ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Σάββατο, Μαρτίου 07, 2009

Κυριακή της Ορθοδοξίας



Οι Προφήται ως είδον, οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν, η Οικουμένη ως συμπεφώνηκεν, η χάρις ως έλαμψεν, η αλήθεια ως αποδέδεικται, τό ψεύδος ως απελήλαται, η σοφία ως επαρρησιάσατο, ο Χριστός ως εβράβευσεν, ούτω φρονούμεν, ούτω λαλούμεν, ούτω κηρύσσομεν Χριστόν τόν αληθινόν Θεόν ημών, καί τούς Αυτού Αγίους εν λόγοις τιμώντες, εν συγγραφαίς, εν νοήμασιν, εν θυσίαις, εν Ναοίς, εν Εικονίσμασι, τόν μέν ως Θεόν καί Δεσπότην προσκυνούντες καί σέβοντες, τούς δέ διό τόν κοινόν Δεσπότην ως Αυτού γνησίους θεράποντας τιμώντες καί τήν κατά σχέσιν προσκύνησιν απονέμονες. Αύτη η πίστις τών Αποστόλων, αύτη η πίστις τών Πατέρων, αύτη η πίστις τών Ορθοδόξων, αύτη η πίστις τήν Οικουμένην εστήριξεν.

Του κυρ Φωτίου Κόντογλου

Εάν ο άνθρωπος απελπισθεί από κάθε άλλη βοήθεια και δέσει σφιχτά την ελπίδα του στον Θεό μοναχά, και ταπεινωθεί και δεν λογαριάζει για τίποτα τον εαυτό του, τότε θα νοιώσει να τον σκεπάζει η θεϊκή ευσπλαχνία και να του δίνει κάποια δύναμη ώστε να μην υπάρχει τίποτα πια για να τον φοβερίζει, κι’ ούτε καμμιά ανάγκη για να τον κάνει να τη συλλογισθεί. Όλα του φαίνονται σαν να μην υπάρχουνε, κι’ αυτός ελαφρός σαν πνοή γεμάτη δύναμη, χαρά, ελπίδα και αγάπη (γιατί η αληθινή αγάπη βγαίνει από την πίστη κι’ από την ελπίδα), πετά υψηλά, γλυτωμένος από το βάρος της σαρκός κι’ από τις μάταιες φροντίδες τις σαρκικής διάνοιας, ήγουν τη φιλοδοξία, τον μωρό ζήλο να ερευνήσει το μυστήριο του κόσμου, κι’ όλες τις άλλες μικρολογίες με τις οποίες είναι δεμένη η ζωή μας. Αυτή είναι μια κατάσταση αλλόκοτη κι’ απίστευτη, είναι η είσοδος εις την βασιλείαν του Θεού, που λέγει ο Κύριος, και που δεν λέγεται με λόγια, γιατί, δεν είναι ένας σαρκικός ενθουσιασμός της διάνοιας, αλλά μια λύτρωση που γίνεται με τη χάρη του αγίου Πνεύματος, γι’ αυτό και δεν υπάρχουνε και λόγια σε τούτον τον κόσμο με τα οποία να ειπωθεί. Γι’ αυτό ο Κύριος, λέγοντας «βασιλεία του Θεού» ή «βασιλεία των ουρανών», δεν εξήγησε ποτέ τί είναι αυτή η «βασιλεία», αλλά μας δίδαξε μοναχά με τί τρόπο θα την αξιωθούμε.
Για να γεννηθεί ο άνθρωπος ο πνευματικός και για να βγει στο φως από το σκοτάδι, είναι ανάγκη να βασανισθεί, όπως γίνεται με τη γέννα του σαρκικού ανθρώπου. Γι’ αυτό λέγει ο Χριστός: «Στενή και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν». Και στις Πράξεις των Αποστόλων διαβάζει κανένας πως ο Παύλος και ο Βαρνάβας επήγαν στο Ικόνιον και στην Αντιόχεια «επιστηρίζοντες τας ψυχάς των μαθητών, παρακαλούντες εμμένειν τη πίστει και ότι δια πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού». Το πνευματικό νήπιο πρέπει να κλάψει σαν το σαρκικό, για να βρει γάλα για να θραφεί. Ο άνθρωπος που δεν ελπίζει σε καμμιά βοήθεια εκτός από τον Θεό, και σε καμμιά ζωή εκτός από αυτόν, και σε καμμιά άλλη χαρά εκτός από αυτόν, και σε καμμιά δικαιοσύνη εκτός από αυτόν, και κρεμιέται με δάκρυα μονάχα σ’ Εκείνον, έχοντας «μονογενή ελπίδα», αυτός βρίσκει έλεος και αναπαύεται από «τα της ματαιότητος και πολυμόχθου σαρκός». Γι’ αυτόν «η αγάπη η εν Χριστώ ισχυροτέρα εστί της ενταύθα ζωής», κατά τον άγιο Ισαάκ. Και δεν θέλει να χωρισθεί από τον Θεό, και προτιμά τον θάνατο από τούτον τον χωρισμό, γιατί νοιώθει καλά πως σωστά λέγει ο άγιος Κύριλλος ότι «θάνατος αληθής είναι ο χωρισμός της ψυχής από τον Θεόν και όχι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα».
Σ’ αυτή τη μακάρια κατάσταση βρίσκονται οι άγιοι, όχι λίγες ώρες της ζωής τους, αλλά παντοτεινά. Και για τούτο νοιώθουνε πως από τούτον τον κόσμο απογευθήκανε σαν ένα αρραβώνα τη μακαριότητα της αιωνίου ζωής. Και αγαπούνε κάθε άνθρωπο και κάθε πλάσμα, επειδή η τέλεια αγάπη προέρχεται από τη χαρά της πίστεως κι’ από τη βεβαιότητα κι’ από τη στερεή ελπίδα που έχουνε μέσα στην ψυχή τους. Οι άλλοι άνθρωποι, οι αμαρτωλοί, μπορεί να ελεηθούνε και να αξιωθούνε για λίγο αυτή την απελευθέρωση από τη δουλεία της φθοράς, ν’ απογευθούνε λίγο από τον ουράνιον άρτον. Μα ύστερα πάλι, σαν αδύνατοι άνθρωποι που είναι, από αμέλεια ξαναπέφτουνε στις μέριμνες του βίου, και χάνουνε εκείνη την ευωδία του μυστικού κόσμου στον οποίον ζήσανε εκείνον τον σύντομον καιρό. Και ποθούνε θερμά να ξαναμπούνε πάλι στην ουράνια εκείνη πολιτεία, και την αναθυμιούνται με δάκρυα, κι’ ολοένα ελπίζουνε να την ξαναδούνε. Κι’ απορούνε πώς την χάσανε και πώς καταντήσανε πάλι δούλοι της σαρκός, και θρηνούνε σαν τους πρωτόπλαστους που καθήσανε έξω από τον Παράδεισο, μη μπορώντας να ξαναμπούνε μέσα.
Ξέρω πως πολλοί, διαβάζοντας αυτά που γράφω, θα πούνε πως η ζωή μας σήμερα δεν σηκώνει τέτοια καλογερίστικα πράγματα. Μα δεν έχουνε δίκιο. Οι σημερινοί άνθρωποι, όπως έγραψα κι’ άλλη φορά, δεν είναι όλοι ευχαριστημένοι από τη ζωή που ζούνε, ας έχουνε κάθε λογής υλικές αναπαύσεις και ασχολίες. Ίσια-ίσια σήμερα η ανθρώπινη ψυχή βρίσκεται σε παραζάλη και σε αγωνία, γιατί είδε καλά πως, ενώ ήλπιζε να πιάσει την ευτυχία με την επιστήμη και με την υλική και διανοητική δραστηριότητα, δεν επέτυχε αυτό που ήλπιζε.
Υπάρχουνε λοιπόν πολλοί άνθρωποι που διψάνε για αληθινή τροφή της ψυχής, και γι’ αυτούς γράφω. Κ’ εκτός από την Ελλάδα, μια τέτοια δίψα κατατρώγει εκατομμύρια κόσμο, κατά τα λόγια του Προφήτη που λέγει: «Να, έρχονται ημέρες, λέγει Κύριος, και θα στείλω επάνω στη γη όχι πείνα για ψωμί, ούτε δίψα για νερό, αλλά πείνα του ν’ ακούσετε λόγον Κυρίου»...
Η Ορθοδοξία είναι η πηγή απ’ όπου τρέχουνε να ξεδιψάσουνε άνθρωποι που δεν ευρήκανε την αλήθεια ούτε στον Καθολικισμό, ούτε στον Προτεσταντισμό, ούτε σε καμμιά άλλη από τις μυριάδες αιρέσεις που υπάρχουνε σήμερα. Έτσι αποδείχνεται πως η Ορθοδοξία είναι η πρώτη κι’ ανάλλακτη Εκκλησία, που δεν παραμορφώθηκε από κοσμικούς νεωτερισμούς, η κιβωτός που κλείνει μέσα της την αληθινή αποκάλυψη της χριστιανικής αλήθειας. Κ’ η αυστηρή παράδοσή της είναι το μέσον που διατηρήθηκε αυτή η αλήθεια, όχι σαν αφηρημένη έννοια, αλλά σαν ζωντανή πραγματικότητα. Στον πρόλογο της «Φιλοκαλίας», που τυπώθηκε στα Εγγλέζικα ο Ρώσσος Νίκων γράφει ανάμεσα στα άλλα: «Οι βάσεις της Ορθοδοξίας είναι η Αγία Γραφή και οι Παραδόσεις, άλλες προφορικές κι’ άλλες γραμμένες στα έργα των Πατέρων». Αλλού γράφει: «Επειδή στις ημέρες μας δεν έχουμε πνευματικούς οδηγούς, γίνεται απαραίτητη η συνεχής μελέτη των ιερών αυτών έργων, ώστε ν’ ακολουθήσει κανένας ακίνδυνα αυτόν τον θαυμάσιον δρόμο που ανοίγει η τέχνη των τεχνών, η επιστήμη των επιστημών της πνευματικής τελειοποιήσεως. Για να επιτύχουμε σε τούτο, είναι ανάγκη να έχουμε γνήσια ταπείνωση, ειλικρίνεια, εγκαρτέρηση και αγνότητα».
Και όμως, εμείς οι Έλληνες, που έχουμε αυτόν τον θησαυρό της Ορθοδοξίας, θέλουμε να θραφούμε θρησκευτικά με λογής-λογής ξένα άχερα. Ο πατήρ Νίκων, σε κάποιον δικό μας που πήγε στ’ Άγιον Όρος, είπε: «Πρέπει να θεωρείς τον εαυτό σου πολύ ευτυχισμένον που είσαι ορθόδοξος. Γιατί πολυτιμότερο πράγμα από την Ορθοδοξία δεν υπάρχει στον κόσμο».

2 σχόλια:

Vater Panajiotis είπε...

Την ευχή σου.

Ταπεινά, καταθέτω την άποψή μου:

-Ο λόγος του Φ.Κόντογλου, ενώ ξεκινάει με ωραία μηνύματα και είναι μεστός νοημάτων καταλήγει μια απλή και τραγικά ανεπίκαιρη συνθηματολογία διότι:

α.Οι Έλληνες δεν "έχουν" τον "θησαυρό" της Ορθοδοξίας. Αυτή η βεβαιότητα της "πνευματικής ιδιοκτησίας" είναι ο πρώτος εχθρός της πίστης μας. Ο θησαυρός της Ορθοδοξίας (πρέπει να)είναι ζητούμενο και όχι κατεχόμενο. Ο χριστιανός βρίσκεται(όπως έγραψε ο αγ. Σεραπίωνας) πάντοτε σε ταξείδι, όπως ο παλαιός Ισραήλ, πάντοτε σκηνίτης. Δεν κατέχει τίποτε πέρα της πίστης του και της συνεχούς αγωνιώδους πορείας προς Αυτόν.

β.Δεν νομίζω πως χιλιάδες δυτικών προσέρχονται (ή προσέρχονταν κάποτε) στην Ορθοδοξία επειδή "τυφλώθηκαν" από το φως της. Προσέρχονται κάποιες φοβερές εξαιρέσεις του κανόνα (Κάλλιστος Ware), κάποιοι που όσο και αν προσπάθησαν δεν μπόρεσαν να αποτινάξουν τον προτεσταντικό υπόστρωμά τους (Σ.Ρόουζ) και ένα μικρό πλήθος απλών ανθρώπων που δεν θέλει να πληρώνει Kirchensteuer (εκκλησιαστικό φόρο). Ο Κόντογλου δεν ξέρω ποια παραδείγματα "μαζικής ορθοδοξοποίησης" είχε κατά νου. Νομίζω πως Ορθόδοξος συνήθως γεννιέσαι, δεν γίνεσαι εύκολα. Φυσικά και η ταπεινότητά μου δεν είναι απόλυτη. Προκύπτουν παραπέρα τα εύλογα ερωτήματα:Και γιατί να αποκλείονται κάποιοι οι οποίοι θέλουν να βιώσουν την Ορθοδοξία χωρίς να έχουν γεννηθεί σε αυτήν;Σωστό. Και ποιος μας λέει πως όσοι γεννήθηκαν στην Ορθοδοξία έχουν τα βιώματά της; Γιατί κάποιος που θέλει να πλησιάσει πρέπει να γίνει πρώτα Τρεμπέλας και Παϊσιος; Σωστά. Αλλά αυτά τα ερωτήματα είναι λίγο εκτός θέματος. Την ευχή.

π Παντελεήμων Kρούσκος είπε...

Πάτερ καλησπέρα και χρόνια πολλά, την ευχή.

Το θέμα δεν είναι αν οι Έλληνες είναι ή δεν είναι οι αποκλειστικοί "θησαυροφύλακες" της ορθοδοξίας. Αυτό όπως ορθά σημειώνεις είναι κάτι που είναι αεί ζητούμενο. Είναι και αεί πληρούμενο γιατί είναι ζωντανό και θεϊκό και όχι μουσειακό και ανθρώπινο. Το θέμα είναι αν υπάρχει ή όχι η συνειδητοποίηση από μέρους μας, ότι ο ορθόδοξος λόγος από ευαγγελίου έως φιλοκαλίας αποτελεί
όχι μόνο εκκλησιαστική αλλά και ιστορική μας παράδοση ή αν θα πρέπει να το απορρίψουμε σαν κάτι το ξένο προς εμάς. Είναι ένα δέντρο που μεγάλωσε και ποτίστηκε στην αυλή μας για να τραφούν όλοι. Δεν έχουμε την αποκλειστικότητα του περιουσίου, αλλά δεν έχουμε και το δικαίωμα να το θεωρούμε κάτι το ασήμαντο που τυχαία συνυπάρχει με την δική μας εξέλιξη ως γένους. Είναι επίσης φανερό πώς πολλοί σήμερα θεωρούν την εκκλησιαστική παράδοση ξένη με την κουλτούρα μας. Πάτερ, πιστεύω πως εδώ ο Κόντογλου λαμβάνει ως αρχή πως καρδιά του Γένους είναι η ορθοδοξία και όχι το Γένος της ορθοδοξίας και πώς καλό είναι να ωφεληθούμε απ'αυτό και να μην ψάχνουμε αλλού την ταυτότητα μας.

Τώρα σχετικά με την αναφορά του, για την μαζική ορθοδοξοποίηση δυτικών, ίσως είναι και φαίνεται έκφραση ενθουσιασμού. Μάλλον στο φιλότιμο θέλει να μας πιάσει και αν το δούμε αλλιώς είναι έλληνας και σκέφτεται ως έλληνας και απευθύνεται σε έλληνες. Ζει σε ένα περιβάλλον που ρέπει προς τον πνευματικό γενιτσαρισμό και αγωνιά.

Φυσικά όποιος γεννήθηκε ορθόδοξος δεν είναι απαραίτητα ορθόδοξος και στο βίωμα. Όποιος όμως γνωρίσει την ορθοδοξία βιωματικά δύσκολα αποκόπτεται απ'αυτήν.