ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 30, 2020

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ-Κώστας Βάρναλης


 


 

Ο ουρανός έβρεχε διαρκώς λεπτόν νερόχιονον, ο γραίος αδιάκοπος εφύσα και ήτο ψύχος και χειμών τας παραμονάς των Χριστουγέννων του έτους…

Ο κυρ Αλέξανδρος είχε νηστεύσει ανελλιπώς ολόκληρον το Σαρανταήμερον και είχεν εξομολογηθεί τα κρίματά του (Παπά-Δημήτρη το χέρι σου φιλώ!). Και αφού εγκαίρως παρέδωσε το χριστουγεννιάτικον διήγημά του εις την "Ακρόπολιν" και διέθεσεν ολόκληρον την γλίσχρον αντιμισθίαν του προς πληρωμήν του ενοικίου και των ολίγων χρεών του, γέρων ήδη κεκμηκώς υπό των ετών και της νηστείας, αποφεύγων πάντοτε την πολυάσχολον τύρβην, αλλά φιλακόλουθος πιστός, έψαλεν, ως συνήθως, με την βραχνήν και σπασμένην φωνήν του, πλήρη όμως ενθέου πάθους, ως αριστερός ψάλτης, εις το παρεκκλήσιον του Αγίου Ελισσαίου τας Μεγάλας Ώρας, σχεδόν από στήθους, και ότε επανήλθεν εις το πτωχικόν του δωμάτιον, δεν είχεν ακόμη φέξει!

Ήναψε το κηρίον του και τη βοηθεία του κηρίου (και του Κυρίου!) έβγαλε το υπόδημά του το αριστερόν, διότι τον ηνώχλει ο κάλος, και ημίκλιντος επί της πενιχράς στρωμνής του, πολλά ρεμβάζων και ουδέν σκεπτόμενος, ήκουε τας ορυγάς του κραταιού ανέμου και τους κρότους της βροχής και έβλεπε νοερώς τον πορφυρούν πόντον να ρήγνυται εις τους σκληρούς αιχμηρούς βράχους του νεφελοσκεπούς και χιονοστεφάνου Άθω.

Εκρύωνεν. Αλλά το καφενείον του κυρ Γιάννη του Αγκιστριώτη ήτο κλειστόν. Αλλά και οβολόν δεν είχε να παραγγείλει:

 

– Πάτερ Αβραάμ, πέμψον Λάζαρον! (ένα ποτηράκι ρακή ή ρώμι).

 

Εκείνην την χρονιάν τα Χριστούγεννα έπεσαν Παρασκευήν. Τόσον το καλύτερον. Θα νηστεύσει και πάλιν, ως το είχε τάμα να νηστεύει δια βίου κάθε Παρασκευήν δια να εξαγνισθεί ο αμαρτωλός δούλος του Θεού από το μέγα κρίμα της νεότητός του, που είδε τυχαίως από την κλειδαρότρυπαν την νεαράν του εξαδέλφην να γδύνεται.

Έκαμε τον σταυρόν του κι εσκεπάσθη με την διάτρητον βατανίαν του, όπως ήτο ντυμένος και με τα υποδήματα – πλην του αριστερού.

 

 

 

Και τότε ευρέθη εις την προσφιλήν του νήσον των παιδικών του χρόνων με τα ρόδιν' ακρογιάλια, τας αλκυονίδας ημέρας, τας χλοϊζούσας πλαγιάς, με τα κρίταμα, την κάππαριν και τας αρμυρήθρας των παραθαλασσίων βράχων και με τους απλούς παλαιούς ανθρώπους, θαλασσοδαρμένους ή ναυαγούς, ζωντανούς και κεκοιμημένους.

Και ήλθεν ο Χριστός με το τεθλιμμένον πρόσωπον, η Παναγία η Γλυκοφιλούσα με το λευκόν και ένθεον Βρέφος της, ο Άγιος Στυλιανός, ο φίλος και φρουρός των νηπίων, η Αγία Βαρβάρα και η Αγία Κυριακή με τους σταυρούς και τους κλάδους των φοινίκων εις τας χείρας, ο όσιος Αντώνιος και Ευθύμιος και Σάββας με τας γενειάδας και τα κομβοσχοίνιά των· και ήλθε και ο όσιος Μωϋσής ο Αιθίοψ, "άνθρωπος την όψιν και θεός την καρδίαν", η Αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια κρατούσα εις τας χείρας το μικρόν της ληκύθιον, το περιέχον τα λυτήρια όλων των μαγγανειών και επωδών, ο Άγιος Ελευθέριος, η Αγία Μαρίνα και είτα ο Άγιος Γεώργιος και ο Άγιος Δημήτριος με τα χαντζάρια των, με τας ασπίδας και τους θώρακάς των – ολόκληρον το Τέμπλον του παρεκκλησίου της Παναγίας της Γλυκοφιλούσης εκεί επάνω εις τον βράχον τον μαστιζόμενον από θυέλλας και λαίλαπας και λικνιζόμενον από το πολυτάραχον και πολύρροιβδον κύμα....

Φέγγος εαρινόν και θαλπωρή διεχύθησαν εντός του υγρού δωματίου και ο κυρ Αλέξανδρος λησμονήσας τον κάλον του ανεσηκώθη να φορέσει και το αριστερόν του υπόδημα δια ν’ ασπασθεί ευλαβώς τους πόδας του Χριστού, της Παναγίας και των αγίων.

 

 

Αλλ' η οπτασία εξηφανίσθη και ιδού ευρέθη εις τον Άι Γιάννην τον Κρυφόν, που εγιάτρευε τους κρυφούς πόνους κι εδέχετο την εξαγόρευσιν των κρυφών αμαρτιών. Πλήθος πιστών είχεν ανέλθει από την πολίχνην, ζωντανοί και συγχωρεμένοι, να παρακολουθήσουν την Λειτουργίαν, την οποία ετέλει ο παπά-Μπεφάνης βοηθούμενος από τον μπάρμπ’ Αναγνώστην τον Παρθένην.

Κατά περίεργον αντινομίαν των στοιχείων, ήτο καλοκαίρι κι η Λειτουργία είχε τελειώσει και ήτον δεν ήτον τρίτη πρωϊνή, ότε η αμφιλύκη ήρχισε να ροδίζει εις τον αντικρυνόν ζυγόν του βουνού.

 

 

Όλοι γείτονες, λάλοι και φωνασκοί, εκάθηντο κατά γης πέριξ εστρωμένης καθαράς οθόνης. Τέσσερ' αρνιά, τρία πρόβατα, δύο κατσίκια, αστακοουρές, κεφαλόπουλα καπνιστά της λίμνης, αυγοτάραχον και εγχέλεις αλατισμένοι, πίττες, κουραμπιέδες, μπακλαβάδες, πορτοκάλια και μήλα – όλα τα καλούδια, προϊόντα της μικρής και ωραίας νήσου, περιέμενον τους συνδαιτυμόνας.

– Καλώς ώρισες κυρ Αλέξαντρε, κάτσε κ' η αφεντιά σου, του είπεν η θεια η Αμέρσα.

Αλλά τι βλέπει γύρω του; Όλους τους ήρωας και τας ηρωίδας των Χριστουγεννιάτικων διηγημάτων του. Εκεί ήτον η θεια-Αχτίτσα, φορούσα καινουργή μανδήλαν και νέα πέδιλα, επιδεικνύουσα μετ' ευγνωμοσύνης το συνάλλαγμα των δέκα λιρών, το οποίον μόλις έλαβε από τον ξενητευμένον εις την Αμερικήν υιόν της. Δίπλα της εκάθητο κι ο Γιάννης ο Παλούκας, ο προσποιηθείς τον Καλλικάντζαρον την Παραμονήν των Χριστουγέννων και ληστεύσας τον Αγγελήν, τον Νάσον, τον Τάσον – όλα τα παιδιά τα οποία κατήρχοντο από την Επάνω ενορίαν, αφού είχαν ψάλει τα Κάλανδα. Εσηκώθη και παρέδωσεν εις τον κυρ Αλέξανδρον τας κλεμμένας πεντάρας -δεν είχε πως να μεθύσει και εορτάσει τα Χριστούγεννα εκείνην την χρονιάν (συχωρεμένος ας είναι!).

Ιδού κι ο Μπάρμπ' Αλέξης, ο Καλοκαιρής, που δεν είχεν ανάγκην του πορθμείου του Χάρωνος δια να πηδήσει εις τον άλλον κόσμον· είχε το ιδικόν του, υπόσαθρον πλοιάριον, αυτόχρημα σκυλοπνίχτην. Μαζί του ήτον κι ο σύντροφός του ο Γιάννης ο Πανταρώτας ο ναυτολογημένος ως Ιωαννίδης και διατελών εν διαρκεί απουσία κατά τας ώρας της εργασίας.

– Να φροντίσεις, του είπεν ο Πανταρώτας, να πάρω την σύνταξή μου!

Και λησμονών την ιερότητα της στιγμής εμούντζωσε το κενόν συνοδεύων την άσεμνον χειρονομίαν με την ασεμνοτέραν βλασφημίαν:

– Όρσε, κουβέρνο!

Εκεί ήτον κι ο Μπάρμπα-Διόμας, ευτυχής διότι εγλύτωσεν από το ναυάγιον και ερρόφησεν απνευστί επί του διασώσαντος αυτόν τρεχαντηρίου ολόκληρον φιάλην πλήρη ηδυγεύστου μαύρου οίνου δια να συνέλθει – ω πενιχρά, αλλ' υπερτάτη ευτυχία του πτωχού!

 

Αλλ' ιδού έτρεξε να του σφίξη την χείρα και ο βοσκός ο Σταθ'ς του Μπόζα, του οποίου δύο αίγες είχον βραχωθή εις τον κρημνόν υπεράνω της αβύσσου, όπου έχαινεν ο πόντος και ήτο αδύνατον να σωθούν, αν δεν τον κατεβίβαζαν δια σχοινίου εις τον βράχον με κίνδυνον της ζωής του.

– Την Ψαρή την έχω τάξει ασημένια στην Παναγιά. Τη Στέρφα (την άλλην αίγα) θα την σφάξω για σένα, να την φάμε.

Και η Ασημίνα του μαστρο-Στεφανή του βαρελά, με τας τέσσαρας κακοτυχισμένας θυγατέρας, τη Ροδαυγή, την Ελένη, τη Μαργαρώ και την Αφέντρα, η Ασημίνα, που την μίαν ημέραν εώρτασε τους γάμους της Αφέντρας με τον Γρηγόρη της Μονεβασάς και την άλλην ημέραν επένθησεν τον θάνατον του υιού της του Θανάση.

 

 

Τέλος, ω! της εκπλήξεως, ενεφανίσθη και ο έτερος εαυτός του, ο Αλέξανδρος Παπαδημούλης, ο πτωχαλαζών, ο ασχολούμενος εις έργα μη κοινώς παραδεδεγμένης χρησιμότητος!

Ο κυρ Αλέξανδρος ησθάνθη τύψεις, ότι έπλασεν όλους αυτούς τους ανθρώπους του λαού τόσον δυστυχείς και ταπεινούς ή τόσον αμαρτωλούς (ουδείς αναμάρτητος!) και τον εαυτόν του τόσον επηρμένον!...

Αλλά την στιγμήν εκείνην τον διέκοψεν η οκταόκαδος τσότρα, η περιφερομένη από χειρός εις χείρα. Δεν επρόλαβε να την εναγκαλισθή και ήχησαν τα λαλούμενα (βιολιτζήδες ντόπιοι και τουρκόγυφτοι με κλαρινέτα) και ... εξύπνησεν.

Ποτέ ο κοσμοκαλόγηρος κυρ Αλέξανδρος δεν εξύπνησε τόσον χορτάτος, όσον εκείνην την αγίαν ημέραν, ο νήστις του Σαρανταημέρου και ο νήστις όλης της ζωής του! – ζωήν να έχει!

Τρίτη, Δεκεμβρίου 29, 2020

[αντί επιλόγου για το σωτήριο έτος 2020 μ.Χ.]



Η ψευδοεπιστήμη δημαγωγεί εναντίον της πίστης, η ψευδοθεολογία δημαγωγεί εναντίον της επιστήμης. Η ψευδοεπιστήμη παίρνει τις χείριστες και πρωτογενείς μορφές της πίστης, αυτές τονίζει σαν πίστη γενικώς, αυτές κριτικάρει και αυτές αρνείται.
Η ψευδοθεολογία πάλι έχει μάτια μόνο για καταχρήσεις των επιστημονικών εφευρέσεων και ανακαλύψεων, γενικεύει αυτές τις καταχρήσεις και αρνείται την επιστήμη.
Τον τελευταίο αιώνα (19ο) εξελίχθηκαν σημαντικά οι φυσικές και οι τεχνολογικές επιστήμες. Οι σοβαροί άνθρωποι αυτό το χρησιμοποίησαν για εμβάθυνση, ενώ οι γραφικοί για να κάνουν πιο ρηχή τη ζωή. Λόγω αυτού τού πλουτισμού της επιστήμης οι σοβαροί έγιναν σοβαρότεροι, ενώ οι γραφικοί γραφικότεροι.
Οι σοβαροί δεν βλέπουν την αλήθεια διπλή, μία στην επιστήμη, μία δεύτερη στην πίστη, αλλά αισθάνονται αρμονία μεταξύ τού ενός και τού άλλου.
Οι γραφικοί απολαμβάνουν τις περιττές φιλονικίες, και τονίζοντας πάντα την αυθάδεια μπροστά στη λογική σκέψη, δημιουργούν αξία για τον εαυτό τους από το ότι με την επιστήμη αντιλέγουν στην πίστη ή, αντίθετα, με την πίστη αντιλέγουν στην επιστήμη.
Η υγιής πίστη δεν αντιλέγει ποτέ προς την πραγματική επιστήμη ούτε η πραγματική επιστήμη αρνείται την υγιή πίστη. Μόνο οι αρρωστημένες μορφές τού ενός και τού άλλου είναι υπερβολικές και ακραίες. Η πίστη μου στον Θεό δεν με εμποδίζει στο να αναγνωρίσω και να υιοθετήσω όλη την πραγματική επιστήμη, από το άλφα ως το ωμέγα. Η επιστήμη μου όμως λαμβάνει διαύγεια, πληρότητα και ορμή, εάν τη φωτίσω και τη ζεστάνω με υγιή πίστη.
Να ξέρετε ότι όταν ένας επιστήμονας ξεσηκώνεται εναντίον της πίστης εν ονόματι της επιστήμης, αυτός ξεσηκώνεται εναντίον της χείριστης μορφής της πίστης εν ονόματι της κάλλιστης επιστήμης.
Και όταν ένας θεολόγος ξεσηκώνεται εναντίον της επιστήμης εν ονόματι της πίστης, αυτός ξεσηκώνεται ενάντια στη μέγιστη κατάχρηση και μέγιστη επιζήμια μορφή της επιστήμης εν ονόματι της κάλλιστης πίστης.
Η κάλλιστη επιστήμη όμως στέκει στην τέλεια αρμονία με την κάλλιστη πίστη. Ενώ οι κάλλιστοι ποτέ δεν φιλονικούν, οι κάλλιστοι καταλαβαίνονται και αγαπιούνται.
Οι μικροί φιλονικούν και τρώγονται, και ηδονίζονται με την φιλονικία και τις τριβές.
Όμως η φιλονικία και οι τριβές της ψευδοπίστης και της ψευδοεπιστήμης ταλαντεύουν πολλές απλές ψυχές στην πίστη. Και όταν ταλαντευτεί, η πίστη τους αγωνίζεται για επιβίωση. Και συχνά ο αγώνας τελειώνει με ήττα της πίστης. Η ήττα της πίστης σημειώνει το θρίαμβο τού σκότους και της κακίας μέσα στους ανθρώπους.

[Αργά βαδίζει ο Χριστός (161-163), Εν Πλω 2013]

Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς

H Bρεφοκτονία. Ερμηνεία και συμβολισμοί του Γεγονότος.


Τι δείχνει η ιστορία

Υπό τους αυστηρούς όρους τής επιστημονικής ιστορικής ακρίβειας, ο αριθμός τών 14.000 θανατωθέντων νηπίων κατά την παράδοση δημουργεί - ακόμα και για τα δεδομένα τού δολοφόνου Ηρώδη- ανυπέρβλητα προβλήματα. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που μας παρέχουν οι πηγές και ιδιαίτερα ο Ιουδαίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος - σύγχρονος τών Ευαγγελιστών Λουκά και Ιωάννη - και άρα καλός γνώστης τής εποχής τών ευαγγελικών γεγονότων - η κωμόπολη τής αρχαίας Βηθλεέμ και τα περίχωρά της θα πρέπει τότε να είχαν πληθυσμό ίσως λίγο μεγαλύτερο από χιλίους κατοίκους. Η σφαγή τών αρρένων νηπίων "από διετούς και κατωτέρω" δεν θα ήταν, επομένως, στην πραγματικότητα δυνατό να αφορά περισσότερα από 30 η το ανώτατο 40, με βάση τα στατιστικά δεδομένα που προκύπτουν από την πληθυσμιακή κατανομή τής συγκεκριμένης περιοχής.
Ένας τέτοιος αριθμός θα καθιστούσε πολύ πιο πιθανό κατά τους ιστορικούς, ο Ηρώδης να αποτόλμησε όντως ακόμη ένα τραγικό εγχείρημα προκειμένου να διασφαλίσει την εξουσία του από την έσω και ευποθετική απειλή τής εμφανίσεως ενός διεκδικητή τού θρόνου. Η "αναίρεση" μερικών δεκάδων νηπίων, άσημων αγροτικών οικογενειών μιας απομακρυσμένης και αγνοημένης περιοχής, δεν θα αποτελούσε "παρά μόνο ένα μικρό και ασήμαντο επεισόδιο" στο βίο και την πολιτεία του, όπως εύστοχα παρατηρεί ένας σύγχρονος ερευνητής, ένα πταίσμα σε σύγκριση με τα άλλα του εγκλήματα, που δεν επιβάρυνε αισθητά τον ήδη μακρύ κατάλογο τών θυμάτων τής καχυποψίας του, και δεν διαφοροποιούσε ιδιαίτερα την ούτως ή άλλως έκρυθμη τοπική κατάσταση ώστε να προκαλέσει την παρέμβαση τής Ρώμης στο συγκεριμένο ζήτημα.
Εν προκειμένω, είναι γεγονός ότι πουθενά στα ιερά κείμενα τών Ευαγγελίων δεν καταγράφεται συγκεκριμένος αριθμός "αναιρεθέντων νηπίων". Η αναφορά στη σφαγή "χιλιάδων όντων δεκατεσσάρων" αρρένων τέκνων προέρχεται αντίθετα από την ιερή παράδοση τής Εκκλησίας μας - από το εορτολογικό Συναξάρι τής συγκεκριμένης ημέρας - και μάλιστα με την επισήμανση ότι τα νήπια αυτά εντάσσονται στο χώρο τών Μαρτύρων τής Εκκλησίας και θεωρούνται ως οι πρώτοι ανώνυμοι και "αναρίθμητοι" μάρτυρες τής Χριστιανικής πίστεως. Αυτό ακριβώς το στοιχείο προσδίδει επομένως στο όλο ζήτημα παράλληλα προς την ιστορική, και μια ιδιαίτερη "συμβολική" παράμετρο, που καθιστά απαραίτητη τη θεολογική ερμηνευτική προσέγγιση.

Η Θεολογική σημειολογία τού αριθμού τών "αναιρεθέντων νηπίων".

Όπως ήδη επισημάνθηκε, τα Ευαγγέλια δεν επέχουν θέση "χρονικών" ή απλών "δημοσιογραφικών εκθέσεων" επί τών ιστορικών γεγονότων. Σκοπός τους δεν είναι η απλή ενημέρωση κάποιων αναγνωστών, αλλά η πνευματική καθοδήγηση και η θεολογική παίδευση τών πιστών στο πλαίσιο τού κατηχητικού και ποιμαντικού ρόλου τής Εκκλησίας. Υπό το πρίσμα αυτό, η σφαγή τών νηπίων έχει ιδιαίτερο θεολογικό νόημα για τα ιερά κείμενα, και ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ερμηνευτική προσέγγιση και κατανόηση τής σημειολογίας τών γεγονότων στην ευαγγελική διήγηση.
Στην παράδοση τού Ιουδαϊκού λαού και τη θεολογία τής Παλαιάς Διαθήκης υπήρχε το "ιστορικό" προηγούμενο ακόμη μιας δίωξης και "σφαγής". Συγκεκριμένα, η εξιστόρηση τού βιβλίου τής Εξόδου εμφανίζει τον αλλοεθνή και αλλόθρησκο Φαραώ τής Αιγύπτου να είχε διατάξει τη θανάτωση με πνιγμό στον Νείλο ποταμό τών αγοριών τών Ισραηλιτών, μια πραγματική γενοκτονία, που σκοπό είχε τη μείωση τού αριθμού τών δούλων Εβραίων οι οποίοι αυξάνονταν με ανησυχητικό ρυθμό στη χώρα.
Το στοιχείο αυτό αξιοποιήθηκε από τους ιερούς συγγραφείς τής Καινής Διαθήκης ως θεολογικό προηγούμενο στη γλώσσα τής ερμηνευτικής "προτύπωσης" για την παράλληλη θεολογική προσέγγιση και ερμηνεία τού αντίστοιχου γεγονότος τής σφαγής τών νηπίων από ένα "νέο Φαραώ", τον αλλόθρησκο και μισητό βασιλιά τής Ιουδαίας Ηρώδη. Όπως ο παλιός Φαραώ εξέφραζε τις αντίπαλες δυνάμεις τού σκότους και τής καταπίεσης αντιδρώντας στα "σημεία" τής εφαρμογής τού σχεδίου τού Θεού για τη σωτηρία και ιστορική καταξίωση τού Ισραήλ, και όπως φόνευσε παιδιά για να μην γεννηθεί ο πρώτος προφήτης τής Εξόδου ο Μωυσής, έτσι και ο Ηρώδης ως "νέος Φαραώ" ενσαρκώνει με τις πράξεις του τις ίδιες δαιμονικές δνάμεις. Παρεμποδίζει την έλευση τού Σωτήρα τού κόσμου και την ιστορική καταξίωση τού νέου Ισραήλ τής Εκκλησίας. 


Κατά το Ευαγγέλιο τού Ματθαίου, ο Ιησούς αποκαλύπτεται από τη βρεφική ήδη ηλικία ως ο Χριστός και ο Κύριος, ο απεσταλμένος τού Θεού για τη σωτηρία τού κόσμου. Και ο Ηρώδης, που κατά ένα μανιακό και παράφρονα τρόπο "ζητεί την ψυχήν τού Παιδίου", φανερώνεται με τις ενέργειές του ως εκπρόσωπος τών δυνάμεων τού κακού και παρουσιάζεται με τη μορφή Αντιχρίστου (Δες Αποκάλυψη κεφ. 12/ιβ΄). Ο ισχυρός τού παρόντος, όμως, είναι ο ουσιαστικά αδύναμος, και το ευάλωτο Βρέφος θα αναδειχθεί ο τελικός νικητής. Το γεγονός τής σφαγής τών νηπίων αποκτά έτσι και μια σωτηριολογική και εσχατολογική προοπτική, εφόσον εντάσσεται παράλληλα μεταξύ τών "σημείων τών εσχάτων" που προϊδεάζουν και προετοιμάζουν για την τελική συντριβή τού κακού και την επικράτηση τού καλού.
Σε αυτή τη γραμμή τής θεολογικής σημειολογίας, η σφαγή τών νηπίων φέρνει επίσης στο νου και την προφητεία τού Ιερεμία, ο οποίος επτά αιώνες πριν είχε προαναγγείλει προφητικά και περιγράψει ποιητικά την ακόλουθη αποκαλυπτική σκηνή: "Φωνή εν Ραμά ηκούσθη θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς. Ραχήλ κλαίουσα τα τέκνα αυτής και ουκ ήθελε παρακληθήναι, ότι ουκ εισίν" (Ιερεμίας 31/λα΄ 15). Ο ιστορικός ευαγγελιστής Ματθαίος κάνει χρήση τής προφητικής αυτής ρήσης και θεολογεί ερμηνευτικά πάνω στο σύγχρονό του γεγονός τού "θρήνου, τού κλαυθμού και τού οδυρμού" τής Βηθλεέμ (Ματθαίος 2/β΄ 18). Η αρχαία προφητεία αναφερόταν στις θυσίες κατά την έξοδο τού παλαιού Ισραήλ από την Αίγυπτο. και όπως τότε ο Μωυσής μαζί με τον Ιησού τού Ναυή οδήγησαν το λαό τού Θεού μακριά από την Αίγυπτο και την "αιγυπτιώδη αναλευθερία", από τον Φαραώ και τη φαραωνική δουλεία προς τη γη τής επαγγελίας και τής ελευθερίας, έτσι και τώρα ένας "νέος Μωυσής" και "νέος Ιησούς" θα οδηγήσει το λαό του σε μια νέα έξοδο προς μια νέα γη τής επαγγελίας, προς μια εσχατολογική χώρα ελευθερίας και αξιοπρέπειας. Γι' αυτό ο ευαγγελιστής Ματθαίος εμπνευσμένα υπογραμμίζει σε αυτόν το θεολογικό συμβολισμό και την "προτύπωση" γεγονότων, ότι "εξ Αιγύπτου" και πάλι ο Θεός κάλεσε ηγέτη για το λαό Του και για τη μεγάλη "έξοδο" στην ιστορία τών νέων χρόνων (Ματθαίος 2/β΄ 15).
Ο απόστολος Παύλος και πολλοί ερμηνευτές Πατέρες τής Εκκλησίας, κάνουν εκτεταμένη χρήση τών θεολογικών πλέον όρων "Αίγυπτος" και "Φαραώ" στην τυπολογική τους ερμηνεία με καθαρά θεολογικό χαρακτήρα. Η φυγή τού Θείου Βρέφους στην Αίγυπτο ως επακόλουθο τής σφαγής τών νηπίων τής Βηθλεέμ, αποκτά, πέρα από την ιστορική της σημασία, και εσχατολογικές προεκτάσεις ωσάν μια άλλη "κάθοδος τού Υιού τού Θεού στον Άδη". Εκεί, στον "Άδη τής Αιγύπτου", ο Ιησούς Χριστός ως "νέος Μωυσής" θα συναντήσει το λαό του και θα τον καλέσει σε μια νέα εσχατολογική "έξοδο" προς τη νέα γη τής επαγγελίας, τη Βασιλεία τού Θεού. (Δες Δευτερονόμιο 18/ιη΄ 15, όπου ο Μωυσής λέει: "προφήτην εκ των αδελφών σου ως εμέ αναστήσει σοι Κύριος ο Θεός σου, αυτού ακούσεσθε").





Ο αριθμός 14.000

Όσον αφορά, τέλος, τον αριθμό 14.000 που η ιερή παράδοση διασώζει για τα σφαγιασθέντα νήπια, αυτός δεν οφείλεται σε λογιστικό σφάλμα, αλλά προέρχεται από την επίδραση τής Ιουδαϊκής αποκαλυπτικής αριθμολογίας. Πρόκειται στην ουσία για πολλαπλάσιο τού ιερού αριθμού 7 τών Εβραίων, ο οποίος συμβολίζει την ολότητα και την καθολικότητα. Ομοίως στην Αποκάλυψη του Ιωάννη συναντάται σημειολογική αναφορά στον έτερο ιερό αριθμό 12 και στα πολλαπλάσιά του, με την επισήμανση ότι κατά τους έσχατους χρόνους ο Ιησούς Χριστός θα συνοδεύεται και πάλι από τους μάρτυρές του, που στην ολότητα και τελειότητά τους ανέρχονται συμβολικά σε 144.000 (Αποκάλυψις 14/ιδ΄ 1 και 7/ζ΄4). Και σε αυτήν ασφαλώς την περίπτωση, δεν πρόκειται για πραγματικό αριθμό, αλλά για θεολογικό συμβολισμό τής καθολικότητας τής Εκκλησίας, η οποία συγκροτείται και εκπροσωπείται στην ιστορία από τους Μάρτυρες. Οι ανά τους αιώνες θυσιαζόμενοι και μαρτυρούντες Άγιοι, εκφράζουν την ιστορική και εσχατολογική ενότητα τής Εκκλησίας. Όσοι προσεταιρίζονται την εξουσία και τη δύναμη, συντάσσονται με τους εκάστοτε "Φαραώ" και "Ηρώδεις" τής ιστορίας.
Η αναφορά τού ευαγγελιστή στο γεγονός τής σφαγής και τής θυσίας εκφράζει κατά τον πλέον εναργή τρόπο, ότι ο Ιησούς και οι πιστοί του δεν πραγματοποιούν την ιστορική τους πορεία μέσα σε έναν κόσμο ρομαντικό και ειδυλλιακό, αλλά κυριαρχούμενο από το ρεαλισμό τής βίας, τής ανελευθερίας, τών καταπιέσεων και τών διωγμών. Οι ισχυροί "Φαραώ" και "Ηρώδεις" που διαφεντεύουν συνήθως τις τύχες τών λαών, εκπροσωπούν τις αντίθετες και δαιμονικές δυνάμεις, διαιωνίζοντας και επαυξάνοντας το κακό και την αδικία σε βάρος τών αδυνάτων. Το Θείο Βρέφος, που από την πρώτη στιγμή δοκίμασε την απειλή και τη βία, την αμφισβήτηση και την απόρριψη, καθορισε το πρότυπο τής μαρτυρικής ζωής εκείνων που θα ακολουθήσουν πιστά τα ίχνη Του, μέχρις εσχάτων τού ιστορικού χρόνου.
Η ιστορία τής Εκκλησίας με το πλήθος τών μαρτύρων επαληθεύει συνεχώς την τραγική πραγματικότητα πως δεν μπορεί να υπάρξει καμία αλλαγή στον κόσμο χωρίς τους ομολογητές τής αλήθειας και τους μάρτυρες τής ελευθερίας. Δια της αφήγησης τού περιστατικού τής σφαγής τών νηπίων υπογραμμίζεται, λοιπόν, για ακόμη μια φορά το μόνιμο ιστορικό ερώτημα με ποιους οφείλει κανείς τελικά να συντάσσεται, με τους ισχυρούς "Ηρώδεις" ή με τους αθώους και αδύναμους ανθρώπους που ως τέκνα τού "εσφαγμένου Αρνίου" και αθώα νήπια, γίνονται μάρτυρες τής αλήθειας "από καταβολής κόσμου"; (Αποκάλυψις 13/ιγ΄ 8). Αυτό άλλωστε είναι και ένα από τα καίρια ερωτήματα στα οποία επιχειρεί να δώσει απάντηση ο Χριστιανισμός δια τών ιερών του κειμένων. 


πηγη

Κυριακή, Δεκεμβρίου 27, 2020

ΟΤΙ ΝΑΖΩΡΑΙΟΣ ΚΛΗΘΗΣΕΤΑΙ



«πως πληρωθ τ ηθν δι τν προφητν τι Ναζωραος κληθήσεται (: για να πραγματοποιηθεί έτσι εκείνο που είπαν οι προφήτες, ότι ο Ιησούς θα ονομαστεί περιφρονητικά από τους εχθρούς του Ναζωραίος)» [Ματθ. 2, 23].

Ποιος προφήτης είπε την προφητεία αυτήν; Μην είσαι περίεργος και μη λεπτολογείς, διότι πολλά προφητικά βιβλία έχουν εξαφανιστεί. Και αυτό δύναται να το συμπεράνει κανείς από τη διήγηση των ιστορικών βιβλίων των «Παραλειπομένων». Πραγματικά, καθώς οι Ιουδαίοι ήσαν αδιάφοροι και διαρκώς περιέπιπταν στην ασέβεια, άλλα από τα βιβλία τα άφηναν να χάνονται και άλλα τα έκαιγαν και τα έσχιζαν οι ίδιοι. Και την καύση των βιβλίων τη διηγείται ο Ιερεμίας [Ιερ. 43, 23-24: «κα γενήθη ναγινώσκοντος ουδν τρες σελίδας κα τέσσαρας, πέτεμεν ατς τ ξυρ το γραμματέως κα ἔῤῥιπτεν ες τ πρ τ π τς σχάρας, ως ξέλιπε πς  χάρτης ες τ πρ τ π τς σχάρας. κα οκ ζήτησαν κα ο διέῤῥηξαν τ μάτια ατν  βασιλες κα ο παδες ατο ο κούοντες πάντας τος λόγους τούτους (: κατά τον χρόνο όμως που ο Ιουδίν διάβαζε τρεις και τέσσερις σελίδες, ο βασιλιάς με το μαχαιράκι του γραμματέα τις έκοβε και τις έριχνε στη φωτιά, που βρισκόταν στη σχάρα, στο πύραυνο. Έτσι λοιπόν παρέδωσε στο πυρ όλη την περγαμηνή. Ο βασιλιάς και οι αυλικοί που βρίσκονταν γύρω του δεν συγκλονίστηκαν από όσα ήταν γραμμένα στην περγαμηνή, δεν διέρρηξαν ως ένδειξη λύπης και μετανοίας τα ενδύματά τους, ακούγοντας τα λόγια αυτά)»], ενώ την καταστροφή ο συγγραφέας του τετάρτου βιβλίου των Βασιλειών, που μας λέγει ότι έπειτα από πολύ χρόνο κατά τύχη βρέθηκε το Δευτερονόμιο θαμμένο κάπου και εξαφανισμένο [Δ΄Βασ. 21 κ.ε.]. Και αν είχαν έτσι εγκαταλείψει τα βιβλία χωρίς να υπάρχουν βάρβαροι, πολύ περισσότερο θα το έκαναν, όταν έκαναν επιδρομές βαρβάρων. Ειπώθηκαν αυτά, διότι όπως Τον προανήγγειλαν οι προφήτες, έτσι, «Ναζωραίο», Τον αποκαλούν και οι Απόστολοι σε πολλά σημεία.

«Αυτό λοιπόν μήπως έρριπτε κάποια σκιά στην προφητεία για τη Βηθλεέμ;», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος.

Καθόλου. Απεναντίας αυτό ακριβώς κινεί και διεγείρει το ενδιαφέρον προς έρευνα όσων λέγονται  γι΄Αυτόν. Έτσι και ο Ναθαναήλ συμμετέχει στην αναζήτηση και όταν ο Φίλιππος του λέγει: «ν γραψε Μωϋσς ν τ νόμ κα ο προφται, ερήκαμεν, ησον τν υἱὸν το ωσφ τν π Ναζαρέτ (: βρίσκει στο μεταξύ ο Φίλιππος τον Ναθαναήλ και του λέει: ’’Εκείνον για τον οποίο έγραψε ο Μωυσής στο νόμο και προανήγγειλαν οι προφήτες, τον βρήκαμε. Είναι ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ, και κατάγεται από τη Ναζαρέτ)» [Ιω. 1, 46], εκείνος απαντά: «κ Ναζαρτ δύναταί τι γαθν εναι; (: Από τη Ναζαρέτ, το κακό και άσημο αυτό χωριό, μπορεί να βγει τίποτε καλό;)» [Ιω. 1, 47]. Και η απάντηση του Φιλίππου: «ρχου κα δε (: Έλα και όταν Τον δεις με τα  μάτια σου, θα πειστείς)» [Ιω. 1, 48]. Ήταν χωριό χωρίς σημασία και μάλιστα όχι ο οικισμός αυτός μόνο αλλά και ολόκληρη η περιοχή της Γαλιλαίας.

Για τον λόγο αυτόν οι Φαρισαίοι έλεγαν: «Μ κα σ κ τς Γαλιλαίας ερεύνησον κα δε τι προφήτης κ τς Γαλιλαίας οκ γήγερται (: μήπως και εσύ είσαι από τη Γαλιλαία; Ερεύνησε και εύκολα θα δεις και θα πειστείς από τα πράγματα ότι κανείς προφήτης δεν έχει ως τώρα βγει από τη Γαλιλαία)» [Ιω. 7, 52]. Αυτός όμως δεν ντρέπεται να ονομάζεται Ναζωραίος, δε θεωρεί υποτιμητικό να ομολογεί ότι κατάγεται από εκεί, αποδεικνύοντας ότι δεν έχει ανάγκη από κανένα πιστοποιητικό και ότι δε χρειάζεται κανένα από τα ανθρώπινα. Ακόμη και τους μαθητές Του, από τη Γαλιλαία τούς εκλέγει. Έτσι αφαιρεί παντού τις δικαιολογίες εκείνων που επιθυμούν την ησυχία και αποδεικνύει ότι κανένα εξωτερικό γνώρισμα δε μας χρειάζεται, αν ασκήσουμε την αρετή.

Για τούτο δε φροντίζει ούτε για το σπίτι. Λέγει: «α λώπεκες φωλεος χουσι κα τ πετειν το ορανο κατασκηνώσεις,  δ υἱὸς το νθρώπου οκ χει πο τν κεφαλν κλίνῃ (: οι αλεπούδες έχουν φωλιές και τα πουλιά του ουρανού έχουν μέρη που κουρνιάζουν, ενώ ο υιός του ανθρώπου [δηλαδή εγώ που γεννήθηκα χωρίς πατέρα αλλά μόνο από την Παρθένο και είμαι ο κατεξοχήν άνθρωπος, γνωστός από την υπόσχεση του Θεού προς τον Αδάμ] δεν έχει πού να ακουμπήσει το κεφάλι Του)» [Λουκ. 9, 58]. Όταν Τον επιβουλεύεται ο Ηρώδης, φεύγει, και όταν γεννήθηκε, Τον ανακλίνουν στη φάτνη, μένει στο στάβλο, εκλέγει μητέρα αφανή. Μας διδάσκει έτσι κανένα από αυτά να μη θεωρούμε εξευτελιστικό, ποδοπατεί εκ προοιμίου κάθε ανθρώπινο εγωισμό, διατάζει να είμαστε διάκονοι της αρετής.

«Γιατί μεγαλοφρονείς για την πατρίδα σου, όταν σου δίνω εντολή να θεωρείς τον εαυτό σου ξένο για ολόκληρη την οικουμένη;», μας λέγει. Όταν έχεις την εξουσία να γίνεις τέτοιος, ώστε ο κόσμος ολόκληρος να μην είναι άξιός σου; Όλα αυτά είναι τόσο μηδαμινά, ώστε μήτε από τους Έλληνες φιλοσόφους να μην αποδίδεται σε αυτά καμία σημασία και να αποκαλούνται τα εκτός, και να κατέχουν την τελευταία θέση.

Αλλά και ο Ιωάννης έλεγε σε όσους έρχονταν προς αυτόν: «Ποιήσατε ον καρπος ξίους τς μετανοίας, κα μ ρξησθε λέγειν ν αυτος, πατέρα χομεν τν βραάμ· λέγω γρ μν τι δύναται  Θες κ τν λίθων τούτων γεραι τέκνα τ βραάμ (: Μόνο το βάπτισμα δεν ωφελεί. Αν θέλετε να σωθείτε από την οργή που πρόκειται σε λίγο να ξεσπάσει, κάνετε καλά έργα, τα οποία είναι άξιοι καρποί της αληθινής μετάνοιας, και δείξτε με ενάρετες πράξεις την ειλικρινή μετάνοιά σας. Και μην αρχίσετε να λέτε μέσα σας: ’’Πατέρα μας έχουμε τον Αβραάμ· διότι σας λέω ότι ο Θεός έχει τη δύναμη και από το πλέον ακατάλληλο υλικό, ακόμη και από αυτές εδώ τις πέτρες, να αναστήσει απογόνους του Αβραάμ’’)» [Λουκά 3, 8].


Ας μη μεγαλοφρονούμε λοιπόν μήτε για την ευγενή καταγωγή, μήτε για τον πλούτο μας, αλλά ας περιφρονούμε και αυτούς που μεγαλοφρονούν γι’ αυτά. Μήτε να αποθαρρυνόμαστε για την πτωχεία μας. Ας επιδιώκουμε τον πλούτο των αγαθών έργων και ας αποφεύγουμε την πτωχεία εκείνη που οδηγεί στην κακία.


ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΜΝΗΣΤΩΡ




Ο άγιος Ιωσήφ ήταν υιός του Ιακώβ, όπως μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Ματθαίος (α΄ 16). Καταγόταν από τη φυλή του Ιούδα και το οικογενειακό του δέντρο είχε τις ρίζες του στην οικογένεια του Δαβίδ. Κατοικούσε στη Ναζαρέτ και ζούσε κάνοντας τον οικοδόμο ή τον ξυλουργό.


     Εν τω μεταξύ, όπως είναι γνωστό από τον βίο της Παναγίας, οι άγιοι γονείς της την παρέδωσαν, σε ηλικία τριών χρόνων, στο Ναό, αφιερώνοντάς την στο Θεό, κατά την υπόσχεσή τους. Εκεί, στα Άγια των Αγίων, έζησε η Μαρία επί δώδεκα χρόνια, «ἐν τῷ ναῷ τοῦ Κυρίου, ὡς περιστερὰ νεμομένη, καὶ ἐλάμβανε τροφὴν ἐκ χειρὸς ἀγγέλου» (Πρωτευαγγέλιον Ιακώβου, 8, 1). Και τότε, όταν πέρασαν τα 12 έτη, οι ιερείς του ναού αποφάσισαν να καλέσουν «τοὺς χηρεύοντας τοῦ λαοῦ», «καὶ ᾧ ἐὰν ἐπιδείξῃ Κύριος σημεῖον, τούτου ἔσται γυνὴ» η Μαρία. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους «χηρεύοντας τοῦ λαοῦ» βρισκότανε και ο δίκαιος Ιωσήφ, που, από την προηγούμενη γυναίκα του, – ήδη από χρόνια πεθαμένη (σημ.: Σ’ αυτήν αποδίδονται διάφορα ονόματα: Κατά τον Ιππόλυτο το Θηβαίο λεγότανε Σαλώμη, κατ’ άλλους Μελχά, Εσσά ή Εσθήρ), – είχε αποκτήσει έξι παιδιά: τέσσερεις γιους, τον Ιάκωβο, τον Ιωσή, τον Ιούδα και τον Σίμωνα (ή Συμεών), και δύο θυγατέρες, τη Μαρία και τη Σαλώμη. Αυτοί που δέχονται πως ο Ιωσήφ είχε αποκτήσει εφτά παιδιά, προσθέτουν στις θυγατέρες του και την Εσθήρ.


     Κατά την πληροφορία που μας δίνει ο άγιος Επιφάνιος, όταν γεννήθηκε ο πρωτότοκος υιός του Ιάκωβος, που θα ονομασθεί αργότερα και «αδελφόθεος», ο άγιος Ιωσήφ ήταν ήδη σαράντα χρονώ, και τώρα που οι ιερείς καλούν τους «χηρεύοντας τοῦ λαοῦ», είχε κιόλας πατήσει τα ογδόντα (Migne, PG 43, 121 και 124).
     Αλλά πώς ακριβώς εξελέγη ο Ιωσήφ ως Μνήστορας της Υπεραγίας Θεοτόκου; Ο αρχιερέας (Ζαχαρίας), αφού φόρεσε τον μακρύ μέχρι το έδαφος χιτώνα του, που είχε δώδεκα κουδουνάκια, μπήκε στα Άγια των Αγίων και προσευχήθηκε για (την Κυρία Θεοτόκο). Τότε παρουσιάστηκε άγγελος Κυρίου και του είπε: «Ζαχαρία, Ζαχαρία, βγες έξω και κάλεσε σε συνάθροιση τους χήρους του λαού. Ας φέρει ο καθένας από ένα ραβδί και σε όποιου το ραβδί θα φανερώσει ο Κύριος κάποιο σημάδι, αυτού θα γίνει γυναίκα του (η Παρθένος)». Βγήκαν οι κήρυκες σ’ όλα τα περίχωρα της Ιουδαίας και ακούστηκε η σάλπιγγα του Κυρίου και έτρεξαν όλοι οι ενδιαφερόμενοι.
     Ο Ιωσήφ άφησε το σκεπάρνι του και βγήκε για να συναντήσει τους άλλους χήρους και αφού συγκεντρώθηκαν πήγαν στον αρχιερέα, αφού πήραν ένα ραβδί ο καθένας. Ο αρχιερέας πήρε όλα τα ραβδιά, μπήκε στο ιερό και προσευχήθηκε. Αφού τελείωσε την προσευχή του, πήρε τα ραβδιά και βγήκε έξω και τα μοίρασε στους κατόχους τους, χωρίς να φανεί κάποιο σημάδι στα ραβδιά. Το τελευταίο ραβδί το πήρε ο Ιωσήφ και εκείνη τη στιγμή πετάχτηκε ένα περιστέρι από το ραβδί του, το οποίο πέταξε γύρω από το κεφάλι του Ιωσήφ. Τότε είπε ο ιερέας στον Ιωσήφ: «Εσύ κληρώθηκες να πάρεις την Παρθένο του Κυρίου και να την φυλάξεις στο σπίτι σου».


     Το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου μάς ομιλεί για κάποιο δισταγμό εκ μέρους του Ιωσήφ (κεφ. 9, 3): «Και διαφώνησε ο Ιωσήφ λέγοντας προς τους ιερείς: “Έχω γιους και είμαι και γέρος και αυτή (η Παναγία) είναι κοριτσάκι· μήπως γίνω περίγελος στη χώρα του Ισραήλ!”». Τελικά, όμως, φοβάται μάλλον παρά πείθεται στα λόγια των ιερέων –πάντα κατά το Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου– και παραλαμβάνει την Παρθένο «εἰς τήρησιν ἑαυτῷ», δηλ. όπως θα έλεγε ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, «ἵνα ἐκεῖνος ὑπάρχῃ φύλαξ καὶ μάρτυς τῆς παρθενίας αὐτῆς, καὶ ἵνα ὑπηρετήσῃ καὶ εἰς τὸν ἄσπορον τόκον της, καὶ εἰς τὴν φυγήν της εἰς Αἴγυπτον, καὶ εἰς τὴν ἀπ’ ἐκείνης ἐπάνοδον εἰς γῆν Ἰσραήλ».


     Ο άγιος Ιωσήφ είναι υπηρέτης και διάκονος πιστός στο κοσμοσωτήριο σχέδιο και μυστήριο της οικονομίας του Θεού. Οι πρώτοι φόβοι και επιφυλάξεις του –τόσο ειλικρινείς και τόσο ανθρώπινοι άλλωστε– γίνονται σιγά-σιγά υποταγή και σεβασμός στο τελεσιουργούμενο μέγα Μυστήριο της θείας οικονομίας. Πληροφορείται πως την αγία Παρθένο «οὐκ ἔλαβεν εἰς χρῆσιν, ἀλλὰ μᾶλλον ᾠκονομήθη αὐτῷ εἰς τὸ φυλάττειν»· και αυτό δεν είναι γνώμη ενός ή δύο ερμηνευτών, αλλά καθολική διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που συνεχίζει τη γνώμη και παράδοση των συγχρόνων προς τα ιστορικά αυτά γεγονότα αυτήκοων και αυτόπτων μαρτύρων. 


     Πολλοί μάλιστα Πατέρες, με το πολεμικό ή απολογητικό πνεύμα της εποχής τους ο καθένας, προσπαθούσαν να στηρίξουν και με διάφορα επιχειρήματα τη θέση τους αυτή. Ας δούμε λίγα μόνο απ’ αυτά τα παραδείγματα, που συνήθως στηρίζονται στην εγνωσμένη αρετή της Παρθένου, στη σωφροσύνη του δικαίου Ιωσήφ, ή και στο τι θα μπορούσε να είχε συμβεί αν δεν ήταν τα πράγματα όπως μας τα διασώζει η Παράδοση της Εκκλησίας. Γράφει ο Ευσέβιος Καισαρείας: «Καὶ τοῦτό γε παραχρησίμως εἰς τὸ ὅτι μὴ ἐκ προδήλου ἀνδρὸς ἐκυοφορήθη, θᾶττον δ’ ἂν καὶ ἀνῄρητο κατὰ τὸν νόμον· ἢ μὴ τοῦτο, αἰσχρᾶς δ’ ἂν οὐκ ἠλευθέρωτο ὕβρεως» (Migne PG 22, 881). 



     «Θεόθεν γίνεται συμβουλή», γράφει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, «δοῦναι μὲν αὐτὴν ἀνδρὶ μνηστείας ὀνόματι· τοῦτον δὲ τοιοῦτον εἶναι, οἷον πρὸς φυλακὴν τῆς παρθενίας αὐτῆς ἐπιτηδείως ἔχειν· εὑρέθη τοίνυν ὁ Ἰωσήφ, οἷον ἐπεζήτει ὁ Λόγος, ἐκ τῆς αὐτῆς φυλῆς καὶ πατριᾶς τῇ Παρθένῳ, καὶ μνηστεύεται κατὰ συμβουλὴν τῶν ἱερέων αὐτῶν τὴν παίδα. Ἡ δὲ συνάφεια μέχρι τῆς μνηστείας ἦν» (Migne PG 46, 1140). Ο ιερός Χρυσόστομος βάζει τον Άγγελο να μιλά μ’ αυτά τα λόγια στο δίκαιο Ιωσήφ: «Ἤν σοι παραδίδωσιν ὁ Θεός, οὐχ οἱ γονεῖς· παραδίδωσι δὲ οὐκ εἰς γάμον, ἀλλ’ εἰς τὸ συνοικεῖν· καὶ παραδίδωσι διὰ τῆς φωνῆς τῆς ἐμῆς» (Migne PG 57, 46). Ο Μέγας Αθανάσιος βλέπει στο σχέδιο της μνηστείας ένα σκοπό να κρυφτεί το γεγονός από το διάβολο, «πρὸς τὸ λαθεῖν τὸν διάβολον τὸ κατασκευαζόμενον» (Migne PG 28, 953).


     Στην ιερή υμνογραφία ο άγιος Ιωσήφ, όπως και στην εικονογραφία, στέκεται παράμερα, για να μην εμποδίζει να φαίνονται καθαρότερα ο Χριστός και η Παναγία. Ωστόσο, στην ακολουθία της Κυριακής «μετὰ τὴν Χριστοῦ Γέννησιν», και συγκεκριμένα στον κανόνα που του αφιέρωσε ο συνώνυμός του άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος, έχουμε σημαντικούς ύμνους προς το ιερό πρόσωπό του. Εκεί ο άγιος Ιωσήφ ονομάζεται «ἰσότιμος πάντων Ἀγγέλων, Προφητῶν, Μαρτύρων καὶ τῶν σοφῶν Ἀποστόλων συνόμιλος» (Ωδή θ΄, α΄ τροπ.) και «ἱερὸς ὑπουργὸς τῶν ὑπὲρ λόγον» (Ωδή ζ΄, γ΄ τροπ.). Ήταν όσιος και δίκαιος, γι’ αυτό αξιώθηκε να γίνει υπουργός (=υπηρέτης) των υπέρ λόγον φρικτών μυστηρίων. Ο υμνογράφος Ιωσήφ, που αγαπά τα χαριτωμένα λογοπαίγνια, υμνεί τον Ιωσήφ τον δίκαιο και με τον τρόπο τούτο:
     «Δίκαιος ὑπάρχων, δικαίαις ὁδοῖς,
     τοῦ δικαίου Δεσπότου πεπόρευσαι,
     τοῦ κρίναντος δικαίως σε τοιούτῳ φοβερῷ,
     παμμάκαρ, μυστηρίῳ πιστῶς καθυπουργῆσαι
     τῆς ἀρρήτου λοχείας,
     δι’ ἧς βροτοὶ ἐδικαιώθημεν» 
     (βλ. Ωδή ε΄, γ΄ τροπ.).


     Υπογραμμίζει την πραότητα του Ιωσήφ, που, «πραότητι λάμπων, ἐν γῇ τῇ τῶν πραέων ἐσκήνωσε, Χριστοῦ τοῦ Πράου ῥήματι πατὴρ ὀνομασθείς» (Ωδή ε΄, α΄ τροπ.). Το ότι ήταν «δίκαιος κατὰ πάντα καὶ ἀληθής», έπαιξε σπουδαίο ρόλο στο να γίνει «ῥημάτων θείων ὑπήκοος» και «πραγμάτων παραδόξων διάκονος» (β΄ τροπ. α΄ ωδής), και να «κληρωθῇ ράβδῳ τὴν μνηστείαν τὴν σεπτήν» (Θεοτοκίον ζ΄ ωδής· βλ. Αριθμ. ιζ΄ 8-10· πρβλ. Εβρ. θ΄ 4). Αυτός ο κλήρος να μνηστευθεί την Παρθένο, την οποία και μετά την «ἀπόρρητον γέννησιν» πάλι θα φυλάξει παρθένο, έχει μια μοναδικότητα και μια αποκλειστικότητα για τον άγιο υμνογράφο μας:
     «Μόνῳ Γαβριὴλ ἐν οὐρανῷ
     καὶ μόνῳ σοι ἀοίδιμε,
     μετὰ τὴν μόνην ἀπειρόγαμον,
     τὸ μόνον ὑπερβολῇ φοβερὸν μυστήριον,
     μάκαρ Ἰωσὴφ ἐνεπιστεύθη,
     τὸν μόνον φθοροποιὸν
     ἄρχοντα τοῦ κόσμου τροπούμενον»
     (βλ. α΄ ωδή, γ΄ τροπ.).


     Η μοναδικότητα αυτή, συνεχίζεται με το ν’ αξιωθεί να δει τον Χριστό «μορφῇ τῇ καθ’ ἡμᾶς νηπιάσαντα» και να «ονομαστεί» πατέρας Του (βλ. α΄ ωδή, γ΄ τροπ.), καθώς και με το να σταθεί πρώτος αυτός, ύστερα από την Παναγία, τόσο κοντά στις πρώτες χαρές και στις λύπες και τους κινδύνους του Χριστού. Γι’ αυτό και από όλους τους γύρους του «γνωρίζεται» σαν πατέρας του Χριστού, που στέκεται δίπλα στο Νήπιο «διακονούμενος ὥσπερ Ἄγγελος» (σημ.: έχουμε εδώ μια σπάνια χρήση του μέσου τύπου του διακονοῦμαι–διακονούμενος με σημασία ενεργητική). Και καθώς ο άγιος Ιωσήφ εισδέχεται ή καταυγάζεται από τις άϋλες ακτίνες του Φωτοδότου, αναδεικνύεται «φωτοειδέστατος καὶ ψυχῇ καὶ καρδίᾳ» (β΄ τροπ. στ΄ ωδής). Ακόμη ο άγιος Ιωσήφ «κομίζεται φῶς νοητὸν» γιατί «πανευλαβῶς περιπτύσσεται ὡς βρέφος καὶ ἀσπάζεται» τον Ίδιο τον Θεό (β΄ τροπ. η΄ ωδής), ενώ βλέπει τις σκιές του νόμου να διαλύονται μπρος στη «φωτοχυσία τῆς χάριτος» (Θεοτοκίο η΄ ωδής) του Ηλίου της Δικαιοσύνης.


     Προχωρώντας, μάλιστα, ο υμνογράφος στην περιγραφή των αρετών του δικαίου Ιωσήφ, δεν παραλείπει να δει και τις τόσο ζεστές και ανθρώπινες πλευρές που ζει ο άγιος, αγκαλιάζοντας και χαϊδεύοντας το θείο Βρέφος· αυτή η επαφή και ψηλάφηση του Νηπίου καθαγιάζει τα γεροντικά χέρια αλλά και όλο το σώμα του φτωχού και πράου μαραγκού: αγγίζει με τα χέρια του Εκείνον που τρέμουνε οι τάξεις των Αγγέλων! (β΄ τροπ. γ΄ ωδής). Και έτσι «καθαρὸς τὴν ψυχὴν» που όντως ήταν (α΄ τροπ. στ΄ ωδής), με τη θεία αυτή επαφή, όχι μόνο καθαγιάστηκε «ψυχῇ καὶ σώματι», αλλά στον ουρανό που ανέβηκε με το άγιο τέλος του, στέκεται με παρρησία μπροστά στον Χριστό και Τον ικετεύει και για τον δικό μας αγιασμό (γ΄ τροπ. στ΄ ωδής).


     Αν ακολουθήσουμε τα κείμενα των ιερών Ευαγγελιστών, μετά την επιστροφή από την Αίγυπτο (Ματθ. β΄ 19-23), χάνονται τα ίχνη του αγίου Ιωσήφ. Από τον άγιο Επιφάνιο μαθαίνουμε (Κατά Αιρέσεων 78, 8-9), πως η φυγή στην Αίγυπτο έγινε δύο χρόνια μετά τη Γέννηση του Χριστού· έμειναν εκεί δύο με τρία χρόνια, και ύστερα γύρισαν στη Γαλιλαία, «εἰς πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ» (Ματθ. β΄ 23). Από την ίδια πηγή πληροφορούμαστε, πως οκτώ έτη μετά την επιστροφή από την Αίγυπτο, εκοιμήθη τον ύπνο του δικαίου και πήγε στην άνω Ιερουσαλήμ, υπέργηρος πια, ο άγιος Ιωσήφ.



     Η Ορθόδοξη Εκκλησία, από αρκετά νωρίς, όπως φαίνεται, μαζί με τη γιορτή των Χριστουγέννων, άρχισε να γιορτάζει τη μνήμη του αγίου Ιωσήφ, και μάλιστα δύο φορές: α) την Κυριακή «πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως», όπου σημειώνεται: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Κυριακὴ πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως, μνήμειν ἄγειν ἐτάχθημεν παρὰ τῶν ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν, πάντων τῶν ἀπ’ αἰώνος Θεῷ εὐαρεστησάντων, ἀπὸ Ἀδὰμ ἕως Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, κατὰ γενεαλογίαν, καθὼς ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἱστορικῶς ἠριθμήσατο», και β΄) την Κυριακή «μετὰ τὴν Χριστοῦ Γέννησιν», όπου ψάλλεται προς τιμήν του και ο εξαίσιος κανών του συνωνύμου του αγίου Ιωσήφ του υμνογράφου, σε πρώτο ήχο, προς το «Χριστὸς γεννᾶται» και φέρει ακροστιχίδα: «Χριστοῦ σε μέλπω δεξιὸν παραστάτην. Ἰωσήφ».
     «Δεξιὸς παραστάτης» και δεινότατος πρέσβυς, αιωνίως δίπλα στον Ενανθρωπίσαντα και νηπιάσαντα Χριστό, έχοντας τη μεγάλη και μοναδική παρρησία χάριτος σαν πατέρας, θεράπων και προστάτης Του επάνω στη γη, ικετεύοντας ακατάπαυστα για όλους εμάς, ώστε να βρούμε έλεος, αναψυχή και σωτηρία…

ΠΑΝΤΕΛΗΣ Β. ΠΑΣΧΟΣ

από ιστολόγιο ΤΟ ΕΙΛΗΤΑΡΙΟ