Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ
Ἱεροκήρυκος Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσ. και Λαυρ.
Στὸ σκηνικὸ τῆς ταφῆς τοῦ Χριστοῦ, ἕνα πρόσωπο ποὺ παίζει σπουδαῖο ρόλο εἶναι ὁ συνετὸς καὶ εὐσεβὴς Ἰωσὴφ, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀριμαθαία.
Ἐτοῦτος λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ἦταν βουλευτὴς μὲ ὑπόληψη, τόλμησε νὰ παρουσιαστεῖ μπροστὰ στὸν Πιλᾶτο καὶ νὰ ζητήσει καὶ νὰ πάρει τὸ σῶμα τοῦ νεκροῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ τὸ ἐνταφιάσει μὲ τιμή.
Καὶ μόλις πῆρε τὴν ἄδεια, ἀγόρασε σινδόνι – σάβανο· τύλιξε μὲ σεβασμὸ καὶ συγκίνηση τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ ἐνταφίασε «σ᾿ ἕνα μνημεῖο, ποὺ ἦταν σκαμμένο μέσα σὲ βράχο κι ἔσυρε μιὰ μεγάλη πέτρα μπροστὰ στὴ θύρα τοῦ μνημείου».
Ἡ πράξη του αὐτὴ χαρακτηρίζεται ἀφ᾿ ἑνὸς ὡς ἔκφραση ἀγάπης καὶ σεβασμοῦ πρὸς τὸ Διδάσκαλο καὶ ἀφετέρου ὡς γενναία καὶ τολμηρή. Τὴ στιγμὴ ποὺ ὅλοι εἶχαν φύγει, ἀφήνοντας μόνο του τὸν Χριστὸ στὸ σταυρό, κι εἶχαν κουρνιάξει φοβισμένοι, ἐκεῖνος φάνηκε ὡς ὁ μόνος γενναῖος. Ἀψηφῶντας τοὺς οἱουσδήποτε κινδύνους καὶ τὶς ἐπακολουθοῦσες ἴσως συνέπειες, προχωρεῖ μὲ τόλμη.
Ὁ Ἰωσὴφ μὲ τὴν πράξη του αὐτὴ μᾶς λέγει πὼς, ὅταν πρόκειται νὰ πράξουμε τὸ χρέος μας, τότε δὲν θὰ πρέπει νὰ ὑπολογίζουμε «τί μπορεῖ νὰ πεῖ καὶ τί μπορεῖ νὰ κάνει ὁ κόσμος».
Γιατί ὁ κόσμος παραπλανᾶ καὶ παρασύρει, ὅταν δὲ μετατρέπεται σὲ ὄχλο, τότε παύει νὰ λειτουργεῖ μὲ τὴ λογική. Μονάχα τὸ ἔνστικτο τὸν καθοδηγεῖ, γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ διάφοροι δημαγωγοὶ κυρίως σ᾿ αὐτὸ ἀπευθύνονται καὶ αὐτὸ τροφοδοτοῦν μὲ τὰ λόγια καὶ τὶς πράξεις τους.
«Καὶ ὅταν οἱ δημαγωγοὶ κατεβάζουν τὸ λαὸ καὶ τὸν κάνουν ὄχλο, τότε τί καταλαβαίνουν οἱ ἄνθρωποι;». Καταλαβαίνουν ἴσως ὅσα κατάλαβαν, ὅταν ζητοῦσαν ἀπὸ τὸν Πιλᾶτο νὰ ἐλευθερώσει τὸν κατάδικο Βαραβᾶ καὶ νὰ παραδώσει τὸν Χριστὸ στὸ θάνατο διὰ τοῦ Σταυροῦ.
Μέσα σὲ σὲ ἕνα τέτοιο χῶρο, ὅπου διαμορφώνεται ἕνα τέτοιο κλῖμα καὶ κυριαρχεῖ τὸ ἔνστικτο τοῦ μίσους καὶ τοῦ φανατισμοῦ, ποιὸς μπορεῖ νὰ διακρίνει τὸ δίκαιο ἀπὸ τὸ ἄδικο; Ὅταν καλύπτει τὰ πάντα τὸ ψεῦδος καὶ τὸ μένος, τὴν ἀλήθεια συμβαίνει κάμποσες φορές «γιὰ δυστυχία τῶν ἀνθρώπων νὰ μένει ἕνας μόνος του μάρτυρας» γιὰ νὰ τὴν ὑπερασπιστεῖ.
Μόνος μεταξὺ τοῦ μαινόμενου ὄχλου ἔμεινε ὁ Χριστός. Αὐτὸς ποὺ εἶναι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή. Μόνος καὶ στὴν ταφή Του· νεκρὸ καὶ ἐγκατελειμμένο Τὸν συνοδεύουν δύο ἄνδρες καὶ τρεῖς γυναῖκες. Ἐτοῦτοι τοῦ ἔμειναν καὶ εἶναι τώρα ἐκεῖ «γιὰ νὰ προσφέρουν τὶς ἐντάφιες τιμὲς στὸν Διδάσκαλο τους καὶ νὰ σώσουν ἔτσι τὴν τιμὴ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους».
Αὐτοὶ ἔμειναν ἀνέπαφοι ἀπὸ τὸ μένος καὶ τὸ μῖσος καὶ δὲν ἐπηρεάστηκαν «ἀπὸ τὴν τυραννία τοῦ ὄχλου». Δὲν φοβήθηκαν τὴν ὀργὴ ἐτούτων τῶν ὡρῶν, μήτε κόμπιασαν μπροστὰ στὴν κατακραυγὴ τοῦ λαοῦ καὶ οὔτε δείλιασαν μπροστὰ στὴν ἀγριότητα τῶν φρουρῶν.
Ὁ Ἰωσὴφ ἀποδείχθηκε ὄχι μόνο συνετὸς καὶ εὐσεβής, κρυφὸς ἄλλωστε μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, μὰ καὶ θαρραλέος καὶ γενναῖος. Τιμάει τὸν Διδάσκαλο, ἀγαπάει καὶ πιστεύει στὸν Χριστὸ καὶ εἶναι ἀπὸ τοὺς πρώτους ποὺ πληροφορεῖται γιὰ τὴν Ἀνάστασή Του. Ἂν καὶ ἐτοῦτο δὲν καταγράφεται, εἶναι ὅμως πλέον ἢ βέβαιο πὼς ἐτοῦτος ὁ θαρραλέος καὶ γενναῖος ἄνθρωπος γίνεται κήρυκας διαπρύσιος τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, μέσα στὴν ζωή, ἔτσι ὅπως καθημερινὰ τὴ διαβαίνουμε, λίγοι ἄνθρωποι τολμοῦν νὰ μένουν ἀληθινοὶ καὶ ν᾿ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἀλήθεια μὲ οἱοδήποτε κόστος, μὲ ἀντίξοες συνθῆκες, μὲ πάμπολλα ἐμπόδια. Αὐτοὶ πράγματι εἶναι θαρραλέοι καὶ γενναῖοι.
«Μπορεῖ νὰ τοὺς ἀνατρέψει καὶ νὰ τοὺς πατήσει ὁ ὄχλος, μὰ αὐτοὶ δὲν τοῦ κάνουν τόπο νὰ περάσει». Καὶ ἐνῶ ὁ ὄχλος μπορεῖ ἀκόμη καὶ νὰ τοὺς καταριέται, νὰ τοὺς λοιδωρεῖ, νὰ ἀπαξιώνει τὴν ὕπαρξή τους καὶ νὰ χλευάζει τὶς ἀλήθειες, ἐτοῦτοι ὅμως τοὺς εὐλογοῦν καὶ προσεύχονται γι᾿ αὐτούς.
Ὅπως ἔκαναν οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Μάρτυρες, οἱ Ἅγιοι στὸν κόσμο κηρύττοντας τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅσο οἱ ἄνθρωποι ξεπερνοῦν τὸ μήνυμα καὶ φεύγουν μακριά του, τόσο ἡ Ἀνάσταση ἑδραιώνεται καὶ γιγαντώνει. Τόσο τὸ φῶς τοῦ τάφου Χριστοῦ γεμίζει τὶς ἀνθρώπινες ὑπάρξεις, χαρίζοντας τὴ ζωή, γιὰ νὰ τὴν μετατρέψει σὲ Λαμπρή.
Από τη σελίδα Ι.Μ Μεσογαίας και Λαυρεωτικής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου