Μια άλλη ερμηνευτική δυσκολία είναι κι εκείνη της «μορφής» με την οποία παρουσιάσθηκε το Άγιο Πνεύμα. Και τα τέσσερα Ευαγγέλια μιλούν εδώ με τη «συμβολική» γλώσσα της βιβλικής προτύπωσης, αναφέροντας την «περιστεράν» και χρησιμοποιώντας τους ρηματικούς τύπους «καταβαίνον» (Ματθ. 3, 16, Μάρκ. 1,10· Ιωάν. 1,32) ή «καταβήναι» (Λουκ. 3,21). Και ο μεν Ματθαίος συμπληρώνει την περιγραφή με τη διατύπωση «και ερχόμενον επ’ αυτόν», ο δε Ιωάννης με το «και έμεινεν επ’ αυτόν». Όλες δε οι διατυπώσεις αυτές, ασφαλώς υπονοούν κάποια πραγματική «κάθοδο» ενός αντικειμενικού «φαινομένου».
Οι Ευαγγελιστές όλοι είναι σαφείς στο σημείο αυτό, ότι δηλαδή το Άγιο Πνεύμα κατέρχεται «άνωθεν» και υπό μορφήν περιστεράς. Οι φράσεις «ωσεί περιστεράν» (Ματθ. 3,16), ή «ως περιστεράν» (Μάρκ. 1,10· Λουκ. 3,22) φανερώνουν δύο πράγματα: πρώτο, ότι εδώ έχουμε πραγματικό και όχι φανταστικό γεγονός και δεύτερο, ότι η «περιστερά» ανήκει στη βιβλική «συμβολική» γλώσσα και όχι στον κόσμο των φαινομένων. Αυτό που «κατέρχεται» και «κάθεται» στην κεφαλή του Ιησού ομοιάζει με «περιστερά» («ωσεί περιστεράν») και δεν είναι μια πραγματική περιστερά του ζωικού κόσμου.
Αλλά, τί σημαίνει αυτή η συμβολική μορφή της «περιστεράς» και γιατί η φανέρωση του Πνεύματος περιγράφεται εδώ με τη μορφή αυτή; Αυτή η συμβολική και βιβλική «εικόνα» υποδήλωνε ταυτόχρονα και κάποια «σωματική» οντότητα; Τα ερωτήματα αυτά τίθενται εδώ εξαιτίας μιας επεξηγηματικής διατύπωσης που υπάρχει στην ευαγγελική διήγηση του Λουκά και που αναφέρει συγκεκριμένα την όντως περίεργη φράση: «και καταβήναι το Πνεύμα το Άγιον σωματικώ είδει ωσεί περιστεράν επ’ αυτόν» (Λουκ. 3,22). Πράγματι, με ποιά έννοια το Άγιο Πνεύμα κατέρχεται «σωματικώ είδει» και πώς μπορεί να κατανοηθεί η διατύπωση αυτή σήμερα από εμάς; Ενδιαφέρον παρουσιάζει να δούμε, πως αποδίδεται η φράση αυτή μεταφραστικά από τις διάφορες σύγχρονες μεταγλωττίσεις της Καινής Διαθήκης στη νεοελληνική και δημοτική γλώσσα.
Κατά χρονολογική σειρά έχουμε τις εξής βασικότερες νεοελληνικές μεταφράσεις, που αποδίδουν το σχετικό στίχο που μας ενδιαφέρει εδώ (Λουκ. 3,22) σχεδόν πανομοιότυπα: «και να καταβή επάνω του το Άγιο Πνεύμα, το οποίον ενεφανίσθη με σχήμα και είδος εξωτερικόν και σωματικόν, που ωμοίαζε προς περιστεράν, χωρίς όμως και να είναι πραγματική περιστερά» (Τρεμπέλας)· «και κατέβηκε το Πνεύμα το Άγιο με μορφήν εξωτερικήν και σωματικήν που έμοιαζε προς περιστεράν» (Κολιτσάρας)· «και κατέβηκε το Πνεύμα το Άγιον επάνω του υπό σωματικήν μορφήν σαν περιστερά» (Βέλλας)· «και κατέβηκε σ’ αυτόν το Άγιο Πνεύμα με ορατή μορφή, σαν περιστέρι» (των «έξι»).
Το συμπέρασμα που βγαίνει από όλες αυτές τις μεταφραστικές προσπάθειες είναι, ότι η διατύπωση «σωματικώ είδει» έχει ως σκοπό να τονίσει κυρίως την «ορατή» και πραγματική ιστορική παρουσία του Αγίου Πνεύματος και όχι την κάθοδο κάποιας «σωματικής» και πραγματικής περιστεράς. Έτσι αναιρείται συγχρόνως και κάθε μυθική έννοια, προερχόμενη από οποιαδήποτε «πνευματοκρατική» ερμηνεία, όπως θέλησαν να δουν τη φράση αυτή πολλοί φιλελεύθεροι σύγχρονοι δυτικοί ερμηνευτές.
Βέβαια, πολλοί αρχαίοι αλλά και νεώτεροι ερμηνευτές και υπομνηματιστές έχουν συσχετίσει τη «σωματική» αυτή εμφάνιση του Αγίου Πνεύματος με το αιώνιο «σύμβολο της ειρήνης» που είναι η περιστερά, για να τονίσουν ιδιαίτερα, για λόγους καθαρά πνευματικούς, την πραγματοποίηση της συμφιλίωσης στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού όλης της ανθρωπότητας και την αναίρεση της «έχθρας» που υπήρχε μεταξύ ανθρώπου και Θεού. Η περίοδος της απάρνησης του θελήματος του Θεού και της αποστασίας του ανθρώπου που κατέληξε στον κατακλυσμό του Νώε και την καταστροφή της ανθρωπότητας, έληξε με την εμφάνιση μιας περιστέρας. Και όπως η περιστερά τότε έφερε το καλό μήνυμα στον κόσμο της κιβωτού για τη σωτηρία (Γεν. 8,8-12), έτσι και τώρα μια άλλη «περιστερά» αναγγέλλει στον κόσμο των ανθρώπων τη σωτηρία και την έλευση στην ανθρωπότητα του λυτρωτή και σωτήρα Χριστού.
Η Εκκλησία, ως μια νέα κιβωτός, θα εκφράσει συγκεκριμένα στην ιστορία τη νέα συμφιλίωση ουρανού και γης, που άρχισε με τη σάρκωση του Λόγου και φανερώθηκε κατά τρόπο «ορατό» και «σωματικό» στο γεγονός της βάπτισης του Ιησού στα νερά του Ιορδάνη. Ο άγγελος στην έναρξη αυτής της ιστορίας και κατά τη στιγμή της γέννησης του Ιησού είχε αναγγείλει την κάθοδο «επί γης» της ειρήνης. Και τώρα η «περιστερά» έρχεται ως το «σύμβολο» της ειρήνης να επιβεβαιώσει την αλήθεια εκείνη και να αναγγείλει την έναρξη της νέας και εσχατολογικής εποχής του Αγίου Πνεύματος (βλ. Ιωήλ 2,28-32· Πράξ. 2,17-20). Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος είναι η μεγάλη εγγύηση για την εγκαθίδρυση της ειρήνης στον κόσμο, με μια έννοια καθαρά σωτηριολογική αλλά και εσχατολογική. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο κύριος φορέας αυτής της ειρήνης, με κέντρο αναφοράς την εσχατολογική πραγματικότητα της Βασιλείας του Θεού, που έρχεται με την παρουσία του να εγκαινιάσει στον παρόντα ιστορικό μας κόσμο.
Όλα αυτά είναι, ασφαλώς, τρόποι προσέγγισης και ερμηνείας ενός βιβλικού γεγονότος. Άλλους ικανοποιούν και άλλους ίσως όχι. Πιστεύουμε δε, ότι καμιά ερμηνεία δεν είναι δυνατό να γίνει αποδεκτή από όλους και σε όλες τις εποχές. Αυτό μόνο που μπορεί να τονίσει με βεβαιότητα κανείς εδώ είναι, ότι το «σύμβολο» της περιστεράς διεδραμάτισε ένα σημαντικό ρόλο στη βιβλική γλώσσα και σε όλες τις παραδόσεις της ιουδαϊκής γραμματείας. Υπενθυμίζουμε ιδιαίτερα την περίπτωση εκείνη, όταν η Παλαιά Διαθήκη θέλησε να παραστήσει το Πνεύμα του Θεού να «επιφέρεται επάνω του ύδατος» και να υποδηλώνει μ’ αυτό τον τρόπο τη γέννηση και τη δημιουργία του κόσμου (Γεν.1,2). Με αφορμή αυτή την εικόνα, ισχυρίζονται πολλοί, ότι κι εδώ έχουμε κάτι ανάλογο, την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος υπό τη μορφή της περιστεράς τη στιγμή της βάπτισης του Ιησού στα νερά του Ιορδάνη, όπου έρχεται να υποδηλώσει και να φανερώσει μια νέα πραγματικότητα που ήδη τώρα αρχίζει να διαφαίνεται καθαρότερα και που σημαίνει την αρχή μιας νέας και εσχατολογικής δημιουργίας. Η Εκκλησία, ως κιβωτός και νέα Δημιουργία, συνδέει αυτές τις δύο συμβολικές παραστάσεις της ιουδαϊκής και της χριστιανικής παράδοσης, στη δική της ιστορική πραγματικότητα που το Άγιο Πνεύμα εγκαινίασε στον κόσμο του παρόντος.
(Γεωργίου Π. Πατρώνου, «Η ιστορική πορεία του Ιησού», εκδ. Δόμος, σ. 245-251)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου