Στὴ Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία, τὸν καιρὸ τῶν διωγμῶν, ἀποκαλοῦσαν τοὺς Χριστιανοὺς «ἐκείνους ποὺ δὲν φοβοῦνται τὸν θάνατο». Ἡ ἐμπειρία τοῦ μαρτυρίου (κι ὁ 20ος αἰώνας ἀνέδειξε ἀναμφίβολα περισσότερους μάρτυρες ἀπ’ ὅσους ὁλόκληρη ἡ προγενέστερη ἱστορία τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου) εἶναι μία μυστικὴ ἐμπειρία, μία ἐμπειρία, δηλαδή, Πασχάλια. Στὸ Χριστιανισμό, κάθε μυστικὴ ἐμπειρία τελικὰ δὲν μπορεῖ νἆναι στὴν πραγματικότητα παρὰ μόνο ἐμπειρία τοῦ Πάσχα.
Ὁ μάρτυρας εἶναι ἕνας ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος, καθόλου ἕνας ἀσκητής, ἕνας ἄνθρωπος ὅμως γεμάτος μὲ πίστη. Τὴ στιγμὴ τοῦ πιὸ μεγάλου πόνου δὲν γίνεται σκληρὸς κι ἄκαμπτος, οὔτε ἐπαναστατεῖ, ἀλλὰ παραδίδεται στὸ Χριστό, ταυτίζεται μὲ τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ μαζί Του συγχωρεῖ τοὺς δήμιούς του, παρακαλώντας: «Πάτερ, ἅφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λκ. κγ', 34). Τὸν πλημμυρίζει τότε ἡ χαρὰ τῆς ἀνάστασης καὶ συχνὰ τὸν λυτρώνει ἀπὸ τὸν πόνο.
Ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς καλούμαστε, μ’ ἕνα τρόπο πολὺ ταπεινὸ καὶ διαφορετικὸ ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλο, νὰ ζήσουμε αὐτὴ τὴν ἐμπειρία ἀργὰ ἤ γρήγορα, ἴσως στὴν ἐπιθανάτιά μας ἀγωνία....
«Ἐγὼ εἰμι ἡ Ἀνάστασις καὶ ἡ Ζωή• ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἄν ἀποθάνῃ, ζήσεται• καὶ πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰώνα». ( Ἰωάν. ια', 25-26).
Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ὑψηλὴ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία, ὁ Χριστιανισμὸς δὲν ἀγγέλλει πρῶτα, οὔτε μοναχά, τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς. Σ’ ἀντίθεση μὲ τὸν Ἰουδαϊσμό, δὲν ἀγγέλλει μόνο τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν τὴν ἔσχατη ὥρα τοῦ κόσμου. Ὁ Χριστιανισμὸς ἀγγέλλει τὴν ἐν Χριστῷ ἀνάστασή μας ἀπὸ τώρα. Κηρύττει τὴ μυστική, μὰ πραγματική, παρουσία τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν ἀπὸ τώρα. Ἀγγέλλει στὸν κόσμο ὅτι ἡ αἰωνία ζωὴ ἀρχίζει ἀπὸ ἐδῶ κάτω στὴ γῆ καὶ πὼς «ὁ ἄλλος κόσμος», ἐν Χριστῷ βρίσκεται στὴν καρδιά, στὰ ἐνδόμυχα τοῦ κόσμου τούτου. Ὁ Πὼλ Ἐλυὰρ ἦταν προφητικὸς ὅταν ἔγραφε: «Ὑπάρχει ἕνας ἄλλος κόσμος ποὺ εἶν’ ὡστόσο σὲ τοῦτο δῶ τὸν κόσμο μέσα».
Λέγεται γιὰ τὸν μυθιστοριογράφο Τολστόη πὼς ἦταν «ἕνας ἐνορατικός της σάρκας», πὼς ἔβλεπε τὸ μυστήριο μέσα στὴν ἴδια τὴν πυκνότητα τῶν ὄντων καὶ τῶν πραγμάτων. Αὐτὸ θὰ μποροῦσε νἆναι ἕνας ἀρκετὰ καλὸς ὁρισμὸς τοῦ Χριστιανοῦ σὰν Πασχάλιου ἄνθρωπου, σὰν ἐνορατικοῦ τοῦ Πασχάλιου μυστηριακοῦ χαρακτήρα τοῦ ὄντος.
Ὁ θάνατος, μὲ τὴν τρομερὴ καὶ καθολικὴ ἔννοια αὐτοῦ τοῦ ὅρου, δὲν ὀρθώνεται πιὰ μπροστά μας, ἀλλ’ ἀποτελεῖ παρελθοῦσαν κατάσταση, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε καὶ τὸ Βάπτισμα μᾶς ἔχει ἐνδύσει καὶ περιβάλει μὲ τὴν ἀνάστασή του. Ἀπὸ δῶ καὶ μπρὸς ὅλες οἱ καταστάσεις θανάτου, ποὺ πρέπει νὰ διέλθουμε, περιλαμβανομένου καὶ τοῦ σωματικοῦ μας θανάτου («κἄν ἀποθάνῃ, ζήσεται») εἶναι μοναχὰ περάσματα (διαπορεύσεις), ἰσάριθμα πάσχα (ξέρουμε ὅτι ἡ λέξη «πεσσὰχ» σημαίνει «πέρασμα»), ὅπου ἡ ζωὴ λαμπικάρεται καὶ γίνεται πιὸ καθάρια καὶ διαφανής, πιὸ ἔντονη. Μᾶς συμβαίνει κάποτε νὰ περπατᾶμε νωρὶς τὸ πρωὶ σὲ μία βουνοκορφή, πού, σταματώντας τὶς ἀκτίδες, ποὺ ἀκόμα χαμοφέγγουν, ὁροθετεῖ ἀνάμεσα σκιᾶς καὶ φωτός. Ἔτσι πορευόμαστε κι ἐμεῖς ἀνάμεσα βραδύνοντος θανάτου καὶ τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, ποὺ ἔρχεται. Στὸ βάθος τῆς καρδίας μας «μεταβεβήκαμεν (ἤδη) ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν».
«Ξέρω πὼς δὲν θ’ ἀποθάνω», ἔγραφε ἕνας Ἕλληνας μυστικὸς συγγραφέας τοῦ 11ου αἰώνα, «γιατί νοιώθω ὁλόκληρη τὴ ζωή, ποὺ ἀναβλύζει μέσα μου». Ὅλα, καὶ τὶς αἰσθήσεις καὶ τοὺς λογισμούς μας, τὴν ὀδύνη μας καὶ τὴν εὐτυχία μας καὶ τὴν ὑποδοχὴ προσώπων καὶ πραγμάτων, πρέπει νὰ τὰ αἰωροῦμε ἀσταμάτητα μέσα σ’ αὐτὸ τὸν ὠκεανὸ Φωτός, γιὰ νὰ μᾶς κατακλύσει, καὶ γιὰ ν’ ἀκτινοβολεῖ ἀπό μᾶς, ἀνάλαφρη καὶ δυνατή, ἡ χαρὰ τοῦ ὑπάρχειν.
Τὴν ἀγαθὴ δύναμη, ποὺ μᾶς ἔρχεται μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο καὶ ποὺ ἀναβλύζει, «ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς», ἀπὸ τὸ ἅγιο τῆς Θείας Εὐχαριστίας ποτήριο, χρέος ἔχουμε νὰ τὴν καταχωροῦμε στὴν ἱστορία. Ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ πάνω στὸν ἅδη καὶ τὸ θάνατο ἀπαιτεῖ νὰ μαχόμαστε ἐνάντια σ’ ὅλες τὶς μορφὲς θανάτου, ἐνάντια σ’ ὅλες τὶς καταχθόνιες καταστάσεις, μέσα στὰ πλαίσια τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῆς κοινωνίας• ἐνάντια στὴ φυσικὴ ἤ τὴν ἠθικὴ ὑποδούλωση, ἐνάντια στὴ μοναξιά, τὸ βασανισμό, τὴ δολοφονία καὶ τὴν αὐτοκτονία, ἐνάντια στὸ ψεῦδος καὶ τὴν ἐκλεπτυσμένη γοητεία τοῦ μηδενὸς καὶ τῆς ἀνυπαρξίας, ἐνάντια στὸ καθετὶ ποὺ ἀποξηραίνει καὶ σκληρύνει ἐδῶ τὶς καρδιές, κι ἀλλοῦ τὴ γῆ καὶ τὰ σώματα.
Τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν δὲν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου μᾶς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὶς ὁλοκληρωτικὲς οὐτοπίες, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἡ Χριστιανωσύνη δὲν προφυλάχτηκε πάντα. Ἀλλὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Βασιλεία αὐτὴ ἀναδύεται ἤδη μέσα στὴν εἰρήνη, τὸ κάλλος καὶ τὴν ἀγάπη τῆς θ. λειτουργίας καὶ τῆς θεωρίας μᾶς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὶς ἀπογοητεύσεις καὶ τὶς πικρίες, ποὺ καθιστοῦν τὸν ἄνθρωπο κυνικὸ καὶ σκληρό.
Τίποτα δὲν εἶναι περισσότερο δημιουργὸ ἱστορίας ἀγαθῆς ἀπὸ τὸ μυστήριο τοῦ Πάσχα (καὶ κατὰ συνέπεια ἀπὸ τὴν προσδοκία καὶ τὴν προβίωση τῆς Ἐπιστροφῆς τοῦ Χριστοῦ), ποὺ γίνεται τωρινὴ πραγματικότητα μέσα στὴν ἱκετήρια μεσιτεία τῶν μοναχῶν, ποὺ σκεπάζει τὸν κόσμο μέσα στὴν ἀτμόσφαιρα ἀδελφότητας τῶν εὐχαριστιακῶν κοινοτήτων, τῶν ἀπαρχῶν αὐτῶν κοινωνικῆς ἐπανένωσης, ἐκεῖ ποὺ παντοῦ πληθύνονται τραγικὰ οἱ ἀθεράπευτες κοινωνικὲς πληγές, τὰ γκουλὰγκ ἤ οἱ ἀναίσθητες μεγαλουπόλεις, ἀλλὰ καὶ μέσα στὶς ὁράσεις τῶν προφητῶν, ποὺ βλέπουν νὰ ἀνατέλλει ἡ ζωή, μέσα στὴν ἤρεμη δύναμη τῶν «βασιλέων» ἐκείνων, ποὺ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν κοινωνία τῶν προσώπων καὶ τὸ κάλλος. Τὸ «μυστήριο τοῦ θυσιαστηρίου», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, εἶναι ἀξεχώριστο ἀπὸ τὸ «μυστήριο τοῦ ἀδελφοῦ».
Ἡ ἀληθινὴ «θεολογία τῆς ἀπελευθέρωσης» εἶναι θεολογία τοῦ Πάσχα• ὄχι μοναχὰ ἕνας ἐπαναστατικὸς (καὶ πνευματικὸς ἐπίσης) συμβολισμὸς ἑνὸς λαοῦ, ποὺ ἀποσπᾶται ἀπὸ τὴν Αἰγυπτιακὴ δουλεία, ἀλλὰ καὶ γονιμοποίηση τῆς Ἱστορίας μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ περιλαμβάνει καὶ τὶς ἀπαραίτητες μορφὲς κοινωνικῆς ἀπελευθέρωσης, ἀλλὰ καὶ τὶς σχετικοποιεῖ καὶ τὶς ἐπαναπροσανατολίζει ὄχι πρὸς μίαν ἱστορία, ποὺ θὰ εἶναι σίγουρα ἐπιτυχὴς μέσα στὰ δικά της ὅρια, ἀλλὰ πρὸς τὴν Ἔλευση τοῦ Κυρίου.
Μόνο ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀνάστασή μας ἐν Αὐτῷ μποροῦν νὰ μεταμορφώσουν στὰ μύχια τῆς ψυχῆς μας τὸ μῖσος σὲ ἐμπιστοσύνη καὶ νὰ κάνουν ὥστε νὰ ἀναφανοῦν ἄνθρωποι ἐλευθερωμένοι ἀπὸ τὸ θάνατο, τὸν θεμελιώδη, πνευματικὸ θάνατο, καὶ κατὰ συνέπεια ἱκανοὶ νὰ πραγματοποιοῦν μέσα στὴν ἱστορία ἀπελευθερωτικὰ κατορθώματα, ποὺ νὰ μὴ ὑποδουλώνουν τὸν ἄνθρωπο διαφορετικά, κατορθώματα ἀγάπης νοήμονος, μαχητικῆς καὶ δημιουργικῆς, ποὺ θὰ περιορίσουν κι ὕστερα θὰ μεταθέσουν στὸ ἐσωτερικο τοῦ ἀνθρώπου τὴ βία καὶ θὰ συντρίψουν τὰ αἴτια καὶ τὰ παράγωγά της.
Ἴσαμε τὴν Ἔλευση τοῦ Χριστοῦ πορευόμαστε μέσα στὴ σποδὸ τοῦ θανάτου, ἀλλὰ τὸ ζωοποιὸν Πνεῦμα, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀνάστασης — ἂν Τὸ ἀφήσουμε νὰ μᾶς διαπεράσει — διασκορπίζει κάποτε καὶ διαλύει τὴ σποδὸ τούτη γιὰ νὰ μᾶς ἀποκαλύψει τοὺς ἀπαστράπτοντες πολύτιμους λίθους τῆς Πασχάλιας Πολιτείας, ὅπου ἐπὶ τέλους ὁ θάνατος ἀποκαλύπτεται νεκρὸς καὶ ὁ κόσμος φανερώνεται μεταμορφωμένος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου