροῦ τοῖς πᾶσι σωτηρία.

∆ιὰ γὰρ τῆς τοῦ Λαζάρου ἀναστάσεως ὁ μὲν διάβολος ἐταράχθη, οἱ δὲ φαρισαῖοι συνήχθησαν, ἡ Μάρθα ἐπληροφορήθη, ἡ Μαρία ἐδοξάσθη, ἡ ἀνάστασις προανεδείχθη, οἱ μαθηταὶ κραταιότεροι ἐγένοντο, καὶ πολλοὶ τῶν Ἰουδαίων πιστεύσαντες εἰς τὸν κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν ὑπήντησαν αὐτῷ μετὰ κλάδων καὶ βαΐων κράζοντες καὶ λέγοντες·
Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου, βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ.
Αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.






εδω

Παρασκευή, Απριλίου 22, 2016

Περίλυπός εστιν η ψυχή μου έως θανάτου...




-«Τίποτα δεν αγγίζει τις απριλιάτικες βιολέτες; τίποτα-: μονάχα ο ακάνθινος Ιησούς.»
Το άφθαρτο ξύλο: Ο σταυρός είναι δυο επιθυμίες. Η μια επιθυμία που ερωτεύτηκε τα ουράνια σμίγει και σταυρώνεται με την επιθυμία καθώς διασχίζει τη γη. Κι ο Χριστός στο Έαρ Σταυρωμένος.» (Ν. Καρούζος, Ποιήματα Α' και Β')



«Περίλυπός εστιν η ψυχή μου έως θανάτου» (Ματθ. 26,38) Αυτή η αίσθηση μας ακολουθεί την κάθε στιγμή της μεγάλης εβδομάδας και στάλα στάλα στάζει το αίμα του Χριστού, μές στην μουντή ψυχή μας.

Μπορεί να είναι δοξολογική μέρα των Βαΐων και να προκαταγγέλει τον θρίαμβο της ανάστασης, αλλά παρόλα ταύτα μου αφήνει μια πικρή γεύση. Όταν ο Χριστός, ερχόμενος από την Βηθανία, επί πώλου όνου, αντικρύζει την Πόλη πού σκοτώνει τους προφήτες και λιθοβολεί τους αποστόλους, δακρύζει! Και αφού δακρύζει την σπλαχνίζεται, γιατί δεν κατανόησε την ημέρα πού την επισκέφτηκε ο Κύριος και Θεός της και έτσι θα παραδοθεί στην καταστροφή. Εκείνη την ώρα ο Κύριος, για ακόμα μια φορά ίσως να θέλησε να σκεπάσει τα παιδιά της κάτω από την προστασία του, όπως η όρνις τα νοσσία υπό τας πτέρυγας. Αυτά τα ίδια τα νοσσία πού θα Τον ανεβάσουν σε λίγο στον σταυρό.

Την ψυχωφελή πληρώσαντες τεσσαρακοστήν...
Πότε, καλοί μου φίλοι, γράφαμε εδώ για το Τριώδιο και πότε πληρώσαμε ήδη την μεγάλη Τεσσαρακοστή! Ως μία ημέρα η εχθές! Βγαίνουμε λοιπόν από το πέλαγος και τον ωκεανό της μεγάλης νηστείας, για να μπούμε σιγά σιγά στο ποτάμι της μεγαλοβδομάδας, ώσπου να φτάσουμε στον γαληνό όρμο της Ανάστασης!

Το ζήτημα είναι βέβαια τί μας άφησε αυτή η περιπλάνηση μας, αυτό το ταξίδι μας και με ποιες εμπειρίες, κέρδη και ζημίες μπαίνουμε στην πασχαλινή περίοδο. Υπάρχει ακόμα και καιρός για πνευματικό αγώνα. Ακόμα και για αρχή αγώνος. Τώρα, στο τέλος. Φιλότιμος ων ο δεσπότης, ανταμείβει τον πρώτο καθώς και τον έσχατο. Τίποτα δεν είναι τετελεσμένο και η θύρα δεν σφραγίστηκε για κανέναν.

Τα βράδυα της μεγαλοβδομάδας, όταν η ψυχή μας θα κλαίει και θα κρούει την θύρα του νυμφώνα, θα βρούμε καιρό και άλλον καιρό για να συντονιστούμε και εμείς με αυτά πού μας λείπουν και με εκείνα πού ζητάμε. Και ιδού μία νέα αρχή, με αφετηρία το τέλος. Έχετε θάρρος και καλή απόφαση!

Πέμπτη, Απριλίου 21, 2016

Για την 21 Απριλίου κάποιες σκέψεις

Μόλις συνειδητοποίησα πώς σήμερα είναι 21η Απριλίου. Τελικά, το χείριστο με την χούντα δεν είναι πού έφτιαξε δέκα ασήμαντους και τους έμαθε την γεύση από το χαβιάρι και την μπριτζόλα(καθαρά χέρια σου λέει μετά), ούτε τα κληροδοτήματα της στην σημερινή ακρότητα. Το χείριστο είναι πώς αποτέλεσε με την ύπαρξη της βιομηχανία αντιστασιακών όψιμων δημοκρατών πού μέχρι σήμερα εξαργυρώνουν τις ανύπαρκτες δάφνες τους και κάθονται στα σβέρκα μας. Ο καημένος ο άνθρωπος του μέσου όρου, ποτέ δεν ερωτάται τί είναι καλύτερο γι αυτόν. Απλώς υπομένει και πολώνεται υπερ του ενός ή του άλλου. Ψάχνει λύσεις και αυτός...

 Κάθομαι και ακούω συζητήσεις μεγαλυτέρων για την στάση της Εκκλησίας κατά την περίοδο της επταετίας. Εγώ θα σας θυμίσω πώς ήταν στημένη και ελεγχόμενη η ιεραρχία τότε. Και δεν ξέρω αν ο χουντισμός είχε περισσότερο διάβρωση από τα κάτω εκκλησιαστικά στρώματα προς τα πάνω παρά το αντίστροφο.Ήταν παλιά και πάγια η νοοτροπία από τα εμφυλιακά χρόνια. Δεν γεννιέται ένας "ελληνοχριστιανός" με την επιβολή μιας δικτατορίας από την μια μέρα στην άλλη.Βέβαια , είναι και το άλλο. Μιλάμε για την εκκλησία, την αστυνομία, τους εργολάβους, τα μεγάλα τζάκια πού γέννησαν τους νυν "αντιστασιακούς". Μην ξεχνάτε όμως τον μέσο άνθρωπο πού του άρεσαν οι "δρόμοι της χούντας" και όλη αυτή η "εθνική υπερηφάνεια". Αυτός αμνηστεύεται πολύ εύκολα και ας είναι εγώ και εσύ!Απλώς κάποιοι εξέχουν και τους παίρνει η μπάλα .Τέλος, τί να πούμε για την περιβόητη "παθητική στάση της εκκλησίας στην κατάλυση της δημοκρατίας και του έννομου καθεστώτος". Αυτή η παρατήρηση αποτελεί μέγιστη υποκρισία και αστοχία. Ποιό έννομο καθεστώς και ποιά δημοκρατία, βασιλεία, δικτατορία κλπ ;;; Η Εκκλησία δεν έχει αρμοδιότητα να ενδιαφέρεται για το είδος και τις νομιμότητες. Δεν είναι αγία η δημοκρατία ή η δικτατορία ή ο βασιλιάς για να κάτσουμε πίσω από τα οχυρά της και να την υπεραπιστούμε.Μόνον τότε η Εκκλησία πρέπει να εχει πολιτικό λόγο;Το μόνο πού θα μπορούσε κάποιος να της προσάψει είναι η σιωπή μπροστά στις αδικίες, στην εκμετάλλευση και τις δολοφονίες. Αλλά μπροστά σε αυτά ο λόγος Της πρέπει να είναι ο ίδιος σε ό λ α τα καθεστώτα. "Εννομα και άνομα".Και εδώ πού τα λέμε δεν είναι η μόνη πού σιωπά.....

Oι άνθρωποι της γενιάς μου, 30-35+ και ειδικά οι ιερωμένοι και οι χριστιανοί, πρέπει να τα ξεκαθαρίσουμε όλα αυτά. Να μην αφήνουμε κανέναν "έξυπνο" να μας προσάπτει αμαρτίες και αρετές των πατέρων μας και να αισθανόμαστε συνεχώς πώς βρισκόμαστε σε απολογία. Ειδικά, πολλοί από εμάς πού έχουμε οικογενειακά ιστορικά στην αντίσταση και στις διώξεις και αντιμετωπιζόμαστε σαν "δυνάμει" χουντικοί, επειδή φοράμε ράσο και ιδιαίτερα από ανθρώπους πού έκαναν και κανουν αβροδίαιτη ζωή σε όλους τους καιρούς και τις εποχές. Γεννηθήκαμε κατά την μεταπολίτευση και ζήσαμε την άνοδο και την πτώση της δημοκρατίας. Ανατραφήκαμε με την αίσθηση πόσο κακή ήταν η χούντα και ήταν κακή. Τελικά, όμως προδωθήκαμε από την δημοκρατία, την οποία ούτε εμείς, ούτε η προηγούμενη γενιά θέλησε να στηρίξει και να οικοδομήσει, αλλά την άφησε στα χέρια της ίδιας αυτής φάρας πού σήμερα κυβερνά με δημοκρατικά ρούχα και ίσως αύριο φορέσει κάτι άλλο.

Τουλάχιστον εμείς οι χριστιανοί έχουμε μια άλλη θεώρηση και διάσταση της Ιστορίας. Πώς όμως θα ζήσει ο αδελφός μας πού δεν έχει ελπίδα; Αυτός είναι ο προβληματισμός πού μας καίει και μας απασχολεί.Όλα τα άλλα είναι για να συντηρούνται με την χρονική και οικονομική έννοια νοοτροπίες και επιτήδειοι άνθρωποι...

Τετάρτη, Απριλίου 20, 2016

Από τον Λαμπριάτικο Ψάλτη του Αλεξ. Παπαδιαμάντη

 
Ἐὰν ὁ ἥρως τοῦ παρόντος διηγήματος ἦτο αὐτούσιος ὁ γράφων, τότε ὁ ἐπὶ κεφαλῆς τίτλος θὰ εἶχε μᾶλλον τροπικὴν καὶ ἀλληγορικὴν σημασίαν. Διότι, ναὶ μέν, εὐδοκίᾳ τῆς θείας Προνοίας, εἶναι ἀληθὲς ὅτι καὶ χάρις εἰς τὴν φιλάδελφον προθυμίαν τοῦ χωρικοῦ καὶ ἀρχοντικοῦ φίλου μου κὺρ Γιάννη Πεντελιώτου, ἀξιοῦμαι σχεδὸν κατ᾽ ἔτος ἀνελλιπῶς, κατὰ τὰς περιδόξους ταύτας ἡμέρας, νὰ συμψάλλω ἐναμίλλως μετ᾽ αὐτοῦ, ὑποβαστάζοντος διὰ τῆς χειρὸς τὰ γυαλιά του, ἀγαπῶντος τὸ πολίτικον ὕφος, παρατείνοντος ἐπ᾽ ἄπειρον τὰ μουσικὰ κῶλα καὶ τὰς καταλήξεις του, εἰς τὸν μικρὸν ἀγροτικὸν ναΐσκον τοῦ χωρίου Θ. ὅπου μυροβολεῖ ἑλισσόμενον εἰς κυανοῦς στεφάνους τὸ μοσχολίβανον, περιβάλλον ὡς διὰ φεύγοντος πλαισίου τοὺς ἀκτινωτοὺς στεφάνους καὶ τὰς σεμνὰς ὄψεις τῶν ἁγίων, καὶ ὅπου μὲ τὰς κεντητὰς ποδιάς των καὶ τὰ λευκὰ κολόβια αἱ νεαραὶ χωρικαὶ προσέρχονται φέρουσαι ἀγκαλίδας ρόδων καὶ ἴων καὶ θημωνίας ὅλας δενδρολιβάνου, καταφορτώνουσαι μὲ λόφους ἀνθέων τὸν πενιχρὸν ἐπιτάφιον, μὴ ἔχοντα ἀνάγκην ἄλλης πολυτελείας. Ἐκεῖ εἰσβάλλει οὐλαμὸς ὅλος αὐτοσχεδίων ψαλτῶν, κρατούντων ἀνὰ ἓν φυλλάδιον τοῦ ἐπιταφίου εἰς τὴν χεῖρα, οἵτινες φιλοτιμοῦνται νὰ ψάλλωσιν ἐν σπαρακτικῇ παραφωνίᾳ τὰ ἐγκώμια, καταστρέφοντες διὰ κωμικῶν σφαλμάτων καὶ τὰς ὀλίγας λέξεις, ὅσαι εἶναι ὀρθῶς τυπωμέναι εἰς τὰ φυλλάδια ἐκεῖνα.

Χωρὶς νὰ εἶμαι κύριον μέρος τοῦ αὐτοσχεδίου τούτου χοροῦ, ὀφείλω νὰ ὁμολογήσω ὅτι, καίτοι προσπαθῶν νὰ συμψάλλω ὑποφερτὰ κάπως μὲ τὸν ἀρχοντικὸν καὶ πρόθυμον φίλον μου, οὐχ ἧττον ὑστερῶ αὐτοῦ κατὰ πολλά, καὶ διὰ τοῦτο ἐπεκαλέσθην ἐν ἀρχῇ, ὡς ἐπιείκειαν ἐκ μέρους τοῦ ἀναγνώστου, τὴν τροπικὴν τοῦ τίτλου ἐκδοχήν, καθ᾽ ὃν δηλ. τρόπον εἰς ὅλους τοὺς ναούς, παρουσιάζονται κατὰ τὰς ἡμέρας ταύτας πολλοὶ τέως ἄγνωστοι, μουσόληπτοι ἐκ τοῦ παραχρῆμα, λαμπριάτικοι ψάλται, οὕτω καὶ ὁ γράφων, ἐνῷ καθ᾽ ὅλον τὸν ἄλλον χρόνον σιωπᾷ, παρουσιάζεται, δὶς τοῦ ἔτους οὗτος, τὰ Χριστούγεννα καὶ τὸ Πάσχα, κατ᾽ ἀποκοπὴν διηγηματογράφος. Τὸ πρᾶγμα ἤρχισε νὰ γίνεται κάπως φορτικόν, καὶ πολλοὶ μὲν ἐσκανδαλίσθησαν, τινὲς δὲ καὶ τὸ ἀπεδοκίμασαν. Ἀρκοῦσι τόσαι ἄλλαι μανίαι, τόσοι ξενισμοί. Ἡμεῖς δὲν εἴμεθα Ἄγγλοι οὔτε Ἀμερικάνοι. Μὴ μᾶς σκοτίζῃς καὶ σύ. Πόθεν ἔλαβες ἀφορμὴν νὰ ὑποθέσῃς ὅτι τὸ κοινὸν θέλγεται ἀπὸ τὰς ἀναμνήσεις σου ἢ συγκινεῖται ἀπὸ τὰ αἰσθήματά σου; Τὸ ἔκαμες μίαν φορὰν ἢ δύο. Ἀρκεῖ. Παῦσε πλέον. Δὲν βλέπεις ὅτι τὸ αἰώνιον θέμα σου ἐξηντλήθη, καὶ ὅτι εὑρίσκεσαι εἰς τὴν ἀνάγκην νὰ προσπαθῇς βίᾳ νὰ παρουσιάσῃς ἁπλῆν παραλλαγὴν κατ᾽ ἔτος;
Ἐν πρώτοις, καλὸν θὰ ἦτο νὰ διακρίνωμεν ὅ,τι εἶναι πράγματι ξενισμὸς ἀπὸ ὅ,τι δύναται νὰ εἶναι, ἐκ τῆς φύσεως τῶν πραγμάτων, κοινὸν εἰς πάντα τὰ ἔθνη. Λόγου χάριν, τὸ νὰ ἐκδίδωνται τὰ περιοδικὰ κατὰ Σάββατον ἢ Κυριακὴν εἶναι ξενισμός; Τὸ νὰ δημοσιεύουν αἱ πολιτικαὶ ἐφημερίδες φιλολογικωτέραν ὕλην κατὰ Κυριακήν, εἶναι ξενισμός; Ἑνὶ λόγῳ, τὸ νὰ σχολάζῃ τις κατὰ τὰς ἑορτὰς ἀπὸ τῆς τύρβης τοῦ κόσμου, ὡς καὶ ἀπὸ τῆς ἀναγνώσεως ἄρθρων πολιτικῶν, καὶ νὰ αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκην ἁβροτέρας, τερπνοτέρας, ἀκοπωτέρας ἀναγνώσεως εἶναι ξενισμός; Ἔστω, ἀλλὰ δύνασαι νὰ δημοσιεύῃς ἐν ἡμέραις ἑορτῶν διηγήματα ἢ περιγραφάς, χωρὶς νὰ κάμνῃς ποσῶς λόγον περὶ τῶν Χριστουγέννων καὶ τοῦ Πάσχα.

Ἰδοὺ λοιπὸν ποῖον τὸ αἴτιον τῆς δυσφορίας των ― καὶ πόσον ἀφελῶς τὸ ὁμολογοῦσι… τὸ ἐξωτερικεύουσι. Νὰ φιλοξενηθῇς ἡγεμονικῶς εἰς τὰ μέγαρα μεγάλου ἄρχοντος, καὶ νὰ μὴ προπίῃς εἰς τιμὴν τοῦ οἰκοδεσπότου! Νὰ ἀπολαύσῃς (ξενίας δεσποτικῆς καὶ ἀθανάτου τραπέζης) καὶ νὰ μὴ ἀποδώσῃς εὐχαριστίαν εἰς τὸν ἑστιάτορα! Ἀλλ᾽ εἰς τὰ διηγημάτια, ὅσα ἐδημοσίευσα κατὰ καιροὺς ὁ ὑποφαινόμενος τὰ Χριστούγεννα ἢ τὸ Πάσχα ἐνεπνεύσθην, ἀληθῶς, ἀπὸ τὰς ἀναμνήσεις μου καὶ τὰ αἰσθήματά μου, τὰ ὁποῖα θέλγουσι καὶ συγκινοῦσιν ἐμὲ αὐτόν ― ἴσως καὶ ὀλίγους ἐκλεκτοὺς φιλαναγνώστας. Ὅτι δὲ τοιοῦτοι ὑπάρχουσιν, ἀποδεικνύεται ἐκ τούτου, ὅτι δύο τῶν ἐφημερίδων, αἱ κορυφαῖαι τῆς πρωτευούσης, ὡς καὶ τὸ μονάκριβον περιοδικόν, δεξιοῦνται τὰ ἑορτάσιμα διηγημάτια τῶν ἡμερῶν τούτων. Ἔπειτα οὐδαμοῦ σχεδὸν θὰ εὕρητε ὅτι ἐπεζήτησα βεβιασμένην θέσιν ἢ πλοκήν, ὅπως γαλβανίσω τὴν περιέργειαν τοῦ ἀναγνώστου. Ὅπου γίνεται λόγος περὶ ξενιτευμένων, οἵτινες ἐπιστρέφουσι μετὰ μακρὰν ἀπουσίαν ἢ στέλλουσι γράμματα μετὰ ὑλικῆς παρηγορίας εἰς τοὺς οἰκείους, ταῦτα ὅλα βασίζονται ἐπὶ τῆς πραγματικότητος, καθόσον ὅλοι οἱ ζήσαντες εἰς παραθαλασσίους καὶ ναυτικοὺς τόπους τῆς Ἑλλάδος κάλλιστα γνωρίζουσιν ὅτι, κατὰ τὰς παραμονὰς ἰδίως τῶν ἑορτῶν, πολλοὶ ξενιτευμένοι, ἐνῷ συνήθως φαίνονται ψυχροὶ καὶ ἀπεσκληρυμμένοι τὸν φλοιόν, αἴφνης ἐνθυμοῦνται τοὺς οἰκείους των, καὶ ἢ ἐπιστρέφουσιν εἰς τὰς πατρίδας, ἢ ἂν αὐτοὶ κωλύωνται ὑπὸ φιλοτιμίας νὰ κατέλθωσιν εὐπροσώπως, ὄχι σπανίως ἀποστέλλουσι παραμυθίαν εἰς τὰς γηραιὰς μητέρας καὶ τὰς ἀδελφάς των. Ἐν ἄλλοις γίνεται λόγος περὶ τῶν κοινωνικῶν καὶ οἰκογενειακῶν ἐθίμων τῶν σχετιζομένων μὲ τὰς ἑορτάς, καὶ ἀλλαχοῦ πάλιν ἡ ἀσθενὴς πλοκὴ στρέφεται περὶ νεωτεριστικόν τι καὶ φθοροποιὸν ἔθιμον. Τί τὸ ἀπίθανον εἰς ὅλα ταῦτα;
Ἀλλὰ τὰ πλεῖστα τῶν ὑπ᾽ ἐμοῦ γραφέντων ἑορτασίμων διηγημάτων ἔχουσιν, ἂς μοῦ ἐπιτραπῇ ὁ λατινικὸς ὅρος, a priori* τὴν ὑπόθεσιν, εἶναι δηλαδὴ μᾶλλον θρησκευτικά. ― Ποίαν χάριν, σᾶς παρακαλῶ, ποίαν δύναμιν ἢ πρωτοτυπίαν θὰ εἶχε τὸ νὰ λάβῃ τις τὸν κόπον νὰ περιγράψῃ λεπτομερῶς πῶς χωρικὸς ἱερεὺς ἀπῆλθε νὰ λειτουργήσῃ εἰς ἐξωκκλήσιον, χάριν μικρᾶς κοινότητος ἀγροίκων ἢ βοσκῶν, ποῖοι καὶ πόσοι μετέσχον τῆς πανηγύρεως, καὶ ποῖά τινα ἦσαν τὰ ἤθη τῶν πανηγυριστῶν; Τοῦτο θὰ ἦτο ὅλως εὐτελὲς καὶ ταπεινόν, κατὰ τὴν γνώμην τῶν κριτικῶν. Τὸ νὰ γράψῃ τις, ὅτι γηραιὸς ἀνὴρ ἐφόνευσε τὴν συμβίαν του, κατ᾽ αὐτὴν τὴν ἡμέραν τῶν Χριστουγέννων ―χωρὶς μήτε ὁ ἀναγνώστης μήτε ὁ συγγραφεὺς νὰ ὑποπτεύωσι κἂν διατί τὴν ἐφόνευσε―, τοῦτο εἶναι ὑψηλὸν καὶ πολυτελές, κατὰ τὴν ἐκτίμησιν μερικῶν. Μετὰ τοιοῦτον ἔγκλημα κατ᾽ αὐτὴν τὴν ἁγίαν ἡμέραν, τὸ θέμα ἐξηντλήθη, καὶ ὅλα τὰ Χριστουγεννιάτικα καὶ τὰ πασχαλινὰ διηγήματα δὲν πρέπει πλέον νὰ βλέπωσι τὸ φῶς.
Μὴ θρησκευτικά, πρὸς Θεοῦ! Τὸ Ἑλληνικὸν Ἔθνος δὲν εἶναι Βυζαντινοί, ἐνοήσατε; Οἱ σημερινοὶ Ἕλληνες εἶναι κατ᾽ εὐθεῖαν διάδοχοι τῶν ἀρχαίων. Ἔπειτα ἐπολιτίσθησαν, ἐπροώδευσαν καὶ αὐτοί. Συμβαδίζουν μὲ τἆλλα ἔθνη. Ποίαν ποίησιν ἔχει τὸ νὰ γράψῃς ὅτι ὁ Χριστὸς «δέχεται τὴν λατρείαν τοῦ πτωχοῦ λαοῦ», καὶ ὅτι ὁ πτωχὸς ἱερεὺς «προσέφερε τῷ Θεῷ θυσίαν αἰνέσεως»; Καὶ νὰ περιγράφῃς τὸ ἐσωτερικὸν τοῦ ναΐσκου, μὲ τὰς νυσταλέας κανδήλας καὶ τὰς ἀμαυρὰς μορφὰς τῶν Ἁγίων ὁλόγυρα! Δὲν τὰ ἐννοοῦμεν ἡμεῖς αὐτά. Ἡμεῖς θέλομεν διήγημα, τὸ ὁποῖον νὰ εἶναι ὅλον ποίησις, ὄχι πεζὴ πραγματικότης. Σὺ δὲ πῶς τολμᾷς νὰ γράφῃς, ὁμιλῶν περὶ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου, καρφωμένου εἰς τὸν τοῖχον ἀπὸ τὴν λόγχην τοῦ Ἁγ. Μερκουρίου, τοιαύτην βλάσφημον φράσιν: «Πελιδνὸς ὁ παράφρων τύραννος…»; Ὅταν συγγραφεὺς ἄλλος, καὶ ἄλλης περιωπῆς δημοσιεύσας πρὸ ἐτῶν ἱστορικοφανταστικὸν δρᾶμα, προέτασσε χυδαῖα ἀληθῶς προλεγόμενα, δι᾽ ὧν ὕβριζε βαναύσως τὴν θρησκείαν τῶν πατέρων του ― τότε οὐδεὶς λόγος ἦτο ὅπως σκανδαλισθῇ τις, διότι τὸ πρᾶγμα ἦτο τῆς μόδας. Ἀλλὰ σύ, νὰ τολμᾷς νὰ ἐκφράζεσαι μὲ τοιαύτην ἀσεβῆ γλῶσσαν περὶ τοῦ Ἰουλιανοῦ ἐκείνου, τοῦ Παραβάτου ἢ Ἀποστάτου καλουμένου ― ἡ θρασύτης ὑπερβαίνει πᾶν ὅριον. Καὶ ὅμως ὁ σοφὸς ἐπικριτὴς δὲν ἐνόησεν ὅτι ἡ φράσις ἦτο ἐξ ἀντικειμένου, ὅπως λέγουσιν αὐτοί· ἀπέδιδε δηλ. διὰ λέξεων τὰ χρώματα τοῦ ζωγράφου· καὶ ὅτι πᾶν ζήτημα περὶ τῶν δοξασιῶν τοῦ γράφοντος (ὅστις ἐν τούτοις δὲν ἀρνεῖται ὅτι συμμερίζεται τὴν γνώμην τοῦ Βυζαντινοῦ τοιχογράφου) παρέλκει ὅλως.
Διὰ νὰ δώσωμεν πέρας εἰς τὸ προοίμιον αὐτό, θὰ εἴπωμεν μὲ δύο λέξεις ὅτι: Τὸ σημερινὸν ἔθνος δὲν ἐπῆγε, δυστυχῶς, τόσον ἐμπρός, ὅσον λέγουν αὐτοί. Τὸ ἔθνος τὸ ἑλληνικόν, τὸ δοῦλον τοὐλάχιστον, εἶναι ἀκόμη πολὺ ὀπίσω, καὶ τὸ ἐλεύθερον δὲν δύναται νὰ τρέξῃ ἀρκετὰ ἐμπρός, χωρὶς τὸ ὅλον νὰ διασπαραχθῇ, ὡς διασπαράσσεται, φεῦ! ἤδη. Ὁ τρέχων πρέπει νὰ περιμένῃ καὶ τὸν ἑπόμενον, ἐὰν θέλῃ ἀσφαλῶς νὰ τρέχῃ· ὁ ἐλεύθερος πρέπει νὰ βοηθῇ τὸν δεσμώτην ἢ πρέπει νὰ τὸν ἀνακουφίζῃ. Ὅσον παρέρχεται ὁ χρόνος, τόσον τὸ ἐλεύθερον ἔθνος καθίσταται οἴμοι! ἀνικανώτερον ὅπως δώσῃ χεῖρα βοηθείας εἰς τὸ δοῦλον ἔθνος. Ἄγγλος ἢ Γερμανὸς ἢ Γάλλος δύναται νὰ εἶναι κοσμοπολίτης ἢ ἀναρχικὸς ἢ ἄθεος ἢ ὅ,τιδήποτε. Ἔκαμε τὸ πατριωτικὸν χρέος του, ἔκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα εἶναι ἐλεύθερος νὰ ἐπαγγέλλεται, χάριν πολυτελείας, τὴν ἀπιστίαν καὶ τὴν ἀπαισιοδοξίαν. Ἀλλὰ Γραικύλος τῆς σήμερον, ὅστις θέλει νὰ κάμῃ δημοσίᾳ τὸν ἄθεον ἢ τὸν κοσμοπολίτην, ὁμοιάζει μὲ νᾶνον ἀνορθούμενον ἐπ᾽ ἄκρων ὀνύχων καὶ τανυόμενον νὰ φθάσῃ εἰς ὕψος καὶ φανῇ καὶ αὐτὸς γίγας. Τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος, τὸ δοῦλον, ἀλλ᾽ οὐδὲν ἧττον καὶ τὸ ἐλεύθερον, ἔχει καὶ θὰ ἔχῃ διὰ παντὸς ἀνάγκην τῆς θρησκείας του.
Τὸ ἐπ᾽ ἐμοί, ἐνόσῳ ζῶ καὶ ἀναπνέω καὶ σωφρονῶ, δὲν θὰ παύσω πάντοτε, ἰδίως δὲ κατὰ τὰς πανεκλάμπρους ταύτας ἡμέρας, νὰ ὑμνῶ μετὰ λατρείας τὸν Χριστόν μου, νὰ περιγράφω μετ᾽ ἔρωτος τὴν φύσιν καὶ νὰ ζωγραφῶ μετὰ στοργῆς τὰ γνήσια ἑλληνικὰ ἤθη. Ἐὰν ἐπιλάθωμαί σου, Ἱερουσαλήμ, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου, κολληθείη ἡ γλῶσσά μου τῷ λάρυγγί μου, ἐὰν οὐ μή σου μνησθῶ.

το κλασσικό αυτό πασχαλινό αριστούργημα του αγίου των ελληνικών γραμμάτων μπορείτε να το διαβάσετε ολόκληρο εδώ



 Οσο αναπνέουμε και εμείς δεν θα πάψουμε να σε θυμόμαστε ηγιασμένε κυρ Αλέξανδρε Παπαδιαμάντη. Ιδίως δε κατά τας πανεκλάμπρους ταύτας ημέρας, κατά το υπό σου γραφόμενον...

Δευτέρα, Απριλίου 18, 2016

Αλλά διακονήσαι...





Οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν. οὐχ οὕτω δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ' ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος· καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν. 


Αθάνατα λόγια με ανέκφραστο μεγαλείο! Μόνο ένας Θεός μπορεί να μιλήσει έτσι. Μόνον ο Θεός μπορεί να φτάσει σε τέτοια άφατη κένωση. Η ταπείνωση είναι το μέγα γνώρισμα του Θεού. Μόνο ο διάβολος είναι υπερήφανος και ο άνθρωπος πού θα συναινέσει στην πικρή ηδονή της αλαζονείας. Αυτή πού μοιάζει με την ευχαρίστηση κάποιου πού γλείφει το ξυράφι και γεύεται το αίμα του, μέχρι να απομείνει χωρίς γλώσσα.Η αυτοκαταστροφή του αλαζόνα.

Αυτά τα λόγια δεν τα είπε ο Χριστός μόνο για τους μεγιστάνες και τους βασιλείς, για όλους τα είπε. Όλοι μας κρύβουμε έναν μικρό εξουσιαστή πού προσπαθεί να επιβληθεί στους άλλους. Από την οικογένεια και την εργασία, έως τον κοινωνικό περίγυρο. Και όταν αυτός ο άνθρωπος λαμβάνει και μια δημόσια εξουσία, ο Θεός να φυλάει και εκείνον και τους άλλους.

Λύτρον αντι πολλών. Και όχι όλων. Γιατί πολλοί ακούνε για την Ζωή, βλέπουνε την Ζωή, αλλά δεν την αποδέχονται. Μένουν στην σκιά του θανάτου. Και περιφρονούν το χυμένο αίμα του Θεού πού έγινε άνθρωπος εσταυρωμένος γι αυτούς και διάκονος των δούλων Του.

Κυριακή, Απριλίου 17, 2016

Το νόημα των δύο τελευταίων εβδομάδων



Στο αρχαίο τριώδιο η εβδομάδα πού μόλις κλείνει ήταν αφιερωμένη στην παραβολή του ανθρώπου πού έπεσε στους ληστές ή όπως την μάθαμε μικροί στο κατηχητικό, στον καλό σαμαρείτη. Η εβδομάδα πού θα μπεί είναι αφιερωμένη στον πλούσιο και τον γείτονα του φτωχό Λάζαρο. Αν διαβάσει κάποιος τα τροπάρια των καθημερινών θα τα ερμηνεύσει ως κατάλοιπα του παλιού αυτού εορτολογίου. Την μεν προηγούμενη εβδομάδα η Εκκλησία μας προέβαλε το ανοιχτό ιατρείο του Χριστού και εμάς ως ανθρώπους πληγωμένους από τα πάθη πού έχουμε ανάγκη από τα μυστήρια της Εκκλησίας τα ιαματικά. την εβδομάδα πού έρχεται προϋπόθεση πρώτη και εσχάτη είναι η φιλοπτωχεία πού κοσμεί και πληρώνει τους νηστευτές και η αποστροφή για την αδιαφορία μπροστά στο κοινωνικό δράμα και την εξάρτηση από τον πλούτο.Ετσι η πρωην εβδομάδα ήταν καιρός ανάπλασης και ίασης της ψυχής μας. Αυτή εδώ είναι ευκαιρία επίσκεψης και μέριμνας του αδελφού μας. Με αυτές τις δύο προϋποθέσεις θα μπούμε στην αγία και Μεγάλη Εβδομάδα και θα μιμηθούμε τον Χριστό πού φέρθηκε σαν καλός σαμαρείτης πάνω στον σταυρό, αλλά και σαν φτωχός και ταπεινός δίκαιος για εμάς τους πτωχεύσαντας τη αμαρτία, ως άλλος παθών Λάζαρος.

Σάββατο, Απριλίου 16, 2016

Δέκα μέρες αζήτητος στο ψυγείο...

Όταν λέμε πώς είμαστε χριστιανοί της ταυτότητας και αγαπάμε όπου αστράφτουν οι φακοί των δημοσιογράφων και ακούγονται τα μπράβο...

 Όταν λέμε πώς η εκκλησία μας κατήντησε μια απέραντη εταιρία ηθικολόγων, αγαπολόγων πού ενδιαφέρονται για το θεαθήναι και την καλή μαρτυρία και μόνο για τους καλούς ανθρώπους, από τους οποίους παίρνουν και δίνουν μπράβο...

Αλκοολικός ήταν ο παπάς της επαρχιακής πόλης. Πολύ συχνά τον μάζευε το ΕΚΑΒ από τον δρόμο ολομέθυστο. Ίσως να τον έδειχναν με το δάχτυλο οι καλοί χριστιανοί και να σκανδαλίζοταν για την πολιτεία και το πάθος του. Αντί να αγκαλιάσουν και βοηθήσουν τον πατέρα τους! Γιατί και εμείς οι πατέρες έχουμε ανάγκη τα παιδιά, να μην έχουν τα παιδιά μόνον απαιτήσεις. Επίσης και οι κληρικοί, μπορεί να τους χαλούσε την καλή μανέστρα ο ανθρωπάκος αυτός. 

Ωσπου το ΕΚΑΒ τον μάζεψε για τελευταία φορά και μένει τώρα δέκα μέρες αζήτητος στο ψυγείο του νεκροτομείου.... 

Για φανταστείτε ο άνθρωπος αυτός ο περιπεσών εις τους ληστάς να πάει κάπου καλά και όλοι οι παρθένοι και οι εγκρατείς να πάνε στην κόλαση του Θεού.Είναι η επανάληψη της παραβολής των δέκα παρθένων. Παρθενία είχαν, έργα δεν είχαν ,έμειναν εκτός του νυμφώνος. Ο ληστής παρθενία δεν είχε, είχε ομολογία μπήκε στον παράδεισο. 

Τελοσπαντων το κύριο θέμα είναι η πλαστική αγάπη, το σκάνδαλο, ο μιαρός τούτος, πού δεν άξιζε την συμπόνοια των καλών ανθρώπων΄. Δέκα μέρες αζήτητος στο ψυγείο.Γιατί φορούσε ράσο και όφειλε να είναι αναμάρτητος, σε μια άσπιλη κοινωνία. 

Εντωμεταξύ η σαρακοστή προχωραέι με ωραία κηρύγματα και κατανυκτικότατη ατμόσφαιρα. μέσα σε καπνούς λιβανιών και δακρύβρεχτες προσευχές και ωραίες ομολογίες ορθοδοξίας.Θα ρθει και η μεγαλοβδομάδα και θα προσκυνήσουμε τον σταυρωμένο και πληγωμένο Χριστό πού σταύρωσαν οι κακοί αχάριστοι εβραίοι και θα ρθει ο Ρόμπερτ Πάουελ, η μαγειρίτσα και οι κίτρινες λαμπάδες του επιταφίου να σφραγίσουν την ευλάβεια μας. 

Δέκα μέρες αζήτητος στο ψυγείο...

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΑΒΒΑΣ



Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΛΕΡΟΥ ΚΑΛΥΜΝΟΥ ΚΑΙ ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑΣ  ΠΑΪΣΙΟΣ

Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά και περιπόθητα,
Οι κώδωνες της Ιεράς Μονής των Αγίων Πάντων, στο μέσον της Αγίας και Μεγάλης  Τεσσαρακοστής, κτυπούν σήμερα χαρμόσυνα, δια να αναγγείλουν την εορτή της  μνήμης του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός ημών Σάββα, του αγίου, του προστάτου και εφόρου του Νησιού  μας και μας καλούν με πίστη, ευλάβεια και σεβασμό να προσέλθουμε στην χάρη Του.

Αδελφοί μου,
Ο ταπεινός και πράος στην καρδιά άνθρωπος, όταν παραδοθεί ανεπιφύλακτα στο Θεό και αφήσει τις επιθυμίες του και αφοσιωθεί ολοκληρωτικά, ψυχή τε και σώματι, στο θέλημα του Θεού, τότε θα πλημμυρίσει την καρδία του ειρήνη, χαρά και ευλογία και η ένωσή του με τον Πανάγαθο Θεό θα είναι πραγματικότητα.
Αυτή την ταπείνωση, αυτή την πραότητα, αυτήν την αυταπάρνηση στα του κόσμου τούτου πράγματα, αυτή την αφοσίωση επέδειξε στην επι γής ζωή του και ο Όσιος και Θεοφόρος Πατήρ ημών Σάββας, ο της Νήσου Καλύμνου θείος φρουρός και Δωδεκανήσου απροσμάχητος βοηθός.
Οι λόγοι του Σωτήρα Χριστού προς τους μαθητές Του Ιάκωβο και Ιωάννη, «ουκ οίδατε τι αιτείσθε», ήταν πάντοτε  φλογεροί και πάντοτε νωποί  στην ταπεινή καρδιά του μοναχού Σάββα.
Ο Ιερός Χρυσόστομος λέγει:  «η κατάβασις αύτη πάντων ανάβασις γέγονε. Αύτη της βασιλείας η θύρα». – Η ταπείνωση είναι η θύρα της βασιλείας. Ώστε, αν θες να γίνεις μεγάλος, να μη ζητάς να γίνεις μεγάλος, και τότε θα γίνεις μεγάλος. Καί τους αγίους γι’ αυτό τους θαυμάζουμε, διότι, ενώ ήσαν ανώτεροι όλων θεωρούσαν τον εαυτό τους κατώτερο όλων. Τίποτε δεν είναι υψηλότερο από την ταπείνωση. Από κανένα πάθος δεν καταστρέφεται-.
Και ο Όσιος Σάββας δεν ζητούσε τι το υψηλό, και θεωρούσε τον εαυτό του κατώτερο από τους άλλους. Ταπείνωνε την καρδιά του, για να προσελκύσει τον Θεό. Διάβαζε καθημερινώς τον ψαλμό λγ΄19 «εγγύς γάρ ο Κύριος τοις συντετριμμένοις τη καρδία»-Ο Κύριος βρίσκεται μαζί με όσους έχουν συντετριμμένη  καρδιά και τεταπεινωμένη.
Πράος και ταπεινός, σώφρων και αγάπης έμπλεος δεν ζήτησε θέσεις και πρωτοκαθεδρίες, αξιώματα και υστεροφημίες αλλά, αφού εγκατέλειψε άπαντα τα του βίου τερπνά και πρόσκαιρα, στους ισχνούς ώμους του σήκωσε τον δικό του σταυρό και ζήτησε να βρεί, «ως η διψώσα έλαφος παρά τας διεξόδους των υδάτων», τον φραγγελωμένο, σταυρωμένο και αναστημένο Χριστό.
Το Άγιον Ορος, οι Άγιοι Τόποι, η Παλαιστίνη, η Αθήνα, η Αίγινα, η Πάτμος, τόποι περισυλλογής  και προσευχής, και τέλος η μυροβόλος Κάλυμνος, με την χάρη του Τριαδικού Θεού, έγινε τόπος  εγκαταβίωσης και ανάπαυσης της ψυχής του πράου και ταπεινού στη καρδία αγίου ανδρός.
Ο Όσιος Σάββας, της Θράκης ο θεόδοτος βλαστός και της Καλύμνου ο πολύτιμος θησαυρός, όλη του την καρδία την έδωσε σε Εκείνον, ο Οποίος σήμερα ανεβαίνει προς τα Ιεροσόλυμα και προλέγει τα μέλλοντα σ’ Αυτόν συμβαίνειν.
Ο Όσιος και Θεοφόρος Πατήρ ημών Σάββας της Καλύμνου, ο Μέγας Ασκητής, όλα τα συναισθήματά του τα κατάθεσε κάτω από τον Σταυρό Εκείνου, ο οποίος εμπαιγμούς και εμπτυσμούς και μάστιγας και κολαφισμούς και θάνατο υπέμεινε δια την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους.
Ο Όσιος και Θεοφόρος Πατήρ ημών Σάββας, των Ιερέων το καύχημα, των Μοναζόντων το κλέος, της μετανοίας ο διδάσκαλος, έμπλεος αγάπης προς πάντα άνθρωπο, αγάπησε τον Νυμφίο της Εκκλησίας Χριστό και έτυχε παρ’ Αυτού δόξης  αφθάρτου και έγινε κρουνός θείων θαυμάτων ανεξάντλητος.
Το άγιο λείψανο του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός  ημών Σάββα, άφθορο, αναλλοίωτο, ευωδιάζον και θαυματουργόν, είναι άξιο σεβασμού, είναι ιερό, είναι πηγή χαρισμάτων και θεραπειών και τούτο διότι το έχει δοξάσει ο Πανάγιος Θεός.
Είναι νεκρό, κατά τον άνθρωπο της κάθε εποχής, εντός της αγίας θήκης του, όμως ζεί δια της χάριτος και ενεργείας του Παναγίου Πνεύματος. Και μάλιστα όχι μόνο αυτό τα μακάριο, άγιο και πανευβλαβές σκήνος του Οσίου Πατρός ημών, αλλά και αυτή ακόμη η  θήκη – λειψανοθήκη του Αγίου είναι γεμάτη  από πνευματική χάρη, καθώς λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, ότι «αι θήκαι – λειψανοθήκες – των αγίων, είναι γεμάτες από πνευματική χάρη.
Τούτο βεβαιώνουν εξ’ ιδίας πείρας, εκτός από τον Ιερό Χρυσόστομο και άλλοι μεγάλοι πατέρες της Εκκλησίας μας, όπως ο άγιος Αμβρόσιος Επίσκοπος Μεδιολάνων, ο Ιερός Αυγουστίνος, ο Μέγας Βασίλειος και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, οποίος ομιλεί για θαύματα που έκανε «η κόνις» σκόνη, τέφρα – των λειψάνων του αγίου Κυπριανού σε όσους προσήλθαν ευλαβικά  με πίστη να προσκυνήσουν.
Ο ίδιος, επίσης, ο θεολόγος άγιος Γρηγόριος ομιλεί  και για παρόμοια θαύματα, πού έκαμαν «μόνο ρανίδες  αίματος και μικρά σύμβολα πάθους» των αγίων μαρτύρων του Χριστού.
Όποιος, λοιπόν, προστρέχει στην χάρη, και την ευσπλαχνία και με δάκρυα επικαλείται την ευσπλαχνία του και αγγίζει με πίστη την θήκη που περιέχει το χαριτόβρυτο σκήνωμα του Γέροντος, της αριστοτόκου νήσου των Καλυμνίων, Οσίου Πατρός ημών Σάββα του εν Καλύμνω ασκήσαντος, παίρνει από εκεί πολλή δύναμη, χάρη και ευλογία.
Αυτή την χάρη, την πολλή δύναμη, αυτή την χάρη, αυτή την ευλογία και εμείς, οι κυκλούντες την αγία λάρνακα του Οσίου Πατρός ημών Σάββα και μαζί μας οι όπου γης Καλύμνιοι, Δωδεκανήσιοι και σύμπας ο ευσεβής του Κυρίου λαός, επικαλούμενοι την μεσιτεία του πράου, ταπεινού αγίου  μας, του οποίου ενώ το σώμα  είναι νεκρό, εν τούτοις το πανάγιο σκήνος τρέπει σε άτακτο φυγή, «τις αόρατες δυνάμεις του πονηρού Δαίμονος και ως τείχος και οχύρωμα αρραγές περιφρουρεί την Νήσο μας, της οποίας είναι προστάτης, φρουρός και πρόμαχος».
Σε Αυτήν την Αγία Μορφή, τον ταπεινό και πράο εργάτη του αμπελώνα του Κυρίου, κλίνει γόνυ ευλαβείας πρό της αγίας Λάρνακάς του ο Ευσεβής Καλυμνιακός Λαός, και μετ’ αυτού σύμπασα η επί γης στρατευομένη του Χριστού Εκκλησία, και πάσα  ψυχή Χριστιανών Ορθοδόξων, η οποία κατά τους δυσκόλους αυτούς καιρούς  επικαλείται την χάριν και ευλογία του.
Αυτόν, τον επί γης ισάγγελο και θαυματουργό Άγιο, με ύμνους και ωδές πνευματικές, τον παρακαλούμε και τον ικετεύουμε από την χαριτόβρυτο λάρνακά του να περιφρουρεί και να σώζει από πάσης επιβουλής εναντίας την νεολαία μας και μετά του ψαλμωδού ας ψελλίσουμε και εμείς: «Ευχαρίστοις άσμασι, των Καλυμνίων η νήσος, προσκαλείται σήμερον των Ορθοδόξων τα πλήθη, μέγιστον νεοφανέντα εγκωμιάσαι, καύχημα ορθοδοξίας αναφανέντα, Σάββα τον θείον, τον ρύστην ταύτης ομού και πρόμαχον».    Ο.Λ.Κ.Α.Π.