Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
Η οικονομική κρίση πού απασχολεί έντονα τήν πατρίδα μας είναι ένα μέρος τής κρίσεως, αφού η κρίση είναι πνευματική, πολιτισμική, κοινωνική, καί αυτό σχετίζεται μέ τήν σύνολη παγκόσμια κρίση. Άλλωστε, όλα τά γεγονότα δέν μπορούμε νά τά βλέπουμε μεμονωμένα καί αποσπασματικά, αλλά σέ μιά παγκόσμια προοπτική.
Τόν τελευταίο καιρό διάβασα δύο αναλύσεις γιά τήν οικονομική κρίση πού μπορεί νά προσδιορισθή ως πολιτισμική, αφού δέν αναφέρεται απλώς σέ υλικά αγαθά, αλλά στήν κρίση τού πολιτισμού. Πρόκειται γιά μιά κρίση πού προέρχεται από έναν τρόπο ζωής τού δυτικού ανθρώπου, πού γίνεται κατόπιν μιά συνειδητή επιλογή.
1. «Πολιτισμική κρίση»
Τό πρώτο κείμενο είναι μιά εισήγηση πού έγινε από τόν δρ. Σπύρο Σηφάκη στήν σύναξη τών Κληρικών τής Ιεράς Αρχιεπισκοπής Θυατείρων καί Μ. Βρεταννίας, στό Manchester τής Αγγλίας τόν προηγούμενο Απρίλιο μέ θέμα: Σύγχρονα αδιέξοδα: Πολιτισμικές απόψεις τής Κρίσης, τό οποίο δημοσιεύθηκε στό Περιοδικό «Ορθόδοξος Κήρυξ» τής Αρχιεπισκοπής. Τό κεντρικό σημείο τής εισήγησης είναι ότι «οι βασικές πολιτισμικές απόψεις τής κρίσης» είναι η ανασφάλεια καί ο καταναλωτισμός.
Στήν αρχή επισημαίνονται δύο βασικά σφάλματα τών αναλυτών πού προσεγγίζουν τήν κρίση• τό πρώτον ότι η ανάλυσή της «διατυπώνεται μόνο μέ οικονομικούς όρους» -θά προσέθετα καί πολιτικούς όρους- καί τό δεύτερο ότι υπονοείται ότι η οικονομική κρίση παρουσιάσθηκε ξαφνικά, ενώ από καιρό έχουν επισημανθή τά προβλήματα καί οι ανεπάρκειες «τού σύγχρονου μοντέλου τής ανοιχτής αγοράς καί τής ελαστικής συσσώρευσης».
Εντοπίζεται τό γεγονός ότι η οικονομική κρίση συνδέεται μέ τήν «νεοφιλελεύθερη πρόοδο» πού δημιουργεί μιά ιδιαίτερη νοοτροπία καί έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής καί «μεταφράζεται σέ ανθρώπινες καί κοινωνικές συνθήκες». Αναλύοντας περαιτέρω τό θέμα του ο ομιλητής επικεντρώνεται σέ δύο σημεία, ήτοι τήν παραγωγή καί τόν καταναλωτισμό.
Ως πρός τήν παραγωγή, παρατηρεί ότι μιά τέτοια αντίληψη φαίνεται στό ότι μεγιστοποιείται ο ρόλος τού ιδιωτικού τομέα καί ελαχιστοποιείται ο ρόλος τού κράτους, καθώς επίσης στό ότι ο αυξανόμενος ρυθμός παραγωγής πού βασίζεται «στήν τεχνολογική καινοτομία», δημιουργεί «ελαστικά εργασιακά υποκείμενα», μέ άλλες προϋποθέσεις από εκείνες πού γνωρίζαμε έως τώρα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα νά δημιουργούνται «συμβόλαια μικρής διάρκειας, μερική απασχόληση καί υποαπασχόληση, συμβόλαια πού αμείβουν μέ τήν ώρα ή ανάλογα μέ τίς ανάγκες τού εργοδότη, καί νέες μορφές self-employment έχουν αντικαταστήσει τήν αντίληψη μιάς συγκεκριμένης σχέσης τών εργαζομένων μέ τήν δουλειά τους, σέ πολλές περιπτώσεις, καταργώντας κάθε έννοια εργασιακής ασφάλειας τού εργασιακού ήθους». Αυτή η νοοτροπία δημιουργεί ανασφάλεια καί κατάθλιψη στούς εργαζομένους, καθώς επίσης δίνει τό δικαίωμα στήν πολιτική καί ιδεολογική βούληση γιά «τήν άσκηση κοινωνικού καί οικονομικού ελέγχου στούς ανθρώπους».
Ως πρός τήν κατανάλωση, η ιδιαίτερη αυτή νοοτροπία ωθεί, μέ τήν βοήθεια τής διαφήμισης, στήν ανάπτυξη τής ανάγκης αγοράς καταναλωτικών αγαθών καί τήν δημιουργία ενός ιδιαίτερου τρόπου ζωής. Πρόκειται γιά έναν καπιταλιστικό τρόπο σκέψεως καί ζωής, γιά ιδιαίτερες κοινωνικές δομές «πού διαιωνίζουν τίς ταξικές, εισοδηματικές καί φυλετικές ανισότητες από γενιά σέ γενιά, καί τό πλεονέκτημα είναι συχνά συνδεδεμένο μέ τήν κοινωνική τάξη καί όχι μέ τίς ατομικές επιτυχίες καί αποτυχίες».
2. «Η θρησκεία τής φιλαργυρίας»
Τό δεύτερο κείμενο είναι ένα βιβλίο πού είναι γραμμένο από τόν Kyriakos Dounctas μέ τίτλο Beyond Wealth (πέραν τού πλούτου) στό οποίο ελέγχεται καί κρίνεται, επί τή βάσει τής ορθοδόξου εκκλησιαστικής παραδόσεως, ο καπιταλισμός καί ο τρόπος ζωής πού εισάγεται από αυτόν, καί ο οποίος έχει επηρεάσει πολλούς ανθρώπους στήν εποχή μας.
Στό βιβλίο αυτό παρουσιάζεται μέ επιχειρήματα η άποψη ότι ο καπιταλιστικός τρόπος ζωής πού είναι η λεγόμενη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, έχει θεολογική αφετηρία, είναι απόρροια τού σχολαστικισμού τού δυτικού κόσμου, πού εκφράζεται από τόν Παπισμό καί τόν Προτεσταντισμό. Στήν Δύση ο Θεός παρουσιάζεται ως τραπεζίτης καί κριτής, είναι ένας φεουδάρχης, καί ο καπιταλισμός είναι μιά «θρησκεία τής φιλαργυρίας». Έτσι, ο σχολαστικισμός «βλέπει τόν πλούτο ως μέσο γιά νά διατηρήται η τάξη τού Θεού στήν γή», ενώ ο ουμανισμός «τόν βλέπει ως μέσον γιά νά οικοδομηθή γήινος παράδεισος». Η «θρησκεία τής φιλαργυρίας» έχει τούς αποστόλους καί ευαγγελιστές της πού είναι «οι διευθυντές τραπεζών καί εταιρειών, οι κερδοσκόποι καί οι μεγαλέμποροι», οι οποίοι «συγκροτούν τήν ιεραρχική της σύνοδο», αλλά έχει καί τό δικό της ευαγγέλιο πού είναι τό βιβλίο τού Ανδρέα Καρνέγκι (Andrew Carnegie) (1835-1919) μέ τίτλο Ο πλούτος καί τό οποίο αργότερα ονομάσθηκε Τό Ευαγγέλιο τού πλούτου.
Βασικές αρχές τής «θρησκείας τής φιλαργυρίας» είναι «η προτεραιότητα τού χρηματικού κέρδους», «τό δικαίωμα τής ατομικής ιδιοκτησίας», «η προτεραιότητα τού ατομικού συμφέροντος», «η εκμετάλλευση τού εργάτη». Μέσα σέ αυτήν τήν προοπτική «ο κάθε πολίτης είναι εξ ορισμού χρεωμένος», «οι τράπεζες γίνονται εκ τών πραγμάτων ιδιοκτήτες χώρων καί φυσικών πόρων, καί συνεχίζουν νά εισπράττουν τοκοφόρες κρατικές οφειλές οι οποίες ποτέ δέν θά εξοφληθούν». Συνεπώς, τά πάντα ελέγχονται καί όλοι γίνονται εξαρτημένα όντα, ακόμη καί οι χώρες. Έτσι «ο θεός τής Δύσεως, περιορισμένος από τή φύση του, δέν δρά ελεύθερα• μάλλον υπάρχει γιά νά δρά καί νά αποταμιεύει τά αγαθά του. Είναι λοιπόν, ο υπερτέλειος καπιταλιστής πού ευλογεί τόν πλουτοκράτη πού αρπάζει, συσσωρεύει καί υποδουλώνει».
Στόν αντίποδα αυτής τής δυτικής νοοτροπίας κινείται η Ορθόδοξη Εκκλησία, πού διαπνέεται από τό ευαγγελικό καί πατερικό κήρυγμα, πού επαγγέλλεται τόν Θεό τής αγάπης καί τής δικαιοσύνης, τού οποίου όλοι είμαστε παιδιά καί έχουμε ίσα δικαιώματα έναντι τής πατρικής κληρονομιάς.
Από τά ανωτέρω φαίνεται ότι η κρίση πού περνάμε δέν είναι απλώς οικονομική, αλλά πολιτισμική, συνδέεται μέ έναν τρόπο ζωής καί έχουμε όλοι μας επηρεασθή από αυτήν τήν πολιτισμική νοοτροπία τού δυτικού ανθρώπου, ακόμη καί πολλοί από αυτούς πού κινούνται μέσα στόν «χώρο» τής Εκκλησίας. Οπότε καί η λύση δέν μπορεί νά είναι αποσπασματική, αλλά ολοκληρωμένη μέσα στό δικό μας πολιτισμικό μοντέλο στό οποίο συνδέεται στενά τό πρόσωπο μέ τήν κοινωνία. Πρέπει νά γίνη έντονη προσπάθεια γιά αλλαγή τρόπου ζωής σέ προσωπικό καί κοινωνικό επίπεδο.–
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου