ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Τετάρτη, Ιανουαρίου 31, 2018

† Άγιοι Περπέτουα, Σάτυρος, Ρευκάτος, Σατουρνίλος, Σεκούνδος και Φιλικητάτη οι Μάρτυρες (1/2)


Περί το 203, στην ρωμαϊκή Βόρειο Αφρική, μια περιοχή όπου ο χριστιανισμός είχε ευρέως εξαπλωθεί, συνελήφθησαν στην πόλη Θουβουρβώ, οι νεαροί κατηχούμενοι: Περπέτουα, Ρεουκάτος, Φηλικιτάτη, Σατουρνίνος και Σεκούνδος. Η Φηλικιτάτη ήταν δούλη, σύντροφος του Ρεουκάτου.
Η Περπέτουα, ηλικίας είκοσι δύο ετών, ήταν ευγενικής καταγωγής, μητέρα ενός βρέφους που θήλαζε ακόμη. Όταν οδηγήθηκε με τους υπόλοιπους στην Καρθαγένη (Καρχηδόνα), ο πατέρας της προσπάθησε κατά την προανάκριση να την πείσει να μην ομολογήσει την πίστη της, εκείνη όμως αρνήθηκε και την οδήγησαν στην φυλακή, όπου ζήτησε να κρατήσει το παιδί της. Η αποπνιχτική ατμόσφαιρα του κελλιού, όπου είχαν στοιβάξει τους κρατούμενους, έγινε για την νεαρή γυναίκα αληθινό παλάτι, όπου περίμενε την επίσκεψη του Βασιλέως Χριστού. Ο Θεός τότε της αποκάλυψε σε όραμα τι την περίμενε, την ίδια και τους συναθλητές της. Είδε μια στενή, χάλκινη κλίμακα που εκτεινόταν από την γη στον ουρανό. Στις δύο πλευρές της ήσαν μπηγμένα κάθε είδους φονικά όργανα και στην βάση της βρισκόταν όφις τρομερός που τρομοκρατούσε όσους επιθυμούσαν να ανέβουν την κλίμακα. Ο κατηχητής τους Σάτυρος, που είχε παραδοθεί αυτοβούλως στις αρχές ώστε να βρίσκεται μαζί τους, προχώρησε πρώτος και έφθασε στην κορυφή τής κλίμακας, απ’ όπου φώναξε: «Περπέτουα, σε περιμένω, πρόσεξε να μη σε δαγκάσει το φίδι!». Εκείνη απάντησε: «Εν ονόματι τού Ιησού Χριστού δεν θα με βλάψει». Συνέθλιψε με την φτέρνα το κεφάλι τού φιδιού και με μιας έφθασε στην κορυφή τής σκάλας, όπου φανερώθηκε μπροστά της ο Παράδεισος τής τρυφής, και πλήθος λευκοντυμένων μαρτύρων ήλθε να την υποδεχθεί.
Οι άγιοι μάρτυρες παρουσιάσθηκαν κατόπιν ενώπιον του δικαστηρίου, όπου με μεγάλη χαρά δέχθηκαν την καταδικαστική απόφαση να θηριομαχήσουν και περίμεναν την ημέρα των εορταστικών εκδηλώσεων ενδυναμωμένοι από θεία οράματα που τους διαβεβαίωναν για την νίκη τους επί του διαβόλου και για την είσοδό τους στις ουράνιες μονές. Μπροστά σε τούτο το θέαμα η Περπέτουα αναφώνησε: «Δόξα τω Θεώ! Ήμουν ανέκαθεν άνθρωπος πρόσχαρος και με εύθυμη διάθεση. Στο εξής θα είμαι ακόμη περισσότερο!»
Η Φηλικιτάτη, έγκυος στον όγδοο μήνα, ένιωθε μεγάλη θλίψη στην σκέψη ότι θα ανέβαλλαν την θανάτωσή της εξαιτίας τής κατάστασής της. Διά των προσευχών των μαρτύρων, ο Θεός μερίμνησε ώστε να την πιάσουν οι ωδίνες τού τοκετού τρεις ημέρες πριν τις εορταστικές εκδηλώσεις. Ένας δεσμοφύλακας που την έβλεπε να βογγά από τους πόνους την ενέπαιξε, διαβεβαιώνοντάς την πως την περίμεναν ασύγκριτα μεγαλύτερες οδύνες. Η αγία τού απάντησε: «Τώρα, είμαι εγώ που υποφέρω ό,τι υποφέρω. Τότε όμως, κάποιος άλλος εντός μου θα υποφέρει για χάρη μου και γι’ Αυτόν θα μαρτυρήσω!» Έφερε στον κόσμο μια κόρη την οποία εμπιστεύθηκαν στην φροντίδα μιας χριστιανής και ευθύς προετοιμάσθηκε για τον τελικό αγώνα.
Την παραμονή τής εκτέλεσης η φυλακή άνοιξε στους επισκέπτες και οι μελλοθάνατοι παρέθεσαν γεύμα κηρύττοντας στο πλήθος τα θαυμαστά τού Θεού. Έφθασε τέλος η μέρα και οι άγιοι μάρτυρες πορεύθηκαν με πρόσωπα που έλαμπαν προς το αμφιθέατρο. Ο Θεός προσέφερε στον καθένα το είδος τού θανάτου που επιθυμούσε για να συμμερισθεί τα πάθη τού Χριστού. Στην αρχή τού θεάματος ο Σατουρνίνος και ο Ρεουκάτος δέχθηκαν την επίθεση μιας λεοπάρδαλης και στην συνέχεια τους καταξέσχισε μια αρκούδα. Ο Σάτυρος που φοβόταν τις αρκούδες έμεινε κατ’ αρχήν άθικτος από τα θηρία και τέλος, αφού το ζήτησε ο ίδιος, μία λεοπάρδαλη τον κατασπάραξε, προσφέροντάς του το τέλειο Βάπτισμα μέσα στο ίδιο του το αίμα.
Οι δύο νεαρές γυναίκες υποχρεώθηκαν πριν βγουν στην αρένα να φορέσουν την στολή των ιερειών τής Δήμητρας. Μπροστά στην γεμάτη παρρησία και σθένος άρνηση της Περπέτουας οι αρχές υποχώρησαν έστειλαν τις δύο γυναίκες στην αρένα σχεδόν γυμνές, ντυμένες με δίχτυα. Το πλήθος όμως εξέφρασε τότε τον αποτροπιασμό του, βλέποντας ότι η μία ήταν κόρη, σε τρυφερή ηλικία, ενώ της άλλης οι μαστοί έσταζαν γάλα καθώς μόλις είχε γεννήσει. Οι αρμόδιοι απομάκρυναν τότε τις δύο μάρτυρες, τις έντυσαν με χιτώνες, τις έφεραν εκ νέου στην αρένα και εξαπέλυσαν εναντίον τους μια μανιασμένη αγελάδα. Η Περπέτουα δέχθηκε πρώτη ένα κτύπημα από τα κέρατα του ζώου και έπεσε στο χώμα. Αμέσως ανακάθησε, συμμάζεψε το φόρεμα και σκέπασε τον μηρό της, μεριμνώντας περισσότερο για την σεμνότητα από ό,τι για τους πόνους. Κατόπιν ζήτησε μια βελόνα, έσφιξε τα σχισμένα της ενδύματα και έδεσε τα μαλλιά της, γιατί δεν άρμοζε στην μάρτυρα του Χριστού να εμφανιστεί με ακατάστατα μαλλιά, ώστε να μην φανεί ότι πενθεί την ώρα τής νίκης της.
Στην συνέχεια οι δύο γυναίκες οδηγήθηκαν εκτός του αμφιθεάτρου για να τους δοθεί το χαριστικό πλήγμα μαζί με τους άλλους μάρτυρες. Ο όχλος, όμως, που διψούσε για αίμα απαίτησε να θανατωθούν οι μάρτυρες εντός της αρένας. Οι άγιοι προσήλθαν μόνοι τους στο κέντρο του αμφιθεάτρου, αντάλλαξαν μεταξύ τους τον ασπασμό τής ειρήνης και παραδόθηκαν σιωπηλά στο ξίφος, σαν να είχαν ήδη μεταφερθεί στον ουρανό. Όπως προείδε στο όραμά της η Περπέτουα, το ξίφος τού μονομάχου δεν βρήκε με την πρώτη το καίριο σημείο και την έπληξε στα πλευρά. Τότε πήρε η ίδια το τρεμάμενο χέρι του δημίου και κατηύθυνε το ξίφος στον λαιμό της.
Θυσιασμένοι έτσι σαν αθώα πρόβατα για τον Χριστό, τον Αμνό τού Θεού, οι άγιοι αυτοί μάρτυρες εισήλθαν στην αιώνια δόξα.
[Το θαυμάσιο Μαρτύριό τους είναι ένα από τα σπάνια κείμενα για τους μάρτυρες της Β. Αφρικής που σώζεται στα ελληνικά· βλ. Τα Μαρτύρια των αρχαίων Χριστιανών, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1978, σσ. 252-293]
(Πηγή: «Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος, Φεβρουάριος, σ. 10-13)

από Άλλη Όψις

Ο Εσταυρωμένος με το κατεβασμένο χέρι...



Του Σπύρου Κυρίτση


Ένας Ρουμάνος γέροντας μου διηγήθηκε την εξής ιστορία:
Κάπου στην Ισπανία σε ένα εξομολογητήριον υπάρχει ένας Εσταυρωμένος με περίεργη στάση, με το ένα χέρι καρφωμένο στο Σταυρό και το άλλο κατεβασμένο παράλληλα με το σώμα. Τον συνοδεύει μια μικρή ιστορία.
Παλιά βρισκόταν σε ένα εξομολογητήριον όπου εξομολογούσε ένας πνευματικός. Μία ημέρα,πήγε για εξομολόγηση ένας πιστός, ο οποίος με πόνο ψυχής του εξομολογήθηκε ένα βαρύτατο αμάρτημα. “Πω πω παιδάκι μου πώς το έκανες αυτό το πράγμα! Σε παρακαλώ να μην το ξανακάνεις” είπε ο ιερέας ο οποίος του διάβασε τη συγχωρητική ευχή έχοντας αποσπάσει την υπόσχεσή του ότι δε θα ξαναπέσει σε αυτό το μεγάλο αμάρτημα.
Μετά από κάποιο καιρό, ξαναήρθε ο πιστός. Μη μπορώντας να σηκώσει το βλέμμα του από το έδαφος αποκάλυψε στον εξομολόγο ότι ξανάπεσε στο ίδιο αμάρτημα παρόλες τις προσπάθειές του. Ο εξομολόγος αρχικά δεν ήθελε να συγχωρέσει τον πιστό. “Είναι πολύ μεγάλο το αμάρτημά σου, πήρα μεγάλη ευθύνη διαβάζοντάς σου τη συγχωρητική ευχή. Δεν ξερω αν πρέπει να σε ξανασυγχωρέσω.” Επειδή όμως ο πιστός έδειχνε μεγάλη μεταμέλεια, έκλαιγε, παρακαλούσε και έδινε υποσχέσεις ότι θα προσπαθήσει περισσότερο και δε θα ξαναπέσει στο αμάρτημα αυτό, πείστηκε και τον συγχώρεσε.
Μετά από αρκετό καιρό φάνηκε πάλι ο πιστός εκείνος. “Μη μου πεις!” Αναφώνησε ο ιερέας!Και όμως το είχε ξανακάνει. Όσα παρακάλια και αν έκανε με συντριβή ψυχής ο πιστός ο ιερέας δε δέχτηκε να τον συγχωρέσει. “Έχω πάρει ήδη μεγάλη ευθύνη, ρισκάρω την ψυχή μου και εσύ δε δείχνεις ότι θα μπορέσεις να μην το ξανακάνεις. Δε μπορώ να σε συγχωρέσω.” Ο πιστός επέμενε με κλάματα αλλά ο πνευματικός έμεινε ανένδοτος. Και αφού σηκώθηκε να φύγει απογοητευμένος ο πιστός, ο πνευματικός δέχτηκε ένα ισχυρό χτύπημα στην πλάτη και ακούστηκε μια αυστηρή φωνή:
“ΔΕ ΣΤΑΥΡΩΘΗΚΕΣ ΕΣΥ ΓΙ’ΑΥΤΟΝ!”
Τη συνέχεια την καταλαβαίνετε τόσο για τον πνευματικό όσο και για τον πιστό, που ένιωσε πραγματικά την αγάπη και τη συγχωρητικότητα του Χριστού μας.
Ο Εσταυρωμένος έμεινε σ’αυτή τη στάση για να θυμίζει αυτό το περισταστικό σε όσους Τον προσκυνούν μέχρι και σήμερα.
Η αγάπη του Χριστού μας μας καταδιώκει, ας ανταποκριθούμε, ας εξομολογηθούμε με ειλικρινή μετάνοια και ας κάνουμε φέτος την αρχή για να ζήσουμε την πραγματική Ανάσταση!
Αμήν!

Τρίτη, Ιανουαρίου 30, 2018

Οι Τρείς Ιεράρχες αγίασαν τα Γράμματα

Η λογοκρατούμενη εποχή μας, η δώσασα «βιβλίον αποστασίου» εις την μυστικήν ζωήν, θέλει να βλέπη εις τους «Τρεις Ιεράρχας» τους ανθρώπους των γραμμάτων, τους εραστάς της κλασσικής σοφίας, τους συνδυάσαντας ή συμφιλιώσαντας τον Χριστιανισμόν με τα Ελληνικά γράμματα.
Και ναι μεν η κλασσική τους παιδεία είναι σημαντικωτάτη. Και ο ελληνικός λόγος , ολολαμπής από τας αστραπάς της μεγαλοφυΐας των, ακτινοβολεί εις τα συγγράμματά των.
Εκείνο όμως, που τους καθιστά «τρεις μεγίστους φωστήρας της Τρισηλίου Θεότητος», δεν είναι τα γράμματα, αλλά η αγιότης των. Αυτή, που ελάμπρυνε τον ελληνικόν λόγον. Και από διανοητικόν τον μετουσίωσεν εις πνευματικόν διό και θέλγοντα τας καρδίας των πιστευόντων.

Και πρέπει να είπωμεν αμέσως, ότι χωρίς την αγιότητα της ψυχής, δεν θα ήσαν παρά φιλόσοφοι ή θεολογούντες, ανίκανοι να ανέλθουν εις τας κορυφάς της «γνώσεως», όπου έφθασαν. Και η θεολογία των, δεν θα διετήρει μέχρι σήμερον το κύρος της, εάν δεν κατηυγάζετο από τας ακτίνας του Αγίου Πνεύματος.
Ακριβώς διά τούτο, ο μεν εις ονομάζεται υπό της Εκκλησίας Θεολόγος. Οδέ έτερος αναγνωρίζεται Ουρανοφάντωρ. Και εις τον τρίτον, αποδίδεται ο τίτλος του Χρυσοστόμου. Ονόματα μεγάλα, μοναδικά, ανεπανάληπτα.
+ Θεόκλητος μον. Διονυσιάτης

Δευτέρα, Ιανουαρίου 29, 2018

Γερ.Φιλόθεος Ζερβάκος-Περί Ταπεινώσεως



Τοιαύτην ταπείνωσιν είχον οι Άγιοι και εξόχως ο Πατριάρχης Αβραάμ, ο οποίος συνομιλών με τον Θεόν έλεγε: «ήγημαι δε εμαυτόν γην και σποδόν». Και ο Προφητάναξ Δαβίδ έλεγε· «εγώ δε ειμι σκώληξ και ουκ άνθρωπος, όνειδος ανθρώπου και εξουθένημα λαού». Ο Απόστολος Παύλος ωνόμαζε εαυτόν ελάχιστον των Αποστόλων, αμαρτωλότερον πάντων, έκτρωμα της φύσεως. Ωσαύτως και πάντες οι Άγιοι. Αληθής ταπείνωσις είναι, ωσαύτως, το να συναισθάνεταί τις τας αμαρτίας του. Τοιαύτην ταπείνωσιν έδειξεν ο Τελώνης ο οποίος, συναισθανόμενος τας αμαρτίας του μετά στεναγμών και δακρύων, έλεγεν· «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ».
Εξωτερική ταπείνωσις, υποκριτική, ψευδής είναι το να φαίνεται κάποιος εξωτερικώς ταπεινός, να προσποιείται το πρόβατον και εσωτερικώς να είναι λύκος. Τοιαύτην ψευδή και υποκριτικήν ταπείνωσιν την βδελύσσεται ο Κύριος καθώς είναι φανερόν εις το Ευαγγέλιον…
Κατά την β΄ παρουσίαν, όταν έλθη ο Υιός του Θεού να κρίνη τον κόσμον και να αποδώση εις κάθε ένα κατά τα έργα του, τότε οι Άγιοι Απόστολοι και οι Προφήται θα δείξουν τους πόνους, τους αγώνας, τους ιδρώτας του κηρύγματος, τους διωγμούς, τας εξορίας, τας φυλακίσεις, τους θανάτους που υπέμειναν δια τον Χριστόν. Οι Μάρτυρες θα δείξουν τα αίματα που έχυσαν δια την αγάπην του Χριστού. Οι Όσιοι τα δάκρυα, τας προσευχάς, τας χαμευνίας, τας νηστείας, τας στερήσεις. Οι δίκαιοι και ελεήμονες τας δικαιοσύνας και ελεημοσύνας, ημείς τι θα δείξωμεν; Εάν ευρεθώμεν τότε, αγαπητοί μου, ωσάν άκαρπα δένδρα, θα υποστώμεν την φοβεράν καταδίκην την οποίαν προανήγγειλεν εις το Ιερόν Ευαγγέλιον ο Τίμιος Πρόδρομος· «Παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται»  (Ματθ. γ΄ 10). Πριν λοιπόν έλθη η φοβερά ημέρα του θανάτου ας φροντίσωμεν να καθαρίσωμεν την ψυχήν μας δια της μετανοίας και εξομολογήσεως και να πλουτίσωμεν τον εαυτόν μας δι’ έργων αγαθών, να κοσμήσωμεν τας λαμπάδας της ψυχής μας δι’ αρετών και προ παντός να ταπεινωθώμεν ενώπιον του Κυρίου δια να μας υψώση. «Ταπεινώθητε ενώπιον του Κυρίου, και υψώσει υμάς» (Ιακ. δ΄ 10). «Ο Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν» (Ιακ. δ΄ 6). Ας βαδίσωμεν, αγαπητοί μου, προθύμως την οδόν της ταπεινώσεως, την οποίαν αυτός ο Κύριος μας εχάραξε και υπέδειξεν.

Κυριακή, Ιανουαρίου 28, 2018

Ο άγιος Ιάκωβος.Βιαστής και δολοφόνος και η δύναμη της μετάνοιας.Ένα σκανδαλο.(28 Ιανουαρίου)



Ένας άγιος δολοφόνος και βιαστής;Θέλει γενναιότητα ψυχής να είσαι χριστιανός και να μην παρασύρεσαι από τα εύκολα ηθικά κριτήρια,όσο αποδεκτά κι αν είναι αυτά από τον πολύ κόσμο.Δεν είναι τυχαίο ότι ο παρών άγιος είναι viral στις ιστοσελίδες πολεμικής κατά του Χριστού και της Εκκλησίας.Γιατί υπάρχει πολύ σκοτάδι εκεί έξω.Ως αντίδοτο λοιπόν φως.Καταλαβαίνετε πόσο φωτεινή,καθαρή και ανεπηρέαστη οφείλει να είναι μια γνήσια χριστιανική καρδιά;Αυτή η καρδιά την οποία ο Χριστός ονόμασε φωτεινό οφθαλμό σαν κάτι σπάνιο και πολύτιμο ανάμεσα στους ανθρώπους.Και δυστυχώς δυσεύρετο.
Από την Πεμπτουσία,αντιγράφουμε:Συνήθως η παρουσίαση του βίου ενός αγίου, στο πνεύμα της απόδοσης τιμής στο πρόσωπό του, ακολουθεί μια γραμμή έξαρσης των προτερημάτων του και των αντοχών του, σε τέτοιο υπερθετικό βαθμό, που δημιουργείται ένα αίσθημα απόστασης στις ψυχές των πιστών: οι ικανότητες του αγίου μοιάζουν ασύλληπτες ή και υπερφυσικές, ώστε κάθε προσπάθεια μίμησής του να δείχνει αδύνατη και απραγματοποίητη. Παράλληλα, δημιουργείται ένα είδος τυποποίησης της πνευματικής ζωής, στο πλαίσιο του οποίου φαίνεται πως η αγιότητα – και συνάμα οι αποδεκτές μορφές διαβίωσης – να υπακούουν σε ορισμένες μόνο προδιαγραφές, έξω από τις οποίες δεν υπάρχει περιθώριο για την εν Χριστώ ελευθερία.
Εκτός από την εγγενή αντίφαση που προφανώς διαπιστώνεται εδώ, μοιάζει να λησμονείται σε αυτή τη γραμμή σκέψης το «σκάνδαλο» (για τον ιουδαϊκό και τον ελληνικό τρόπο αντίληψης των πραγμάτων) του Σταυρού, η επίσης «σκανδαλώδης» είσοδος του ληστή στη Βασιλεία, αλλά και ένα άλλο πλήθος παραδειγμάτων από το σύνολο της εκκλησιαστικής παράδοσης, όπου ανατρέπεται ο πνευματικός νομικισμός, ο ηθικός καθωσπρεπισμός και κάθε στενόχωρη και μικρόψυχη θεώρηση της ζωής του Πνεύματος.
Μια τέτοια ακριβώς περίπτωση, και ίσως γι’ αυτό και όχι και τόσο πολύ γνωστή, είναι αυτή του σήμερα τιμώμενου αγίου. Ο όσιος Ιάκωβος ήταν ένας αναχωρητής που ζούσε για 15 χρόνια ασκούμενος σκληρά σε μια σπηλιά κοντά σε μια κωμόπολη που ονομαζόταν Πορφυριώνη. Ήταν μάλιστα τόσο αυστηρός και ικανός, που κάποτε συνέβη το εξής: Μια ομάδα αναιδών ανθρώπων θέλησε να τον περιπαίξει και πλήρωσαν μια πόρνη για να τον επισκεφτεί. Εκείνη πράγματι μπήκε ορμητικά στη σπηλιά του, παρακινώντας τον να αμαρτήσει μαζί της. Ο όσιος έμεινε ψύχραιμος, τη δίδαξε και κατάφερε να την κάνει να μετανοήσει για τις πράξεις και το βίο της.
Κανένας άνθρωπος όμως δεν μπορεί να μείνει απρόσβλητος από τις επιθέσεις του πειρασμού και αυτό θα πρέπει να το θυμούνται διαρκώς, κυρίως εκείνοι που νομίζουν ότι είναι σταθερά ενάρετοι. Μόνο έτσι δεν θα απελπισθούν όταν έλθουν οι δύσκολες ώρες της δοκιμασίας, και θα καταφέρουν να μετανοήσουν, όπως επισημαίνει ο άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης, παραδίδοντας το βίο του εν λόγω αγίου.
Συνέβη λοιπόν το εξής: Ένας μεγάλος άρχοντας της περιοχής είχε μια κόρη που ταλαιπωρούνταν από δαιμόνιο και την πήγε στον όσιο να τη γιατρέψει. Ο ασκητής άγιος όντως την απάλλαξε από αυτό, αλλά ο πατέρας της ήθελε να την αφήσει στο σπήλαιο μαζί του, φοβούμενος μήπως το δαιμόνιο επιστρέψει. Μάλιστα, άφησε στον όσιο και το γιο του επίσης, θέλοντας από ευλάβεια να δώσει στα παιδιά του το καλύτερο δυνατό πρότυπο διαπαιδαγώγησης.
Κάποτε όμως, ο εγκρατής ασκητής, αυτός που μπόρεσε να αντισταθεί παλιότερα στον πειρασμό της πόρνης γυναικός, δεν κατάφερε να συγκρατηθεί και όρμησε στην κοπέλα και τη βίασε. Θολωμένος δε από το πάθος του και φοβούμενος το σκάνδαλο που θα ξεσπούσε εναντίον του, σκότωσε το ίδιο το κορίτσι αλλά και τον αδελφό της, για να μην αποκαλύψουν την πράξη του. Στη συνέχεια πέταξε τα πτώματά τους σε έναν ποταμό του τόπου εκείνου. Πλήρως απελπισμένος, εγκατέλειψε τη σπηλιά του και αποφάσισε να επιστρέψει στον κόσμο.
Στο δρόμο όμως συνάντησε ένα μοναχό, ο οποίος τον συμβούλεψε να ασκηθεί ακόμη σκληρότερα για να εξιλεωθεί στα μάτια του Θεού. Κλείστηκε λοιπόν σε ένα τάφο και εκεί έμεινε προσευχόμενος και κακοπαθώντας. Ο Θεός δεν θέλησε να τον αφήσει χωρίς σημάδι αποδοχής της μετάνοιάς του και ακολούθησε το εξής γεγονός: Στην Πορφυριώνα έπεσε μεγάλη ξηρασία και ο Επίσκοπος πληροφορήθηκε ότι μόνο αν δεχόταν ο Ιάκωβος να προσευχηθεί, θα ξανάβρεχε και πάλι. Έτσι, ο Επίσκοπος μετέβη στον τόπο της άσκησης του Ιακώβου, επικεφαλής πλήθους λαού παρακαλώντας τον να προσευχηθεί. Εκείνος δέχθηκε, και οι ουρανοί έριξαν το πολύτιμο νερό τους και μαζί το εξίσου πολύτιμο σημάδι ότι ο Θεός δέχεται τη μετάνοια του αμαρτήσαντός, οσοδήποτε βαρύ και αν ήταν το παράπτωμά του!
Ο Ιάκωβος, μετά από το ευοίωνο σημείο, πρόσθεσε και άλλους κόπους στον εγκλεισμό του και παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριο, ζώντας για μια δεκαετία συνολικά στην κατάσταση αυτή της έσχατης κακοπάθειας.

Φαρισαϊκή δικαιοσύνη και τελωνικός στεναγμός



O Φαρισαίος με τον τρόπο που προσευχόταν έδειξε πώς ζούσε μια δαιμονιώδη πνευματικότητα, μια διεστραμμένη πνευματική κατάσταση, που ήταν αλύτρωτη. Ο Τελώνης με την προσευχή "ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ" (Λουκ. ιη’, 13) έδειξε την πνευματική του υγεία, γι’ αυτό "κατέβη δεδικαιωμένος" (Λουκ. ιη’, 14). Όσο κανείς επιδιώκει μόνος του να δικαιώση τον εαυτό του, τόσο και αποκόπτεται από την λύτρωση, ενώ όσο κανείς μαστιγώνει ανηλεώς τον εαυτό του, θεωρώντας τον ανάξιο του θείου ελέους, τόσο γίνεται δέκτης της Θείας Χάριτος.

Πάντοτε η φαρισαϊκή δικαιοσύνη είναι έξω από την ατμόσφαιρα της θείας Χάριτος, γιατί είναι μια ευσεβιστική κατάσταση. Εδώ πρέπει να κάνουμε την διάκριση μεταξύ του ευσεβούς και του ευσεβιστού, γιατί η περίπτωση του Φαρισαίου και όλων των δια μέσου των αιώνων Φαρισαίων υπενθυμίζει τον ευσεβιστή.

Κατ’ αρχάς πρέπει να υπογραμμισθή ότι η ευσέβεια δεν είναι μια εξωτερική παρουσίαση, αλλά η ένωσή μας με το Χριστό και δι’ Αυτού με όλη την Παναγία Τριάδα. Ο Απόστολος Παύλος ταυτίζει το μυστήριο της ευσεβείας με την ενανθρώπηση του Χριστού. "Και ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον, Θεός εφανερώθη εν σαρκί, εδικαιώθη εν Πνεύματι, ώφθη αγγέλοις, εκηρύχθη εν έθνεσιν, επιστεύθη εν κόσμω ανελήφθη εν δόξη" (Α' Τιμ. γ', 16)169.

Επομένως η ευσέβεια δεν είναι ανθρώπινη εκδήλωση και ενέργεια αλλά ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Από την αρχή αυτή ξεκινώντας μπορούμε να πούμε ότι ο ευσεβιστής έχει μερικές επιφανειακές αρετές και κάνει μερικά εξωτερικά έργα "πρός το θεαθήναι τοις ανθρώποις". Οι αρετές του δεν είναι καρπός της εν Χριστώ ζωής, δεν γίνονται μέσα στο κλίμα της μετανοίας, αλλά είναι ανθρώπινα έργα που γίνονται στην προσπάθειά του να προβληθή. Αντίθετα τα έργα και οι αρετές του ευσεβούς είναι καρπός του Παναγίου Πνεύματος, αποτέλεσμα της ενώσεώς του με τον Χριστό. Δηλαδή οι αρετές έχουν ένα βαθύ θεολογικό νόημα. Δεν είναι ένας φυσικός τρόπος ζωής, ή μια συνήθεια, αλλά δώρα και χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, που δίνονται στον άνθρωπο εκείνο που με την εργασία των εντολών του Θεού υπέταξε το σώμα στην ψυχή και την ψυχή στον Θεό. Έτσι στον ευσεβιστή όλες οι πράξεις είναι ανθρώπινες, είναι πράξεις "τής αυτόνομης ηθικής δεοντολογίας", ενώ στον ευσεβή όλες οι πράξεις είναι θεανθρώπινες.

Ύστερα από αυτήν την διάκριση γίνεται αντιληπτό ότι τα έργα αυτά καθ’ εαυτά δεν δικαιώνουν τον άνθρωπο, γιατί "καλές πράξεις" μπορούν να κάνουν όλοι οι αιρετικοί και όλα τα ανθρώπινα αλύτρωτα συστήματα, χωρίς όμως να εξασφαλίζουν την σωτηρία. Όσες "καλές πράξεις" δεν γίνονται μέσα στο κλίμα της μετανοίας, αλλά με το πνεύμα της αυτοδικαιώσεως, χωρίζουν περισσότερο τον άνθρωπο από τον Θεό. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς διδάσκει πώς "τού Θεού μη ενεργούντος εν ημίν πάν το παρ’ ημών γενώμενον αμαρτία". Μπορεί κάποιος να κάνη ελεημοσύνη, να εξασκή την εγκράτεια κλπ. αλλ’ επειδή δεν έχει το πνεύμα της ταπεινώσεως και δεν συνδέεται μυστηριακά με την Εκκλησία, είναι χωρισμένος από τον Θεό και συνεπώς όλη του η ζωή (έστω κι αν είναι εγκρατής) είναι αμαρτωλή.

Επομένως, τα καλά έργα αυτά καθ’ εαυτά ούτε δικαιώνουν ούτε καταδικάζουν τον άνθρωπο, αλλά η δικαίωση και η καταδίκη ρυθμίζεται από την σχέση του με τον Θεάνθρωπο Χριστό. Σαν παράδειγμα έχουμε τους δυο ληστάς στον Γολγοθά. Ο ένας σώθηκε όχι για τα καλά του έργα, αφού ήταν εγκληματίας, αλλά γιατί ομολόγησε τον Χριστό. Και ο άλλος καταδικάσθηκε όχι για τα εγκληματικά του έργα, αφού δεν ήταν χειρότερος από τον άλλο, αλλά γιατί βλαστήμησε τον Χριστό. Άρα την σωτηρία μας την ρυθμίζει η σχέση μας με τον Χριστό και την αγία Του Εκκλησία, το Σώμα Του.

Πρέπει να σημειωθή ότι αυτός που ενώνεται με τον Χριστό και Τον ομολογεί κάνει έργα, αλλά αυτά είναι καρποί του Παναγίου Πνεύματος, για τα οποία δεν αισθάνεται την ανάγκη, σαν το Φαρισαίο, να καυχηθή. Με αυτόν τον τρόπο δείχνει ότι ζη το πνεύμα της σωτηρίας και είναι άγιος. Διότι η αγιότητα δεν είναι μια ηθική έννοια, αλλά οντολογική, υπαρκτική, δηλαδή είναι συμμετοχή στην βίωση της μετανοίας, στην εκζήτηση και ένωση με την Χάρη του Χριστού.

Ο Φαρισαίος της παραβολής εκφράζει άριστα τον δυτικό Χριστιανισμό με την πληθωρική κοινωνική εργασία, αποξενωμένη όμως από την εσωτερική ζωή, ενώ ο αλάλητος στεναγμός του Τελώνου εκφράζει την εσωτερική ζωή της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ορθόδοξοι είναι εκείνοι που υπερβαίνουν την Φαρισαϊκή δικαιοσύνη, την δικαίωση των έργων και την αυτοδικαίωση καί, σαν τον Τελώνη, ζητούν το έλεος του Θεού. Είναι εκείνοι που διακρίνονται για την μεγάλη αρετή της αυτομεμψίας. Πρέπει να σημειωθή ότι η αυτομεμψία ή όπως λέγει ο Μ. Βασίλειος η πρωτολογία (νά λέμε εμείς τον πρώτο λόγο εναντίον του εαυτού μας) είναι ουσιώδες στοιχείο του ορθοδόξου ήθους. Επειδή είναι πάντοτε συνδεδεμένη με την ταπείνωση της ψυχής, γι’ αυτό εκείνος που έχει αυτή την αρετή δείχνει την παρουσία της θείας Χάριτος. Η αυτομεμψία είναι η "αφανής προκοπή" κατά τους αγίους Πατέρας. Δεν αφήνει περιθώρια να δημιουργηθή το άγχος και όλα τα ψυχολογικά συμπλέγματα για τα οποία μιλάει η σύγχρονη ψυχολογία, η οποία άλλωστε είναι δημιούργημα του κλίματος της αυτοδικαιώσεως και της Φαρισαϊκής δικαιοσύνης του δυτικού Χριστιανισμού. Αυτή η διαφορά εκφράζεται και στον τρόπο λατρείας. Οι Ορθόδοξοι στα τροπάριά μας μιλάμε για αμαρτία και ζητούμε το έλεος του Θεού, ενώ οι δυτικοί και η δυτικοποιημένη θρησκευτικότητα αρέσκονται στα "τραγουδάκια" που είναι εμποτισμένα στην αυτοδικαίωση.

Από το βιβλίο "΄Οσοι Πιστοί", Μητρ. Ιερόθεου Βλάχου 

Βρισκόμαστε ενώπιον δύο ανδρών και ο Χριστός μας ρωτά: Ποιός είσαι...


Ὁ Τελώνης εἶχε συναίσθηση τῆς ἀναξιότητάς του, ὅτι ἦταν ἀνάξιος νὰ παρουσιαστεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐπίσης ὅτι ἦταν εὐπρόσδεκτος στὴν συντροφιὰ ἀξιοσέβαστων ἀνθρώπων, ποὺ ὁ Θεὸς θὰ ἀποδεχόταν. Ἦλθε στὴν πόρτα τοῦ Ναοῦ καὶ δὲν μποροῦσε νὰ διασχίσει τὸ κατώφλι γιατὶ γνώριζε ὅτι σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο τὸν ἀκάθαρτο, τὸν μολυσμένο, τὸν βεβηλωμένο ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἁμαρτία, ἀπὸ τὸ αἷμα καὶ τὸ κακό σὲ ὅλες του τὶς μορφὲς, ὁ Ναὸς ἦταν ἕνας τόπος ἀφιερωμένος μόνο στὸν Θεό. Ὅλος ὁ ὑπόλοιπος κόσμος, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω μιὰ φράση τοῦ Σατανᾶ ποὺ πείραξε τον Κύριο, ὅλο τὸν ὑπόλοιπο κόσμο «τὸν παρέδωσε ὁ ἄνθρωπος σ’ ἐμένα». Ἀλλὰ ὁ ναὸς εἶναι ἕνας χῶρος ὅπου ἄνθρωποι τῆς πίστης, ἀδύναμοι ἀλλὰ μὲ πίστη στὸν Θεὀ, εἶναι ἀποκομμένοι ἀπὸ τοῦτο τὸ βασίλειο τοῦ τρόμου ποὺ εἶναι τὸ δράμα τῆς Θεϊκῆς ὀμορφιᾶς, τῆς κατοικίας τοῦ Ἑνὸς ποὺ δὲν ἔχει τόπο νὰ «κλίνει τὴν κεφαλή», σ’ ἕναν κόσμο ποὺ τὸν ἔκλεψαν ἀπ’ Αὐτὸν καὶ παραδόθηκε στὰ χέρια τοῦ ἀντιπάλου.

Ὁ Τελώνης στάθηκε στὴν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ, γνώριζε ὅτι ἀνῆκε στὸ βασίλειο τοῦ κακοῦ, καὶ δὲν μποροῦσε νὰ εἰσέλθει στὸν ἱερὸ χῶρο τοῦ Θεοῦ· καὶ ὅμως, ἔνοιωσε τὴ διαφορά, ὁ τρόμος τὸν συνεῖχε καὶ μιὰ αἴσθηση λατρείας γιὰ τὸ βασίλειο τοῦ Θεοῦ. Χτυποῦσε τὸ στῆθος του ζητώντας ἔλεος γιατὶ δὲν μποροῦσε νὰ ἐλπίζει καὶ νὰ ὑπολογίζει σὲ τίποτα ἄλλο. 

Καὶ ὁ Φαρισαῖος στάθηκε στὸ μέσον τῆς Ἐκκλησίας· εἶχε μπεῖ στὸ ναὸ καὶ εἶχε πάρει τὴ θέση του ἐκεῖ σὰν κάποιος ποὺ εἶχε τὸ δικαίωμα νὰ βρίσκεται ἐκεῖ. Γιατί; Ὄχι ἐπειδὴ ἦταν ἕνας ἄνθρωπος μὲ ἁγνὴ καρδιά, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἦταν πιστὸς στὸν κάθε τυπικὸ κανόνα ποὺ εἶχε καθιερωθεῖ ἀπὸ τὴ Συναγωγή, ὄπως ἕνας ἀριθμὸς ἀπὸ ἐμᾶς εἶναι πιστὸς στοὺς ἐξωτερικοὺς τύπους τῆς ζωῆς ποὺ δὲν μᾶς ἀγγίζουν κἄν, ποὺ δὲν φτάνουν στὴν καρδιά μας, ποὺ δὲν δίνουν νέο σχῆμα καὶ νόημα στὶς σκέψεις μας. 

Ἔτσι πάλι, βρισκόμαστε ἐνώπιον δύο ἀνδρῶν καὶ ὁ Χριστὸς μᾶς ρωτᾶ: ποιὸς εἶσαι; Εἶσαι κάποιος ποὺ συναισθάνεται τόσο βαθιὰ τῆν ἱερότητα τοῦ Θεοῦ, ποὺ γνωρίζει ὅτι, ἐκτὸς ἀπὸ ἕναν Θεὸ ποὺ θὰ κατέβαινε στὴ γῆ γιὰ νὰ μᾶς θεραπεύσει καὶ νὰ μᾶς σώσει, δὲν θὰ ὑπῆρχε τρόπος νὰ Τὸν προσεγγίσουμε. Ἤ εἴμαστε σὰν τὸν Φαρισαῖο ποὺ θὰ ἔλεγε στὸν Θεό, ποὺ θὰ Τοῦ ἔλεγε κατάμουτρα: Ἔκανα ὅ,τι ἦταν γραμμένο νὰ γίνει. Δὲν ἔχεις κάτι νὰ μοῦ ζητήσεις! … Δὲν εἴμαστε τόσο ὑπερήφανοι ὅπως ὁ Φαρισαῖος, οὔτε ἔχουμε τὸ σταθερὸ θάρρος νὰ εἴμαστε τόσο πιστοὶ ὅσο ἦταν ἐκεῖνος στὴν πλήρη τήρηση τοῦ γράμματος τοῦ νόμου. 

Ἄς ἀναρωτηθοῦμε λοιπὸν: μιμούμαστε τὸν Φαρισαῖο στὰ ἔργα του, ἐξωτερικὰ πιστοὶ στὰ δόγματα τῆς Χριστιανικῆς μας πίστης; Καὶ πέρα ἀπὸ αὐτὸ, ἐπιτρέπουμε στὴν πίστη μας νὰ μεταστρέψει τὴν καρδιά μας, νὰ κυβερνᾶ τὴν θέληση μας, καὶ νὰ φωτίζει τὸ νοῦ μας; 

Αὐτὴν τὴν ἐργασία μᾶς προσφέρει τὸ σημερινό Εὐαγγέλιο. Σκεφτεῖτε το. Θὰ εἶναι ἕνα ἀκόμα βῆμα γιὰ νὰ πάρουμε μιὰν ἀπόφαση ὥστε νὰ μὴν καταδικαστοῦμε.


+μητροπ. Αντώνιος της Σουρόζ

πηγή και απόδοση ΑΓΙΑ ΖΩΝΗ

Σάββατο, Ιανουαρίου 27, 2018

Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου: Λατρεία ορθή-υπόθεση Τριωδίου

τελώνης και φαρισαίος, ι.μ.ν σωτήρος καλύμνου

Και πάλιν Τριώδιο και πάλι Τελώνης και Φαρισαίος και πάλι η ορθή προσευχή και  υψοποιός ταπείνωση και έλεγχος του κομπασμού και καιρός μετανοίας και διόρθωση βίου και πάλι καρδία συντετριμμένη και πάλι συντριβή των υπερηφάνων και πάλι διατριβή αγιότητας.

Λέει ο νηπτικός διδάσκαλος αββάς Ισαάκ ότι θέλει να μιλήσει για την ταπείνωση και αισθάνεται συστολή, διότι η ταπείνωση είναι αυτή η ίδια η στολή της θεότητας. Και ναι! Πράγματι. Με την ταπείνωση ο Υιός και Λόγος του Θεού ντύθηκε για να συναναστραφεί με τους ανθρώπους. Όχι μέσα σε αστραπές και βροντές και γνόφο όπως παλιά, αλλά με την χοϊκή ανθρώπινη φύση, ήρεμα. Σκήνωσε ανάμεσα μας και μοιράστηκε το ψωμί μας. Και με αυτή την ταπείνωση, ένδυμα και όχημα έπαθε, σταυρώθηκε, πέθανε και ετάφη για την σωτηρία μας.

Πώς να εισακουστούν και να εκτιμηθούν τα λόγια του αββά Ισαάκ σήμερα; Σήμερα η ταπείνωση θεωρείται ταπεινολογία, φαρισαϊσμός, αδυναμία, δειλία.Δεν διακρίνουμε την παρρησία από το θράσος, αλλά ούτε και τον εξευτελισμό και την ένοχη σιωπή από την αληθινή ταπείνωση. Η ταπείνωση στον άνθρωπο σε αντίθεση με τον ταπεινούντα εαυτόν εως γης Χριστόν,  έχει και σχήμα και ενέργεια εσωτερικά κυρίως. Κοσμεί τον μέσα άνθρωπο. Η ταπεινοσχημία όμως η οποία συνηθίζεται και στις μέρες μας, ως εύκολος και γλυκύς πειρασμός, δεν διαφέρει από αυτή την κομπαστική υπερηφάνεια που έκανε τον Φαρισαίο "άγιο" και δικαιούντα εαυτόν. Γι'αυτό και οι πραγματικά ταπεινοί είναι και δυσδιάκριτοι, αλλά και σε έναν κόσμο αυτοπροβολής και επιδεικτικής θρησκευτικότητας, καλά κρυμμένοι.Οι άγιοι όταν από τον Θεό φανερή γινόταν  η αρετή τους έφευγαν από τόπο σε τόπο,για να μην τους καταλάβει το δαιμόνιο της κενοδοξίας και άλλοι  επιδείκνυαν αχαρακτήριστες και σκανδαλώδεις συμπεριφορές για να κρύψουν την αγιότητα τους.Αυτή είναι η μεγαλειώδης ταπείνωση πού δεν χωρεί αμφισβήτηση παρά μόνο διακριτικώς θαυμασμό και σεβασμό και είναι αποκεκαλυμμένη μόνο σε αυτόν ο οποίος την ασκεί και την γνωρίζει. Είναι αυτές οι ευλογημένες ψυχές οι οποίες την φέρουν,που καταφέρνουν να ξεχνούν κάθε αρετή και να αποκλείουν ακόμα κάθε δυνατότητα σωτηρίας για τον εαυτό τους.Είναι αυτοί οι οποίοι "τρίφτηκαν" στην ορθόδοξη βιοτή και άσκηση.

Φυσικά το μόνο μήνυμα της αυριανής Κυριακής δεν είναι μόνον η ταπείνωση ως αυτοσκοπός, αλλά και το ορθόν μέσον , η ταπείνωση ως ευάρεστη στον Θεό προσευχή. Γιατί το Τριώδιο από την προσευχή δύο ανθρώπων στον Ιερό τόπο, στον ναό αρχίζει.Μας ανοίγει το Τριώδιο τα βημόθυρα του Ναού. Μας εισοδεύει στην λειτουργική ζωή. Υπόθεση του Τριωδίου είναι λοιπόν η ορθή λατρεία.Αν οι αρχαίοι προσέφεραν στο θείο θυσίες και ολοκαυτώματα, η δική μας λατρεία ορίζει μοναδική και ευάρεστη θυσία "καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην" μπροστά στον Θεό. Η ορθόδοξη λατρεία είναι θέατρον και δράμα, αλλά και "ανάμνησις" της μοναδικής ταπεινώσεως. Η Φάτνη, ο Γολγοθάς, ο Τάφος, η Ανάσταση,οι ζωντανές αποδείξεις της  Κένωσης του Θεού είναι έμπροσθεν μας και μας διδάσκουν, μας μυούν στο μυστήριο και το ήθος της ταπείνωσης, με Μυσταγωγό αυτόν τον ίδιο τον Αμνό του Θεού, τον πράο και ταπεινό τη καρδιά και εαυτόν ταπεινώσαντα και κενώσαντα εως θανάτου, θανάτου δε Σταυρού.Είναι και άσκηση πνευματική, είναι νηστεία αληθινή, είναι αρμονία ώστε ψυχή και σώμα να γίνουν όργανο ένα και μοναδικό για να αποδίδει ασταμάτητη λατρεία στον Θεό.Προσευχή λατρευτική και προσευχή βίου, ζώσα προσευχή ανθρώπου εναρμονισμένου όλου με την λατρεία του Θεού, μέσα από το ήθος, τις πράξεις, τις σκέψεις του.Γιατί το Τριώδιο είναι η αναγέννηση μας, η αναβάπτιση μας στο γνήσιο ορθόδοξο ήθος, η κλήση μας για μια αυθεντική ορθόδοξη φυσιολογία πνευματικού ανθρώπου.

Αρχίζει το Τριώδιο με αναφορά την λατρεία και καταλήγει με αναφορά στην ανάσταση, το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου. Τέρμα Τριωδίου το Πανάγιο Μνήμα.Και ο τάφος ως τερματικός σταθμός και αναφορά, είναι και αυτός σημείο μέγα. Αν δεν θάψουμε το εγώ και τα πάθη μας, δεν θα δούμε συνανάσταση με τον Χριστό. Έτσι όπως το είπε ο Κύριος. Σπόρος το θέλημα πού χρειάζεται να νεκρωθεί , κάτω, χαμηλά, ταπεινά, με αφάνεια κρυφά, στο χώμα . Γιατί αλλιώς δεν θα ξεπεταχτεί το αναστάσιμο σιτάρι.Το στοίχημα λοιπόν είναι η νέκρωση της αμαρτίας για να δούμε την Ανάσταση, νέκρωση τελωνική και όχι εντύπωση και ψευδαίσθηση φαρισαϊκή.Θέλει γενναιότητα ψυχής για να μπούμε στο Τριώδιο.Γενναιότητα να απορρίψουμε όλα αυτά που αγαπάμε και συνηθίζουμε. Να βγούμε από τον εαυτό μας. Να μονωθούμε στην έρημο, ζώντας παράλληλα την κοινωνία των ανθρώπων.Το τριώδιον είναι μια δέσμευση για επιστροφή στον Θεό Πατέρα. Είναι μια χαρά ανεκλάλητη πού βγαίνει μέσα από καμίνι θλίψης και ενδοσκόπησης. Είναι ένα κατανυκτικό πάσχα. Μια μεταμόρφωση ταπεινού σκώληκος μέσα ένα μελανοπόρφυρο κουκούλι κατάνυξης, σε αναστάσιμη ψυχή. 


Η Εκκλησία μέσα στο Τριώδιο όρισε την πυκνή λειτουργική ζωή και προσευχή. Αυτά μας προσδιορίζουν και δίνουν χρώμα και κατεύθυνση στον αγώνα μας. Ας πάρουμε την γενναία απόφαση να τα γνωρίσουμε συνειδητά για να γνωριστούμε εκ νέου με τον Θεό μας...

ππκ 27-1-2018 από παλαιότερα κηρύγματα και κείμενα 

Παρασκευή, Ιανουαρίου 26, 2018

Συμφέρον ήτον εις τον κόσμον να σβύση ο ήλιος, παρά να σιωπήση το στόμα του Ιωάννου!


...Όθεν παρακάλει, αδελφέ, τον Δεσπότην και Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, ο οποίος δεν καταπραΰνει την φουρτούναν ταύτην με τέχνην και δυσκολίαν, αλλά με μόνον το νεύμα και θέλησίν του, διαλύει την ταραχήν. Και αν πολλαίς φοραίς επαρακάλεσες τον Κύριον και δεν εισηκούσθης, μη αμελήσης. Διατί τοιαύτη συνήθεια είναι εις τον φιλάνθρωπον Θεόν, να μη εισακούη παρευθύς, προνοούμενος διά την σωτηρίαν μας. Μήπως γαρ δεν εδύνετο να λυτρώση τους τρεις Aγίους Παίδας εκείνους, διά να μη βαλθώσιν εις την κάμινον; Ναι εδύνετο. Aλλ’ όμως προτίτερα δεν τους ελύτρωσεν. Αφ’ ου δε εκείνοι έγιναν σκλάβοι εις την Βαβυλώνα· και αφ’ ου ερρίφθησαν εις την χώραν των βαρβάρων, και εξωρίσθησαν από την πατρικήν τους κληρονομίαν· και αφ’ ου ερρίφθησαν εις την κάμινον, και απελπίσθησαν από όλους, ώστε οπού καμμία βοήθεια δεν έμεινεν εις αυτούς· τότε δη, τότε ο αληθινός Θεός, αιφνιδίως την θαυματουργίαν εποίησε, και διεσκόρπισε την φωτίαν, οπού ήτον εις την κάμινον των Χαλδαίων. Και λοιπόν, η κάμινος έγινεν Eκκλησία εις τους εν αυτή ευρισκομένους Παίδας. Όθεν και εκάλουν όλα τα κτίσματα, αγγέλους, δυνάμεις, στοιχεία, και έτζι όλα συναθροίζοντες έλεγον· «Ευλογείτε πάντα τα έργα Κυρίου τον Κύριον». Βλέπεις, αδελφέ, πώς η υπομονή των δικαίων, μετέβαλε την φωτίαν εις δρόσον; Και πώς αυτή έπεισε τον τύραννον Ναβουχοδονόσορ, να στέλλη γράμματα εις όλην την βασιλείαν του και να λέγη· «Μέγας είναι ο Θεός Σεδράχ, Μισάχ, και Aυδεναγώ»; Και βλέπε πόσον απότομον και φοβερόν ορισμόν έκαμεν. Όποιος, λέγει, ήθελεν ειπή λόγον εναντίον εις τους τρεις Παίδας, τούτου το οσπήτιον να διαρπάζεται, και τα υπάρχοντά του να γίνωνται αυθεντικά.

...Όταν εξωρίσθηκα από την Κωνσταντινούπολιν, δεν εφρόντιζα διά κανένα πράγμα, αλλά έλεγον ταύτα εις τον εαυτόν μου. Aνίσως θέλη η βασίλισσα να με εξορίση, ας με εξορίση. «Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής» (Ψαλ. κγ΄, 1). Aνίσως θέλη να με πριονίση, ας με πριονίση. Έχω εις τούτο παράδειγμα τον Προφήτην Hσαΐαν. Αν θέλη να με ρίψη εις το πέλαγος, ενθυμούμαι τον Προφήτην Ιωνάν, οπού τούτο έπαθεν. Αν θέλη να με βάλη μέσα εις λάκκον, έχω παράδειγμα τον Προφήτην Δανιήλ, όστις εβάλθη εις τον λάκκον των λεόντων. Eάν θέλη να με λιθοβολήση, έχω τον Πρωτομάρτυρα Στέφανον, οπού τούτο εδοκίμασεν. Αν θέλη να με αποκεφαλίση, έχω υπόδειγμα τον Βαπτιστήν Ιωάννην. Αν θέλη να πάρη τα υπάρχοντά μου, εάν έχω, ας τα πάρη. «Γυμνός εξήλθον εκ κοιλίας μητρός μου, γυμνός και απελεύσομαι» (Ιώβ α΄, 21).


Eις εμένα παραγγέλλει και ο Aπόστολος λέγων· «Πρόσωπον Θεός ανθρώπου ου λαμβάνει» (Γαλ. β΄, 6), και, «ει έτι ανθρώποις ήρεσκον, Xριστού δούλος ουκ αν ήμην» (Αυτόθι 10). Aρματόνει δε με και ο Δαβίδ λέγων· «Eλάλουν εν τοις μαρτυρίοις σου εναντίον βασιλέων, και ουκ ησχυνόμην» (Ψαλ. ριη΄ <46>). Πολλά κατεσκεύασαν εναντίον μου οι μισούντές με. Aλλά όλα τα έκαμαν από τον φθόνον και την κακίαν τους. Hξεύρω βέβαια ότι λυπήσαι, αδελφέ, διατί εκείνοι οπού με εξώρισαν, παρρησία περιπατούν εις τα παζάρια, και ακολουθεί εις αυτούς πλήθος δορυφόρων και δούλων. Aλλ’ όμως ενθυμήσου πάλιν τον πλούσιον και τον Λάζαρον, ποίος μεν, εις την παρούσαν ζωήν εθλίβη, ποίος δε, απόλαυσε. Καί τι γαρ έβλαψε τον Λάζαρον η εδώ πτωχεία; δεν εφέρθη εκείνος εις τους κόλπους του Aβραάμ με δόξαν ωσάν αθλητής και τροπαιούχος;...


Ταύτα σοι, αδελφέ Κυριακέ, γράφομεν από την Κουκουσόν, όπου η βασίλισσα επρόσταξε και εξωρίσθημεν. Πολλαί δε θλίψεις και πειρασμοί απάντησαν εις εμένα κατά τον δρόμον, αλλ’ όμως δι’ αυτάς δεν εφρόντισα. Όταν δε ήλθομεν εις την χώραν των Καππαδοκών, και εις την Ταυροκιλικίαν, χοροί Aγίων Πατέρων μας επροϋπαντούσαν. Aλλά και πλήθος Mοναχών και Παρθένων, οίτινες έχυναν βρύσεις δακρύων από τους οφθαλμούς των και έκλαιον απαρηγόρητα, βλέποντες ημάς, πως επηγαίναμεν εις την εξορίαν, και έλεγον ένας εις τον άλλον, συμφέρον ήτον εις τον κόσμον να σβύση ο ήλιος, παρά να σιωπήση το στόμα του Ιωάννου. Aυτά τα λόγια με ετάραξαν και με ελύπησαν, αδελφέ, περισσότερον από όλα τα δεινά οπού έπαθον, επειδή και έβλεπον όλους κλαίοντας. Διά δε τα άλλα, όσα μοι εσυνέβηκαν, καμμίαν φροντίδα δεν εποίησα. Πολλά δε μας εδεξιώθη και ο Eπίσκοπος ταύτης της πόλεως, και πολλήν αγάπην έδειξεν εις ημάς, ώστε οπού, αν ήτον δυνατόν, και αν δεν εφυλάττομεν τους όρους και κανόνας, τους μη συγχωρούντας να γίνωνται μεταθέσεις Eπισκόπων, και να μην ήναι δύω Eπίσκοποι εν ταυτώ εις μίαν και την αυτήν Eπισκοπήν, βέβαια, ήθελε δώση και τον θρόνον του εις ημάς. Δέομαι λοιπόν και αντιβολώ, απόρριψον, αδελφέ, την λύπην και αθυμίαν από την ψυχήν σου, και ενθυμού και ημάς εις τας προς Θεόν ικεσίας σου.

( από την επιστολήν προς Κυριακόν, απόδοση του αγίου Νικοδήμου του αγιορείτου)

Πέμπτη, Ιανουαρίου 25, 2018

Ο πατέρας της Εκκλησίας


Το μόνο που ήθελε στην ζωή του , όταν τέλειωσε τις λαμπρές του σπουδές, ήταν να απομακρυνθεί στην αγαπημένη του ερημία, για να αφιερωθεί στην προσευχή και τον στοχασμό, μαζί με τον αδελφό Βασίλειο- δύο σώματα, μία ψυχή. Όμως η υπακοή στον πατέρα, τα βάσανα της Εκκλησίας, η μεγάλη ευθύνη τον θέτουν ξανά και ξανά στο κέντρο των εξελίξεων. Θέτει τον εαυτό του και την επιθυμία στο περιθώριο, ανασταίνει την Εκκλησία μέσα από την ορθοδοξία των λόγων του. Τον αγαπούν και τον μισούν με την ίδια ένταση και πάθος οι φίλοι και οι εχθροί. Και αυτός μια ευαίσθητη ψυχή που αγαπά την ειρήνη, αλλά όχι την σιωπή. Πλασμένος για την γραφίδα του ποιητή αναλαμβάνει την βαρειά καλαμο του θεολόγου, την αχάριστη ράβδο του ποιμένα. Και όταν επιτέλους δικαιώνεται και δοξάζεται, μια τεχνική λεπτομέρεια από ανθρώπους μικρόψυχους και βολεμένους- όχι αρειανούς αλλά φευ "ορθοδόξους"- του στερεί τον οικουμενικό θρόνο. Δεν διαμαρτύρεται, δεν φωνάζει, δεν ζητά το δίκιο του.Εκείνη την στιγμή είναι εκείνος πού γέννησε την εκκλησία. Ο πατέρας της. Και οι απόλεμοι του στερούν κάθε ηθική και κανονική προτεραιότητα. Αλλά αυτός, κάνει πέρα και πάλι τον εαυτό του. "Χάρισμα σας και οι θρόνοι και τα βασίλεια", λέγει. Πάνω απ όλα η εκκλησιαστική ειρήνη! Και τρέχει με ανυπόμονη χαρά στην αγαπημένη απομόνωση , στην ησυχία. Αλλά τώρα τα έχει ήδη δώσει όλα στην Εκκλησία. Η ορθοδοξία του τα έχει πάρει όλα. Η προσωπική του ζωή έχει ήδη θυσιαστεί για τους άλλους. Η προσωπική του ζωή, οι πόθοι , οι μεγάλες του αγάπες, τα όνειρα έχουν σβήσει. Όλα τα έδωσε, τίποτα δεν του απέμεινε δικό του να το χαρεί. Γράφει στο τέλος της ζωής του:
Ερωτάς πώς τα ημέτερα. Και λίαν πικρώς. Βασίλειον ουκ έχω, Καισάριον ουκ έχω, τον πνευματικόν αδελφόν και τον σωματικόν. ";Ο πατήρ μου και μήτηρ μου εγκατέλειπόν με";, μετά του Δαβίδ φθέγγομαι. Τα του σώματος πονηρώς έχει, το γήρας υπέρ κεφαλής, φροντίδων επιπλοκαί, πραγμάτων επιδρομαί, τα των φίλων άπιστα, τα της Εκκλησίας αποίμαντα. Έρρει τα καλά, γυμνά τα κακά, ο πλούς εν νυκτί, πυρσός ουδαμού, Χριστός καθεύδει. Τί χρή παθείν; Μία μοι των κακών λύσις, ο θάνατος. Και τα εκείθεν μοι φοβερά, τοις εντεύθεν τεκμαιρομένω...
Ο μεγαλομάρτυρας της αγάπης δύει στην γη πονεμένος. Ανατέλλει στην γη των πραέων αεί χαρμόσυνος και πανηγυρικός.
Τώρα θεωρώντας την αθέατη θέα την οποία εθεολόγησε κραυγάζει και πάλι την χαρά του με το αριστούργημα που εστιχούργησε:Αναστάσεως ημέρα και αρχή δεξιά. Λαμπρυνθώμεν τη εορτή και αλλήλους περιπτυξώμεθα!

Και μεταστάς στα ύψιστα , ένθα Αυτός ο Κύριος ο Θεός εφορεύει και δοξάζεται , χορεύει αιώνια!

άγιος Γρηγόριος Θεολόγος: Εγίναμε όλοι ευσεβείς μόνο σ' ένα πράγμα, στο να κατηγορούμε τους άλλους ως ασεβείς.



Άλλους τους ωφέλησε ο έπαινος, άλλους η επίπληξη, το καθένα στην κατάλληλη περίσταση· ή αντίθετα τους έβλαψε, επειδή ήταν παράκαιρο και παράλογο. Άλλους τους εστερέωσε η παρηγοριά, άλλους το μάλωμα· και τούτο πάλι σ' άλλους ήταν δημόσιος έλεγχος, σ' άλλους μυστική νουθεσία. Γιατί άλλων τους αρέσει να περιφρονούν την ιδιαίτερη νουθεσία και τους χρειάζεται για να σωφρονισθούν η καταδίκη των από το πλήθος· κι άλλοι πάλι γίνονται αδιάντροποι με τους φανερούς ελέγχους, οδηγούμενοι στο αγαθό με τη μυστικότητα της επιπλήξεως και ανταποδίδοντας στη συμπάθεια μας την υπακοή τους.
[. . . ] Τούτο μόνο ξεπερνά τη δύναμή μου, το να παραδεχθώ ν' αναλάβω την αρχηγία και κυβέρνηση ψυχών και, χωρίς ακόμη να έχω μάθει καλά ούτε το πώς να κυβερνώμαι ο ίδιος, χωρίς να έχω καθαρίσει την ψυχή μου όσο αρμόζει, να μου εμπιστευθούν επιστασία ποιμνίου.
Κι αυτό μάλιστα σε τέτοιες σήμερα περιστάσεις, όπου είναι προτιμότερο, βλέποντας τους άλλους αναστατωμένους και ταραγμένους, φεύγοντας δρόμο κανείς από τη μέση, απομακρυνόμενος με προφύλαξη, να γλυτώνει από τη ζάλη και το πηχτό σκοτάδι της αμαρτίας· σε καιρούς, όπου τα μέλη αντιμάχονται μεταξύ τους, και χάθηκε κι ό,τι υπόλοιπο αγάπης είχε μείνει. Άλλωστε, απόμεινε πια ο ιερεύς, όνομα για τον τύπο, καθώς εξαπλώθηκε η περιφρόνηση στους άρχοντες κατά την προφητεία της Αγίας Γραφής.
Και μακάρι να ήταν για τον τύπο ενώ τώρα..., μα ας μην το ειπούμε, ας πέσει στο κεφάλι των άθεων η βλασφημία. Ο φόβος έλειψε εντελώς από τις ψυχές· στη θέση του εμπήκε η αναίδεια, έρμαια στον τυχόντα είναι η θεογνωσία και τα βάθη του Πνεύματος. Εγίναμε όλοι ευσεβείς μόνο σ' ένα πράγμα, στο να κατηγορούμε τους άλλους ως ασεβείς. Χρησιμοποιούμε ως δικαστάς μας τους άθεους, ρίχνουμε τα άγια στους σκύλους και πετούμε μπροστά στους χοίρους τα μαργαριτάρια, κοινολογώντας τα ιερά σε αυτιά και ψυχές ασεβών. Εκτελούμε οι τρισάθλιοι ακριβώς τις επιθυμίες των εχθρών μας και δεν ντρεπόμαστε να ζούμε σε πλήρη ανηθικότητα. Ξένοι εντελώς προς την πίστιν μας, σωστοί Μωαβίται και Αμμανίται, οι οποίοι ούτε επιτρέπονταν να πλησιάσουν την Εκκλησία του Κυρίου, ερευνούν και αλωνίζουν μέσα στα αγιώτατά μας. Ανοίξαμε σ' όλους όχι τις πύλες της δικαιοσύνης, αλλά περάσματα εμπαιγμού και αυθαδείας εναντίον αλλήλων κι είναι για μας άριστος, όχι εκείνος που δεν εκστομίζει μάταιο λόγο από φόβο Θεού, άλλα οποίος τύχει να είπει εναντίον του άλλου τις περισσότερες κατηγορίες, είτε ανοιχτά, είτε υπονοούμενα, οποίος δηλαδή δημιουργεί ζητήματα με τη γλώσσα του, ή για να το πούμε πιο σωστά, χύνει σαν φίδι δηλητήριο.
Προσέχουμε ακόμη τις αμαρτίες των άλλων, όχι για να πονέσουμε γι’ αυτές, αλλά για να τους ειρωνευτούμε· όχι για να τους θεραπεύσουμε, άλλα για να τους κτυπήσουμε απ’ επάνω· κι έχουμε ως απολογία των δικών μας αμαρτιών τις παραβάσεις των άλλων! Παραδεχόμαστε καλούς και κακούς όχι κατά τα έργα τους, άλλα ανάλογα με την έχθρα ή τη φιλία μας· κι ό,τι επαινούμε στον ένα σήμερα, αύριο το κακίζουμε για τον άλλον κι όσα οι άλλοι καταγγέλλουν, εμείς τα καμαρώνουμε και με προθυμία συγχωρούμε το κάθε τι στον ασεβή. Τόσο μεγαλόψυχοι είμαστε απέναντι της κακίας!

( από τον Λόγο περί Ιερωσύνης)

Τετάρτη, Ιανουαρίου 24, 2018

"Η αγάπη και το συναίσθημα" Αρχιμ. Ευσέβιου Βίττη


Η αγάπη, είπαμε, πρέπει να είναι αγάπη πρώτιστα στον Ιησού και διά Ιησού η έκφρασή της στους αδελφούς μας. Θα πρέπει να αγνοηθεί ο ρόλος του συναισθήματος; Θα ήταν λάθος η παραγνώρισή του. Ο άνθρωπος δεν είναι άγγελος, για να αγαπάει σαν άγγελος. Και ως άνθρωπος έχει την ιδιοτυπία του στην έκφραση της αγάπης του. Μιλώντας για αγάπη δεν μπορούμε να αποφύγουμε να μιλήσουμε για τρυφερότητα καρδιάς, για ευαισθησία κ.λπ. Η αγάπη λειτουργεί μέσα μας όχι ως κάτι ξένο προς το μηχανισμό του ψυχικού μας κόσμου. Όμως η χριστιανική αγάπη δεν είναι μόνο συναισθηματισμός. Είναι χάρισμα του Θεού, στο οποίο καλείται να συμμετάσχει και ο συναισθηματισμός μας εξαγιαζόμενος.


Ο Κύριός μας δεν καταργεί το συναίσθημα, αλλά το εξαγιάζει. Προσέχοντας στο παράδειγμά Του βλέπουμε πόση ανθρωπιά δείχνει, πόσο γλυκός είναι. Τον συγκινούν τα παιδιά, τα οποία παίρνει στην αγκαλιά Του και τα παρουσιάζει ως εικόνες για μια ώριμη και συνετή αθωότητα και παιδικότητα.


Στενάζει μπροστά στον ανθρώπινο πόνο, τον οποίο απαλείφει από πολλές καρδιές. Κλαίει μπροστά στο θέαμα του θανάτου, που θέτει τέρμα στην ομορφιά της ζωής. Και μιλάει λίγο πριν από το θείο πάθος Του με μια απέραντη τρυφερότητα στους μαθητάς Του, που δε διστάζει να τους ονομάσει «τεκνία» Του.


Θυμηθείτε την ωραία και τόσο παραστατική εικόνα, που χρησιμοποιεί απευθυνόμενος με θλίψη στην Ιερουσαλήμ για την άρνησή της να δεχθεί την αγάπη Του: «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ,... ποσάκις ηθέλησα επισυνάξαι τα τέκνα σου ον τρόπον όρνις της εαυτής νοσσιάν υπό τας πτέρυγας, και ουκ ηθελήσατε!».


Πόση θλιμμένη τρυφερότητα δεν κρύβει αυτό το παράπονο!


Και οι Άγιοι της Εκκλησίας μας, που ακολούθησαν τα ίχνη του Κυρίου, δεν παραγνώρισαν το μεγάλο θησαυρό της ευαισθησίας και της συναισθηματικότητος, προκειμένου να εκφράσουν την πεντακάθαρη αγάπη τους στα παιδιά του Θεού, τα πνευματικά τους αδέρφια. Πρώτος και καλύτερος ο μεγάλος απόστολος Παύλος. Πόση ήταν η αγάπη του για τον Κύριο, το γνωρίζουμε καλά. Και δεν μας είναι άγνωστη η υπερβολή της αγάπης του για τους πιστούς, τους οποίους «εγέννησεν εν τω Ευαγγελίω». Έτσι σε μία στιγμή ξεσπάσματος της καρδιάς του αφήνει να ακουστεί ετούτη η κραυγή: «Τεκνία μου, ους πάλιν ωδίνω, άχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν! Ήθελον δε παρείναι προς υμάς άρτι και αλλάξαι την φωνήν μου!». Και σε άλλη περίπτωση: «Τις ασθενεί, και ουκ ασθενώ; τις σκανδαλίζεται, και ουκ εγώ πυρούμαι;», έκραζε με πόνο πολύ. Πώς να μη συγκινήσουν τις καρδιές τέτοιες εκδηλώσεις αγάπης θεϊκής σε μεγαλείο και ντυμένης τόση ανθρωπιά και κατανόηση;


Ας ακούσουμε και δύο άλλες φωνές, από τις πάμπολλες, μέσα από την ασκητική παράδοση της Εκκλησίας μας.


Είναι κλασικό και ανυπέρβλητο το χωρίο του Ισαάκ του Σύρου, όπου μιλάει για «καύσην καρδίας». Να τι λέει, για να το υπενθυμίσω στην αγάπη σας:


«(Καρδία ελεήμων εστί) καύσις καρδίας υπέρ πάσης της κτίσεως, υπέρ των ανθρώπων, και των όρνεων, και των ζώων, και των δαιμόνων, και υπέρ παντός κτίσματος. Και εκ της μνήμης αυτών, και της θεωρίας αυτών ρέουσιν οι οφθαλμοί αυτού δάκρυα. Εκ της πολλής και σφοδράς ελεημοσύνης της συνεχούσης την καρδίαν, και εκ της πολλής καρτερίας σμικρύνεται η καρδία αυτού (= του θεωρούντος και δακρύοντος), και ου δύναται βαστάξαι, ή ακούσαι, ή ιδείν βλάβην τινά, ή λύπην μικρά εν τη κτίσει γινομένην.


Και διά τούτο και υπέρ των αλόγων, και υπέρ των εχθρών της αληθείας, και υπέρ των βλαπτόντων αυτόν εν πάση ώρα ευχήν μετά δακρύων προσφέρει, του φυλαχθήναι αυτούς, και ιλασθήναι αυτοίς, ομοίως και υπέρ της φύσεως των ερπετών εκ της πολλής αυτού ελεημοσύνης της κινουμένης εν τη καρδία αυτού αμέτρως καθ’ ομοιότητα του Θεού».


Και με απλά λόγια: «Καρδιά ελεήμων, δηλαδή καρδιά γεμάτη τρυφερή αγάπη, είναι τελικά θέρμη καρδιάς, που καίγεται κυριολεκτικά για όλα τα δημιουργήματα, για τους ανθρώπους, για τα πουλιά, για τα ζώα και για τους δαίμονες και γενικά για κάθε κτίσμα. Και στην ανάμνησή τους και στη θέα τους τα μάτια του ανθρώπου, που έχει ελεήμονα καρδιά, πλημμυρίζουν από δάκρυα. Από την πολλή και έντονη αγαπητική διάθεση, που συνέχει την καρδιά του, και από την πολλή καρτερικότητά της γίνεται πολύ ευαίσθητη και δεν μπορεί να ανεχθεί ή να ακούσει ή να ιδεί να συμβαίνει κάποια βλάβη ή κάποια μικρή λύπη στη Δημιουργία.


Γι’ αυτό και κάθε ώρα και στιγμή προσεύχεται με δάκρυα και για τα χωρίς λογικό δημιουργήματα και για τους εχθρούς της αλήθειας και γι’ αυτούς που του προξενούν ζημιές και βλάβες παρακαλώντας το Θεό να φυλαχτούν και να συγχωρεθούν. Το ίδιο προσεύχεται ακόμη και για τα ερπετά (που γι’ αυτά νιώθει κανένας ενστικτώδη αποστροφή). Και το κάνει αυτό εξαιτίας της αμέτρητης ευαισθησίας, που έχει στην καρδιά του, όπως ο Θεός».


Ένα άλλο δείγμα ιερής τρυφερότητος αναφέρεται στο διακριτικότατο και σοφότατο Αββά Ποιμένα, έναν από τους πιο μεγάλους Αββάδες. «Παρέβαλόν τινες των γερόντων προς τον Αββά Ποιμένα και είπον αυτώ ˙ θέλεις, εάν ίδωμεν τους αδελφούς νυστάζοντας εις την σύναξιν, νύξωμεν αυτούς, ίνα γρηγορώσιν εις την αγρυπνίαν; Ο δε λέγει αυτοίς ˙ εγώ τέως εάν ίδω τον αδελφόν νυστάζοντα, τίθω την κεφαλήν αυτού επί τα γόνατά μου και αναπαύω αυτόν». «Πήγαν, λέει η διήγηση, κάποιοι γέροντες στον Αββά Ποιμένα και του είπαν ˙ επιτρέπεις, αν ιδούμε τους αδελφούς να νυστάζουν την ώρα της ιερής συνάξεως, να τους σκουντήσουμε λιγάκι για να μην κοιμούνται κατά τη διάρκεια της αγρυπνίας; Ο Αββάς τους αποκρίθηκε ˙ εγώ, αν ιδώ τον αδελφό μου να νυστάζει, του βάζω το κεφάλι στα γόνατά μου και τον ξεκουράζω». Αλήθεια. Τι υπερβολή τρυφερότητος και κατανοήσεως του κόπου ή της αδυναμίας του άλλου! Η υπερφυσική και ουράνια αγάπη δε θα μπορούσε να εκφρασθεί καλύτερα, εξαγνισμένη και αγιασμένη εν Χριστώ, από τον τρόπο, με τον οποίο εκφράζονται και οι ανωτέρω Πατέρες, αλλά και πάρα πολλοί άλλοι.


Γι’ αυτό δεν σταυρώθηκε ο Κύριος και δεν ανέστη, για να μεταμορφώσει τη φύση μας και να την κάνει από θηριώδη και αγριωπή, λεπτή, τρυφερή, πονετική, γεμάτη κατανοούσα αγάπη;


Η μεταμορφώνουσα την «πεπτωκυίαν» φύση μας χάρις χύνεται πλούσια στην ανθρώπινη καρδιά, την ανασταίνει από τη σκληρότητα και διαφθορά της, ώστε να μπορεί άνετα διά μέσου της να εκφράζονται τα πλούσια χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, ένα από τα οποία, το κυριότερο δε, είναι η αγάπη.


Επομένως, προκειμένου να εκφράσουμε την αγάπη μας προς τα έξω, δεν πρέπει να αλλοιώσουμε αφύσικα την καρδιά μας και να στραγγαλίσουμε την ευαισθησία της, αλλά κυρίως να αφήσουμε τη χάρη του Κυρίου να κατευθύνεται σωστά και να κυριαρχεί μεταμορφωμένη στον ίδιο τον εαυτό της, με πλήρη αυτολησμοσύνη της, χάριν του αγαπομένου, «μη ζητούσα τα εαυτής». Δεν είναι το ίδιο να καταπνίγουμε την καρδιά μας και να τη διαστρέφουμε και να τη μικραίνουμε και το ίδιο να τη θέτουμε στην υπηρεσία της πνευματικής αγάπης, να την ευαισθητοποιούμε πιο πολύ, να την κάνουμε πλατειά και ευρύχωρη, ξένη προς κάθε μικρότητα και κάθε φίλαυτη και εγωιστική επιδίωξη, που σ’ αυτή θα μας ωθούσε ευχαρίστως «ο παλαιός ημών άνθρωπος». 


Δεν αγνοούμε τους κινδύνους, που ελλοχεύουν στο σημείο αυτό. Υπάρχει πάντοτε ο φόβος να προχωρήσουμε στην αντίθετη κατεύθυνση και να υποχωρήσουμε στις κατώτερες κλίσεις μας, αν δεν προσέξουμε. Συνεπώς δεν είναι εύκολος ο δρόμος της αγάπης, υποδεικνύοντας να θέτουμε όλον τον συναισθηματικό μας πλούτο, που μας έδωσε ο Κύριος, και θέτοντάς τον στην υπηρεσία της αγάπης. Χρειάζεται γι’ αυτό ολοκληρωτική αυταπάρνηση.
Μη λησμονούμε πως η αυταπάρνηση, που είναι ένα είδος ζωντανού θανάτου, μία εκούσια χάριν του Ιησού σταύρωση, δεν αποβλέπει παρά στην ανάσταση, που αρχίζει από τώρα και θα τελειωθεί κατά την τελική και οριστική ανάστασή μας.


Δύσκολη και ίσως κουραστική η οδός της αγάπης, αλλά πλούσιοι οι καρποί της και εν τω νυν και εν τω μέλλοντι αιώνι, όπου θα τελειώσουν οι αγώνες και θα μας χαρισθεί μία υπέρ έννοιαν και υπέρ κατανόηση άλλη βιοτή, με άλλο, πνευματικότατο και μακάριο περιεχόμενο.


Αρχιμανδρίτη Ευσέβιου Βίττη
Εμείς και η αγάπη μας
Εκδόσεις Μονής Οσίου Γρηγορίου
Άγιον Όρος 2012
σελ. 30-37


Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2013/01/blog-post_3072.html#ixzz556pnszuU

Mνήμη Νεοφύτου Εγκλείστου



Εμοί ου πρέπει να λαλώ ουδέ να συντυχαίνω.
Ου πρέπει εμέ να βλέπομαι ουδέ πάλιν να βλέπω, 
ουδέ να τρέφομαι τροφήν, την πρέπουσαν ανθρώποις.
Εμένα πρέπει να θρηνώ, ημέραν εξ’ ημέρας, 
να τρώγω δε τον χουν της γης και των δένδρων τα φύλλα, 
να πίνω δε τα δάκρυα διά τας αισχράς μου πράξεις, 
ότι ενίκησα υπερβολικώς τον άσωτον εκείνον·
εκείνος γαρ υπέστρεψεν από της ασωτίας, 
και το «ήμαρτον» εβόησε και υιότητος αξιώθη.

Ει δε και μόλις αισθανθώ εκείνου τη μετάνοιαν, 
ευθύς καταλαμβάνει με έρως φιληδονίας, 
και κατασπά με ο λογισμός προς πράξεις αθεμίτους.
Συ δε, Σωτήρ μου, σώσον με, καν θέλω καν μη θέλω

Τρίτη, Ιανουαρίου 23, 2018

Ένα συλλαλητήριο χωρίς θαμώνες

22 Ιανουαρίου 2018
Όλο το Πανελλήνιο σήμερα δονείται από την επικαιρότητα του χθεσινού συλλαλητηρίου για το όνομα της Μακεδονίας. Η είδηση και οι εικόνες μεταδόθηκαν και εκτός Ελλάδος.




Η χώρα μας είναι τόπος που τα πάσης φύσεως συλλαλητήρια και συγκεντρώσεις γίνονταν, ειδικά μέχρι πρότινος σε ημερήσια σχεδόν διάταξη. Πολιτικές συγκεντρώσεις, πορείες, συλλαλητήρια, καταλήψεις και συνθήματα δεν εντυπωσιάζουν πια κανέναν.
Στην συνθηματολογία θα μπορούσαμε να διεκδικήσουμε πιθανόν την διεθνή αρχηγία. Δεν θα ξεχάσω ποτέ, όταν φιλοξενούσα δύο συγγενείς στο Μόναχο της Γερμανίας και τους συνόδεψα στο γήπεδο της Bayer, την γνωστή Allianz Arena, για να παρακολουθήσουν τον αγώνα Bayern – Άρης Θεσσαλονίκης. Το αποτέλεσμα του αγώνα ήταν συντριπτικό υπέρ της Bayern, 6-0! Καθόμασταν στην πλευρά των Γερμανών και στις από πάνω κερκίδες οι οπαδοί του Άρη φώναζαν συνεχώς νέα συνθήματα ακόμα και όταν η ήττα διαφαινόταν αναπόφευκτη. Δίπλα μου ένας Γερμανός μου ζήτησε να του μεταφράσω τί λέγαν τα συνθήματα και αφ’ ενός γέλασε πολύ, αφ’ ετέρου θαύμασε την επινοητικότητα και το σθένος να τα φωνάζουν οι Έλληνες ακόμη και ηττώμενοι!
    Χθες όμως σε αυτήν την παλλαϊκή μάζωξη της Θεσσαλονίκης υπήρχε κάτι το οποίο διαφοροποιεί τα πράγματα. Τα συνθήματα που ακούστηκαν ήταν τα περισσότερα κοινότυπα: διαμαρτυρία για την καταστρατήγηση των εθνικών δικαίων μέσα από την εκχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας. Απευθυνόταν προς τον πολιτικό κόσμο και τον διεθνή παράγοντα. Οι ομιλητές έθιξαν και ανέδειξαν διάφορες οπτικές του ζητήματος και κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι το όνομα της Μακεδονίας δεν πρέπει να εκχωρηθεί για κανέναν λόγο και με καμία μορφή στον βόρειο γείτονα. Τα χειροκροτήματα και οι ζητωκραυγές ήταν περισσότερο απόρροια του γενικότερου ενθουσιασμού, παρά του περιεχομένου των ομιλιών, το οποίο εν πολλοίς ήταν αναμενόμενο. Η συγκέντρωση του πλήθους ήταν μεγαλειώδης, πέρα από κάθε πρόβλεψη! Όσοι παραβρεθήκαμε και ειδικά όσοι γνωρίζουν την χωροταξία της παραλίας της Θεσσαλονίκης μπορούν καλά να καταλάβουν το μέγεθος στο οποίο αναφέρομαι.
Κανένα από τα παραπάνω στοιχεία όμως δεν κάνει την σημαντική διαφορά. Το ανατρεπτικό ήταν η ποιότητα των ανθρώπων. Άνθρωποι από όλες τις ηλικίες και τα κοινωνικά στρώματα. Γέροντες αψηφώντας την ηλικία, γονείς με μικρά παιδιά χωρίς να υπολογίζουν το κρύο, νεολαία με χαμόγελο, σφρίγος και ευγένεια, φοιτητές, αγρότες, εργάτες, πανεπιστημιακοί, εκπαιδευτικοί, ιερωμένοι, επιχειρηματίες, ανάπηροι στα καροτσάκια τους, μέλη πολιτιστικών συλλόγων με παραδοσιακές φορεσιές, απόγονοι Μακεδονομάχων με τον χαρακτηριστικό μακεδονικό «ντουλαμά», βαρκάρηδες στην θάλασσα, Μακεδόνες, Θρακιώτες, Θεσσαλοί, Ηπειρώτες, Πελοποννήσιοι, Στερεοελλαδίτες, νησιώτες,  από όλα τα μέρη της Ελλάδας.
Παντού ηρεμία και χαμόγελα, παλμός και ενθουσιασμός χωρίς φανατισμό. Καθόσουν σε μία γωνιά και εύκολα άκουγες συζητήσεις για την ταυτότητα της Μακεδονίας, την οικουμενική ιστορία της, την μεγάλη πολιτισμική της παράδοση, το δέσιμό της με την Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη, τα διαχρονικά σφάλματα της ελληνικής πολιτείας, την αξία του Ελληνισμού της διασποράς. Περισσότερο αυτά άκουγες, παρά τα μεγάφωνα, τα οποία εξάλλου δεν ήταν ιδιαίτερα δυνατά. Το πλήθος κατέφθανε με ηρεμία και τάξη κρατώντας την Ελληνική σημαία. Απέπνεε μία σαφή αίσθηση ότι περισσότερο κοινωνούσε την παρουσία και την ομοψυχία των συμπαριστάμενων ανθρώπων και λιγότερο συμμετείχε σε ένα ιδεολόγημα πολιτικοοικονομικής ή ακόμη και ιστορικο-εθνικιστικής φύσης.
Ο κόσμος του συλλαλητηρίου ήξερε πολύ καλά γιατί πήγε. Δεν πήγε για να διατρανώσει ότι η Μακεδονία είναι Ελληνική! Δεν υπήρχε αυτή η ανάγκη! Αυτό το έχει δείξει η Ιστορία.
Πήγε να καταστήσει με τρόπο σαφή γνωστή την αληθινή του ταυτότητα. Σε μία εποχή όπου οι ψυχές και οι συνειδήσεις από την οικονομική, κοινωνική, πολιτική και ηθική κρίση αλλοτριώνονται και οι άνθρωποι βρίσκονται καθημερινά στο χείλος της απόγνωσης, κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες μέλη της Ελληνικής Κοινωνίας αισθάνθηκαν την ανάγκη να φωνάξουν ότι δεν ξεχνάμε ποιοι είμαστε! Ότι έχουμε ταυτότητα που γεννιέται μέσα από έναν πολιτισμό, μία ιστορία, μία Πίστη, από ιδανικά. Κανείς μας δεν είναι ο ίδιος ιδανικός. Όλοι σαν άτομα, σαν συλλογικότητες και σαν λαός έχουμε κάνει τραγικά λάθη. Όλοι ευθυνόμαστε για τις δυσκολίες του σήμερα, που πιθανόν θα κληροδοτήσουμε και στα παιδιά μας. Αλλά όλα αυτά μέσα στα όρια μιας ταυτότητας και μιας συνείδησης που αποτελεί το βασικό μας δεδομένο και θεμέλιο. Αν χάσουμε αυτήν την ταυτότητα, ποτέ δεν θα μπορέσουμε να σηκωθούμε, να μετα-νοήσουμε.
Και η Μακεδονία είναι μέρος της ψυχής και της ταυτότητας του κάθε Έλληνα! Είναι το μεγαλύτερο κομμάτι της Ελλάδας! Έχει μοναδικές ομορφιές! Έχει όχι μόνον σημαντικά ιστορικά μνημεία, αλλά και ιστορία ζωντανή και ακτινοβόλα, αρκεί κάποιος να πάει να επισκεφθεί το Άγιον Όρος! Έχει την μεγαλύτερη μουσικοχορευτική παράδοση που οι Έλληνες από όλα τα μέρη την γνώρισαν και την αγάπησαν! Είναι το σταυροδρόμι όλης της Ελλάδας, των Βαλκανίων και της Ευρώπης προς την Ασία! Είναι στο κέντρο της Πατρίδας μας, είναι η καρδιά μας, είμαστε εμείς!
Όταν κινδυνέψει η ταυτότητά σου έχεις δύο επιλογές: ή να παραδοθείς στον κίνδυνο και να αλλοτριωθείς, ή να «έλθεις εις εαυτόν», να σηκωθείς και να αντισταθείς στην αλλοτρίωση. Αυτό έγινε χθες την Θεσσαλονίκη. Οι άνθρωποι ξεβολεύτηκαν! Άφησαν δουλειές, υποχρεώσεις, κούραση, χόμπυ, ταξίδια, διασκέδαση και ήλθαν. Πολέμησαν την αδιαφορία και την ακηδία και συγκεντρώθηκαν.
Ως επίλογο θα ήθελα να δανειστώ τα λόγια ενός μαχόμενου κληρικού, σχετικά με την ουσία του χθεσινού συλλαλητηρίου. Γράφει ο π. Παντελεήμων Κρούσκος στην ιστοσελίδα του στο Facebook:
«Χριστιανός και όχι θρησκευόμενος. Πατριώτης και όχι εθνικιστής.
Κοσμοπολίτης και όχι διεθνιστής. Οικουμενικός και όχι επαρχιωτευρωπαίος.
Πρόσωπο και όχι μονάδα. Άνθρωπος και όχι νούμερο.
Ελεύθερος και όχι οπαδός. Υποτασσόμενος και όχι υποταγμένος.
Επαναστάτης και όχι επαναστατημένος. Αυτοσυνειδησία και όχι αυτοπροσδιορισμός.
Ανένταχτος αλλά όχι αδιάφορος
Αυτούς τους ανθρώπους ζήσαμε στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης!
Φαινόταν με την πρώτη ματιά! Αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν οι συνήθεις τύποι των συλλαλητηρίων!
Αυτό το συλλαλητήριο ήταν χωρίς «θαμώνες»!
Γι’ αυτό είχε επιτυχία!
Γι’ αυτό πολλούς ενόχλησε!