Ο Προφήτης Ζαχαρίας, πατέρας του Τιμίου Προδρόμου, του μεγαλύτερου άνδρα που γέννησε γυναίκα, κατά τον λόγο του Κυρίου.
Την ημέρα της μεγάλης εορτής του Εξιλασμού, όταν ο Ζαχαρίας εισήλθε μόνος ως εφημερεύων αρχιερεύς στον ναό για να προσφέρη θυμίαμα, παρουσιάσθηκε στα δεξιά του θυσιαστηρίου του ο αρχάγγελος Γαβριήλ. Εξαστράπτοντας από θείο φως τού ευαγγελίσθηκε ότι ο Θεός εισήκουσε τις προσευχές του και θα του δώση στα γηρατειά υιό, ο οποίος θα ονομασθή Ιωάννης· πρόσθεσε δέ· «Και Πνεύματος Αγίου πλησθήσεται έτι εκ κοιλίας μητρός αυτού, και αυτός προελεύσεται ενώπιον του Κυρίου ετοιμάσαι Κυρίω λαόν κατεσκευασμένον».
Ο Ζαχαρίας έκθαμβος από την οπτασία δυσπίστησε στο χαρμόσυνο μήνυμα και ο άγγελος τον ετιμώρησε με αφωνία ως την γέννησι και τα ονομαστήρια του Προδρόμου, για να τον διδάξη να μην αμφιβάλλη στις θείες επαγγελίες.
Την ογδόη ημέρα από την γέννησι του παιδιού, κατά την περιτομή του, οι συγγενείς ρώτησαν τον πατέρα του πώς θα το ονομάση. Ο Ζαχαρίας εζήτησε πλάκα και έγραψε: «Ιωάννης εστί το όνομα αυτού». Αμέσως λύθηκε η γλώσσα του και πλήρης Πνεύματος Αγίου έψαλε την προφητική ωδή: «Ευλογητός Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, ότι επεσκέψατο και εποίησε λύτρωσιν τω λαώ Αυτού, και ήγειρε κέρας σωτηρίας ημίν εν οίκω Δαυίδ του παιδός αυτού, καθώς ελάλησε διά στόματος των αγίων, των απ’ αιώνος προφητών Αυτού… Και σύ, παιδίον, προφήτης Υψίστου κληθήση· προπορεύση γάρ πρό προσώπου Κυρίου ετοιμάσαι οδούς Αυτού, του δούναι γνώσιν σωτηρίας τω λαώ Αυτού, εν αφέσει αμαρτιών αυτών διά σπλάγχνα ελέους Θεού ημών, εν οίς επεσκέψατο ημάς ανατολή εξ ύψους, επιφάναι τοις εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένοις, του κατευθύναι τους πόδας ημών εις οδόν ειρήνης » (Λουκ. 1,5-20· 53-79).
Μετά την γέννησι του Χριστού ο Ζαχαρίας, σύμφωνα με την παράδοσι, εκήρυττε με παρρησία ότι η Μαριάμ όντως εγέννησε τον Θεό και ότι μετά τον θείο τοκετό έμεινε και πάλι Παρθένος. Επειδή δέ στον ναό της όρισε να στέκεται όπου εστέκοντο αι παρθένοι, διήγειρε εναντίον του το μίσος των Εβραίων.
Έτσι, όταν κατά την βρεφοκτονία της Βηθλεέμ έκρυψε την Ελισάβετ μαζί με τον Ιωάννη, νήπιο τότε δυόμισι ετών, σε σπήλαιο πέραν του Ιορδάνου, τον κατήγγειλαν στον θηριώδη Ηρώδη και τον κατεδίωξαν ως το εσωτερικό του ναού. Εκεί τον εφόνευσαν μεταξύ ναού και θυσιαστηρίου, στον τόπο όπου είχε ορίσει να στέκεται η Παρθένος μετά την θεοτοκία της. Το αίμα του κύλησε έως το εσωτερικό του θυσιαστηρίου, μαρτυρώντας ενώπιον του Θεού την μιαιφονία των Εβραίων. Οι ιερείς ενεταφίασαν το σώμα του στον τάφο των πατέρων του, στα Ιεροσόλυμα.
Από το γεγονός αυτό και εξής στον ναό των Ιεροσολύμων έλαβαν χώρα σημεία και τέρατα, που προεμήνυαν την προσεχή κατάργησι της λατρείας και του Νόμου. Οι ιερείς έπαυσαν να έχουν οπτασίες θεοπέμπτων αγγέλων· τους αφαιρέθηκε το χάρισμα της προφητείας και δεν μπορούσαν πλέον να δώσουν χρησμό από το Δαβήρ (άδυτο του ναού), ούτε να ρωτήσουν στο εφούδ (άμφιο του Ααρών) και να διασαφηνίσουν στον λαό τα δυσνόητα σημεία της Αγίας Γραφής.
Πηγή: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος πρώτος, σ. 57-59).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου