ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Σάββατο, Ιανουαρίου 15, 2022

Kυριακή ΙΒ΄Λουκά: Περί Ευχαριστίας


Ο μιμητής του Ιώβ, ο θείος Χρυσόστομος, εσυνήθιζε πάντοτε να λέγη το αξιομνημόνευτον αυτό απόφθεγμα, σε κάθε περίσταση. «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Δεν θα παύσω να το επαναλαμβάνω πάντοτε, για όλα όσα μου συμβαίνουν». Το ίδιο εσυνήθιζε να λέγη και ο μέγας της Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ο Παλαμάς σε κάθε υπόθεση, μιμούμενος τον θείον Χρυσόστομον, ο οποίος με την εύλαλον γλώσσα του προσθέτει: Ας ευχαριστούμε λοιπόν για όλα, για ό,τι και αν συμβή, αυτό είναι ευχαριστία. Διότι το να το κάνης αυτό όταν όλα πηγαίνουν ομαλά, δεν είναι σπουδαίον, επειδή σε αυτό ωθεί η ιδία η φύσις των πραγμάτων. Εάν όμως ευχαριστούμε ενώ ευρισκόμεθα στο βάθος των κακών, αυτό είναι θαυμαστόν. Πράγματι, όταν εμείς ευχαριστούμε για εκείνα τα οποία άλλοι βλασφημούν και αποθαρρύνονται, κοίτα πόση η φιλοσοφία! Πρώτον, εύφρανες τον Θεόν. Δεύτερον, εντρόπιασες τον διάβολο. Τρίτον, αυτό που συνέβη το απέδειξες μηδαμινό. Δηλαδή συγχρόνως και εσύ ευχαριστείς, και ο Θεός απομακρύνει την λύπη, και ο διάβολος υποχωρεί.
Τίποτε αγιώτερον δεν υπάρχει από την γλώσσα, που μέσα στα κακά ευχαριστεί τον Θεόν. Όντως δεν υστερεί σε τίποτε από την γλώσσα του μάρτυρος. Στεφανώνεται και αυτή ομοίως με εκείνον. Διότι και αυτή έναν δήμιον έχει ενώπιόν της, ο οποίος την αναγκάζει να αρνηθή τον Θεόν δια της βλασφημίας. Τον διάβολον έχει, ο οποίος με δημίους λογισμούς την σχίζει σε λωρίδες, και την σκοτίζει με την λύπη. Αν λοιπόν κάποιος υπομείνη τα βάσανα και ευχαριστήση, έλαβε στέφανον μαρτυρίου.
Λέγει και ο μέγας Βασίλειος: είναι αισχρόν όταν μεν τα πράγματα έρχονται ευνοϊκά να ευλογούμε τον Θεόν, στα δε στενόχωρα και επίπονα να σιωπούμε. Αλλά τότε πρέπει και περισσότερο να τον ευχαριστούμε, γνωρίζοντας ότι «oν αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν oν παραδέχεται…».
Τι λέγω; Όχι μόνο πρέπει κανείς να ευχαριστή τον Θεό για τις θλίψεις και τους πειρασμούς της παρούσης ζωής, αλλά πρέπει να τον ευχαριστή ακόμη και για την μέλλουσαν κόλασιν. Επειδή και η κόλασις είναι συμφέρον και ωφέλιμο για τους κολαζομένους. Γιατί; Επειδή η κόλασις είναι εμπόδιον της αμαρτίας και του κακού, γι’ αυτό ονομάζεται και κόλασις, επειδή κολάζει, και εμποδίζει το κακόν. Αν δεν υπήρχε κόλασις, η αμαρτία και το κακό, θα επεκτείνετο σε άπειρον διάστημα και ποτέ δεν θα ελάμβανε τέλος. Γι’ αυτό και ο σοφώτατος Μάρκος ο Εφέσου είπε τούτον τον παράδοξον μεν στην ακοήν, όμως αληθινόν λόγον και βέβαιον, ότι δηλαδή συμφέρει στους κολαζομένους να κολάζωνται. Όθεν και ο όσιος Θεόκτιστος ο Στουδίτης, σε ένα τροπάριο εις τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν λέγει επί λέξει: «Και εν τη κολάσει ευχαριστώ», διότι η κόλασις δεν είναι κακόν καθ’ εαυτό, ή μάλλον είναι και καλόν. Αφ’ ενός μεν διότι εμποδίζει και συστέλλει την αμαρτίαν και δεν την αφήνει να ενεργή επ’ άπειρον, όπως είπαμε, αφ’ ετέρου δε διότι η κόλασις είναι ποινή και παίδευσις του κακού, και με αυτήν εκπληρώνεται η δικαιοσύνη του Θεού. Όθεν, αν και η κόλασις δεν είναι προηγούμενον θέλημα του Θεού, είναι όμως επόμενον θέλημά του, σύμφωνα με τους ιερούς θεολόγους. Μόνη δε η αμαρτία είναι αυτή καθ’ εαυτήν κακό, και ούτε κατά προηγούμενον θέλημα του Θεού γίνεται, ούτε κατά επόμενον, αλλά κατά μοχθηράν γνώμην του ανθρώπου.
Γι’ αυτό και ο θείος Χρυσόστομος παραγγέλλει στους χριστιανούς τα ακόλουθα: «Αυτό να είναι το έργο σας, να ευχαριστήτε στις προσευχές και για τις φανερές και για τις αφανείς ευεργεσίες, και για όσες ήταν σύμφωνες με το θέλημά σας και για όσες όχι. Και για την βασιλεία των ουρανών και για την γέεννα του πυρός, και στην θλίψη και στην άνεση. Έτσι συνηθίζουν να προσεύχωνται οι Άγιοι, και για τις κοινές ευεργεσίες να ευχαριστούν. Γνωρίζω εγώ κάποιον άγιον άνδρα ο οποίος προσεύχεται με αυτόν τον τρόπο. Δεν έλεγε τίποτε πριν από αυτά τα λόγια, αλλά ότι: ευχαριστούμε Κύριε για όλες τις ευεργεσίες που έδειξες σε μας τους αναξίους από την πρώτην ημέρα μέχρι σήμερα. Γι’ αυτές που γνωρίζουμε και γι’ αυτές που δεν γνωρίζουμε, για τις φανερές, για τις αφανείς, για όσες έγιναν με έργο, για όσες με λόγο, για όσες έγιναν με την θέλησή μας και για όσες όχι, για όλες όσες έχουν γίνει σ’ εμάς τους αναξίους. Για τις θλίψεις, για τις ανέσεις, για την γέενα του πυρός, για την κόλαση, για την Βασιλείαν των Ουρανών».
Ο δε άγιος Ισαάκ είπεν ότι όποιος ευχαριστεί, παρακινεί τον ευεργέτην του να του δίδη περισσότερες ευεργεσίες: «η ευχαριστία του λαμβάνοντος ερεθίζει τον δίδοντα να δώση δωρήματα μεγαλύτερα από τα προηγούμενα». Και πάλιν ο ίδιος ο θείος Ισαάκ λέγει: «όποιος δεν ευχαριστεί για τα μικρότερα, και στα μεγαλύτερα είναι ψεύστης και άδικος». Και επίσης: «αυτό που οδηγεί τα χαρίσματα του Θεού προς τον άνθρωπον είναι η καρδία η κινουμένη προς ευχαριστίαν αδιάλειπτον».
Γίνε λοιπόν, άνθρωπε, ευχάριστος στον Θεόν για το κάθε τι, «ευλόγει αυτόν εν παντί καιρώ, η αίνεσις αυτού ας είναι δια παντός εν τω στόματί σου». Εάν υγιαίνης, δώρον του Θεού είναι η υγεία. Εάν ασθενής, η ασθένεια του σώματος είναι σωτηρία της ψυχής. Μη λείπη λοιπόν ποτέ από το στόμα σας η δοξολογία του Θεού. Εν παντί ευχαριστείτε τον Θεόν, ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Ομιλία του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, περί Ευχαριστίας

Πέμπτη, Ιανουαρίου 06, 2022

ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ


Ἐλᾶτε λοιπόν νά ἰδεῖτε παράδοξα θαύματα. Ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης λούζεται στοῦ Ἰορδάνη τά νερά. Ἡ φωτιά βουτάει καί σμίγει μέ τά νερά. Καί ὁ Θεός ἀπ̉ ἄνθρωπο ἁγιάζεται.
Σήμερα ὁλόκληρη ἡ κτίση βροντοφωνάζει καί ἀνυμνεῖ: «Εὐλογημένος νά ̉σαι Σύ πού ἔρχεσαι στ̉ ὄνομα τοῦ Κυρίου!!» Σύ πού ἔρχεσαι διά τῆς Προνοίας Σου μέσα ἀπ᾿ ὅλα τά κτίσματά Σου. Σύ πού συντηρεῖς τό ὕψος τοῦ στερεώματος καί ἔντεχνα ὁδηγεῖς σάν ἥμερο ἄλογο μέ χαλινάρι τήν τροχιά τοῦ Ἥλιου. Σύ πού βάζεις σέ τάξη χωρίς διόλου ν᾿ ἀνακατεύονται τά πλήθη τῶν ἀστέρων καί μᾶς κερνᾶς πλούσια ἀγέρα γιά νά ἀναπνέουμε ἀσταμάτητα ζωή. Σύ πού ζεσταίνεις καί ζωογονεῖς τή μάννα γῆ ὥστε νά μᾶς χαρίζει τούς καρπούς της ὁλοχρονίς. Σύ πού δαμάζεις καί σταματᾶς τή πολυκύμαντη θάλασσα ζώνοντάς την ὁλοτρόγυρα μ᾿ ἕνα μικρούτσικο χαλινάρι ἀπό ἀμμοχάλικο. Σύ πού σπρώχνεις τά νερά ἀπό τῆς γῆς τά σπλάχνα καί φτιάχνεις τίς πηγές. Σύ πού καθοδηγεῖς τίς ποταμίσιες ὄχθες νά πορεύονται χωρίς χαμό καί περιπλάνηση ὡς τή θάλασσα.
Τοῦτα ὅλα τά θαυμάσια ἀναλογιζόμαστε καί ἀπό τά κατάβαθά μας βγαίνει ἡ κραυγή: «Εὐλογημένος Σύ πού ἔρχεσαι στ̉ ὄνομα τοῦ Κυρίου».
— Πές μας λοιπόν, Ποιός εἶν᾿ Αὐτός, μακάριε Δαυΐδ;
— Ὁ Κύριος καί ὁ Θεός μας πού μᾶς φανερώθηκε μ᾿ ἀνθρώπινη μορφή.
Ἀλλά δέν τό λέει αὐτό μόνον ὁ προφήτης Δαυΐδ. Τό λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πού συμφωνεῖ μαζί του καί διδάσκει: «Μᾶς φανερώθηκε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ πού σώζει κάθε ἄνθρωπο καί μᾶς διδάσκει ὅλους μας». Ὄχι μερικούς ἀλλά ὅλους μας. Σ᾿ ὅλους, Ἰουδαίους καί Ἕλληνες χαρίζει μέ τό βάπτισμα τή σωτηρία καί ὑποδείχνει τό σωτήριο αὐτό λουτρό σάν εὐεργέτημα δοσμένο δωρεάν σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή πού τό ζητάει.
Ἐλᾶτε νά δεῖτε πρωτόγνωρο κατακλυσμό, πολύ μεγαλύτερον καί δυνατότερον ἀπ᾿ ἐκεῖνον πού γίνηκε τήν ἐποχή τοῦ Νῶε. Ἐκεῖ τό νερό ἔπνιξε τούς ἀνθρώπους καί ἐδῶ τό νερό τοῦ βαπτίσματος, κείνους πού εἶχαν πεθάνει πνευματικά ξαναζωντάνεψε, μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ πού σήμερα βαπτίστηκε. Ἐκεῖ ὁ Νῶε ἔφτιαξε κιβωτό στέρεα ἀπό ξύλα καί ἐδῶ ὁ Χριστός ὁ νοητός Νῶε, προσέλαβε ἀπό τήν ἄφθορο παρθένο Μαρία τήν κιβωτό τοῦ σώματος. Ἐκεῖ ὁ Νῶε ἄλοιψε τήν κιβωτό ἐξωτερικά μέ ἄσφαλτο πίσσα. Ἐδῶ ὁ Χριστός δυνάμωσε καί περιφρούρησε τήν κιβωτό τοῦ σώματος μέ τό χρῖσμα τῆς πίστεως. Ἐκεῖ περιστερά πού βάσταζε κλαδί ἐληᾶς προμήνυσε τήν εὐωδιά τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Ἐδῶ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μέ τή μορφή ὁλόασπρης περιστερᾶς παρουσιάστηκε καί σ᾿ ὅλους φανέρωσε τόν ἐλεήμονα Κύριο.
Ἀλλά μέ καταπλήττει ἡ ὑπερβολική ταπείνωση τοῦ Κυρίου. Γιατί δέν ἀρκέστηκε, Αὐτός ὁ γεννημένος τέλειος Υἱός ἀπό τέλειο Πατέρα, νά γεννηθῆ καί ἐπί γῆς τέλειο βρέφος ἀπό τά σπλάχνα μιᾶς γυναίκας. Δέν ἀρκέστηκε Ἐκεῖνος πού εἶναι σύνθρονος μέ τόν Θεό Πατέρα νά λάβει τή μορφή τοῦ δούλου ἀλλά καί σάν τόν τελευταῖο ἁμαρτωλό προσέρχεται νά βαπτισθεῖ.
Ἀλλά ἄς μή γίνει ἡ κοινή γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους εὐεργεσία σκάνδαλο γι᾿ αὐτούς πού τούτη τήν ὥρα μέ ἀκοῦνε. Γιατί βαπτίζεται ὁ Δεσπότης πάντων Χριστός ὄχι γιατί ἔχει ἀνάγκη ἀπό ψυχικό καθαρισμό, ἀλλά γιά νά οἰκονομήσει μέ δυό τρόπους τό συμφέρον τῶν ψυχῶν μας, ὥστε καί μέ τό νερό νά μᾶς δωρήσει τήν ἁγιαστική χάρη καί νά προτρέψει τόν καθένα μας νά βαπτιστεῖ.
Καθώς μᾶς λέει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, ἦρθε ὁ Ἰησοῦς ἀπό τή Γαλιλαία στόν Ἰορδάνη ὅπου βρισκόταν ὁ Ἰωάννης γιά νά βαπτιστεῖ ἀπ̉ αὐτόν.
Τό τί συνέβηκε τότε ἀδερφοί μου δέν μπορεῖ νά τό χωρέσει νοῦς ἀνθρώπινος. Γιατί ξεπερνᾶνε κάθε θέαμα καί ἄκουσμα ὅσα συνέβηκαν ἐκεῖ. Τρέμει ὁ νοῦς. Χάνεται ἡ λαλιά μή τολμώντας νά ἐξιστορίσει τά ἀνέκφραστα. Γι‹ αὐτό λοιπόν καί ὅταν εἶδε ὁ Ἰωάννης τόν Δεσπότη μας Χριστό νά τόν πλησιάζει, μέ πολύ καρδιοχτύπι, πέφτοντας καί ἀγκαλιάζοντας τά πόδια Του τοῦ εἶπε παρακλητικά:
— Γιατί βιάζει ἐμένα τόν ἀδύνατο ἄνθρωπο ὁ Παντοδύναμος Θεός μου νά κάνω κάτι πού ξεπερνάει τίς δυνάμεις μου; Δέν εἶμαι ἐγώ σέ θέση νά ἐπιχειρήσω κάτι τέτοιο. Πῶς νά τολμήσω νά Σέ βαπτίσω; Πότε συνέβηκε νά καθαριστεῖ ἡ φωτιά ἀπό τό ξερό χορτάρι; Πότε ἔπλυνε ἡ λάσπη τήν πηγή; Πῶς νά βαπτίσω Ἐσένα τόν Κριτή τῆς οἰκουμένης ἐγώ ὁ ὑπεύθυνος γιά τόσες ἁμαρτίες; Πῶς νά Σέ βαπτίσω Δέσποτά μου; Δέν βλέπω ἁμαρτία πάνω Σου. Δέν ἔχεις πέσει θῦμα τῆς κατάρας τοῦ προπάτορα Ἀδάμ. Δέν ἔχεις καθόλου λερωθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία. Γιατί ἄν καί ἔκλινες οὐρανούς καί κατέβηκες, τίποτα ἀπό τά θελήματα τοῦ Θεοῦ Πατέρα δέν παρέβηκες. Τί κάνεις Δέσποτά μου; Γιατί μ᾿ ἀναγκάζεις νά κάνω κάτι πού ξεπερνάει τίς δυνάμεις μου; Ποτέ καί τίποτα δέν τόλμησα νά κάνω ἀπ᾿ ὅλα ὅσα παροργίζουν τήν ἀγαθωσύνη Σου. Σάν δουλικό πιστό γεμάτο ἀγάπη καί σεβασμό γιά τόν ἀφέντη του πρότρεξα καί ἐμήνυσα στόν κόσμο τήν παρουσία Σου. Ἐνῶ βρισκόμουνα ἀκόμη μέσ᾿ τήν κοιλιά τῆς μάννας μου, δανείστηκα τήν γλώσσα της καί Θεό τοῦ κόσμου Σέ ἐκήρυξα. Ὅλους τούς προετοίμασα νά Σέ δεχθοῦν, νά Σ᾿ ἀπαντήσουν. Πές μου λοιπόν Κύριέ μου, πῶς θ᾿ ἀνεχθεῖ νά δεῖ ὁ ἥλιος τόν Παντοκράτορα Θεό ἔτσι νά ἐξευτελίζεται ἀπό τήν τόλμη ἑνός δούλου Του καί δέν θά ρίξει καυτερές φωτοβολίδες νά μέ κατακάψει, ὅπως ἔκανε ἐκείνους τούς καιρούς τούς ἄσωτους Σοδομίτες; Πῶς θά ἀντέξει ἡ γῆ νά δεῖ Ἐκεῖνον πού ἁγιάζει τούς ἀγγέλους, ἀπέριττα νά βαπτίζεται ἀπό χέρι ἀνθρώπου ἁμαρτωλοῦ καί δέν θ᾿ ἀνοίξει τά σπλάχνα της γιά νά μέ καταπιεῖ, ὅπως ἔκανε τόν Ἀβειρών καί τόν Δαθάν; Πῶς νά βαπτίσω Δέσποτά μου Ἐσένα πού δέν μολύνθηκες ἀπό τής φυσικῆς γέννησης τό λέρωμα; «Ἐξ ἀσπόρου γαστρός, ἄσπορος προῆλθε καρπός». Πῶς λοιπόν ἐγώ ὁ χιλιολερωμένος ἀπό τήν ἁμαρτία ἄνθρωπος νά ἁγνίσω τόν Θεό; Θεό ἀναμάρτητο; Ἐγώ ἔχω ἀνάγκη νά βαπτιστῶ ἀπό Σένα καί Σύ ἔρχεσαι σέ μένα; Μ᾿ ἔστειλες νά βαπτίζω, Κύριέ μου, καί δέν παράκουσα τήν ἐντολή Σου. Πρότρεπα ὅλους πρός τό βάπτισμα καί τούς ἔλεγα: «Ὁμολογῆστε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου τίς ἁμαρτίες σας, γιατί Αὐτός εἶναι ὁ μόνος ἀγαθός. Αὐτός πού ἔρχεται πίσω μου δέν εἶναι βλοσυρός καί αὐστηρός. Εἶναι ἀγαθός καί Υἱός Πατέρα Ἀγαθοῦ. Δέν φέρεται γιά λίγο μονάχα μ᾿ ἀγαθωσύνη καί ὕστερα νά ἀλλάζει διάθεση γιά τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο, ἀλλά τό ἔλεός Του μένει εἰς τόν αἰώνα. Καί ἐπειδή τό ἔλεός Του εἶναι ἀμέτρητο γι᾿ αὐτό καί οἱ οὐράνιες δυνάμεις ἀνυμνώντας Τοῦ ἔλεγαν:
«Εὐλογημένος Σύ πού ἔρχεσαι στ̉ ὄνομα τοῦ Κυρίου». Ὁ Κύριος καί ὁ Θεός μας μᾶς φανερώθηκε. Μᾶς φανερώθηκε ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης καί διέλυσε τό σκοτάδι τῆς ἄγνοιας πού μᾶς περιέλουζε. Μᾶς φανερώθηκε ὁ οὐράνιος Τσοπάνης καί ἔδιωξε ἀπό τό κοπάδι τῶν παιδιῶν Του τούς λύκους τοῦ διαβόλου. Μᾶς φανερώθηκε ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Πατρός καί χάρισε μέ τό βάπτισμα τήν υἱοθεσία στούς πιστούς. Μᾶς φανερώθηκε ἡ ζωή ὁλόκληρου τοῦ κόσμου καί μέ τό θάνατό Του θανάτωσε τόν θάνατο ὡς ἀθάνατος καί ἀξίωσε νά ζήσουν ζωή ἀθάνατη, ἐκεῖνοι πού εἶχαν πέσει στή φθορά καί στό θάνατο.
Ἀλλά ἐνῶ ἐγίνονταν ὅλα αὐτά, ὁ Θεός Πατέρας ἀγαλώμενος μέ τήν ὑπερβολική ταπείνωση τοῦ Υἱοῦ, ἀνοίγει διάπλατα τίς πύλες τοῦ οὐρανοῦ καί μέ βροντερή φωνή ξεχειλισμένη ἀπό αἰσθήματα πού πλημμυρίζουνε μιά πατρική καρδιά, ἀνακράζει: «Αὐτός εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός».
Καί γιά νά μήν μπερδευτεῖ ὁ νοῦς ὅσων ἀκούγανε ὅλα τοῦτα -ἄν εἶναι δηλαδή Υἱός ὁ Βαπτιστής ἤ ὁ Χριστός- ἔρχεται τό Ἅγιον Πνεῦμα, σάν ἄσπρο περιστέρι καί δείχνει Ἐκεῖνον πού βαπτιζόταν καί πού ὁ Θεός Πατέρας τόν μαρτυροῦσε στούς ἀνθρώπους σάν μονογενή Υἱό Του.
Σ᾿ Αὐτόν πρέπει ἡ δόξα, τό κράτος, ἡ τιμή καί ἡ προσκύνηση σήμερα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
 Ἁγίου  Πρόκλου Πατριάρχου Κων/λεως

Τρίτη, Ιανουαρίου 04, 2022

Ομιλία στην αγρυπνία των Θεοφανείων († Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom)



Ἡ ἡμέρα τῶν Θεοφανείων εἶναι ἡ μέρα ποὺ ὅλος ὁ κόσμος ἀναγεννᾶται καὶ γίνεται μέτοχος τῆς ἁγιότητος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ συγχρόνως εἶναι ἡ μέρα κατὰ τὴν ὁποία ὁ Χριστός, εἰσέρχεται στὴν ὁδὸ πρὸς τὸν Γολγοθά.

Ἦλθε στὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή, ὄχι γιὰ νὰ καθαριστεῖ, ἐπειδὴ ἦταν ἀναμάρτητος, σὰν Θεὸς καὶ συνάμα κατέστη ἁγνὸς ὡς πρὸς τὴν ἀνθρώπινη φύση Του καθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰσραὴλ ἀπὸ ἐκείνους τοὺς προγόνους ποὺ εἶχαν προσφέρει τὴ ζωή τους στὸν Θεό, καὶ τῶν ὁποίων ἡ ἁγιότητα ἔφτασε στὸ κορύφωμά της στὴν καθαρότητα τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἦταν τόσο ἁγνή, τόσο ἄμεμπτη ποὺ μποροῦσε νὰ εἰσέλθει στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἐκεῖ ὅπου οὔτε ὁ Ἀρχιερέας δὲν τολμοῦσε νὰ εἰσέλθει, ἐκτὸς ἀπὸ μία φορὰ τὸ χρόνο μετὰ ἀπὸ ἕναν ἰδιαίτερο ἁγιασμό.

Ὁ Χριστὸς εἶχε ἀνάγκη νὰ καθαριστεῖ. Ἀλλὰ ἐκεῖνα τὰ νερά, ὅπου εἶχαν πλυθεῖ ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοὶ ποὺ εἶχαν ἔλθει στὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστὴ ὁμολογώντας τὸ κακὸ ποὺ βάραινε τὴ ζωή τους, ἦταν βαριὰ ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτωλότητας καὶ ἑπομένως ἐξαιτίας τῆς θνητότητας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Εἶχαν γίνει νερὰ θανατηφόρα, καὶ σ’ αὐτὰ τὰ νερὰ εἶναι ποὺ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς καταδύεται ἐκείνη τὴν ἡμέρα σηκώνοντας στοὺς ὤμους Του τὴν θνητὴ φύση ἀποτέλεσμα τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας.

Ἔρχεται, ἀθάνατος ὡς πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα καὶ τὴν Θεότητά Του, καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ ἐνδύεται τὴν θνητότητα τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς πορείας Του πρὸς τὸν Γολγοθά. Αὐτὴ τὴν ἡμέρα θαυμάζουμε τὴν ἀτελείωτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ὅπως σὲ κάθε ἄλλη περίσταση, ὁ ἄνθρωπος ἔπρεπε νὰ λάβει μέρος στὸ σχέδιο ποὺ ὁ Θεὸς εἶχε προνοήσει γιὰ τὴ σωτηρία του. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ὁ Θεὸς ἔρχεται καὶ μοιράζεται τὴν θνητή μας φύση, ὁ λόγος ποὺ ἔρχεται καὶ μᾶς σώζει. Τὸ ἀποκορύφωμα τῆς Θείας Οἰκονομίας γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου θὰ ἔλθει στὸν Γολγοθὰ ὅταν θὰ πεῖ, «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί μὲ ἐγκατέλειψες;» Θὰ εἶναι ἡ στιγμὴ ποὺ ὁ Θεός, ὅπως ὅταν ἦταν ἐνδεδυμένος τὴν ἀνθρώπινη φύση Του, θὰ ἔχει χάσει τὴν ἐπαφή Του μὲ τὸν Πατέρα μετέχοντας στὸ πεπρωμένο τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἔσχατη πράξη Θεικὴς ἀγάπης.

Συνεπῶς ἂς θαυμάσουμε, ἂς ἀναρωτηθοῦμε, καὶ ἂς λατρέψουμε αὐτὴ τὴν Θεικὴ ἀγάπη, καὶ ἂς μάθουμε ἀπὸ Ἐκεῖνον· ἐπειδὴ εἶπε στὸ Εὐαγγέλιο, «Σᾶς ἔδωσα ἕνα παράδειγμα. Ἀκολουθεῖστε το.» Καλούμαστε, ἐντὸς τῶν ὁρίων τῆς ἁμαρτωλῆς καὶ θνητῆς φύσης μας, νὰ βαστάξουμε τὰ βάρη ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου στὴ ζωὴ καὶ στὸν θάνατο. Ἂς μάθουμε ἀπ’ αὐτό. Θεωροῦμε ὅτι εἶναι τόσο δύσκολο νὰ βαστάξουμε τὰ βάρη ἀκόμα κι ἐκείνων ποὺ ἀγαπᾶμε· καὶ πρακτικὰ εἶναι ἀδύνατο νὰ ἐπωμιστοῦμε τὰ βάρη τῶν ἀνθρώπων ποὺ δὲν ἀγαπᾶμε μὲ μιὰ εἰλικρινῆ, φυσικὴ τρυφερότητα. Ἂς μάθουμε, ἐπειδὴ διαφορετικὰ δὲν θὰ ἔχουμε μάθει τὸ πρῶτο μάθημα ποὺ θὰ μᾶς δώσει ὁ Χριστός, ὅταν εἰσέλθει στὴν διακονία Του.

Κυριακή, Ιανουαρίου 02, 2022

Kυριακή πριν από τα Φώτα


«᾽Εν δὲ ταῖς ἡμέραις ἐκείναις παραγίνεται ᾽Ιωάννης ὁ βαπτιστὴς κηρύσσων ἐν τῇ ἐρήμῳ τῆς ᾽Ιουδαίας [καὶ] λέγων, Μετανοεῖτε, ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν [: Κατά τις ημέρες εκείνες (που ο Ιησούς ζούσε αφανής στη Ναζαρέτ) έκαμε την εμφάνισή του ο Ιωάννης ο βαπτιστής και κήρυσσεστην έρημο της Ιουδαίας (που βρίσκεται στα βόρεια της Νεκράς Θάλασσας),και έλεγε:“μετανοείτε, αλλάξτε φρονήματα και ζωή, διότι η βασιλεία των ουρανών (την οποία θα μας φέρει ο Μεσσίας) έχει πλέον πλησιάσει”.]»
«᾽Εν δὲ ταῖς ἡμέραις ἐκείναις»: Ποιες ημέρες εννοεί ο Ευαγγελιστής; Διότι ο Ιωάννης δεν εμφανίζεται τότε, όταν δηλαδή ο Ιησούς ήταν παιδί, αλλά ύστερα από τριάντα έτη, όπως μαρτυρεί και ο Λουκάς (Λουκ. 3, 1-3). Γιατί, λοιπόν, λέγει «κατά τις ημέρες εκείνες»; Είναι γενική συνήθεια στην Αγία Γραφή να χρησιμοποιεί αυτόν τον τρόπο της εκφράσεως, όχι μόνο όταν διηγείται αυτά που συμβαίνουν στο συγκεκριμένο χρόνο, αλλά και όταν αναφέρεται σε γεγονότα που θα συμβούν πολλά χρόνια αργότερα. Το ίδιο συνέβη και όταν ο Ιησούς καθόταν στο όρος των Ελαιών και Τον πλησίασαν οι μαθητές Του και ήθελαν να μάθουν για τη Δευτέρα παρουσία  Του και την άλωση της Ιερουσαλήμ (Ματθ. 24 κ.ε.). Γνωρίζετε, βέβαια, πόσος χρόνος μεσολαβεί μεταξύ των δύο γεγονότων. Αφού, λοιπόν, ομίλησε για την ολοκληρωτική καταστροφή της μητροπόλεως και ολοκλήρωσε τον λόγο για τα γεγονότα αυτά (Ματθ. 24, 3 και 9) και επρόκειτο να μεταβεί στο χρόνο της συντελείας του κόσμου πρόσθεσε τη φράση «Τότε και αυτά θα συμβούν», χωρίς να συνάπτει τους δύο ξεχωριστούς χρόνους των δύο αυτών γεγονότων με το να πει «τότε», αλλά καθόριζε εκείνο μόνο τον χρόνο, κατά τον οποίο επρόκειτο να λάβουν χώρα αυτά· πράγμα το οποίο κάνει και τώρα, όταν λέγει: «Κατά τις ημέρες εκείνες». Διότι δεν επέλεξε την έκφραση αυτή για να δηλώσει τις αμέσως επόμενες ημέρες των προηγούμενων γεγονότων (Ματθ. 2, 23), αλλά εκείνες ήθελε να καθορίσει, κατά τις οποίες επρόκειτο να συμβούν, όσα προετοιμαζόταν να διηγηθεί.
Και για ποιο λόγο, θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, ο Ιησούς, ύστερα από τριάντα χρόνια, ήλθε για να βαπτισθεί; Μετά το βάπτισμα αυτό, λοιπόν, σκόπευε να καταργήσει τον νόμο. Γι’ αυτό μέχρι της ηλικίας αυτής, η οποία προσβάλλεται από όλα τα αμαρτήματα, παραμένει και εφαρμόζει αυτόν καθ’ ολοκληρίαν, ώστε κανένας να μην ισχυρίζεται ότι κατήργησε αυτόν, επειδή δεν μπορούσε να τον τηρήσει. Διότι δε δεχόμαστε πάντοτε όλων μαζί των παθών την επίθεση· αλλά κατά την παιδική ηλικία μάς διακρίνει η απερισκεψία και η δειλία, στη συνέχεια δε η σφοδρή επιθυμία για τις ηδονές και έπειτα η επιθυμία των χρημάτων. Για τον λόγο αυτό, αφού περίμενε σε όλα τα στάδια της ηλικίας και αφού σε όλα αυτά τήρησε τον νόμο, έτσι έρχεται για να βαπτισθεί, τοποθετώντας το βάπτισμα στο τέλος μετά την εκπλήρωση των άλλων εντολών.
Το ότι δε το βάπτισμα ήταν γι’ αυτόν το τελευταίο κατόρθωμα από τα οριζόμενα από τον νόμο, άκουσε τι λέγει: «Διότι έτσι είναι πρέπον σε εμάς να εκτελέσουμε κάθε εντολή» (Ματθ. 3, 15). Αυτό δε που λέγει, σημαίνει το εξής· Εφαρμόσαμε όλες τις νομικές διατάξεις, δεν παραβιάσαμε καμία εντολή. Επειδή, λοιπόν, αυτό μας μένει ακόμη, πρέπει να το προσθέσουμε και αυτό και έτσι θα εκπληρώσουμε κάθε δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη δε ονομάζει εδώ την τήρηση όλων των εντολών· ότι αυτή είναι η αιτία, για την οποία ο Χριστός ήθελε να βαπτισθεί, είναι φανερό από τα ανωτέρω.
Αλλά γιατί ανατέθηκε τούτο το βάπτισμα στον Ιωάννη; Το ότι βέβαια ο υιός του Ζαχαρία δεν πήρε την απόφαση αυτή να βαπτίζει από μόνος του, αλλά εκτελούσε το έργο αυτό παρακινούμενος από τον Θεό, και ο Λουκάς το φανερώνει, όταν λέγει: «Δόθηκε εντολή από τον Θεό προς τον Ιωάννη» (Λουκ. 8, 2) και ο ίδιος ο Ιωάννης το λέγει: «Εκείνος που με απέστειλε να βαπτίζω με νερό, εκείνος μου είπε· σε  όποιον θα δεις το Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστερά και να μένει επάνω Του, Αυτός είναι που βαπτίζει με Πνεύμα Άγιο» (Ιωαν. 1, 33).
Και για ποιο σκοπό απεστάλη να βαπτίζει; Και αυτό, πάλι, ο Βαπτιστής μάς το γνωστοποιεί λέγοντας: «Και εγώ ο ίδιος δεν Τον γνώριζα προηγουμένως, αλλά για να γίνει Αυτός φανερός στους Ισραηλίτες, για τον λόγο αυτό ήλθα εγώ και βαπτίζω με νερό στα ύδατα του Ιορδάνου»(Ιωαν. 1,31).
Μα εάν ήταν μόνο αυτή η αιτία της αποστολής του, τότε γιατί λέγει ο Λουκάς ότι «ήλθε σε ολόκληρη την περιοχή του Ιορδάνη και κήρυττε βάπτισμα μετανοίας για άφεση αμαρτιών» (Λουκ. 3, 8); Βέβαια, το βάπτισμα αυτό δεν έσβηνε τα αμαρτήματα, αλλά η δωρεά αυτή ήταν γνώρισμα του βαπτίσματος που δόθηκε στη συνέχεια. Διότι, μέσω του βαπτίσματός μας ενταφιαστήκαμε μαζί με τον Χριστό και ο παλαιός μας εαυτός συσταυρώθηκε τότε, και πριν από τον σταυρό δεν υπάρχει άφεση αμαρτιών σε καμία περίπτωση· πάντοτε, βέβαια, το αίμα Αυτού θεωρείται ως αιτία της συγχωρήσεως των αμαρτημάτων. Αλλά και ο Παύλος λέγει: «Αλλά λουσθήκατε με το άγιο βάπτισμα και καθαρισθήκατε από αυτά τα αμαρτήματα», όχι με το βάπτισμα του Ιωάννου, «αλλά πήρατε τον αγιασμό που χαρίζει το Πνεύμα το Άγιο, γίνατε δίκαιοι εν τω ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού δια του Πνεύματος του Θεού μας» (Α΄Κορινθ. 6, 11). Και σε άλλο βιβλίο λέγει: «ο Ιωάννης μεν σας βάπτισε σε βάπτισμα μετανοίας και προπαρασκευής» και δεν λέγει «αφέσεως», «λέγοντας συγχρόνως στον λαό να πιστέψουν σε εκείνον, που θα ερχόταν κατόπιν από αυτόν, δηλαδή στον Ιησού Χριστό, ο οποίος και μόνος θα έδιδε άφεση και σωτηρία”. Πραγματικά, αφού ακόμη δεν είχε πραγματοποιηθεί η θυσία του Κυρίου, ούτε το άγιο Πνεύμα είχε κατέβει, ούτε η αμαρτία είχε συγχωρηθεί, ούτε η έχθρα μεταξύ Θεού και ανθρώπου είχε καταργηθεί, ούτε η κατάρα είχε αφανιστεί, πώς επρόκειτο να γίνει άφεση αμαρτιών;
Τότε τι σημαίνει η έκφραση «εις άφεσιν αμαρτιών» (Λουκ. 3, 4· Μαρκ. 1, 4); Οι Ιουδαίοι ήταν αγνώμονες και ουδέποτε δε συναισθάνονταν τα αμαρτήματά τους, αλλά, ενώ ήσαν ένοχοι για τα βαρύτερα παραπτώματα, δικαίωναν τους εαυτούς τους σε κάθε περίπτωση, πράγμα το οποίο τους οδήγησε στην καταστροφή και τους απομάκρυνε από την πίστη. Αυτήν την κατηγορία αποδίδοντας σε αυτούς και ο Παύλος έλεγε· «Διότι αυτοί αγνόησαν μεν και παραμέρισαν την δικαίωση, που εξ αγάπης παρέχει ο Θεός, ζητούν δε να στήσουν τις δικές τους αντιλήψεις περί δικαιώσεως και έτσι δεν υποτάχθηκαν στην δικαίωση του Θεού (Ρωμ. 10, 3)». Και πάλι· «Τι λοιπόν θα συμπεράνουμε τώρα; Ότι τα ειδωλολατρικά έθνη που δεν επεδίωκαν να δικαιωθούν, κατέλαβαν ως κτήμα τους την δικαίωση, δικαίωση δε η οποία προέρχεται από την πίστη, οι δε Ισραηλίτες, οι οποίοι επιζητούσαν την δικαίωσή τους δια του Νόμου στον αληθινό Νόμο της δικαιώσεως, δεν κατόρθωσαν να φθάσουν. Γιατί; Διότι δεν επεδίωκαν την δικαίωσή τους δια της πίστεως στον Χριστό, αλλά δια του Μωσαϊκού Νόμου, σαν να ήταν δυνατόν με έργα του Νόμου να δικαιωθούν. Διότι εξαιτίας της απιστίας τους “σκόνταψαν επάνω στον Χριστό, ο οποίος υπήρξε γι’ αυτούς λίθος προσκόμματος”» (Ρωμ .9, 30-32).
Επειδή λοιπόν η αντίληψη αυτή ήταν η αιτία των κακών, έρχεται  Ιωάννης, ο οποίος δεν κάνει τίποτε άλλο, παρά προσπαθεί να τους φέρει σε συναίσθηση των αμαρτιών τους. Εξάλλου, αυτό φανέρωνε και εξωτερική του εμφάνιση η οποία ήταν εμφάνιση μετανοίας και εξομολογήσεως: «φορούσε ένδυμα από τρίχες καμήλου και δερμάτινη ζώνη, γύρω από την μέση του» (Ματθ. 3, 4). Το ίδιο φανέρωνε και το κήρυγμά του, διότι δεν έλεγε τίποτε άλλο, παρά «να κάνετε καρπούς άξιους της μετανοίας» (Ματθ. 3, 8· Λουκ. 3, 8).
Επειδή λοιπόν, η μη αναγνώριση των οικείων αμαρτημάτων, όπως απέδειξε και ο Απόστολος Παύλος, τους έκανε να απομακρύνονται από τον Χριστό, ενώ η συναίσθηση της αμαρτωλότητάς τους τούς γεννούσε την επιθυμία να αναζητούν τον Λυτρωτή και να επιδιώκουν τη συγχώρηση των αμαρτιών, για τον λόγο αυτό ήλθε Ιωάννης, για να συντελέσει σε αυτό ακριβώς και να πείσει αυτούς να μετανοήσουν· όχι βέβαια για να τιμωρηθούν, αλλά αφού με την μετάνοια γίνουν πιο ταπεινοί και κατηγορήσουν τους εαυτούς τους, να σπεύσουν για να λάβουν τη συγχώρηση.
Κοίταξε, λοιπόν, με πόση ακρίβεια καθόρισε αυτό. Διότι αφού είπε· «εμφανίστηκε ο Ιωάννης και κήρυσσε βάπτισμα μετανοίας στην έρημο της Ιουδαίας», πρόσθεσε «προς συγχώρηση των αμαρτιών» (Μαρκ. 1, 4), σαν να έλεγε, δηλαδή, ότι δι’ αυτού του βαπτίσματος έπειθε αυτούς να ομολογήσουν τα αμαρτήματά τους και να μετανοήσουν γι’ αυτά, όχι για να τιμωρηθούν, αλλά για να δεχθούν ευκολότερα την κατοπινή συγχώρηση. Διότι εάν δεν καταλόγιζαν τις αμαρτίες στους εαυτούς τους, ούτε τη Χάρη δε θα ζητούσαν. Εάν όμως δε ζητούσαν την χάρη, ούτε τη συγχώρηση δε θα ελάμβαναν. Ώστε το βάπτισμα αυτό προετοίμαζε τον δρόμο για τον Ιησού, γι’ αυτό και έλεγε ο Ιωάννης στο λαό· «να πιστέψουν σε Εκείνον, που θα ερχόταν κατόπιν από αυτόν, δηλαδή στον Ιησού Χριστό, ο οποίος μονάχα θα έδιδε άφεση και σωτηρία» (Πραξ. 19, 4), προσθέτοντας και αυτή τη σκοπιμότητα του βαπτίσματος σε αυτήν που αναφέρθηκε παραπάνω.
Πραγματικά, δεν ήταν το ίδιο το να περιέρχεται τα σπίτια και να περιφέρει τον Χριστό κρατώντας Τον από το χέρι και να λέγει: «Να πιστέψετε σε Αυτόν», με το να ακουσθεί η μακαρία εκείνη φωνή «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα [: Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπημένος (ομονογενής ως Θεός υιός μου, και ο απολύτως αναμάρτητος ως άνθρωπος) στον οποίον αναπαύομαι πάντοτε πλήρως, διότι πράττει το αρεστό σε εμένα] (Ματθ. 3, 16-17)» και να γίνουν όλα τα άλλα, ενώ ήσαν όλοι συγκεντρωμένοι και έβλεπαν τα συμβαίνοντα.
Για τον λόγο αυτό έρχεται για να βαπτισθεί. Διότι η υπόληψη του βαπτίζοντος και η υπόθεση του βαπτίσματος προσέλκυε ολόκληρη την πόλη και την καλούσε προς τον Ιορδάνη και μεγάλη συγκέντρωση, σαν σε θέατρο, πραγματοποιούταν. Για τον λόγο αυτόν, ο Ιωάννης όταν συγκεντρώθηκαν τους ελέγχει και προσπαθεί να τους πείσει να μην έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, αποδεικνύοντάς τους ότι είναι ένοχοι για τα μεγαλύτερα αμαρτήματα, εάν δε μετανοήσουν και δεν αφήσουν τη συνεχή αναφορά στους προγόνους και την καύχηση για την ευγενική τους καταγωγή και δε δεχθούν τον Ερχόμενο.
Διότι είχαν βέβαια συσκιασθεί τα σχετικά με τη ζωή του Χριστού παλαιότερα και πίστευαν οι πολλοί ότι είχε πεθάνει εξαιτίας της σφαγής που έλαβε χώρα στη Βηθλεέμ από τον Ηρώδη. Βέβαια φανέρωσε τον εαυτό Του όταν ήταν δώδεκα ετών, αλλά γρήγορα πέρασε πάλι στην αφάνεια. Για τον λόγο αυτό, χρειάζονταν λαμπρά προοίμια και κάποια υψηλότερη αρχή του έργου. Γι’ αυτό και τότε κατά πρώτον, όσα ουδέποτε δεν άκουσαν οι Ιουδαίοι, ούτε από τους προφήτες, ούτε από άλλον κανένα, διακηρύσσει με δυνατή φωνή ο Ιωάννης, αναφερόμενος στον ουρανό και την εκεί Βασιλεία, χωρίς να λέγει τίποτα περί της γης, πλέον. Όταν δε λέγει «Βασιλείας», εννοεί εν προκειμένω την παρουσία του Ιησού την πρώτη και την τελευταία.
«Και τι σχέση έχει αυτό με τους Ιουδαίους;», θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς. Πραγματικά δεν αντιλαμβάνονται τι λες. Μα γι’ αυτό ακριβώς ομιλώ με τέτοιον τρόπο, απαντά ο Ιωάννης, ώστε παρακινούμενοι από την ασάφεια των λεγομένων, να θελήσουν να αναζητήσουν τον κηρυττόμενο. Έτσι λοιπόν τους προσείλκυε με τις χρηστές ελπίδες, όταν πήγαιναν κοντά του, ώστε και πολλοί τελώνες («ἦλθον δὲ καὶ τελῶναι βαπτισθῆναι» Λουκ. 3, 12-13) και στρατιωτικοί (Λουκ. 3, 14) να ρωτούν τι πρέπει να πράττουν και πώς να ρυθμίζουν τη ζωή τους, πράγμα το οποίο ήταν απόδειξη ότι είχαν απαλλαγεί από τα επίγεια πράγματα και φρόντιζαν για άλλα σπουδαιότερα ζητήματα και ότι ονειρεύονταν τα μελλοντικά αγαθά, διότι όλα, και οι πράξεις και οι λόγοι τους ενέπνεαν υψηλό φρόνημα.
Σκέψου λοιπόν τι σήμαινε να δουν άνθρωπο, ο οποίος ήταν υιός αρχιερέως, να επιστρέφει από την έρημο ύστερα από τριάντα χρόνια, χωρίς να έχει χρειαστεί ποτέ μέχρι τώρα τίποτε από τα ανθρώπινα και να είναι άξιος σεβασμού από πάσης απόψεως, έχοντας μαζί του τον προφήτη Ησαΐα. Διότι ήταν και αυτός παρών, προβάλλοντας τον Ιωάννη και λέγοντας· «Αυτός δε ο Ιωάννης ήταν εκείνος, για τον οποίο είχε προφητεύσει ο Ησαΐας λέγοντας·‘’ιδού ακούγεται φωνή ανθρώπου, ο οποίος κράζει μεγαλοφώνως στην έρημο· Ετοιμάστε τον δρόμο του Κυρίου, κάντε ευθείς και ομαλούς τους δρόμους αυτού· (δηλαδή προπαρασκευάστε τις καρδιές σας και καθαρίστε τις ψυχές σας, για να τις επισκεφτεί ο Κύριος). Αυτός είναι εκείνος, για τον οποίο είπα ότι θα έλθει και θα φωνάζει και θα κηρύττει με δυνατή φωνή στην έρημο»(Ματθ. 3, 3· Ησ. 40, 3). Διότι τόσο πολύ φρόντιζαν οι προφήτες για τα πράγματα αυτά, ώστε όχι μόνο για τον Κύριό τους προ πολλού χρόνου να προφητεύσουν, αλλά και για εκείνον, ο οποίος επρόκειτο να υπηρετήσει αυτόν. Και όχι μόνο αυτόν αναφέρουν αλλά και τον τόπο στον οποίο επρόκειτο να παραμείνει και τον τρόπο του κηρύγματος, τον οποίο θα αξιοποιούσε όταν θα εμφανιζόταν στους ανθρώπους, καθώς και τα αποτελέσματα της δράσεως αυτού.
Κοίταξε, λοιπόν, πώς καταλήγουν στα ίδια νοήματα, αν και δε χρησιμοποιούν τις ίδιες λέξεις, και ο Προφήτης και ο Βαπτιστής. Πραγματικά, ο μεν Προφήτης λέγει ότι θα έλθει, λέγοντας: «Ετοιμάστε τον δρόμο του Κυρίου, κάντε ίσιους και ομαλούς τους δρόμους Αυτού» (Ησ. 40, 3)· ο δε Βαπτιστής αφού ήλθε έλεγε: «Κάντε καρπούς άξιους της μετάνοιας» (Ματθ. 3, 3), πράγμα το οποίο ισοδυναμεί με το «ετοιμάσατε τον δρόμο του Κυρίου». Βλέπεις ότι με όσα είπε ο Προφήτης και με όσα κήρυττε ο Ιωάννης, ένα μόνο πράγμα δηλώνεται, ότι δηλαδή ήλθε ο Ιωάννης να εξομαλύνει τον δρόμο και να προετοιμάσει την έλευση του Μεσσία, όχι για να προσφέρει την δωρεά, πράγμα που ισοδυναμεί με τη συγχώρηση των αμαρτιών, αλλά μόνο προετοίμαζε τις ψυχές εκείνων, που επρόκειτο να δεχθούν τον Θεό των όλων.
Ο δε Ευαγγελιστής Λουκάς λέγει και κάτι επιπλέον. Δηλαδή, δεν έθεσε το προοίμιο μόνο και σταμάτησε, αλλά παραθέτει ολόκληρη την προφητεία: «πᾶσα φάραγξ πληρωθήσεται καὶ πᾶν ὄρος καὶ βουνὸς ταπεινωθήσεται, καὶ ἔσται τὰ σκολιὰ εἰς εὐθεῖαν καὶ αἱ τραχεῖαι εἰς ὁδοὺς λείας, καὶ ὄψεται πᾶσα σὰρξ τὸ σωτήριον τοῦ Θεοῦ [: Κάθε φαράγγι θα γεμίσει (θα σκεπασθούν δηλαδή τα χάσματα, που η έλλειψη της αρετής δημιουργεί στις ψυχές) και κάθε όρος και βουνό θα χαμηλώσει και θα ισοπεδωθεί (κάθε δηλαδή εγωισμός και υψηλοφροσύνη, που εμποδίζει την λυτρωτική χάρη του Θεού, θα εξαλειφθεί και θα σβήσει από τις ψυχές) τα στραβά και ανώμαλα μονοπάτια θα γίνουν ευθεία οδός και οι πετρώδεις δρόμοι ομαλοί. (Ανωμαλίες και τραχύτητες και ιδιοτροπίες που δημιουργούν τα πάθη, θα φύγουν από τις ψυχές, για να υποδεχθούν αυτές τον Σωτήρα). Και όταν θα πραγματοποιηθεί αυτή η ηθική προπαρασκευή, τότε κάθε καλοπροαίρετος άνθρωπος θα δει και θα απολαύσει την σωτηρία που στέλνει ο Θεός” (Λουκ. 3, 5-6· Ησ. 40, 4-5). […]

Αποσπάσματα από την ομιλία Ι΄ του αγίου Ιωάννου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου

alopsis

Σάββατο, Ιανουαρίου 01, 2022

Από τον ΕΠΙΤΑΦΙΟ ΛΟΓΟ ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου.



Ωραίο πράγμα η φιλανθρωπία και η διατροφή των φτωχών και η βοήθεια προς την ανθρώπινη αδυναμία.
Εκείνος ωστόσο περισσότερο από κάθε άλλον μας έπεισε επειδή ακριβώς είμαστε άνθρωποι να μην καταφρονούμε τους ανθρώπους, ούτε να προσβάλλουμε τον Χριστό, την κοινή κεφαλή όλων, με την απανθρωπιά μας προς εκείνους, αλλά στις συμφορές των άλλων να βλέπουμε τις δικές μας και να δανείζουμε στον Θεό την ευσπλαχνία, τη στιγμή που έχουμε οι ίδιοι ανάγκη από ευσπλαχνία. Για τον λόγο αυτόν δεν απαξιούσε να τιμά και με τα χείλη ακόμη την νόσο των λεπρών αυτός ο ευγενής από ευγενείς, που η δόξα του είναι υπέρλαμπρη· τους ασπαζόταν ως αδελφούς του, όχι από κενοδοξία όπως θα υπέθετε κανείς(ποιος άλλος απείχε από το πάθος αυτό τόσο πολύ;), αλλά για να υποτυπώσει με τη φιλοσοφημένη χειροτονία του ότι πρέπει να πλησιάζουμε το σώμα με σκοπό τη θεραπεία του. Και ήταν μία παραίνεση που ομιλούσε χωρίς λόγους. Και δεν συνέβαινε έτσι στην πόλη και στην ύπαιθρο διαφορετικά· είχε επιβάλει κοινό αγώνα σε όλους, που ήσαν προϊστάμενοι του λαού, τη φιλανθρωπία και τη μεγαλοψυχία προς τους πάσχοντες.
Οι μάγειροι και τα πλούσια τραπέζια ήσαν για άλλους, οι σάλτσες και τα καρυκεύματα των μαγείρων, τα φίνα αμάξια και τα φορέματα τα απαλά και τα χυτά.
Για τον Βασίλειο ήσαν οι άρρωστοι, οι θεραπείες των πληγών, η μίμηση του Χριστού· όχι με λόγους αλλά με έργα καθάριζε τη λέπρα.
Ποιος περισσότερο από αυτόν καθάρισε τον εαυτό του με τη δύναμη του Πνεύματος και τον έκανε άξιο να διηγείται τα θεία;
Ποιος περισσότερο φωτίστηκε με το φως της γνώσεως, έσκυψε πάνω στα βάθη του Πνεύματος και μαζί με τον Θεό μελέτησε τα σχετικά με τον Θεό; Ποιος διέθετε λόγο καλύτερο ερμηνευτή των διανοημάτων του, ώστε σε κανένα από τα δύο να μη χωλαίνει, όπως συμβαίνει με τους πολλούς, ούτε σε νου που δεν έχει λόγο, ούτε σε λόγο που να μη στοιχεί στον νου;
Ευδοκιμούσε και στα δύο και παρουσιαζόταν ίσος με τον εαυτό του και πραγματικά άρτιος. Και είναι βέβαιο ότι ερευνούσε όλα τα βάθη του Θεού χάριν του Πνεύματος, όχι επειδή Αυτό τα αγνοούσε, αλλά επειδή Αυτό εντρυφά στη θεωρία τους. Διερεύνησε όλα τα σχετικά με το Πνεύμα, με το οποίο διαπαιδαγώγησε το ήθος των ανθρώπων, δίδαξε τον λόγο για τα ουράνια και, αποσπώντας από τα παρόντα, άλλαξε την πορεία προς τα μελλοντικά.