Το σημερινό ευαγγέλιο, αδελφοί μου, καταγράφει μια έκπληξη, ένα θαυμαστό γεγονός. Μας μιλάει για έναν τελώνη, έναν άνθρωπο του συμφέροντος και του κέρδους που κατόρθωσε να νικήσει το «εγώ» του και να το ρίξει στα πόδια του Κυρίου, ζητώντας έλεος.
Ο Κύριος πορεύεται με δόξα προς την Ιερουσαλήμ και το Πάθος και περνάει μέσα από την πόλη Ιεριχώ. Ένα ετερόκλητο πλήθος αποτελούμενο από μαθητές, εορταστές, περίεργους, εχθρούς και φίλους τον περιβάλει. Η προσδοκία αυτού του λαού δεν καταγράφεται στην περικοπή αλλά είναι φανερό τι ζητάει αυτή η συνοδεία από τον Κύριο. Περιμένει από Αυτόν να ανέβει στο θρόνο της μεσσιανικής δόξας , να αποκαταστήσει μία κοσμική βασιλεία και να τους δικαιώσει ως έθνος. Τα ίδια συναισθήματα τρέφουν και οι μαθητές. Άλλοι εχθρικά διακείμενοι περιμένουν την ευκαιρία ή την αφορμή να τον πειράξουν και να Τον μειώσουν και οι περισσότεροι βρίσκονται δίπλα Του για να δουν τέρατα και σημεία. Άνθρωποι θρησκευόμενοι και μη, οπωσδήποτε όμως Ισραηλίτες που θεωρούνται θρησκευτικώς καθαροί και άψογοι.
Μέσα στους καθαρούς ξεπροβάλει η μορφή ενός «ακαθάρτου». Είναι ο αμαρτωλός και άρπαγας Ζακχαίος που ζει με συκοφαντίες, κλοπές, καταπίεση των άλλων. Αυτός λοιπόν ο δακτυλοδεικτούμενος αμαρτωλός, ανεβαίνει σε μια συκομουριά για να δει τον Κύριο, γιατί ήταν λέει κοντός. Αδιαφορεί για την κοινωνική του θέση, για τους ψιθύρους, για την αποδοκιμασία των αξιοπρεπών και επιζητεί την προσοχή και το έλεος του Σωτήρα. Γιατί η βασιλεία των ουρανών ανήκει στους «βιαστές» και «βιαστές» την αρπάζουν. Σηκώνει τα μάτια ο Κύριος σε αυτή την προσωποποίηση της κραυγής για σωτηρία και τον ανταμείβει με το “Ζακχαίε, σπεύσε και κατέβα, γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στον οίκο σου». Και ο Ζακχαίος , αδιαφορώντας ταπεινά για τους γογγυσμούς των γύρω: ““Ιδού, τα μισά των υπαρχόντων μου, Κύριε, τα δίνω στους φτωχούς, και αν κάποιον φορολόγησα κάτι παράνομα, το αποδίδω τετραπλάσια”. Και ο Κύριος: “Σήμερα έγινε σωτηρία στον οίκο τούτο, καθότι και αυτός είναι γιος του Αβραάμ, γιατί ο Υιός του ανθρώπου ήρθε να ζητήσει και να σώσει το χαμένο”.
Ποιος είναι αυτός ο Ζακχαίος της περικοπής; Ένας άνθρωπος της αγοράς, των οικονομικών υποθέσεων , ένας άνθρωπος που ζει μέσα στην διαφθορά και ίσως στην πολυτέλεια. Σε μια πλούσια Ιεριχώ που γνωρίζει κοινωνικές ανισότητες. Από τη μια οι καταπιεστές , από την άλλη οι καταπιεζόμενοι. Περιφρονεί τον Νόμο του Θεού και των ανθρώπων. Φορολογεί τον συμπατριώτη του και τον αδικεί. Ζει ενδεχομένως με σπατάλες και ζει για τον εαυτό του. Έχει οικοδομήσει την ευτυχία του πάνω στον άδικο πλούτο, την καταδυνάστευση των άλλων. Παράλληλα, μοιάζει ξένος με θρησκευτικές και μεταφυσικές ανησυχίες. Τα κρίνει όλα με το ζύγι και τα σταθμά.
Ένας ρεαλιστής έμπορος θα λέγαμε. Στα ευαγγέλια έχουμε ακόμα ένα παράδειγμα τέτοιου άδικου τελώνη που μεταστρέφεται. Είναι ο Λευίς, τελώνης στην Καπερναούμ που μετά την κλήση και μεταστροφή του γίνεται απόστολος και ευαγγελιστής και ονομάζεται Ματθαίος από τον Κύριο της νέας του Ζωής που σημαίνει «δώρον Θεού».
Και αυτός σαν τον Ζακχαίο ζει μια πώρωση εξωτερική όμως και φαινομενική όπως αποδεικνύεται . Τι κρυβόταν στις ψυχές αυτών των δύο αμαρτωλών; Ποια πάλη ανάμεσα στο πνεύμα του Θεού και το πνεύμα του μαμωνά βίωνε η ψυχή τους;
Θα μπορούσαμε να πούμε πως η παρουσία του Χριστού στις ζωές τους ήταν καταλυτικά θαυματουργική. Μια ματιά έφτανε για να τα ανατρέψει όλα. Είναι όμως έτσι; Και που βρίσκεται η ελευθερία της προσωπικής επιλογής; Γιατί ο Κύριος να τον ονομάσει «γιο του Αβραάμ» αν ο ίδιος ήταν μόνο «γιος της απωλείας»;
Ο Ζακχαίος χωμένος στις υποθέσεις του, κορεσμένος από την αμαρτία, παραδομένος στις απολαύσεις που καμιά ευχαρίστηση δεν του έδιναν και κανένα κενό δεν συμπλήρωναν στη ζωή του, είχε μέσα του όπως κάθε άνθρωπος μια ανάμνηση Θεού.
Ένα νύγμα φιλοτίμου που δεν τον άφηνε ήσυχο. Μία δίψα που έπρεπε να κορεστεί:
Η επιστροφή στην αγιότητα , στη γνησιότητα του τέκνου του Θεού, στη χαρά του Πατέρα. Ενώ ήταν «απολωλός» δεν παραδόθηκε χειροπόδαρα στην απώλεια. Ήταν σκλάβος στη συνήθεια την οποία όμως ενδόμυχα αποστρεφόταν και μισούσε.
Όταν άκουσε πως ο Χριστός , πού ανέστησε τον Λάζαρο και φώτισε τον τυφλό,περνούσε από κει τα έπαιξε όλα για όλα. Το πνεύμα της εμπορικότητας που κάποτε τον έκανε άδικο και άρπαγα τώρα λειτούργησε προς το πραγματικό όφελος. Όλα τα έθεσε στα πόδια του Χριστού και δεν έχασε μα κέρδισε αυτόν τον πολύτιμο μαργαρίτη που μνημονεύουν τα ευαγγέλια.
Ο άνθρωπος , αδερφοί μου, αρέσκεται να βάζει «ταμπέλες» στον καθένα αδιαφορώντας για τις δικές του αδυναμίες και πτώσεις. Πολλές φορές και εμείς πέφτουμε στον πειρασμό να χαρακτηρίσουμε κάποιον «πόρνο», «τοκογλύφο», «ανάλγητο», «τομάρι χαμένο» χωρίς να έχουμε το δικαίωμα του Κριτή και τη διάκριση να δούμε τις δικές μας αδυναμίες. Πόσες φορές αφορίζουμε τον αμαρτωλό από το κοινωνικό αλλά και το εκκλησιαστικό σώμα χωρίς να μπορούμε να δούμε ή μάλλον παραθεωρώντας τη δική μας αστοχία και κατάσταση που μπορεί να είναι βαρύτερη και πλέον φορτισμένη. Και όμως υπάρχουν γύρω μας «άνθρωποι της αμαρτίας», δακτυλοδεικτούμενοι και περιθωριοποιημένοι με τη δίψα του παραδείσου, με τη φλόγα της μετάνοιας να τους ματώνει καθημερινά τη συνείδηση και πολλές φορές ο στιγματισμός από μας τους αποκλείει τον δρόμο επιστροφής. Γιατί ίσως και εμείς σαν το πλήθος της περικοπής έχουμε σχηματίσει εγωιστικά και ανόητα έναν αντί-χριστό κομμένο και ραμμένο στις δικές μας προσδοκίες και άρα εχθρικά διακείμενο σε αυτούς που αποκαλούμε εχθρούς και μισητούς. Ξένο δε από κάθε σωτηριολογία, οικείο μόνο σε αυτούς που ιδεολογούν με βάση το εγώ τους.
Μπορεί κάλλιστα βέβαια να βρισκόμαστε από την άλλη πλευρά, παραδομένοι στον εμπαιγμό του εχθρού, απελπισμένοι πως δεν θα τα καταφέρουμε και όμως ο Κύριος είπε «ο Υιός του ανθρώπου ήρθε για να βρει και να σώσει το χαμένο πρόβατο»…
Θάρρος….
π.παντ.κρούσκος
π.παντ.κρούσκος
2 σχόλια:
"Η του ληστού μετάνοια τον παράδεισον εσήλυσεν." Ή άδικα;
Γι αυτό η πιστη μας είναι γνησια πάτερ. Γιατί πηγάζει από την πιο "παράλογη"αγάπη σε έναν κόσμο "λογικό".
Δημοσίευση σχολίου