Oύτος ο εν Aγίοις Πατήρ ημών Βασίλειος, ήκμασε κατά τους χρόνους του βασιλέως Ουάλεντος εν έτει τξδ΄ [364], προς τον οποίον Ουάλεντα επαρρησιάσθη διά την Ορθόδοξον πίστιν, και ήλεγξεν αυτόν. Eπειδή και έπεσεν εις την κακοδοξίαν των Aρειανών, και με άγριον και θηριώδη τρόπον εκακοποίει και επολέμει τας Eκκλησίας των Ορθοδόξων. Ούτος λοιπόν από μεν τον πατέρα, ήτον Μαυροθαλασσίτης. Aπό δε την μητέρα, ήτον Καππαδόκης, ήτοι εκατάγετο από την λεγομένην Καραμανίαν. Κατά δε τους λόγους και την παιδείαν, υπερέβαλεν, όχι μόνον τους ελλογίμους του καιρού του, αλλά ακόμη και τους παλαιούς φιλοσόφους. Περάσας γαρ κάθε είδος παιδείας, εις κάθε μίαν από αυτάς το κράτος και την νίκην απόκτησεν. Ου μόνον δε ταύτα, αλλά και την διά πράξεως ήσκησε φιλοσοφίαν. Και διά της πράξεως ανέβη και εις την θεωρίαν των όντων. Eκ τούτων δε, ανέβη και εις τον θρόνον της Aρχιερωσύνης.
Όταν δε έγινεν Aρχιερεύς, πολλούς αγώνας εποίησεν ο μακάριος διά την Ορθόδοξον πίστιν. Με την σταθερότητα γαρ και γενναιότητα του φρονήματός του, κατέπληξε τον έπαρχον Μόδεστον. Με τους Oρθοδόξους δε λόγους οπού συνέγραψε, των κακοδόξων τα φρονήματα κατεβρόντησε. Και προς τούτοις, την των ηθών κατάστασιν ερρύθμισε. Την ασκητικήν φιλοσοφίαν εδίδαξε, την των όντων γνώσιν εσαφήνισε. Και διά να ειπώ συντόμως, ούτος ο Άγιος οδηγήσας εις σωτηρίαν την λογικήν του Χριστού ποίμνην διά μέσου κάθε αρετής, προς Κύριον εξεδήμησεν. Ήτον δε ο Μέγας Βασίλειος κατά τον χαρακτήρα του σώματος, πολλά μακρύς. Ξηρός και ολιγόσαρκος, μελανός εις το πρόσωπον κατά το χρώμα, πλην είχεν αυτό σύμμικτον και με κιτρινάδα. Ήτον μακρομύτης. Είχε τα οφρύδια στρογγυλά, το δε δέρμα το επάνω των οφρυδίων, το είχε συμμαζωμένον. Eφαίνετο όμοιος με έναν οπού συλλογίζεται και προσέχει εις τον εαυτόν του. Είχε το πρόσωπον ζαρωμένον με ολίγας χαραγάς. Τα μάγουλα είχε μακρά. Τους μήνιγγας, δασείς από τρίχας συνεστραμμένας κυκλοειδώς. Eφαίνετο κατά την επιφάνειαν, πως είχεν ολίγον κουρευμένας τας τρίχας. Το γένειον είχε μακρόν αρκετά και τας τρίχας είχε μεμιγμένας, ήτοι μαύρας ομού με άσπρας.(συναξάρι)
Ὁ Βασίλειος, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀληθινὰ ἡ βάση τῶν ἀρετῶν, τὸ βιβλίο τῶν ἐπαίνων, ὁ βίος τῶν θαυμάτων· αὐτός πού βαδίζει μὲ τὴ σάρκα καὶ προχωρεῖ μὲ τὸ πνεῦμα· αὐτός πού ζεῖ μὲ τὰ γήινα καὶ ἔχει τὸ βλέμμα του στραμμένο στὰ οὐράνια· αὐτός πού εἶναι τὸ βηρύλλιο πλῆκτρο τῆς μυστικῆς κιθάρας, αὐτό πού ἔτερψε τὴ χορεία τῶν ἁγίων Ἀγγέλων· αὐτός πού εἶναι τὸ σταθερὸ ἀρνί τῆς μάνδρας τῆς ζωῆς, πού καταβρόχθισε τὸ χορτάρι τοῦ ἱεροῦ Πνεύματος· αὐτός πού εἶναι τὸ ἀρνί πού πήδησε ἀπὸ τὸν πόθο καὶ ἅρπαξε τὸ ἄνθος ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ τιμίου Σταυροῦ· αὐτός πού εἶναι τὸ παχνὶ τῶν δογμάτων, ἡ γλώσσα τῶν λόγων, τὸ βραβεῖο τῶν ὀρθῶν καὶ ὠφέλιμων νοημάτων· αὐτός πού βύθισε τὸν ἑαυτό του στὸ βυθὸ τῶν Γραφῶν καὶ ἀνέσυρε τὸ λαμπρὸ μαργαριτάρι· αὐτός πού εἶναι τὸ ὥριμο σταφύλι τῆς θεϊκῆς κληματαριᾶς, πού ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πῆρε τὴ θεία γλυκύτητα· αὐτός πού εἶναι ἡ ὡραία μεμβράνη τῆς ἱερῆς σοφίας, στὴν ὁποία γράφηκαν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τὰ θεία χαράγματα· αὐτός πού εἶναι τὸ εὔφορο χωράφι τῆς οὐράνιας βασιλείας, τὸ ὁποῖο καρποφόρησε γιὰ τὸν Θεὸ καρποὺς δικαιοσύνης· αὐτός πού εἶναι βουνὸ στολισμένο μὲ τὰ ἄνθη τῆς μυστικῆς τριανταφυλλιᾶς, πού ἡ εὐωδιὰ του ἔφθασε στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό· αὐτός πού ἔψαλε ἐπάνω στὴ γῆ ἄσματα ἀρεστά στὸν Θεὸ καὶ πῆρε ἀπ’ τοὺς οὐρανούς στεφάνια εὐπρόσδεκτα· αὐτός πού ἀντιλήφθηκε τὴ χάρη καὶ διακήρυξε, ὅπως ὁ Ἰώβ, τὴν ὁμολογία του στὸν Σωτήρα τῶν ὅλων, λέγοντας: «Τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτό πού μὲ δημιούργησε, καὶ ἡ ἔμπνευση τοῦ Παντοκράτορος εἶναι αὐτή πού μὲ διδάσκει»· βεβαιώνοντας ὅτι μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κήρυττε σὲ ὅλους τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό (αγίου εφραίμ σύρου, εγκώμιον στον μέγα βασίλειο )
Ὀμορφιά τοῦ Βασιλείου ἦταν ἡ ἀρετὴ·τῆς μεγαλοσύνης του, ἡ θεολογία· πορεία του, τὸ ἀεικίνητο πού τὸν ἔφερνε μὲ τὶς ἀναβάσεις τοῦ στοχασμοῦ του ὡς τὸν Θεό. Καὶ δύναμή του ἦταν ἡ σπορὰ καὶ διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ ἐγὼ τουλάχιστον δὲν θὰ δίσταζα νὰ πῶ τοῦτο: σ’ ὅλη τὴ γῆ ἁπλώθηκε ἡ φωνή του καὶ στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης ἀκούστηκαν τὰ δυνατὰ λόγια του (άγιος γρηγόριος θεολόγος για τον βασίλειο από τον επιτάφιο λόγο)
Ὦ θεία καὶ ἱερὰ τῆς Χριστοῦ Ἐκκλησίας μέλισσα, Βασίλειε παμμακάριστε· σὺ γὰρ τοῦ θείου πόθου τῷ κέντρῳ, σεαυτὸν καθοπλίσας, τῶν θεοστυγῶν αἱρέσεων τάς βλασφημίας κατέτρωσας· καὶ ταῖς ψυχαῖς τῶν πιστῶν εὐσεβείας τὸν γλυκασμὸν ἐθησαύρισας· καὶ νῦν τοὺς θείους λειμῶνας, τῆς ἀκηράτου διερχόμενος νομῆς, μνημόνευε καὶ ἡμῶν, παρεστὼς τὴν Τριάδα τὴν ὁμοούσιον.(βύζαντος)
Πάντων τῶν ἁγίων ἀνεμάξω τάς ἀρετάς, Πατὴρ ἡμῶν Βασίλειε, Μωϋσέως τὸ πρᾶον, Ἠλιοὺ τὸν ζῆλον, Πέτρου τὴν ὁμολογίαν, Ἰωάννου τὴν Θεολογίαν, ὡς ὁ Παῦλος ἐκβοῶν οὐκ ἐπαύσω. Τὶς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τὶς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι; Ὅθεν σὺν αὐτοῖς αὐλιζόμενος, ἱκέτευε σωθῆναι τάς ψυχὰς ἡμῶν.(βασιλείου μοναχού)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου