ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Παρασκευή, Μαρτίου 11, 2011

"ΦΩΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΦΑΙΝΕΙ ΠΑΣΙ"


"ΦΩΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΦΑΙΝΕΙ ΠΑΣΙ" ΚΑΙ "ΚΑΤΕΥΘΥΝΘΗΤΩ"
ΣΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ ΔΩΡΩΝ

Τοῦ Παναγιώτη ᾿Ι. Σκαλτσῆ

(᾿Εφημέριος, Μάρτιος 2002)





᾿Από τά ὡραιότερα στοιχεῖα τῆς Προηγιασμένης, χαρακτηριστικά τῆς Λειτουργίας αὐτῆς ὡς ἑσπερινῆς σύναξης, εἶναι ὁ σταυροειδής φωτισμός - εὐλογία τοῦ λαοῦ μέ τή σχετική ἐκφώνηση "Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι" καί ἡ ψαλμωδία τοῦ "Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου, ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου..." μετά ἀπό τά ἀναγνώσματα.

Τό πρῶτο λέγεται ἀπό τόν ἱερέα μαζί μέ τό "Σοφία· ὀρθοί" μετά τό Παλαιοδιαθηκικό ἀνάγνωσμα ἀπό τή Γένεση, τό δεύτερο προκείμενο πού ἀκολουθεῖ καί τό "Κέλευσον", πού λέγει ὁ ἀναγνώστης. Τότε ὁ ἱερέας, κρατώντας λαμπάδα, "μανουάλιον μετά κηροῦ", καί θυμιατό στό δεξί χέρι, στέκεται μπροστά στήν ῾Αγία τράπεζα καί φωτίζει σταυροειδῶς, λέγοντας τό "Σοφία· ὀρθοί". Κατόπιν στρεφόμενος, σφραγίζει σταυροειδῶς τό λαό, λέγοντας τό "Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι".

Γιά τή λειτουργική καί θεολογική σημασία αὐτῆς τῆς εὐλογίας, ἔχουν ἐκφρασθεῖ διάφορες ἀπόψεις. Κατά μία ἐρμηνεία τό "φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι" ἀναφέρεται στά ἀναγνώσματα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τῶν ὁποίων οἱ συγγραφεῖς φωτίσθηκαν καί ἐμπνεύσθηκαν ἀπό τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. ῾Επομένως, πρέπει νά συσχετισθοῦν μέ τό ἀληθινό φῶς τῆς θεογνωσίας, πού πηγάζει ἀπό τό Χριστό καί νά ἑρμηνευθοῦν στήν προοπτική τοῦ εὐαγγελικοῦ φωτός.

῾Ο Σμέμαν μιλᾶ γιά τήν ἐκπλήρωση τῶν προφητειῶν στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, καί ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης δικαιολογεῖ τήν ἔνταξη τῆς ἐν λόγω φράσης μεταξύ τῶν δύο ἀναγνωσμάτων ὡς ἑξῆς· "῾Η μέν Γένεσις τά ἀπαρχῆς διηγεῖται, τήν δημιουργίαν τῶν ὄντων καί τήν ἔκπτωσιν τοῦ ᾿Αδάμ. ῾Η Παροιμία δέ αἰνιγματωδῶς τά περί τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἐκδιδάσκει καί τοῖς δι᾿ αὐτοῦ υἱοθετηθεῖσι παραινεῖ, ὥσπερ υἱοῖς, καί Σοφίαν αὐτόν τόν Υἱόν ὀνομάζει καί οἶκον οἰκοδομῆσαι ἑαυτῇ λέγει, τό πανάγιον αὐτοῦ σῶμα, ... καί φῶς ἐστι τά ἄνω καί τά κάτω φωτίζων".

Τὀ αἰσθητό, λοιπόν, φῶς πού εὐλογεῖται καί ἀνάπτεται τήν ὥρα αὐτή, γίνεται τύπος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Σοφίας τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ὁποία "αἰνιγματωδῶς" κάνουν λόγο οἱ Παροιμίες· "ὅτι δέ τύπον τοῦ ἀληθινοῦ φωτός ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ σημαίνει τοῦτο τό φῶς".

῾Ορισμένοι ἐπίσης συνδέουν τό "φῶς Χριστοῦ..." μέ τούς κατηχουμένους καί κυρίως τούς φωτιζομένους, οἱ ὁποῖοι ἀπό τά μέσα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, προετοιμάζονται γιά τό βάπτισμα, πού γινόταν τό βράδυ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Τό φῶς Χριστοῦ "φαίνει πᾶσι", καί περισσότερο τούς φωτιζομένους, γιά τούς ὁποίους μάλιστα, σέ μιά εὐχή, ζητεῖται ὁ καταυγασμός τῆς διάνοιάς τους. "Τό φῶς τοῦ βαπτίσματος, ἐνσωματώνοντας τούς κατηχουμένους στό Χριστό, θά ἀνοίξει τό νοῦ τους στήν κατανόηση τῶν ρημάτων Του" (Σμέμαν).

῾Ο συσχετισμός ὅμως αὐτός, σημειώνει ὁ καθηγητής ᾿Ι. Φουντούλης, εἶναι ἐντελῶς ἐξωτερικός· "Στήν ἑσπερινή σύναξι δέν παρίσταντο μόνον οἱ κατηχούμενοι καί οἱ φωτιζόμενοι, ἀλλά καί οἱ πιστοί. Τό "φῶς Χριστοῦ" ἐξ ἄλλου λέγεται σ᾿ ὅλες τίς Προηγιασμένες καί πρό τῆς Τετάρτης τῆς μεσονηστίμου ἑβδομάδος ἡμέρες, κατά τίς ὁποῖες δέν παρίστατο ἡ τάξις τῶν φωτιζομένων, γιατί δέν εἶχς ἀκόμη συγκροτηθεῖ. ᾿Αλλά καί κατά τό ι΄ αἰώνα, ὁπότε γιά πρώτη φορά ἀπαντᾶ τό "φῶς Χριστοῦ" στήν Προηγιασμένη, οἱ διακρίσεις τῶν τάξεων τῶν κατηχουμένων εἶχαν πιά ἀτονήσει".

Οἱ ρίζες ἑπομένως τῆς λειτουργικῆς αὐτῆς πράξης, θά πρέπει νά ἀναζητηθοῦν ἀλλοῦ· καί ὁπωσδήποτε στό ἀρχαϊκότατο ἔθος τῆς ὑποδοχῆς τοῦ ἑσπερινοῦ φωτός, τοῦ ἀνάμματος τῶν λύχνων στήν ἑσπερινή σύναξη τῆς ᾿Εκκλησίας, πού συνοδευόταν μέ ὕμνους, εὐλογίες καί ἐπευφημίες. Γιά τή συνήθεια αὐτή, μιλοῦν σαφέστατα, ὁ Τερτυλλιανός, ὁ ῾Ιππόλυτος Ρώμης κ.ἄ.. Χαρακτηριστική βέβαια, εἶναι ἡ μαρτυρία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, σύμφωνα μέ τήν ὁποία, οἱ Πατέρες μας ὑποδέχονταν "τήν χάριν τοῦ ἑσπερινοῦ φωτός", ὄχι σιωπηρῶς, ἀλλά μέ εὐχαριστία καί μέ σχετικό ὕμνο, τήν "ἀρχαίαν φωνήν", τό γνωστό τροπάριο τοῦ ῾Εσπερινοῦ "Φῶς ἱλαρόν", πού τό ἔλεγε ὁ λαός.

᾿Ανάλογη ἐπευφημία κατά τήν ὑποδοχή καί εὐλογία τοῦ ἑσπερινοῦ φωτός εἶναι καί τό "Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι" , πού διασώθηκε στήν Προηγιασμένη, ὡς κατάλοιπο τῆς ἀρχαίας ἑσπερινῆς λατρευτικῆς πράξης. Εἶναι ἕνα εἶδος ἀναδίπλωσης "τῆς ἐπιλυχνίου εὐχαριστίας", ἤτοι τοῦ "φῶς ἱλαρόν...".

Κατά παλαιά συνήθεια, τό "Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι" - πού ὡς φράση ὁλόκληρη ἤ συντετμημένη στά ἀρχικά (ΦΧΦΠ) τή βρίσκουμε, κατά τόν δ΄ - ε΄ αἰ., χαραγμένη σέ λυχνίες - τό ἔλεγε ὁ διάκονος, ὁ ὁποῖος μετέφερε καί τήν ἀναμμένη λυχνία, στήν ἑσπερινή σύναξη. ῏Ηταν, κατά κάποιο τρόπο, τό σύνθημα, γιά τήν ἁφή τῶν φώτων, τά ὁποῖα μέχρι τήν ἀνάγνωση τῆς Παροιμίας, παρέμεναν σβηστά.

᾿Από τό "φῶς Χριστοῦ..." ἄρχιζε οὐσιαστικά καί τό ἔργο τοῦ νεωκόρου. Αὐτό φαίνεται καί ἀπό ὁρισμένες μαρτυρίες, σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες, τό "Κέλευσον", δέν τό ἔλεγε ὁ ἀναγνώστης, ἀλλά ὁ "κανδηλανάπτης", ζητώντας τρόπον τινά τήν ἄδεια γιά τήν ἐπιτέλεση τοῦ διακονήματός του.

Τόν ἀρχαῖο τρόπο ἁφῆς, εὐλογίας καί μεταφορᾶς ἀπό τόν διάκονο τοῦ ἐσπερινοῦ φωτός στή Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων, μᾶς τόν διασώζουν, τόσο τά λειτουργικά χειρόγραφα, ὅσο καί Συμεών Θεσσαλονίκης. Κατ᾿ αὐτόν ἡ σταυροειδής σφράγιση καί εὐλογία τοῦ λαοῦ, δέ γινόταν ἀπό τό ἱερό βῆμα, ἀλλά ἀπό τό μέσον τοῦ Ναοῦ. ᾿Εκεῖ κατέληγε ὁ διάκονος εἰσοδεύων ἐν πομπῇ, μετά τήν εὐλογία τοῦ φωτός, πού εἶχε λάβει ἀπό τόν ἱερέα, "κρατῶν τήν λαμπάδα καί τό θυμιατήριον, προπορευομένων τῶν ἀναγνωστῶν... Καί πληρωθείσης τῆς Γενέσεως, φαίνεται εὐθύς μετά τῶν φώτων, τάς βασιλικάς πύλας εἰσιών, ἀνισταμένων ἁπάντων. ῞Ος καί εἰς τό μέσον στάς τοῦ Ναοῦ, ποιεῖται σταυροῦ τύπον τῷ θυμιατηρίῳ ἐκφώνως λέγων· "Σοφία· ὀρθοί. Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι". Καί εἰς τό ἅγιον βῆμα εἰσέρχεται".

῾Η εἰσόδευση τοῦ διακόνου στό μέσον τοῦ Ναοῦ, κατά τή μαρτυρία τοῦ Τυπικοῦ τῆς ῾Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως τοῦ θ΄ - ι΄ αἰ., δέ γινόταν μεταξύ τῶν δύο ἀναγνωσμάτων, ἀλλά ἀμέσως μετά ἀπό αὐτά. "Καί εἰς τό τέλος τῶν δύο ἀναγνωσμάτων λαμβάνει ὁ διάκονος τό μανουάλιον καί εἰσοδεύει λέγων τό "φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι". Καί εὐθέως λέγει ὁ διάκονος "Σοφία" καί ὁ πρεσβύτερος "Εἰρήνη πᾶσι" καί ὁ ψάλτης τό "Κατευθυνθήτω " ".

Αὐτή ἦταν καί ἡ ἀρχική θέση τοῦ "φῶς Χριστοῦ...", πού σημαίνει, ὅτι δέν ἔχει σχέση μέ τά ἀναγνώσματα, ἀλλά μέ τό "Κατευθυνθήτω". ῾Η μετάθεσίς του μεταξύ τῶν ἀναγνωσμάτων ἔγινε ἀργότερα, προφανῶς γιά νά δοθῆ χρόνος γιά τό ἄναμμα τῶν φώτων τοῦ Ναοῦ, ὥστε κατά τό "Κατευθυνθήτω" νά εἶναι ὁ Ναός φωταγωγημένος (Φουντούλης).

᾿Από τό σημεῖο μάλιστα αὐτό, ἀλλάζει καί τό κλῖμα τῆς ὅλης ἀκολουθίας καί εἰσερχόμαστε στό κύριο μέρος τῆς λειτουργίας τῶν Προηγιασμένων, πού εἶναι ἡ θεία κοινωνία. Τό ἀξιοπαρατήρητο δέ, πού ἐδῶ μᾶς ἐνδιαφέρει, εἶναι ἡ ἐπανάληψη τοῦ "Κατευθυνθήτω" , δευτέρου στίχου τοῦ 140οῦ ψαλμοῦ, καί ἡ κατανυκτική ψαλμωδία του ἕξι φορές ἀπό τόν ἱερέα καί τούς χορούς, ἐνῶ ὁ ἱερέας θυμιᾶ τήν ῾Αγία Τράπεζα.

῾Ο τρόπος ψαλμωδίας του, ὡς ἐφύμνιο, μετά ἀπό τούς 1, 3 καί 4 στίχους τοῦ ψαλμοῦ καί ἡ τελική του ἐπανάληψη μελωδικότερα μέ τό "Δόξα... καί νῦν..." ὡς "περισσή", μοιάζει μέ τήν ψαλμωδία τῶν ἀντιφώνων τοῦ ἀσματικοῦ τυπικοῦ. ῎Ετσι φαίνεται καί σύνδεσή του μέ τόν ἀσματικό ἑσπερινό, μέ τόν ὁποῖο ἀρχικά ἦταν συνδεδεμένη ἡ Προηγιασμένη στίς ἐνορίες.

῾Η ὅλη του ἐπίσης δομή μοιάζει μέ αὐτή τῶν προκειμένων, ὅπου ἕνας στίχος προτάσσεται τοῦ ψαλμοῦ ( "πρό-κειται" ) προψαλλόμενος, ἐνῶ ἐπαναλαμβάνεται κατόπιν κατά τήν στιχολογία τοῦ ψαλμοῦ ὁλοκλήρου ἤ ὁρισμένων στίχων αὐτοῦ.

Μποροῦμε, λοιπόν, νά ποῦμε, ὅτι τό "Κατευθυνθήτω" ἀντιστοιχεῖ πρός τό προκείμενο πρό τοῦ ᾿Αποστόλου ἤ τό ᾿Αλληλουάριο πρ? τοῦ Εὐαγγελίου καί δέν εἶναι δυνατόν νά θεωρηθεῖ ὡς Κοινωνικό, πού ψαλλόταν σέ μιά ἐποχή, πού ἡ λειτουργία τῶν Προηγιασμένων ἦταν στό πρῶτο στάδιο τῆς ἀνάπτυξής της (ὅπως ὑποστηρίζει ὁ Σμέμαν). ῎Αλλωστε αὐτό δείχνει καί τό γεγονός, ὅτι στά χειρόγραφα τοῦ "Κατευθυνθήτω" προηγεῖτο τό "Σοφία" ἤ τό "Πρόσχωμεν" ἤ τό "Σοφία· ὀρθοί. Πρόσχωμεν. Εἰρήνη πᾶσι", ὅπως συμβαίνει ἀκριβῶς καί στά προκείμενα. Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ἔχουμε στίς Προηγιασμένες τῆς Μ. ῾Εβδομάδος, καθώς ἐπίσης ᾿Απόστολο καί Εὐαγγέλιο στίς μνῆμες τῶν ἑορταζομένων ἁγίων.

᾿Από τήν ἐξέταση τῆς ἱστορικῆς ἐξέλιξης καί τῆς λειτουργικῆς σχέσης τῆς ἀρχαίας ἐπευφημίας "φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι" καί τοῦ ψαλμικοῦ στίχου "Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου" μέ τήν Προηγιασμένη, εἴδαμε, ὅτι εἶναι διπλά καί συμπορεύονται στήν ἀκολουθία αὐτή. ῎Εχουμε μία εὐλογία τοῦ ἑσπερινοῦ φωτός στό "φῶς ἱλαρόν..." καί μία στό "φῶς Χριστοῦ...". Μία προσφορά θυμιάματος στούς ψαλμούς τοῦ λυχνικοῦ (140 κ.λ.π.) καί μία στ? "Κατευθυνθήτω", πού ὅπως ἀναφέραμε ψάλλεται ἀσματικά, ὡς προκείμενο τῶν ἀναγνωσμάτων.

Τό φαινόμενο αὐτό, ἐκφράζει ἀσφαλῶς μιά πανάρχαιη παράδοση. Τά δύο αὐτά στοιχεῖα εἶναι πολύ πιθανό νά προέρχονται ἀπό μία παμπάλαιη λειτουργική παράδοση καί ὑπῆρχαν μαζί σ᾿ ἕνα τύπο παλαιοῦ λυχνικοῦ, πού δέν σώθηκε, παρά μόνο μερικῶς στήν Προηγιασμένη (V. Janeras, Φουντούλης).

Μέσα στό κατανυκτικό, πάντως, κλῖμα τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, πού εἶναι ἐνταγμένη καί ἡ Προηγιασμένη, τό "φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι" ἀνυψώνει τό νοῦ μας ἀπό τό κτιστό φῶς τοῦ κόσμου στό ἱλαρό καί ἄκτιστο φῶς τοῦ Σωτήρα μας, καθόσον μάλιστα "τό φῶς τό ἀληθινόν ἡμῖν τοῖς ἐν σκότει καθημένοις διά σαρκός ἔλαμψεν ᾿Ιησοῦς Χριστός, καί τοῦ φωτός τῆς χάριτος αὐτοῦ τήν οἰκουμένην ἐπλήρωσε" (Συμεών).

Τό  "Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου" ἁπαλύνει καί μεταμορφώνει τίς καρδιές μας ὡς ἕνας ἀπό τούς ὡραιότερους ὕμνους μετανοίας, πού μᾶς εἰσάγει στό δεύτερο μέρος τῆς Προηγιασμένης (Σμέμαν), "ὥς τι φάρμακον σωτήριον καί ἁμαρτημάτων καθάρσιον" (᾿Ιω. Χρυσόστομος) κατά τήν περίοδον τῆς πορείας καί προετοιμασίας μας γιά τό ῞Αγιον Πάσχα καί τήν ᾿Ανάσταση.

Δεν υπάρχουν σχόλια: