ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Κυριακή, Απριλίου 30, 2017

Λόγος στο Β΄Εωθινό Ευαγγέλιο


Το σημερινό ευαγγέλιο είναι το β΄εωθινό και  είναι από τον ευαγγελιστή Μάρκο και αναφέρεται στην επίσκεψη τριων μυροφόρων στο μνήμα για να μυρώσουν τον Ιησού, ανατείλαντος του ηλίου. Από την παράδοση παραλάβαμε πώς οι επισκέψεις των Μυροφόρων στο μνημείο, το πρωΐ της Κυριακής,ήταν περισσότερες από μία και αυτή στην οποία αναφερόμαστε, είναι η τρίτη και τελευταία. Άλλοι δε ομιλούν για μία επίσκεψη των μυροφόρων και για διαφορετικές παραδόσεις πού αξιοποιεί ο καθείς των ευαγγελιστών. Εμείς στα κηρύγματα μας θα δεχτούμε πώς οι επισκέψεις ήταν πολλές και διαφορετικές.Αυτή λοιπόν , ήταν η τρίτη και πρωϊνή επίσκεψη και οι μυροφόρες ήταν η Μαγδαληνή Μαρία, η Σαλώμη, μητέρα των αποστόλων Ιωάννου και Ιακώβου και συγγενής του Χριστού  και η Μαρία του Ιακώβου, μάλλον συγγενής της Θεοτόκου ή ακόμα και αυτή η Θεοτόκος, η οποία ανέθρεψε τους αδελφούς του μνήστορος Ιωσήφ με πρώτον τον Αδελφόθεο Ιάκωβο.Αναφέρεται δεν τελευταία από τις μυροφόρους, ίνα ώστε μη πιστευθεί πώς η Ανάσταση ήταν επινόηση της μητέρας του Ιησού και σπαρεί  η αμφιβολία στους ευαγγελιζομένους.

Αυτές λοιπόν οι μυροφόρες μετά την πρόχειρη και βιαστική Ταφή του Χριστού, ησύχασαν και κατά τον νόμο έμειναν αργές όλο το σάββατο, από την Παρασκευή το βράδυ, έως και την εσπέρα του Σαββάτου, κατά την οποία έληγε η αργία του πάσχα των εβραίων και το σάββατο. Και βράδυ του Σαββάτου πήγαν και αγόρασαν αρώματα για να περιποιηθούν το νεκρό σώμα του διδασκάλου τους. Μακαρίζονται από τους υμνωδούς οι γυναίκες αυτές πού αγάπησαν πολύ και δεν λογάριασαν τον φόβο των ιουδαίων και της φρουράς, αλλά έκαναν αυτό πού η αγάπη τους υπαγόρευε και θεωρούσε σωστό. Η αγάπη προς τον Χριστό, νίκησε τον φόβο των ανθρώπων.Όταν ξημέρωσε η πρώτη μέρα της εβδομάδας, η καθ ημάς Κυριακή επισκέφτηκαν το μνημείο για να μυρίσουν το σώμα. Διότι τριήμερος ο Χριστός έπρεπε να ευρίσκεται στον άδη για να κηρύξει εκεί την λύτρωση στους δεσμίους του θανάτου και πρίν την Κυριακή, πού είναι η ημέρα η μία και κλητή και βασιλική, δεν επιθυμούσε να αναστηθεί από τους νεκρούς. Ο Μάρκος μας λέγει πώς οι μυροφόρες πήγαν στο μνήμα ανατείλαντος του ηλίου. Αυτό έχει διττή σημασία. Μπορεί να αναφέρεται στην ανατολή του φυσικού ηλίου και να προσδιορίζει τον χρόνο επίσκεψης τους ή εχει πνευματικό νόημα και να αναφέρεται στην Ανατολή του νοητού Ηλίου Χριστού από το σκοτάδι του τάφου και του θανάτου. Άρα όταν οι Μυροφόρες επορεύοντο προς το μνήμα, ο Χριστός είχε ήδη αναστηθεί από τους νεκρούς, κατά το μεσονύκτιον μάλλον ή κατά τις πρώτες πρωϊνές ώρες, την λεγομένη στα συναξάρια αλεκτροφωνία.

Στην συνέχεια έχουμε την αγωνία των μυροφόρων για το ποιός θα κυλίσει τον μέγα λίθο από την είσοδο του τάφου, με τον οποίο εσφράγισαν το μνημείο. Βλέπουμε πώς  ο πόθος των μυροφόρων να επισκεφτούν τον νεκρό διδάσκαλο τους ήταν τόσο μεγάλος, πού δεν σκέφτηκαν από πριν ξεκινήσουν, αυτή τη λεπτομέρεια, παρά μόνο τώρα λίγο πριν φτάσουν στον τάφο. Οι υμνωδοί αναφέρονται στον μέγα λίθο της πωρώσεως και της αμαρτίας πού κρατά κλειστή και θαμμένη την ψυχή μας στο θάνατο των παθών και αιτούνται τον αναστημένο Χριστό, να άρει τον λίθο τον βαρύ από τις καρδιές μας. Βλέποντας όμως τον τάφο, καταλαβαίνουν πώς ο μέγας λίθος είχε σηκωθεί και ο τάφος ήταν ολάνοιχτος. Αυτό το σημείο σημαίνει πώς ο Χριστός ανέστη και δεν χρειάζεται πιά λίθος και σφραγίδες να φυλάττουν την πέτρα της ζωής. Και αυτές ατενίζουν έκπληκτες στην δεξιά πλευρά του μνημείου, όχι πιά το νεκρό σώμα, αλλά νεανίσκον , ενδεδυμένον στολήν λευκήν.Εισήλθαν στο μνημείο, όπως οι πιστοί πρέπει να εισέρχονται στα άγια των αγίων της καρδίας τους για να συναντήσουν τον Αναστάντα Χριστό. Και ο άγγελος ειναι νεανίσκος, νέος δηλαδή γιατί είναι κατά χάριν αθάνατος από τον Θεό και φορά λευκή στολή δια την δόξαν και χαρά της αναστάσεως , αλλά και επειδή είναι φως δεύτερον κατά τους Πατέρες, μετά το πρώτον Φως Θεόν. Οι γυναίκες εξεθαμβήθησαν, θαμπώθηκαν, ένιωσαν έκπληξη βαθιά και πρωτοφανή, γιατί συναντούν όχι άνθρωπο, αλλά ουράνιο πλάσμα, περιβεβλημένο την δόξα του Θεού.

Ο Άγγελος, πού κατά την παράδοση είναι ο Γαβριήλ, ο αρχάγγελος των ευαγγελισμών του Θεού, τις καθησυχάζει: Μη εκθαμβείσθε. Κατά την ιουδαϊκή νοοτροπία, όποιος βλέπει άγγελο και όραμα αγγέλου πεθαίνει. Ο άγγελος όμως φέρνει το μήνυμα της χαράς και της ανάστασης και έχει επέλθει ήδη συμφιλίωση, καταλλαγη και ειρήνη μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Ας μην νιώθουν λοιπόν έκθαμβες και φοβισμένες. Στην συνέχεια, σαν να διαβάζει τις επιθυμίες και τους φόβους τους, τις πληροφορεί πώς γνωρίζει πώς ζητούν τον Ιησούν τον εσταυρωμένον. Και τονίζει το εσταυρωμένος διότι διά του σταυρού η ζωή και διά του θανάτου η ανάσταση και επειδή η εικόνα του εσταυρωμένου πού κυριαρχεί και βασανίζει τις συνειδήσεις τους, πρέπει πλέον να αντικατασταθεί με την εικόνα του Αναστημένου, αλλά και επειδή η πραγματικότητα του θανάτου του Χριστού πάνω στον σταυρό, πιστοποιεί το θαύμα και το εξαίσιον και καταπληκτικό της ανάστασης Του από τους νεκρούς. Γιατί ήταν όντως νεκρός και ανέστη. Γιατί όντως πέθανε και ιδού ζει. Γι αυτό η Ανάσταση είναι θαύμα και λύτρωση και μοναδικό φαινόμενο. Γιατί ο Χριστός υπήρξε όντως νεκρός. Αν υπήρχε νεκροφάνεια ούτε ανάσταση θα υπήρχε. Τις πληροφορεί δε να πούνε στους μαθητές Του πώς προπορεύεται στην Γαλιλαία, όπου θα τους συναντήσει.Προπορεύεται από αυτούς, διότι μετά την ανάσταση δεν τον περιορίζει χρόνος και τόπος. Και όχι στην μιαιφόνο Ιερουσαλήμ, αλλά στην Γαλιλαία , στον οικείο δηλαδή και φιλικό τόπο θα τους αποκαλυφθεί. Και εμείς τον Χριστό δεν τον συναντάμε στην πόλη της αμαρτίας, αλλα΄στον φιλικό και οικείο χώρο της Εκκλησίας. Εκεί η συνάντηση του Αναστάντος με τους γνησίους μαθητές Του. Ξέχωρα ο άγγελος αναφέρεται στον Πέτρο, για να δηλωθεί πώς ο Χριστός δέχτηκε την μετάνοια του και τον αποκαθιστά στο αποστολικό αξίωμα.

Στην συνέχεια οι μυροφόρες βγαίνουν από το μνημείο και παρουσιάζονται κυριευμένες από τρόμο και έκσταση και εφοβούντο. Αυτός ο τρόμος και η έκσταση, λένε οι πατέρες της Εκκλησίας, δεν έχουν σχέση με τον παθολογικό φόβο πού υποβάλλουν τα οράματα και οι εκφοβισμοί των δαιμόνων, ούτε αναφέρονται στο φυσικό του φόβου πάθος. Γιατί οι μυροφόρες με την πράξη και την αγάπη τους ενίκησαν κάθε αίσθημα δειλίας. Είναι αυτό το υπερβατικό δέος και η ανεκλάλητη αίσθηση πού κυριεύει και πληροί τους ανθρώπους του Θεού , μετά από κάθε θεοφάνεια και αγγελοφάνεια και δεν περιγράφεται με λόγια συμβατικά ανθρώπων. Αυτή η χαρά και το δέος και η έκσταση φυλάττονται ως μαργαρίτες εν τη καρδία και δεν κοινοποιούνται στους αμαρτωλούς και αναξίους. Γι αυτό και οι μυροφόρες, δεν είπαν τίποτα σε κανένα για το όραμα και τον ευαγγελισμό τους. Αυτό το "ουδενί" αναφέρεται βέβαια στους φονείς του Χριστού ιουδαίους και στην πόλη της αμαρτίας και του θανάτου και όχι στους αποστόλους, τους οποίους γνωρίζουμε ότι πληροφορούν, επειδή είναι δεκτικοί του ευαγγελίου και άλλωστε τους υπαγόρευσε κάτι τέτοιο ο Κύριος, διά μέσω του αγγέλου Του. Οι μυροφόρες λοιπόν γίνονται προφήτες και ευαγγελιστές του Θεού, στο μεγαλύτερο και σπουδαιότερο μήνυμα Του προς τον Κόσμο: Ότι νικήθηκε και καταργήθηκε ο θάνατος, νικήθηκε ο τύρρανος διάβολος και ο άνθρωπος βρήκε την ζωή και το μέγα έλεος με την ανάσταση του Κυρίου Του. Αυτή η ανάσταση ας φωτίζει την εκκλησιαστική πνευματική μας ζωή, ως κέντρο πίστης και εκπομπής, πάσης ευλογίας. ΑΜΗΝ

έγραφα τη 13-6-2015

Δεν υπάρχουν σχόλια: