Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ
Μια φορά πήγαν στον Γέροντα δύο γυναίκες Μάρτυρες του Ιεχωβά. Τις έστειλαν για να δουν αν ο π. Γαβριήλ θα τις έφερνε στην οδό της αληθείας. Όταν μπήκαν στο κελί, ο π. Γαβριήλ, με ένα μυστηριώδες ύφος στη φωνή του, φώναξε:
— Ήρθε το χαλάζι και βρήκε την πέτρα!
Μετά άρχισε να κλαίει για πολλή ώρα. Οι γυναίκες, μην αντέχοντας άλλο, τον ρώτησαν γιατί έκλαιγε.
— Πώς να μην κλαίω; Για όλους τους χριστιανούς η πόρτα της Βασιλείας των Ουρανών είναι ανοιχτή, όμως εγώ από τις αμαρτίες μου δεν μπορώ να μπω! Κι αυτοί οι Ιεχωβάδες, πέντε εκατομμύρια στον κόσμο, λένε ότι θα σωθούν μόνο 144 χιλιάδες. Αυτοί έχουν πιάσει όλες τις θέσεις, κι εμένα ποιος θα με βάλει μέσα;
Οι γυναίκες τα έχασαν. Δεν ήξεραν τι ν' απαντήσουν. Ύστερα τους μίλησε για την πλάνη στην οποία βρίσκονταν, τους δίδαξε την ορθή πίστη και, τέλος, έγιναν μοναχές στο μοναστήρι Μπόδμπε.
Η Μτσχέτα και η γύρω περιοχή είναι γεμάτη με εκκλησίες και μοναστήρια, όπου οι προσκυνηματικές εκδρομές είναι συνηθισμένες. Μια μέρα η αυλή του μοναστηριού Σαμτάβρο γέμισε παιδικές φωνές. Η ανυπόμονη φύση των παιδιών τα έκανε να τρέχουν παντού. Οι δάσκαλοι δυσκολεύονταν να τα συμμαζέψουν. Ένα μόνο παιδί στεκόταν παράμερα. Πλησίασε την πόρτα της εκκλησίας, γύρισε αμέσως προς την πύλη για να βγει, και μετά πάλι, σαν κάποιος να το τραβούσε πίσω, κοίταζε την εκκλησία με βουρκωμένα μάτια. Ο π. Γαβριήλ καθόταν πάνω στις σκάλες και τα παρακολουθούσε όλα. Ξαφνικά έβαλε μια δυνατή φωνή και τα παιδιά από την τρομάρα τους μπήκαν στο ναό. Τότε ο Γέροντας είπε στην Ταμάρη που ήταν δίπλα του:
— Το παιδί αυτό που κάθεται μόνο του είναι Ιεχωβάς, όπως και οι γονείς του. Και βλέπεις τι κάνει ο Πονηρός; Δεν το αφήνει να μπει στην εκκλησία! Αλλά ούτε η χάρις του Κυρίου το αφήνει να βγει έξω.
Τότε ο Γέροντας το σταύρωσε, και το παιδί, σαν να ελευθερώθηκε από βαριές αλυσίδες, ξέγνοιαστο και χαρούμενο, μπήκε στο ναό. Αφού όλα τα παιδιά προσκύνησαν, βγήκαν ήρεμα από την εκκλησία. Ο π. Γαβριήλ, γελώντας, είπε τότε στην Ταμάρη:
— Ήρθαν αγριοκάτσικα και φεύγουν αρνιά!
Ο π. Γαβριήλ δεν επέτρεπε στα πνευματικά του παιδιά να μιλάνε με αιρετικούς γιατί έτσι άνοιγαν επικοινωνία με το κακό. Μια μέρα, δύο Ιεχωβάδες πήγαν σε ένα γειτονικό μου σπίτι κι οι γείτονες κάλεσαν εμένα να τους μιλήσω. Τους μίλησα, αλλά αυτοί δεν ήθελαν να καταλάβουν τίποτα. Εγώ βιαζόμουν να πάω στον π. Γαβριήλ και τους άφησα. Στον Γέροντα δεν έκανα λόγο καθόλου γι' αυτό. Κάποια στιγμή όμως μου είπε:
— Ποιος σου έδωσε το δικαίωμα να κάνεις κήρυγμα στους Ιεχωβάδες; Δεν είσαι απόστολος. Όποιος επιτρέπει σε αιρετικό να μπει στο σπίτι του, για να του μιλήσει για την ορθή πίστη, βάζει μέσα τον Πονηρό, και πώς μετά θα βγει από εκεί; Εσύ είχες καμιά ευλογία από ιερέα να κάνεις κήρυγμα; Όταν μιλάς με αιρετικούς, πρέπει να αποκαλύπτεις τα λάθη τους. Όμως εσύ άρχισες να μιλάς αλαζονικά, λέγοντας πως εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε πιο δυνατοί. Έτσι οδηγήθηκες από τον Πονηρό στην αμαρτία της περηφάνιας. «Μη δώτε το άγιον τοις κυσί μηδέ βάλητε τούς μαργαρίτας υμών έμπροσθεν χοίρων, μηδέ καταπατήσωσιν αυτούς έν τοις ποσίν αυτών καί στραφέντες ρήξωσιν υμάς».
Στους αιρετικούς δεν κάνει να μιλάς, γιατί τους δίνεις αφορμή να βλασφημούν περισσότερο τον Κύριο. Αν ο μουσουλμάνος τηρεί τις δέκα εντολές, θα τον ευλογήσει ο Θεός και θα του φανερώσει το δρόμο προς την αλήθεια και έτσι θα στραφεί προς την Ορθοδοξία. Όπως ο απόστολος Παύλος που τηρούσε τις εντολές της Παλαιάς Διαθήκης ειλικρινά, καρδιακά και όχι φαρισαϊκά. Κι ο Θεός τον ελέησε και τον ξεχώρισε.
Σ' ένα πυκνό δάσος ζούσε μια φυλή. Οι άνθρωποι αυτοί, όταν χρειαζόταν, έφερναν βροχή με την προσευχή τους κι ότι άλλο ζητούσαν ο Θεός τούς το ικανοποιούσε. Στο τέλος τους έστειλε και δύο ιεραποστόλους, οι οποίοι όταν είδαν τα θαυμαστά που συντελούνταν απόρησαν και είπε ο ένας στον άλλον: «Βλέπεις αυτοί πόσα μεγάλα θαύματα κάνουν μόνοι τους; Αυτοί δεν προσκυνούν τον ήλιο, το φεγγάρι και τ' άλλα είδωλα, αλλά προσεύχονται ενώπιον Εκείνου που δημιούργησε τον ήλιο, το φεγγάρι, τον ουρανό και όλα. Ο Θεός βλέπει την καθαρή καρδιά τους και γι' αυτό ακούει τις παρακλήσεις τους. Γι' αυτό έστειλε και μας εδώ, για να κηρύξουμε την αλήθεια και να τους βαπτίσουμε. Το γράφει το Ευαγγέλιο: "Ζητείτε και εύρήσετε"».
Μια φορά έτυχε να περπατήσω στις παλιές περιοχές της Τιφλίδας. Προσπέρασα τους αρμένικους ναούς και μέσα μου τους κατηγόρησα ως αιρετικούς. Στη συνέχεια, επισκέφτηκα τον Γέροντα. Κάθισα αλλά δεν του είπα τίποτα. Εκείνος όμως είπε:
— Ναι, αλλά τι σου φταίει το Ετσμιαδζίνι; Όπως για μας είναι το Σβετιτσχοβέλι, έτσι γι' αυτούς είναι το Ετσμιαδζίνι. «Ετσμιαδζίνι» σημαίνει «Ένας που ήρθε». Εκεί εμφανίστηκε ο Θεός, και είναι σπουδαίο και άγιο μέρος. Και πού ξέρεις πότε χτίστηκαν αυτοί οι ναοί; Μήπως τους έχτισαν πριν γίνουν οι Αρμένιοι μονοφυσίτες;
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΣΕ ΜΙΑ ΣΥΝΑΓΩΓΗ, Σ’ ΕΝΑ ΤΖΑΜΙ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΒΑΠΤΙΣΤΕΣ
ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΘΡΗΣΚΟΙ
Ο π. Γαβριήλ συχνά επισκεπτόταν ανθρώπους που είχαν διαφορετική θρησκευτική αντίληψη. Προσπαθούσε σε όλους να μοιράσει χάρη και να τους οδηγήσει στην αληθινή πίστη. Διηγείται ο ίδιος:
«Μια φορά, ντυμένος όπως ήμουν με το μοναχικό μου σχήμα, πήγα στη Συναγωγή. Στην είσοδο κρεμόταν ένα μεγάλο πορτρέτο του Μωυσή. Τον προσκύνησα. Αυτό άρεσε στους παρευρισκομένους. Ο Μωυσής ήταν ένας μεγάλος προφήτης κι εγώ του απέδωσα τον οφειλόμενο σεβασμό. Μπήκα την ώρα που διάβαζαν τη Βίβλο. Ήταν λίγοι και με κοίταζαν με έκπληξη.
Άρχισα να κάνω κήρυγμα, κι όταν άκουσαν για τον Χριστό φώναξαν τον αρχιερέα τους. Βγήκε αλλά δεν με σταμάτησε. Ύστερα με κάλεσε στο γραφείο του. Άκουσε με πολύ ενδιαφέρον και προσοχή όσα έλεγα για τον Χριστό. Τέλος, με ευχαρίστησε και έτσι αποχωριστήκαμε.
Πήγα και σ' ένα τζαμί. Απέξω μια παρέα μουσουλμάνων κάθονταν κι έπιναν τσάι. Όταν με είδαν, σηκώθηκαν και με κάλεσαν με σεβασμό στο τραπέζι τους. Εκεί κήρυξα μόνο για την αγάπη και χωρίσαμε γλυκά. Πήγα και στους Βαπτιστές αλλά δεν με δέχτηκαν. Όταν με είδαν, εκνευρίστηκαν, φώναξαν τον πάστορα τους και με έδιωξαν».
Ο π. Γαβριήλ, όταν μιλούσε για αιρετικούς ή πιστούς άλλων θρησκευμάτων, τόνιζε πάντοτε ότι πρέπει να επιδεικνύουμε την ίδια αγάπη σε όλους. Μια μοναχή του είπε κάποια φορά:
— Μίλησα με έναν αιρετικό. Οργίστηκα τόσο πολύ όταν με έβρισε, που νομίζω πως αμάρτησα.
Ο π. Γαβριήλ τότε της απάντησε γλυκά:
— Δεν είναι πέτρινη η καρδιά σου για ν' ακούς αδιάφορα να σε βρίζουν για την πίστη σου. Αν δεν είσαι αγνός και άκακος σαν μικρό παιδί, δεν θα μπεις στη Βασιλεία των Ουρανών. Όχι όμως να έχεις και το μυαλό ενός μικρού παιδιού!
Ενώ σε άλλη μοναχή είχε πει:
— Θα έρθει εποχή που θα σας οδηγούν κοσμικοί άνθρωποι. Μακάρι να μου έρθει κάποιος αιρετικός ή Βαπτιστής ή Μάρτυρας του Ιεχωβά. Θα τους βάλω να καθίσουν, θα τους ταΐσω και θα τους διδάξω τον καλό λόγο. Αλλά εγώ δεν θα φάω μαζί τους. Δεν θα καθίσω με απίστους. Κι αν έρθει κάποιος, εσύ μη σηκώνεσαι. Μη δώσεις τη θέση σου. Άφησε τον να καθίσει με τον εαυτό του. Δεν πήγες εσύ, αυτός ήρθε και κάθισε δίπλα στους πιστούς. Γι' αυτόν θα σηκωθούν όλοι;
ΕΡΩΤΗΜΑ - Γιατί οι Εβραίοι δεν κατάλαβαν ότι ο Χριστός ήταν ο Θεός;"
Γιατί οι Εβραίοι δεν κατάλαβαν ότι ο Χριστός ήταν ο Θεός;
— Το κατάλαβαν. Αυτοί όμως επιθυμούσαν τη δόξα αυτού του κόσμου, γι' αυτό και δεν Τον δέχτηκαν. Κι ο Θεός τους έκρυψε τον τάφο του προφήτη Μωυσή, για να μην τον καταστήσουν Θεάνθρωπο.
Ύστερα από ολιγόλεπτη σιωπή, πρόσθεσε:
— Σε κάθε λαό ο Θεός έδωσε τον δικό του Μωυσή.
http://trelogiannis.blogspot.gr/
Μια φορά πήγαν στον Γέροντα δύο γυναίκες Μάρτυρες του Ιεχωβά. Τις έστειλαν για να δουν αν ο π. Γαβριήλ θα τις έφερνε στην οδό της αληθείας. Όταν μπήκαν στο κελί, ο π. Γαβριήλ, με ένα μυστηριώδες ύφος στη φωνή του, φώναξε:
— Ήρθε το χαλάζι και βρήκε την πέτρα!
Μετά άρχισε να κλαίει για πολλή ώρα. Οι γυναίκες, μην αντέχοντας άλλο, τον ρώτησαν γιατί έκλαιγε.
— Πώς να μην κλαίω; Για όλους τους χριστιανούς η πόρτα της Βασιλείας των Ουρανών είναι ανοιχτή, όμως εγώ από τις αμαρτίες μου δεν μπορώ να μπω! Κι αυτοί οι Ιεχωβάδες, πέντε εκατομμύρια στον κόσμο, λένε ότι θα σωθούν μόνο 144 χιλιάδες. Αυτοί έχουν πιάσει όλες τις θέσεις, κι εμένα ποιος θα με βάλει μέσα;
Οι γυναίκες τα έχασαν. Δεν ήξεραν τι ν' απαντήσουν. Ύστερα τους μίλησε για την πλάνη στην οποία βρίσκονταν, τους δίδαξε την ορθή πίστη και, τέλος, έγιναν μοναχές στο μοναστήρι Μπόδμπε.
Η Μτσχέτα και η γύρω περιοχή είναι γεμάτη με εκκλησίες και μοναστήρια, όπου οι προσκυνηματικές εκδρομές είναι συνηθισμένες. Μια μέρα η αυλή του μοναστηριού Σαμτάβρο γέμισε παιδικές φωνές. Η ανυπόμονη φύση των παιδιών τα έκανε να τρέχουν παντού. Οι δάσκαλοι δυσκολεύονταν να τα συμμαζέψουν. Ένα μόνο παιδί στεκόταν παράμερα. Πλησίασε την πόρτα της εκκλησίας, γύρισε αμέσως προς την πύλη για να βγει, και μετά πάλι, σαν κάποιος να το τραβούσε πίσω, κοίταζε την εκκλησία με βουρκωμένα μάτια. Ο π. Γαβριήλ καθόταν πάνω στις σκάλες και τα παρακολουθούσε όλα. Ξαφνικά έβαλε μια δυνατή φωνή και τα παιδιά από την τρομάρα τους μπήκαν στο ναό. Τότε ο Γέροντας είπε στην Ταμάρη που ήταν δίπλα του:
— Το παιδί αυτό που κάθεται μόνο του είναι Ιεχωβάς, όπως και οι γονείς του. Και βλέπεις τι κάνει ο Πονηρός; Δεν το αφήνει να μπει στην εκκλησία! Αλλά ούτε η χάρις του Κυρίου το αφήνει να βγει έξω.
Τότε ο Γέροντας το σταύρωσε, και το παιδί, σαν να ελευθερώθηκε από βαριές αλυσίδες, ξέγνοιαστο και χαρούμενο, μπήκε στο ναό. Αφού όλα τα παιδιά προσκύνησαν, βγήκαν ήρεμα από την εκκλησία. Ο π. Γαβριήλ, γελώντας, είπε τότε στην Ταμάρη:
— Ήρθαν αγριοκάτσικα και φεύγουν αρνιά!
Ο π. Γαβριήλ δεν επέτρεπε στα πνευματικά του παιδιά να μιλάνε με αιρετικούς γιατί έτσι άνοιγαν επικοινωνία με το κακό. Μια μέρα, δύο Ιεχωβάδες πήγαν σε ένα γειτονικό μου σπίτι κι οι γείτονες κάλεσαν εμένα να τους μιλήσω. Τους μίλησα, αλλά αυτοί δεν ήθελαν να καταλάβουν τίποτα. Εγώ βιαζόμουν να πάω στον π. Γαβριήλ και τους άφησα. Στον Γέροντα δεν έκανα λόγο καθόλου γι' αυτό. Κάποια στιγμή όμως μου είπε:
— Ποιος σου έδωσε το δικαίωμα να κάνεις κήρυγμα στους Ιεχωβάδες; Δεν είσαι απόστολος. Όποιος επιτρέπει σε αιρετικό να μπει στο σπίτι του, για να του μιλήσει για την ορθή πίστη, βάζει μέσα τον Πονηρό, και πώς μετά θα βγει από εκεί; Εσύ είχες καμιά ευλογία από ιερέα να κάνεις κήρυγμα; Όταν μιλάς με αιρετικούς, πρέπει να αποκαλύπτεις τα λάθη τους. Όμως εσύ άρχισες να μιλάς αλαζονικά, λέγοντας πως εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε πιο δυνατοί. Έτσι οδηγήθηκες από τον Πονηρό στην αμαρτία της περηφάνιας. «Μη δώτε το άγιον τοις κυσί μηδέ βάλητε τούς μαργαρίτας υμών έμπροσθεν χοίρων, μηδέ καταπατήσωσιν αυτούς έν τοις ποσίν αυτών καί στραφέντες ρήξωσιν υμάς».
Στους αιρετικούς δεν κάνει να μιλάς, γιατί τους δίνεις αφορμή να βλασφημούν περισσότερο τον Κύριο. Αν ο μουσουλμάνος τηρεί τις δέκα εντολές, θα τον ευλογήσει ο Θεός και θα του φανερώσει το δρόμο προς την αλήθεια και έτσι θα στραφεί προς την Ορθοδοξία. Όπως ο απόστολος Παύλος που τηρούσε τις εντολές της Παλαιάς Διαθήκης ειλικρινά, καρδιακά και όχι φαρισαϊκά. Κι ο Θεός τον ελέησε και τον ξεχώρισε.
Σ' ένα πυκνό δάσος ζούσε μια φυλή. Οι άνθρωποι αυτοί, όταν χρειαζόταν, έφερναν βροχή με την προσευχή τους κι ότι άλλο ζητούσαν ο Θεός τούς το ικανοποιούσε. Στο τέλος τους έστειλε και δύο ιεραποστόλους, οι οποίοι όταν είδαν τα θαυμαστά που συντελούνταν απόρησαν και είπε ο ένας στον άλλον: «Βλέπεις αυτοί πόσα μεγάλα θαύματα κάνουν μόνοι τους; Αυτοί δεν προσκυνούν τον ήλιο, το φεγγάρι και τ' άλλα είδωλα, αλλά προσεύχονται ενώπιον Εκείνου που δημιούργησε τον ήλιο, το φεγγάρι, τον ουρανό και όλα. Ο Θεός βλέπει την καθαρή καρδιά τους και γι' αυτό ακούει τις παρακλήσεις τους. Γι' αυτό έστειλε και μας εδώ, για να κηρύξουμε την αλήθεια και να τους βαπτίσουμε. Το γράφει το Ευαγγέλιο: "Ζητείτε και εύρήσετε"».
Μια φορά έτυχε να περπατήσω στις παλιές περιοχές της Τιφλίδας. Προσπέρασα τους αρμένικους ναούς και μέσα μου τους κατηγόρησα ως αιρετικούς. Στη συνέχεια, επισκέφτηκα τον Γέροντα. Κάθισα αλλά δεν του είπα τίποτα. Εκείνος όμως είπε:
— Ναι, αλλά τι σου φταίει το Ετσμιαδζίνι; Όπως για μας είναι το Σβετιτσχοβέλι, έτσι γι' αυτούς είναι το Ετσμιαδζίνι. «Ετσμιαδζίνι» σημαίνει «Ένας που ήρθε». Εκεί εμφανίστηκε ο Θεός, και είναι σπουδαίο και άγιο μέρος. Και πού ξέρεις πότε χτίστηκαν αυτοί οι ναοί; Μήπως τους έχτισαν πριν γίνουν οι Αρμένιοι μονοφυσίτες;
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΣΕ ΜΙΑ ΣΥΝΑΓΩΓΗ, Σ’ ΕΝΑ ΤΖΑΜΙ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΒΑΠΤΙΣΤΕΣ
ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΘΡΗΣΚΟΙ
Ο π. Γαβριήλ συχνά επισκεπτόταν ανθρώπους που είχαν διαφορετική θρησκευτική αντίληψη. Προσπαθούσε σε όλους να μοιράσει χάρη και να τους οδηγήσει στην αληθινή πίστη. Διηγείται ο ίδιος:
«Μια φορά, ντυμένος όπως ήμουν με το μοναχικό μου σχήμα, πήγα στη Συναγωγή. Στην είσοδο κρεμόταν ένα μεγάλο πορτρέτο του Μωυσή. Τον προσκύνησα. Αυτό άρεσε στους παρευρισκομένους. Ο Μωυσής ήταν ένας μεγάλος προφήτης κι εγώ του απέδωσα τον οφειλόμενο σεβασμό. Μπήκα την ώρα που διάβαζαν τη Βίβλο. Ήταν λίγοι και με κοίταζαν με έκπληξη.
Άρχισα να κάνω κήρυγμα, κι όταν άκουσαν για τον Χριστό φώναξαν τον αρχιερέα τους. Βγήκε αλλά δεν με σταμάτησε. Ύστερα με κάλεσε στο γραφείο του. Άκουσε με πολύ ενδιαφέρον και προσοχή όσα έλεγα για τον Χριστό. Τέλος, με ευχαρίστησε και έτσι αποχωριστήκαμε.
Πήγα και σ' ένα τζαμί. Απέξω μια παρέα μουσουλμάνων κάθονταν κι έπιναν τσάι. Όταν με είδαν, σηκώθηκαν και με κάλεσαν με σεβασμό στο τραπέζι τους. Εκεί κήρυξα μόνο για την αγάπη και χωρίσαμε γλυκά. Πήγα και στους Βαπτιστές αλλά δεν με δέχτηκαν. Όταν με είδαν, εκνευρίστηκαν, φώναξαν τον πάστορα τους και με έδιωξαν».
Ο π. Γαβριήλ, όταν μιλούσε για αιρετικούς ή πιστούς άλλων θρησκευμάτων, τόνιζε πάντοτε ότι πρέπει να επιδεικνύουμε την ίδια αγάπη σε όλους. Μια μοναχή του είπε κάποια φορά:
— Μίλησα με έναν αιρετικό. Οργίστηκα τόσο πολύ όταν με έβρισε, που νομίζω πως αμάρτησα.
Ο π. Γαβριήλ τότε της απάντησε γλυκά:
— Δεν είναι πέτρινη η καρδιά σου για ν' ακούς αδιάφορα να σε βρίζουν για την πίστη σου. Αν δεν είσαι αγνός και άκακος σαν μικρό παιδί, δεν θα μπεις στη Βασιλεία των Ουρανών. Όχι όμως να έχεις και το μυαλό ενός μικρού παιδιού!
Ενώ σε άλλη μοναχή είχε πει:
— Θα έρθει εποχή που θα σας οδηγούν κοσμικοί άνθρωποι. Μακάρι να μου έρθει κάποιος αιρετικός ή Βαπτιστής ή Μάρτυρας του Ιεχωβά. Θα τους βάλω να καθίσουν, θα τους ταΐσω και θα τους διδάξω τον καλό λόγο. Αλλά εγώ δεν θα φάω μαζί τους. Δεν θα καθίσω με απίστους. Κι αν έρθει κάποιος, εσύ μη σηκώνεσαι. Μη δώσεις τη θέση σου. Άφησε τον να καθίσει με τον εαυτό του. Δεν πήγες εσύ, αυτός ήρθε και κάθισε δίπλα στους πιστούς. Γι' αυτόν θα σηκωθούν όλοι;
ΕΡΩΤΗΜΑ - Γιατί οι Εβραίοι δεν κατάλαβαν ότι ο Χριστός ήταν ο Θεός;"
Γιατί οι Εβραίοι δεν κατάλαβαν ότι ο Χριστός ήταν ο Θεός;
— Το κατάλαβαν. Αυτοί όμως επιθυμούσαν τη δόξα αυτού του κόσμου, γι' αυτό και δεν Τον δέχτηκαν. Κι ο Θεός τους έκρυψε τον τάφο του προφήτη Μωυσή, για να μην τον καταστήσουν Θεάνθρωπο.
Ύστερα από ολιγόλεπτη σιωπή, πρόσθεσε:
— Σε κάθε λαό ο Θεός έδωσε τον δικό του Μωυσή.
http://trelogiannis.blogspot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου