...Tις πήρε κάποιος ψευδοϊερέας που ονομαζόταν Ισχύρας. Είπα ψευδοϊερέας γιατί στην πραγματικότητα δεν χειροτονήθηκε από κανένα επίσκοπο. Αυτοχειροτονήθηκε. Παρουσιάσθηκε σαν ιερέας. Πήγε λοιπόν ο Ισχύρας στη Νικομήδεια. Ο Αθανάσιος όμως έστειλε ένα δικό του ιερέα, τον Μακάριο, να πάει εκεί και να διαπίστωση αν χειροτονήθηκε πραγματικά ο Ισχύρας. Ο Μακάριος διεπίστωσε ότι, καθόλου δεν ήταν χειροτονημένος ο Ισχύρας. Αυτός λοιπόν ο ψευδοϊερέας διέδωσε την συκοφαντία, κοντά στα άλλα, ότι ο Μακάριος, ο φίλος του Αθανασίου του άρπαξε την Θ. Κοινωνία, από το χέρι, την έρριψε κάτω στο πάτωμα και την ποδοπάτησε. Αυτές οι συκοφαντίες φθάσανε και στον Ευσέβειο. Και ο Ευσέβειος τις μετέφερε στον Αυτοκράτορα. Και ζήτησε μάλιστα την απομάκρυνση του Πατριάρχη από τον θρόνο του. Ο Αυτοκράτορας, μία μέρα τυχαία, συνάντησε τον Πατριάρχη που και αυτός είχε έλθει εδώ για να πάρει μέρος σε μια σύνοδο και να ακούσει και τις συκοφαντίες πού εξετοξεύοντο εναντίον του. Ο Πατριάρχης είπε στον Αυτοκράτορα, ότι όλες οι κατηγορίες είναι ψεύτικες και του εξήγησε και ποιος ήταν ο Ισχύρας. Ο Αυτοκράτορας κατάλαβε και έστειλε πίσω τον Αθανάσιο στην Αλεξάνδρεια με συνοδευτική επιστολή του. Στη σύνοδο πού έγινε ο Μακάριος μεταφέρθηκε σιδηροδέσμιος. Μα όμως ξεσκέπασε τον ψευδοϊερέα. Κανένας δεν απάντησε στο ερώτημα του Μακαρίου, ποιος χειροτόνησε τον Ισχύρα. Ο Μακάριος αθωώθηκε και ελευθερώθηκε. Ο σατανάς όμως μπορεί να ησυχάσει; Όχι. Και οι οπαδοί του το ίδιο. Νέα συκοφαντία χαλκεύεται κατά του Αθανασίου. Λέγουν τώρα οι συκοφαντίες και διαδίδουν, ότι ο Άγιος έκοψε το χέρι κάποιου Αρσενίου και με αυτό έκαμνε μάγια. Ο Αρσένιος ήταν ένας αναγνώστης, πού θέλησε να ανέβει στα εκκλησιαστικά αξιώματα. Προηγούμενα όμως διέπραξε μια αισχρότητα και εξαφανίστηκε. Ήταν φυγόδικος. Οι του Αρείου νομίζοντες ότι δεν θα ξαναεμφανισθεί ο Αρσένιος εκμεταλλεύτηκαν την περίπτωση. Λοιπόν, κατηγόρησαν τον πατριάρχη Αθανάσιο και ζητούσαν και την καταδίκη του. Στο τέλος έφτιαξαν και μια θήκη και έβαλαν μέσα ένα χέρι και το παρουσίαζαν για να αποδείξουν την κατηγορία τους. Έγινε πάλι σύγχυση. Η συκοφαντία έφθασε και στον Αυτοκράτορα. Και ο Αυτοκράτορας ανάθεσε στον αδελφό του Κήνσορα Δαλμάτιο να εξιχνιάσει την υπόθεση. Εν τω μεταξύ συγκαλείται Σύνοδος στην Τύρο για να καταδικάσει τον Άγιο. Ο Αθανάσιος έρχεται στην Τύρο. Και να εδώ τώρα είναι και ο Αρσένιος. Και ο Θεός βοηθός. Τα έμαθε ο Αρσένιος και δεν ήθελε να καταδικαστεί ένας αθώος. Για τούτο πηγαίνει στον Άγιο, το βράδυ, και του λέγει: «Το ξέρω πώς είμαι αμαρτωλός. Μα δεν θέλω να καταδικαστείς εσύ ο αθώος». Και ο Άγιος του είπε: «Μη φανερωθείς σε κανέναν. Μη μιλήσεις τίποτε. Να έλθεις αύριο, έξω από τη Σύνοδο, και όταν θα σου φωνάξω να μπεις μέσα».Έτσι και έγινε. Την άλλη μέρα άρχισαν οι κατήγοροι να μιλούν ατή Σύνοδο και να δείχνουν κιόλας το κομμένο χέρι του Αρσενίου. Ύστερα πήρε το λόγο ο Αθανάσιος. Τους ρώτησε: «Είστε βέβαιοι ότι έκοψα το χέρι του Αρσενίου;» «Βεβαιότατοι» απαντούν εκείνοι. «Γνωρίζετε τον ίδιον;» τους ρωτά. «Ναι -του λένε με μία φωνή- τον γνωρίζουμε καλά». «Και το χέρι στη θήκη είναι σίγουρα του Αρσενίου;» «Ναι, βεβαιότατα» του απαντούν. Τότε ο Πατριάρχης κάλεσε μέσα τον Αρσένιο. Αυτός ήλθε. Και ρωτά ο Άγιος: «Αυτός είναι ο Αρσένιος;» «Ναι» του λέγουν. Και λέγει ο Πατριάρχης στον Αρσένιο: «Πόσα χέρια έχεις;» «Δύο» απαντά εκείνος. «Για δείξε μας τα» του λέγει ο Άγιος. Και αυτός τα δείχνει. Και ρωτάει ο αρχιερέας του Θεού: «Δύο χέρια έχει ο Αρσένιος, όχι τρία. Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο με δύο χέρια. Πως εσείς θέλετε τον Αρσένιο με τρία χέρια;» Και καταντροπιάστηκαν όλοι οι εχθροί του Αγίου. Οι αιρετικοί, οι απόστολοι του σατανά. Έτσι ρεζιλεύονται οι εναντίον του Θεού. Μα παρά την ήττα του και πάλι, δεν κάθεται ήσυχος ο Σατανάς. Εφευρίσκει νέες συκοφαντίες. Άνθρωποί του αιρετικοί κατηγορούν τώρα τον Άγιο ότι διέφθειρε μια γυναίκα. Βρήκαν και πλήρωσαν μια κολασμένη και την έφεραν στη Σύνοδο για να μαρτυρήσει κατά του Πατριάρχη. Κρατά και το μωρό στο χέρι. Μα υπάρχει Θεός. Ο Άγιος Αθανάσιος έρχεται στη Σύνοδο και με κάποιο γνωστό του ιερέα που ήταν και φίλος του. Λεγόταν Τιμόθεος ο ιερέας αυτός. Είχε παρουσιαστικό ιεράρχη. Λοιπόν μπήκε μέσα πρώτος ο Τιμόθεος και εκείνη τη στιγμή φωτισμένος απ' το Θεό ρώτησε τη γυναίκα: «Εγώ αμάρτησα μαζί σου;» Και αυτή απάντησε: «Ναι, εσύ είσαι που με κατέστρεψες». Και απευθυνόμενη προς τους άλλους φώναζε ακόμα πιο δυνατά. Τούτος, άγιοι αρχιερείς είναι ο βρωμερός Αθανάσιος, που διέπραξε μαζί μου την αμαρτία. Δεν είναι άξιος να είναι αρχιερέας. Ο Θεός και πάλι νίκησε. Προστάτεψε το δικό του, τον εκλεκτό του, το παιδί του, τον Αθανάσιο. Ο Θεός και πάλι ντρόπιασε τους αιρετικούς. Μα είναι δυνατόν όταν ένας πάρει τον κατήφορο να σταματήσει; Όχι. Έτσι και οι αιρετικοί. Θέλουν να παρασύρουν και άλλους στο βάραθρό τους. Νέα λοιπόν κατηγορία κατά του Αθανασίου. Ότι σχεδίαζε να εμποδίσει την αποστολή σιταριού από την Αλεξάνδρεια στην Κωνσταντινούπολη. Ο αυτοκράτορας πείσθηκε από τον ραδιούργο Ευσέβειο Νικομήδειας και εξώρισε τον Άγιο στην Γαλλία το 336. Μετά από τον θάνατο του Μ. Κωνσταντίνου, την 21η Μαΐου 337, επανήλθε ο άγιος στην έδρα του. Η επάνοδός του ήταν θριαμβευτική. Κλήρος και λαός τον υποδέχθηκαν με παραλληρήματα ενθουσιασμού και αγάπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου