Ο τρισμακάριστος καὶ πανσεβάσμιος Σταυρός τοῦ Κυρίου εἶναι γιὰ τό χριστιανό τό ἱστίο, λέγει ἡ ἁγία Συγκλητική, ποὺ μ' αὐτό μονάχα μποροῦμε νὰ περάσουμε τό πέλαγος τῆς ζωῆς: «τόν Σταυρόν ἀντὶ ἱστίου τανύσαντες, ἀδεῶς τόν πλοῦν ἐκτελέσωμεν». Πραγματικά, δίχως τό Σταυρό, ὁ χριστιανός δὲν θὰ 'χε τὴ δύναμη νὰ προχωρήσει στὴ ζωή, ν' ἀγωνιστεῖ σκληρὰ μὲ τοὺς πειρασμοὺς καὶ τό σατανᾶ, καὶ νὰ νικήσει στό τέλος, ἔχοντας ὅπλον ἀκαταμάχητον τόν τίμιο Σταυρό. Γιατί δὲν εἶναι τό απλό ξύλο ἢ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ποὺ κάνει ἀδιάφορα ὁ ἄνθρωπος, μὰ ἡ μυστικὴ δύναμη ποὺ ἔρχεται ἀπό τὴ θυσία καὶ τό πανάγιον αἷμα τοῦ Ἐσταυρωμένου, ἐκεῖνο ποὺ γιγαντώνει στόν ἀγῶνα τοῦ τό χριστιανό, ποὺ ἔχει σύμμαχο τό Σταυρό. Οἱ χριστιανοὶ προσκυνοῦμε τὸν τύπο τοῦ Σταυροῦ, γιατί «σημεῖον ἐστι μέγιστον καὶ τρόπαιον Χριστοῦ κατὰ τοῦ διαβόλου καὶ πάσης της ἀντικειμένης φάλαγγος, διὸ καὶ φρίττουσι καὶ φυγαδεύονται τοῦτον τυπούμενον ὁρῶντες», καθὼς σημειώνει ὁ ἃγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Καὶ τὸν τιμοῦμε καὶ τὸν δοξάζουμε τώρα, γιὰ νὰ ἔχουμε παρρησία νὰ τὸν κοιτοῦμε τὴν ὥρα τῆς Κρίσεως, ὅπου θὰ παρευρίσκεται ντυμένος μὲ πολλὴ δόξα. Μὲ τὸ Σταυρὸ ποὺ προσκυνοῦμε, ἀποκτοῦμε «κοινωνίαν τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ». Καὶ δὲν καυχιόμαστε γιὰ τίποτε ἄλλο, παρὰ γιὰ τὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ τὸν χριστιανὸ ὁ λόγος τοῦ Σταυροῦ, εἶναι «Θεοῦ δύναμις καὶ Θεοῦ σοφία», ποὺ ζωοποιεῖ καὶ σῴζει. Ἀλλὰ γιὰ νὰ εἶναι ὁ λόγος τοῦ Σταυροῦ «ἡμῖν τοῖς σωζομένοις Θεοῦ δύναμις καί Θεοῦ σοφία», πρέπει νὰ εἶναι ζυμωμένος μὲ τὴ συσταύρωσή μας μὲ τὸ Χριστό. Καὶ αὐτή ἡ συσταύρωση ἔχει τὴ ρίζα της στὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ, ποῦ μας διασώζει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς: «Εἰ τις θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι, ἀπαρνησάσθω ἐαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καθ' ἡμέραν καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Λουκ. θ' 23). Μπορεῖ νὰ προσέξει κανεὶς ἰδιαίτερα, καὶ ἐξωτερικὰ ἀκόμη, τὶς φράσεις: «εἰ τις θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι»—ἐνεστώς χρόνος, ποὺ δείχνει μὲ τὸ ἀπαρέμφατο του τὴν ἀσταμάτητη, τὴν αἰώνια πορεία τοῦ χριστιανοῦ κοντὰ στὸ Χριστὸ—καὶ «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καθ' ἡμέραν —ὂχι, μιὰ φορά μονάχα—καὶ ἀκολουθείτω μοι». Γιατί, πνευματικά, ὁ Χριστὸς δὲν ἔπαψε ποτὲ νὰ σταυρώνεται γιὰ τὸν καθένα μας, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος: «δι' ἡμᾶς ἀεί τοῦτο ποιεῖ καὶ πάσχει, ὡς πάντα γινόμενος ἵνα σώση τοὺς πάντας». Ἑπομένως καὶ ἡ δική μας συσταύρωση πρέπει νὰ εἶναι παντοτινή, καὶ νὰ μὴ θέλουμε κ' ἐμεῖς νὰ ξέρουμε τίποτ' ἄλλο, παρὰ μονάχα «Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τοῦτον ἐσταυρωμένον» (Α' Κορ. β' 2). Κι αὐτὸ θὰ πεῖ, νὰ βρίσκεσαι νοερῶς καὶ μὲ τὴν ἠθικὴ πράξη, ποὺ θὰ σοῦ ἐξασφαλίζει μιὰ «παγκαθαρότητα» τῶν σωματικῶν σου αἰσθήσεων, μπρὸς στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, πάνω στὸ Γολγοθά. Νὰ βλέπεις τὸ Πανάγιο σῶμα του πάνω στὸ Σταυρὸ καὶ νὰ συλλογίζεσαι: πόσα ἔπαθε ὁ Χριστός μου γιὰ μένα, καὶ πόσα παραλείπω ἐγὼ νὰ κάνω γιὰ τὴ σωτηρία μου. Νὰ βλέπεις τὴ λογχισμένη καρδιά του, ποὺ κράζει πρὸς τὸν Πατέρα του «Πάτερ, ἅφες αὐτοῖς» (Λουκ. κγ' 34), καὶ νὰ συγχωρεῖς καὶ σὺ ὅσους σοῦ ἔφταιξαν ἢ σ' ἔκαναν νὰ πονέσεις. Νὰ βλέπεις τὶς ταπεινώσεις ποὺ ὑπέφερε γιὰ σένα, καὶ νὰ παίρνεις κουράγιο, ὅταν βρίσκεσαι ἀνάμεσα σὲ σύγχρονους φαρισαίους καὶ Ἰουδαίους, ποὺ χλευάζουν καὶ κοροϊδεύουν καὶ εἰρωνεύονται —οἱ ταλαίπωροι!— ὅσους θέλουν κι ἀγωνίζονται νὰ ζήσουν κατὰ Χριστόν. Νὰ βλέπεις τὸν τεράστιο Σταυρό του καὶ τότε νὰ αἰσθάνεσαι τὸν δικό σου σταυρὸ ἐλαφρότατο. Γράφει γι' αὐτὸ κάπου ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «ἀπό βιβλία εἶναι γεμάτος ὅλος ὁ κόσμος, μά μέ ὅλον τοῦτο, δὲν ἠμποροῦν ὅλα ὁμοῦ τὰ βιβλία τόσον ἐντελῶς νὰ σοῦ ἑρμηνεύσουν τὸν τρόπο γιὰ νὰ ἀπόκτησης τᾶς ἀρετάς, καθὼς σοῦ τὸν ἑρμηνεύει ὁ ἐσταυρωμένος Ἰησοῦς. Εἰς τοῦτον τὸν ἐσταυρωμένον σὲ συμβουλεύω, τέκνον μου, νὰ προστρέχῃς καὶ νὰ τὸν κατα-φιλῆς μὲ δάκρυα καὶ νὰ τὸν ἀγκαλίζεσαι θερμῶς, κάθε φοράν ὀποῦ δαγκασθῆς καὶ φαρμακωθῆς ἀπό τὰ νοητὰ φίδια τῶν δαιμόνων καὶ τῶν ἐξ ἀνθρώπων πειρασμῶν καὶ βέβαια θέλεις ἱατρευθῆ ἀπό τᾶς πληγᾶς σου καθὼς καὶ οἱ Ἑβραῖοι ποτὲ εἰς τὴν ἔρημον ἱατρεύοντο ἀπό τὰ δαγκάματα τῶν αἰσθητῶν ὅφεων, εὐθὺς μόνον ὁποῦ ἔβλεπαν εἰς τὸν χάλκινον ὅφιν, τὸν ἐπὶ ξύλου κρεμάμενον, ὅστις ἦτο ἀντίτυπος τύπος τοῦ Κυρίου μας, ὡς αὐτὸς ἔλεγε: «Καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὓψωσε τὸν ὅφιν ἐν τῆ ἐρήμω, οὓτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾷς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ' ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ιωαν. γ' 14).
Ἴσως πρέπει νὰ διευκρινίσουμε κάπως τὴ φράση ποὺ λέγει, πὼς ὁ χάλκινος ὅφις,ἦταν ἀντίτυπος τύπος τοῦ Κυρίου μας, δηλ. ἀντίθετος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἐμβάθυνση στὸ νόημα ποὺ κρύβει αὐτή ἡ σκηνὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀνήκει στὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο. Ὁ ἀντίτυπος τύπος, φυσικά, εἶναι ὁ νοητὸς ὅφις, ὁ Διάβολος. Πῶς, ὅμως, μπορεῖ νὰ γιατρεύει καὶ νὰ σῴζει, ὅσους τὸν κοιτοῦν κατάματα; Καὶ ἀπαντᾶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος, πὼς γιατρεύει ἐκείνους ποὺ πιστεύουν ὅτι ὁ Διάβολος (ὁ νοητὸς ὅφις) δὲν ζεῖ πιά, ἀλλὰ νεκρώθηκε ἀπ' τὸν σταυρωθέντα Χριστό, καὶ ὅτι μαζί του νεκρώθηκαν κι ὅλοι οἳ ὑποκείμενοι σ' αὐτὸν Δαίμονες: «ὁ δὲ χαλκοῦς ὅφις, κρεμᾶται μὲν κατὰ τῶν δακνόντων ὅφεων, οὐχὶ ὡς τύπος δὲ τοῦ παθόντος, ἀλλ' ὡς ἀντίτυπος καὶ σῴζει τοὺς εἰς αὐτὸν ὁρώντας, οὒχ ὅτι ζῇ πιστευόμενος, ἀλλ' ὅτι νενέκρωται, καὶ συννεκροῖ τᾶς ὑπ' αὐτῶ δυνάμεις, καταλυθείς ὥσπερ ἣν ἄξιος».
Ἡ ἔκφραση ποὺ συνηθίζουμε, ὅταν μιλοῦμε γιὰ τὸν τίμιο Σταυρὸ εἶναι, πὼς πρέπει νὰ σηκώνει μὲ ὑπομονὴ ὁ καθένας μας τὸ σταυρό του, «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ». Ποιὸς ὅμως εἶναι θεολογικὰ ὁ σταυρὸς γιὰ τὸν κάθε χριστιανό; Ἡ ἀπάντηση ποὺ δίνουν οἱ Πατέρες σ' αὐτὴ τὴν ἐρώτηση εἶναι ἡ ἀκόλουθη. Τὰ εἴδη τῶν σταυρῶν εἶναι τέσσερα: α) σταυρὸς γνώσεως, β) σταυρὸς οἰκονομίας, γ) σταυρὸς πολιτείας καὶ δ) σταυρὸς πάθους.
Ὁ σταυρὸς τῆς γνώσεως εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ φανερώνει ὅλα ὅσα μποροῦμε νὰ μάθουμε περὶ Θεοῦ ἀπ' τὸ λόγο τοῦ Σταυροῦ. Ἐκεῖ θὰ γνωρίσουμε πώς, ὅ,τι δὲν μπόρεσε νὰ κάμει ἡ δύναμη καὶ ἡ σοφία τῶν ἀνθρώπων, τὸ ἔκαμε ὁ Σταυρός καὶ ἔτσι σώθηκε ὁ ἄνθρωπος. Καὶ θὰ ἐξισχύσουμε «καταλαβέσθαι σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις, τί τὸ πλάτος καὶ μῆκος καὶ βάθος καὶ ὓψος». Δηλαδή, θὰ ἰδοῦμε στὶς διαστάσεις τοῦ Σταυροῦ, τὸ ὓψος τῆς σοφίας καὶ τὸν βυθὸν τῆς γνώσεως —τὸ πάνω καὶ κάτω μέρος τοῦ σταυροῦ— καὶ τὸ πλάτος τῆς ἀγάπης καὶ τὸ μῆκος τῆς δυνάμεως —τὰ δυὸ πλάγια ἄκρα.
Ὁ τρίτος σταυρὸς εἶναι ὁ σταυρὸς τῆς «πολιτείας», δηλ. τὸ νὰ κόψεις τὰ σαρκικά σου θελήματα, ὅπως λέγει ὁ Απ. Παῦλος: «νεκρώσατε τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακὴν καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, δι' ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπί τούς υἱοὺς τῆς ἀπείθειας». Τέταρτος σταυρὸς εἶναι ἡ σωματική μας σταύρωση, τὴν ὁποία πρέπει νὰ εἴμαστε προετοιμασμένοι νὰ δεχτοῦμε, ἂν ἔρθει κάποτε κι αὐτὴ ἡ ὤρα, νὰ μαρτυρήσουμε δήλ. γιὰ τὴν πίστη μας, τὴ θερμὴ πίστη στὸν λυτρωτή μας, στὸν ἐσταυρωμένο Χριστό, στὸν οὐράνιο, νυμφίο τῆς πονεμένης ψυχῇς μας.
Ἄν, λοιπόν, κ' ἐμεῖς σταυρώνουμε τὴ σάρκα μας καὶ νεκρώνουμε τὰ πάθη καὶ τὶς κακές μας ἐπιθυμίες, κι ἂν ὑπομένουμε μὲ ὑπομονὴ καὶ καρτερία κάθε θλίψη καὶ κάθε κακοπάθεια, ὁ Χριστὸς θά'ρθεῖ ν' ἀναπαυθεῖ ἐπάνω μας, ὅπως ἀναπαύτηκε πάνω στὸν Τίμιο Σταυρό. Πουθενὰ δὲν ἀναπαύεται ὁ Θεὸς τόσο, ὅσο στὴ θλιμμένη καρδιά, στὴν πονεμένη καὶ βουτηγμένη μέσα στὰ δάκρυα καὶ στὴν κακοπάθεια, ἀλλὰ ποὺ βαστάει μὲ ὑπομονὴ τὸ σταυρό της.
«ΕΡΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου