ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Πέμπτη, Οκτωβρίου 30, 2014

Κυριακή Ε Λουκά: Κυριακή θρήνου και προβληματισμού

Άνθρωπος ΤΙΣ ην πλούσιος και πάλι την ενάτη Κυριακή, σε δεκαπέντε μέρες: ανθρώπου ΤΙΝΟΣ πλουσίου! 


Και απέθανε ο πλούσιος και ετάφη!

Δύο άνθρωποι χωρίς όνομα, ανώνυμοι , άγνωστοι, άξιοι περιφρόνησης. 

Κάποιοι των ανθρώπων. Χωρίς ονοματεπώνυμο.Χωρίς πρόσωπο. Καθότι υπόδουλοι εαυτού. Καθότι ξένοι και ά γ ν ω σ τ ο ι  στον Κύριο.



Για τον ένα ο ευαγγελιστής λέει πώς πέθανε και θάφτηκε και ούτε καταδέχεται να πεί πού κατέληξε. Ο άνθρωπος σάρκα, ως σάρκα παρουσιάζεται.. στον τάφο καταλήγει.Για τον Λάζαρο, δεν ενδιαφέρεται αν έμεινε άταφος ή θάφτηκε. Μας λέει πήγε στην αγκαλιά του Θεού. Ο άνθρωπος του Θεού στον Θεό πάει, εκεί πού ήταν προ θανάτου εκεί είναι η ροπή και η κατάληξη του.



Τον δε δεύτερο τον ονομάζει τρελό, άφρονα.Οι τρελοί δεν έχουν πρόσωπο. Είναι κραυγές και μάσκες χωρίς συνείδηση!

Ω ανθρώπινες τιμές και λαμπρά ονόματα! Ω φήμη κούφια και ανούσια!



Πόσο μάταια και πρόσκαιρα πράγματα!Κενή η δόξα!Η υστεροφημία ανύπαρκτη.



Την εορτή διαδέχεται θρήνος και αρές και αφάνεια! 



Κρότοι και πυροτεχνήματα πού θα σβήσετε σε μια στιγμή και δεν θα σας μνημονεύει κανένας. 



Άνθρωποι χωρίς πρόσωπο και άρα χωρίς όνομα.

Άνθρωποι πού φωτίζεστε απο φακούς και φώτα τεχνητά! Άνθρωποι πού υποστασιοποιείστε στα κολακευτικά εγκώμια των φθονερών και των δούλων και των σαχλών!

Ανθρωποι του θεάματος και της επιφανείας! Από την πορφύρα και τον οίνο του στρηνιασμού στην γύμνια και την μοναξιά και την οδύνη της δίψας! Και συν τοις άλλοις να σε καταρώνται οι μέχρι χτες συνδαιτημόνες σου! Ω αθλιότητα και συμπάθεια για το ανθρώπινο γένος!

Αυτός πού δίνει όμως και προσφέρεται και σε τούτη την ζωή και στην άλλη το όνομα του μένει ανεξίτηλο, μνημονεμένο και αθάνατο!



Ενώπιον του Θεού και ενώπιον των ανθρώπων!



Και κυρίως και δη ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ!

Κάποιος θα πεί πώς ταλανίζουμε τους πλούσιους. Πώς είμαστε κοινωνιστές από φθόνο!

Καν ο πλούτος δεν είναι αμαρτία από μόνος του, οι πλούσιοι όμως, ζούν μεγαλύτερους πειρασμούς
από αυτόν πού αρκείται στα απλά , στα λίγα στα αναγκαία.

Δεν πρέπει να έχουμε χαιρεκακία και φθόνο για την κατάληξη μερικών πλουσίων, ούτε να βλέπουμε το αυριανό ευαγγέλιο σαν μανιφέστο κοινωνικό. Ο πλούτος είναι άψυχο και ουδέτερο πράγμα. Η διαχείριση του μπορεί να τον κάνει ευλογία ή κατάρα. 
Ο Λάζαρος ήταν ένας μάρτυρας πού δεν πεθύμησε την θέση του πλουσίου, αλλά ούτε γόγγυσε.
Δυστυχώς και ανάμεσα στους φτωχούς υπάρχει κακία και φθονος. Γι αυτό ορίζουμε την πενία ως κακό πού χρήζει θεραπείας. Γιατί είναι γεννήτρια της δουλείας, της κλοπής, της πορνείας, της απελπισίας, της απιστίας. Γι αυτό και ο Λάζαρος είναι το π α ρ ά δ ε ι γ μ α πού αφορά τους περισσοτέρους.

Γιατί δεν υπέκυψε!
Αλλωστε οι πλούσιοι είναι λίγοι. Οι πτωχοί πολλοί! Στον Λάζαρο ας επικεντρωθούμε για λίγο.

Δεν φιλοσοφούνε όλοι την ζωή. Η φτώχεια επίσης μπορεί να είναι κατάρα ή ευλογία. Οι υπεραπλουστεύσεις είναι πάντα επικίνδυνες. Το διακύβευμα της αυριανής παραβολής δεν είναι η κατανομή του πλούτου και η μεταφυσική κατάληξη της αστικής και της εργατικής τάξης. 
Είναι η διαχείριση του ε ν δ ι α φ έ ρ ο ν τ ο ς και της α δ ι α φ ο ρ ί α ς απέναντι στον αδελφό, η ιεράρχηση της ζωής και των αξιών!

Η παραβολή είχε στόχο τους φαρισαίους, είχε στόχο την οικονομία, δηλαδή την διαχείριση του πλούτου. Δεν είναι αυτονόητη εύνοια του Θεού , ούτε αιτία κομπασμού.Οι φαρισαίοι είναι τόσο αξιοθρήνητοι τελικά όσο και αυτοί πού τους φθονούν. Δραματική αλήθεια πού δύσκολα την δεχόμαστε!
 

Ο πλούσιος της παραβολής φρόντιζε να είναι ευπρόσωπος στους ανθρώπους οι οποίοι τον μακάριζαν για την ευμάρεια και την υλική του ευτυχία.
Ενώ σε αντίθεση με το τί νόμιζε ο μέσος θρησκευτικός άνθρωπος της Ιουδαίας για την ευλογία του πλούτου,από φαρισαϊκό δόγμα και προκατάληψη, θεωρούσαν τον δίκαιο και λεπρό Λάζαρο καταραμένο και αμαρτωλό για την κατάσταση του.

Φανταστείτε πόσο σκανδάλισε ο Χριστός τους ακροατές της παραβολής όταν είπε πώς ο λεπρός και φτωχός, πού κατά τους ιουδαίους εθεωρείτο στιγματισμένος πήγε στον Παράδεισο, ενώ ο "ευλογημένος" πλούσιος στον Άδη.

Άλλα τα μέτρα των ανθρώπων και άλλα του Θεού.

Η καταραμένη ανθρωπαρέσκεια, η τυφλή συνείδηση, οι κοινωνικές συμβάσεις, τα λόγια και οι πράξεις οι θεατρικές,ο συρμός και η ετικέτα. Τα στάνταρ των ανθρώπων.

Πόσο διαφορετικά από αυτό πού μας ζητάει ο Χριστός.

Καθαρότητα πνευματική και όχι εξωτερική....

 
Η μνήμη του θανάτου είναι θεϊκό δώρο.
 Αν το εκλάβεις στην ορθή του διάσταση , σε κάνει να εκτιμάς την ποιοτική ζωή και την πνευματική της διάσταση, μέσα από τα πιό απλά πράγματα , τα πολυτιμότερα πράγματα και να δίνεις ιερότητα και σημασία στην κάθε στιγμή πού περνά και δεν επανέρχεται, να δίνεις σπουδαιότητα και σημασία σε κάθε πρόσωπο ή γεγονός πού αντιμετωπίζεις. Η μνήμη θανάτου έχει στο κέντρο την αγάπη για την αξιοποίηση μιας ζωής καθώς της πρέπει να βιωθεί. Μην ξεφτιλίζετε την ζωή σας. Είναι ανεπανάληπτη και ανεπίστρεπτη. Το life style είναι εξαιρετικά δικτατορικό και καταναγκασμός. Μην το απαιτείτε και μην το επιβάλετε στους ανθρώπους, γιατί η ζωή τους είναι μία και συχνά πολύ λίγη και βραχειά. Κανένας δεν θέλει να ζήσει σαν πίθηκος. Κανένας δεν θέλει να πεθάνει με πειραματισμούς ζωής. Ο άνθρωπος από την φύση του γνωρίζει τί να εκτιμήσει αν τον αφήσεις ανεπηρέαστο. Κάτι τέτοια είναι σπαρμένα από τον Θεό.Ας μην τα κρύβουμε κάτω από τόνους λάσπης και φτιασιδιών.

Τέλος , μας διδάσκει την μετάνοια μέσα από την παρουσίαση της τραγικότητας του ανθρώπου.



Το χάσμα της αδιαφορίας και της σκληροκαρδίας, η απροθυμία να εξομαλυνθούν κοινωνικές ανισότητες, ο διά την σάρκα βίος, η ανεμελιά του πλουσίου μπροστά στο δράμα του Λαζάρου, η μεταθανάτια κατάληξη και των δύο, η φοβερή οδύνη και κόλαση του αδιάφορου, η ανάπαυση του υπομονετικού μάρτυρα, η μνήμη θανάτου,ο νεκρικός διάλογος μεταξύ του Αβραάμ και του κολασμένου, η επισήμανση ότι η Γραφή δόθηκε αλλά περιφρονείται από αυτούς πού δεν θέλουν να σωθούν, αναπαριστούν την παραβολή αυτή σε φοβερή και τρομερή πραγματικότητα, πού κατανύγει όποιον ακόμα έχει ψυχή και καρδία.

 Η πραγματικότητα αυτή ξετυλίγεται γύρω μας, αφορά εμάς τους ιδίους. 

Ο βίος βραχύς, ο τάφος ανεωγμένος, ο θρήνος πολύς, τα ώτα κλειστά, η ειδωλολατρία του εγώ επικρατούσα θρησκεία, η περιφρόνηση της αιώνιας κατάληξης αξία σκεπτομένου ανθρώπου, τα χάσματα μεγάλα, επικούρειος βίος,εγκλήματα στο περιθώριο της κοινωνίας, κραυγές χωρίς ανταπόκριση, μουσικές και πανηγύρεις πού σκεπάζουν οιμωγές των κολασμένων του βίου, λαμπρές πορφύρες πού θαμπώνουν το μάτι για να μην βλέπει την γύμνια, πληγές πού γλείφουν προνομιούχοι σκύλοι,μετάνοια μηδενική, κακισμός του Θεού, καλός ό άνθρωπος, κακός ο Θεός, αφροσύνη παγκόσμια, ανθρωπότητα ώρα μηδέν!

Αν σήμερα δεν ακούσουμε το Ευαγγέλιο και δεν το εγκολπωθούμε, πάμε χαμένοι...


Τρίτη, Οκτωβρίου 28, 2014

Το να είσαι άπατρις

Το να είσαι άπατρις, δεν σημαίνει ότι είσαι open minded και ελευθερος άνθρωπος, ούτε σου προσδίδει πολιτιστική ανωτερότητα σε σχέση με τους άλλους.


Είναι μια καθαρή αποποίηση ευθύνης για αυτήν την πέτρα πού πατησες, το ψωμί πού έφαγες, την γλώσσα πού μίλησες, τον αέρα πού ανέπνευσες, το νερό πού σε ξεδίψασε, το γάλα πού βύζαξες, τα τραγούδια πού άκουσες, το φως πού πρωτοείδες όταν ήρθες επί γης.

Είναι εύκολο να τα διαγράφεις όλα προκειμένου να μην αναλάβεις την ευθύνη της αγάπης τους. 

Και τελικώς δεν είναι τίποτα άλλο από μια απόδειξη τρανταχτή ότι είσαι άδειος και κενός από αισθήματα και προσωπική ηθική. 


Είναι πολύ εύκολο να ασπάζεσαι το μηδέν, γιατί δεν απολογείσαι ούτε στον εαυτό σου για τίποτα.


Σήμερα όσο το να είσαι άπατρις έχει ένα ρομαντικό επίχρισμα πανανθρωπισμού, δεν είναι παρά μια απανθρωπιά σκέτη. 

Αφήνω κατά μέρος πώς γίνεσαι ακούσια πιόνι στην κιμαδοποίηση των λαών.


Η ουσία είναι πώς είσαι απάνθρωπος κατά φύσιν, γιατί είναι φυσική δυσλειτουργία αυτή η στάση.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 27, 2014

«κι άλλο παπούλη...κι άλλο...» γιατί «οι Γερμανοί είναι φίλοι μας»...νυν και αεί


athina.jpg
 
Προπαραμονή Χριστουγέννων του 1988, στο αρχονταρίκι της μονής Αγάθωνος, ο γέροντας Βησσαρίωνας άρχισε να κλαί­ει.

Όταν ερωτήθηκε γιατί κλαίει , αποκάλυψε ένα γεγονός που είχε συμβεί κατά τη Θεία Λει­τουργία των Χριστουγέννων του 1941 σ' ένα χωριό της Καρδίτσας.
"Όταν βγήκα στην Ωραία Πύλη με το Άγιο Ποτήριο στα χέρια και είπα το "μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε", άρ­χισαν να έρχονται για τη Θεία Κοινωνία όλοι οι χωριανοί.
Μια νεαρή μάνα έφερε εκεί μπροστά μου το σκελετωμένο παιδάκι της, άνοιξε το στοματάκι του και το κοινώνησα, αλλά παιδί μου...
κι' άρχι­σε πάλι να κλαίει ο Γέροντας κρατούσε σφικτά το καημένο με τ' αδυνα­τισμένα χεράκια του το ιερό μάκτρο και μου φώναζε κλαίγοντας:
Κι' άλλο Παππούλη, κι άλλο.
Πει­νούσε το παιδάκι μου.
Λύγισαν τα γόνατά μου, μια τρεμούλα απλώθηκε σ' όλο το κορμί μου, βούρ­κωσαν τα μάτια μου και, για να μην με δουν οι πιστοί, επέστρεψα στην Αγία Τράπεζα.
Αφήκα το Ποτήριον και κάθισα σ' ένα σκαμνάκι και έκλαψα και είπα με ανθρώπινο παράπονο: Γιατί Θεέ μου αφήκες την πατρίδα μου να έλθει σε τέτοια δυστυχία; Λυπήσου Κύριε τα παιδιά μας!"


πηγη

Καριέρες ανθρωπισμού!





Έρχονται εξαθλιωμένοι και φοβισμένοι οι πρόσφυγες από τις εμπόλεμες χώρες τους και κάποιοι στήνουν καριέρες ανθρωπισμού, ιδεολογικά μοντέλα, στάσεις ζωής, διοικητικές θέσεις πάνω στην εξαθλίωση τους. 

Στο σημείο αυτό η υπόθεση μοιάζει με αυτήν των ναρκομανών. Όλοι κόπτονται με περισσή ευαισθησία για την περίπτωση τους, αλλά και όλοι αυτοί από τον δικαστικό, τον χωροφύλακα και τον κοινωνικό λειτουργό, έως τον δικηγόρο και τον θεραπευτή προσεύχονται στον χαμωθεό τους να διαρκέσει διηνεκώς αυτή η κατάσταση για να έχουνε ψωμί να τρώνε, αν δεν συμβάλουν και από πάνω στο διηνεκές της περιπτωσεως.

Η προστυχιά δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά, γιατί όταν ο άλλος χρησιμοποιεί συγκινητικές ανθρωπιστικές εκφράσεις βίου και λόγου, το πόπολο τις εισπράττει για φτερούγες αγγέλων . Ενώ ο ρατσιστής και ο τραμπούκος λόγω ακροτήτων γίνονται άμεσα ορατοί και μισητοί.

Αυτούς πάντως τους θεωρώ χυδαιότερους από τον ρατσιστή. Γιατί ο ρατσιστής έχει έλλειψη παιδείας συνήθως, προέρχεται από τα κατώτερα στρώματα, έχει επίσης ψυχολογικά θέματα πολλές φορές. Ενώ αυτοί οι κύριοι έχουν ένα κάποιο μορφωτικό επίπεδο και προέρχονται συνήθως από την κοινότυπη αθλιότητα που λέγεται μικροαστική τάξη. Ναι, λέγω αθλιότητα, γιατί  στο σημείο αυτό είμαι και εγώ ρατσιστής απέναντι τους. Με αυτούς τους αρχοντοχωριάτες υποκριτές.Και πιό πολύ με εξοργίζει πώς αυτοί οι υποκριτές, έχουν και ένα πατερναλιστικό ύφος ξερόλα και εξουσιαστικού σνομπιστή και έναν ευερέθιστο ψυχισμό απέναντι σε όλους τους άλλους, πού σπάει κόκκαλα.

Σαφώς και τους απεχθάνομαι. 

Τον ρατσιστή μπορεί να τον λυπηθώ ακόμα. Αυτούς όχι. 

Με εξοργίζουν. Με εξοργίζει πώς ο επαγγελματικός ανθρωπισμός και καριερίστικος αντιρατσισμός εκτονώνει την φιλάνθρωπη ασέλγεια του πάνω στα πτώματα των προσφύγων με κάθε νόμιμο και ηθικό τρόπο. 

Αυτό δεν μπορώ να το ανεκτώ , ούτε σαν χριστιανός, ούτε σαν άνθρωπος.

Η υποκρισία δεν άφησε αδιάφορο τον ίδιο τον Χριστό ακόμα, πού ήταν ευσπλαχνικός απέναντι στους μεγαλύτερους αμαρτωλούς. Αγίους αμαρτωλούς θα έλεγα, γιατί η εμπάθεια τους είχε τουλάχιστον  μια ταπείνωση και ανθρωπινότητα. 

Αυτοί όχι. Είναι συνειδητά χυδαίοι!

Κυριακή, Οκτωβρίου 26, 2014

Τρία σχόλια από το FB για τον άγιο Δημήτριο +1

Παραθέτω τρία σχόλια από το Facebook , για τον άγιο Δημήτριο, ασύντακτα μεν, αλλά εμπεριέχοντα το κλίμα της σημερινής ημέρας. Το καθένα με τον δικό του προβληματισμό.


Μου κάνει εντύπωση μια μικρή φράση από ένα πανηγυρικό αγίου πατέρα στο μαρτύριο του αγίου Δημητρίου. Δεν θυμάμαι τώρα ποιού.
Το μαρτύριο λέει του αγίου ήταν σύντομο. Λογχίστηκε και παρέδωσε την ψυχή του αμέσως, ενώ δεν παρέμεινε καιρό στην φυλακή. Σε σχέση με άλλους μεγαλομάρτυρες δεν υπέφερε μακροχρόνια και επώδυνα βάσανα.Και όμως χαριτώθηκε ισάξια από τον Θεό με τους μεγάλους μάρτυρες και θεωρείται με τον άγιο Γεώργιο ταξίαρχος(κορυφαίος) των μαρτύρων.
Αυτό οφείλεται στην τεράστια αγάπη του προς τον Χριστό και το μαρτύριο για Αυτόν, τον πόθο Του να μαρτυρήσει για Αυτόν, αυτό οφείλεται στο ότι "ηγάπησεν πολύ". Η π ρ ό θ ε σ η λοιπόν είναι η λέξη κλειδί και όπως λέει και ο Χρυσόστομος: "φιλότιμος γαρ ών ο Δεσπότης,. δέχεται τον έσχατον καθάπερ και τον πρώτον·. αναπαύει τον της ενδεκάτης,. ως τον εργασάμενον από της πρώτης".

Δεν είναι άσχετο επίσης πώς εζήλωσε να λογχευθεί κατά πλευράν ως ο Δεσπότης. Δείγμα θείου και βαθέως έρωτος αυτή η αξίωση μίμησης!


Απόδειξη της κορυφαίας θέσεως και χάριτος πού απέλαυε, είναι η μυροβλησία, τα αναρίθμητα θαύματα και η αγάπη που τού έχει ο λαός και δη οι ορθόδοξοι βαλκάνιοι.                         


                                                    

                                              *     *     * 


Ο Θεός Δημητρίου βοήθει μοι! 

Και μετά από αυτή την κραυγή θάρρους και πίστης ο νεαρός κατηχούμενος Νέστορας, καταβάλλει θανάσιμα τον επηρμένο, αλαζόνα και φονιά Λυαίο. 

Πολύ φοβούμαι πώς στις μέρες μας θα του κλείναμε άνετα την πόρτα της σωτηρίας γιατί προέβη σε "πράξη βίας και μισαλλοδοξίας". 

Τέτοιοι κούφιοι υποκριτές καταντήσαμε οι χριστιανοί της σήμερον...




                                                   *   *   *


Υπάρχει μια ξεχασμένη εορτή. Η εορτή της σημαίας πού εορτάζουμε στις 27 του Οχτώβρη. 

Δεν ξέρω αν στα πλαίσια του ορθολογικού "εκδημοκρατισμού" του κράτους (όχι μας) και του διεθνισμού, παραθεωρήθηκε και χουντοποιηθηκε μια τέτοια εθνική εορτή. 

Αυτό πού σίγουρα ξέρω είναι πώς μας στάλθηκε επισήμως οδηγία να σημαιοστολίσουμε στις 24 του Οκτώβρη για την εορτή του ΟΗΕ και τις εκκλησίες μας.

Κόψτε συμπεράσματα τώρα για την εθνική ανεξαρτησία και τις προτεραιότητες των εθνοπατέρων. 

Ω της κατάντιας!


*    *     *


Κάθε φορά πού εορτάζουμε τό Παλληκάρι της πίστης μας - και αυτό μου συμβαίνει και με τον αη Γιώργη και τον Ταξιάρχη- οραματίζομαι την τεράστια προστατευτική του ασπίδα και την ταχεία υπέρμαχο λόγχη του να σώζει και να υπερασπίζεται αδικουμένους,πτωχούς και πένητας και καταδιωγμένους και δη χριστιανούς. Από αυτούς τους χριστιανούς, που δεν γνωρίζουν από νταηλίκια και πολέμους και διαβολικά τερτίπια και σφάζονται και ατιμάζονται σαν αρνιά . Η σκέψη και η προσευχή μου στην Μέση Ανατολή. Ο Αγιος ας γίνει για ακόμα μια φορά εν τοις κινδύνοις υπέρμαχος, τα έθνη τροπούμενος. Γιατί από τους ανθρώπους δεν υπάρχει σωτηρία. Μόνο αδιαφορία, φαρμάκι, αίμα και λόγια δηλητηριασμένα και παχιά!

Σάββατο, Οκτωβρίου 25, 2014

Σύντομη αναφορά περί αιρέσεων, αιρετικών, ομολογίας, προφητών και ιεροκατηγορίας

Μετά από το άρθρο μου περί "εκκαλογερισμού" στην πνευματική και εκκλησιαστική ζωή λαμβάνω το θάρρος και την αφορμή, να αναφερθώ και σε ένα άλλο ιδιαίτερο παραεκκλησιαστικό φαινόμενο, πού προβληματίζει τον μέσο πιστό και δη τους απασχολουμένους και δραστηριοποιημένους με το διαδίκτυο.
 
Καθημερινά γινόμαστε παραλήπτες μηνυμάτων και επιθέσεων , από αυτόχριστους "ιεραποστόλους" τους διαδικτύου, πού αντικαθιστώντας τα πνευματικά αλλά και επίσημα εκκλησιαστικά όργανα, μας βομβαρδίζουν με αντιαιρετικά άρθρα δικής τους εσοδείας , αλλά και απολογητικά κείμενα, εκ του μη όντος, χωρίς να προσκληθούν και χωρίς να έχουν τα κατάλληλα πνευματικά και εκκλησιαστικά εχέγγυα και αρμοδιότητες για να τα εκφράσουν. 
Στο παρελθόν είχα πέσει θύμα κατηγοριών , για ολιγωρία ακόμα και για αίρεση, από κάτι τέτοιους ενθουσιώδεις φωστήρες πού θεωρούσαν και ακόμα θεωρούν πνευματικό και ηθικό τους δικαίωμα να παριστάνουν τους συνοδικούς ιεροεξεταστές και υπερασπιστές της πίστεως και να εξαποστέλουν εύκολα στην πυρά των αιρετικών και της κολάσεως, όποιον δεν ανταποκρίνεται στο αλάθητο και στις απαιτήσεις της φράξιας τους.Και αυτό όχι διότι υπεράσπιζα ή εξεπροσωπούσα κάποια αιρετική θέση, ( είμαι πολύ αυστηρός με όλα αυτά,σε μέτρο πού ξεπερνά δυστυχώς πολλές φορές την χριστιανική ανεκτικότητα, αυτό το τονίζω για να εννοήσετε πώς δεν είμαι εύκολος στις προσλήψεις και στις σχέσεις αντεκκλησιαστικών και ανορθοδόξων απόψεων)αλλά επειδή πάντα μα πάντα στις αποφάσεις μου και στην εν γένει συμπεριφορά μου προβάλω πάντα την πατερική έρευνα, την διαλλακτικότητα και το εκκλησιαστικό μέτρο για να ψηλαφήσω και να κατηγοριοποιήσω τα πάντα, με όση φειδώ και σύνεση χρειάζεται, χωρίς εμπάθεια και προκαταλήψεις. Προ πάντων το εκκλησιαστικό μέτρο!Γιατί αυτό μας ορίζει και αυτό είναι ο χάρακας.Παραπάνω, μίλησα για φράξια διότι για αυτό ακριβώς πρόκειται. Πρόκειται για παρασυναγωγές χριστιανών, πού ακολουθούν δική τους εμπνεύσεως ορθοδοξία , συσπειρωμένους γύρω από έναν υπαρκτό ή επινοημένο "γέροντα", πού εξαργυρώνει πόντους αναγνώρισης και αγιότητας , απ΄ολα αυτά τα εκλεκτά και αιρετικομάχα τέκνα.

Kαι αυτό πού είναι το ασφυκτικότερο και τρομαχτικότερο όλων είναι το μίσος πού αποπνέουν! Μιλάμε για μίσος και όχι για την καλώς εννοουμένη οργή και το πυρ πού εμπνέει τους κατά Θεόν ζηλωτές κατά της πλάνης και της αμαρτίας. Μισούν ανθρώπους! Μισούν με εμπάθεια και δεν διστάζουν να το δείξουν , ντύνοντας το πάθος τους με ενδύματα αρετής κατά την συνήθεια αντιχρίστων και όχι χριστιανών. Πληγώνεται η ψυχή σου και μπαφιάζει, από τέτοιες συμπεριφορές, συνταράσσεσαι και δακρύζεις ακόμα από τέτοιες εκφράσεις εμπαθείας. Δεν περνιέμαι για εύκολος και ευσυγκίνητος άνθρωπος. Εμπαθής και αμαρτωλός είμαι. Αλλά υποφέρω μπροστά σε τέτοιες εκφράσεις πού δεν θυμίζουν ούτε Χριστό, ούτε Ορθοδοξία, ούτε κοινή ανθρωπιά.

Επανερχόμενος στα μηνύματα και στις εκφράσεις τους τις δημόσιες, είναι σχεδόν περιττό να τις παραθέσω, διότι οι περισσότεροι αναγνώστες και παραλήπτες αλλά και δέκτες τέτοιων μηνυμάτων είναι , αλλά και κινούνται διαδικτυακά μέσα σε αυτήν την παθογένεια και εύκολα μπορούν να τους αναγνωρίσουν. Στην ημερήσια διάταξη λοιπόν είναι ο "αντιοικουμενιστικός αγώνας", η συνωμοσιολογία γύρω από τα εθνικά και εκκλησιαστικά ζητήματα με την κατάλληλη επένδυση από τις προφητείες κάποιου γέροντα, η απόσχιση και αποτείχιση από τους κακούς χριστιανούς πού συγχρωτίζονται με τους βαρβάρους(διάβασε αιρετικούς και αλλόθρησκους), ο αποφθεγματικός και μεθ΄ηδονής αποσκορακισμός των αιρετικών στην αιώνια πυρά, βέλη πυρφόρα και βλάσφημα κατά πατριαρχών, επισκόπων, θεολόγων, ιερέων, συνόδων, λαϊκών και φυσικά μια ομολογία πίστεως, η οποία ούτε τους ζητήθηκε, ούτε θα τους ζητηθεί ποτέ, αλλά αυτοκλήτως την παραθέτουν , ζηλώνοντας κύριοςοίδε ποιά θέση στο παρεκκλησιαστικό πάνθεον με τα ανώμαλα ταύτα ρήματα τους.

Δεν είμαι ο αρμόδιος να θέσω τί τους φταίει ή τί τους λείπει και ακολουθούν αυτόν τον δρόμο. Επειδή είμαι άνθρωπος πρακτικός και αθεολόγητος και εκπαιδευμένος σε οικονομιστικούς όρους όπως όλη η κοινωνία μας σήμερα πάνω κάτω, φρονώ πώς ίσως είναι κατά την γνώμη μου, όλα αυτά θέματα εκκλησιαστικών και θρησκευτικών business. Δηλαδή επιβολής και εξουσιασμού και πορισμού στο θρησκευτικό στερέωμα, από κάποιους πού απέτυχαν να επιβληθούν αλλιώς. Μετά ακολουθούν και οι οπαδοί , πού ομολογουμένως ξεπερνούν σε ζήλο, εκφράσεις και "αγωνιστικότητα" τους αλείπτες αυτών, κυρίως από ψυχοπαθολογικά αίτια, από αυτό πού ο πολύς Ρωμανίδης ονομάζει θρησκεία, διάφορο της ορθοδοξίας και της υγιούς πίστεως.Συνήθως, είναι αθεολόγητοι, ημιμαθείς και με έντονα προβλήματα κοινωνικής ένταξης και ψυχισμού, κοινώς complex.

Πάντα στην εκκλησία μας η αίρεση αντιμετωπίζεται με σπουδή και πολύ σύνεση και η ύπαρξη της , όπως και ο χαρακτηρισμός κάποιου σαν αιρετικού, έχει συνοδική, δηλαδή συλλογική απόφανση. Πάντα η σύνοδος αποφαίνεται και ορίζει ποία η αίρεση και ποίος ο αιρετικός και ενώ εντοπίζει την μεν, αφορίζει τον δε από το εκκλησιαστικό σώμα για να μην εξαπλωθεί η πλάνη. Κανείς χριστιανός,κληρικός ή λαϊκός, και καμία δύναμη, είτε εν ουρανοίς, είτε εν γη, είτε εν τοις καταχθονίοις δεν έχει το εκκλησιαστικό δικαίωμα να αποφαίνεται περί αιρέσεως και αιρετικών. Κανείς δεν είναι αιρετικός, ακόμα και αν διδάσκει αίρεση γυμνή τη κεφαλή, πριν χαρακτηριστεί έτσι από το συνοδικό όργανο, από την εκκλησιαστική συνείδηση.Η Εκκλησία μας την αίρεση πάντα την θεωρεί ως ασθένεια και επιθυμεί την επιστροφή και την ίαση του πλανωμένου και όχι βέβαια την προ της καταδίκης καταδίκη του και τον κολασμό του με απομόνωση και ύβρεις. Γιατί είναι παραπάνω από βέβαιο, πώς ο αιρετικός-συνήθως άνθρωπος ψυχολογικά ευθραυστος και υποκινούμενος συνήθως από μία ιδιότυπη υπερηφάνεια- όταν στην αρχή αντιμετωπίσει εχθρότητα, από αντίδραση θα παγιωθεί στην θέση και την πλάνη του και θα απολεστεί μία ή περισσότερες ψυχές. Αναλογιστείτε λοιπόν πόσο στοιχίζει αυτή η ζηλωτική συμπεριφορά και τί συνέπειες έχει!

Δεύτερον, μιλήσαμε για αυτόκλητους υπερασπιστές της πίστεως και ομολογία πίστεως. Αυτό πού πάντα με προβλημάτιζε είναι πώς ένας καλός άνθρωπος του Θεού, ξυπνάει μια ωραία πρωΐα και από θέση κληρικού ή λαϊκού ή μοναχού, αποφασίζει να αναλάβει απολογητικό, ομολογιακό αγώνα, να ξεχωρίσει από το πολύ πλήθος και να αυτοχριστεί ιεραπόστολος και μάρτυρας. Αυτό με ξεπερνάει σε λογική και εκκλησιαστικό προβληματισμό ώς κληρικό και χριστιανό. Δεν θα εντρυφήσω στα ψυχολογικά και παθολογικά αίτια, γιατί δεν είμαι ειδικός ή αρμόδιος. Άλλωστε σας έδωσα μια πρόχειρη εξήγηση παραπάνω, πού την θεωρώ πιθανή. Έχω την κραταιά και σταθερή εντύπωση(πίστη) όμως, πώς σε κάθε εκκλησιαστική και θεολογική κρίση, κάθε φορά πού η Εκκλησία και ο κόσμος μας , ταλανίζεται από κάποια αίρεση, πλάνη, σχίσμα, κρίση, παρέκκλιση κλήρου και λαού από το ορθό δόγμα και ήθος, ο Θεός και υπερασπιστής της Νύμφης Αυτού Εκκλησίας, προνοεί να αναδείξει κάποια φυσιογνωμία ή φυσιογνωμίες, χρισμένους από Αυτόν( και το τονίζω αυτό!), ο οποίος στην θεολογική γλώσσα ονομάζεται π ρ ο φ ή τ η ς. Προφήτης όχι διότι κατ' ανάγκην έχει προορατικό χάρισμα και προφητεύει τα μέλλοντα( για να χάσκουν οι ευσυγκίνητοι και οι ολιγόπιστοι και να βρίσκουν σημαία θρησκευτικής έκφρασης οι επιτήδειοι), αλλά επειδή εκείνη την ιστορική και χρονική στιγμή είναι εκφραστής του θείου θελήματος( προ και φημί, μιλάω εκ μέρους του Θεού), αλλά και της ορθής δόξας(ορθοδόξου παραδόσεως). Τέτοιοι υπήρξαν ο Μέγας Αθανάσιος και οι καππαδόκες στο θέμα του αρειανισμού, ο ομολογητής Μάξιμος στο θέμα του μονοθελητισμού, οι στουδίτες επί εκονομαχίας,Φώτιος επί λατινικής κακοδοξίας, ο άγιος Γρηγόριος στις ησυχαστικές έριδες, οι Κολλυβάδες Πατέρες κ.α. 

Είναι λοιπόν σαφές πώς στην Εκκλησία ο ομολογητικός εισπηδητισμός είναι προπέτεια, είναι αλλοίωση ήθους, είναι αναίδεια και αντιποίηση του αγιοπνευματικού ρόλου και λόγου. Τα ψυχολογικά μας προβλήματα και απωθημένα είναι συνετό να τα εντοπίζουμε νωρίς και να τα επιλύουμε με την βοήθεια ειδικού και την αρρωγή της εκκλησίας μας και όχι να τα μεταλλάσουμε σε εκκλησιαστικό ομολογιακό βίο, δίκη προφήτου και υπερασπιστού της Εκκλησίας. Η Εκκλησία δεν χρειάζεται υπερασπιστές, ούτε απολογητές, ούτε ομολογητές, ούτε στύλους. Και όταν χρειάζεται όντως μεριμνά ο ίδιος ο Θεός για αυτούς. Είναι αποτέλεσμα εξαιρετικής εγωπάθειας και ολιγοπιστίας αυτά τα βλακώδη και αλαζονικά πυροτεχνήματα , πού σκοπό άλλο δεν έχουν παρά την αυτοπροβολή και αυτοδικαίωση μας, όσο και αν τα ενδύουμε με ευσεβείς και ιερές προθέσεις. Η ανάθεση του έσω ανθρώπου σε έναν διακριτικό και φιλεύσπλαχνο πνευματικό μπορεί να φέρει θαυμαστά αποτελέσματα σε τέτοιες περιπτώσεις, φτάνει να μην παγιώνονται σε κατάσταση αλαζονείας που προσιδιάζει στην αίρεση αυτή καθ εαυτή.

Τέλος, να αναφερθούμε και στα περί ιεροκατηγορίας. Δυστυχώς, όταν κάποιος παρασυρθεί σε πλάνη,  υπόκειται σε μια αλυσιδωτή αντίδραση μοιραία. Η μία πλάνη διαδέχεται την άλλη και παγιώνεται σε μια δυσάρεστη κατάσταση, ανεπιστρεπτί. Πάσχουμε γενικά από εκκλησιολογία, εκκλησιαστική συνείδηση και υπακοή στην συνοδικότητα και την Σύνοδο.Η Εκκλησία έχει κανόνες, αρμόδια όργανα, έκφραση μέσα στην υπαρκτή κοινωνία των ανθρώπων, ιεραρχία. Δυστυχώς, ο καθένας μας θρησκεύει ατομικά, με μία θρησκευτικότητα ραμμένη και κομμένη στα ατομικά του μέτρα. Περιφρόνηση των κανόνων, της ιεραρχίας, της αρμοδιότητας, της εκκλησιαστικής έκφρασης, πού είναι στην ουσία περιφρόνηση της αγιοπνευματικής χάρης και δράσης μέσα στην Εκκλησία και μονοφυσιτισμός, γιατί παραθεωρείται η ύπαρξη του ιστορικού ρόλου της Εκκλησίας. Οποιος περιφρονεί την εκκλησιαστική υπακοή και συνείδηση, την ιεραρχία μέσα στην εκκλησία είναι δυνάμει πνευματομάχος επίσης. Και αυτό όχι γιατί οι ιερείς και οι επίσκοποι και ή σύνοδος αποτελούν εξουσιαστές μέσα στην εκκλησία ή κάποια ελιτιστική τάξη, αλλά είτε το θέλουν κάποιοι είτε όχι είναι εκφραστές της συνοδικότητας, των κανόνων και των συλλογικών αποφάσεων της εκκλησιαστικής συνείδησης και είτε το θέλουν κάποιοι είτε όχι κατέχουν την πνευματική πατρότητα και έχουν τέτοιο ρόλο μέσα στην Εκκλησία. Οι άθλιοι και οι ημιμαθείς παρασυρμένοι από την προτεσταντική αυθάδεια  και ερεθισμένοι από την πιθανότητα της εκλεκτότητας τους, μιλάνε για κληρικαλισμούς και εξουσιασμούς, λες και η ορθόδοξη εκκλησία του Χριστού είναι βατικανό ή πολιτική οργάνωση. Το διαλεκτικό πνεύμα και η επαναστατικότητα,βλέπε μαρξιστική θεώρηση των κοινωνικών πραγμάτων, έχει την επέκταση της και στα εκκλησιαστικά πράγματα. Γενικά, όσοι εκ των ιερέων ή των επισκόπων δεν δένονται στο άρμα τέτοιων ανθρώπων ή δεν πληρούν τα στάνταρ τους, κρίνονται ανάξιοι, εμπαθείς, αιρετικοί και εξουσιαστές. Αντίθετα, όσοι κολακεύουν και υποστηρίζουν την ύπαρξη τους άγιοι και ομολογητές.

Πολλοί φτάνουν και στο σημείο ακόμα να θεωρούν και να ονομάζουν ανάξιους τους ιερείς και άκυρα τα μυστήρια τους, όταν δεν κάνουν τα χατήρια ή όταν δεν δοξάζουν την λαϊκή παντοδυναμία και ισχύ αυτών των ανοήτων.Πάνω σε αυτό το θέμα, μνημονεύω την ερμηνεία  μεγάλου Κολλυβά και Πατέρα Αγίου Νικοδήμου περί αναξίων και αιρετικών κληρικών, ο οποίος σαφώς αναφέρει πώς ουδέν μυστήριον καταλογίζεται άκυρον και ουδείς χαρακτηρίζεται αιρετικός και εκπεσών αν δεν καθαιρεθεί από την Σύνοδο και ότι οι υποστηρίζοντες το αντίθετο εκπίπτουν σε φρικτή ιεροκατηγορία και πλάνη. Να σας θυμίσω και την αρχή της ταυτοπαθείας, κατά την οποία όποιος κληρικός ή λαϊκός συκοφαντεί ή κατηγορεί αναπόδεικτα κάποιον ως αιρετικό ή καταφρονητή των κανόνων,υπόκειται στο αυτό επιτίμιο( καθαίρεση ή αφορισμό);

Με τις παραπάνω επισημάνσεις δεν έχω σκοπό να ξεσηκώσω θύελλες και να δημιουργήσω προβλήματα. Εύχομαι όμως αυτά τα αυτονόητα και ολίγα, πού δεν αποτελούν συμπεράσματα ιδιωτικά και απόψεις,αλλά σποραδικές αναφορές σε θέσεις εκκλησιαστικές και σκέψεις ανωτέρων από την μετριότητα μας, να εμπνεύσουν προβληματισμό και μετάνοια και μεταστροφή ορισμένων στην ορθή παράδοση και το ήθος, πριν αλλοιωθεί ολοκληρωτικά η προσωπικότητα τους και παραδοθούν στον ολοκληρωτικό αυτοερωτισμό και την παγιωμένη πλάνη. Είθε!








Παρασκευή, Οκτωβρίου 24, 2014

O άγιος Δημήτριος ο Mυροβλήτης.Αρματωμένος την Αρματωσιά του Θεού.(Κόντογλου Φώτης)



  πηγη
  O άγιος Δημήτριος μαζί με τον άγιο Γεώργιο, είναι τα δυο παλληκάρια της χριστιανοσύνης. Aυτοί είναι κάτω στη γη, κ’ οι δυο αρχάγγελοι Mιχαήλ και Γαβριήλ είναι απάνω στον ουρανό. Στα αρχαία χρόνια τους ζωγραφίζανε δίχως άρματα, πλην στα κατοπινά τα χρόνια τους παριστάνουνε αρματωμένους με σπαθιά και με κοντάρια και ντυμένους με σιδεροπουκάμισα. Στον έναν ώμο έχουνε κρεμασμένη την περικεφαλαία και στον άλλον το σκουτάρι, στη μέση είναι ζωσμένοι τα λουριά που βαστάνε το θηκάρι του σπαθιού και το ταρκάσι πόχει μέσα τις σαγίτες και το δοξάρι. Tα τελευταία χρόνια, ύστερα από το πάρσιμο της Πόλης, οι δυο αυτοί άγιοι και πολλές φορές κι’ άλλοι στρατιωτικοί άγιοι ζωγραφίζουνται καβαλλικεμένοι απάνω σε άλογα, σε άσπρο ο άγιος Γεώργης, σε κόκκινο ο άγιος Δημήτρης. Kι’ ο μεν ένας κονταρίζει ένα θεριό κι’ ο άλλος έναν πολεμιστή, τον Λυαίο. Aυτά τα άρματα που φοράνε ετούτοι οι άγιοι, παριστάνουνε όπλα πνευματικά, σαν και κείνα που λέγει ο απόστολος Παύλος: “Nτυθήτε την αρματωσιά του Θεού για να μπορέσετε να αντισταθήτε στα στρατηγήματα του διαβόλου. Γιατί το πάλεμα το δικό μας δεν είναι καταπάνω σε αίμα και σε κρέας, αλλά καταπάνω στις αρχές, στις εξουσίες, καταπάνω στους κοσμοκράτορες του σκοταδιού σε τούτον τον κόσμο και καταπάνω στα πονηρά πνεύματα στον άλλον κόσμο. Για τούτο ντυθήτε την πανοπλία του Θεού, για να μπορέσετε να βαστάξετε κατά την πονηρή την ημέρα, κι’ αφού κάνετε όσα είναι πρεπούμενα, να σταθήτε. Tο λοιπόν, σταθήτε γερά, έχοντας περιζωσμένη τη μέση σας με αλήθεια, και ντυμένοι με το θώρακα της δικαιοσύνης και με τα πόδια σας σανταλωμένα για να κηρύξετε το Eυαγγέλιο της ειρήνης κι’ αποπάνω από όλα σκεπασθήτε με το σκουτάρι της πίστης, που με δαύτο θα μπορέσετε να σβήσετε όλες τις πυρωμένες σαγίτες του πονηρού. Kαι φορέσετε την περικεφαλαία της σωτηρίας και το σπαθί του πνεύματος, που είναι ο λόγος του Θεού”. 
Aυτός ο ηρωικός και καρτερικός χαραχτήρας, που έχουνε οι πολεμιστές οπου μαρτυρήσανε για τον Xριστό σαν άκακα αρνιά, ανάγεται στα πνευματικά.

    

   
O άγιος Δημήτριος περισκεπάζει όλη την οικουμένη, όπως λέγει το τροπάρι του, αλλά ιδιαίτερα προστατεύει τη Θεσσαλονίκη, που τη γλύτωσε πολλές φορές και στέκεται κι’ ανθίζει ως τα σήμερα, καινούριος μέγας Aλέξαντρος, που η δύναμή του κ’ η αντρεία του δεν χαθήκανε με το θάνατό του, όπως έγινε στον Aλέξαντρο, αλλά ζει και φανερώνεται στον αιώνα, σ’ όσους τον παρακαλάνε με θερμή καρδιά. H πατρίδα του βρίσκεται ολοένα σε κίνδυνο και σε σκληρές περιστάσεις κι’ ολοένα τον κράζει να τη βοηθήσει και να τη γλυτώσει. Kαι φέτος, ύστερα από τόσες γενεές που προστρέξανε με δάκρυα στην προστασία του, πάλι θα δράμουνε οι βασανισμένοι χριστιανοί στην εκκλησία του και θα κλάψουνε και θα ψάλλουνε πάλι το τροπάρι που λέγει: “Φρούρησον, πανεύφημε, την σε μεγαλύνουσαν πόλιν από των εναντίον προσβολών, παρρησίαν ως έχων προς Xριστόν τον σε δοξάσαντα”.

      
          

O άγιος Δημήτριος, ο μεγαλομάρτυς και μυροβλύτης, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στα 260 μ.X. Oι γονιοί του ήτανε επίσημοι άνθρωποι κι’ ο Δημήτριος κοντά στη φθαρτή δόξα που είχε από το γένος του, ήτανε στολισμένος και με χαρίσματα άφθαρτα, με φρονιμάδα, με γλυκύτητα, με ταπείνωση, με δικαιοσύνη και με κάθε ψυχική ευγένεια. Όλα τούτα ήτανε σαν ακριβά πετράδια που λάμπανε απάνω στην κορόνα που φορούσε, κι’ αυτή η κορόνα ήτανε η πίστη στον Xριστό. Eκείνον τον καιρό βασίλευε στη Pώμη ο Διοκλητιανός κ’ είχε διορισμένον καίσαρα, στα μέρη της Mακεδονίας και στα ανατολικά, ένα σκληρόκαρδο και αιμοβόρον στρατηγό που τον λέγανε Mαξιμιανό, θηρίο ανθρωπόμορφο, όπως ήτανε όλοι αυτοί οι πολεμάρχοι, που βαστούσανε κείνον τον καιρό με το σπαθί τον κόσμο, ο Διοκλητιανός, ο Mαξέντιος, ο Mαξιμίνος, ο Γαλέριος, ο Λικίνιος, πετροκέφαλοι, αγριοπρόσωποι, δυνατοσάγωνοι, πικρόστομοι, με λαιμά κοντά και χοντρά σαν βαρέλια, αλύπητοι, φοβεροί. Aυτός διώρισε τον Δημήτριο άρχοντα της Θεσσαλονίκης κι’ όταν γύρισε από κάποιον πόλεμο, μάζεψε τους αξιωματικούς στη Θεσσαλονίκη για να κάνουνε θυσία στα είδωλα. Tότε ο Δημήτριος είπε πως είναι χριστιανός και πως δεν παραδέχεται για θεούς τις πελεκημένες πέτρες. O Mαξιμιανός φρύαξε και πρόσταξε να τον δέσουνε και να τον φυλακώσουνε σ’ ένα λουτρό. Όσον καιρό ήτανε φυλακισμένος, ο κόσμος πρόστρεχε με θρήνο κι’ άκουγε τον Δημήτριο που δίδασκε το λαό για την πίστη του Xριστού. Ένα παλληκαρόπουλο, ο Nέστορας, πήγαινε κι’ αυτός κάθε μέρα κι’ άκουγε τη διδασκαλία του. Eκείνες τις ημέρες, παλεύανε πολλοί αντρειωμένοι μέσα στο στάδιο κι’ ο Mαξιμιανός χαιρότανε γι’ αυτά τα θεάματα· μάλιστα είχε σε μεγάλη τιμή έναν μπεχλιβάνη που τον λέγανε Λυαίο, άνθρωπο θηριόψυχο και χεροδύναμο, ειδωλολάτρη και βλάστημο, φερμένον από κάποιο βάρβαρο έθνος. Bλέποντας ο Nέστορας πως τους είχε ρίξει κάτω όλους αυτός ο Λυαίος, και πως καυχιότανε πως είχε τη δύναμη του Άρη και πως κανένας ντόπιος δεν αποκοτούσε να παλέψει μαζί του, πήγε στη φυλακή και παρακάλεσε τον άγιο Δημήτριο να τον βλογήσει για να ντροπιάσει τον Λυαίο και τον Mαξιμιανό και τη θρησκεία τους. Kι’ ο άγιος Δημήτριος έκανε την προσευχή του και τον σταύρωσε και παρευθύς έδραμε ο Nέστορας στο στάδιο και πάλεψε με κείνον τον άγριο το γίγαντα και τον έριξε χάμω και τον έσφαξε. Tότε ο Mαξιμιανός έγινε θηρίο από το θυμό του και μαθαίνοντας πως ο Nέστορας ήτανε χριστιανός και πως τον είχε βλογήσει ο Δημήτριος, πρόσταξε να τους σκοτώσουνε. Σαν πήγανε στη φυλακή οι στρατιώτες, τρυπήσανε τον Δημήτριο με τα κοντάρια και έτσι πήρε τ’ αμάραντο στέφανο, στις 26 Oκτωβρίου 296· μάλιστα είναι γραμμένο πως σαν είδε τους στρατιώτες να ρίχνουνε τα κοντάρια καταπάνω του, σήκωσε ψηλά το χέρι του και τον πήρανε οι κονταριές στο πλευρό, για να αξιωθεί το τρύπημα της λόγχης που δέχτηκε ο Xριστός στην πλευρά του κ’ έβγαλε αίμα και νερό η λαβωματιά του. Tον Nέστορα τον αποκεφαλίσανε την άλλη μέρα έξω από το κάστρο. Oι χριστιανοί σηκώσανε τα άγια λείψανα και τα θάψανε αντάμα, κι’ από τον τάφο έβγαινε άγιο μύρο που γιάτρευε τις αρρώστιες, για τούτο τον λένε και μυροβλύτη. Aπάνω στον τάφο χτίσθηκε εκκλησιά, τον καιρό που βασίλεψε ο μέγας Kωνσταντίνος. Στα κατοπινά χρόνια χτίσθηκε η μεγάλη εκκλησιά η τωρινή και στα 1143 ο βασιλέας Mανουήλ ο Kομνηνός έστειλε και πήρε στην Kωνσταντινούπολη την εικόνα του αγίου και την έβαλε στο μοναστήρι του Παντοκράτορος που ήτανε χτισμένη η εκκλησία του από τους Kομνηνούς και που τη λένε σήμερα Zεϊρέκ και την είχανε κάνει παλαιότερα τεκέ οι ντερβίσηδες. Στα εικονίσματά του είναι ζωγραφισμένος απάνω σε κόκκινο αντρειωμένο άλογο, που κοιτάζει σαν άνθρωπος, ομορφοσελωμένο, στολισμένο με χάμουρα και με γκέμια χρυσά, με τα μπροστινά ποδάρια σηκωμένα στον αγέρα, με την ουρά ανακαμαριασμένη, αλαφιασμένο από τον Λυαίο που κείτεται ματοχωμένος χάμω, τρυπημένος από το κοντάρι του αγίου Δημητρίου.  ( σ.σ.
Ο άγ. Δημήτριος στην εικόνα του δε σκοτώνει το βάρβαρο παλαιστή Λυαίο ,όπως εσφαλμένα έχει γραφτεί, αλλά τον πολεμοχαρή τσάρο των Βουλγάρων Ιωαννίτζη, που οι Βυζαντινοί τον αποκαλούσαν "Σκυλογιάννη", ενώ ήταν έτοιμος να επιτεθεί στη Θεσσαλονίκη το 1207.
Πώς όμως ένας άγιος εικονίζεται να σκοτώνει έναν άνθρωπο;
 Ο Σκυλογιάννης πέθανε από πλευρίτιδα, αλλά ο θάνατός του αποδόθηκε σε θεία δίκη. Σε ιστορικό κείμενο (Σταυράκιος) αναφέρεται όραμα, όπου ο άγιος εμφανίστηκε να ρίχνει το κοντάρι του στο σκληρό πολιορκητή, για να σώσει το λαό της πόλης του. Δε σκότωσε λοιπόν με τα όπλα του ο άγιος το Σκυλογιάννη, αλλά ο θάνατός του από ασθένεια λίγο πριν χτυπήσει τη Θεσσαλονίκη αποδόθηκε σε θεία παρέμβαση, που σταμάτησε τους κατακτητικούς πολέμους του, με τη μεσιτεία του αγίου Δημητρίου προς το Θεό (συμβολικά, "τον κοντάρεψε"
).
 Στα καπούλια του, πίσω από τον Άγιο, είναι καβαλλικεμένος σε μικρό σχήμα ένας καλόγερος. Eίναι ο επίσκοπος Γαβριήλ, δεσπότης του Δαμαλά, που τον πιάσανε σκλάβο οι κουρσάροι μπαρμπερίνοι στα 1603 και τον πουλήσανε στο Aλγέρι, στον μπέη, που τον επήρε στο σεράγι του. Kάθισε κάμποσα χρόνια σκλάβος και παρακαλούσε μέρα νύχτα με δάκρυα να τον λευτερώσει ο άγιος Δημήτριος. Όπου, μια μέρα σαν αύριο, παραμονή τ’ αγίου Δημητρίου, τον είδε στον ύπνο του πως πήγε με τ’ άλογο και τον έβαλε καβάλλα και φύγανε από την Aραπιά. Kαι σαν ξύπνησε το πρωί, βρέθηκε λεύτερος στη Θεσσαλονίκη και δόξασε το Θεό και τον άγιο Δημήτριο και μπήκε σ’ ένα καράβι και πήγε στον Πόρο κι’ από τότε στα εικονίσματά του ζωγραφίζανε και το δεσπότη.

   
   
Λοιπόν αύριο το βράδυ θα προστρέξουνε πάλι οι Θεσσαλονικιώτες κ’ οι άλλοι χριστιανοί στη μεγάλη πανήγυρη και θα παρακαλέσουνε με συντριβή τον ένθερμο προστάτη τους να τους δώσει βοήθεια σε τούτες τις δεινές περιστάσεις. Kαι θα μαζευτούνε ο λαός ο ορθόδοξος κ’ οι άρχοντες κ’ οι δεσποτάδες και παπάδες και καλόγεροι και θα ψάλουνε στο μεγάλον εσπερινό τα κατανυχτικώτατα τροπάρια, με το μουσικό μέλος της Oρθοδοξίας· γιατί η Θεσσαλονίκη είναι η κιβωτός που σώθηκε η ορθόδοξη λατρεία από τον κατακλυσμό της φραγκολεβαντινιάς που πάγει να μας πνίξει με τους ανούσιους νεωτερισμούς της. Eκεί θα συναχτούνε οι καλοί οι ψαλτάδες που ψέλνουνε ακόμα με κείνη τη σοβαρή ψαλμωδία που κρατά από τότε που θεμελιώθηκε η σεβάσμια τούτη εκκλησία, πούναι το καύχημα κ’ η παρηγοριά της Aνατολής, ύστερα από την Aγιά Σοφιά της Kωνσταντινούπολης. Kαι μεθαύριο στη λειτουργία, θα ψάλουνε στους Aίνους τα εξαίσια προσόμοια που είναι γεμάτα πόνο και ελπίδα και αγιασμένον ενθουσιασμό. Tάχει συνθέσει ένας από τους γλυκύτερους ποιητές της εκκλησίας μας, ο άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός, ψυχή πονεμένη και καρτερική. Kαι θα σας εξηγήσω με λίγα λόγια πως βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη και μελώδησε αυτά τα συγκινητικά τροπάρια.
  
    
   
Aυτός ο άγιος μαζί με τον αδελφό του τον Θεόδωρο λέγονται “Θεόδωρος και Θεοφάνης οι Γραπτοί”. Γεννηθήκανε στην Παλαιστίνη και γινήκανε μοναχοί και ύστερα χειροτονηθήκανε παπάδες και ησυχάσανε στο μοναστήρι του αγίου Σάββα. Ήτανε κι’ οι δυο σπουδασμένοι στο έπακρο και γνωρίζανε κατά βάθος την ελληνική και την αραβική γλώσσα.
Φαίνεται πως οι αληθινοί χριστιανοί πρέπει παντοτινά να βασανίζουνται, γιατί, σαν περάσανε οι διωγμοί από τους ειδωλολάτρες, αρχίσανε άλλοι διωγμοί από τους αιρετικούς χριστιανούς. Kι’ όσοι βασανισθήκανε από τους ειδωλολάτρες γινήκανε μάρτυρες, κι’ όσοι βασανισθήκανε από τους χριστιανούς αιρετικούς γινήκανε ομολογητές. Tέτοιοι ομολογητές είναι και γράφουνται και τα δυο τούτα αγιασμένα αδέλφια, ο Θεόδωρος κι’ ο Θεοφάνης. Γιατί τους καταδίωξε ο Λέοντας ο Ίσαυρος, που ήτανε εικονομάχος και τους φυλάκωσε και τους έδειρε και ύστερα τους εξώρισε στον Πόντο. Kι’ ο μεν Θεόδωρος τελείωσε τον αγώνα στη δεύτερη εξορία που τους έστειλε ο Θεόφιλος, ο τρίτος εικονομάχος αυτοκράτορας ύστερα από τον Λέοντα, και πέθανε σ’ ένα ερημονήσι που το λέγανε Aρουσία, μέσα σε μεγάλα δεινά και σε στερήσεις. O δε Θεοφάνης εξωρίσθηκε στη Θεσσαλονίκη κ’ εκεί, σκλάβος και τυραννισμένος, σύνθεσε με κλαυθμό ψυχής αυτά τα τροπάρια, που με δαύτα ικετεύει τον άγιο Δημήτριο να γλυτώσει τη χριστιανοσύνη από τους ασεβείς και τυραννικούς ανθρώπους, και τη Θεσσαλονίκη από τους βαρβάρους που τη ζώνανε. Kαι λέγουνται Γραπτοί, επειδή ο Θεόφιλος πρόσταξε και τυπώσανε με πυρωμένο σίδερο απάνω στα μέτωπά τους ένα αδιάντροπο ποίημα που έκανε κάποιος αυλοκόλακας. O άγιος Θεοφάνης, άμα πέθανε ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, ψηφίσθηκε επίσκοπος Nικαίας και εκοιμήθη, γέροντας γεμάτος από πνευματική ευωδία, στα 850 μ.X. O Nικηφόρος Kάλλιστος τον λέγει ηδύφωνον μουσικόν αυλόν κι’ ο Σουΐδας ποιητήν. Έγραψε πολλές υμνωδίες σε διάφορες γιορτές, σύνθεσε και κανόνα συγκινητικό στον βασανισμένον αδελφό του τον Θεόδωρο.  
  
 
Aπό τα τροπάρια των Aίνων που είπαμε, το πρώτο έχει περισσότερον πόνο και πάθος και σ’αυτό συνεταίριαξε ο ποιητής τεχνικά τη θλίψη του για το διωγμό της ορθοδοξίας με το υμνολόγημα του αγίου και με την καρτερική ελπίδα για τη σωτηρία της θεοσκέπαστης Θεσσαλονίκης, που και κείνον τον καιρό βρισκότανε σε αγωνία. Aυτά τα τροπάρια ταιριάζουνε πάντα στις δεινές δοκιμασίες που πέρασε απανωδιαστά η Θεσσαλονίκη από τον καιρό του Διοκλητιανού ίσαμε σήμερα. Παρακάτω βάζω αυτό το τροπάρι και το μεταγυρίζω στην απλή γλώσσα, πλην χωρίς να μπορέσω να σιμώσω στο πρωτόγραφο:
     
“Δεύρο, μάρτυς Xριστού, προς ημάς, σου δεομένους συμπαθούς επισκέψεως και ρύσαι κεκακωμένους τυραννικαίς απειλαίς και δεινή μανία της αιρέσεως· υφ’ ης ως αιχμάλωτοι και γυμνοί διωκόμεθα, τόπον εκ τόπου διαρκώς διαμείβοντες και πλανώμενοι εν σπηλαίοις και όρεσιν. Oίκτιρον ουν, πανεύφημε, και δος ημίν άνεσιν· παύσον την ζάλην και σβέσον την καθ’ ημών αγανάκτησιν, Θεόν ικετεύων, τον παρέχοντα τω κόσμω το μέγα έλεος”.
 
         

“Έλα, μάρτυρα του Xριστού, σε μας, που έχουμε μεγάλη ανάγκη από τη συμπονετικιά σου την επίσκεψη και γλύτωσέ μας από τις τυραννικές φοβέρες κι’ από τη δεινή μανία της αιρέσεως· που μας κατατρέχει σα νάμαστε σκλάβοι και περπατούμε γυμνοί δώθε και κείθε κι’ αλλάζουμε ολοένα τόπο με τόπο και πλανιόμαστε σαν τ’ αγρίμια στα βουνά και στα σπήλαια. Λυπήσου μας, πανεύφημε, και δώσε μας ανάπαψη, πάψε τη ζάλη και σβήσε την αγανάχτηση που σηκώθηκε καταπάνω μας, παρακαλώντας το Θεό, που δίνει στον κόσμο το μέγα έλεος”. 
  

Δευτέρα, Οκτωβρίου 20, 2014

Ασφυκτικός εκκαλογερισμός των εν κόσμω



Γνωστός φιλόλογος και θεολόγος ευφυολογώντας έντεχνα για τον εκκαλογερισμό του χριστιανικού ήθους παροτρύνει να  μην επαναλαμβάνουμε στερεότυπα και μονότονα το "κάνω υπακοή" σαν να λέμε"κάνω παιχνίδι" ή "κάνω το κέφι μου". 

Η υπακοή ειναι όντως πολύ σοβαρό θέμα. Υπακοή κάνουν οι υποτακτικοί μοναχοί στον γέροντα τους και εμείς οι εν κόσμω, κληρικοί και λαϊκοί στην σύνοδο πού εκφράζει την εκκλησιαστική κοινή συνείδηση. Ενίοτε και στον επίσκοπο.

Εμείς οι εν κόσμω έχουμε πνευματικό, εξομολόγο, όχι ΓΕΡΟΝΤΑ. Ας το εννοήσουμε επιτέλους. 
Και μάλιστα όταν τίθεται θέμα δογματικής ή ηθικής φύσεως δεν του χρωστάμε τίποτα. Απομακρυνόμαστε από αυτόν, χωρίς ενδοιασμούς και μεταφυσικές τύψεις-ενοχές. Ο σωστός πατέρας θα εμπνεύσει στα παιδιά του αγάπη και εμπιστοσύνη, δεν απαιτεί από αυτά υποταγή και εξάρτηση.

Τρομάζω με τον εκκαλογερισμό του εκκλησιαστικού ήθους. Ακούς συνεχώς ευλόγησον και ευλόγησον λες και είμαστε στην Θηβαΐδα. Είναι ανόσιο να υιοθετούμε καλογερικούς τρόπους χωρίς να επωμιζόμαστε το σχήμα και τις ευθύνες των μοναχων. Κύριοςοίδε ποιά αμαρτήματα μας θέλουμε να ξεπλύνουμε με αυτήν την τροποποίηση πίστης και ήθους προς το καλογερικότερον που φαντάζει ευσεβέστερον των εν κόσμω.

Αν και πιστεύω πώς όλα αυτά γίνονται για να προβληθεί το ησυχαστικό ήθος( ιδιότυπο ομως και διαστρεβλωμμένο ησυχαστικό ήθος) και να μην καλλιεργείται αντίσταση και αγωνιστικότητα στους εν κόσμω χριστιανούς, αλλά να τα δέχονται όλα, αιρέσεις, καταφρόνηση των κανόνων, προσβολές προσωπικές και κατά της εκκλησίας, καταπίεση κτλ άβουλα και χωρίς αντίδραση.

Σαν τους χίπις ένα πράγμα.Πασιφισμός και δουλεία.
Ισλαμιστές. Πού θα πεί υποταγμένοι! 

Εκ τούτων γάρ εἰσιν οἱ ἐνδύνοντες εἰς τὰς οἰκίας καὶ αἰχμαλωτίζοντες γυναικάρια σεσωρευμένα ἁμαρτίαις, ἀγόμενα ἐπιθυμίαις ποικίλαις, πάντοτε μανθάνοντα καὶ μηδέποτε εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν δυνάμενα.( Β Τιμόθεον) .

 Ο προφητικός και πάντα επίκαιρος λόγος του αποστόλου Παύλου ας συνετίσει κάποιους που αφήνουν την έρημο για να ανοίξουν μαγαζιά ψυχών στον κόσμο.Αν και κατά βάθος το θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο και ανεφάρμοστο χωρίς θεϊκή παρέμβαση.Πώς να διακυβεύσουμε την ευσεβοφάνεια μας πού μας δίνει πόντους θρησκευτικής γνησιοτητας στους αδαείς και αμαρτωλούς; Ποτέ των ποτών! Αχ εγωϊσμοι άμετροι. Μπήκαν οι ανισόρροποι στην εκκλησία και εκτόπισαν τους ενδιαφερομένους και τους ασταθείς πλην αγνούς που αηδίασαν πια με όλα αυτα. Γενικώς οι εκκλησιαστικές μας κοινότητες πλανοκρατούνται.

Ο καλός ο πνευματικός είναι σαν τον ήλιο. Δεν μπαίνει στο σπίτι σου για να σε κάψει και να σε αφομοιώσει, αλλά στέκεται εκεί ταπεινά και ακτινοβολεί φως και ζεστασιά. Και συ πού κρυώνεις πάς δίπλα του να ζεσταθείς.

Σάββατο, Οκτωβρίου 18, 2014

Kυριακή Γ΄Λουκά: Η ανάσταση του νέου στην Ναΐν

Στο αυριανό ευαγγέλιο υπάρχει μια δραματική σκηνή αναμέτρησης πού τα λέει όλα: Η πομπή του Χριστού μπαίνει πανηγυρικά στην πόλη, η νεκροπομπή βγαίνει με θρήνους από αυτήν . Η ζωή συναντιέται μετωπικά με τον θάνατο. Αυτή η στιγμή είναι από τις πιό δραματικές και εύγλωττες του ευαγγελίου. Είναι μια εικόνα τετ α τετ. Μια σιωπή πριν την καταιγίδα και την μάχη, πού προϊδεάζει την χαρά.Είναι μια εικόνα πού συμπυκνώνει την οικονομία. Ο Θεός εισέρχεται στον κόσμο των ανθρώπων, ο θάνατος εγκαταλείπει τον κόσμο τους.

Ούτε είναι φυσικός ο θάνατος , ούτε ο άνθρωπος πλάστηκε για να πεθάνει. Ποτέ δεν θα συμφιλιωθούμε με τον θάνατο, γιατί είναι έξω από μας. Ο πρώτος θάνατος είχε την υπαιτιότητα του στον ίδιο τον άνθρωπο. Ο Κάιν σκότωσε τον αδελφό του, ο οποίος αδελφός έγινε θνητός επειδή ο πατέρας του μνηστεύτηκε τον θάνατο με την αποστασία από τον Θεό.Λοιπόν κάθε θάνατος είναι παραλογισμός αφύσικος, πού θυμίζει στον άνθρωπο την αποστασία του και την αδυναμία του να ζήσει κατά χάριν αθάνατος και την ροπή του προς το κακό.Η Αποκάλυψη αναφέρεται στον θάνατο ως έσχατο ΕΧΘΡΟ του ανθρώπου. Πολλές φορές ο θάνατος αναφέρεται ως ανάσχεση της διαιώνισης της αμαρτίας και ανάπαυση. Και είναι. Γιατί ο άνθρωπος είναι αδύναμος και με ροπή προς την αυτοκαταστροφή. Μόνο έτσι μπορούμε να νοήσουμε τον θάνατο ώς δώρο και παραχώρηση του Θεού, αλλά ποτέ ως υπαιτιότητα Του.Μνήμη θανάτου δεν είναι θέλξη προς τον θάνατο, αλλά συναίσθηση πώς απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις.Αν ο θάνατος ήταν ευεργετικός δεν θα είχαμε θάνατο του Χριστού ούτε κάθοδο στον Άδη. Ο Χριστός είναι ο τελευταίος νεκρός. Ο θάνατος του Χριστού στον σταυρό είναι ο τελευταίος θάνατος.Μετά μπορούμε να μιλάμε για κοίμηση. Η κοίμηση προϋποθέτει εγρήγορση, κοινή ανάσταση. Αυτό είναι το ζητούμενο και αυτό μας απασχολεί ιδιαίτερα.Γιατί, η πίστη και η προσδοκία μας δεν είναι θανατοκεντρική, αλλά αναστάσιμη.

To αυριανό ευαγγέλιο είναι πολύ σκληρό για πολλούς γονείς πού έχασαν τα παιδιά τους και γενικότερα για όλους εμάς πού βιώνουμε το πένθος της απώλειας, δηλαδή για όλους ανεξαιρέτως. Τί το παραπάνω είχε αυτή η χήρα στην Ναΐν απ'όλες τις μητέρες πού θρηνούν τον χαμό των παιδιών τους; Τί το παραπάνω είχαν οι συγγενείς του Λαζάρου και ο Ιάειρος απ'όλους τους πενθούντες της γης; Τί το ιδιαίτερο είχαν αυτοί οι νεκροί πού ανέζησαν και δεν ανέζησαν όλοι οι άλλοι και μάλιστα οι προσφιλείς μας;

Ο Χριστός δεν ανέστησε τους παραπάνω για να ζήσουν αιώνια από κει και πέρα, για να ζήσουν σαν νεκροζώντανοι ή κατά χάριν αθάνατοι σε διαφορά από όλους τους άλλους ανθρώπους. Γιατί και ο νέος της Ναΐν και ο Λάζαρος και η κόρη του Ιάειρου σε κάποια συγκεκριμμένη στιγμή ξαναέζησαν τον θάνατο. Όλα αυτά έγιναν και συνέβησαν για να πιστοποιηθεί ζωντανά πώς ο Χριστός είναι η Ανάσταση και η Ζωή, ο Κύριος του Θανάτου και πώς η κοινή ανάσταση είναι τόσο ασφαλής και σίγουρη όσο η βιολογική ζωή και πώς ο θάνατος είναι μια πραγματικότητα πού θα καταργηθεί!


Το πένθος της απώλειας δεν πρέπει να καταλογίζεται με ηθικιστικό τρόπο ως αμαρτία. Πολλές φορές το βλέπουμε σαν αναισθησία ή μοιρολατρεία ή πώρωση ανωτερότητας σε χριστιανούς ανθρώπους και διακρίνουμε πώς ο αδιάκριτος ευσεβισμός μας καθιστά θηρία αναίσθητα.Από το ιδιο αίμα και το χώμα είμαστε με τον εκλιπόντα γι αυτό και επαναστατούμε και θλιβόμαστε.Αλλοίμονο σε αυτόν πού δεν δακρύζει. Η θεός ή δαίμονας είναι, δεν είναι κάτι το ανθρώπινο. Όμως η απελπισία είναι χειρότερη από τον ίδιο τον θάνατο. Είναι η εικόνα του νεκροζώντανου ανθρώπου. Όλα με μέτρο. Χρειάζεται μια συναίσθηση και μια προετοιμασία ανά πάσα στιγμή πού διαφεύγει στον άνθρωπο σχεδόν πάντα. Γιατί διψάμε για ζωή, διψάμε για να νικήσουμε την ζωή και όχι για να νικήσουμε τον θάνατο και την ιδέα του, ως κάποιο βαθμό πάντα.Όσο ο άνθρωπος είναι δεμένος με τον θάνατο, τόσο είναι εξαρτημένος και από την ζωή. Δεν λέω πώς αυτό δεν είναι ανθρώπινο ή ότι είναι μεμπτό. Λέω απλά πώς μας αποξενώνει από την ιδέα του θανάτου, ενώ είναι τόσο αφύσικος όσο και αναμενόμενος.
Στο ορθόδοξο ήθος μας, έχουμε ένα άλλο είδος πένθους, ο οποίο και με παράδοξο τρόπο μακαρίζεται. Ο Κύριος μακαρίζει τους πενθούντες γιατί θα παρηγορηθούν και αυτούς πού κλαίνε γιατί θα γελάσουν και αναφέρεται στο πένθος της διαρκούς, ζωντανής και εσωτερικής μετάνοιας για την αμαρτία την δική μας και την αμαρτία του κόσμου, πού ταπεινώνει και εξημερώνει τον άνθρωπο και τον καθιστά διαρκώς να έχει μνήμη Θεού και μνήμη θανάτου. Οι κατά Θεόν πενθούντες μπροστά στον άκαιρο θάνατο ενός παιδιού ή νέου ανθρώπου, συλλογίζονται και συναισθάνονται μια άλλη πραγματικότητα: Πώς όσο νεότερος ο εκλιπών, τόσο λιγότερη η διατριβή του με τα δεινά και τις αμαρτίες και τα πάθη του κόσμου. Τα πικρά δάκρυα χύνονται κυρίως για τον εαυτό και για τους άλλους, πού ενώ τους δίνεται καιρός, δηλαδή ευκαιρία στην ζωή παραμένουν αμετανόητοι και πωρωμένοι και δεν βάζουν αρχή σωτηρίας. Για αυτό και ο διαρκώς πενθών θρηνεί για τα ατιμασμένα γηρατειά, στα οποία η έξη και η συνήθεια παγίωσαν την αμαρτία περισσότερο και εντονότερα , παρά στην κοίμηση ενός νέου ανθρώπου.Δεν σώζεται αυτόματα ο ακαίρως αποθανών, αποδημεί όμως συνηθέστερα με ελαφρύτερο το φορτίο. Άλλωστε ο σοφός Σολομών μας παροτρύνει να ενθυμούμαστε τον Πλάστη μας, πριν έρθει η ημέρα η φοβερά της κατάπτωσης και της φυσικής αδυναμίας, όταν ο αγώνας δεν θα μπορεί πλέον να είναι τόσο έντονος και όπου η διάθεση ελαττούται και μειώνεται και όπου η συνήθεια βασιλεύει και κυριαρχεί. Και αυτός ο θάνατος πλακώνει και ψυχή και σώμα και νεκρώνει και την αντίδραση και την διάθεση και την απόφαση. Αυτός ο θάνατος θα πρέπει να μας προβληματίζει εντονότερα.

Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2013/10/k.html#ixzz3GU4L9FHP

Σάββατο, Οκτωβρίου 11, 2014

Κυριακή των Πατέρων της Ζ΄Οικουμενικής Συνόδου: Η αίρεση




H Eκκλησία μας αυτή την Κυριακή μας προβάλλει την παραβολή του σπορέως και την μνήμη των αγίων Πατέρων της Ζ΄οικουμενικής Συνόδου,
η οποία εκήρυξε εικονιζόμενον τον εσαρκωμένο Λόγο και Υιό του Θεού και έδωσε τέλος στις γνωστικιστικές και πλατωνικές απόψεις περί θείου. Εξάλλου, ο απόστολος της σημερινής ημέρας είναι αφιερωμένος στον αιρετικό άνθρωπο, μία πληγή, ένα ασθενές και ετοιμοθάνατο, αν όχι αποκομμένο πλήρως μέλος, στο σώμα της Εκκλησίας. Θα σταθούμε σε ολίγα σημεία περί αίρεσης, κάνοντας όσο πιό πολύ σαφή γίνεται την θέση της εκκλησίας.

Πρώτον, πρέπει να καταστήσουμε σαφές, πώς στην ύποπτη εποχή πού ζούμε , είναι σχεδόν παράνομο να μιλάμε για τις αιρέσεις εν ονόματι της δημοκρατικής ανοχής και της υδαρής αγαπολογίας, πού δοκιμάζει τους ασθενέστερους και πλέον επιρρεπείς στην κολακεία χριστιανούς, ποιμένες και εκ του ποιμνίου. Η αίρεση για την εκκλησία αποτελεί παραχάραξη στην άπαξ παραδεδομένη από τον Κύριο και τους αποστόλους αλήθεια, μία εκλογή αλήθειας ή μάλλον μια παρουσίαση αλήθειας με υποκειμενικά κριτήρια. Η Εκκλησία από νωρίς ξεχωρίζει και διακρίνει την αίρεση από τον αιρετικό. Αποφθεγματικά είναι γνωστό πώς "μισούμε την αίρεση,αλλά όχι τον αιρετικό". Στην παράδοση μας δεν τίθενται ιεροεξεταστικά κριτήρια. Ο αιρετικός θεωρείται ως συμπαθές θύμα του ιδίου του εγωισμού του και η αίρεση αποτέλεσμα μιας αλαζονείας ιδιότυπης, στην οποία παραδίνεται κάποιος αποπτύοντας την μακαρία απλότητα και την εκκλησιαστική υπακοή.Η Εκκλησία θεραπεύει διά της ορθοδοξίας , αλλά και αποκόβει το μέλος από το σώμα της εγκαίρως και συνοδικώς εκφραζόμενη , ούτως ώστε όπως χαρακτηριστικά λέγεται " να μην μεταδοθεί η ασθένεια και στα άλλα".

Πρώτον χαρακτηριστικό της αίρεσης είναι η ακατάσχετη ηθικολογία και μια στυγνή πουριτανική επιμονή στην καθαρότητα, πού μέσα στους κόλπους της εκκλησίας ονομάζεται και ευσεβισμός. Τα σκάνδαλα των κληρικών και των λαϊκών μεγεθύνονται, παρουσιάζονται με αρρωστημένη σχεδόν εμμονή στο κοινό. Ο αποκομμένος, παραδομένος σε μια αυτολατρεία και αυτοδικαίωση , συγκρίνει τον εαυτό του , ιδανικοποιημένο και εκφραστή μιας ιδία ηθικής καθαρότητας, με όλους τους άλλους και επιμένει να θεωρεί ανώτερο πάσης αμαρτίας τον τύπο του, κολαζομένους δε τους άλλους. Πρόκειται για έναν αρρωστημένο ζήλο χωρίς ευσπλαχνία, χωρίς συμπάθεια για τον συναμαρτωλό, μια θεώρηση της εκκλησίας εντελώς δικανική και αυστηρή, σχεδόν απάνθρωπη. Η Εκκλησία δεν αντιμετωπίζεται σαν συνάθροιση ασθενών ανθρώπων πού επιζητούν την υγεία, αλλά σαν σώμα δύο ταχυτήτων στο οποίο προτεραιότητα έχουν οι κατ'επίφασιν αναμάρτητοι.

Σύνηθες χαρακτηριστικό των αιρετικών είναι η απολυτοποίηση της Γραφής. Η Γραφή αντιμετωπίζεται σαν ένας απόλυτος και αλάθητος ηθικός και νομικός κώδικας από έναν πλαστό νομοθέτη θεό. Η παρερμηνεία και οι εύκολες περικοπές για να στηρίξουν προφάσεις και ανακρίβειες είναι στο πρόγραμμα των αιρετικών. Επαναλαμβάνοντας στεγνά και μονότονα ρητά από τις Γραφές και μάλιστα παραποιημένα, επιχειρούν με σοφιστικες διαδικασίες να επιβάλουν υποκειμενικότητες και πλάνες και να διασπειρουν πανικό στους ανυποψίαστους, πού για αυτούς αποτελεί απόδειξη αμάθειας και αμαρτωλού βίου. Ο αιρετικός αγνοεί την Γραφή ως έργο της Εκκλησίας και άρα την Εκκλησία ως αποκλειστική ερμηνεύτρια των Γραφών, εφ όσον το άγιο Πνεύμα της Γραφής είναι το αυτό και αρμόδιο της Εκκλησίας. Αγνοεί την ταπείνωση, την απλότητα, την υπακοή, τον ασκητικό βίο, την πίστη πού σημαίνει εμπιστοσύνη στην παράδοση της ερμηνείας. Αγνοεί τέλος τον λειτουργικό χώρο και χρόνο εντός του οποίου διασαφηνίζονται και πληρώνονται τα αποστολικά και γραφικά χωρία, το ευαγγέλιο.

Αρχαία αίρεση στην εκκλησία και μητέρα των αιρέσεων είναι ο γνωστικισμός. Ένα θρησκευτικό σύστημα πού υποτίθεται αναζητά μια απόκρυφη γνώση σε έναν κόσμο πνευματικό και εξαίρει ή δαιμονοποιεί την ύλη. Οι γνωστικιστές αναζητούν τον αληθινό Θεό στον κόσμο των νεφελών και θεωρούν τον κόσμο δαιμονικό κατασκεύασμα.Έτσι δημιουργείται μια εντύπωση ελιτιστών ανωτέρων ανθρώπων, αποκομμένων από την φυσική πραγματικότητα και κεχωρισμένων από τον δαιμονικό κόσμο των πολλών πού μαστίζονται από την αγνωσία. Εύκολα μπορούμε να διακρίνουμε τέτοιους ανθρώπους μέσα στην Εκκλησία. Ο γνωστικισμός σήμερα επιβιώνει στην θεωρητική μασονία και σε άλλα φιλοσοφικά συστήματα, τα οποία γοητεύουν σαν κάτι διαφορετικό, χωρίς όμως να δίνουν απαντήσεις. Πρόκειται περισσότερο για ομάδες πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων με ένα φιλοσοφικό ένδυμα, από το οποίο λείπει και αυτή η θεωρητική ομοιομορφία.

Άλλο χαρακτηριστικό των αιρέσεων είναι η εξάρτηση από  και η λατρεία του ποιμένα. Άνθρωποι πού απέτυχαν να επιβληθούν μέσα στην Εκκλησία και πολύ συχνά να καταξιωθούν στην κοινωνία των ανθρώπων, αναλαμβάνουν εργολαβικά την διαποίμανση ψυχών μέσα σε σέχτες και παραθρησκευτικές ομάδες. Ενώ απορρίπτουν το αλάθητο της συνοδικότητας και κάθε έννοια ιεραρχίας και πνευματικής πληρότητας μέσα στην κανονική Εκκλησία, τα οποία ονομάζουν εξουσιασμό, αναλαμβάνουν οι ίδιοι να εξουσιάζουν με δυναστική συνέπεια ψυχές και ζωές ανθρώπων. Η εξάρτηση από τον ποιμένα, πού αναλαμβάνει ρόλο αλάθητου καθοδηγητή και τυρρανίσκου είναι αρρωστημένη, έντονη και δεν επιδέχεται κριτικής και αμφισβήτησης. Τίθενται σε κίνδυνο οι ψυχές, η σωματική και πνευματική υγεία, η ζωή η ίδια πολλές φορές, η αξιοπρέπεια και η περιουσία ανθρώπων , πού σε κάποια φάση αδυναμίας εμπιστεύτηκαν σε ανθρώπους ομοιοπαθείς και μελλοθάνατους την ίδια τους την ύπαρξη.

Οφείλουμε να αναφερθούμε στα συστήματα αυτοπραγμάτωσης και αναζήτησης εαυτού, ανατολικών περισσότερο δοξασιών παρά αιρέσεων θα λέγαμε, αν σε όλα αυτά βέβαια πολύ συχνά δεν ανακάτευαν τον Χριστό και την Εκκλησία. Άνθρωποι παρακινημένοι από το συρμό και από ποταπές μεταφυσικές ανησυχίες,  προσπαθούν να επιτύχουν στην ζωή με υλιστικά κριτήρια, επιλέγοντας διάφορες τεχνικές ανατολικής προέλευσης. Αλλοι αναζητούν τον εσώτερο εαυτό τους δαπανώντας ύπαρξη, ψυχή, χρόνο και χρήμα σε περίπλοκες και ακατανόητες τεχνικές, μόνο και μόνο γιατί τις επιβάλλει η μόδα. Ο εσώτερος εαυτός μας είναι κάτι πού αποτελεί αντικείμενο της ορθόδοξης μυστικής και ασκητικής παράδοσης. Μεσα στην Εκκλησία επιτυγχάνουμε την λύτρωση και την προκοπή στην τελειότητα σαν μέλη μιας κοινωνίας ανθρώπων και όχι σαν ξεχωριστά άτομα πού απλώς τυγχάνει να συμβιώνουν και να υποφέρουν , αν όχι να υπερέχουν από τους άλλους.

Τέλος, δεν θα παραλείψουμε να αναφερθούμε στις χιλιαστικές δοξασίες και στις εγκόσμιες βλέψεις πού εμπνέουν και στηρίζουν πολλές αιρέσεις. Ο Χριστός μας αποσαφήνισε πώς η βασιλεία των ουρανών δεν έρχεται μετά παρατηρήσεως αλλά "εντός ημών εστί" και η Εκκλησία μας δεν παραλείπει να μας υπενθυμίζει πώς "όταν τον κόσμον κερδήσωμεν,τότε τον τάφον οικήσωμεν". Χωρίς η εκκλησία να αγνοείτην ομορφιά και την χρηστικότητα αυτού του κόσμου (και το αντίθετο θα αποτελούσε αίρεση), μας διδάσκει όμως την ματαιότητα του και κηρύσσει Ιησούν Χριστόν βασιλέα σε ένα διαφορετικό βασίλειο. Όχι έναν εξουσιαστη αντί-χριστο πού τάζει φθαρτά πλούτη και μεγαλεία, αλλά αυτόν τον βασιλέα της ειρήνης πού παρέχει την πνευματική και αιώνια βασιλεία. Κάνοντας ο Χριστιανός χρήση του καλού κόσμου πού έπλασε ο Θεός , δεν επιθυμεί να εξουσιάσει και να επιβληθεί πάνω στους άλλους, αλλά να γίνει για τον αδελφό ζωντανή και περιφερόμενη ειρήνη και βασιλεία του Θεού, ώστε να επικρατήσει το θέλημα Του και επί της γης.

Σαφές είναι πόσο επίκαιρη και σοβαρή είναι η πραγματικότητα και η παγίδα της αίρεσης εντός και εκτός εκκλησίας. Ο Χριστιανός με καλλιέργεια της εσωτερικής αληθινής ταπείνωσης, με κόπο και άσκηση στην υπακοή στην εκκλησιαστική εμπειρία, με λειτουργική ζωή και κατάλληλη καθοδήγηση στην ανάγνωση και ερμηνεία των γραφών ,με συχνή μυστηριακή ζωή και μια καλή αμφίδρομη σχέση με τους πατέρες του, στερεώνεται στην χαρά και την χάρη της ορθοδοξίας και πραγματώνεται στην κοινωνία των αδελφών του. Ας αγαπήσουμε την πίστη, δηλαδή την εμπιστοσύνη στην εκκλησιαστική εμπειρία. Θα αποφύγουμε σίγουρα το βάραθρο και την θανατερή αρρώστια της αίρεσης.


Σάββατον 11-10-2014 ππκ

Πέμπτη, Οκτωβρίου 09, 2014

ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΥΡ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟ ΜΩΡΑΙΤΙΔΗ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΚΑΛΟΓΕΡΟ



Επανάληψη επί τη μνήμη Ανδρονίκου και Αθανασίας


Ἔζησε τὴν ζωή του καὶ ποτὲ δὲν ἐλησμόνησε πὼς ἦταν ἕνας παροδίτης καὶ ποτὲ δὲν πῆρε τὴν προσοχή του ἀπὸ τὴν ἀναμενόμενη πρόσκληση τοῦ κυβερνήτη. Συνέχεια φρόντιζε νὰ καθαρίζῃ τὴν ψυχή του καὶ σιγὰ σιγὰ ἄρχισε νὰ ἀπαρνιέται τὰ ἐγκόσμια. Τώρα πιὰ δὲν εἶναι ὁ λογοτέχνης ποὺ δούλευε τὸν τρόπο τῆς ἔκφρασής του. Εἶναι ὁ πιστὸς ποὺ ἀναζητεῖ καὶ στὸν λόγο του μιὰ πρόσθετη λύτρωση. Παλεύει μέσα του ὁ τεχνίτης τοῦ λόγου μὲ τὸν πιστό. Δὲν τὸν ἐνδιαφέρουν τὰ ἄλλα βιβλία καὶ ἄρθρα του, ὁ καημός του εἶναι νὰ τυπωθῇ ὁ τόμος τῶν 400 σελίδων ποὺ μὲ πλούσια σχόλια ἀφιέρωσε στὶς ὁμιλίες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στὶς ἀφιερωμένες στοὺς Ψαλμοὺς τοῦ Δαυΐδ, καθὼς καὶ στὰ ἀφιερωμένα στὸν Γρηγόριο τὸν Θεολόγο (Ναζιανζηνό), «Παρθενίας ἐγκώμιον» κ.ἄ.. Ἀπομακρύνεται ἀπὸ ὅλες τὶς ἄλλες μελέτες του καὶ ἀγκιστρώνεται στὰ Πατερικὰ κείμενα καὶ σὲ ὕμνους πρὸς τὸν Δημιουργό. Στὴν ἄκρη ἡ κλασσικὴ φιλολογία, ὅπου τὸ πᾶν εἶναι ἐνσυνείδητο, τὸ πᾶν ὑποβάλλεται κάτω ἀπὸ τὸ φῶς τῆς λογικῆς. Τὸν ἐνδιαφέρει ὁ θρησκευτικὸς ὕμνος, τὸ θυμίαμα, ἡ προσευχή, τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα, ἡ «εἰς Κύριον ἀποδημία». Δυστυχῶς, ὁ θησαυρὸς τῶν ἔργων του, παράδεισος σωστός, ἔμεινε ἀθέατος ἀπὸ τοὺς πολλούς.
Ὡς καθηγητὴς στὸ Βαρβάκειο Γυμνάσιο μένει ὑποχρεωτικὰ στὴν Ἀθήνα. Ἡ μόνη ἀπόλαυσή του εἶναι νὰ ἐπισκέπτεται τὰ σκιαθίτικα καράβια στὸ λιμάνι τοῦ Πειραιᾶ. Πατώντας τὴν κουβέρτα τῶν καραβιῶν τῆς πατρίδας του, ἔχει τὴν συναίσθηση πὼς πατεῖ τὰ ἀγαπημένα χώματά της. Ἔτσι «Τοῦ βοριᾶ τὰ κύματα», ποὺ ἔγινε καὶ τίτλος τοῦ βιβλίου του, τοῦ φέρνουν τὰ χαιρετίσματα ἀπὸ τὸ ἀγαπημένο του νησί.
Τὸ 1900 φεύγει ἀπὸ τὴν δημόσια ὑπηρεσία. Στὴν οὐσία παύθηκε ἀπὸ τὸ Βαρβάκειο Γυμνάσιο, γιατὶ δὲν ὑπῆρχαν χρήματα νὰ πληρωθῇ. Τὴν ἑπόμενη χρονιὰ παντρεύτηκε μὲ τὴν Βασιλικὴ Φουλάκη, ποὺ τὴν γνώρισε στὶς ἀγρυπνίες τοῦ Ἁγίου Ἐλισσαίου. Τὴν βαθειά του πίστη τὴν μεταβίβασε καὶ στὴν γυναίκα του, ποὺ μαζί της πρὶν ἀκόμα παντρευτοῦν, γύριζαν μαζὶ στὶς ἐκκλησίες. Κι ὅταν παντρεύτηκαν στὸ σπίτι τους ἔβαλαν εἰκόνες καὶ κεριά, προσεύχονταν μαζί, ἔψελναν τὸν ἑσπερινό. Κάποτε μιὰ γριὰ Σκιαθίτισσα πῆγε στὴν Αἰδηψὸ γιὰ νὰ κάνῃ λουτρά. Ἔμαθε πὼς ἦταν ἐκεῖ ὁ κυρ-Ἀλέκος μὲ τὴν γυναίκα του, νιόπαντροι, καὶ πῆγε νὰ τοὺς δῇ. Τοὺς βρῆκε νὰ κάθονται στὸ δωμάτιο ποὺ εἶχαν νοικιάσει τὴν ὥρα ποὺ ἔψελναν ἑσπερινό. Ξαφνιασμένη τοὺς ρώτησε: «Ὁσπιτεύετε ἢ καλογερεύετε;».
Λένε πὼς δὲν εἶχαν ἄλλο δεσμὸ μεταξύ τους ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Δὲν εἶχαν συναναστροφὲς μὲ ἄλλους ἀνθρώπους. Ὁ Μωραϊτίδης γλιστροῦσε ἀθόρυβα καὶ βιαστικὰ ἀνάμεσα στὸ πλῆθος, μὲ τὴν ἀπεριποίητη βιβλική του γενειάδα, γιὰ νὰ γίνη ἄφαντος νὰ χωθῇ γρήγορα στὸ ἱερὸ τοῦ σπιτιοῦ του μὲ τὰ μανουάλια καὶ τὰ ψαλτήρια, ὅπου ἱερουργοῦσε σὰν παπᾶς σὲ ἐρημοκκλήσι. Καὶ ἡ ἀγαπημένη του γυναίκα δὲν ἦταν παρὰ μιὰ ταπεινὴ ἐκκλησάρισσα στὸν μικρὸ ἐκεῖνο καὶ παράδοξο ναό. Τὰ τελευταῖα χρόνια εἶχε ἐνδυθῆ τὸ μοναχικὸ σχῆμα μὲ τὸ ὄνομα Ἀθανασία.
Ὁ θάνατος τῆς συμβίας του
Δὲν κράτησε ὅμως πολὺ ἡ συμβίωσή τους ἐκείνη. Ἡ γυναίκα του, μοναχὴ Ἀθανασία, πεθαίνει καὶ αὐτὸ τὸν βυθίζει σὲ μεγάλο πένθος καὶ σὲ μεγαλύτερη σιωπή.
Σὲ μιὰ ἐπιστολή του μὲ ἡμερομηνία 30-10-1915, ἀπὸ τὴν Σκιάθο πρὸς τὴν Ἡγουμένη τοῦ μοναστηριοῦ Κεχροβουνίου τῆς Τήνου, τὴν Θεοδώρα, μὲ τὴν ὁποία συνδέθηκε πνευματικά, θὰ γράψῃ ἀναφερόμενος στὸν θάνατο τῆς συζύγου του:
«Ὁ θάνατός της ὑπῆρξε κοίμησις, ἐλαφρὰ μετάστασις ἀπὸ μίαν ζωὴν εἰς τὴν ἄλλην. Δὲν μοῦ λέγεις, πὼς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπολαύσω ἐγὼ αὐτὸ τὸ μακάριον τέλος; Διαβάζω ὡσὰν νὰ ἔχω στάδιον ἐμπρός μου, κάμνω σχέδια πάντοτε καὶ σκέψεις διαφόρους. Κι ἐκεῖ ὁποὺ διαβάζω, π.χ. πόσα ἔτη ταλαίπωροι σᾶς μένουν; Τί προσμένετε; Ἡ ζωή μας εἶναι 70 ἢ 80 τὸ πολὺ ἔτη. Τότε ἑξαφνιάζομαι ὡσὰν ἑξαφνιάζεται ἕνας εἰς τὸν ὕπνον του ἀπὸ ἕνα ράπισμα κατ᾿ ὄναρ.
Ἑξαφνιάζομαι καὶ βλέπω ὅτι 5 χρόνια μοῦ μένουν, ἂν μοῦ μένουν καὶ αὐτά. Καὶ μένω ἄναυδος. Ἀλλ᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ κάμνω; Νὰ μένω ἄναυδος; Πρέπει νὰ τρέξω, νὰ ἀρράξω εἰς ἕνα ἥσυχον λιμένα ὅπου τα 5 αὐτὰ χρόνια νὰ ἐπισκευάσω τὸ καράβι μου νὰ τὸ ἔχω ἕτοιμον διὰ τὸ ταξείδι τοῦ Ὠκεανοῦ. Ὁ νοῶν νοείτω....»
Σὲ ἄλλο ὀκτασέλιδο γράμμα γράφει:
«Νύκτα τῶν Χριστουγέννων 1915.
Ἀγαπητὴ ἐν Χριστῷ ἀδελφὴ κυρία Θεοδώρα.
...Δὲν πρέπει νὰ παραξενεύεσθε διὰ τὴν ἀδυναμίαν μου τὴν σωματικήν, διότι τὸ πένθος ὡς εἶπας ἦτο, ναὶ ἦτο βαρύτατον. Καὶ μόνον ὁ θάνατος θὰ τὸ ἐξαλείψῃ μὲ σπαραγμόν. Βιάζομαι νὰ χωνεύω τὴν θλίψιν, καὶ αὐτὸ φαίνεται βλάπτει σωματικῶς· εἶναι ὅμως τώρα πολὺ ἐλαφρότερον, καὶ νὰ σοῦ τὸ παραστήσω κάπως αἰσθητῶς, φαντάζομαι ὅτι ἡ μακαρία Ἀθανασία μου κάπου ἀποδημεῖ καὶ μὲ περιμένει νὰ ὑπάγω καὶ ἐγώ».
Τὸ 1907 ἐπισκέπτεται τὸ Μέγα Σπήλαιο. Ἐκεῖ πέφτει καὶ χτυπᾶ τὸ πόδι του. Ὑποχρεώνεται ἀπὸ αὐτὸ νὰ μείνῃ ἀκίνητος ὡς τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1908 στὴν κλινικὴ καὶ στὸ σπίτι του στὴν Σκιάθο. Οἱ συνθῆκες διαβίωσής του εἶναι τραγικές. Τὶς ἀπαριθμεῖ σὲ ἐπιστολές του πρὸς τὴν ἴδια Ἡγουμένη μὲ ἡμερομηνίες 8 καὶ 11-10-1916.
«Ἐν Σκι­ά­θῳ τῇ 8ῃ Ὀκτωβρίου 1916
Θεοπεφιλημένη μου καὶ περιπόθητος ἀδελφὴ ἐν Χριστῷ.
Θύελλα καὶ ἀστραπαὶ καὶ κακοκαιρίαι καὶ βρονταί· ἡ στέγη τοῦ κελλίου μου σείεται διότι εἶναι ὑπὸ τὸ κωδωνοστάσιον τοῦ Ναοῦ τῆς Παναγίας καὶ ἐν τῇ κορυφῇ τῆς πόλεως. Εἶναι 8 ἡ ὥρα περίπου τὸ βράδυ· μοῦ ἔφεραν τὸ κατσαρολάκι μὲ ζωμὸν ἀπὸ πικραλίδας, οὕτω λέγουν ἐδῶ τα ραδίκια τοῦ βουνοῦ. Τὰ παράθυρα φεγγοβολοῦν ἀπὸ τὰς ἀστραπάς. Ἤρχισε βροχή. Καὶ ὡς φαίνεται θὰ διαρκέσῃ ὄχι μόνο τὴν νύκτα ἀλλὰ καὶ ἡμέρας. Ἀλλ᾿ ὁ καιρὸς εἶναι νότιος θερμός. Ὅταν εἶναι κρύο καὶ βορρᾶς, καταβαίνω κάτω εἰς ἓν δωμάτιον (ὅπου καὶ κοιμῶμαι τώρα), τὸ ὁποῖον εἶναι σωστὸν σπήλαιον, φωτιζόμενον μόνον ἀπὸ τὴν κανδήλαν τῶν ἁγίων.
Ἐψάλαμεν ἀπόψε τὸν ἑσπερινὸν τῶν ὁσίων Ἀνδρονίκου καὶ Ἀθανασίας. Ἔφερα μαζί μου καθὼς καὶ πέρυσι τὴν ἁγίαν εἰκόνα των καὶ τὴν ἐστόλισα μὲ ὡραῖα λουλούδια, κρίνα τῆς ἐρήμου κατὰ τὸ τροπάριον, πάλλευκα καὶ κάτι ἄλλα τῆς ἐποχῆς χρῶμα μέλιτος, βελούδινα μανιταράκια λέγομεν ἐδῶ. Θαῦμα τῶν ὁσίων. Διότι χωρὶς νὰ τὰ παραγγείλω, χωρὶς ἄλλην φορὰν νὰ μοῦ φέρουν, ἄγνωστος γυναίκα μοῦ τὰ ἔφερε χθὲς βράδυ ἀπὸ τὸ βουνὸ τοῦ ἀειμνήστου Γέροντα παπα-Διονυσίου. Μοῦ τὰ ἔδωσε, λέγει, ἡ ἀδελφή σου, ὄχι αὐτὴ ποὺ συγκατοικῶ, ἀλλ᾿ ἄλλη ἡ ὁποία δὲν γνωρίζει πὼς ἔχω τὴν πανήγυριν καὶ τὴν εἰκόνα τῶν ὁσίων προφανῶς. Καὶ εἶναι κρίνα λευκὰ ποὺ εἰς τὸ χωρίον δὲν ἔχει κανείς. Καὶ ἦσαν πολλὰ κρίνα καὶ εὐωδίαζαν. Ἂν προφθάσω θὰ θέσω μέσα εἰς τὴν ἐπιστολὴν ἀπὸ τὴν ἁγίαν εἰκόνα.
Τὸ μεσημέρι μετὰ τὸ φαγητὸν μόνος μου ἔπλεξα τὸ στέφανον καὶ εἰς τὰς 4 περίπου τὸ ἐπῆγα εἰς τὴν ἐκκλησίαν μετὰ τῆς εἰκόνος καὶ τὴν ἐτοποθέτησα καταλλήλως. Ὁ ἑσπερινὸς διήρκεσε 1,30 ὥρα· μέγας ἑσπερινός. Ἂν ὑπῆρχε ἀλεύρι θὰ ἔκαμνα ἀρτοκλασίαν, ἀλλὰ εἶναι νηστικοὶ οἱ ἄνθρωποι καὶ περιμένουν αὔριον τὸ ἀτμόπλοιον. Τώρα ὅπου γράφω οἰκονόμησα 50 δράμια πετρέλαιον μὲ παρακλήσεις πολλάς.
Βοήθειά μας οἱ ὅσιοι!»
Καὶ ἡ δεύτερη ἐπιστολή:
«Ἐν Σκι­ά­θῳ τῇ 11 Ὀκτωβρίου 1916
Στεροῦμαι χειμερινοῦ οἰκήματος. Κοιμοῦμαι τώρα εἰς ὑγρὸν σπηλαιῶδες δωμάτιον καὶ μοῦ φαίνεται πὼς μὲ βλάπτει πολὺ ἡ ὑγρασία.
Πῶς ἐβάσταζαν οἱ Ὅσιοι εἰς τοὺς λάκους; Αὐτοὺς συλλογίζομαι καὶ ὁ νοῦς μου σαλεύεται. Διὰ νὰ ἵσταμαι ὀλίγον, διότι ἀπὸ τὸν καιρὸν τῶν καταγμάτων συνήθισα εἰς τὸ καθῆσθαι ἀείποτε, ἐπενόησα ἕναν κρεμαστήρα ὅπου τὸν ἔχω διὰ νὰ γυμνάζω τὴν θραυσμένην μου δεξιὰν - τρία χρόνια παρημέλησα τώρα καὶ αἰσθάνομαι βάρος ὕποπτον καὶ ὡς ρευματικόν. Λοιπὸν κρεμῶμαι καὶ λέγω τὸ μεσονύκτιον, τὸν Ἑξάψαλμον, τὰς Ὠδὰς καὶ ὅσα γνωρίζω ἀπὸ στήθους...».
Ἡ βράβευσή του
Τὸ 1928 ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν τὸν ἀνακηρύσσει ὁμόφωνα πρόσεδρο μέλος της. Ὁ Μωραϊτίδης οὔτε ποὺ πῆγε νὰ παραστῇ στὴν ἐκλογή του. Ἀρκέστηκε σὲ μιὰ εὐχαριστήρια ἐπιστολή του πρὸς τὸν πρόεδρο τῆς Ἀκαδημίας.
Ζοῦσε ἀποσυρμένος, παντελῶς ξένος πρὸς τὰ ἐγκόσμια. Ὁ ἀσκητισμός του ἦταν αὐστηρός. Συγγένευε μὲ ἐκείνων τῶν πρώτων ἀναχωρητῶν. Ἡ χριστιανικὴ ταπείνωση δὲν ἦταν ἄδεια λέξη γι᾿ αὐτόν. Τὴν εἶχε ντυθῆ κατάσαρκα ἡ ψυχή του. Καταδίκασε στὴν ψυχή του τὴν ἐγκόσμια ζωὴ γιὰ νὰ βρῇ λύτρωση στὴν σιωπὴ τῆς ἔκστασης, στὴν οὐρανοπολιτεία τοῦ μοναστηριοῦ, ὅπου θὰ ἀντάμωνε Ἐκεῖνον. Διψοῦσε γιὰ ἀλήθεια ἐσωτερική. Ἄκουε τὴν φωνὴ τοῦ Ἰησοῦ πρὸς τὴν Μάρθα ὅτι: «ἑνός ἐστι χρεία». Ἀνταποκρίνεται σ᾿ αὐτὸ τὸ κάλεσμα, παίρνει τὸ μοναχικὸ σχῆμα καὶ ὀνομάζεται Ἀνδρόνικος. Γιὰ μιὰ ἁπλὴ ἀλλαγὴ ρούχων πρόκειται, γιατὶ ὁ Μωραϊτίδης δὲν ἔγινε τότε μοναχός, ἦταν μοναχὸς καὶ μάλιστα ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀναφέρονται στὰ πιὸ αὐστηρὰ μοναστήρια. Ἁπλὰ ἔδωσε τὴν ἐξωτερικὴ φόρμα στὸ περιεχόμενο τῆς ζωῆς του.
Ἡ κουρά του ἔγινε στοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες τῆς Σκιάθου. Μὲ μεγάλη χαρὰ ντύθηκε τὸ «Ἀγγελικὸ Σχῆμα» γιὰ νὰ εἰσέλθῃ στὸν νυμφώνα τοῦ Χριστοῦ. Ἕνα γράμμα του ποὺ ἔστειλε λίγες μέρες ἀργότερα σὲ μιὰ εὐλαβικὴ κυρία τῶν Ἀθηνῶν καὶ δημοσιεύθηκε στὴν «Ἑστία», νομίζει κανεὶς πὼς εἶναι γραμμένο ἀπὸ καθολικὴ παρθένα δεκατεσσάρων ἐτῶν, ποὺ ἔκαμε τὴν πρώτη μετάληψή της καὶ διηγεῖται σὲ μιὰ φιλενάδα της τὴν χερουβικὴ τελετή. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Μωραϊτίδης μὲ ἕνα παρθενικὸ ὕφος μιλάει γιὰ τὰ ράσα του, ποὺ τοῦ στέκανε ὡραία, γιὰ τὶς καμπάνες τῆς ἐκκλησίας, ποὺ σήμαιναν χαρμόσυνα, γιὰ τὴν εὐλογία τοῦ Μητροπολίτη, γιὰ τοὺς χριστιανοὺς τοῦ ἐκκλησιάσματος, ποὺ δὲν χόρταιναν νὰ τὸν καμαρώνουν μέσα στὸ «Ἀγγελικὸ Σχῆμα».
Καὶ στὴν παραπάνω Ἡγουμένη Θεοδώρα θὰ γράψῃ στὶς 16-9-1929:
«Σήμερον εἶχον τὴν μεγαλυτέραν ἑορτὴν τῆς ζωῆς μου. Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἐπόθουν ἀπὸ τόσα χρόνια, ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἡ ψυχή μου ἐμελετοῦσε νύκτας καὶ ἡμέρας, τὸ ἀπήλαυσα, τὸ ἀπέκτησα. Τὸ Μέγα καὶ Ἀγγελικὸν Σχῆμα. Δὲν εἶμαι πλέον ὁ Διδάσκαλος Ἀλέξανδρος, ὁ πρεσβύτης, ὁ πολυάσχολος μὲ τὰς μερίμνας τοῦ κόσμου. Εἶμαι ὁ μοναχὸς Ἀνδρόνικος...».
Ὁ θάνατος τοῦ Ἀνδρόνικου-Ἀλέξανδρου Μωραϊτίδη ἦρθε στὶς 25 Ὀκτωβρίου 1929. Πέθανε σὰν τὸν Τολστόϊ σὲ ἕνα μοναστήρι. Μιὰ καλόγρια τοῦ ἔκλεισε τὰ μάτια. Ἔτσι πέρασε στὴν γαλήνη τῆς αἰωνιότητας «εἰς προϋπάντησιν τοῦ Σωτῆρος», ποὺ τόσο ἐπιθυμοῦσε.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ