Κατά την διδασκαλία των αγίων Πατέρων, όταν ο άνθρωπος εισέλθη στην μετάνοια, στο στάδιο της καθάρσεως, συνεχώς εξελίσσεται. Υπάρχει διαρκής τελείωση, τόσο στην λεγομένη μέση κατάσταση των ψυχών, όσο και στην μετά την Δευτέρα Παρουσία ζωή. Οι βαθμοί της πνευματικής ζωής είναι η κάθαρση, ο φωτισμός και η θέωση. Βέβαια, αυτά δεν πρέπει να νοηθούν ως στεγανοποιημένες καταστάσεις, αλλά ως μέθεξη της Χάριτος του Θεού. Αν ο άνθρωπος αγωνίζεται να καθαρθή, τότε η Χάρη του Θεού που τον καθαρίζει λέγεται καθαρτική ενέργεια. Όταν ο νούς του είναι φωτισμένος, σημαίνει ότι δέχεται την ενέργεια του Θεού που τον φωτίζει και λέγεται φωτιστική ενέργεια. Και όταν βρίσκεται στην θέωση, αυτό γίνεται με την Χάρη του Θεού που λέγεται θεοποιός. Η πορεία είναι διαρκής. Έτσι, όσοι μετανόησαν, πριν εξέλθη η ψυχή από το σώμα, αυτοί εξελίσσονται και γίνονται χωρητικότεροι στην άκτιστη Χάρη. Γι’ αυτό τελούμε τα μνημόσυνα και προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους.
Όσοι, όμως, κατά την έξοδο της ψυχής από το σώμα, δεν μετανόησαν, αυτοί, επειδή δεν έχουν πνευματική όραση, βιώνουν μόνο την καυστική ενέργεια του Θεού, καί, βέβαια, δεν πρόκειται ποτέ να έχουν μέθεξη στο αγαθό. Προσευχόμαστε όμως για όλους, γιατί δεν ξέρουμε την εσωτερική τους πνευματική κατάσταση.
Στην παραβολή λέγεται ότι μεταξύ του τόπου που βρισκόταν ο Αβραάμ και του άδου, όπου βρισκόταν ο Πλούσιος, υπήρχε "χάσμα μέγα", και δεν ήταν δυνατόν να γίνη μετάβαση του ενός προς τον άλλο.
Φυσικά, δεν πρόκειται περί ιδιαιτέρου χώρου, αλλά, όπως αναφέραμε προηγουμένως, ενός ιδιαιτέρου τρόπου ζωής. Υπάρχει σαφής διαφορά μεταξύ Παραδείσου και Κολάσεως, ως ιδιαιτέρων τρόπων ζωής.
Ο Παράδεισος και η Κόλαση δεν υπάρχει εξ επόψεως Θεού, αλλά εξ επόψεως ανθρώπου. Ο Θεός στέλλει την Χάρη Του προς όλους τους ανθρώπους, αφού αυτός "ανατέλλει τον ήλιον επί δικαίους και αδίκους και βρέχει επί πονηρούς και αγαθούς". Αν ο Θεός μας δίνη εντολή να αγαπούμε όλους τους ανθρώπους, ακόμη και τους εχθρούς μας, το ίδιο κάνει και Εκείνος. Είναι αδύνατον να μη αγαπά και τους αμαρτωλούς. Όμως ο κάθε άνθρωπος, ανάλογα με την πνευματική του κατάσταση, αισθάνεται διαφορετικά την αγάπη του Θεού.
Το φως έχει δύο ιδιότητες, ήτοι την φωτιστική και την καυστική. Εάν κάποιος άνθρωπος έχη καλή όραση ευεργετείται από την φωτιστική ιδιότητα του ηλίου, του φωτός, και χαίρεται όλη την δημιουργία. Αν όμως κάποιος άλλος στερήται οφθαλμού, δεν έχει όραση, τότε αισθάνεται την καυστική ιδιότητα του φωτός. Αυτό θα γίνη και στην μέλλουσα ζωή, καθώς επίσης και στην ζωή της ψυχής μετά την έξοδό της από το σώμα. Ο Θεός θα αγαπά και τους κολασμένους, αλλά αυτοί θα αδυνατούν να αισθανθούν αυτήν την αγάπη ως φώς. Θα την αισθάνωνται ως πύρ, επειδή δεν θα έχουν πνευματικό οφθαλμό και πνευματική όραση.
Γίνεται κάτι ανάλογο με την θεία Κοινωνία. Όλοι μπορούν να κοινωνήσουν, αλλά για τους προετοιμασμένους και καταλλήλους γίνεται φως και ζωή, για τους αναξίως προσερχομένους γίνεται κρίμα και κατάκριμα.
Αυτό η Εκκλησία το παρουσιάζει στην εικονογράφηση της Δευτέρας Παρουσίας. Βλέπουμε εκεί ότι από τον θρόνο του Θεού εξέρχεται το φώς, μέσα στο οποίο βρίσκονται οι άγιοι, και από τον ίδιο θρόνο πηγάζει ο πύρινος ποταμός, μέσα στον οποίο βρίσκονται οι αμετανόητοι αμαρτωλοί.
Γι’ αυτό στην Ορθόδοξη Εκκλησία δίνουμε μεγάλη σημασία στην θεραπεία του ανθρώπου. Η Εκκλησία είναι ένα πνευματικό Νοσοκομείο, θεραπευτήριο, που θεραπεύει τον πνευματικό οφθαλμό, που είναι ο νούς. Αυτός νοσεί και αυτός πρέπει να θεραπευθή. Αυτό είναι όλο το έργο της Εκκλησίας.
(Από το βιβλίο του σεβ. μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου, Η ζωή μετά τον θάνατο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου