ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Σάββατο, Μαρτίου 21, 2009

Ημέρα ποίησης


Παγκόσμια ημέρα ποίησης σήμερα.
Δύο αγαπημένα ποιήματα, ένα από Σκαρίμπα και ένα από Καββαδία.


ΒΑΠΟΡΙ


Νάναι ως νάχης φύγει — με τους ανέμους — καβάλλα
στο άτι της σιγής κι' όλα να πάης
και vάv' πολλά καράβια, πολλή θάλασσα — μεγάλα
σύγνεφα πάνω — οι άνθρωποι κι' ο Μάης.

Κι' εντός μου εμένα να βρυχιέται — όλο να τρέμει —
βαρύ ένα βαπόρι και κατόπι
πάλι εσύ κι' ο Μάης κι' οι ανέμοι
κι' έπειτα πάλιν οι ανθρώποι, οι ανθρώποι.

Και νάναι όλα απ' ό,τι φεύγει —και δε μένει—
σε μια πόλη ακατοίκητη, κι' εντός μου
ακυβέρνητο, όλο να σε πηγαίνει το καράβι
έξω απ' την τρικυμία τούτου κόσμου.

Cambay's water

Φουντάραμε καραμοσάλι στο ποτάμι.
Είχε ο πιλότος μας το κούτελο βαμμένο
"κι αν λείψεις χίλια χρόνια θα σε περιμένω"
ωστόσο οι κάβοι σου σκληρύναν την παλάμη.

Θολά νερά και μίλια τέσσερα το ρέμα,
οι κούληδες τρώνε σκυφτοί ρύζι με κάρι,
ο καπετάνιος μας κοιτάζει το φεγγάρι,
που 'ναι θολό και κατακόκκινο σαν αίμα.

Το ρυμουλκό σφύριξε τρεις και πάει για πέρα,
σαράντα μέρες όλο εμέτραγες τα μίλια,
μ' απόψε - λέω - φαρμάκι κόμπρα είχες στα χείλια,
την ώρα που 'πες με θυμό: "Θα 'βγω άλλη μέρα..."

Τη νύχτα σου 'πα στο καμπούνι μια ιστορία,
την ίδια που όλοι οι ναυτικοί λένε στη ράδα,
τα μάτια σου τα κυβερνούσε σοροκάδα
κι όλο μουρμούριζες βραχνά: "Φάλτσο η πορεία..."

Ξημέρωσε κ' ήρθε ο φακίρης με τα φίδια,
η Μαχαράνα του Μαζόρ δε φάνηκε όμως!...
Μ' αισχρές κουβέντες τον επείραζε ο λοστρόμος
και του πετούσε απά στα φίδια του σκουπίδια.

Σαλπάρουμε! Μας περιμένουν στο Μπραζίλι.
Το πρόσωπό σου θα το μούσκεψε το αγιάζι.
Ζεστόν αγέρα κατεβάζει το μπουγάζι
μα ούτε φουστάνι στη στεριά κι ούτε μαντήλι.

Και ένα κινέζικο ... bonus

Κυλάει ακόμα σιωπηλός ο ποταμός ο Κή
και στήνουν θρήνο τα πουλιά στα βαλτοτόπια χάμου.
Είχα πλεξούδα ολόμεστη κείνη τη μέρα στα μαλλιά
κι ήρθες κοντά μου.

Ήσουν αμούστακο παιδί, απ' άλληνε γενιά,
κι είχες πραμάτειες ζηλευτές σ'ένα σακί στον ώμο
και στρατοκόπος διάβαινες κοντά στο πλάγιασμα του Ηλιού
από του Τσίν το δρόμο.

Κι ως τα βατράχια κράζανε μες σ'ένα φως μενεξελί
κι ήταν τα μούσκλα δροσερά π'ανάλαφρα πατούσα,
ψιλή κουβέντα πιάσαμε, κι εγώ γελούσα χαρωπά,
όλο γελούσα.

Είπες κυρά σου θα γενώ, θα σμίξουμε παντοτινά,
κι είχα γι' αγάπης μαρτυριά τον όρκο στην τιμή σου.
Και τότες άλλαξα στρατί και διάβηκα τον ποταμό
κι ήρθα μαζί σου.

Αλήθεια, πότε αντίκρυσα για πρώτη μου φορά
αδιάφορα τα μάτια σου, θαρρώ το' χω ξεχάσει.
Μα τώρα πια τί ωφελεί ? Έχουν περάσει τρεις χρονιές
κι έχω γεράσει.

3 σχόλια:

Vater Panajiotis είπε...

Μακράν καλύτερα ο Καββαδίας και το...κινέζικο bonus. Αν και το αγαπημένο μου του Νίκου είναι το A bord de L' Aspasia, ποτέ δεν έπαυα να ...φουντάρω και εγώ με τούτο το κόσμημα του λόγου. Εύγε.

Ανώνυμος είπε...

Η ποίηση είναι ψυχή...είναι αίσθηση...είναι αγέρας...είναι πουλι...ήλιος...φεγγάρι...
αυτά γιορτάζουν κάθε μέρα....καλημέρα σας
μαργαρίτα

Ανώνυμος είπε...

"είπες κυρά σου θα γενώ";
λίγο Καβάφη θυμίζει....