ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 11, 2018

Δύο βιαστές της βασιλείας Του


Λίγο πριν την εορτή του Σταυρού, η Εκκλησία μας μυεί στο σταυρικό ήθος και στον σταυρικό τρόπο ζωής, προβάλλοντας μας δύο πολύ αγαπημένους οσίους: την Θεοδώρα της Αλεξανδρείας και τον Ευφρόσυνο τον ταπεινό μάγειρα.
Η μεν αγία Θεοδώρα ήταν σύζυγος κάποιου Παφνουτίου και κάποια στιγμή έπεσε στην μοιχεία. Τότε την κατέκλυσε μέγας φόβος και κατάνυξη βαθιά και ενώ κανείς δεν γνώριζε την αμαρτία της, επειδή είχε πνευματική αίσθηση οξεία, αναλογίστηκε την αιώνια κόλαση και από την ντροπή και συντριβή της έτρεξε στην έρημο, φόρεσε ανδρικό σχήμα και σαν άντρας πλέον έγινε δεκτή σε αντρικό κοινόβιο ως Θεόδωρος. Εκεί επιδόθηκε σε μεγάλη άσκηση, στερήσεις, αγώνα και προσευχές και σταδιακά ξεπέρασε σε πνευματικότητα όλους τους αδελφούς της μονής.Φαίνεται όμως πώς ο διάβολος δεν έπαψε ποτέ να την φθονεί για την μεγάλη της αγάπη στην άσκηση και την βία για την βασιλεία του Θεού.Έτσι όταν βρέθηκε ένα έκθετο βρέφος στην πύλη του μοναστηριού όλοι άρχισαν να συκοφαντούν τον "Θεόδωρο" σαν πόρνο και πατέρα του παιδιού. Η αγία δεν υπερασπίστηκε τον εαυτό της , ούτε αντιλόγησε αλλά περιμάζεψε το παιδί, δέχτηκε πράγματι δηλαδή την άδικη κατηγορία και το ανέθρεψε ως δικό της. Επί χρόνια υπέμεινε την περιφρόνηση, τις συκοφαντίες και τον ονειδισμό των ανθρώπων, χωρίς να αντειπεί ή να διαμαρτυρηθεί.Όταν έφτασε η ώρα και κοιμήθηκε, οι αδελφοί θέλησαν να της προσφέρουν τις συνηθισμένες επικήδειες φροντίδες και όταν διαπίστωσαν το φύλο της θαύμασαν και της απέδωσαν τιμές μεγάλης αγίας.

Ο δεν Ευφρόσυνος ήταν αγροίκος και αγράμματος άνθρωπος, απλούς και άκακος, μάγειρας σε ένα μοναστήρι. Καθημερινά πάλευε με τις φωτιές και τις βαριές δουλειές του μαγειρίου, ενώ παράλληλα, λόγω του απλοϊκού και αμνησίκακου χαρακτήρα και της εμφάνισης του, ερέθιζε την κακοτροπία των μοναχών και υπέμεινε τις βρισιές και τα πειράγματα και τις δοκιμασίες τους χωρίς να διαμαρτυρηθεί. Κάποτε ένας ιερέας του μοναστηριού θέλησε να δεί τα αγαθά του παραδείσου και μετά από τρία χρόνια προσευχής και νηστείας είδε στον ύπνο του ότι βρέθηκε σε παραδείσιο κήπο και αυτός ο κήπος ανήκε στον Ευφρόσυνο και ο ίδιος ο Ευφρόσυνος ήταν ανάμεσα του και χαίροταν την ομορφιά του κήπου. Ο ιερέας θαύμασε και του ζήτησε εξηγήσεις και ο άγιος ταπεινά του απάντησε πώς βρίσκεται εδώ καν αγράμματος και ασήμαντος επειδή στην ζωή του έδειξε λίγη βία για την απόκτηση της βασιλείας του Θεού. Του έδωσε μάλιστα και τρία μήλα σαν ευλογία. Όταν ξύπνησε ο ιερέας έτρεξε στον ναό και βρήκε τον Ευφρόσυνο και πιστοποίησε την αλήθεια των γενομένων και φέρνοντας τα μήλα στην σύναξη των αδελφών τους διηγήθηκε τα συμβάντα και μετέλαβαν όλοι από αυτά τα τρία μήλα και πήραν χάρη μεγάλη. Ό άγιος όμως αγαπώντας την λαθότητα και μισώντας τον έπαινο των ανθρώπων, ο οποίος κλέβει κάθε πνευματικό κατόρθωμα, έφυγε εκείνη την ώρα κρυφά από το μοναστήρι και δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά.

Η βασιλεία των ουρανών αρπάζεται δεν κληρονομείται. Οι "βιαστές αρπάζουσιν αυτήν". Αν δεν βιάσεις τον εαυτό σου, αν δεν ασκήσεις βία πάνω στο θέλημα σου και τα πάθη σου , δεν βλέπεις χάρη. Οι άγιοι μίσησαν την οκνηρία και την θεραπεία του εγώ. Τσαλαπάτησαν κάθε τί πού αφορούσε το προσωπικό τους θέλημα, τον εγωϊσμό τους. Μπήκαν κάτω από τον χρηστό ζυγό, ανέλαβαν το ελαφρύ φορτίο.Έδειξαν θαυμαστή δύναμη σε αυτή την άσκηση, αγώνας πού ισοδυναμεί με χίλια μαρτύρια αγίων οι οποίοι έδωσαν το αίμα τους μια φορά για τον Χριστό. Τα βασανιστήρια ήταν πνευματικά και ο εχθρός αόρατος.Όμως ό,τι δεν βλέπουν τα κοινά μάτια των ανθρώπων δεν είναι αμελητέο, αχρείαστο ή το χειρότερο ανύπαρκτο.Αν μπορούσαμε να δούμε στους ανθρώπους του Θεού αυτόν τον αιματηρό αγώνα, την επίπονη καλλιέργεια των αρετών στιγμή την στιγμή και θυσία με θυσία, κόπο με κόπο, θα νιώθαμε τέτοια βαθιά κατάνυξη πού θα μισούσαμε αυτοστιγμεί ό,τι μας ενώνει με την ματαιότητα του κόσμου και μας χωρίζει από την αγάπη του Χριστού. Θα βλέπαμε τέτοια χαώδη καταστροφή μέσα μας και σε τέτοιο πνευματικό φιλότιμο θα πασχίζαμε να φτάσουμε, πού δεν θα ξαναπέφταμε ποτέ μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: