ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Κυριακή, Μαΐου 30, 2010

ΕΙΝΑΙ Ο ΖΗΛΟΣ ΜΑΣ ΓΝΗΣΙΟΣ;



Η πρώτη βαθμίδα αμαρτίας είναι να κάνης το καλό, αλλά όχι με καλό τρόπο. Και ο Μέγας Βασίλειος αναφέρει επτά περιπτώσεις κατά τις οποίες κάνοντας το καλό αμαρτάνουμε. Μία από αυτές είναι όταν κάνουμε το καλό, αλλά όχι με καλό σκοπό.
Στο παρακάτω άρθρο από το περιοδικό Εφημέριος, το οποίο φυλάσσει στο αρχείο του ο π. Αρσένιος Κομπούγιας, διαφαίνεται μια τέτοια περίπτωση, κατά την οποία ένας Ιερέας δεν είχε ζυγίσει τις προθέσεις του…
*
Ένας ιερεύς ζηλωτής με πλούσια δράσι είδε κάποτε ένα όνειρο. Ο ίδιος μας το έχει περιγράψει ως εξής:
“Καθόμουνα στην πολυθρόνα μου, κουρασμένος κι εξαντλημένος από την εργασία. Το σώμα μου πονούσε απ’ τη μεγάλη κόπωσι. Πολλοί στην ενορία μου ζητούσαν τον πολύτιμο μαργαρίτη. Και πολλοί τον είχαν βρή. Η ενορία μου προώδευε από κάθε άποψι. Η ψυχή μου πλημμύριζε από χαρά, ελπίδα και θάρρος. Τα κηρύγματά μου έκαναν μεγάλη εντύπωσι. Πολλοί προσήρχοντο στην εξομολόγησι. Η Εκκλησία μου ήταν πάντοτε ασφυκτικά γεμάτη. Είχα κατορθώσει να κινητοποιήσω ολόκληρη την ενορία. Ικανοποιημένος απ’ όλα εργαζόμουνα κάθε μέρα μέχρι εξαντλήσεως.
Ενώ σκεπτόμουνα όλα αυτά, χωρίς να το καταλάβω, με πήρε ο ύπνος. Τότε συνέβη το εξής, που θα σάς περιγράψω:
Ένας ξένος μπήκε στο δωμάτιο χωρίς να χτυπήση την πόρτα. Το πρόσωπό του ήταν γλυκό κι είχε μεγάλη πνευματικότητα. Ήταν καλά ντυμένος και κρατούσε στο χέρι του μερικά όργανα χημικού εργαστηρίου. Η όλη του εμφάνισις προκαλούσε παράξενη εντύπωσι. Ο ξένος με πλησίασε. Κι ενώ μου άπλωνε το χέρι του για να με χαιρετήση, μ’ ερώτησε: “Πώς πάει ο ζήλος σου;”.
Η ερώτησις αυτή μου προξένησε μεγάλη χαρά. Γιατί ήμουν πολύ ικανοποιημένος με το ζήλο μου. Και δεν είχα καμιά αμφιβολία, πώς κι αυτός ο ξένος θα ήταν πολύ χαρούμενος, αν το γνώριζε. Τότε, όπως θυμάμαι απ’ το όνειρό μου, για να του δείξω πόση αξία έχει ο ζήλος μου, σαν να έβγαλα απ’ το στήθος μου μια συμπαγή μάζα, που ακτινοβολούσε σαν χρυσάφι. Του την έβαλα στο χέρι. Και του λέω: “Αυτός είναι ο ζήλος μου!”. Εκείνος την πήρε και τη ζύγισε προσεκτικά πάνω στη ζυγαριά του: “Ζυγίζει 50 οκάδες”, λέει σοβαρά.
Εγώ μόλις μπορούσα να συγκρατήσω τη χαρά μου για το βάρος αυτό. Εκείνος όμως με σοβαρότητα σημείωσε το βάρος σ’ ένα χαρτί και συνέχισε την εξέτασί του. Έσπασε τη μάζα εκείνη σε κομμάτια και την έβαλε μέσα σ’ ένα χημικό τηγάνι πάνω στη φωτιά. Όταν η μάζα έλυωσε και καθαρίστηκε, την έβγαλε απ’ τη φωτιά. Ξεχώρισε τα διάφορα στοιχεία. Όταν αυτά κρύωσαν, σχηματίσθηκαν διάφορα κομμάτια. Τα άγγιζε με ένα σφυράκι και ζύγιαζε το καθένα ξεχωριστά. Έπειτα σημείωνε προσεκτικά το βάρος κάθε κομματιού πάνω στο χαρτί. Όταν τελείωσε, μου έριξε μια ματιά, γεμάτη από συμπόνια και μου λέγει: “Εύχομαι να σε λυπηθή ο Θεός και να σωθής”. Κι αμέσως εγκατέλειψε το δωμάτιο.
Στο χαρτί, που μου άφησε στο τραπέζι, ήταν γραμμένα τα εξής:
“Ανάλυσις του ζήλου του ιερέως Χ. Συνολικόν βάρος: 50 οκάδες. Η προσεκτική ανάλυσις παρουσιάζει τα εξής στοιχεία:
Φανατισμός - 5 οκάδες
Προσωπική φιλοδοξία – 15 οκάδες
Φιλοχρηματία – 12 οκάδες
Επίδειξις – 9 οκάδες
Τάσις προς επιβολήν και κυριαρχίαν πάνω στις ψυχές – 6 οκάδες
Αγάπη προς τον Θεόν – 2 οκάδες
Αγάπη προς τους ανθρώπους – 1 οκά
Σύνολον – 50 οκάδες.”
Η παράξενη συμπεριφορά του ξένου και η ματιά με την οποία με αποχαιρέτησε, μου μετέδωσαν κάποια ανησυχία. Μά όταν είδα το αποτέλεσμα της εξετάσεώς του, ένοιωσα τα γόνατά μου να λυγίζουν.
Θέλησα στην αρχή ν’ αμφισβητήσω την ορθότητα των αριθμών. Μά εκείνη τη στιγμή άκουσα έναν αναστεναγμό του ξένου, που είχε φθάσει στην εξώπορτα. Ηρέμησα κι άρχισα να σκέπτωμαι πιο ψύχραιμα. Μά καθώς σκεπτόμουνα, σκοτείνιαζε μπροστά μου. Δεν μπορούσα να διαβάζω το χαρτί, που κρατούσα στα χέρια μου. Αγωνία και φόβος με κατέλαβαν. Στα χείλη μου ήλθε η κραυγή: “Κύριε, σώσε με”. Έρριξα πάλι μια ματιά στο χαρτί. Ξαφνικά μεταμορφώθηκε αυτό σ’ έναν ολοκάθαρο καθρέπτη, που καθρέπτιζε την καρδιά μου. Ένοιωσα και ανεγνώρισα την κατάστασί μου. Με δάκρυα στα μάτια παρακαλούσα τον Κύριο να μ’ ελευθερώση απ’ το Εγώ μου. Τέλος ξύπνησα με μια κραυγή αγωνίας.
Στα περασμένα χρόνια παρακαλούσα τον Θεό να με σώση από διαφόρους κινδύνους. Μα απ’ τη μέρα εκείνη άρχισα να παρακαλώ το Θεό να μ’ ελευθερώση απ’ το δικό μου Εγώ. Για πολύν καιρό ένοιωθα ταραγμένος. Τέλος, ύστερ’ από επίμονες προσευχές, ένοιωσα το φως του Κυρίου να πλημμυρίζη την καρδιά μου και να καίη τ’ αγκάθια του εγωκεντρισμού. Όταν ο Κύριος με καλέση κοντά Του, θα Τον ευχαριστήσω ολόθερμα για την αποκάλυψι εκείνης της ημέρας. Μου φανέρωσε τότε τον αληθινό εαυτό μου και ωδήγησε τα πόδια μου στον πιο στενό, αλλά πιο όμορφο δρόμο. Κάθε μέρα ανανέωνα τις αποφάσεις μου. Εκείνη η επίσκεψις που μου έκαμε Εκείνος που “ετάζει καρδίας και νεφρούς”, με έκαμεν άλλον άνθρωπο και ωφέλησε πολύ την εργασία μου”.
Άραγε τί αποτέλεσμα θα παρουσίαζε η εξέτασις του ιδικού μου ζήλου; Θα παρουσίαζε τους γλυκούς εκείνους καρπούς του Πνεύματος, για τους οποίους ομιλεί ο Απόστ. Παύλος (Γαλ. ε΄, 22); Ή μήπως θα φανέρωνε εγωκεντρικές εκδηλώσεις; Ας κλίνωμε γι’ αυτό όλοι ταπεινά τα γόνατά μας μπροστά στο μεγαλείο του Θεού! Ας αφήνωμε το φως του να διεισδύη ως τα τρίσβαθα της ψυχής μας, για να γνωρίζωμε τον αληθινό εαυτό μας. Ας μη συγχέωμε ποτέ το καθήκον με εγωκεντρικές αποκλίσεις και επιθυμίες μας.
(Αναδημοσίευση από τον “Εφημέριο”, 1-11-1956)


To βρήκα στο FB
Περιττό να σας αναφέρω την συντριβή μου

Οι άγιοι μας


Πριν την έλευση του Σωτήρος Χριστού στον επίγειό μας κόσμο, εμείς οι άνθρωποι γνωρίζαμε μόνον τον θάνατο, και ο θάνατος εμάς. Κάθε τι το ανθρώπινο ήταν διαποτισμένο με τον θάνατο, αιχμαλωτισμένο και κατανικημένο από αυτόν. Ο θάνατος μάς ήταν πλησιέστερος και από τον εαυτό μας, και περισσότερο πραγματικός από εμάς τους ιδίους. Δυνατότερος, ασυγκρίτως δυνατότερος από κάθε άνθρωπο χωριστά, και από όλους τους ανθρώπους μαζί. Η γη ήταν φρικαλέα φυλακή του θανάτου, και εμείς ανίσχυροι, δέσμιοι και δούλοι του. Μόνον με την έλευση του Θεανθρώπου Χριστού η ζωή εφανερώθη. Εφανερώθη η ζωή η αιώνιος στους απελπισμένους θνητούς, στους αθλίους δούλους του θανάτου, σ’ εμάς.

Η αληθινή ζωή επάνω στη γη αρχίζει ακριβώς με την Ανάσταση του Σωτήρος, διότι είναι ζωή που δεν τελειώνει με τον θάνατο.

Τι είναι οι χριστιανοί; Οι χριστιανοί είναι χριστοφόροι, και επομένως φορείς και κάτοχοι της αιωνίου ζωής. Τούτο δε κατά το μέτρο της πίστεώς τους και κατά το μέτρο της αγιότητός τους, η οποία είναι καρπός της πίστεως. Οι άγιοι είναι οι περισσότερο τέλειοι Χριστιανοί, διότι έχουν αγιασθεί στον μέγιστο, κατά το δυνατόν, βαθμό με την άσκηση της πίστεως στον Αναστάντα και αιωνίως Ζώντα Κύριον Ιησούν. Πράγματι, αυτοί είναι οι μοναδικοί και όντως αθάνατοι μέσα στο ανθρώπινο γένος, διότι με όλο το είναι τους ζουν εν τω Αναστάντι και για τον Αναστάντα Χριστό, και κανένας θάνατος δεν έχει εξουσία επάνω τους. Η ζωή τους ολόκληρη είναι από τον Χριστό και γι’ αυτό όλη είναι χριστοζωή. Η σκέψις τους είναι χριστοσκέψις. Η αίσθησίς τους χριστο-αίσθησις. Ό,τι είναι δικό τους είναι πρώτα του Χριστού και κατόπιν δικό τους. Αν είναι η ψυχή, αυτή είναι πρώτα του Χριστού, και κατόπιν δική τους. Αν είναι η ζωή, είναι πρώτα του Χριστού και μετά δική τους. Σ’ αυτούς δεν είναι
αυτοί, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός Κύριος.

Γι’ αυτό οι βίοι των Αγίων δεν είναι άλλο παρά η ζωή του Σωτήρος Χριστού επαναλαμβανόμενη σε κάθε άγιο, λίγο ή πολύ, κατά τούτον ή εκείνον τον τρόπον. Ή, ακριβέστερα, είναι η ζωή του Χριστού παρατεινόμενη δια των αγίων. Η ζωή του σαρκωθέντος Θεού Λόγου, του Θεανθρώπου Ιησού, ο οποίος γι’ αυτό και έγινε άνθρωπος, για να μας σώσει και να μας μεταδώσει ως άνθρωπος τη θεία ζωή του. Για να αγιάσει και απαθανατίσει και αιωνιοποιήσει με τη ζωή του ως Θεός, την ιδική μας, ανθρώπινη, ζωή, επάνω στη γη.


αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς

Σάββατο, Μαΐου 29, 2010

Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ


ΝΙΚΟΛΟ ΜΠΑΡΜΠΑΡΟ

Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ

ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΛΩΣΗΣ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ

Εκδόσεις «νεα συνορα» - Α.Α. Λιβάνη

Αθήνα 1993

Στις 27 Μαΐου, πάλι αυτοί οι λυσσασμένοι ειδω­λολάτρες άναψαν όλη τη νύχτα τόσο μεγάλες φω­τιές όσο και την προηγούμενη και τις κράτησαν αναμμένες μέχρι τα μεσάνυχτα. Οι τρομερές φω­νές και οι άγριες ιαχές τους ακούγονταν μέχρι την πλευρά της Ανατολίας, που βρίσκεται δώδεκα μί­λια μακριά από το στρατόπεδο. Και όλος αυτός ο χαλασμός, για να τρομοκρατήσουν εμάς τους χρι­στιανούς. Αυτή η αλλοφροσύνη κράτησε μέχρι το πρωί. Αλλά όλη τη μέρα δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να σφυροκοπούν με τα κανόνια τους τα ά­μοιρα τείχη, ενώ σήμερα γκρέμισαν αρκετά κομμά­τια και μας έβαλαν σε πολλή δουλειά. Στη θάλασ­σα δεν είχαμε κανένα επεισόδιο. Τίποτε άλλο δε συνέβη αυτή τη μέρα, ούτε και τη νύχτα.

Στις 28 Μαΐου, ο Τούρκος αμηράς έβγαλε δια­ταγή με σάλπισμα σ' όλο το στρατόπεδό του, ότι όλοι οι πασάδες και όλοι οι άλλοι αξιωματούχοι των στρατευμάτων του έπρεπε να κατέβουν και να μείνουν όλη μέρα σης θέσεις τους, επειδή την επαύριο ο Τούρκος αυθέντης ήθελε να εξαπολύσει γενική επίθεση σ' αυτήν την αξιοθρήνητη πόλη, αλλιώς θα τιμωρούνταν με την ποινή του αποκε­φαλισμού. Μόλις δόθηκε η διαταγή σ' όλο το στρατόπεδο, έτρεξαν όλοι και με μεγάλη μάλιστα σπουδή να καταλάβουν τις θέσεις τους. Αλλά, όλη τη μέρα, από την ώρα που ξημέρωσε μέχρι που έπεσε η νύχτα, οι Τούρκοι άλλο δεν έκαναν παρά να φέρνουν πανύψηλες κλίμακες κοντά στα τείχη για να αναρριχηθούν σ' αυτές την επομένη, που θα ήταν η κρίσιμη μέρα της μάχης. Αυτές οι σκάλες ήταν περίπου δύο χιλιάδες.

Έπειτα έφεραν μεγά­λες ποσότητες πλεγμάτων από φρύγανα και λυγα­ριές για να καλύψουν αυτούς που θα σκαρφάλωναν με τις σκάλες απάνω στα τείχη. Όταν το έκα­ναν κι αυτό οι Τούρκοι, άρχισαν να ηχούν σάλπιγ­γες σ' όλο το στρατόπεδο και ταμπούρλα και τύ­μπανα για να εμψυχώσουν τους στρατιώτες τους, κραυγάζοντας: «Γιοι του Μωάμεθ, ας ξεχειλίσει η καρδιά σας από χαρά γιατί αύριο θα έχουμε στα χέρια μας τόσους χριστιανούς, τους οποίους θα τους πουλήσουμε για δούλους ένα δουκάτο τους δύο και θα αποκτήσουμε τόσα πλούτη που όλοι θα γεμίσουμε χρυσάφι. Από τα γένια των Γραικών θα κάνουμε λουριά για να δένουμε τα σκυλιά μας, και οι γυναίκες τους και οι θυγατέρες τους θα γίνουν σκλάβες μας. Ναι, γιοι του Μωάμεθ, ας ξεχειλίσει από χαρά η καρδιά σας κι ετοιμαστείτε με χαρά να πεθάνετε για την αγάπη του Μωάμεθ μας».

Μ' αυτόν τον τρόπο οι ειδωλολάτρες εμψύχωναν τα στρατεύματά τους. Όταν έγινε κι αυτό, έβαλαν φωνή σ' όλο το στρατόπεδο ότι κάθε Τούρκος επί ποινή αποκεφαλισμού έπρεπε να σταθεί στη θέση του και να υπάγει πράξει ό,τι θα τον διέτασσαν οι αρχηγοί του. Το βράδυ, όλοι οι Τούρκοι σε στρατιωτική παράταξη κατέβηκαν στις θέσεις τους με όλα τους τα όπλα και πολύ μεγάλα φορ­τία από σαΐτες. Όταν νύχτωσε, όλοι έστεκαν στις θέσεις τους χαρούμενοι με την απόφαση να δώσουν τη μάχη και όλοι παρακαλούσαν τον Μωά­μεθ τους να τους δώσει νίκη και βοήθεια.

Αυτή όμως την ημέρα οι Τούρκοι τόσο πολύ βομβάρδι­σαν τα αξιολύπητα τείχη, που ήταν κάτι από άλλο κόσμο, κι αυτό το έκαναν επειδή ήταν η μέρα που έβαζαν τέλος στους κανονιοβολισμούς. Σήμερα, εμείς οι χριστιανοί φτιάξαμε εφτά σκεπαστά άρ­ματα με πορτόνια, για να τα στήσουμε πίσω από τις επάλξεις από την πλευρά της στεριάς. Όταν κατασκευάσαμε αυτά τα άρματα, τα κατεβάσαμε στην πλατεία και ο άρχοντας Βάιλος έδωσε διατα­γή στους Γραικούς να τα μεταφέρουν γρήγορα στα τείχη. Οι Έλληνες όμως δεν ήθελαν να τα μεταφέ­ρουν, αν δεν πληρώνονταν πρώτα, κι έτσι στήθηκε μια διαμάχη που κράτησε σχεδόν όλο το βράδυ, επειδή εμείς οι Ενετοί έπρεπε να πληρώσουμε αγώΐ σε όποιους τα μετέφεραν, αλλά οι Έλληνες δεν ήθελαν να πληρώσουν τίποτα.

Όταν πια τ' άρματα έφτασαν στα τείχη, είχε ήδη νυχτώσει και δε βλέ­παμε να τα τοποθετήσουμε καλά στις επάλξεις. Κι όλα αυτά, εξαιτίας της φιλαργυρίας των Ελλήνων. Επίσης, σήμερα, την ώρα της μεσημβρίας, ο άρχο­ντας Βάιλος έδωσε διαταγή σε όλους τους Βενε­τσιάνους να πάνε να σταθούν στα χερσαία τείχη, πρώτα για την αγάπη του Κυρίου κι έπειτα για το καλό της Πόλης και για την τιμή όλης της χριστια­νοσύνης, κι όλοι ήταν έτοιμοι να θυσιάσουν τη ζωή τους και να μείνουν στις θέσεις τους. Υπα­κούοντας λοιπόν όλοι φιλότιμα στον άρχοντα Βάιλο, αρματωθήκαμε όσο πιο καλά μπορούσαμε και ταυτόχρονα εξοπλίσαμε το στόλο και κυρίως τις ολκάδες και τις γαλέρες που βρίσκονταν στην ά­λυσο του λιμανιού.

Σήμερα, ο Τούρκος αυθέντης έφτασε έφιππος με δέκα χιλιάδες άλογα στο στόλο του, που είναι στις Κολόνες, για να δει αν ο στό­λος του ήταν έτοιμος για μάχη και να δώσει δια­ταγές για την αυριανή επίθεση. Πολλή ώρα ο Τούρκος αμηράς έδινε διαταγές στο ναύαρχό του, λέγοντάς του με ποιο τρόπο δηλαδή έπρεπε να επιτεθεί στο στόλο μας. Όταν τέλειωσε, ο αυ­θέντης έστησε γλέντι με το ναύαρχό του και άλ­λους αξιωματούχους κι όλοι μαζί μέθυσαν, σύμ­φωνα με το έθιμο τους. Έπειτα ο αυθέντης γύρισε στο στρατόπεδο και συνέχισε εκεί το γλέντι. Όλη αυτήν την ημέρα στην Πόλη χτυπούσαν οι καμπά­νες, για να κατέβουν όλοι στις θέσεις τους. Γυναί­κες και παιδιά μετέφεραν λίθους στα τείχη για να εξοπλίσουν τις επάλξεις κι εκείνοι που ήταν επά­νω να τις πετούν στους Τούρκους. Όλοι στην Πό­λη θρηνούσαν από το μεγάλο φόβο τους.

Όταν έφτασε η πρώτη ώρα της νύχτας, οι Τούρκοι άνα­ψαν πάλι σ' όλο το στρατόπεδο τους τρομερές φωτιές, πολύ μεγαλύτερες από εκείνες που είχαν ανάψει τις δυο προηγούμενες νύχτες. Κι ήταν τό­σο δυνατά τα ουρλιαχτά τους, που εμείς οι χρι­στιανοί δεν μπορούσαμε να τα υποφέρουμε, ενώ συγχρόνως εξαπέλυαν πολλούς λίθους με τις βομ­βάρδες τους και μολύβδινες σφαίρες με τα τούφεκα. Σχεδόν νομίζαμε ότι βρισκόμασταν στην ίδια την Κόλαση. Αυτή η αλλοφροσύνη κράτησε μέχρι τα μεσάνυχτα κι έπειτα οι φωτιές σβήστηκαν, αλ­λά αυτοί οι ειδωλολάτρες ολημερίς κι ολονυχτίς δεν έκαναν άλλο παρά να παρακαλούν τον Μωάμεθ να τους δώσει νίκη να κυριεύσουν την Κων­σταντινούπολη. Εμείς οι χριστιανοί μέρα και νύ­χτα ικετεύαμε το Θεό μαζί με τη μητέρα Του Πα­ναγία Μαρία και όλους τους αγίους και τις αγίες που βρίσκονται στον ουρανό. Με μεγάλους θρή­νους τους παρακαλούσαμε ευλαβικά να μας δώ­σουν τη νίκη για να γλιτώσουμε από τη μανία αυτού του λυσσαλέου ειδωλολάτρη. Έχοντας πα­ρακαλέσει η μια πλευρά και η άλλη το Θεό της να δώσει νίκη -εκείνοι το δικό τους κι εμείς τον εδικό μας- ο Κύριος και Θεός ημών όρισε στον ουρανό μαζί με τη μητέρα Του ποιοι θα έβγαιναν νικητές από αυτήν τη σκληρή μάχη, της οποίας αύριο θα δούμε την κατάληξη.

Η 29η Μαΐου είναι η τελευταία μέρα της πο­λιορκίας, κατά την οποία ο Κύριος και Θεός η­μών έδωσε την καταδικαστική απόφαση εναντίον των Γραικών, και με θέλημά του σήμερα η Πόλη έπεσε στα χέρια του Μωάμεθ, διάδοχου του Τούρ­κου Μουράτ, όπως θα πληροφορηθείτε στη συνέ­χεια. Κι ακόμα, ο αιώνιος Θεός ήθελε να δοθεί αυτή η σκληρή απόφαση για να επαληθευθούν όλες οι παλιές προφητείες και κυρίως η πρώτη, εκείνη που έκανε ο Αγιος Κωνσταντίνος, που στέ­κει στο άλογό του πάνω σε μια στήλη κοντά στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας και προφητεύει με το χέρι και λέει: Από εδώ θα έρθει εκείνος που θα με αφανίσει, δείχνοντας την Ανατολία, δηλαδή την Τουρκία. Η άλλη προφητεία λέει πως όταν σ' αυ­τήν την αυτοκρατορία βρεθεί ένας αυτοκράτορας που θα έχει το όνομα Κωνσταντίνος γιος της Ελέ­νης, η Κωνσταντινούπολη θα χαθεί. Και η άλλη λέει πως όταν η σελήνη δώσει σημείο στον ουρανό, μέσα σε λίγες μέρες οι Τούρκοι θα πάρουν την Κωνσταντινούπολη.

Και οι τρεις αυτές λοιπόν προφητείες έχουν εκπληρωθεί, δηλαδή οι Τούρκοι πέρασαν στην Ελλάδα, βρέθηκε ο αυτοκράτορας που ακούει στο όνομα Κωνσταντίνος και είναι γιος της Ελένης και το φεγγάρι έδωσε σημάδι στον ου­ρανό. Όλες λοιπόν οι προφητείες επαληθεύτηκαν και ο Θεός αποφάσισε να δώσει τη μοιραία απόφα­ση κατά των χριστιανών και της αυτοκρατορίας του Κωνσταντίνου, όπως θα δείτε στη συνέχεια. Σήμε­ρα, την 29η Μαΐου του έτους 1453, την τρίτη ώρα πριν την ημέρα, ο Μωάμεθ, γιος και διάδοχος του Τούρκου Μουράτ, έρχεται αυτοπροσώπως στα τεί­χη για να κάνει τη γενική επίθεση, με την οποία καθαίρεσε την Πόλη.

Ο Τούρκος αυθέντης είχε ορ­γανώσει τους άντρες του σε τρία ασκέρια , και κάθε ασκέρι διέθετε πενήντα χιλιάδες άντρες. Το ένα ασκέρι απαρτιζόταν από χριστιανούς, εκείνοι που εκρατούντο με τη βία στο στρατόπεδο. Το δεύ­τερο ασκέρι αποτελείτο από ανθρώπους των κατώ­τερων στρωμάτων, απολίτιστους αγρότες και όλα τα κατακάθια , και το τρίτο ασκέρι ήταν όλοι γενί­τσαροι που φορούσαν τα λευκό φέσια. Οι γενίτσα­ροι ήταν όλοι στρατιώτες του αυθέντη, που τους πλήρωνε μέρα με την ημέρα, όλοι δε άντρες διαλεγ­μένοι και ανδρείοι στη μάχη. Πίσω από αυτούς ή­ταν όλοι οι αξιωματούχοι και πίσω από τους αξιω­ματούχους ήταν ο Τούρκος αυθέντης.

Το πρώτο ασκέρι, οι χριστιανοί, ήταν εκείνοι που μετέφεραν τις σκάλες, κι αυτές τις σκάλες ήθελαν να σηκώσουν και να τις στήσουν πάνω στα τείχη. Οι δικοί μας όμως τις γκρέμιζαν αμέσως μαζί με όλους αυτούς που προσπαθούσαν να αναρριχηθούν στα τείχη κι εκείνοι αμέσως τσακίζονταν. Kι ακόμα, οι δικοί μας που βρίσκονταν ψηλά στις επάλξεις έριχναν κατά πάνω τους μεγάλες πέτρες, και λίγοι κατόρθωναν να σώσουν τη ζωή τους. Όλοι όσοι έφταναν κάτω από τα τείχη, εφονεύοντο. Όταν αυτοί που ανέβαι­ναν πάνω στις σκάλες έβλεπαν στη γη τόσους νε­κρούς, ήθελαν να γυρίσουν πίσω στο στρατόπεδο για να μη σκοτωθούν κι εκείνοι από τις πέτρες. Αλ­λά καθώς οι άλλοι Τούρκοι που ήταν από πίσω τους έβλεπαν να τρέπονται σε φυγή, αμέσως με τους ακίνάκες τους έκοβαν κομμάτια κι έτσι ήταν αναγκασμένοι να γυρίσουν στα τείχη, αφού έτσι ή αλλιώς θα πέθαιναν.

Kι όταν απ' αυτό το πρώτο ασκέρι οι περισσότεροι σκοτώθηκαν και τσακίστη­καν, άρχισε με μεγάλη ορμή να έρχεται το δεύτερο ασκέρι. Αλλά το πρώτο είχε σταλεί για δύο λόγους: ο πρώτος ήταν επειδή οι Τούρκοι προτιμούσαν να πεθάνουν πρώτοι αυτοί που ήταν χριστιανοί παρά οι ίδιοι, και ο άλλος λόγος που τους είχαν στείλει εκεί ήταν για να καταπονήσουν εμάς που ήμασταν στην Πόλη. Όταν, όπως σας είπα, εφονεύθηκαν και τσακίστηκαν οι στρατιώτες της πρώτης γραμμής, ρίχνονται οι δεύτεροι σαν μανιασμένα λιοντάρια προς τα τείχη, από την πλευρά του Αγίου Ρωμα­νού.

Εμείς, μόλις είδαμε το φοβερό εκείνο θέαμα, αρχίσαμε αμέσως να χτυπούμε δυνατά τις καμπά­νες σ' όλη την Πόλη και σ' όλες τις θέσεις των τει­χών. Κι όλοι ζητούσαμε να μας δώσει ο αιώνιος Κύριος μας έλεος και βοήθεια εναντίον του Τούρ­κου σκύλου. Όλοι οι άντρες έτρεξαν στις θέσεις τους και πολεμούσαν τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι είχαν αρχίσει πάλι να εμφανίζονται έξω από τα σταυρώματα. Σ' αυτήν τη δεύτερη στρατιωτική γραμμή βρίσκονταν όλοι οι εμπειροπόλεμοι άντρες, οι οποίοι, όπως σας είπα, ήρθαν στα τείχη και καταπόνησαν πολύ εκείνους που υπερασπίζο­νταν την Πόλη, με τη σφοδρότητα τους. Κι αυτό το δεύτερο ασκέρι δοκίμασε με κάθε προσπάθεια να σκαρφαλώσει με τις σκάλες στα τείχη, αλλά εκείνοι που ήταν πάνω στα τείχη κρατερά κατέστρεφαν τις κλίμακες γκρεμίζοντάς τες στη γη και πολλοί Τούρ­κοι εύρισκαν το θάνατο.

Ταυτόχρονα οι βομβάρδες και οι βαλλίστρες μας έβαλλαν εναντίον τους και σκότωναν τόσους Τούρκους, που ήταν ένα θέαμα απίστευτο. Μόλις έφτασε το δεύτερο ασκέρι κι έκα­νε τη δική του προσπάθεια να εισέλθει στην Πόλη, χωρίς επιτυχία, μπαίνει το τρίτο, που ήταν οι γενί­τσαροι, οι μισθοφόροι του αυθέντη. Μαζί τους ήταν οι αξιωματούχοι και οι άλλοι μεγάλοι αρχηγοί, ό­λοι άντρες γενναίοι, και πίσω απ' όλους αυτούς ο Τούρκος αμηράς.

Το τρίτο ασκέρι ξεχύθηκε στα τείχη της δύσμοιρης πόλης όχι σαν Τούρκοι, αλλά σαν λέοντες, με τόσο αλλόφρονες αλαλαγμούς και τυμπανοκρουσίες, που νόμιζε κανείς ότι βρισκόταν στον άλλο κόσμο. Οι φωνές τους ακούγονταν μέχρι την Ανατολία, που είναι δώδεκα μίλια μακριά από το στρατόπεδο. Οι πιο γενναίοι λοιπόν άντρες του Τούρκου βρίσκουν τους δικούς μας πάνω στα τείχη πολύ καταπονημένους, από τη μάχη με το πρώτο και το δεύτερο ασκέρι. Αλλά, αυτοί οι ειδωλολά­τρες ήταν θαρραλέοι και ξεκούραστοι στη μάχη, και οι δυνατές ιαχές των Τούρκων σ' όλο το στρα­τόπεδο τρομοκρατούσαν το λαό της Πόλης, ενώ οι τυμπανοκρουσίες τους μας έπαιρναν την ψυχή.

Οι άμοιροι κάτοικοι της Πόλης, βλέποντας πως ήταν πλέον χαμένοι, άρχισαν να χτυπούν δυνατά τις κα­μπάνες και τα σήμαντρα σ' όλη την Πόλη και σ' όλες τις θέσεις των τειχών κι όλοι φώναζαν δυνατά: «Έλεος, έλεος. Κύριε από τους Ουρανούς, στείλε βοήθεια σ' αυτήν την αυτοκρατορία του Κωνστα­ντίνου, για να μην την κυβερνήσουν οι ειδωλολάτρες». Σ' όλη την Πόλη οι γυναίκες αλλά και οι άντρες γονατιστοί θρηνούσαν πικρά και ικέτευαν ευλαβικά τον Παντοδύναμο Θεό και τη μητέρα Του Παναγία Μαρία, και όλους τους αγίους και τις αγίες της Ουράνιας Αυλής να νικήσουμε τους ειδωλολάτρες Τούρκους, λυσσασμένους εχθρούς της χριστιανικής πίστης.

Κι ενώ εκείνοι παρακα­λούσαν το Θεό, οι Τούρκοι συνέχιζαν να πολεμούν άγρια από την πλευρά της ξηράς, γύρω από τον Άγιο Ρωμανό, όπου βρισκόταν και η σκηνή του γα­ληνότατου αυτοκράτορα με όλους τους ευγενείς και τους καλύτερους ιππότες του κι όλους τους αξιωμα­τούχους του που του συμπαραστέκονταν πολεμώ­ντας γενναία. Αποφασισμένοι να μπουν στην Πόλη οι Τούρκοι, όπως είπα, πολεμούσαν έξω από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού, από την πλευρά της ξη­ράς δηλαδή, κι έριχναν οι ειδωλολάτρες πολλούς λίθους με τα κανόνια τους, αμέτρητες τουφεκιές και μυριάδες σαΐτες. Οι ιαχές τους ήταν τόσο τρο­μαχτικές που νόμιζε κανείς ότι θα σκίζονταν οι ου­ρανοί. Μ' εκείνη τη μεγάλη βομβάρδα, που η πέτρα της ζύγιζε χίλιες διακόσιες λίβρες, και με τόξα σε όλο το μήκος των τειχών που ήταν έξι μίλια, χτυ­πούσαν μέσα από τα σταυρώματα, και θα μπορού­σαν να φορτωθούν τουλάχιστον ογδόντα καμήλες με τις σαΐτες που έριχναν μέσα, ενώ από εκείνες που έπεφταν μέσα στην τάφρο τουλάχιστον άλλες είκο­σι. Αυτή η τόσο σκληρή μάχη κράτησε μέχρι την αυγή της μέρας.

Οι δικοί μας έκαναν θαύματα για την άμυνα, και όταν λέμε δικοί μας εννοούμε εμάς τους Ενε­τούς. Στο σημείο που ήταν ο τούρκικος πύργος, εκεί οι Τούρκοι πολεμούσαν άγρια. Η άμυνά μας όμως δεν είχε κανένα νόημα, γιατί ο αιώνιος Θεός είχε ήδη πάρει την απόφαση του ότι αυτή η πόλη θα έπεφτε στα χέρια των Τούρκων κι επειδή ήταν θέλημά Του, τίποτα πια δεν μπορούσαμε να κά­νουμε. Όλοι εμείς οι χριστιανοί που εκείνες τις στιγμές βρισκόμασταν σ' αυτήν την περιθρηνούμενη πόλη, παρακαλούσαμε τον ελεήμονα Ιησού Χριστό μας και τη μητέρα Του Παρθένο Μαρία να ευσπλαγχνιστούν τις ψυχές μας, γιατί σήμερα, σ' αυτήν τη σκληρή μάχη, θα πεθαίναμε.

Και για να μάθετε, μία ώρα πριν ξημερώσει ο Τούρκος αυθέντης έδωσε διαταγή να πυροδοτήσουν τη με­γάλη βομβάρδα του, κι αυτός ο λίθος πέφτει μέσα από τα οχυρώματα που είχαμε κατασκευάσει τα οποία ρήμαξε. Από το μεγάλο καπνό που σήκωσε αυτή η βομβάρδα, δε βλέπαμε σχεδόν τίποτα, αλ­λά οι Τούρκοι άρχισαν να διαβαίνουν διαμέσου του καπνού και ήταν σχεδόν τριακόσιοι εκείνοι που πέρασαν μέσα από τα τείχη. Γραικοί κι Ενε­τοί τους πετάξαμε έξω από το σταύρωμα και με­γάλο μέρος αυτών βρήκαν το θάνατο. Όλοι σχεδόν σκοτώθηκαν πριν μπορέσουν να περάσουν το σταύρωμα. Εκείνη τη στιγμή, οι Γραικοί, έχοντας πετύχει αυτό το κατόρθωμα, πίστεψαν πραγματι­κά ότι νικούσαν τους ειδωλολάτρες κι όλοι εμείς οι χριστιανοί πήραμε μεγάλη ανακούφιση. Όταν τους διώξαμε από το σταύρωμα, αμέσως οι Τούρ­κοι πυροδότησαν για άλλη μια φορά τη μεγάλη τους βομβάρδα και πάλι αυτοί οι ειδωλολάτρες αρχίζουν σαν σκυλιά να έρχονται μέσα από τον καπνό της βομβάρδας γρήγορα, σπρώχνοντας και πατώντας ο ένας τον άλλο σαν άγρια θηρία.

Μέσα σ' ένα τέταρτο της ώρας είχαν περάσει πά­νω από τριάντα χιλιάδες Τούρκοι μέσα από το σταύρωμα με τόσους αλαλαγμούς, που νόμιζε κα­νείς πως βρισκόταν στην ίδια την Κόλαση, οι δε αλαλαγμοί τους αντιλαλούσαν μέχρι την Ανατο­λία. Μόλις ήρθαν μέσα, αμέσως κατέλαβαν την πρώτη μπάρα του σταυρώματος. Πριν όμως την καταλάβουν, αρκετοί απ' αυτούς εφονεύθηκαν από εκείνους που υπερασπίζονταν τα τείχη με τις πέτρες. Και ήταν τόσοι πολλοί οι Τούρκοι, που ο καθένας εφόνευε όσους ήθελε. Έχοντας κα­ταλάβει τώρα την πρώτη μπάρα, οι Τούρκοι μαζί με τους γενίτσαρους οχυρώθηκαν πίσω απ' αυτή. Μετά απ' αυτό πέρασαν μέσα από το σταύρωμα σχεδόν εβδομήντα χιλιάδες, μέσα σε τέτοια αλλοφροσύνη, που νόμιζε κανείς πως βρισκόταν στην Κόλαση. Αμέσως τα σταυρώματα γέμισαν με Τούρκους από τη μια μέχρι την άλλη του άκρη, που ήταν έξι μίλια.

Αλλά, όπως σας είπα, εκείνοι που βρίσκονταν επάνω στα τείχη σκότωναν πολ­λούς απ' αυτούς με πέτρες, αφήνοντας τους να έρθουν από κάτω και πετώντας τις ασταμάτητα πάνω τους. Τόσοι ήταν οι νεκροί που τουλάχι­στον σαράντα άμαξες δε θα μπορούσαν να μετα­φέρουν τα πτώματα των Τούρκων αυτών, που σκο­τώθηκαν πριν μπουν στην Πόλη. Τώρα, οι δικοί μας, οι χριστιανοί, εφοβούντο τα μέγιστα και ο γαληνότατος αυτοκράτορας έδωσε διαταγή να χτυπήσουν τις καμπάνες σ' όλη την Πόλη και το ίδιο να κάνουν από όλες τις θέσεις των τειχών. Έτσι όλοι άρχισαν να φωνάζουν. «Κύριε ελέησον». Έτσι φώναζαν άντρες και γυναίκες και πε­ρισσότερο οι μοναχές και οι κοπέλες. Τόσος ήταν ο θρήνος, που θα αισθανόταν οίκτο κάθε σκληρός Ιουδαίος.

Βλέποντας αυτό, ο Ιωάννης Ιουστινιάνης, Γενουάτης από τη Γένουα, αποφασίζει να εγκαταλείψει τη θέση του και τρέχει στο πλοίο του που ήταν αραγμένο κοντά στην άλυσο. Αυτόν τον Ιωάννη Ιουστινιάνη ο αυτοκράτορας τον είχε ορίσει γενικό διοικητή ξηράς. Και τρεπόμενος σε φυγή ο στρατηγός, περνώντας μέσα από την Πόλη, φώναζε: «Οι Τούρκοι μπήκαν στην Πόλη». Και εψεύδετο ασύστολα, γιατί ακόμα δεν είχαν μπει. Ακούγοντας ο λαός τα λόγια αυτά από εκείνον ειδικά το στρατηγό, ότι δηλαδή οι Τούρκοι είχαν μπει στην Πόλη. όλοι άρχισαν να τρέπονται σε φυγή κι αμέσως όλοι εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και όρμησαν τρέχοντας προς την ακτή για να μπο­ρέσουν να διαφύγουν με τα πλοία και τις γαλέρες. Μέσα στο χρόνο που ήθελε ο ήλιος ν' ανατείλει, ο παντοδύναμος Θεός είχε δώσει την καταδικαστική του απόφαση κι ήταν θέλημά Του να επαληθευ­θούν όλες οι προφητείες.

Με το πρώτο φως της αυγής, οι Τούρκοι μπήκαν μέσα στην Κωνσταντι­νούπολη από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού, εκεί όπου είχαν γκρεμιστεί τα τείχη από τις βομβάρδες τους. Πριν όμως μπουν μέσα στην Πόλη, τσακί­στηκαν πολλοί Τούρκοι και χριστιανοί που έτρε­ξαν να τους εμποδίσουν. Τόσοι πολλοί σκοτώθη­καν, που θα φορτώνονταν το λιγότερο είκοσι άμαξες με τα πτώματα τους. Τότε, το δεύτερο ασκέρι άρχισε να έρχεται ξοπίσω από τους πρώτους, που σκορπίζονταν μέσα στην Πόλη.

Όσους έβρισκαν στους δρόμους τους περνούσαν από τη λεπίδα της χαντζάρας τους, γυναίκες και άντρες και γέρους και παιδιά, αδιακρίτως. Αυτή η σφαγή κράτησε από την ανατολή του ηλίου μέχρι την ώρα της μεσημβρίας, κι όσοι βρέθηκαν μπροστά τους πήγαν από χαντζά­ρα. Όσοι από τους δικούς μας εμπόρους διέφυγαν, κρύφτηκαν μέσα στις υπόγειες σπηλιές. Όταν πέρα­σε η μανία τους, οι Τούρκοι τους ευρήκαν, κι όλοι πιάστηκαν και πουλήθηκαν σκλάβοι. Όταν έφτα­σαν οι λυσσασμένοι Τούρκοι στην πλατεία που είναι πέντε μίλια μακριά από το σημείο που έκαναν την έφοδο, δηλαδή τον Άγιο Ρωμανό, ανέβηκαν σ' έναν πύργο, όπου ήταν υψωμένη η σημαία του Α­γίου Μάρκου και η σημαία του γαληνότατου αυτοκράτορα. Τότε, οι ειδωλολάτρες έσχισαν αμέσως τη σημαία του Αγίου Μάρκου και έπειτα έσχισαν τη σημαία του γαληνότατου αυτοκράτορα και πάνω σ' εκείνο τον ίδιο πύργο ύψωσαν τη σημαία του Τούρκου αυθέντη. Όταν αφαιρέθηκαν εκείνες οι δυο σημαίες, δηλαδή του Αγίου Μάρκου και του αυτοκράτορα και υψώθηκε η σημαία του Τούρκου σκύλου, εκείνη τη στιγμή όλοι εμείς οι χριστιανοί που βρισκόμασταν στην Πόλη χύσαμε πικρά δά­κρυα. Βλέποντας τη σημαία του να ανεμίζει πάνω στον πύργο, καταλάβαμε ότι η Πόλη είχε πέσει στα χέρια του Τούρκου και δεν υπήρχε ελπίδα να την επανακτήσουμε.


πηγη: Αντιαιρετικο εγκολπιο

Παρασκευή, Μαΐου 28, 2010

Ευχαριστώ τον Θεό που μου έδωσε πολλές αρρώστιες


Ευχαριστώ τον Θεό που μου έδωσε πολλές αρρώστιες. Πολλές φορές του λέω: "Χριστέ μου, η αγάπη Σου δεν έχει όρια!". Το πώς ζω είναι ένα θαύμα. Μέσα στις άλλες μου αρρώστιες έχω και καρκίνο στην υπόφυση. Δημιουργήθηκε εκεί όγκος που μεγαλώνει και πιέζει το οπτικό νεύρο. Γι' αυτό τώρα πια δεν βλέπω. Πονάω φοβερά. Προσεύχομαι όμως σηκώνοντας το Σταυρό του Χριστού με υπομονή. [...] Πονάω πολύ, υποφέρω, αλλά είναι πολύ ωραία η αρρώστιά μου. Την αισθάνομαι ως αγάπη του Χριστού... Η αρρώστιά μου είναι μια ιδιαίτερη εύνοια του Θεού, που με καλεί να μπω στο μυστήριο της αγάπης Του και με τη δική Του την χάρη να προσπαθήσω ν' ανταποκριθώ. Αλλά εγώ δεν είμαι άξιος. Θα μου πείτε: "Όλ' αυτά που σου αποκαλύπτει ο Θεός δεν σε κάνουν άξιο;". Αυτά με κατακρίνουν. Γιατί αυτά είναι της χάριτος του Θεού. Δεν είναι τίποτα δικό μου. Ο θεός μου έδωσε πολλά χαρίσματα, αλλά εγώ δεν ανταποκρίθηκα, φάνηκα ανάξιος. Την προσπάθειά όμως ούτε μια στιγμή δεν την άφησα... Γι' αυτό δεν προσεύχομαι να με κάνει ο Θεός καλά. Προσεύχομαι να με κάνει καλό..."

Γέρων Πορφύριος

Πέμπτη, Μαΐου 27, 2010

Η ΣΑΡΞ




Διήγημα του Αντώνη Σαμαράκη

Διάβαζε τον ψαλμό ΞΘ’, όταν άκουσε τη βροχή που είχε πιάσει.
-Βρέχει, σκέφτηκε. Περίεργο! Δε φαινόταν από νωρίς πως ήτανε για βροχή ο καιρός.
Διέκοψε απότομα τους συλλογισμούς του. Η βροχή ήταν ένα εξωτερικό γεγονός και δεν άξιζε να διακόψει τον ψαλμό γι’ αυτήν. Ξανάρχισε τον ψαλμό:
«μεγαλυνθήτω ο Κύριος, οι αγαπώντες το σωτήριόν σου, εγώ δε πτωχός ειμί και πένης, ο Θεός βοηθησόν μοι».
Έξω η βροχή δυνάμωνε ολοένα.
Είχε δύο βδομάδες περίπου που είχε εγκατασταθεί σ’ αυτήν τη συνοικία. Ήτανε η πρώτη του ενορία. Η αλήθεια είναι πως είχε ζητήσει ο ίδιος να τοποθετηθεί σε λαϊκή συνοικία. Είχε πει στους αρμοδίους:
- Θα ήθελα να αρχίσω το στάδιό μου ως εφημέριος σε μία λαϊκή συνοικία.
Οι δύο αυτές λέξεις «λαϊκή συνοικία» χτυπούσανε μέσα του με παράξενο ήχο. «Είμαι ένας ρομαντικός, φαίνεται», συλλογιζότανε καμιά φορά. Ήτανε νέος και δεν είχε ως τότε την ευκαιρία να γνωρίσει τη ζωή από πολλές πλευρές. Η οικογένειά του, μια μικροαστική οικογένεια. Ο πατέρας του, τραπεζικός υπάλληλος. Είχε πεθάνει πρόπερσι. Από αυτόν είχε κληρονομήσει τον φόβο του Θεού και την αφοσίωση στις εντολές Του. Γράφτηκε στη Θεολογική σχολή, τελειώνοντας το γυμνάσιο, και το όνειρό του ήτανε να γίνει ιερεύς. Να υπηρετήσει έτσι το Θεό. Να φέρει κοντά στον Ποιμένα όσα μπορούσε περισσότερα «απολωλότα πρόβατα».
Από τη διπλανή κάμαρα ακουγότανε η βαριά ανάσα της γυναίκας του. Η πόρτα ήτανε μισάνοιχτη.
Δύο βδομάδες μονάχα είχε σ’ αυτήν τη συνοικία, όμως είχε κιόλας την ευκαιρία να διαπιστώσει πως οι ενορίτες του, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, ήτανε μακριά από το δρόμο του Θεού. Ιδίως από την άποψη ηθών, η κατάσταση απελπιστική. Ωστόσο ο ίδιος δεν απελπιζότανε. Την περασμένη Κυριακή είχε μιλήσει στη μικρή Εκκλησία πάνω στο θέμα των ηθών. Πύρινος ο λόγος του. Έκανε μεγάλη εντύπωση. Και κατάστρωνε το σχέδιό του, που θα το έβαζε σ’ εφαρμογή το συντομότερο. Είχε έρθει κιόλας σ’ επαφή με μερικούς ευσεβείς ενορίτες, μέλη μιας χριστιανικής οργάνωσης, που ήτανε κι αυτοί σύμφωνοι πως η διαφθορά είχε προχωρήσει πολύ στη συνοικία τους.
- Οι εγκόσμιοι πειρασμοί κυριαρχούν εις την συνοικίαν μας, είπε, σε μια συγκέντρωση που κάνανε, ο μεγαλύτερος μπακάλης της γειτονιάς, που ήταν εξέχον μέλος της χριστιανικής οργάνωσης. (Στην Κατοχή, είχε πλουτίσει με τη μαύρη αγορά αλλά τούτο δεν είχε σημασία για τη χριστιανική οργάνωση. Έτερον εκάτερον…)
- Η σάρξ! Πετάχτηκε ένας άλλος, έμπορος ψιλικών. Προπαντός, η σάρξ!
Η φωνή του είχε τόνο υστερικό.
- Επιμένω επί της σαρκός! συνέχισε, και το καρύδι στο λαιμό του ανεβοκατέβαινε.
- Και εγώ επιμένω επί του αλκοολισμού! είπε κάποιος άλλος.
Ο καθένας είχε κάτι και σ’ αυτό επέμενε. Ο εφημέριος τους τούς ησύχασε, και καταλήξανε όλοι στο συμπέρασμα πως πρέπει να προχωρήσουν με σχέδιο μελετημένο καλά, για να κατατροπώσουν τη διαφθορά.
Διάβαζε τώρα τον ψαλμό Ος΄. Ρεύτηκε την ψαρόσουπα που είχε φάει πριν από λίγο. Η γυναίκα του την πετύχαινε πολύ.
Η βροχή συνεχιζόταν με την ίδια ένταση.
Ξαφνικά δυνατά χτυπήματα στην πόρτα.
- Ανοίχτε! μια φωνή που του φάνηκε παιδική.
Έριξε το παλτό του, γιατί ήτανε με τα νυχτικά του, άνοιξε. Μπήκε ένα αγόρι, ίσαμε δώδεκα χρονώ, μούσκεμα από τη βροχή.
- Τι συμβαίνει; το ρώτησε.
- Με έστειλε η μάνα μου, είναι ένας πεθαμένος, λέει, και να κάνεις γρήγορα να τον μεταλάβεις, λέει, γιατί όπου νάναι πεθαίνει.
Του έδωσε μια πετσέτα να σκουπιστεί.
- Δε βαριέσαι, έκανε το παιδί και την άφησε.
Ήθελε να ντυθεί. Στην κρεβατοκάμαρα κοιμόταν η γυναίκα του, φοβότανε μη την ξυπνήσει.
- Γύρισε το κεφάλι σου στον τοίχο, είπε του παιδιού για να περάσει το παντελόνι του.
Το είδε που κρυφοκοίταζε.
- Φοβερή εξαχρείωσις! συλλογίστηκε
Βγήκανε, τέλος, οι δυό τους. Θα πέρναγε από την Εκκλησία να πάρει το δισκοπότηρο. Είχε αφήσει ένα σημείωμα, δύο λόγια στη γυναίκα του, μην ξυπνήσει και δεν τον δει και τρομάξει.
Η βροχή έπεφτε πάντα δυνατή. Μπροστά πήγαινε το παιδί.
- Που μένει; το ρώτησε.
- Παρακάτω.
Το παιδί δεν είχε όρεξη για κουβέντα. Βάδιζε μπροστά και η βροχή το χτυπούσε. Ακολουθούσε αυτός, βαστώντας το δισκοπότηρο σφιχτά στο στήθος του.
Βαδίζοντας, η σκέψη του δούλευε. Ήταν η πρώτη φορά που θα κοινωνούσε ετοιμοθάνατο. Ήτανε φυσικό νάναι συγκινημένος. Και μάλιστα, που τύχαινε η πρώτη αυτή φορά νάναι σε μια περιοχή οπού οι άνθρωποι είχανε ξεχάσει το Θεό και ζούσανε στην αμαρτία.
Προσευχήθηκε, περπατώντας, και ζήτησε από το Θεό να του δώσει δύναμη, κείνη τη νύχτα, να φέρει κοντά του ένα «απολωλός πρόβατον».
Το παιδί βούλιαξε σε μια λακκούβα γεμάτη νερό.
- Τα κέρατά σου, δήμαρχε! βλαστήμησε.
Συλλογίστηκε πως έπρεπε να του κάνει την παρατήρηση για τις βλαστήμιες που έλεγε κάθε τόσο. Θα του μιλούσε αργότερα.
- Εδώ ‘μαστε, είπε το παιδί.
Το δωμάτιο, 3 Χ 3 περίπου, ήτανε στο βάθος της αυλής. Κι ο άνθρωπος ήτανε μόνος εκεί, στο σιδερένιο κρεβάτι, το κεφάλι του και το ένα χέρι, το αριστερό, έξω από την κουβέρτα.
Από ένα άλλο δωμάτιο ακουγότανε γραμμόφωνο.
- Έχει γούστο να πέθανε κιόλας, είπε το παιδί.
Δεν προχώρησε όμως. Στάθηκε στην άκρη του κρεβατιού και κοίταζε.
Μια λάμπα πετρελαίου, πάνω σ’ ένα μικρό τραπέζι, έριχνε λιγοστό φώς. Στο γυαλί της μια φουρκέτα.
Έκλεισε την ομπρέλα του. Άφησε το δισκοπότηρο στο τραπέζι κι έσκυψε πάνω στον άνθρωπο. Ήταν ακίνητος, με κλειστά μάτια. Ίσαμε εξήντα χρονώ. Όμως, δεν είχε πεθάνει. Ανάσαινε.
Η βροχή εξακολουθούσε, πιο δυνατή. Κείνη τη στιγμή, τον είδε και άνοιξε τα μάτια του. Ήθελε να μιλήσει, αλλά δεν ήξερε πώς ν’ αρχίσει. Ο άνθρωπος ξανάκλεισε τα μάτια κι έπεσε στο λήθαργο του.
- Δεν πέθανε, είπε το παιδί από τη γωνιά.
- Όχι, είπε αυτός.
Γίνηκε σιωπή. Σε λίγο ρώτησε:
- Μόνος του είναι;
- Ναι.
- Είναι καιρός που αρρώστησε;
- Είναι.
- Τι έχει;
Το παιδί ήθελε να πει «πείνα», δεν είπε τίποτα. Του φάνηκε παράξενο που ο παπάς δεν είχε καταλάβει ακόμα τι έτρεχε κει μέσα, που δεν είχε καταλάβει τι αρρώστια είχε ο άνθρωπος. Δεν ήταν βέβαια παρών ο παπάς τις προάλλες που ήρθε ο γιατρός και είπε: «Δεν γίνεται τίποτα. Είναι πολύ εξαντλημένος. Είναι πολύ αργά.»
Κοίταξε γύρω του. Το δωμάτιο είχε μερικά έπιπλα, το σιδερένιο κρεβάτι, το τραπέζι, μια καρέκλα και ένα ντουλάπι.
Ήταν κι ένα ημερολόγιο στον τοίχο. Έδειχνε Πέμπτη, 10 Ιουλίου, ενώ ήτανε Νοέμβρης.
Ήτανε ακόμα ένα κάδρο που παρίστανε ένα ειδυλλιακό τοπίο. Κι ένα δίπλωμα απονομής πολεμικού μεταλλίου, σε κάδρο, μαζί με το μετάλλιο.
Ο άνθρωπος άνοιξε τα μάτια του.
-Ήρθες; είπε.
Η φωνή του έβγαινε με πολύν κόπο από μέσα του.
- Ναι, είπε. Ήρθα.
- Γιατί φοράς μαύρα; ρώτησε ο άνθρωπος.
Κοίταξε το παιδί. Η ανάσα του ανθρώπου γινόταν ολοένα και πιο βαριά.
- Ήθελα να σου μιλήσω, είπε, κι έσκυψε πάνω στο κατακίτρινο πρόσωπο.
Να, τώρα θα του έλεγε για το Θεό, για την αιωνιότητα. Όμως ο άνθρωπος έκλεισε ξανά τα μάτια του.
Το γραμμόφωνο στο διπλανό δωμάτιο έπαιζε πάντα. Το παιδί στεκότανε σαν απολιθωμένο στο βάθος.
Ακούμπησε το χέρι στο μέτωπο του ανθρώπου. Ήτανε ιδρωμένο. Ένας ιδρώτας παγωμένος.
Πήρε το δισκοπότηρο από το τραπέζι. Έγνεψε του παιδιού, που ήρθε κοντά και τον ανασήκωσε λίγο. Άνοιξε τα μάτια του.
Έβαλε μετάληψη στη λαβίδα.
- Έλα, είπε.
Μισάνοιξε το στόμα του.
Πήγε να πει αυτός:
- Εις το όνομα του Πατρός…
Δεν πρόλαβε να μιλήσει.
- Δώσ’ μου! είπε ο άνθρωπος, προτού καταπιεί καλά καλά.
Τον κοίταξε.
- Δώσ’ μου!
Το στόμα του, μισάνοιχτο, περίμενε. Κι αυτός που ήταν έτοιμος να πει για την αιωνιότητα! Μια σύγχυση ήτανε μέσα του.
- Δώσ’ μου!
Κάτι ξέσπασε μες στο στήθος του, μια στοργή, μια τρυφερότητα, σαν πατέρας ένοιωθε που ταΐζει το παιδί του που πεινάει. Άρχισε να δίνει τη μία κουταλιά ύστερ’ από την άλλη.
Τα μάτια του ανθρώπου ήταν αλλιώτικα τώρα. Τα μάτια του παιδιού ήταν αλλιώτικα τώρα.
Η βροχή έπεφτε πάντα. Το γραμμόφωνο έπαιζε πάντα.
- Θεέ μου! είπε ο άνθρωπος.
Δεν είπε τίποτα αυτός.
Αναρτήθηκε από Περιοδικό ΕΝΔΟΝ

Πίστη ζυμωμένη με αίμα(6)


1 Μαΐου: Η αγία Ισιδώρα η διά Χριστόν σαλή, παράδειγμα αφάνταστης υπομονής και καρτερικότητας. Αφού υπέμεινε για χρόνια τους εμπαιγμούς και τις κοροιδίες των αδελφών, ζώντας στην εσχάτη ταπείνωση και ένδεια, έπειτα αφού γίνεται γνωστή η αρετή της, εξαφανίζεται και κοιμάται οσιακά.

4 Μαΐου: Η αγία παρθένος Πελαγία αφήνει την πνοή της μέσα σε ένα πυρωμένο χάλκινο βόδι. Την είχε καταγγείλει για χριστιανή η ίδια της η μητέρα.Οἱ Ἅγιοι Ἀντωνίνος, Ἀφροδίσιος, Βαλεριανός, Λεόντιος, Μακρόβιος καὶ Μίδας τελειούνται διά λιθοβολισμού και ροπάλων.

6 Μαΐου: Ημέρα μνήμης του δικαίου και πολυάθλου Ιώβ. Με παραχώρηση Θεού και με πειρασμο του Σατανά έχασε παιδιά και πλούτη ενώ ο ίδιος προσβλήθηκε από λέπρα. Όμως φτάνοντας στην εσχάτη ταπείνωση δεν βλασφήμησε τον Θεό. Του ανταποδόθηκαν όλα πολλαπλάσια και προσετέθη σ'αυτόν μακρότητα ημερών. Τύπος του πάσχοντος Χριστού.

9 Μαΐου: Ο άγιος προφήτης Ησαΐας μαρτυρεί διά πριονισμού( με ξύλινο πριόνι).

19 Μαΐου: Η αγία Πουδενδιάνα, κόρη μάρτυρα, μοιράζει την περιουσία της στους φτωχούς και αφιερώνεται στην υπηρεσία των μαρτύρων. Μαρτυρεί και η ίδια σε ηλικία 16 ετών.

25 Μαΐου: Ο άγιος Κελεστίνος καλεί τους ειδωλολάτρες να πιστέψουν στον Χριστό, καταγγέλεται γι'αυτό ως υβριστής και βασανίζεται σκληρά με πυρακτωμένα σίδηρα. Ούτως και τελειούται.

29 Μαΐου: Η αγία Θεοδοσία η παρθενομάρτυς καταξέεται στα πλευρά και τις κατακόβουν τους μαστούς. Μένοντας στέρεα στην πίστη της ρίχνεται στην θάλασσα όπου και τελειούται.
Ο Λέων ο Ισαυρος ο εικονομάχος διατάζει την καταστροφή της εικόνας του Χριστού στην Χαλκή Πύλη. Τότε η οσία Θεοδοσία επικεφαλής καλογραίων και γυναικών γκρεμίζουν τον αξιωματικό από την σκάλα που ανέβηκε για να εκτελέσει το ανοσιούργημα και με πέτρες και ξύλα επιτίθενται κατά του πατριαρχείου. Οι δε γυναίκες κατασφάζονται ή διώκονται, η αγία Θεοδοσία όμως συλλαμβάνεται και αποκεφαλίζεται δια πολιορκητικού κριού!

31 Μαΐου : Ο υπέργηρος Ερμείας αφού παρέμεινε θαυματουργικά αβλαβής μετά από εκδορά,συντριβή σαγόνων, κάμινο, δηλητήριο, ρίψη σε καυτό έλαιο, τύφλωση και κρέμασμα, μετά αποκεφαλίζεται.

Τετάρτη, Μαΐου 26, 2010

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΝΗΠΙΩΝ


ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΝΗΠΙΩΝ
π. Παντελεήμων Κρούσκος





Αποτελεί ζήτημα και αγωνία και αμφισβήτηση πολλών καλόπιστων ορθοδόξων πιστών (αλλά και αιρετικών) το αν ο νηπιοβαπτισμός είναι έγκυρη και παραδοσιακή πρακτική της ορθόδοξης ανατολικής εκκλησίας ή αν αποτελεί άτυπο προσηλυτισμό και καταστρατήγηση της ελευθερίας του προσώπου.

Το βάπτισμα είναι το ιερό μυστήριο της Εκκλησίας κατά το οποίο ο άνθρωπος
βαπτιζόμενος με τριπλή κατάδυση και ανάδυση σε αγιασμένο ύδωρ και στο όνομα της Αγίας Τριάδος, από τη μια μεριά ελευθερώνεται από το σώμα της προπατορικής αμαρτίας και της ενοχής της οφειλόμενης σ' αυτή, από την άλλη δε αναγεννάται πνευματικά σε μία νέα ένθεη ύπαρξη και ζωή, γίνεται υιός του θεού και κληρονόμος της αφθαρσίας και της αθανασίας. Κατά το βάπτισμα ο άνθρωπος αποβάλλει τον παλαιό Αδάμ και ντύνεται το Χριστό, αποκτώντας καθαρή και άσπιλη τη θεία εικόνα με την οποία πλάστηκε από το Θεό και την οποία αχρείωσε η αμαρτία1. Επίσης, αν πρόκειται για ενήλικο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι ή πίστη και το βάπτισμα εξαλείφει τις έως τότε προσωπικές του αμαρτίες, πέρα από την απόδυση του παλαιού ανθρώπου και κόσμου, της αδαμιαίας δηλαδή αμαρτητικής κατάστασης , στην οποια γεννώνται και τα νήπια. Όταν μιλάμε για κληρονομιά του προπατορικού αμαρτήματος, δεν εννοείται νομική ενοχή, ωσάν να ήμασταν όλοι υπεύθυνοι για την πτώση των πρωτοπλάστων, αλλά για γέννηση σε έναν κόσμο αμαρτίας , έναν κόσμο δαιμονοκρατούμενο, μια ανθρώπινη φύση αμαυρωμένη και κατεστραμμένη.

1. Το βάπτισμα είναι φανερό πώς μόνο σκλαβιά και καταστρατήγηση ελευθερίας δεν είναι , ενώ αντίθετα είναι ελευθερία, γέννηση, ανάσταση, ευεργεσία. Ο ίδιος ο Κύριος τόνισε στον νυκτερινό επισκέπτη Νικόδημο: «αμην αμην λεγω σοι εαν μη τις γεννηθη εξ υδατος και πνευματος ου δυναται εισελθειν εις την βασιλειαν των ουρανων»(ιω γ΄5). Θεολογώντας επί του χωρίου αυτού ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μας λέγει πώς το βάπτισμα είναι η υπόσταση μας εν Χριστώ, η γέννηση μας, πριν δεν υπήρχαμε! Χαρακτηριστικά γράφει στο έργο του «η εν Χριστώ ζωή»: «Στὰ ἱερὰ Μυστήρια εἰκονίζουμε τὴν ταφὴ καὶ ἐξαγγέλλουμε τὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Μὲ αὐτὰ γεννιόμαστε, μορφοποιούμαστε καὶ συναπτόμαστε ὑπερφυῶς μὲ τὸν Σωτήρα. Αὐτὰ εἶναι ἐκεῖνα μὲ τὰ ὁποῖα, ὅπως λέει ὁ Παῦλος, «ἐν αὐτῷ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καί ἐσμεν». Τὸ Βάπτισμα χορηγεῖ τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν ὑπόσταση κατὰ Χριστόν, γιατὶ μᾶς παίρνει νεκροὺς καὶ διεφθαρμένους καὶ μᾶς εἰσάγει γιὰ πρώτη φορὰ στὴ ζωή. Γέννηση, ἀναγέννηση, ἀνάπλαση καὶ σφραγίδα ὀνομάζεται, κι ἀκόμη βάπτισμα, ἔνδυμα, χρίσμα, χάρισμα, φώτισμα καὶ λουτρό. Ὅλα δηλώνουν ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ πράγμα· Ἀρχὴ τῆς ὑπάρξεως αὐτῶν ποὺ ὑφίστανται καὶ ζοῦν κατὰ Θεὸν εἶναι τὸ Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. Ἡ γέννηση λοιπὸν εἶναι φανερὸ ὅτι σημαίνει αὐτὸ καὶ τίποτε ἄλλο. Καὶ ἡ ἀναγέννηση καὶ ἡ ἀνάπλαση ἐπισημαίνουν μόνο ἐκεῖνο· Αὐτοὶ ποὺ τώρα γεννιοῦνται καὶ πλάθονται εἶχαν γεννηθῆ προηγουμένως καὶ ἐπειδὴ ἔχασαν τὴ μορφή τους, ἐπανέρχονται τώρα μὲ δεύτερη γέννηση στὴν πρώτη μορφή.Νὰ βαπτισθοῦμε σημαίνει νὰ γεννηθοῦμε κατὰ Χριστὸν καὶ νὰ λάβουμε ὕπαρξη καὶ ὑπόσταση, ἐνῶ δὲν ἤμασταν τίποτε.Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο τοῦ Βαπτίσματος. Ἐλευθερώνει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, συμφιλιώνει τὸν Θεὸ μὲ τὸν ἄνθρωπο, κάνει τὸν ἄνθρωπο υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ἀνοίγει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς, δίνει τὴν αἴσθηση τοῦ θείου φωτός, μὲ λίγα λόγια προετοιμάζει γιὰ τὴν μέλλουσα ζωή»2.

Το βάπτισμα λοιπόν, δεν είναι απλώς το «ηθικό βραβείο» μιας κατηχητικής πορείας, αλλά υπόθεση ζωής, οντολογική υπόθεση. Πριν δεν ήμασταν, τώρα ήμαστε! Φυσικά, κανείς δεν ερωτάται για να γεννηθεί και σχετικώς αυτό αφορά και την γέννηση αλλά και την εν Χριστώ γέννηση των νηπίων(βάπτισμα).

Η Εκκλησία και στην αρχαιότητα αλλά και σήμερα κατηχεί τους ενηλίκους πριν το βάπτισμα, όταν πρόκειται για ετερόδοξους ή μη χριστιανούς και τα νήπια δια βίου μέσω του κατηχητικού της έργου. Ακόμα και σήμερα υφίσταται ιδιαίτερη τάξη κατηχουμένων (δηλ.διδασκομένων και προετοιμαζομένων για το βάπτισμα ανθρώπων) για τους οποίους μάλιστα υπάρχει ιδιαίτερη ευχή και μεταχείριση στην σύναξη της θείας λειτουργίας. Αλλά σκοπός της Εκκλησίας είναι η γέννηση του εν Χριστώ ανθρώπου και όχι του καλού μαθητή. Καλή και απαραίτητη η γνώση(ως θρησκευτική μόρφωση), αλλά κέντρον και υπόθεση είναι η μυστηριακή ζωή και εν Χριστώ υπόσταση και πορεία. Οπότε τα νήπια, πρώτον γεννώνται εν Χριστώ, διά του βαπτίσματος και μετά μορφώνονται εν Χριστώ και διά τον Χριστόν( με τα μυστήρια και την αφιέρωση τους) και περί Χριστού(με την μορφωτική ιερά κατήχηση). Σ’αυτήν την τελειωτική τους πορεία συμβάλει και το Χρίσμα, μυστήριο που επενεργεί τα χαρίσματα του αγίου Πνεύματος και τελείται μαζί με το βάπτισμα.

2. Πολλοί των αιρετικών διατείνονται πώς ο νηπιοβαπτισμός δεν διαφαίνεται πουθενά στην αγία Γραφή, αλλά και μάλιστα είναι πρακτική πού εναντιώνεται στους λόγους της αγίας Γραφής. Συγκεκριμένα αναφέρεται το χωρίο Μκ 16,16, «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται», με υπογραμμισμένο το «πιστεύσας». Είναι όμως φανερό για τον κάθε καλόπιστο μελετητή πώς ασφαλώς σε αυτό το χωρίο ο Κύριος αναφέρεται στους δυνάμενους να κατηχηθούν ενηλίκους και όχι στα νήπια τα οποία όμως δεν φαίνεται πουθενά ότι αποκλείει! Άλλωστε στο κατά Ματθαίον(28,19), πάλι ο ίδιος ο Κύριος αποστέλει τους μαθητές λέγοντας «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη… βαπτίζοντες… και διδάσκοντες αυτους». Είναι προφανές δηλαδή πώς ο Κύριος εδώ προτάσσει το βάπτισμα της διδασκαλίας και η μαθητεία δίδεται όχι δια της πίστεως όπως στο κατά Μάρκον , αλλά δια του βαπτίσματος! Φυσικά, δεν υπάρχει αντίφαση ανάμεσα στα ευαγγέλια, αλλά το ένα συμπληρώνει το άλλο και η Αγία Γραφή δεν πρέπει να διαβάζεται αποσπασματικά, αλλά συνολικά. Είναι λοιπόν φανερό πώς ο μεν Μαρκος αναφέρεται σε ενηλίκων βάπτισμα, ο δε Ματθαίος γενικά σε βάπτισμα ενηλίκων και ανηλίκων .

Άλλωστε, υπάρχουν σαφείς αναφορές για νηπιοβαπτισμό από αποστόλους στην αγία Γραφή, που αποδεικνύουν την αρχαιότητα της πρακτικής. Ο απ. Πέτρος βαπτίζει όλους εκείνους στους οποίους έπεσε το Άγιο Πνεύμα, από την οικογένεια τού Κορνηλίου, όλους όσους τον άκουγαν (Πράξεις 10/ι΄ 44,47,48)Ο Παύλος την οικογένεια της Λυδίας (Πράξεις 16/ις΄ 15),ενός δεσμοφύλακα( "Και εβαπτίσθη αυτός και οι αυτού πάντες" (Πράξεις 16/ις΄ 33)),του Κρίσπου και του Στεφανά " (Α΄ Κορινθίους 1/α΄ 16). Όποιος θέλει να πιστεύει πώς σ’αυτές τις οικογένειες δεν υπήρχαν και παιδιά, απλά εθελοτυφλεί ή απλώς θεωρεί αυθαιρέτως πώς οι πρώτοι χριστιανοί ήταν μυστηριωδώς…άτεκνοι. Επίσης, το επιχείρημα πώς η έννοια «οίκος-οικία» αναφέρεται μόνο στα ενήλικα μέλη του σπιτιού ή της οικογένειας,
συμπεριλαμβανομένων και των δούλων, είναι απλώς μια φιλολογική πιθανότητα και όχι κάποια αποδεδειγμένη ιστορικά αλήθεια ή αυτή αύτη η πραγματικότητα. Τέλος, πουθενά στην αγία Γραφή δεν απαγορεύεται ο νηπιοβαπτισμός.

Το γεγονός άλλωστε πώς η αρχαία εκκλησία πρώτα κατηχούσε και μετά βάπτιζε και μάλιστα σε μεγάλη ηλικία, δεν αποκλείει τον νηπιοβαπτισμό. Τότε ο χριστιανισμός ήταν στην αρχή και εξάπλωση του ακόμα και φυσικά απευθύνοταν σε αβάπτιστους που δεν είχαν την «τύχη» να γεννηθούν από χριστιανούς γονείς.Παραδείγματα πατέρων ή απλών χριστιανών, πού περίμεναν να βαπτιστούν σε μεγάλη ηλικία απηχούν μάλλον κάποιο ιδιάζοντα καλόν ζηλωτισμό της χρυσής εκείνης εποχής της Εκκλησίας και την προσωπική τους πορεία-επιλογή-υπόθεση ή είναι θέμα της βιοτικής τους περιπέτειας και δοκιμασίας του Θεού. Όταν επίσης ο χριστιανισμός διαδόθηκε από τους Ρωμαίους στους Σλάβους, Ίβηρες και Ρώσους είναι παραδεδομένο και αυτονόητο πώς στο βάπτισμα μετείχαν και τα παιδιά τους!



3.Επίσης, υπάρχει και από μερικούς μια ηθικιστική θεώρηση των πραγμάτων και περί αμαρτίας. Λένε δηλαδή πώς τα ανεύθυνα νήπια, πού δεν έχουν διαπράξει προσωπικές αμαρτίες, δεν έχουν ανάγκη τον καθαρισμό του βαπτίσματος. ¨Όμως όπως είδαμε στην ορθόδοξη παράδοση η αμαρτία δεν έχει αυστηρά ηθικές διαστάσεις, αλλά είναι οντολογική υπόθεση, κατάσταση δηλαδή της υπάρξεως, υπόθεση του είναι, της φύσης μας. Το βάπτισμα δεν είναι ένας απλός τελετουργικός καθαρμός (τέτοιους έκαναν οι ιουδαίοι) , αλλά όπως είπαμε φωτισμός και γέννηση της ύπαρξης και καταδίκη της αμαρτίας στο κέντρο της, στην υπόσταση της, όχι επιφανειακά, ποσοτικά, νομικιστικά και ηθικιστικά. Φυσικά, ενώ με το βάπτισμα καταδικάζεται η αμαρτία, δεν εξαλείφεται όμως τελείως η αμαρτητική ροπή, για να μην καταστρατηγηθεί η ελευθερία επιλογής του ανθρώπου. Ακόμα αμαρτάνει ο άνθρωπος μετά το βάπτισμα. Εκείνος είναι υπεύθυνος και ελεύθερος να διαχειριστεί την ψυχή και το σώμα του, προς όφελος ή απώλεια του.

4.Υπάρχει και το θέμα της λογικής κατανόησης και άρα κατ’αυτούς ενσυνείδητης συναίνεσης των βαπτιζομένων. Λένε μερικοί δηλ. πώς αφού τα νήπια δεν καταλαβαίνουν γιατί βαπτίζονται, δεν πρέπει και να βαπτίζονται! Κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας η ψυχή του ανθρώπου δεν έχει μόνον την λογική ενέργεια, αλλά έχει και άλλες ενέργειες, όπως την νοερά ενέργεια. Ακόμη, η λογική δεν είναι πηγή της γνώσεως, ακόμη και για τα ανθρώπινα πράγματα. Γι' αυτό και στην επιστήμη αναπτύχθηκε η λεγόμενη «συναισθηματική νοημοσύνη» που ισχυρίζεται ότι υπάρχουν μέσα στον άνθρωπο «δύο μυαλά», ήτοι η λογική και το συναίσθημα και θεωρεί ότι είναι αναπηρία το να απολυτοποιή κανείς μόνον την λογική. Αυτό αποδεικνύεται και από την απεικόνιση του εγκεφάλου. Ο δυτικός σχολαστικισμός είναι εκείνος που οδήγησε στην πρακτική της αποσυνδέσεως του μυστηρίου του Βαπτίσματος από το μυστήριο του Χρίσματος και κατ' επέκταση από το μυστήριο της θείας Κοινωνίας μέχρι την εφηβεία. Η βάση αυτής της πρακτικής είναι ότι για να δεχθή το παιδί το Χρίσμα και να λάβη την θεία Κοινωνία πρέπει να κατανοή με την λογική του τα γινόμενα. Εμείς χρίουμε τα βρέφη και τα κοινωνούμε του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, γιατί γνωρίζουμε από την θεολογία μας ότι και τα βρέφη λαμβάνουν την Χάρη του Θεού και πριν αναπτυχθή ο εγκέφαλος και η λογική, αφού και τότε ενεργεί μέσα τους η νοερά ενέργεια. Ακόμη και τα έμβρυα μπορούν να λαμβάνουν το Άγιον Πνεύμα, όπως έγινε με τον Τίμιο Πρόδρομο, που όταν ήταν έμβρυο έξι μηνών έγινε από τότε Προφήτης και κατέστησε και την Μητέρα του Προφήτιδα, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά.3 Και στο σημείο αυτό μνημονεύουμε τις περιπτώσεις των νηπίων εκείνων, πού έβλεπαν τον συγχρόνο αγίο ιερέα Νικόλαο Πλανά, να μην πατά στο έδαφος ενώ λειτουργούσε. Λοιπόν δεν αξίζει ένα τέτοιο νήπιο το βάπτισμα, με τέτοια ζωντανή και ουσιαστική μετοχή στην λατρεία,ίσως ουσιαστικότερη των «λογικών» ενηλίκων, όταν μάλιστα κατά το αγιογραφικό εκείνο, το άγιον Πνεύμα ομολογεί «εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον» και «άφετε τα παιδία ελθείν προς με»;



5.Υπάρχουν βέβαια και άλλα επιχειρήματα υπέρ του νηπιοβαπτισμού, από τα οποία μόνο οι αυστηρά κακόπιστοι δεν πείθονται. «Μερικοί ρωτούν γιατί με βάπτισαν, χωρίς κανένας να με ρωτήσει, αν ήθελα να βαπτισθώ και να γίνω χριστιανός; (αυτό είναι συνηθισμένο ερώτημα των Μαρτύρων του Ίεχωβά). Το ερώτημα είναι σχήμα οξύμωρο. Πώς μπορείς να ρωτηθείς, αφού δεν έχεις τη δυνατότητα να κατανοήσεις και να απαντήσεις; Το βάπτισμα το κάνουμε στα νήπια για το καλό τους, για να τα προφυλάξουμε από έναν μέγιστο κίνδυνο. Το ίδιο άλλωστε δεν κάνουμε στα μικρά παιδιά, όταν τα εμβολιάζουμε; Ζητάμε προηγουμένως τη συγκατάθεση τους;»4Μήπως στερούμε από τα παιδιά το φως, την τροφή, την υγεία, την παιδεία, την αγάπη; Μάλλον όχι. Λοιπόν θα τους στερήσουμε τον Χριστό την ίδια την γέννηση και ζωή; Ή μήπως μεγαλώνοντας το παιδί δεν είναι ελεύθερο να απομακρυνθεί από την εκκλησία και το βάπτισμα είναι ένα είδος … «κοινωνικού στίγματος», πού θα το κουβαλά σε όλη του την ζωή; Ή μήπως άλλωστε, όποιος νικάται από την αμαρτία και αποβάλει συνειδητά το βάπτισμα, το θεωρεί και κάτι σημαντικό αργότερα, όταν δηλαδή αλλαξοπιστήσει;
6.Υπάρχει, φυσικά και το θέμα των νηπίων πού αποθνήσκουν αβάπτιστα, είτε γιατί δεν πρόλαβε κάποιος να τα «αεροβαπτίσει», είτε από αμέλεια. Είναι σκληρά και απάνθρωπα σχολαστικό να προκαταλαμβάνουμε την τύχη των νηπίων αυτών και την κρίση του Θεού και να μιλάμε τάχα για την …κόλαση τους! Τα νήπια αυτά διαφέρουν από τα βαπτισμένα μόνο ως προς το φώτισμα, την αποβολή του παλαιού ανθρώπου, αφού φυσικά δεν έχουν προσωπικές-ηθικές αμαρτίες. Είναι σίγουρο και ασφαλές πώς η γέννηση-βάπτισμα είναι καίρια σημαντική για την εν Χριστώ υπόσταση και σωτηρία τους. Είναι επίσης σίγουρο και ασφαλές πώς η κατάληξη τους είναι διαφορετική από τα βαπτισμένα νήπια (Αγ.Γρηγόριος Νύσσης). Τόσο σίγουρο και ασφαλές είναι όμως πώς ο Δικαιοκρίτης Θεός, ο Πατέρας των αθώων και ελαχίστων μας κατέχει όλους, ζώντες και νεκρούς στα πανάγια χέρια Του και για όλους φροντίζει και μεριμνά με ανεξάντλητη πατρική και αγαπητική διάθεση. Μέσα στον απέραντο κόσμο της βασιλείας του Πατέρα, της μέριμνας Αυτού, υπάρχει αρκετός και ιδιαίτερος χώρος για τους αθώους ,όχι όμως για τους πονηρούς και προαποφασίζοντες την κρίση του Θεού. Και ο νοών νοείτω.

Τέλος, σε μια κοινωνία πού πορεύεται προς την αποθρησκευτικοποίηση και στερείται πνευματικών ανησυχιών, ο νηπιοβαπτισμός μόνο προσηλυτισμός δεν είναι αλλά μάλιστα και νόμιμη, αγαπητική άμυνα και ασπίδα στα σχέδια και τις προκλήσεις των παντός είδους αντιχρίστων και αντιεκκλησιαστικών. Μάλλον αντιπροσηλυτισμός και μάλιστα άγριος, ύπουλος, κρυφός και φανερός διωγμός είναι οι απαξιωτικές εκφράσεις και δράσεις των εχθρών του Χριστού σήμερον, των οποίων όλοι γινόμαστε μάρτυρες και καμιά φορά συγκοινωνοί…







1,3 (Απο το βιβλίο "Απαντήσεις σε ερωτήματα δογματικά – συμβολικά – ιστορικοδογματικά" ,Εκδόσεις «ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ», 1995, τόμοι 1 και 2)



2. Αγίου Νικολάου Καβάσιλα, Η εν Χριστώ ζωή.




4 Ιεροθέου Ναυπάκτου περί της κατανόησης της θείας λατρείας, εν Ρομφαία, Απρίλιος 2010




Άλλα βοηθήματα: Σχετικές δημοσιεύσεις στο διαδίκτυο σε ορθόδοξες σελίδες



Δημοσιεύτηκε στο περιοδικο ΟΛΚΑΣ της ΙΜ Καλύμνου
Δεν γνωρίζω αν είναι επιστημονικώς δομημένο, αλλά ελπίζω να είναι σχετικά βοηθητικό.

π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος: 14 χρόνια μακριά μας


1931 – 2 Μαΐου 1996

Γεννήθηκε στην Καζάρμα (Χαραυγή) Μεσσηνίας, το έτος 1931. Υπήρξε ο ενδέκατος και τελευταίος γιός πολύτεκνης οικογένειας, μεταξύ εννέα γιών και δύο θυγατέρων.

Ελαβε την στοιχειώδη εκπαίδευση στην Καζάρμα και τη Γυμνασιακή στην Καλαμάτα. Απεφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1957 και απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα στη Φιλοσοφική στην Μαγεντία. Υπηρέτησε ως βοηθός στο Πανεπιστήμιο του Μύνστερ. Απέκτησε το διδακτορικό δίπλωμα στη Θεολογική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Νυμφεύθηκε την Αντωνία Λέντς με την οποία απέκτησε τρείς γιούς.
Χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος από τον Αρχιεπίσκοπο Θυατείρων και Μ. Βρετανίας Αθηναγόρα, το έτος 1962, στην Στουτγάρδη και υπηρέτησε ως εφημέριος στο Αννόβερο και Κολωνία. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1968 και διορίστηκε εφημέριος στον Ι.Ν. Αγ. Τριάδος Αμπελοκήπων και στη συνέχεια στην Αγ. Παρασκευή Αττικής, όπου υπηρέτησε ως την κοίμησή του.
Συγχρόνως διορίσθηκε Γραμματέας της Συνοδικής Επιτροπής Αποδήμου Ελληνισμού και το 1980 Γραμματεύς της Συνοδικής Επιτροπής επί των αιρέσεων. Διοργάνωσε τους εξής τομείς δραστηριότητος: «Φροντιστήριο Στελεχών Εκκλησιαστικής Προνοίας» 1968, «Σχολή Εθελοντών Διακονίας» 1971, «Φροντιστήριο Αντιμετωπίσεως Αιρέσεων» 1976 και εξής.

Διατέλεσε:
Διευθυντής του Γραφείου Ποιμαντικής Αντιμετωπίσεως των Αιρέσεων στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών, Διευθυντής της Υπηρεσίας Ενημερώσεως Διαλόγου και Πολιτισμού της Αρχιεπισκοπής, Πρόεδρος του Πνευματικού Συμβουλίου της «Πανελληνίου Ενώσεως Γονέων για την Προστασία του Ελληνορθοδόξου Πολιτισμού της Οικογενείας και του Ατόμου», Πρώτος Αντιπρόεδρος του «Ορθόδοξου Επιμορφωτικού Κέντρου Ενημερώσεως και Διαλόγου», Πρόεδρος του Πνευματικού Συμβουλίου του Πνευματικού Κέντρου Αγίας Παρασκευής, Α΄ Αντιπρόεδρος του «Διορθοδόξου Συνδέσμου Πρωτοβουλιών Γονέων».
Ως Γραμματέας της Συνοδικής Επιτροπής διοργάνωσε πληθώρα Κληρικολαϊκών Συνάξεων, Συνεδρίων, Σεμιναρίων. Ημερίδων, Πανελλαδικών και Πανορθοδόξων Συνδιασκέψεων, το «Σεμινάριο Πίστεως», το «Σεμινάριο Οικοδομής στην Ορθοδοξία», το «Σεμινάριο Ορθοδόξου Πίστεως», το «Θεολογικόν Σεμινάριον».
Συνέγραψε 40 βιβλία ποικίλου ποιμαντικού περιεχομένου, που καλύπτουν τους τομείς της ενοριακής δραστηριότητας, την οριοθέτηση της Ορθοδόξου Πίστεως και της ποιμαντικής στρατηγικής της Εκκλησίας έναντι των ποικίλων αιρέσεων.
Συνέτασσε με συνεργάτες τα Δελτία: «Μαρτυρία», «Πληροφορείν», «Δελτίον Ενημερώσεως», «Δελτίον Επικοινωνίας». Πολλά άρθρα του δημοσιεύθηκαν στις καθημερινές εφημερίδες και περιοδικά. Μίλησε σε πλείστες πόλεις της Ελλάδας και σε Γυμνάσια και Λύκεια. Είχε δύο τακτικές εκπομπές στο Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Συμμετέσχε σε πλείστα Διεθνή Συνέδρια Πρωτοβουλιών Γονέων στο Εξωτερικό, σε συνελεύσεις του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών και Συνεδρίων Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και σε συνέδρια αντιαιρετικού χαρακτήρα στη Ρωσία, Βουλγαρία και Κύπρο.
Εξεδήμησε προς Κύριον την 2α Μαΐου 1996 έχοντας αφιερώσει τη ζωή του στην Εκκλησία και έχοντας προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες στη στήριξη της Αλήθειας της Πίστεως και στο Ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας. Ένα περίπου έτος αργότερα τον ακολούθησε στην εκδημία και η πρεσβυτέρα Αντωνία. Η πρεσβυτέρα υπήρξε γι’ αυτόν πολύτιμη σύζυγος, αξία μητέρα και αναντικατάστατη βοηθός στη ζωή, καλύπτοντάς τον σε όλους τους τομείς, ώστε απερίσπαστος να μπορεί να επιδοθεί στο πράγματι μεγάλο και ουσιαστικό Εκκλησιαστικό έργο του.


πηγη:Εγκόλπιο

Τρίτη, Μαΐου 25, 2010

Η ενδυση των μαθητών από το Άγιον Πνεύμα


Ο Χριστός, υποσχόμενος στους Μαθητάς Του να αποστείλη το Άγιον Πνεύμα, τους έδωσε σαφή εντολή: "ημείς δε καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους" (Λουκ. κδ', 49). Οι Μαθητές τήρησαν αυτήν την εντολή και παρέμειναν ομοθυμαδόν στο υπερώο της Ιερουσαλήμ με ησυχία και προσευχή, αναμένοντας την έκχυση της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό, ο ιερός Ευαγγελιστής Λουκάς επιβεβαιώνει: "καί ήσαν δια παντός εν τω ιερώ αινούντες και ευλογούντες τον Θεόν" (Λουκ. κδ', 53).

Θα πρέπη στο σημείο αυτό να σχολιάσουμε λίγο την φράση "έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους", γιατί είναι αρκετά χαρακτηριστική. Ο Χριστός δεν ομιλεί για το ότι θα λάβουν απλώς το Άγιον Πνεύμα, αλλά ότι θα το ενδυθούν, σαν κάποια πνευματική πανοπλία, για να πολεμήσουν τον εχθρό. Δεν πρόκειται για μια φώτιση της διανοίας, αλλά για μεταμόρφωση ολοκλήρου της υπάρξεώς τους. Δεν θα υπάρχη κανένα σημείο του σώματος και καμμιά ενέργεια της ψυχής που να παραμένη ακάλυπτη από την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.

Είναι γνωστόν ότι με το Άγιο Βάπτισμα, που θεωρείται εισαγωγικό μυστήριο, γιατί δι’ αυτού εισαγόμαστε στην Εκκλησία και γινόμαστε μέλη του Σώματος του Χριστού, ενδυόμαστε Αυτόν τον Ίδιο τον Χριστό: "όσοι γαρ εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε" (Γαλ. γ', 27). Ταυτόχρονα, όμως, ενδυόμαστε και το Άγιον Πνεύμα, κατά την ρητή υπόσχεση του Χριστού. Άλλωστε, αυτόν τον σκοπό έχουν τα δύο μυστήρια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος τα οποία συνδέονται μεταξύ τους.

Η ένδυση του Χριστιανού από το Άγιον Πνεύμα δεν είναι εξωτερική και επιφανειακή, αλλά εσωτερική, κατά το παράδειγμα της ενώσεως του σιδήρου με την φωτιά. Ο πεπυρακτωμένος σίδηρος φλογίζεται ολόκληρος και όχι ένα μικρό τμήμα του. Έτσι, όσοι λαμβάνουν το Άγιον Πνεύμα το αισθάνονται να γεμίζη την καρδιά τους, να φωτίζη τους οφθαλμούς, να αγιάζη τις ακοές, να καταστέλλη τους λογισμούς, να πηγάζη τα νοήματα, να χορηγή σοφία, να γεμίζη με Χάρη τα πρόσωπα. Συμβαίνει ό,τι και με τον αρχιδιάκονο και Πρωτομάρτυρα Στέφανο, ο οποίος στο Συνέδριο πρώτα έδειξε την ευλογία που του χορήγησε το Άγιον Πνεύμα μέσα στην ψυχή, και στην συνέχεια φανέρωσε και την δόξα του προσώπου (Μακάριος Χρυσοκέφαλος). Έτσι, η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος αγιάζει, φωτίζει και εκλαμπρύνει ολόκληρη την ύπαρξη του ανθρώπου.

Στους αναβαθμούς ψάλλουμε και το εξής καταπληκτικό τροπάριο: "Αγίω Πνεύματι, προσπηγάζει πάσα σοφία, ένθεν χάρις αποστόλοις, και τοις άθλοις καταστέφονται Μάρτυρες και προφήται ορώσιν". Όλα τα χαρίσματα και οι δωρεές που δίνονται στα μέλη της Εκκλησίας είναι δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Η προφητική όραση, η αποστολική ζωή και το μαρτυρικό τέλος είναι δωρεές και χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Αυτό σημαίνει ότι η όραση των Προφητών δεν είναι ένα διανοητικό και φανταστικό κατασκεύασμα, η Αποστολική ζωή δεν είναι μια ανθρωποκεντρική ιεραποστολή, το μαρτύριο των αγίων δεν είναι μια ενεργοποίηση της δυνατής θελήσεως, αλλά όλα είναι δωρεές του Παναγίου Πνεύματος.

Μέσα στα χαρίσματα, με τα οποία ενδύεται εκείνος που λαμβάνει την δωρεά του Αγίου Πνεύματος, είναι η οσιακή ζωή, όταν ο άνθρωπος αγωνίζεται να τηρήση στο έπακρο τις εντολές του Θεού και να ζήση την καθαρότητα της ψυχής και του σώματος, η κατά Χριστόν έγγαμη ζωή μέσα στις κοινωνικές συνθήκες, η κατά Χριστόν ποιμαντική διακονία με τις τόσες φροντίδες κλπ., δηλαδή όλα τα χαρίσματα που δίνει το Άγιον Πνεύμα. Έτσι, το Άγιον Πνεύμα "όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας", η οποία Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού.

Ιερόθεος Ναυπάκτου, Δεσποτικές Εορτές

Σάββατο, Μαΐου 22, 2010

Αγαπημένη μου προσευχή


Ταχεῖαν καὶ σταθηρὰν δίδου παραμυθίαν τοῖς δούλοις σου, Ἰησοῦ, ἐν τῷ
ἀκηδιάσαι τὰ πνεύματα ἡμῶν, μὴ χωρίζου τῶν ψυχῶν ἡμῶν ἐν θλίψεσι, μὴ
μακρύνου τῶν φρενῶν ἡμῶν ἐν περιστάσεσιν, ἀλλὰ ἀεὶ ἡμᾶς πρόφθασον.
Ἔγγισον ἡμῖν, ἔγγισον ὁ πανταχοῦ, ὥς περ καὶ τοῖς Ἀποστόλοις σου πάντοτε
συνῇς, οὕτω καὶ τοῖς σὲ ποθοῦσιν ἕνωσον σαυτὸν οἰκτίρμον, ἵνα
συνημμένοι σοι ὑμνῶμεν, καὶ δοξολογῶμεν τὸ πανάγιόν σου Πνεῦμα

(Οίκος της Εορτής)

Τί σημαίνει η κάθοδος του αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής


Η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής δεν δηλώνει ότι προηγουμένως απουσίαζε από την γη και τους ανθρώπους, αλλά ότι, όπως αναφέραμε προηγουμένως, ενεργεί κατά διαφορετικό τρόπο. Μπορούμε να παρουσιάσουμε δύο σημεία τα οποία ερμηνεύουν την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος και την διαφορετική ενέργειά Του.

Το πρώτο σημείο είναι ότι την ημέρα της Πεντηκοστής οι Απόστολοι κατάλαβαν ότι το Άγιον Πνεύμα είναι μια ιδιαίτερη υπόσταση και όχι μια απλή ενέργεια του Θεού. Το Άγιον Πνεύμα, το οποίο στην Παλαιά Διαθήκη φανερωνόταν αμυδρώς ως εμφύσημα, ως ήχος, ως φωνή αύρας, ως έμπνευση των Προφητών, κατά την Πεντηκοστή φανερώνεται "ως κατ’ ιδίαν υπόστασιν υπάρχον". Έτσι, όταν τελείωσαν τα γεγονότα τα οποία φανέρωναν την υπόσταση του Υιού, άρχισαν να τελούνται τα γεγονότα τα οποία φανερώνουν την υπόσταση του Αγίου Πνεύματος (άγ. Γρηγόριος Παλαμάς).

Το δεύτερο σημείο με το οποίο μπορεί κανείς να ερμηνεύση τα περί της καθόδου του Αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής είναι ότι το Άγιον Πνεύμα κατέστησε τους Μαθητάς μέλη του Σώματος του Χριστού και τους έδωσε την δύναμη να συμμετάσχουν στην νίκη του Χριστού εναντίον του θανάτου.

Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης, ερμηνεύοντας τα περί της καθόδου του Αγίου Πνεύματος, χρησιμοποιεί χωρία από τον όσιο Νικήτα τον Στηθάτο και τον Μ. Βασίλειο, σύμφωνα με τα οποία δεν κατέβηκε δουλικώς, αλλά δεσποτικώς και αυτεξουσίως. Όπως ο Υιός και Λόγος του Θεού με την δική του θέληση, εκουσίως, ενηνθρώπησε, έτσι και το Άγιον Πνεύμα με την δική του θέληση έκανε τους Αποστόλους μέλη του Σώματος του Χριστού. Άλλωστε, η θέληση του Πατρός είναι και θέληση του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και αντιστρόφως. Κοινή είναι η ενέργεια και η θέληση του Τριαδικού Θεού.

Το αυτεξούσιο (η ελευθερία) χρησιμοποιείται διαφορετικά για τον Θεό, τους αγγέλους και τους ανθρώπους. Ο Θεός λέγεται ότι είναι αυτεξούσιος "εξόχως, υπεροχικώς και υπερουσίως, καθ’ ότι υπέρ το αυτεξούσιον εστιν ο Θεός". Ο Θεός δεν μπορεί να συγκριθή με τα ανθρώπινα δεδομένα. Οι άγγελοι έχουν φυσικώς το αυτεξούσιο, αλλά το μεταχειρίζονται ανεμποδίστως, δηλαδή αυτό που θέλουν το πραγματοποιούν αμέσως, γιατί δεν έχουν εμπόδια στην πραγματοποίησή του, αφού δεν τους εμποδίζει το σώμα ούτε κάποια άλλη αντίθετη δύναμη. Οι άνθρωποι είναι αυτεξούσιοι και έχουν ελευθερία, αλλά όμως έχει τραυματισθή το αυτεξούσιό τους και δεν μπορούν εύκολα να πραγματοποιήσουν αυτό το οποίο επιθυμούν. Αυτό οφείλεται στην προσβολή του διαβόλου, στο βάρος του σώματος και στα πάθη στα οποία υποτάχθηκαν εκουσίως. Γι’ αυτό και πρέπει η θέληση και το αυτεξούσιο να ενισχυθούν από τον Θεό. Στην Παλαιά Διαθήκη γράφεται: "ετοιμάζεται θέλησις παρά Κυρίου" (Παρ. η', 35). Και ο Απόστολος Παύλος γράφει: "Ο Θεός γαρ εστιν ο ενεργών εν υμίν και το θέλειν και το ενεργείν υπέρ της ευδοκίας" (Φιλ. β', 13).

Αυτό σημαίνει ότι το Άγιον Πνεύμα κατήλθε στις καρδιές των Αποστόλων και ενεργεί στους ανθρώπους με την δική του θέληση και όχι δουλικώς. Αλλά οι άνθρωποι πρέπει να ανταποκριθούν στην ενέργεια του Αγίου Πνεύματος με την θέλησή τους, αφού ο Θεός δεν παραβιάζει την ελευθερία τους. Όμως η θέληση και το αυτεξούσιο, πρέπει να ενισχυθούν από τον Θεό, γιατί στην κατάσταση της πτώσεως ο άνθρωπος είναι υποδουλωμένος, είναι ένα εξαρτηματικό όν.

Γενικά, όταν κάνουμε λόγο για την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, δεν μπορούμε να το εννοούμε ως ενανθρώπηση, αφού μόνον ο Υιός και Λόγος του Θεού ενηνθρώπησε, αλλά ως υποστατική φανέρωσή Του στον κόσμο που μεταμόρφωσε τους Μαθητάς και τους έκανε από θνητούς ανθρώπους, ζωντανά μέλη του Σώματος του Χριστού.


Ιερόθεος Ναυπάκτου, Δεσποτικές Εορτές

Πεντηκοστήν εορτάζομεν και πνεύματος επιδημίαν





Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος μα΄ εις την Πεντηκοστήν

Την Πεντηκοστή εορτάζουμε καί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος καί την πραγματοποίηση της υποσχέσεως καί την εκπλήρωση της ελπίδας. Το μυστήριο, πόσο και μεγάλο είναι και σεβαστό! Τελειώνουν λοιπόν όσα έχουν σχέση με το σώμα του Χριστού, ή μάλλον με τη σωματική παρουσία Του(1). Διότι διστάζω να πω τα σωματικά, εφ' όσον κανένας λόγος δεν μπορεί να με πείσει ότι θα ήταν καλύτερα να είχε απαλλαγεί από το σώμα [ο Χριστός](2). Αρχίζουν δε όσα έχουν σχέση με το Άγιο Πνεύμα(3). Ποια δε ήταν όσα έχουν σχέση με το Χριστό; Η Παρθένος, η γέννηση, η φάτνη, το σπαργάνωμα, οι άγγελοι που τον δοξάζουν, οι ποιμένες που τρέχουν προς Αυτόν, η διαδρομή του αστέρα, η προσκύνηση και η προσφορά των δώρων από τους μάγους, ο φόνος των νηπίων από τον Ηρώδη, ο Ιησούς που φεύγει στην Αίγυπτο, που επιστρέφει από την Αίγυπτο, που περιτέμνεται, που βαπτίζεται, που δέχεται την μαρτυρία από τον ουρανό, που πειράζεται, που λιθάζεται για μας (για να μας δώσει υπόδειγμα κακοπάθειας υπέρ του Λόγου) που προδίνεται, που προσηλώνεται [στον Σταυρό], που θάπτεται, που ανασταίνεται, που ανεβαίνει [στους ουρανούς]. Από αυτά και τώρα υφίσταται πολλά από τους μισόχριστους μεν, αυτά που Τον ατιμάζουν και τα υπομένει (διότι είναι μακρόθυμος)• από τους φιλόχριστους δε, αυτά που Του αποδίδουν τιμή. Και αναβάλλει να ανταποδώσει όπως σ' εκείνους την οργή, έτσι σε μας την αγαθότητα• επειδή ίσως σ' εκείνους μεν δίνει καιρό μετανοίας, σε μας δε δοκιμάζει τον πόθο, εάν δεν λιποψυχούμε και δεν αποκάμουμε στις θλίψεις και στους αγώνες για την ευσέβεια• όπως ακριβώς ορίζεται από την θεία οικονομία και τα ανεξιχνίαστα κρίματά Του, με τα οποία κυβερνά με σοφία τη ζωή μας. Όσα λοιπόν αναφέρονται στο Χριστό είναι αυτά' και τα πέρα απ' αυτά θα τα δούμε ενδοξότερα [στη βασιλεία των ουρανών] και μακάρι και μεις να φανούμε [δοξασμένοι από το Θεό]. Όσα δε αναφέρονται στο Άγιο Πνεύμα, παρακαλώ το Πνεύμα να έλθει εντός μου και να μου δώσει(4) λόγο όσον επιθυμώ κι' αν όχι τόσον, αλλ' όσος απαιτείται σ' αυτή την περίπτωση. Πάντως όμως θα έλθει με εξουσία δεσποτική, και όχι με τρόπο δουλικό, ούτε περιμένοντας πρόσταγμα, όπως νομίζουν μερικοί. Διότι πνέει όπου θέλει, καί σ' όσους θέλει, και όποτε και όσο θέλει. Μ' αυτόν τον τρόπο εμείς εμπνεόμαστε να νοούμε και να μιλούμε για το Άγιο Πνεύμα.

ΣΤ. Το Άγιο Πνεύμα όσοι Το υποβιβάζουν στην τάξη των κτισμάτων είναι υβριστές και δούλοι κακοί κι' απ' τους κακούς χειρότεροι. Διότι των κακών δούλων είναι (γνώρισμα) το να αθετούν την [θεία] δεσποτεία και να επαναστατούν κατά της κυριότητας [του Θεού] και να θεωρούν όμοιο με αυτούς δούλο το ελεύθερο [Πνεύμα]. Όσοι όμως Το πιστεύουν ως Θεό είναι θεοφόρητοι και φωτισμένοι στο νου. Εκείνοι όμως που και Το ομολογούν [ως Θεό], εάν μεν το κάνουν σε ανθρώπους με ευσεβές φρόνημα, θεωρούνται μεγάλοι• αλλ' εάν το κάνουν σ' όσους έχουν φρόνημα χθαμαλό, θεωρούνται όχι φρόνιμοι• διότι εμπιστεύονται το μαργαριτάρι στον πηλό [δηλ. την αλήθεια της πίστεως σ' εκείνους που δεν έχουν την διάθεση να την δεχθούν] και σε ακοή ασθενική ήχο βροντής και σε αδύνατους οφθαλμούς ηλιακό φως και στερεά τροφή σ' εκείνους που πίνουν ακόμα γάλα(5). Αυτούς πρέπει να κατευθύνει κανείς σιγά-σιγά προς τα εμπρός και να τους ανεβάζει προς τα υψηλότερα, ώστε από το φως να ζητούν [περισσότερο] φως και στην αλήθεια να προσθέτουν αλήθεια(6). Γι'αυτό κι' εμείς αφήνοντας για λίγο τον τελειότερο λόγο (γιατί δεν είναι ακόμα καιρός) έτσι θα μιλήσουμε προς αυτούς.

Ζ. Άνθρωποί μου, εάν μεν θεωρείτε ότι το Άγιο Πνεύμα δεν είναι ούτε άκτιστο ούτε άχρονο, αυτό είναι καθαρά ενέργεια του πονηρού πνεύματος• επιτρέψτε στο ζήλο μου να πω αυτό το τολμηρό. Εάν όμως έχετε τόση τουλάχιστον υγεία [ψυχής], ώστε ν' αποφεύγετε την φανερή ασέβεια και θέτετε έξω απ' την δουλεία Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] που κι' εμάς κάνει ελευθέρους, εξετάστε και σεις στην συνέχεια μαζί με το Άγιο Πνεύμα και μας. Διότι δέχομαι ότι σε κάποιο βαθμό μετέχετε Αυτού και σεις, και στο εξής θα συνεξετάσω με σας ως με οικείους πλέον [στην πίστη]. Ή παραχωρήστε μου το μέσον μεταξύ της δουλείας και της δεσποτείας, για να θέσω εκεί την αξία του Πνεύματος• ή εφ' όσον αποφεύγετε την δουλεία δεν είναι άδηλο, πού θα τοποθετήσετε αυτό το οποίο ζητούμε. Αλλά στενοχωρείσθε για τις συλλαβές και σκοντάφτετε επάνω στον λόγο και αυτό [το να ονομάζει κανείς το Άγιο Πνεύμα Θεό] γίνεται για σας «λίθος προσκόμματος» και «πέτρα σκανδάλου», αφού και ο Χριστός γίνεται για μερικούς(7). Ανθρώπινο είναι να πάθει κανείς κάτι τέτοιο. Ας σταθούμε κοντά ο ένας στον άλλο πνευματικά. Ας γίνουμε περισσότερο φιλάδελφοι παρά φίλαυτοι. Αναγνωρίστε την δύναμη της θεότητας κι'εμείς θα σας δώσουμε την συγκατάθεση για τη λέξη• ομολογείστε την [θεία] φύση με άλλες λέξεις, που συμπαθείτε περισσότερο, κι'εμείς θα σας γιατρέψουμε ως ασθενείς• αφού υποκλέψουμε με τρόπο αυτά που σας είναι ευχάριστα. Διότι είναι άξιο ντροπής και αρκετά παράλογο, ενώ είστε εύρωστοι στην ψυχή, να δείχνετε μια νοσηρή μικρολογία γύρω απ' τις λέξεις και να κρύβετε τον θησαυρό [της αλήθειας], ακριβώς σαν να φθονείτε τους άλλους ή να φοβάστε μήπως αγιάσετε και την γλώσσα σας [με την ομολογία της θεότητας του Αγίου Πνεύματος]. Ακόμα δε πιο άξιο ντροπής για μας είναι να πάθουμε αυτό που κατηγορούμε, και ενώ καταδικάζουμε την μικρολογία στους άλλους, να μικρολογούμε εμείς γύρω απ' τα γράμματα(8).

Η. Ομολογείστε, άνθρωποί μου, ότι μιας θεότητας είναι η Αγία Τριάς, ή, αν θέλετε, μιας φύσεως. Κι' εμείς θα ζητήσουμε από το Άγιο Πνεύμα για σας και τη λέξη Θεός. Διότι γνωρίζω καλά ότι Εκείνος που έδωσε το πρώτο [την πίστη στο ομοούσιο του Υιού] θα δώσει και το δεύτερο [και του Αγίου Πνεύματος] και μάλιστα, όταν το ζήτημα για το οποίο αντιλέγουμε είναι μία πνευματική δειλία και όχι διαβολική εναντίωση. Θα το πω ακόμα πιο καθαρά και πιο σύντομα. Μήτε σεις ν' αποδώσετε σε μας ευθύνη για τον υψηλότερο λόγο που χρησιμοποιούμε (διότι δεν υπάρχει κανένας φθόνος των άλλων μήπως ανέβουν), ούτ' εμείς θα σας κατηγορήσουμε για τον μέχρι τώρα δικό σας «προσιτό», εφ' όσον κι' από διαφορετικό δρόμο οδηγείστε προς το ίδιο [πνευματικό] κατάλυμα. Διότι δεν ζητούμε να νικήσουμε, αλλά να σας προσλάβουμε ως αδελφούς, που για τον χωρισμό σας από μας σπαραζόμαστε απ' τη λύπη. Αυτά [λέγουμε] προς εσάς, που υγιαίνετε ως προς την πίστη σας για τον Υιό, πού βρίσκουμε μέσα σας κάποια δύναμη ζωής [πνευματικής]• αυτών που αν και θαυμάζουμε τον τρόπο της ζωής, δεν επαινούμε εξ ολοκλήρου τον λόγο. Σεις που έχετε τα έργα του Πνεύματος, αποκτείστε και το Πνεύμα, για να μη «αθλήτε» μόνο, αλλά και «νομίμως», απ' όπου και ο στέφανος(9). Αυτός ο μισθός εύχομαι να σας δοθεί για την πολιτεία σας, να ομολογήσετε δηλαδή την πίστη σας στο Άγιο Πνεύμα κατά τρόπο τέλειο και να Το κηρύξετε [ως θεό αληθινό] μαζί με μας καί περισσότερο από μας όσο είναι άξιο. Τολμώ κάτι και μεγαλύτερο για σας να πω τον λόγο του Αποστόλου. Τόσο πολύ σας αγαπώ, και τόσο πολύ ευλαβούμαι σε σας αυτή την κόσμια περιβολή και το χρώμα της εγκράτειας καί τα ιερά αυτά τάγματα και την σεμνή παρθενία και τον αγνισμό και την ολονύκτια ψαλμωδία και την φιλοπτωχία και φιλαδελφία και φιλοξενία, ώστε και ανάθεμα [χωρισμένος] από τον Χριστό να είμαι δέχομαι και ο,τιδήποτε να πάθω ως καταδικασμένος• αρκεί να θελήσετε να σταθείτε μαζί μας και να θελήσετε να δοξάσουμε ενωμένοι την Αγία Τριάδα(10). Διότι για τους άλλους [που δεν ομολογούν το ομοούσιο του Υιού] τι πρέπει να πούμε, τους φανερά πεθαμένους [στην ψυχή] (που μόνο ο Χριστός που ζωοποιεί τους νεκρούς μπορεί ν' αναστήσει σύμφωνα με τη δύναμη που έχει), οι οποίοι κακώς διαχωρίζονται κατά τον τόπο, ενώ συνδέονται με το λόγο, και τόσο πολύ φιλονεικούν μεταξύ τους όσο οι αλλοίθωροι οφθαλμοί, που βλέπουν ένα πράγμα και δεν συμφωνούν όχι ως προς την όψη αλλ' ως προς την θέση. Αν βέβαια πρέπει να τους κατηγορήσει κανείς για αλλοιθωρισμό, και όχι όμως για τύφλωση. Αφού ανέπτυξα όσο έπρεπε αυτά που έχουν σχέση με σας, ας επανέλθουμε πάλι προς το Πνεύμα• πιστεύω ότι και σεις τώρα θα παρακολουθήσετε.

Θ. Το Άγιο Πνεύμα πάντοτε υπήρχε και υπάρχει και θα υπάρχει, δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος, αλλ' είναι πάντοτε ενωμένο και αριθμείται μαζί με τον Πατέρα καί τον Υιό. Διότι δεν θα άρμοζε ποτέ να ελλείπει ο Υιός από τον Πατέρα ή το Πνεύμα από τον Υιό, επειδή θα ήταν σε μέγιστο βαθμό άδοξη η θεότητα, σαν από μεταμέλεια ακριβώς να ήλθε σε συμπλήρωση για να γίνει τέλεια. [Το Άγιο Πνεύμα] λοιπόν πάντοτε και αιώνια μεταλαμβάνεται [με τις θείες ενέργειές Του], δεν μεταλαμβάνει• οδηγεί στην τελείωση [τους ανθρώπους], δεν τελειώνεται• παρέχει την πνευματική πλήρωση, δεν έχει ανάγκη πληρώσεως• αγιάζει, δεν αγιάζεται• κάνει [τους ανθρώπους] θεούς, δεν θεώνεται αυτό προς Εαυτό, και προς εκείνους με τους οποίους είναι ενωμένο, είναι πάντοτε το ίδιο και απαράλλακτο• αόρατο, άχρονο, αχώρητο, αναλλοίωτο, υπεράνω από κάθε έννοια ποιότητας, ποσότητας και μορφής, αψηλάφητο, κινούμενο αφ' Εαυτού, κινούμενο συνεχώς, έχοντας αφ' Εαυτού εξουσία, έχοντας αφ' Εαυτού δύναμη, παντοδύναμο (αν καί ως προς την πρώτη αρχή, όπως ακριβώς όλα τα αναφερόμενα εις τον Μονογενή Υιό, έτσι και του Πνεύματος ανάγεται [εις τον Θεό Πατέρα]). Είναι ζωή και πρόξενος ζωής, το φως και χορηγεί φως, αφ' Εαυτού αγαθό και πηγή αγαθότητας. Πνεύμα ευθές, ηγεμονικό, κύριο [καλεί και] αποστέλλει [τους άξιους, όπως ο Πατήρ και ο Υιός], θέτει όρια [σε όλη την κτίση] κάνει τους ανθρώπους ναούς οίκους Του, οδηγεί, ενεργεί όπως θέλει, διανέμει χαρίσματα. Είναι Πνεύμα υιοθεσίας [κάνει τους ανθρώπους υιούς του Θεού], αληθείας, σοφίας, συνέσεως, γνώσεως, ευσέβειας, βουλής, δυνάμεως, φόβου [θείου], όσων έχουν απαριθμηθεί. Δια του Αγίου Πνεύματος γνωρίζεται ο Πατήρ και δοξάζεται ο Υιός, και από Αυτούς μόνο γνωρίζεται Αυτό, είναι δηλαδή τα τρία πρόσωπα Εν, μία είναι η λατρεία και η προσκύνηση [που προσφέρεται], μία η δύναμη, η τελειότητα, ένας ο αγιασμός [που παρέχεται]. Και γιατί να μακρολογώ; Όλα όσα έχει ο Πατήρ, είναι του Υιού, εκτός από την αγεννησία. Όλα όσα έχει ο Υιός, είναι του Αγίου Πνεύματος, εκτός από την γέννηση. Αυτά (τα ιδιώματα), όσο βέβαια μπορώ να εκφρασθώ με τον λόγο μου, δεν ξεχωρίζουν ουσίες, αλλ' ορίζουν την μία και ενιαία ουσία της θεότητας.

Ι. Στενοχωρείσαι για τις αντιθέσεις (που χρησιμοποίησα); Εγώ όμως για το μήκος του λόγου. Τίμησε λοιπόν την (σημερινή) ημέρα του Πνεύματος• συγκράτησε λίγο τη γλώσσα, αν γίνεται. Για άλλες γλώσσες γίνεται ο λόγος• αυτές ευλαβήσου ή φοβήσου, πύρινες καθώς φαίνονται. Σήμερα ας υψώσουμε μ' ευλάβεια όλο μας τον νου στο θείο μυστήριο [της καθόδου του Αγίου Πνεύματος], ας κάνουμε αύριο ανάλυση λέξεων σήμερα ας εορτάσουμε [με κατάνυξη], ας ειπωθεί κάτι άξιο ντροπής [από τους αντιλέγοντες] αύριο. Αυτά γίνονται με τρόπο μυστικό [στο ταμείο της ψυχής ενώπιον του Θεού], εκείνα γίνονται με τρόπο πομπώδη [ενώπιον των ανθρώπων]• αυτά γίνονται στις εκκλησίες, εκείνα στις αγορές• αυτά αρμόζουν σε ανθρώπους σώφρονες και νηφάλιους, εκείνα σε ανθρώπους που μεθούν αυτά είναι όσων ενεργούν με σοβαρότητα [όση αξίζει στο μεγάλο μυστήριο], εκείνα όσων παίζουν κατά του Πνεύματος. Αφού λοιπόν απαλλαγήκαμε απ' ό,τι είναι αλλότριο [της ευσεβείας], ας καταρτίσουμε το δικό μας [το λόγο περί του Αγίου Πνεύματος].

ΙΑ. Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] ενεργούσε πριν απ' όλα στις αγγελικές και ουράνιες δυνάμεις, σ' όσες είναι πρώτες μετά το Θεό και σ' όσες είναι κοντά στο Θεό. Διότι η τελείωση και η έλλαμψη σ' αυτές και η δυσκινησία ή η ακινησία τους προς το κακό δεν είναι από άλλη αιτία, αλλά από το Άγιο Πνεύμα. Έπειτα [ενεργούσε] στους Πατέρες και τους Προφήτες. Απ' αυτούς οι μεν είχαν θέα του Θεού ή Τον εγνώρισαν [με αποκάλυψη], οι δε προγνώρισαν και το μέλλον, με το να σχηματίζει το Πνεύμα εικόνες στο νου τους και σαν να ήσαν παρόντες συναναστρεφόμενοι όσα επρόκειτο να πραγματοποιηθούν στο μέλλον. Τέτοια είναι η δύναμη του Πνεύματος. Έπειτα [ενεργούσε] στους μαθητές του Χριστού (διότι δεν λέγω για το Χριστό, στον Οποίο παρευρίσκετο [το Άγιο Πνεύμα] όχι ωσάν να ενεργούσε, αλλ' ως συμπαρευρισκόμενο σε ομότιμη σχέση [με Αυτό])• και σ' αυτούς κατά τρεις τρόπους, στο μέτρο πού μπορούσαν να Το δεχθούν, και κατά τρεις καιρούς: πριν να δοξασθεί ο Χριστός με το πάθος Του• αφού δοξάσθηκε με την Ανάσταση• και μετά την Άνοδό Του στους ουρανούς ή την αποκατάσταση, ή όπως και πρέπει να την ονομάσουμε, φανερώνει δε [την ενέργεια αύτη] η πρώτη θεραπεία και κάθαρση από τις ασθένειες και τα πονηρά πνεύματα, η οποία βέβαια δεν γινόταν χωρίς το Άγιο Πνεύμα• και το εμφύσημα [του Κυρίου στα πρόσωπα των μαθητών Του] μετά την τελείωση της [ενσάρκου] οικονομίας, πού είναι φανερά προσθήκη περισσοτέρας χάριτος• και τώρα ο διαμερισμός των πύρινων γλωσσών, που πανηγυρίζουμε. Αλλά το πρώτο έγινε αμυδρά• το δεύτερο, πιο φανερά• και το [τρίτο] τώρα, τελειότερα ... Και δεν παρίσταται τώρα [το Άγιο Πνεύμα] κατά την ενέργεια, όπως πρωτύτερα, αλλά κατά την ουσία , ή όπως αλλιώς θα μπορούσε να το πει κανείς, και μένοντας μαζί τους και μέσα τους [στους αγίους αποστόλους] βοηθός και παραστάτης στο έργο τους(11). Διότι έπρεπε, αφού ο Υιός συνανεστράφη με μας σωματικά, καί Αυτό να φανερωθεί σωματικά(12)• και αφού επανήλθε προς Εαυτόν ο Χριστός, Εκείνο να κατέλθει προς εμάς• και έρχεται μεν ως Κύριο, «πέμπεται» [αποστέλλεται] δε όχι ως κατώτερο. Διότι οι λέξεις αυτές [έρχεται, πέμπεται] φανερώνουν εξ ίσου την ενότητα και ομοτιμία [των προσώπων] παρά χωρίζουν τις φύσεις.

ΙΒ. Δια τούτο μετά το Χριστό μεν [κατέρχεται το Άγιον Πνεύμα] για να μη μας λείπει Παράκλητος [Παρήγορος]• «Άλλος» δε, για να έχεις στο νου σου την ομοτιμία. Διότι το «άλλος» σημαίνει άλλος ακριβώς όπως εγώ γίνεται. Τούτο δε σημαίνει κοινή δεσποτεία και όχι υποτίμηση. Διότι εγώ ξέρω καλά ότι το «άλλος» λέγεται όχι για διαφορετικά πράγματα, αλλά της ιδίας ουσίας. Με μορφή γλωσσών δε [κατήλθε το Άγιο Πνεύμα] εξ αιτίας της συγγενείας προς το Λόγο. Πύρινων δε, και αναζητώ για ποίο απ' τα δύο: για την κάθαρση (διότι μιλούμε για πυρ - φωτιά - που καθαρίζει, όπως μπορούν από παντού να μάθουν όσοι θέλουν) ή για την ουσία; Διότι ο Θεός μας είναι πυρ [κατά μίαν εικόνα της απροσίτου θείας ουσίας] και «πυρ καταναλίσκον» [φωτιά που κατακαίει και αφανίζει] τη μοχθηρία, [και το λέω] έστω κι' αν αγανακτείς πάλι, διότι στενοχωρείσαι για το ομοούσιο [που αποδίδω στο Άγιον Πνεύμα]. Και εχωρίστηκαν [οι γλώσσες] διότι τα χαρίσματα [που εχορήγησε] ήταν πολλά και διάφορα• εκάθισαν δε, επειδή η εξουσία Του είναι βασιλική, και επειδή αναπαύεται εις τους αγίους• αφού και τα χερουβείμ είναι θρόνος του Θεού. Στο υπερώο δε (αν δεν θεωρηθώ ότι καταβάλλω μάταιο κόπο κάπως περισσότερο απ' ό,τι πρέπει) διότι θα ανέβαιναν και θα υψώνονταν από χάμω (πνευματικά) αυτοί που επρόκειτο να Το δεχθούν αφού και με θεία ύδατα [Αγγελικές δυνάμεις] στεγάζονται ουράνια υπερώα [ο θρόνος του Θεού] και υμνείται ο Θεός(13). Και ο Ιησούς επίσης στο υπερώο συμμετέχει στο μυστήριο [της Θείας Ευχαριστίας] με αυτούς που μυούνται στα υψηλότερα, για να παρασταθεί αυτό, ότι αφ' ενός μεν πρέπει ο Θεός να κατέβει λίγο προς εσάς, πράγμα που ξέρω ότι έγινε παλαιότερα στον Μωυσή, αφ' ετέρου δε πρέπει εμείς ν' ανέβουμε και έτσι να γίνει [δυνατή] η κοινωνία του Θεού προς τους ανθρώπους, ν' αναμειχθεί δηλαδή η [υπερτελεία] αξία [της θεότητας με την μηδαμινότητα της ανθρωπότητας]. Εφ' όσον όμως [το θείο και το ανθρώπινο] μένουν το μεν στην οικεία περιωπή, το δε στην ταπείνωση, παραμένει άμικτη η άγαθότης [του Θεού] και η φιλανθρωπία Του ακοινώνητη [από τον άνθρωπο]• και υπάρχει μεταξύ των χάσμα μεγάλο και αδιαπέραστο, που εμποδίζει όχι μόνο τον πλούσιο απο τον Λάζαρο και τους επιθυμητούς κόλπους του Αβραάμ, αλλά [όλη] την κτιστή και ρευστή φύση, από την άκτιστη και αμετάβλητη.

ΙΓ. Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] κηρύχθηκε μεν από τους προφήτες, όπως στο «Πνεύμα Κυρίου επ' εμέ»•και, θ' αναπαυθούνε επ' αυτόν επτά Πνεύματα• και «κατέβηκε Πνεύμα από τον Κύριο και οδήγησε αυτούς»• και, Πνεύμα επιστήμης που εγέμισε τον Βεσελεήλ τον αρχιτέκτονα της σκηνής• και, Πνεύμα που παροργίζεται και, Πνεύμα που εσήκωσε ψηλά τον Ηλία μέσα σε άρμα και που ο Ελισσαίος εζήτησε διπλάσιο• και, Πνεύμα αγαθό και ηγεμονικό από το οποίο ο Δαβίδ οδηγήθηκε και στηρίχτηκε. Το υποσχέθηκε δε [ο Θεός], προηγουμένως μεν με τον προφήτη Ιωήλ: «Και στις έσχατες ημέρες [όταν θα έλθει ο Μεσσίας] λέγοντας (ο Θεός ότι θα συμβεί τούτο) θα εκχύσω χαρίσματα από το Πνεύμα μου εις όλους τους ανθρώπους (που πιστεύουν δηλαδή) και εις τους υιούς σας και εις τας θυγατέρας σας» και τα εξής. Ο Ιησούς δε ύστερα, ο Οποίος δοξάζεται [από το Άγιο Πνεύμα] και αντιδοξάζει [Αυτό], όπως και τον Πατέρα και [δοξάζεται] από τον Πατέρα. Και η υπόσχεση [του Χριστού], ως πλούσια, βεβαιώνει ότι [το Άγιο Πνεύμα] θα μένει με τους πιστούς αιώνια, δηλαδή τώρα με τους άξιους σε κάθε καιρό, ύστερα δε μ' εκείνους που αξιώνονται [να κληρονομήσουν] τα εκεί [αγαθά], όταν φυλάξουμε Αυτό ολόκληρο με την [ενάρετη] ζωή μας, και δεν χωρισθούμε [από Αυτό] τόσο, όσο άμαρτάνουμε.

ΙΔ. Αυτό το Πνεύμα συνδημιουργεί μεν με τον Υιό και την κτίση και την ανάσταση. Και ας σε πείσει το «Με το Λόγο του Κυρίου έγιναν και εστερεώθηκαν οι ουρανοί, και με το Πνεύμα του στόματος Του έδημιουργήθηκε το αμέτρητο πλήθος των αστέρων»• «το Πνεύμα του Θεού με εδημιούργησε, η πνοή δε του Παντοκράτορας με διδάσκει»• και πάλι• «θα εξαποστείλεις το [ζωοποιό] Πνεύμα Σου, και θα κτισθούν [αναδημιουργηθούν] και [έτσι] θα ανακαινίσεις το πρόσωπο της γης». Δημιουργεί δε την πνευματική αναγέννηση• και ας σε πείσει το ότι κανείς δεν μπορεί να ιδεί ή να λάβει την βασιλεία [των ουρανών], αν δεν «γεννηθεί άνωθεν» [αναγεννηθεί πνευματικά] από το Άγιο Πνεύμα, και δεν καθαρισθεί από την προηγούμενη [κατά σάρκα] γέννηση. Αυτή [η πνευματική αναγέννηση] η οποία είναι μυστήριο που φανερώθηκε τη νύκτα [από τον Κύριο στο Νικόδημο] συντελείται με την διάπλαση [της ψυχής από την χάρη του Αγίου Πνεύματος που κάνει τον πιστό κοινωνό] του θείου φωτός και•της θείας ημέρας, την οποία καθένας δέχεται μέσα του [και με την δική του πνευματική εργασία]. Αυτό το Πνεύμα (διότι είναι σε άπειρο βαθμό σοφό και φιλάνθρωπο), αν λάβει ποιμένα προβάτων τον κάνει θεόπνευστο ψαλμωδό, που με την ψαλμωδία του απομακρύνει τα πονηρά πνεύματα, και τον αναδεικνύει βασιλέα του Ισραήλ. Αν πάρει αιγοβοσκό που χαράζει συκομορέες, τον κάνει προφήτη. Θυμήσου τον Δαβίδ και τον Αμώς. Αν πάρει νεανίσκο ευφυή, τον κάνει κριτή πρεσβυτέρων και προχωρημένων στην ηλικία. Αυτό μαρτυρεί ο Δανιήλ, που ενίκησε λέοντες μέσα στο λάκκο. Αν βρει αλιείς, τους πιάνει με την σαγήνη [της χάριτος] οδηγώντας τους στον Χριστό και τους κάνει ικανούς να συλλαμβάνουν όλον τον κόσμο με την πλοκή του λόγου. Να εννοήσεις τον Πέτρο και τον Ανδρέα και τους υιούς της βροντής [Ιωάννη και Ιάκωβο], που εβρόντησαν τα πνευματικά. Εάν [πάρει] τελώνες, τους κερδίζει στη μαθητεία [του Χριστού] και δημιουργεί εμπόρους ψυχών. Το λέει ο Ματθαίος, ο χθες τελώνης και σήμερα ευαγγελιστής. Εάν [πάρει] διώκτες θερμούς, μεταθέτει τον ζήλο τους και κάνει Παύλους αντί Σαύλων, και τόσο πολύ [τους ανυψώνει] προς την ευσέβεια, όσο ήταν στην κακία που τους βρήκε. Αυτό είναι και Πνεύμα πραότητας• και οργίζεται γι'αυτούς που αμαρτάνουν. Γι' αυτό λοιπόν ας γνωρίσουμε Αυτό ως πράο και όχι οργιζόμενο, ομολογώντας την αξία Του [ως Θεού] και αποφεύγοντας κάθε βλάσφημο λόγο, και ας μη θελήσουμε να το ιδούμε να οργίζεται για αμαρτία που είναι ασυγχώρητη [την βλασφημία εις Αυτό]. Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] κάνει κι' έμενα σήμερα τολμηρό κήρυκα σε σας• εάν μεν χωρίς να πάθω τίποτε, η χάρη, στον Θεό• εάν δε πάθω, και πάλι χάρη• το μεν [πρώτο], για να λυπηθεί [ο Θεός] αυτούς πού μας μισούν το δε, για να μας αγιάσει, με το να πάρουμε τον μισθό αυτό της ιερουργίας του Ευαγγελίου, το να τελειωθούμε δηλαδή με το αίμα μας(14).

ΙΕ. Μιλούσαν μεν λοιπόν [οι Απόστολοι] ξένες γλώσσες και όχι τις πατρικές τους, και το θαύμα είναι μεγάλο, να μιλούν άνθρωποι γλώσσα που δεν έμαθαν και αυτό το σημείο [θαύμα] είναι για τους απίστους, όχι γι' αυτούς που πιστεύουν, για να είναι κατήγορο των απίστων, όπως έχει γραφτεί• «Ότι με ανθρώπους που μιλούν ξένες γλώσσες και με χείλη ξένων λαών θα ομιλήσω προς το λαό αυτόν, αλλ' ούτε με τον τρόπο αυτό θα με ακούσουν, λέγει ο Κύριος». Άκουγαν δε [όσοι ήσαν τότε στα Ιεροσόλυμα]. Εδώ σταμάτησε λίγο και διερωτήσου, πώς θα διαιρέσεις τον λόγο. Διότι έχει κάτι το αμφίβολο η λέξη [«ήκουον»] το οποίο διαχωρίζεται με την τελεία. Άρα, δηλαδή, άκουγαν ο καθένας στη δική του γλώσσα, φερ' ειπείν σαν να ηχεί δυνατά μία φωνή, και ν' ακούγονται πολλές, με το να πάλλεται έτσι ο αέρας και, για να το πω σαφέστερα, με το να γίνεται η φωνή φωνές; Ή πρέπει να σταματήσουμε στο «ήκουον», το δε «Λαλούντων» στις δικές τους γλώσσες να το προσθέσουμε στα επόμενα, για να είναι: «Καθώς μιλούσαν γλώσσες», τις δικές των, αυτών που ακούγανε, που σημαίνει ξένες• προς τούτο δε και μάλλον τάσσομαι. Διότι με εκείνον μεν τον τρόπο το θαύμα θα ήταν εκείνων που άκουγαν μάλλον παρά εκείνων που μιλούσαν. Με αυτόν δε τον τρόπο εκείνων που μιλούσαν οι οποίοι και κατηγορήθηκαν για μέθη, είναι φανερό ότι με το να θαυματουργούν αυτοί ως προς τις γλώσσες με την δύναμη του Πνεύματος.

ΙΣΤ. Πλην είναι μεν άξια να εξυμνείται και η παλαιά διαίρεση των γλωσσών (όταν οικοδομούσαν τον πύργο εκείνοι που συμφώνησαν κακώς και αθέως, όπως και από τους σημερινούς τολμούν μερικοί)• διότι με το να διαλυθεί η ομογνωμοσύνη μαζί με το σχίσιμο (διαφορά) της γλώσσας, σταμάτησε το εγχείρημα. Περισσότερο όμως πρέπει να εξυμνείται αύτη [η διαίρεση] που θαυματουργείται σήμερα. Διότι αφού διαλύθηκε [η γλώσσα] από το ένα Πνεύμα σε πολλούς, συνάγεται πάλι σε μία αρμονία. Και υπάρχει διαφορά χαρισμάτων, [στην γλωσσολαλία] που χρειάζεται άλλο χάρισμα για να διακρίνεται το περισσότερο ωφέλιμο [για την σύναξη των πιστών]• επειδή όλες οι γλώσσες είναι επαινετές. Καλή δε θα λεγόταν και εκείνη, για την οποία λέει ο Δαβίδ• «Καταπόντισε, Κύριε, και καταμοίρασε τις γλώσσες τους». Γιατί; «Διότι αγάπησαν όλους τους λόγους που καταποντίζουν [τους ανθρώπους] γλώσσα δόλια»• φανερά σχεδόν κατηγορώντας αυτές τις γλώσσες εδώ, που χωρίζουν την θεότητα [με το να μη ομολογούν την θεότητα του Αγίου Πνεύματος]. Αυτά λοιπόν και αρκετά.

ΙΗ. Εμείς μεν πρέπει να απολύσουμε την σύναξη (διότι ήταν αρκετός ο λόγος), την πανήγυρη όμως ουδέποτε. Αλλ' είναι ανάγκη να εορτάσουμε, τώρα μεν και σωματικά [συμμετέχοντας στα τελούμενα], ύστερα δε από λίγο εντελώς πνευματικά [σε ησυχία με πνευματική μελέτη και νοερά προσευχή]• όπου και τους λόγους αυτών [των υμνωδών] θα κατανοήσουμε καθαρότερα και σαφέστερα, ενωμένοι με Αυτόν το Λόγο και Θεό και Κύριο ημών Ιησού Χριστό, την αληθινή εορτή και αγαλλίαση των σωζομένων με τον Οποίο η δόξα και η τιμή στον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, τώρα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.





ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Σημ. Οι παρενθέσεις ( ) είναι του κριμένου οι αγκύλες [ ] περιέχουν επεξηγηματικές προσθήκες.

1. Παρουσιάζει εδώ ένα σημαντικό σημείο της διδασκαλίας του περί της φανερώσεως της Αγίας Τριάδας στον κόσμο. Κατά τον άγιο Πατέρα, μέσα στην ιστορία της σωτηρίας, η θεία οικονομία ενεργεί σε τρία στάδια, τα οποία και ονομάζει «σεισμούς», «διαθήκας» και «μεταθέσεις βίου». Το πρώτο είναι η παράδοση του Νόμου, η περίοδος της Παλαιάς Διαθήκης• το δεύτερο είναι η σάρκωση του Λόγου, η περίοδος της Καινής Διαθήκης• το τρίτο είναι η φανέρωση του Αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή, ο καιρός του Πνεύματος. Το δεύτερο καί το τρίτο στάδιο δεν διαχωρίζονται βέβαια χρονικά, οι ενέργειες δε και των τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος είναι κοινές. Το Άγιον Πνεύμα, κατά την υπόσχεση του Κυρίου ενώνεται με τους άξιους, και «διά προσθηκών» οδηγεί στην τελείωση της γνώσεως του Θεού. Κατά την διδασκαλία του Γρηγορίου, περί σταδιακής και οικονομικής φανερώσεως της Αγίας Τριάδος, η Παλαιά Διαθήκη εκήρυττε φανερά τον Πατέρα, και τον Υιό αμυδρότερα (σκιωδώς δε και το Άγιον Πνεύμα). Η Καινή εφανέρωσε τον Υιόν, υπέδειξε δε την θεότητα του Αγίου Πνεύματος. Αυτή φανερώνεται τρανότερα «εις ύστερον», από την ήμερα της Πεντηκοστής και μετά.

2. Αναφέρεται στην καταπλήσσουσα άπειρη φιλανθρωπία του Κυρίου που στην ένδοξο Ανάληψή Του συνανυψώνει και την ανθρώπινη φύση για να την έχει αχώριστη από την θεία φύση Του εις τους αιώνες, εν δεξιά του Πατρός• Η σημασία της ενώσεως των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Κυρίου για την θέωση του ανθρώπου τονίζεται βέβαια σε όλο το έργο του Γρηγορίου.

3. Το χρονικό σημείο αυτής της «αρχής» είναι η Πεντηκοστή. Το Άγιο Πνεύμα ενεργούσε βέβαια και πριν από αυτήν, όπως αναφέρει πιο κάτω ο θείος Πατήρ, αλλά δεν είχε φανερωθεί στον κόσμο ως θεία υπόσταση (Βλ. σημείωση 1).

4. Ο Άγιος θέτει εδώ την βάση της θεολογίας ως εκκλησιαστικής λειτουργίας. Η θεολογία είναι φωτισμός και έμπνευση του Αγίου Πνεύματος μετά προηγούμενη κάθαρση των γνωστικών δυνάμεων της ψυχής. Το Άγιον Πνεύμα διδάσκει και αποκαλύπτει στους άξιους τα θεία μυστήρια, τους οδηγεί στη γνώση της θείας αληθείας, όσον είναι αναγκαίο για την σωτηρία των πιστών. Αυτοί είναι οι Πατέρες και Διδάσκαλοι της Εκκλησίας, οι οποίοι έχουν συνείδηση ότι γίνονται όργανα του Αγίου Πνεύματος για να φανερωθεί στον κόσμο η «πολυποίκιλος σοφία του Θεού». Οι άγιοι Πατέρες, φωτιζόμενοι και οδηγούμενοι από το Άγιο Πνεύμα, γνωρίζουν στους πιστούς το θέλημα του Θεού για την σωτηρία τους. Κανείς δεν μπορεί να θεολογήσει, αν δεν «δώσει λόγον» το Άγιο Πνεύμα. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίσει τα του Θεού χωρίς τον Θεό. Ο άγιος Γρηγόριος έχει την θαυμαστή παρρησία να ομολογεί ότι ομιλεί εμπνεόμενος από το Άγιο Πνεύμα. Πιο κάτω θα χρησιμοποιήσει το ρήμα «σκέπτομαι» (με το Άγιο Πνεύμα). (Πρβλ. την λέξη «συν-διασκεψάμενοι» του προσομοίου των αίνων των Αγίων Πατέρων).

5. Ποιους υπονοεί ο θείος Πατήρ, ότι κρίνουν με αυτόν τον τρόπο τον ίδιο και όσους ομολογούν την θεότητα του Αγίου Πνεύματος; Πρέπει μάλλον να νοήσουμε «κείνους που είχαν ευσεβές φρόνημα και πίστευαν στην θεότητα και το ομοούσιον του Αγίου Πνεύματος, πλην όμως δεν ομολογούσαν την πίστη τους φανερά για λόγους «οικονομίας».

6. Οι πνευματομάχοι διακρίνονταν σε διάφορες κατηγορίες. Οι πιο ακραίοι θεωρούσαν το Άγιο Πνεύμα κτίσμα. Οι πιο ήπιοι εδίσταζαν να ονομάσουν το Άγιο Πνεύμα Θεόν από σεβασμό δήθεν προς την Γραφή, που δεν το αναφέρει ρητά. Προς αυτούς κυρίως απευθύνει τον λόγο ο Άγιος με μεγάλη αγάπη και συγκατάβαση, δείωνοντας το ύψος της «ποιμαντικής επιστήμης» του.

7. Οι Πνευματομάχοι, όπως και όλοι οι αιρετικοί, προσκολλώνται στις λέξεις, στο γράμμα της Γραφής, και χάνουν τα νοούμενα από τις λέξεις. Κρατούν τα «ονόματα», και αφήνουν τα «πράγματα». Και κατηγορούν τους ορθοδόξους ότι εισάγουν «άγραφα», δηλ. λέξεις πού δεν υπάρχουν στην Γραφή. Ο Γρηγόριος, με την διάκριση αυτή (ονόματος-πράγματος) και με την παράθεση γραφικών χωρίων, αποδεικνύει ότι η αλήθεια πρέπει να αναζητηθεί μέσα και πέρα από το γράμμα των Γραφών, με πολύ προσεκτική και επίπονο μελέτη και θείο φωτισμό. Για παράδειγμα, η αλήθεια για την θεία φύση και το ομοούσιο του Αγίου Πνεύματος δεν αναφέρεται με αυτές τις λέξεις, αλλά είναι «λίαν έγγραφος» (κατ' αντιδιαστολή προς το «άγραφον»), μαρτυρείται δηλαδή, από την Γραφή.

8. Βλέπουμε εδώ τον ζέοντα πόθο του Αγίου να αλιεύσει τους ασθενούντες στην πίστη στην ορθοδοξία με μία διακριτικότατη παραχώρηση, ώστε να όδηγηθούν σταδιακά στην ομολογία της θεότητος του Αγίου Πνεύματος. Δέχεται δηλαδή να ομολογήσουν την θεία φύση του Πνεύματος με άλλες λέξεις, και θα παρακαλέσει το Πνεύμα να τους δώσει και την λέξη Θεός. Ο ίδιος δηλαδή, σε αντίθεση με τους αιρετικούς, δεν προσκολλάται καθόλου στις λέξεις καί τα γράμματα.

9. Απ' όσα αναφέρει εδώ και λίγο πιο κάτω ο θείος Γρηγόριος, συμπεραίνεται ότι οι πνευματομάχοι ή έστω μια μερίδα τους, διακρίνονταν ως ιδιαίτερη κοινότητα. Έδειχναν δε θαυμαστό ζήλο ευσέβειας και ξεχώριζαν όχι μόνον από την εξωτερική εμφάνιση, αλλά και από το ασκητικό ήθος. Όλα αυτά, και την ορθή πίστη στον Υιό, επαινεί ο ιερός Πατήρ για να τους οδηγήσει προς την τελεία ενότητα της πίστεως.

10. Μεγαλειώδης φανέρωση της θείας αγάπης η οποία κατέφλεγε την καρδία του Μεγάλου Πατρός. Οι άγιοι Πατέρες με όση δύναμη και ιερό πάθος εμάχοντο υπέρ της αληθείας της πίστεως, με τόση σπλαχνική στοργή εφέροντο προς τους πλανωμένους για να τους επαναφέρουν μέσα στην μάνδρα της Εκκλησίας.

11. Στην Παλαιά Διαθήκη, και κατά τον πρώτο καιρό της κλήσεως και αποστολής των Μαθητών, το Άγιο Πνεύμα ενεργούσε «αμυδρά», μετά δε την Ανάσταση του Κυρίου «εκτυπώτερα» κατά την δεκτικότητα των αγίων Αποστόλων. Κατά την ημέρα της Πεντηκοστής όμως και μετά «τελειώτερα». Τότε φανερωνόταν «κατά την ενέργεια», τώρα όμως, «κατά την ουσία». Η λέξη «ουσιωδώς» χρησιμοποιείται από τους Πατέρες με την σημασία της ενοικήσεως του Αγίου Πνεύματος, του πληρώματος της χάριτός Του, σε διάκριση από την ενέργεια ενός μόνον ή περισσοτέρων χαρισμάτων Αυτού. Κατά τον ίδιο άρρητο τρόπο που ενοικεί ο Πατήρ και ο Υίός. Δεν πρέπει βέβαια να νοήσουμε καμμία αναφορά στη θεία ουσία, ή οποία είναι απρόσιτη καί άμέθεκτη από κάθε κτιστή φύση.

12. Θέλοντας ο θείος Γρηγόριος να τονίσει το ομοούσιο του Αγίου Πνεύματος με τον Υιό, συνδέει συχνά διάφορα γεγονότα της θείας οικονομίας κατά την φανέρωση των δύο Προσώπων στον κόσμο. Έτσι, αφού αναφέρεται στην σωματική παρουσία του Υιού, ομιλεί για την «σωματική» εμφάνιση του Αγίου Πνεύματος. Εννοεί μάλλον την κάθοδό Του κατά την Βάπτιση ως περιστεράς και κατά την Πεντηκοστήν εν είδει πύρινων γλωσσών, οι οποίες δείχνουν επίσης και την «συγγένεια προς τον Λόγο».

13. Αλληγορική ερμηνεία του «ο στεγάζων εν ύδασι τα υπερώα Αυτού» (ψαλμ. 103,3). Κατ' αυτήν, θεία ύδατα σημαίνουν αγγελικές δυνάμεις, οι οποίες είναι θρόνος δόξης της θείας μεγαλειότητος και υμνούν ακατάπαυστα τον Θεόν.

14. Την νύκτα του Πάσχα του ιδίου έτους, ο θείος Γρηγόριος είχε τραυματισθεί από τους εξαγριωθέντες αρειανούς, που όρμησαν με μανία εναντίον του για να τον εξοντώσουν. Αισθάνεται ότι και πάλι μπορεί να κινδυνεύσει, αν και ίσως όχι από τους πνευματομάχους.


myriobiblos