ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Σάββατο, Ιανουαρίου 14, 2012

Πρωτοπρ. Γεώργιος Α. Μεταλληνός, Η ελληνική πρόταση για την παιδεία της Ευρώπης



Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ  ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
πρωτοπρ. Γεωργίου Α. Μεταλληνού Δρος Θ. - DR. PHIL.
Καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών
   Μια ιθύνουσα μορφή τού πολιτικού μας κόσμου μού υπέβαλε μια μέρα το ερώτημα: «Πως είναι δυνατόν, τόσο παθητικά, εν είδει ταπεινής θεραπαινίδος, να συνεργασθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση με το NATO και την παγκόσμια Υπερδύναμη στη διάπραξη τού ειδεχθούς εγκλήματος στο Κόσσοβο; Πού είναι η "κουλτούρα" της και ο Χριστιανισμός της;». Η απορία αυτη τού εκλεκτού συνομιλητού μου προϋποθέτει αυτό, που επανειλημμένα στα τε­λευταία δέκα χρόνια τονίζουμε: Η παρου­σία μας στην Ενωμένη Ευρώπη (και μέσω αυτής στη «Νέα Τάξη», που οργανώθηκε και διευθύνεται από την προέκταση της Ευ­ρώπης, τις Η.Π.Α.), δεν είναι πρωταρχικά πρόβλημα οικονομικό και πολιτικό, αλλά πολιτιστικό και πνευματικό. Στην Ε.Ε. κρίνεται ο πολιτισμός μας, η Ιστορική συνέ­χεια ή ασυνέχειά μας. Η παλαιά κοραϊκή θέση για την ταύτιση τού πολιτισμού μας με τον δυτικοευρωπαϊκό, που την οικειοποιή­θηκαν και την προπαγανδίζουν οι ενσαρκωτές τού ιδίου πνεύματος, δεν αντέχει επιστη­μονικά και στην πιο καλόπιστη κριτική.

Ορθόδοξος και Ευρωπαϊκός πολιτισμός εί­ναι «μεγέθη αλληλοαποκλειόμενα» και όχι «αλληλοσυμπληρούμενα» (βλ. την ομότι­τλη μελέτη μου δημοσιευμένη το 1996 από την Ι. Μητρόπολη Ηλείας). Είναι δε γνω­στό, ότι καρδιά τού πολιτισμού είναι η παι­δεία, ως καλλιέργεια και διάπλαση - δια­μόρφωση τού όλου ανθρώπου, ο οποίος στη συλλογική πραγμάτωσή του παράγει τον πολιτισμό του, ως οργάνωση και διευθέτη­ση τού κοινωνικού χώρου, σύμφωνα με το περιεχόμενο της ψυχής του. Κατά τον γνω­στό διπλωμάτη και Ιστορικό των πολιτι­σμών ARNOLD ΤΟΥΝΒΕΕ «ψυχή τού πολιτισμού είναι ο πολιτισμός της ψυχής».
Από τα ευρωπαϊκά κείμενα, κυρίως τα αναφερόμενα σε θέματα παιδείας, φαίνεται ότι επιδιώκεται βαθμιαία καθολική ενιαιοποίηση, που είναι δυνατή με τη δημιουργία ενιαίας πολιτικής, πολιτιστικής και ιστορικής συνείδησης. Αυ­τά σημαίνουν: ενιαία πολιτική σύλληψη και δράση, ένταξη σε ένα πολιτισμικό πλαίσιο -και αυτό είναι το δυτικοευρωπαϊκό (πρβλ. τα υποστηριζόμενα από τον καθηγητή SA­MUEL HANTINGTON) και νέα ανάγνω­ση και γραφή της ευρωπαϊκής Ιστορίας για την ενιαία κατανόησή της.
Γι' αυτό δεν γί­νεται ευχάριστα δεκτός ο ελληνορθόδοξος πολιτισμός, που είναι ο πολιτισμός σύνολης της Ορθοδοξίας, διότι αναιρεί αυτόχρημα όλες τις ευρωπαϊκές πραγματώσεις από τον Καρλομάγνο και εξής. Η Χώρα μας δε, εκπροσωπεί και εκφράζει τον ορθόδοξο κόσμο αυτή τη στιγμή στην Ε.Ε. Παρά δε τις ατο­μικές ασυνέπειες και προσωπικές παρεκκλί­σεις, συλλογικά εκφράζουμε ακόμη τον πολιτισμό της ελληνορθόδοξης παράδοσης, ενσαρκώνοντας σε πολλά σημεία ένα άλλο τρόπο σκέψης, λόγου και πράξης. Και αυτό είναι ακριβώς, που δεν μπορούν να ανεχθούν οι αρχιτέκτονες τού συγχρόνου ευρωπαϊκού πολιτισμού και της νέας παγκόσμιας πρα­γματικότητας («παγκοσμιοποίηση»).
Θεμελιακά συστατικά τού ελληνορ­θόδοξου πολιτισμού είναι: α) Η ισορροπία των σχέσεων με τον Θεό, τον συνάνθρωπο και τον εαυτό μας, σε ένα τρισορθογώνιο σύστημα βιωματικής ανα­φοράς, που συνιστά την ακεραιότητα και ε­νότητα τού ανθρωπίνου προσώπου, όπως φαίνεται στην περίπτωση τού «Αγίου», που είναι το βιοκοινωνικό πρότυπο της Ορθοδοξίας.
Το ήθος αυτό διαμορφώνεται στη Θεία Λειτουργία, τη συνισταμένη τού πολιτισμού μας: Οι λειτουργι­κές φράσεις «Άνω σχώμεν τας καρδίας», «εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα», «αγαπήσωμεν αλλήλους, ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα...», είναι οι συντεταγμένες αυτής της συνείδησης, που οδηγεί σε ανάλογο ήθος.
β) Η υπέρβαση της θρησκείας και της θρησκειοποίησης της Πίστεως, ως τρό­που υπάρξεως. Παράλληλα, υπέρβαση και της (καντιανής) καθηκοντολογίας. Η πί­στη είναι η αναφορά όλου τού ελληνορθόδο­ξου πιστού στην Άκτιστη Θεία Χάρη και η συνεχής ζήτηση χάρης. Όχι με τη θρησκευ­τική έννοια της δοσοληψίας, που είναι ταυ­τόχρονα μαγική (DO, UT DES), αλλά ως βίωση και έκφραση της συνειδήσεως, ότι «εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν» (Πράξ. 17,28) και ότι «χωρίς Αυτού ου δυ­νάμεθα ποιείν ουδέν» (Ιωάν. 15,5).
γ) Η προτεραιότητα της καρδιάς, όχι μόνο ως πηγή συναισθήματος και τρυφερών ανθρω­πίνων αισθημάτων, αλλά ως κέντρου της υ­πάρξεως, στο οποίο συντελείται η κοινωνία με τη θεϊκή Χάρη, που παράγει το Χριστοειδές Έθος (Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιο­ρείτης στο «Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιόν» του περιγράφει την αγιοπνευματική λειτουργία της καρδίας). Η κάθαρση της καρ­δίας από τα πάθη δεν είναι μόνον η αφετηρία τού αγώνα τού Ρωμηού για τη θέωση, τον απόλυτο σκοπό της υπάρξεώς του, αλλά και για τη δυνατότητα κοινωνίας αγαπητικής με τους «άλλους», τους συνανθρώπους. Στο πανηγύρι ή το γλέντι του ο Ρωμηός εύχε­ται: «καλή καρδιά», που παραπέμπει στον αναστάσιμο ύμνο «εν καθαρά καρδία σε δοξάζειν». Χωρίς «καθαρή καρδιά» - «καλή» -φιλόθεη δηλαδή και φιλάνθρωπη καρδία δεν είναι δυνατόν να συμπηχθεί αυθεντική διανθρώπινη κοινωνία.
Ένα περίφημο χριστιανικό κείμενο τού β' αι., «Ο Ποιμήν τού Ερμά», λέγει ότι πρέπει να παύσου­με να είμεθα «λίθοι στρογγυλοί» και να γί­νουμε «λίθοι τετράγωνοι», για να μπορέ­σουμε να συμπήξουμε θεοκεντρικήν κοινωνίαν. Αυτό ακριβώς επιδιώκει - και προτεί­νει ως μοντέλο της εν Χριστώ κοινωνικής ύ­παρξης - ο Μοναχισμός μας.
Το μοναστικό κοινόβιο είναι το πρό­τυπο των Κοινοτήτων μας. Σ' αυτό η μαρξιστική αρχή «ο καθένας προσ­φέρει ανάλογα με τις δυνατότητές του και απολαμβάνει ανάλογα με τις ανάγκες του» αποδεικνύεται χριστιανική-ορθόδοξη πράξη πολλούς αιώνες προ τού Μαρξ. Αυτό το πνεύμα της ανιδιοτέλειας εκφράζει η ελλη­νική παροιμία: «Κάμε το καλό και ρίξ' το στο γυαλό» - μοναδική μ' αυτή τη μορφή, που ανάγει τη σκέψη στον κυριακό λόγο «μακάριον εστί διδόναι μάλλον ή λαμβά­νειν» (Πράξ. 20, 35). Είναι η πνευματική μήτρα, που γεννά ανά τους αιώνες το ελλη­νικό ολοκαύτωμα, που είναι η εκούσια αυ­τοθυσία για τους άλλους. Θερμοπύλες, Α­λαμάνα, Μανιάκι, Κούγκι, Ζάλογγο, Αρ­κάδι είναι οριακές στιγμές τού ελληνικού ο­λοκαυτώματος. Το ελληνικό όμως ολοκαύ­τωμα περνά μέσα από τον αυτοβιασμό της φύσεως ως άσκηση (Ματθ. 11,12), για να καταρρεύσει «η αυτοκρατορία των ενστίκτων», και ο εγγενής στην ελληνικότητα α­τομισμός να μετατραπεί, όπως και συμβαί­νει, σε κοινωνιοκοατικό ατομισμό.
Αυτό φανερώνει η ρητορική ευχή τού Έλληνα: «Δεν με κάνουν μια μέρα πρωθυπουργό;» Το συμπλήρωμα της φράσης είναι: «για να λύσω τα προβλή­ματα τού Έθνους» και όχι: «για να κατασυλήσω το δημόσιο ταμείο...». Αυθεντικός Ελληνορθόδοξος άνθρωπος είναι ο Άγιος, ο εν Χριστώ «καλός κάγαθός» ελληνικός άνθρωπος, το αρχετυπικό πρότυπό μας, που μεταδώσαμε κάποτε και στην προκαρλομάγνεια Ευρώπη.
Αυτά ήσαν τα δομικά συστατικά και τού ευρωπαϊκού πολιτισμού ως την εκφράγκευσή του, που ολοκληρώθη­κε τον 11ο αιώνα. Η δυτική Ιστορική επι­στήμη, σεβόμενη τον εαυτό της, ελεύθερη εν πολλοίς και όχι εξαρτώμενη ή γραικυλίζου-σα, όπως η δική μας, λέγει τα πράγματα με το όνομά τους. Έστω και αν η θεώρηση της ιστορικής πορείας της Δύσεως περνά μέσα από το αναπόφευκτο δυτικό VORVER-STAENDNIS (εσωτερικό πρίσμα ερμη­νείας), η έκθεση των πληροφοριών των πη­γών γίνεται με καθαρότητα και σαφήνεια. Έτσι, και ένας ορθόδοξος ερευνητής, που έχει πατερικά κριτήρια, μπορεί να επανερμηνεύσει τις θέσεις της δυτικής ιστοριογρα­φίας, με τις δικές του προϋποθέσεις (κριτή­ρια) , που δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να διαθέτει ο δυτικός (παπικός ή προτεστάν­της) ερευνητής.
Μόνο οι δικοί μας, που ως δυτικόφρονες A PRIORI είναι ξένοι προς την ελληνορθόδοξη παράδοση και - το χειρότερον - την απορρίπτουν ασυζητη­τί (τελείως αντιεπιστημονικά), αποφεύ­γουν να ασχολούνται με τις δυτικές εξελίξεις στο χώρο της εκκλησιαστικής και θεολογι­κής αναπτύξεως, ίσως και διότι αδυνατούν να κατανοήσουν τα πράγματα. Ο δυτικός μεσαιωνολόγος όμως γνωρίζει, ότι χωρίς γνώση της Θεολογίας είναι αδύνατη η εν­ασχόληση με αυτή την κρίσιμη στην Ιστορία της Ευρώπης περίοδο. Ο έλληνας μεσαιωνολόγος - ακόμη και βυζαντινολόγος - σχε­δόν κατά κανόνα επιμένει να αγνοεί την θεολογία, και μάλιστα την πατερική, χά­νονται έτσι τη (μόνη) δυνατότητα κατανοήσεως και ερμηνείας τού χώρου του, που γι' αυτή την περίοδο (για μας ως το 1922) κινείται γύρω από τον άξονα της εκκλησια­στικής πραγματικότητας και θεολογίας. Τα λέγω αυτά, δια να δείξω ποιο είναι το αδύ­νατο σημείο της επιστήμης μας. Το 1994 εξεδόθη στην Οξφόρδη διδακτορική διατρι­βή τού JAMES RUSSEL με θέμα: «ΤΗΕ GERMANISATION (= εκφράγκευση) of Early Medieval Christianity».
   Τα κύρια στοιχεία της ελληνορθόδο­ξης αγωγής, που συνοπτικά εξεθέσαμε παραπάνω, εσώζοντο και εκηρύσσοντο σ' Ανατολή και Δύση μέσω των αυ­θεντικών χριστιανών, των Αγίων. Η Ανα­τολή, μάλιστα, επί πολλούς αιώνες, ήταν η πνευματική μητέρα και τροφοδότρια της δυ­τικής χριστιανικής κοινωνίας (EX ORIEΝΤΈ LUX). Υπήρχε ως το σχίσμα μία κενωτική διαδικασία με κίνηση από την Ανα­τολή προς τη Δύση και με φορείς μεγάλους ελληνορθόδοξους πατέρες και θεολόγους που επηρέασαν ευεργετικά τη Δύση όπως ο άγιος Ειρηναίος, επίσκοπος Λουγδούνου (Λυών) β' αι., Μ. Αθανάσιος (ο' αι.), ά­γιος Κασσιανός ο Ρωμαίος (ε' αι.), ως τους αγίους έλληνες αυταδέλφους Μεθόδιο και Κύριλλο (θ' αι.). Ακόμη και ο δυτικός την καταγωγή άγιος Ιερώνυμος (δ'-ε' αι.), ως ελληνοτραφής, μετείχε σ' αυτή την εκ­πολιτιστική διαδικασία. Ο μόνος πατέρας, που έμεινε έξω απ' αυτήν (ως πρώην μανιχαίος και νεοπλατωνιστής) ήταν ο ι. Αυ­γουστίνος (ε' αι.), που άθελά του έγινε το θεμέλιο της φραγκικής θεολογίας στο ζή­τημα τού FILIOQUE και τού «προορισμού» (PRAEDESTINATIO). Από τον Αυγουστίνο, που κήρυττε  το «CREDO, UT INTELLIGAM» (πιστεύω, για να καταλά­βω = μεταφορά της Θεολογήσεως στο χώρο της διανόησης), ως τον Καρτέσιο (+1650), πατέρα τού «COGITO, ERGO SUM» (διανοούμαι, άρα υπάρχω = ταύτιση της υπάρξεως με τη λογική λειτουργία και κίνηση προς την απολυτοποίησή της) διαμορφώνονται οι «πνευματικές» προϋπο­θέσει της Δυτικής Ευρώπης και συγχρόνως τα θεμέλια της ευρωπαϊκής παιδευτικής λειτουργίας. Η κορύφωση, δηλ. η θεοποί­ηση, της RATIO/RAISON θα λάβει χώρα σε μια συμβολική τελετουργική πράξη τού τέκτονος Ροβεσπιέρρου (1793), που θα τι­μηθεί ως θεότητα η «Θεά Λογική» (RAISON) στο πρόσωπο μιας γυμνής πόρνης, πάνω στην «αγία τράπεζα» της Παναγίας των Παρισίων. Είναι ίσως η μόνη φορά στην ιστορία, που ταυτίζονται σημειολογικά σημαίνον και σημαινόμενον...
Έτσι φθάσαμε στον ανθρωπισμό (HUMANISMUS) της PAX ΑMERICANA και τού NATO, ως και στην «ανθρωπιστική βοήθεια» των κ.κ. CLARKE και SEY. Είναι ο δρόμος, που πέρασε από τον Καρλομάγνο, την Ι. Εξέ­ταση, τους Σταυροφόρους, τον Ναπολέον­τα, τον Χίτλερ, τον Στάλιν. Είναι όμως, ταυτόχρονα, και το παράγωγο μιας παι­δείας, που έχασε την αγιοπνευματική λει­τουργία της καρδιάς και έδωσε μοναδική προτεραιότητα στον «ορθό λόγο» (RAISON), που θεολογεί και διανοείται ή μυεί­ται στην τέχνη, αλλά ταυτόχρονα διατάζει και την εξόντωση αθώων, όπως συνέβαινε με τους χιτλερικούς στρατιωτικούς - καλ­λιτέχνες και όπως συνέβη πρόσφατα στο γειτονικό μας Κόσσοβο. Αυτή την απάντη­ση έδωσα στον εκλεκτό συνομιλητή μου!
Η διαμόρφωση της Δύσεως συνετελέσθη με τη θρησκειοποίηση της Πίστεως, αφού χάθηκε ο αγιοπνευματικός ρόλος της καρδιάς. Η Πίστη παύει να λειτουργεί θεραπευτικά και καταντά «θρησκεία», όπως την περιγράψα­με παραπάνω. Βέβαια, αυτό συνέβη εν πολ­λοίς και στην δική μας κοινωνία (πρβλ. τις «Δοξολογίες»), αλλά η διαφορά είναι, ότι δεν «θεσμοθετήθηκε» η διαστροφή, κάτι που έγινε δυστυχώς στη Δύση, όπου συνήθως η αλλοτρίωση προσλαμβάνει σωτηριολογική σημασία (πρβ. τον παπικό θεσμό). Η θρη­σκειοποίηση οδήγησε πρώτα στην «εξορία τού υπερβατικού» από την ενδοκοσμική πραγματικότητα. Από τον Δεϊσμό (DEISMUS) και το «δόγμα» του «DEUS CREATOR, SED ΝΟΥ GUBERNATOR» (Ο Θεός δημιουργός, αλλ' όχι κυβερνήτης τού κόσμου) έφθασε η δυτική κοινωνία στη σύγχρονη «θεολογία τού θανάτου τού Θεού» (αυτή η διαδικασία πέρασε από τη «φυσική θρησκεία» τού Διαφωτισμού -θρησκεία της RAISON - στον NITSCHE, «θάνατος τού Θεού»).
Η εκκοσμίκευση τού δυτικού Χριστιανισμού (που μεταδίδεται επικίνδυνα και στη δική μας κοινωνία) είναι η συνέχεια της «εκλογίκευσης» και «εκνομίκευσης» της Πίστης. Ο μεγάλος Φιοντόρ Ντοστογιέφσκυ περιγράφει με δύ­ναμη αυτές τις εξελίξεις και στο διάλογο Χριστού - Ιεροεξεταστή (αδελφοί Καραμάζωφ), καταλήγοντας με τη φοβερή δια­πίστωση: «Ο καθολικισμός της Ρώμης εί­ναι χειρότερος από τον αθεϊσμό» διότι «κη­ρύττει ένα διαστρεβλωμένο Χριστό, ένα Χριστό αντίθετο τού Χριστού. Κηρύττει τον Αντίχριστο» (Ο Ηλίθιος, Ο, VIII). Έτσι όμως νοθεύονται και τελικά χάνονται οι ελληνορθόδοξοι προκαρλομάγνειοι παιδευτικοί στόχοι: «καινός εν Χριστώ άνθρωπος» (ο Θεούμενος-Άγιος) και «καινή εν Χριστώ πολιτεία» (κοινωνία). Είναι η κοινωνία των Πράξεων, τού «ην αυτοίς άπαντα κοι­νά» (Πράξ. 4, 32) και τού «ομοθυμαδόν» (Πράξ. 2,1), τού «εν ενί στόματι και μια καρδία» (Θ. Λειτουργία. Η νομική - δικα­νική αναφορά στο Θεό θα γίνει κινητήρια δύναμη της φεουδαρχικής - ρατσιστικής φραγκοτευτονικής κοινωνίας, που θα γεν­νήσει, έστω και αντιθετικά, την αστική νοο­τροπία και την φυσική συνέχειά της, τους σοσιαλισμούς, ως τον μαρξιστικό κομμουνι­σμό. Όλα αυτά είναι μια συνεχής αλυσιδωτή διαλεκτική διαδικασία, που γεννών­ται στην αποορθοδοξοποιημένη Δύση και μεταφέρονται («εισάγονται») και στην ορθόδοξη Ανατολή, ως τοκετοί όμως ξένων ωδίνων. Ο ευρωπαίος άνθρωπος (παιδαγωγούμενος) μυείται στο πνεύμα της ιδιο­τέλειας (HOMO OECONOMICUS) και στη συνεχή ζήτηση αποτελεσματικότητας και ευδαιμονίας.
Στην ευδαιμονιστική τάση βρίσκουν χώρο εξάπλωσης και τα ναρκωτικά, μετά τον κορεσμό τού πανσεξουαλισμού. Και αυτό ισχύει, φυσικά, και για το εκδυτικισμένο μέρος της ελληνικής κοινω­νίας. Ο εκκλησιαστικός χώρος κυριεύεται από το πνεύμα της ζήτησης εξουσίας με όλες τις παρομαρτούσες συμπεριφορές. Το Παπι­κό Κράτος (κέντρο και παράδειγμα κάθε α­πολυταρχίας) είναι «χριστιανισμός άλλου είδους» («Είναι το Βατικανό εκκλησία;» ρωτούσε ρητορικά ο μακαριστός αρχιεπί­σκοπός μας Σεραφείμ. Τραγικό θύμα ο δυ­τικός άνθρωπος, που κατάντησε «ρομπότ», κατά τον μακαριστό π. Ιουστίνο Πόποβιτς, όπως διεκτραγωδήθηκε ρεαλιστικά με τον ανθρωπάκο των «MODERN TIMES», από τον διαισθανθέντα την αλλοτρίωση τού δυτικού άνθρωπου μεγάλο CHARLY CHA­PLIN. Ο δυτικός άνθρωπος αυτοϋποδουλώθηκε στην τεχνολογία του, και συνεχίζει τώρα να αυτοϋποδουλώνεται στην επιστήμην του (πρβλ. τη Βιοτεχνολογία σ' όλο το φάσμα της).
Το πρόβλημα της ευρωπαϊκής παι­δείας επικεντρώνεται, συνεπώς, στη νοηματοδότηση των ανθρωπίνων. Η απομάκρυνση από το νόημα, που δίνουν στην παιδεία οι Άγιοι τού ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου, οδήγησε σε μια ευρωπαϊκή παι­δεία «άλλου τύπου», τα θλιβερά αποτελέ­σματα της οποίας ζούμε όλοι μας. Και το νοηματικό περιεχόμενο της ελληνορθόδοξης παιδείας μπορεί να συνοψισθεί στα ακόλου­θα σημεία:
1) Δεν είναι απλή εκπαίδευση, μύηση δηλαδή τού ανθρώπου σε μια αναπαραγόμενη γνώση, που τον καθιστά γρανάζι της κρατικής μηχανής (ον παραγωγικόν). Εί­ναι αγωγή τού ανθρώπου (άνθρωπον άγειν - κατευθύνειν στο παιδαγωγικό πρότυπο του ελληνορθόδοξου ανθρώπου, τον θεάνθρω­πον). Αυτό είχε κατά νουν ο ι. Χρυσόστο­μος, όταν έλεγε: «πάντα δεύτερα ηγείσθω της προνοίας των παίδων». Αυτό εννοούσε και ο Ευριπίδης: «όταν κρηπίς μη καταβληθή γένους ορθώς, ανάγκη δυστυχείν τους εκγόνους» (Ηρακλής μαινόμενος, 1261). Η διαχρονικότητα δε, που δίνει η ελληνορ­θοδοξία στη νοηματοδότηση της παιδείας φαίνεται στο λόγο των νεωτέρων Αγίων μας, όπως ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Αμαρτάνετε πολύ να τα αφήνετε (τα παιδιά σας) αγράμματα και τυφλά, και μη μόνον φροντίζετε να τους αφήνετε πλούτη και υπο­στατικά, και μετά τον θάνατό σας να τα τρων και να σας πισολογούν (= να σας τα «ψέλνουν» κιόλας). Καλύτερα να τα αφή­νετε φτωχά και γραμματισμένα, παρά πλούσια και αγράμματα».
2) Είναι παιδεία θεοκεντρική, στα όρια της ορθόδοξης πατερικότητας. Η Θεοκεντρικότητα είναι η κατακόρυφη δοκός τού σταυρού της αγιότητος. Η οριζόντια είναι η αδελφικότητα και φιλανθρωπία. Κατά τον I. Χρυσόστομο, «ει τους παίδας επαιδεύομεν φίλους είναι τω Θεώ, πάντα αν ανεπήδησε τα λυπηρά και μυρίων απηλλάγη κα­κών ο βίος ο παρών».
3) Σκοπός της δεν είναι η πολυμάθεια, αλλά η διαμόρφωση ήθους ελληνορθόδοξου.
4) Στόχος της είναι η ορθή ένταξη στην αδελφική κοινωνία. Η σωτηρία περνά από τη στάση έναντι τού συνανθρώπου. Δεν είναι δυνατόν να σωθεί κανείς, «ειμή δια τού πλη­σίον», λέγουν οι Πατέρες μας.
5) Μεταδίδει τη δική της φιλοσοφία ζωής, που εκφράζεται ως ιεράρχηση των αν­θρωπίνων. Μ. Βασίλειος: «υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γαρ· επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγματος αθανάτου». Ι. Χρυσό­στομος: «Οδίτης ει, ου πολίτης» (= είσαι οδοιπόρος, όχι μόνιμος στη γη).
6) Ως ελληνική η παιδεία της παραδό­σεώς μας «ζητεί την αλήθεια», ως φιλο­σοφία. Και η ζητούμενη «σοφία» είναι η ένσαρκη Παναλήθεια, ο Ιησούς Χριστός, ως το πλήρωμα της Αλήθειας. Η ρίζα τού προβλήματος είναι, συνεπώς, στην ουσία της ελληνικότητας, που παρέλαβε η Δύση (αναγέννηση). Ποια σχέση έχει η ελληνι­κότητα της Ευρωπαϊκής αναγέννησης με τη «ζήτηση της αλήθειας», ώστε να μπορεί ο ευρωπαίος άνθρωπος να φθάσει στην «ενσαρκη Παναλήθεια»; Αυτή την ελληνικό­τητα και τη δυναμική της θεωρεί αστασίαστο στοιχείο της ελληνορθόδοξης παιδείας ο Πατροκοσμάς: «Η Εκκλησία μας είναι εις την ελληνικήν. Και αν δεν σπουδάσης τα Ελληνικά, δεν ημπορείς να καταλάβης εκείνα, που ομολογεί η Εκκλησία μας». Η ελληνομάθεια, συνεπώς, είναι αναγκαία, διότι βοηθεί στην προσέγγιση της χριστια­νικής αγωγής: «Από το σχολείον - γράφει σ' άλλο σημείο - μανθάνομεν, το κατά δύναμιν, τι είναι Θεός, τι είναι η αγία Τριάς, τι είναι άγγελοι, τι είναι αρχάγγελοι, τι είναι δαίμονες, τι είναι παράδεισος, τι είναι κόλασις, τι είναι αμαρτία, τι αρετή. Από το σχολείον μανθάνομεν τι είναι (...) ο τίμιος γά­μος, τι είναι ψυχή, τι είναι κορμί (σώμα)· τα πάντα από το σχολείον τα μανθάνομεν».
Αυτά τα λόγια τού αγίου Κοσμά περι­γράφουν την ουσία τού ελληνορθόδο­ξου σχολείου και το περιεχόμενο της προσφερόμενης από αυτό παιδείας. Αυτή είν­αι η παιδεία μας, αλλά και η παιδεία της αρ­χαίας ενωμένης Ευρώπης. Την παιδεία αυ­τή, ως «ανάμνηση», ανάδυσή της δηλαδή στη σημερινή ευρωπαϊκή πραγματικότητα, είναι χρέος μας να προτείνουμε στη σημερινή Ε­νωμένη Ευρώπη των απογόνων τού Καρλο­μάγνου. Με την προϋπόθεση βέβαια, ότι την έχουμε εμείς, ή, τουλάχιστον, αγωνιζόμεθα να την ξαναβρούμε. Διαφορετικά η Ευρώπη «ουκ αν λάβοι παρά τού μη έχοντος»! Έ­χουμε άρα τη δυνατότητα να προσφέρουμε στους Ευρωπαίους Εταίρους μας τον πνευ­ματικό θησαυρό της ελληνορθόδοξης παρά­δοσής μας, που είναι ο μεγαλύτερος πλούτος μας; Αν δεν το κάμουμε, εγκληματούμε κα­τά της Ευρώπης, αρνούμενοι συγχρόνως την φωτιστική αποστολή μας στον κόσμο.
«ΕΚ ΤΟΥ ΠΕΡΙΣΣΟΥ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ» ΔΙΜΗΝΙΑΙΟΝ ΕΝΟΡΙΑΚΟΝ ΦΥΛΛΑΔΙΟΝ Ι.Ν. ΑΓ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΠΕΡΙΣΣΟΥ Έτος 2ον, Τεύχος 7ον ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1999
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον   

Δεν υπάρχουν σχόλια: